Μετάβαση στο περιεχόμενο
Ακολουθήστε τη νέα μας σελίδα στο Facebook! ×

Αναζήτηση στην κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'κατανάλωση'.

  • Αναζήτηση με βάση τις ετικέτες

    Πληκτρολογήστε τις ετικέτες και χωρίστε τες με κόμμα.
  • Αναζήτηση με βάση τον συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Φόρουμ

  • Ειδήσεις
    • Ειδήσεις
  • Εργασίες Μηχανικών
    • Τοπογραφικά-Χωροταξικά
    • Αρχιτεκτονικά
    • Στατικά
    • Μηχανολογικά
    • Ηλεκτρολογικά
    • Περιβαλλοντικά
    • Διάφορα
  • Εργασιακά-Διαδικαστικά
    • Άδειες-Διαδικασίες
    • Αυθαίρετα
    • Οικονομικά-Αμοιβές
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά
    • Εκπαίδευση
    • Ειδικότητες-Συλλογικά Όργανα
  • Εργαλεία
    • Προγράμματα Η/Υ
    • Εξοπλισμός
    • Διαδίκτυο
    • Showroom
  • Γενικά
    • Αγγελίες
    • Κουβέντα
    • Δράσεις-Προτάσεις προς φορείς
    • Michanikos.gr
    • Θέματα Ιδιωτών
  • Δοκιμαστικό's Θεματολογία γενική

Κατηγορίες

  • 1. Τοπογραφικά-Πολεοδομικά
    • 1.1 Λογισμικό
    • 1.2 Νομοθεσία
    • 1.3 Έντυπα
    • 1.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 1.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 2. Συγκοινωνιακά - Οδοποιίας
    • 2.1 Λογισμικό
    • 2.2 Νομοθεσία
    • 2.3 Έντυπα
    • 2.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 2.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 3. Αρχιτεκτονικά - Σχεδιαστικά
    • 3.1 Λογισμικό
    • 3.2 Νομοθεσία
    • 3.3 Έντυπα
    • 3.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 3.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 4. Στατικά - Εδαφοτεχνικά
    • 4.1 Λογισμικό
    • 4.2 Νομοθεσία
    • 4.3 Έντυπα
    • 4.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 4.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 5. Μηχανολογικά
    • 5.1 Λογισμικό
    • 5.2 Νομοθεσία
    • 5.3 Έντυπα
    • 5.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 5.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 6. Ηλεκτρολογικά
    • 6.1 Λογισμικό
    • 6.2 Νομοθεσία
    • 6.3 Έντυπα
    • 6.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 6.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 7. ΑΠΕ - Φωτοβολταϊκά
    • 7.1 Λογισμικό
    • 7.2 Νομοθεσία
    • 7.3 Έντυπα
    • 7.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 7.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 8. Περιβαλλοντικά
    • 8.1 Λογισμικό
    • 8.2 Νομοθεσία
    • 8.3 Έντυπα
    • 8.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 8.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 9. Υδραυλικά - Λιμενικά
    • 9.1 Λογισμικό
    • 9.2 Νομοθεσία
    • 9.3 Έντυπα
    • 9.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 9.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 10. Διαχείριση Έργων - Εκτιμήσεις - Πραγματογνωμοσύνες
    • 10.1 Λογισμικό
    • 10.2 Νομοθεσία
    • 10.3 Έντυπα
    • 10.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 10.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 11. Δημόσια Έργα - Ασφάλεια και Υγιεινή
    • 11.1 Λογισμικό
    • 11.2 Νομοθεσία
    • 11.3 Έντυπα
    • 11.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 11.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 12. Αμοιβές - Φορολογικά - Άδειες
    • 12.1 Λογισμικό
    • 12.2 Νομοθεσία
    • 12.3 Έντυπα - Αιτήσεις
    • 12.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 13. Αυθαίρετα
    • 13.1 Λογισμικό
    • 13.2 Νομοθεσία
    • 13.3 Έντυπα
    • 13.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 14. Διάφορα

Categories

  • Ειδήσεις
    • Νομοθεσία
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά-Φορολογικά
    • Περιβάλλον
    • Ενέργεια-ΑΠΕ
    • Τεχνολογία
    • Χρηματοδοτήσεις
    • Έργα-Υποδομές
    • Επικαιρότητα
    • Αρθρογραφία
    • Michanikos.gr
    • webTV
    • Sponsored

Κατηγορίες

  • Εξοπλισμός
  • Λογισμικό
  • Βιβλία
  • Εργασία
  • Ακίνητα
  • Διάφορα

Βρείτε αποτελέσματα...

Βρείτε αποτελέσματα που...


Ημερομηνία δημιουργίας

  • Start

    End


Τελευταία ενημέρωση

  • Start

    End


Φιλτράρισμα με βάση τον αριθμό των...

Εντάχθηκε

  • Start

    End


Ομάδα


Επάγγελμα


Ειδικότητα

  1. Καλησπέρα σας, σε κτίριο ενεργειακής κλάσης Α++ -και συνεπώς αύξηση σ.δ. 10% (άρθρο 25,παρ.2)- γνωρίζετε με ποιον τρόπο γίνεται ο έλεγχος μετά το πέρας των εργασιών; Επαρκεί ο έλεγχος πχ. από έναν ενεργειακό επιθεωρητή όπως στα κτίριο Α+ ; Ευχαριστώ εκ των προτέρων.
  2. Την μεγαλύτερη πτώση πανευρωπαϊκά κατάφερε η χώρα μας σύμφωνα με το ΙΕΝΕ ενώ είχε και τη δεύτερη καλύτερη επίδοση σε όρους μεριδίου της φωτοβολταϊκής παραγωγής στο σύνολο της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής καθώς διαμορφώθηκε σε 12,6%. Ηπτώση της ζήτησης ηλεκτρισμού που καταγράφηκε στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες του 2022 ήταν η υψηλότερη πανευρωπαϊκά, καθώς έφθασε στο δ' τρίμηνο του 2022 κοντά στο 13%, ενώ είχε προηγηθεί ήδη μικρότερη μείωση περί το 2,5% για τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους, σύμφωνα με το ΙΕΝΕ. Επίσης, η Ελλάδα είχε τη δεύτερη καλύτερη επίδοση πανευρωπαϊκά σε όρους μεριδίου της φωτοβολταϊκής παραγωγής στο σύνολο της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής (από 9,6% σε 12,6% μέσα σε ένα χρόνο). Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την Ειδική Έκθεση του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης για τις ενεργειακές εξελίξεις το 2022 και τις προοπτικές του 2023 που επικαλείται σχετικές αναλύσεις του ινστιτούτου Ember. Ως προς τα φωτοβολταϊκά, το Ember επισημαίνει ότι η Ελλάδα αναμένεται να πετύχει τον στόχο για εγκατάσταση 7.7 GW φωτοβολταϊκών στα τέλη του 2023, δηλαδή επτά χρόνια νωρίτερα του προβλεπόμενου. Σε όρους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα του τομέα ηλεκτροπαραγωγής, η Ελλάδα είναι 9η στον κατάλογο με τους περισσότερους ρύπους και 8η στον κατάλογο με τα πιο «ρυπογόνα» δίκτυα ηλεκτρισμού. Παρ' όλα αυτά, η ένταση διοξειδίου του εγχώριου τομέα ηλεκτρισμού σημείωσε μεγάλη πτώση τα τελευταία 8 χρόνια. Το 2022 αυξήθηκε σημαντικά η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικά και φωτοβολταϊκά, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικά το 2022 ξεπέρασε τα 4,681 MW, σε σύγκριση με τα 4,452 MW το 2021, ενώ αντίστοιχα η εγκατεστημένη ισχύς από φωτοβολταϊκά διαμορφώθηκε στα 5,466 MW το 2022, αρκετά υψηλότερα από τα 4,126 MW το 2021. Συνολικά, εγκαταστάθηκαν περίπου 1,700 MW νέων ΑΠΕ στην Ελλάδα το 2022 (συνολική εκτιμώμενη εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ για το 2022: 10,624 MW), όταν εγκαταστάθηκαν περίπου 4,350 MW την περίοδο 2014-2021. Στον τομέα του φυσικού αερίου επισημαίνεται ότι η Ελλάδα γίνεται σταδιακά χώρα εξαγωγέας φυσικού αερίου, καθώς στον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας καταφθάνουν μεγάλοι όγκοι LNG, που ένα μέρος τους διοχετεύεται κυρίως προς Βουλγαρία και από εκεί σε άλλες προς τον Βορρά χώρες (πχ. Σερβία, Ρουμανία, Ουγγαρία). «Με συγκριτικό πλεονέκτημα τη γεωγραφική της θέση και τις υφιστάμενες και υπό ανάπτυξη υποδομές στην ελληνική επικράτεια, η Ελλάδα επιδιώκει την αναβάθμιση της θέσης της στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής, δεδομένου ότι πλέον το LNG τείνει να καταστεί το βασικό στρατηγικό καύσιμο της Ευρώπης και η χώρα μας από τις βασικές πύλες εισόδου στο Νότο προς τις βασικές ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές», τονίζει το ΙΕΝΕ. Αναφορικά με τις προοπτικές του 2023, το ΙΕΝΕ αναμένει αποκλιμάκωση των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, καθότι σιγά σιγά απομακρύνεται ο κίνδυνος διακοπής της τροφοδοσίας της Ευρώπης με φυσικό αέριο, αφού κατάφερε μέσα σε διάστημα 12 μηνών να αντικαταστήσει το μεγαλύτερο μέρος από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, με εναλλακτικές πηγές (δηλ. LNG, αυξημένη παραγωγή φυσικού αερίου από Νορβηγία κλπ.). Εφόσον οι τιμές φυσικού αερίου παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα και δεν ξεπεράσουν τα 100 ευρώ/MWh, αναμένεται να υπάρξει περιορισμός των πληθωριστικών πιέσεων που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες. Επίσης, δεν διαφαίνεται κίνδυνος διακοπής της προμήθειας φυσικού αερίου, δεδομένου ότι πραγματοποιούνται συνεχώς εισαγωγές LNG, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή του FSRU της Αλεξανδρούπολης και ο προαγραμματισμός για την κατασκευή νέων, ενώ έχει ήδη προστεθεί FSU στον υφιστάμενο τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας. Πρόοδος αναμένεται επίσης στις έρευνες υδογονανθράκων, στη δημιουργία μονάδων αποθήκευσης ενέργειας, στην ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου κ.α.
  3. Την μεγαλύτερη πτώση πανευρωπαϊκά κατάφερε η χώρα μας σύμφωνα με το ΙΕΝΕ ενώ είχε και τη δεύτερη καλύτερη επίδοση σε όρους μεριδίου της φωτοβολταϊκής παραγωγής στο σύνολο της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής καθώς διαμορφώθηκε σε 12,6%. Ηπτώση της ζήτησης ηλεκτρισμού που καταγράφηκε στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες του 2022 ήταν η υψηλότερη πανευρωπαϊκά, καθώς έφθασε στο δ' τρίμηνο του 2022 κοντά στο 13%, ενώ είχε προηγηθεί ήδη μικρότερη μείωση περί το 2,5% για τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους, σύμφωνα με το ΙΕΝΕ. Επίσης, η Ελλάδα είχε τη δεύτερη καλύτερη επίδοση πανευρωπαϊκά σε όρους μεριδίου της φωτοβολταϊκής παραγωγής στο σύνολο της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής (από 9,6% σε 12,6% μέσα σε ένα χρόνο). Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την Ειδική Έκθεση του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης για τις ενεργειακές εξελίξεις το 2022 και τις προοπτικές του 2023 που επικαλείται σχετικές αναλύσεις του ινστιτούτου Ember. Ως προς τα φωτοβολταϊκά, το Ember επισημαίνει ότι η Ελλάδα αναμένεται να πετύχει τον στόχο για εγκατάσταση 7.7 GW φωτοβολταϊκών στα τέλη του 2023, δηλαδή επτά χρόνια νωρίτερα του προβλεπόμενου. Σε όρους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα του τομέα ηλεκτροπαραγωγής, η Ελλάδα είναι 9η στον κατάλογο με τους περισσότερους ρύπους και 8η στον κατάλογο με τα πιο «ρυπογόνα» δίκτυα ηλεκτρισμού. Παρ' όλα αυτά, η ένταση διοξειδίου του εγχώριου τομέα ηλεκτρισμού σημείωσε μεγάλη πτώση τα τελευταία 8 χρόνια. Το 2022 αυξήθηκε σημαντικά η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικά και φωτοβολταϊκά, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικά το 2022 ξεπέρασε τα 4,681 MW, σε σύγκριση με τα 4,452 MW το 2021, ενώ αντίστοιχα η εγκατεστημένη ισχύς από φωτοβολταϊκά διαμορφώθηκε στα 5,466 MW το 2022, αρκετά υψηλότερα από τα 4,126 MW το 2021. Συνολικά, εγκαταστάθηκαν περίπου 1,700 MW νέων ΑΠΕ στην Ελλάδα το 2022 (συνολική εκτιμώμενη εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ για το 2022: 10,624 MW), όταν εγκαταστάθηκαν περίπου 4,350 MW την περίοδο 2014-2021. Στον τομέα του φυσικού αερίου επισημαίνεται ότι η Ελλάδα γίνεται σταδιακά χώρα εξαγωγέας φυσικού αερίου, καθώς στον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας καταφθάνουν μεγάλοι όγκοι LNG, που ένα μέρος τους διοχετεύεται κυρίως προς Βουλγαρία και από εκεί σε άλλες προς τον Βορρά χώρες (πχ. Σερβία, Ρουμανία, Ουγγαρία). «Με συγκριτικό πλεονέκτημα τη γεωγραφική της θέση και τις υφιστάμενες και υπό ανάπτυξη υποδομές στην ελληνική επικράτεια, η Ελλάδα επιδιώκει την αναβάθμιση της θέσης της στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής, δεδομένου ότι πλέον το LNG τείνει να καταστεί το βασικό στρατηγικό καύσιμο της Ευρώπης και η χώρα μας από τις βασικές πύλες εισόδου στο Νότο προς τις βασικές ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές», τονίζει το ΙΕΝΕ. Αναφορικά με τις προοπτικές του 2023, το ΙΕΝΕ αναμένει αποκλιμάκωση των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, καθότι σιγά σιγά απομακρύνεται ο κίνδυνος διακοπής της τροφοδοσίας της Ευρώπης με φυσικό αέριο, αφού κατάφερε μέσα σε διάστημα 12 μηνών να αντικαταστήσει το μεγαλύτερο μέρος από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, με εναλλακτικές πηγές (δηλ. LNG, αυξημένη παραγωγή φυσικού αερίου από Νορβηγία κλπ.). Εφόσον οι τιμές φυσικού αερίου παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα και δεν ξεπεράσουν τα 100 ευρώ/MWh, αναμένεται να υπάρξει περιορισμός των πληθωριστικών πιέσεων που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες. Επίσης, δεν διαφαίνεται κίνδυνος διακοπής της προμήθειας φυσικού αερίου, δεδομένου ότι πραγματοποιούνται συνεχώς εισαγωγές LNG, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή του FSRU της Αλεξανδρούπολης και ο προαγραμματισμός για την κατασκευή νέων, ενώ έχει ήδη προστεθεί FSU στον υφιστάμενο τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας. Πρόοδος αναμένεται επίσης στις έρευνες υδογονανθράκων, στη δημιουργία μονάδων αποθήκευσης ενέργειας, στην ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου κ.α. View full είδηση
  4. Την μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας είχε η Ελλάδα το τρίτο τρίμηνο του 2022, σημειώνοντας πτώση 13%, ανάμεσα σε 22 κράτη-μέλη που κινήθηκαν επίσης πτωτικά. Σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση της Κομισιόν για το 3ο τρίμηνο του 2022, η Ελλάδα κατέγραψε την μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, «σερί» που συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες του έτους έως και τον Νοέμβριο, όπως προκύπτει από τα μηνιαία δελτία του ΑΔΜΗΕ. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, την δεύτερη μεγαλύτερη μείωση σε ποσοστό κατέγραψε η Σλοβακία με -12% και ακολουθούν η Λιθουανία και η Ρουμανία με -9%. Από τις βασικές ευρωπαϊκές οικονομίες, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε ελαφρά στη Γαλλία (+1%), ενώ μείωση είχαν η Ολλανδία (-4%) και η Γερμανία (-3%). Συνολικά, όπως σημειώνεται στην έκθεση της Κομισιόν, οι βιομηχανικοί καταναλωτές, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν και το μεγαλύτερο κομμάτι της ζήτησης, πιεζόμενοι από τις υψηλές τιμές ενέργειας, μείωσαν την κατανάλωσή τους. Ως προς την συνολική εικόνα του τριμήνου, ξεχωρίζει η σημαντικά πιο αυξημένη μέση ευρωπαϊκή τιμή αναφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που «έκλεισε» στα 339 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, υψηλότερη κατά 222% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021. Η εκτόξευση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας εδράζεται στις υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου σε συνδυασμό με την μειωμένη διαθεσιμότητα των πυρηνικών και των υδροηλεκτρικών που δοκιμάστηκαν από την ξηρασία. Την ίδια στιγμή, η παραγωγή των ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 1% από χρόνο σε χρόνο, φτάνοντας τις 3 TWh και το μερίδιο των ΑΠΕ στο μίγμα ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε στο 39% (από 38% το τρίτο τρίμηνο του 2021). Το εν λόγω αποτέλεσμα προήλθε κυρίως από την αύξηση της ηλιακής παραγωγής (+28% ή +16 TWh) και των χερσαίων αιολικών (+7% ή +4TWh). Σημειώνεται ότι η παραγωγή των υδροηλεκτρικών υποχώρησε κατά 21% (-17 TWh) σε ετήσια βάση. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σε επίπεδο τρίμηνου, οι ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που εμπορεύθηκαν στις ευρωπαϊκές αγορές υποχώρησαν κατά 41% (-3242 TWh) το τρίτο τρίμηνο του 2023, αντανακλώντας το εύρος της τάσης μείωσης της εμπορίας στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας.
  5. Την μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας είχε η Ελλάδα το τρίτο τρίμηνο του 2022, σημειώνοντας πτώση 13%, ανάμεσα σε 22 κράτη-μέλη που κινήθηκαν επίσης πτωτικά. Σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση της Κομισιόν για το 3ο τρίμηνο του 2022, η Ελλάδα κατέγραψε την μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, «σερί» που συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες του έτους έως και τον Νοέμβριο, όπως προκύπτει από τα μηνιαία δελτία του ΑΔΜΗΕ. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, την δεύτερη μεγαλύτερη μείωση σε ποσοστό κατέγραψε η Σλοβακία με -12% και ακολουθούν η Λιθουανία και η Ρουμανία με -9%. Από τις βασικές ευρωπαϊκές οικονομίες, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε ελαφρά στη Γαλλία (+1%), ενώ μείωση είχαν η Ολλανδία (-4%) και η Γερμανία (-3%). Συνολικά, όπως σημειώνεται στην έκθεση της Κομισιόν, οι βιομηχανικοί καταναλωτές, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν και το μεγαλύτερο κομμάτι της ζήτησης, πιεζόμενοι από τις υψηλές τιμές ενέργειας, μείωσαν την κατανάλωσή τους. Ως προς την συνολική εικόνα του τριμήνου, ξεχωρίζει η σημαντικά πιο αυξημένη μέση ευρωπαϊκή τιμή αναφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που «έκλεισε» στα 339 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, υψηλότερη κατά 222% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021. Η εκτόξευση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας εδράζεται στις υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου σε συνδυασμό με την μειωμένη διαθεσιμότητα των πυρηνικών και των υδροηλεκτρικών που δοκιμάστηκαν από την ξηρασία. Την ίδια στιγμή, η παραγωγή των ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 1% από χρόνο σε χρόνο, φτάνοντας τις 3 TWh και το μερίδιο των ΑΠΕ στο μίγμα ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε στο 39% (από 38% το τρίτο τρίμηνο του 2021). Το εν λόγω αποτέλεσμα προήλθε κυρίως από την αύξηση της ηλιακής παραγωγής (+28% ή +16 TWh) και των χερσαίων αιολικών (+7% ή +4TWh). Σημειώνεται ότι η παραγωγή των υδροηλεκτρικών υποχώρησε κατά 21% (-17 TWh) σε ετήσια βάση. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σε επίπεδο τρίμηνου, οι ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που εμπορεύθηκαν στις ευρωπαϊκές αγορές υποχώρησαν κατά 41% (-3242 TWh) το τρίτο τρίμηνο του 2023, αντανακλώντας το εύρος της τάσης μείωσης της εμπορίας στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας. View full είδηση
  6. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ σχετικά με την κατανάλωση φυσικού αερίου της Ελλάδας, η οποία για το σύνολο του 2022 έφτασε τις 56.5 TWh, μειωμένη κατά 19,2% σε σχέση με το 2021. Παράλληλα, μειωμένη εμφανίζεται και η κατανάλωση τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους, καθώς διαμορφώθηκε στις 5.05 TWh. Με αποτέλεσμα, η κατανάλωση του Δεκεμβρίου 2022 να είναι η δεύτερη χαμηλότερη μετά το 2019 για τον αντίστοιχο μήνα τα τελευταία 6 χρόνια. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Green Tank, οι εισαγωγές LNG μέσω της Ρεβυθούσας αυξήθηκαν κατά 54% σε σχέση με το 2021, ενώ τον Δεκέμβριο κατέλαβαν την πρώτη θέση στις συνολικές εισαγωγές αερίου, με μερίδιο 72%. Γενικότερα, όπως προκύπτει από το «παρατηρητήριο» για τις τάσεις στην κατανάλωση και τις εισαγωγές αερίου – Δεκέμβριος 2022 με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα του ΔΕΣΦΑ στους πέντε πρώτους μήνες (Αύγουστος-Δεκέμβριος) της οκτάμηνης περιόδου μείωσης της κατανάλωσης ορυκτού αερίου που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα βρίσκεται στο -18.2% σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας, υπερβαίνοντας έτσι τον ευρωπαϊκό στόχο του -15%, και στο -31% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Παρά τη μικρή αύξηση των εισαγωγών ρωσικού αερίου τον Δεκέμβριο, το 2022 έκλεισε με μείωση κατά 68.3% των ρωσικών εισαγωγών σε σχέση με το 2021. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ (ως τον Δεκέμβριο 2022): O μήνας Δεκέμβριος Τον Δεκέμβριο του 2022, 5ο μήνα της οκτάμηνης περιόδου όπου η χώρα πρέπει να μειώσει τη χρήση αερίου σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις, η συνολική εγχώρια κατανάλωση ήταν 5.05 TWh, η δεύτερη χαμηλότερη μετά το 2019 για τον μήνα Δεκέμβριο τα τελευταία 6 χρόνια. Η συνολική μείωση κατά σχεδόν 1.5 TWh τον Δεκέμβριο σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 προήλθε σχεδόν ισόποσα από την ηλεκτροπαραγωγή (-0.73 TWh) και τα δίκτυα διανομής (-0.71 TWh) και πολύ λιγότερο από τη βιομηχανία (-0.06 TWh). Αθροιστική επίδοση και ο ευρωπαϊκός στόχος του -15% Λόγω της συνεχιζόμενης μείωσης στην κατανάλωση και τον Δεκέμβριο, αθροιστικά στο πρώτο πεντάμηνο της οκτάμηνης περιόδου μείωσης που αποφασίστηκε από την ΕΕ-27, η Ελλάδα με συνολική κατανάλωση 20.4 TWh «έπιασε» και ξεπέρασε τον στόχο μείωσης του -15% όχι μόνο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι αλλά και σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας (21.2 TWh). Πιο συγκεκριμένα, η αθροιστική κατανάλωση του πενταμήνου Αυγούστου-Δεκεμβρίου ήταν 4.55 TWh χαμηλότερη από τον μέσο όρο των ίδιων πενταμήνων της πενταετίας και προέκυψε κατά κύριο λόγο από τoν δραστικό περιορισμό της χρήσης αερίου στη βιομηχανία (-2.2 TWh) και την ηλεκτροπαραγωγή (-1.6 TWh). Σε όρους ποσοστιαίων μεταβολών, η χώρα το πεντάμηνο Αυγούστου-Δεκεμβρίου 2022 μείωσε τη συνολική κατανάλωση αερίου κατά 30.8% συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2021, ξεπερνώντας κατά πολύ τον στόχο μείωσης που αντιστοιχεί στην εξαίρεση που πήρε η Ελλάδα στη σχετική ευρωπαϊκή συμφωνία. Για τρίτο συνεχόμενο μήνα από την έναρξη της περιόδου μείωσης τον Αύγουστο, η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης του στόχου του -15%, σημειώνοντας αθροιστικά ποσοστιαία μείωση κατά 18.2% σε σχέση με τον μέσο όρο των αντίστοιχων πενταμήνων της πενταετίας 2017-2021. Επιπλέον, όλες οι τελικές χρήσεις παρουσιάζουν σημαντικές μειώσεις συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2021. Πρωτοστατεί η βιομηχανία (-59.7%) και ακολουθούν τα δίκτυα διανομής (-31.9%) και η ηλεκτροπαραγωγή (-27.6%). Oι τάσεις στις τελικές χρήσεις είναι αντίστοιχες και ως προς τον μέσο όρο πενταετίας, με τη βιομηχανία, τα δίκτυα διανομής και την ηλεκτροπαραγωγή να εμφανίζουν μειώσεις κατά 71.1%, 18.2% και 8.9%, αντίστοιχα. Η κατανάλωση μέσα στο 2022 Αθροιστικά για ολόκληρο το 2022, η κατανάλωση ορυκτού αερίου ήταν 56.5 TWh, κατά 13.4 ΤWh χαμηλότερη από αυτήν του 2021 (-19.2%), επιστρέφοντας ουσιαστικά στα επίπεδα του 2019 (55.4 ΤWh). Ο Δεκέμβριος ήταν ανάμεσα στους δέκα μήνες του 2022, και ο ένατος συνεχόμενος όπου παρατηρήθηκε μείωση σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 (Ιανουάριος, Απρίλιος-Δεκέμβριος). Σε ό,τι αφορά την κατανομή της κατανάλωσης αερίου στις τελικές χρήσεις το 2022 ενισχύθηκε σημαντικά το μερίδιο της ηλεκτροπαραγωγής που έφτασε στο 73.5%. Στη δεύτερη θέση τα δίκτυα διανομής με 21.5% και τελευταία η βιομηχανία με μερίδιο λιγότερο από 5%. Πρόκειται για μια σημαντική ανακατανομή σε σχέση με το 2021 όπου τα μερίδια της ηλεκτροπαραγωγής, των δικτύων διανομής και της βιομηχανίας ήταν 68.7%, 18.8% και 12.6%, αντίστοιχα. H ανακατανομή αυτή προέκυψε κυρίως λόγω της πολύ μεγάλης μείωσης της χρήσης ορυκτού αερίου από τη βιομηχανία σε συνδυασμό με τη συνολική μείωση στην κατανάλωση, ενισχύοντας έτσι το ποσοστό της ηλεκτροπαραγωγής. Φυσικές ροές εισαγωγών αερίου από τις 4 πύλες εισόδου Σε ό,τι αφορά τις φυσικές ροές αερίου από τις 4 πύλες εισόδου της χώρας, τον Δεκέμβριο του 2022, το υγροποιημένο ορυκτό αέριο (LNG) που έφτασε στην Αγία Τριάδα ήταν 35% περισσότερο συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2021 και αποτέλεσε με διαφορά την κύρια πηγή αερίου για τη χώρα με 3.9 TWh και μερίδιο 72% των συνολικών φυσικών ροών αερίου που εισήγαγε η Ελλάδα τον Δεκέμβριο. Αντίθετα, μειωμένες περισσότερο από 2/3 (-67.3%) ήταν οι εισαγωγές ρωσικού αερίου από το Σιδηρόκαστρο που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση. Ανήλθαν σε μόλις 0.73 ΤWh, αυξημένες ωστόσο σε σχέση με τους προηγούμενους τρεις μήνες οπότε και είχαν πρακτικά μηδενιστεί. Μεγάλη μείωση σημείωσαν οι εισαγωγές από τον ΤΑΡ μέσω Νέας Μεσημβρίας (-52.7%) συνεισφέροντας μόλις 0.59 ΤWh, ενώ μειωμένες κατά 8.9% ήταν και οι εισαγωγές από την Τουρκία μέσω Κήπων (0.22 ΤWh). Αθροιστικά για ολόκληρο το 2022 οι εισαγωγές ρωσικού αερίου που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση μειώθηκαν κατά 68.3% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Έτσι, με 8.85 TWh και μερίδιο 14.3% μεταξύ των τεσσάρων πυλών εισόδου, το ρωσικό αέριο που προορίζεται για εγχώρια κατανάλωση έπεσε στην τρίτη θέση από την πρώτη στην οποία βρισκόταν το 2021 με μερίδιο 39.7%. Αντίθετα, οι εισαγωγές LNG μέσω της Αγίας Τριάδας πέρασαν στην πρώτη θέση φτάνοντας τις 38.08 TWh, μια αύξηση 54% σε σχέση με το 2021, και απόκτησαν έτσι μερίδιο 61.5%. Μείωση κατά 7.5% παρουσίασαν οι εισαγωγές αζέρικου αερίου από τον ΤΑΡ με 12.6 TWh (μερίδιο 20.3%), περνώντας στη δεύτερη θέση για το 2022. Τέλος, μεγάλη μείωση κατά 39.7% σημείωσαν οι αθροιστικές εισαγωγές αερίου από την τέταρτη ποσοτικά πηγή, τους Κήπους, οι οποίες ανήλθαν σε μόλις 2.43 TWh (μερίδιο 3.9%). Σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ένωση Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα της Eurostat για τη μηνιαία κατανάλωση αερίου στα κράτη μέλη της ΕΕ-27 από τον Ιανουάριο ως τον Νοέμβριο του 2022Φ, η Ελλάδα μείωσε την κατανάλωσή της κατά 18.7% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 και ανέβηκε δύο θέσεις στη σχετική κατάταξη σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, για να βρεθεί στη 11η θέση, 6 θέσεις πιο ψηλά από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (-12.8%). Βελτίωση σημειώθηκε και σε σχέση με τον μέσο όρο της 5ετίας όπου η Ελλάδα τον Νοέμβριο εμφάνισε για πρώτη φορά μέσα στο 2022 μειωμένη κατανάλωση (-3.2%). Η επίδοση αυτή ωστόσο εξακολουθεί να είναι μία από τις χειρότερες στην ΕΕ-27 (5η από το τέλος πίσω από Σλοβακία, Μάλτα, Ισπανία και Ιρλανδία). Ρυθμός απεξάρτησης από το Ρωσικό αέριο Λιγότερο εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο είναι η Ελλάδα για το πρώτο δεκάμηνο του 2022 συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε μήνα του 2022 κατόρθωνε να μειώνει τις εισαγωγές ρωσικού αερίου που χρησιμοποιήθηκαν για κάλυψη της εγχώριας κατανάλωσης σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021, πολύ περισσότερο από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έτσι αθροιστικά μέχρι και τον Οκτώβριο, η Ελλάδα μείωσε τις εισαγωγές ρωσικού αερίου κατά 65,6% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ-27 ήταν 24.2%. Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
  7. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ σχετικά με την κατανάλωση φυσικού αερίου της Ελλάδας, η οποία για το σύνολο του 2022 έφτασε τις 56.5 TWh, μειωμένη κατά 19,2% σε σχέση με το 2021. Παράλληλα, μειωμένη εμφανίζεται και η κατανάλωση τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους, καθώς διαμορφώθηκε στις 5.05 TWh. Με αποτέλεσμα, η κατανάλωση του Δεκεμβρίου 2022 να είναι η δεύτερη χαμηλότερη μετά το 2019 για τον αντίστοιχο μήνα τα τελευταία 6 χρόνια. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Green Tank, οι εισαγωγές LNG μέσω της Ρεβυθούσας αυξήθηκαν κατά 54% σε σχέση με το 2021, ενώ τον Δεκέμβριο κατέλαβαν την πρώτη θέση στις συνολικές εισαγωγές αερίου, με μερίδιο 72%. Γενικότερα, όπως προκύπτει από το «παρατηρητήριο» για τις τάσεις στην κατανάλωση και τις εισαγωγές αερίου – Δεκέμβριος 2022 με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα του ΔΕΣΦΑ στους πέντε πρώτους μήνες (Αύγουστος-Δεκέμβριος) της οκτάμηνης περιόδου μείωσης της κατανάλωσης ορυκτού αερίου που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα βρίσκεται στο -18.2% σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας, υπερβαίνοντας έτσι τον ευρωπαϊκό στόχο του -15%, και στο -31% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Παρά τη μικρή αύξηση των εισαγωγών ρωσικού αερίου τον Δεκέμβριο, το 2022 έκλεισε με μείωση κατά 68.3% των ρωσικών εισαγωγών σε σχέση με το 2021. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ (ως τον Δεκέμβριο 2022): O μήνας Δεκέμβριος Τον Δεκέμβριο του 2022, 5ο μήνα της οκτάμηνης περιόδου όπου η χώρα πρέπει να μειώσει τη χρήση αερίου σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις, η συνολική εγχώρια κατανάλωση ήταν 5.05 TWh, η δεύτερη χαμηλότερη μετά το 2019 για τον μήνα Δεκέμβριο τα τελευταία 6 χρόνια. Η συνολική μείωση κατά σχεδόν 1.5 TWh τον Δεκέμβριο σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 προήλθε σχεδόν ισόποσα από την ηλεκτροπαραγωγή (-0.73 TWh) και τα δίκτυα διανομής (-0.71 TWh) και πολύ λιγότερο από τη βιομηχανία (-0.06 TWh). Αθροιστική επίδοση και ο ευρωπαϊκός στόχος του -15% Λόγω της συνεχιζόμενης μείωσης στην κατανάλωση και τον Δεκέμβριο, αθροιστικά στο πρώτο πεντάμηνο της οκτάμηνης περιόδου μείωσης που αποφασίστηκε από την ΕΕ-27, η Ελλάδα με συνολική κατανάλωση 20.4 TWh «έπιασε» και ξεπέρασε τον στόχο μείωσης του -15% όχι μόνο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι αλλά και σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας (21.2 TWh). Πιο συγκεκριμένα, η αθροιστική κατανάλωση του πενταμήνου Αυγούστου-Δεκεμβρίου ήταν 4.55 TWh χαμηλότερη από τον μέσο όρο των ίδιων πενταμήνων της πενταετίας και προέκυψε κατά κύριο λόγο από τoν δραστικό περιορισμό της χρήσης αερίου στη βιομηχανία (-2.2 TWh) και την ηλεκτροπαραγωγή (-1.6 TWh). Σε όρους ποσοστιαίων μεταβολών, η χώρα το πεντάμηνο Αυγούστου-Δεκεμβρίου 2022 μείωσε τη συνολική κατανάλωση αερίου κατά 30.8% συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2021, ξεπερνώντας κατά πολύ τον στόχο μείωσης που αντιστοιχεί στην εξαίρεση που πήρε η Ελλάδα στη σχετική ευρωπαϊκή συμφωνία. Για τρίτο συνεχόμενο μήνα από την έναρξη της περιόδου μείωσης τον Αύγουστο, η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης του στόχου του -15%, σημειώνοντας αθροιστικά ποσοστιαία μείωση κατά 18.2% σε σχέση με τον μέσο όρο των αντίστοιχων πενταμήνων της πενταετίας 2017-2021. Επιπλέον, όλες οι τελικές χρήσεις παρουσιάζουν σημαντικές μειώσεις συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2021. Πρωτοστατεί η βιομηχανία (-59.7%) και ακολουθούν τα δίκτυα διανομής (-31.9%) και η ηλεκτροπαραγωγή (-27.6%). Oι τάσεις στις τελικές χρήσεις είναι αντίστοιχες και ως προς τον μέσο όρο πενταετίας, με τη βιομηχανία, τα δίκτυα διανομής και την ηλεκτροπαραγωγή να εμφανίζουν μειώσεις κατά 71.1%, 18.2% και 8.9%, αντίστοιχα. Η κατανάλωση μέσα στο 2022 Αθροιστικά για ολόκληρο το 2022, η κατανάλωση ορυκτού αερίου ήταν 56.5 TWh, κατά 13.4 ΤWh χαμηλότερη από αυτήν του 2021 (-19.2%), επιστρέφοντας ουσιαστικά στα επίπεδα του 2019 (55.4 ΤWh). Ο Δεκέμβριος ήταν ανάμεσα στους δέκα μήνες του 2022, και ο ένατος συνεχόμενος όπου παρατηρήθηκε μείωση σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 (Ιανουάριος, Απρίλιος-Δεκέμβριος). Σε ό,τι αφορά την κατανομή της κατανάλωσης αερίου στις τελικές χρήσεις το 2022 ενισχύθηκε σημαντικά το μερίδιο της ηλεκτροπαραγωγής που έφτασε στο 73.5%. Στη δεύτερη θέση τα δίκτυα διανομής με 21.5% και τελευταία η βιομηχανία με μερίδιο λιγότερο από 5%. Πρόκειται για μια σημαντική ανακατανομή σε σχέση με το 2021 όπου τα μερίδια της ηλεκτροπαραγωγής, των δικτύων διανομής και της βιομηχανίας ήταν 68.7%, 18.8% και 12.6%, αντίστοιχα. H ανακατανομή αυτή προέκυψε κυρίως λόγω της πολύ μεγάλης μείωσης της χρήσης ορυκτού αερίου από τη βιομηχανία σε συνδυασμό με τη συνολική μείωση στην κατανάλωση, ενισχύοντας έτσι το ποσοστό της ηλεκτροπαραγωγής. Φυσικές ροές εισαγωγών αερίου από τις 4 πύλες εισόδου Σε ό,τι αφορά τις φυσικές ροές αερίου από τις 4 πύλες εισόδου της χώρας, τον Δεκέμβριο του 2022, το υγροποιημένο ορυκτό αέριο (LNG) που έφτασε στην Αγία Τριάδα ήταν 35% περισσότερο συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2021 και αποτέλεσε με διαφορά την κύρια πηγή αερίου για τη χώρα με 3.9 TWh και μερίδιο 72% των συνολικών φυσικών ροών αερίου που εισήγαγε η Ελλάδα τον Δεκέμβριο. Αντίθετα, μειωμένες περισσότερο από 2/3 (-67.3%) ήταν οι εισαγωγές ρωσικού αερίου από το Σιδηρόκαστρο που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση. Ανήλθαν σε μόλις 0.73 ΤWh, αυξημένες ωστόσο σε σχέση με τους προηγούμενους τρεις μήνες οπότε και είχαν πρακτικά μηδενιστεί. Μεγάλη μείωση σημείωσαν οι εισαγωγές από τον ΤΑΡ μέσω Νέας Μεσημβρίας (-52.7%) συνεισφέροντας μόλις 0.59 ΤWh, ενώ μειωμένες κατά 8.9% ήταν και οι εισαγωγές από την Τουρκία μέσω Κήπων (0.22 ΤWh). Αθροιστικά για ολόκληρο το 2022 οι εισαγωγές ρωσικού αερίου που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση μειώθηκαν κατά 68.3% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Έτσι, με 8.85 TWh και μερίδιο 14.3% μεταξύ των τεσσάρων πυλών εισόδου, το ρωσικό αέριο που προορίζεται για εγχώρια κατανάλωση έπεσε στην τρίτη θέση από την πρώτη στην οποία βρισκόταν το 2021 με μερίδιο 39.7%. Αντίθετα, οι εισαγωγές LNG μέσω της Αγίας Τριάδας πέρασαν στην πρώτη θέση φτάνοντας τις 38.08 TWh, μια αύξηση 54% σε σχέση με το 2021, και απόκτησαν έτσι μερίδιο 61.5%. Μείωση κατά 7.5% παρουσίασαν οι εισαγωγές αζέρικου αερίου από τον ΤΑΡ με 12.6 TWh (μερίδιο 20.3%), περνώντας στη δεύτερη θέση για το 2022. Τέλος, μεγάλη μείωση κατά 39.7% σημείωσαν οι αθροιστικές εισαγωγές αερίου από την τέταρτη ποσοτικά πηγή, τους Κήπους, οι οποίες ανήλθαν σε μόλις 2.43 TWh (μερίδιο 3.9%). Σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ένωση Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα της Eurostat για τη μηνιαία κατανάλωση αερίου στα κράτη μέλη της ΕΕ-27 από τον Ιανουάριο ως τον Νοέμβριο του 2022Φ, η Ελλάδα μείωσε την κατανάλωσή της κατά 18.7% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021 και ανέβηκε δύο θέσεις στη σχετική κατάταξη σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, για να βρεθεί στη 11η θέση, 6 θέσεις πιο ψηλά από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (-12.8%). Βελτίωση σημειώθηκε και σε σχέση με τον μέσο όρο της 5ετίας όπου η Ελλάδα τον Νοέμβριο εμφάνισε για πρώτη φορά μέσα στο 2022 μειωμένη κατανάλωση (-3.2%). Η επίδοση αυτή ωστόσο εξακολουθεί να είναι μία από τις χειρότερες στην ΕΕ-27 (5η από το τέλος πίσω από Σλοβακία, Μάλτα, Ισπανία και Ιρλανδία). Ρυθμός απεξάρτησης από το Ρωσικό αέριο Λιγότερο εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο είναι η Ελλάδα για το πρώτο δεκάμηνο του 2022 συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε μήνα του 2022 κατόρθωνε να μειώνει τις εισαγωγές ρωσικού αερίου που χρησιμοποιήθηκαν για κάλυψη της εγχώριας κατανάλωσης σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021, πολύ περισσότερο από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έτσι αθροιστικά μέχρι και τον Οκτώβριο, η Ελλάδα μείωσε τις εισαγωγές ρωσικού αερίου κατά 65,6% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ-27 ήταν 24.2%. Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ View full είδηση
  8. Με βάση το ενημερωτικό δελτίο του ΑΔΜΗΕ η μείωση στο δίκτυο διαμορφώθηκε στο -11,9%, ενώ μείωση 1,39% κατέγραψε η ζήτηση στους πελάτες υψηλής τάσης. Θεαματική είναι πτώση της κατανάλωσης ρεύματος από τους καταναλωτές απόρροια των υψηλών τιμών. Εξίσου μεγάλη είναι και η μείωση της παραγωγής για το μήνα Νοέμβριο σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από τον ΑΔΜΗΕ. Επίσης, μετά από ένα διάστημα αυξήσεων στις εισαγωγές καταγράφεται μείωση τον προηγούμενο μήνα. Ειδικότερα, με βάση το ενημερωτικό δελτίο του ΑΔΜΗΕ η μείωση στο δίκτυο διαμορφώθηκε στο -11,9%, ενώ μείωση 1,39% κατέγραψε η ζήτηση στους πελάτες υψηλής τάσης. Το τελευταίο 12μηνο πτώση κατέγραψε η παραγωγή ενέργειας από φυσικό αέριο και ειδικότερα σημείωσε μείωση 34%, η υδροηλεκτρική ενέργεια μειώθηκε 10%. Αντιθέτως αύξηση καταγράφεται σε σχέση με τον περσινό Νοέμβριο στην λιγνιτική παραγωγή και συγκεκριμένα κατά 5,4%. Συνολικά η θερμική παραγωγή αντιπροσώπευε στην συνολική παραγωγή το 45,7%, η παραγωγή υδροηλεκτρικών το 6,3% και η παραγωγή από ΑΠΕ το 48%. Σε σχέση με τον Οκτώβριο αυξήθηκε και η λιγνιτική παραγωγή, η οποία διαμορφώθηκε στο 9,4%. Σε σχέση με την κατανομή της παραγωγής από ΑΠΕ το 88% της ενέργειας παρήγαγαν τα αιολικά, το 3,6% τα φ/β, τα υδροηλεκτρικά το 0,7% και το 7,7% οι μονάδες ΣΥΘΗΑ. Σε ό,τι αφορά τα μερίδια των παρόχων στην αγορά: Το μερίδιο της ΔΕΗ διαμορφώθηκε στο 61,14% Της ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ στο 8,74% Της ΗΡΩΝ στο 7,25% Της ELPEDISON στο 6,31% Της NRG στο 4,64% Της ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ στο 2,40% Της VOLTERRA στο 2,12% Της WATT AND VOLT στο 2,00% Της ΖΕΝΙΘ στο 1,98% Της VOLTON στο 1,01% Και 2,40% ΛΟΙΠΟΙ.
  9. Με βάση το ενημερωτικό δελτίο του ΑΔΜΗΕ η μείωση στο δίκτυο διαμορφώθηκε στο -11,9%, ενώ μείωση 1,39% κατέγραψε η ζήτηση στους πελάτες υψηλής τάσης. Θεαματική είναι πτώση της κατανάλωσης ρεύματος από τους καταναλωτές απόρροια των υψηλών τιμών. Εξίσου μεγάλη είναι και η μείωση της παραγωγής για το μήνα Νοέμβριο σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από τον ΑΔΜΗΕ. Επίσης, μετά από ένα διάστημα αυξήσεων στις εισαγωγές καταγράφεται μείωση τον προηγούμενο μήνα. Ειδικότερα, με βάση το ενημερωτικό δελτίο του ΑΔΜΗΕ η μείωση στο δίκτυο διαμορφώθηκε στο -11,9%, ενώ μείωση 1,39% κατέγραψε η ζήτηση στους πελάτες υψηλής τάσης. Το τελευταίο 12μηνο πτώση κατέγραψε η παραγωγή ενέργειας από φυσικό αέριο και ειδικότερα σημείωσε μείωση 34%, η υδροηλεκτρική ενέργεια μειώθηκε 10%. Αντιθέτως αύξηση καταγράφεται σε σχέση με τον περσινό Νοέμβριο στην λιγνιτική παραγωγή και συγκεκριμένα κατά 5,4%. Συνολικά η θερμική παραγωγή αντιπροσώπευε στην συνολική παραγωγή το 45,7%, η παραγωγή υδροηλεκτρικών το 6,3% και η παραγωγή από ΑΠΕ το 48%. Σε σχέση με τον Οκτώβριο αυξήθηκε και η λιγνιτική παραγωγή, η οποία διαμορφώθηκε στο 9,4%. Σε σχέση με την κατανομή της παραγωγής από ΑΠΕ το 88% της ενέργειας παρήγαγαν τα αιολικά, το 3,6% τα φ/β, τα υδροηλεκτρικά το 0,7% και το 7,7% οι μονάδες ΣΥΘΗΑ. Σε ό,τι αφορά τα μερίδια των παρόχων στην αγορά: Το μερίδιο της ΔΕΗ διαμορφώθηκε στο 61,14% Της ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ στο 8,74% Της ΗΡΩΝ στο 7,25% Της ELPEDISON στο 6,31% Της NRG στο 4,64% Της ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ στο 2,40% Της VOLTERRA στο 2,12% Της WATT AND VOLT στο 2,00% Της ΖΕΝΙΘ στο 1,98% Της VOLTON στο 1,01% Και 2,40% ΛΟΙΠΟΙ. View full είδηση
  10. Ένα χρήσιμο εργαλείο, μια διαδικτυακή εφαρμογή που φέρει την επωνυμία Water Footprint, δημιούργησαν στο πλαίσιο ερευνητικής τους εργασίας καθηγητές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δίνοντας την δυνατότητα υπολογισμού του νερού που καταναλώνεται ατομικά ή σε επίπεδο χώρας από τη γεωργία, τη κτηνοτροφία και την βιομηχανία, ενώ παρέχει και συμβουλές για …εξοικονόμηση. Η εφαρμογή, που κανείς μπορεί να την εντοπίσει στην ιστοσελίδα https://waterfootprintgreece.online/, δημιουργήθηκε από τους Ρούση Θεοφάνη Ζιαμπρά και Αντιγόνη Ζαφειρίου, του τομέα Υδραυλικής και Τεχνικής περιβάλλοντος- τμήμα Πολιτικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από δημόσιες υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης, για τον ακριβέστερο υπολογισμό της μέσης ημερήσιας κατανάλωσης νερού/κάτοικο, αλλά και από εκπαιδευτικούς φορείς, σαν εργαλείο περιβαλλοντικής ενημέρωσης και εμβάθυνσης. Επίσης, σύμφωνα με τους δημιουργούς της, υπάρχει δυνατότητα ανάπτυξης αντίστοιχου εργαλείου και για καταναλωτές νερού διαφόρων άλλων πεδίων. Σε πρώτο βαθμό, η εφαρμογή προσπαθεί να δημιουργήσει ερεθίσματα στον χρήστη για να κατανοήσει σε ποιες καθημερινές δραστηριότητες του καταναλώνει το περισσότερο νερό. Το υπολογιστικό εργαλείο έχει μορφή ερωτηματολογίου, τις απαντήσεις του οποίου επεξεργάζεται το πρόγραμμα και στο τέλος δίνει συμβουλές στους καταναλωτές για την βελτίωση της υδατικής κατανάλωσής τους. Οι ερωτήσεις αφορούν την άμεση, αλλά και την έμμεση ατομική κατανάλωση νερού. Συνολικά, όπως αναφέρουν στην εργασία τους οι δημιουργοί της εφαρμογής, αυτή αποτελείται από τρία μέρη, ενώ δημιουργήθηκε με σκοπό την χάραξη μιας στρατηγικής μείωσης του υδατικού αποτυπώματος στην Ελλάδα. Στο πρώτο μέρος της εφαρμογής, δίνεται ο ορισμός του υδατικού αποτυπώματος, στο δεύτερο δίνεται η δυνατότητα στον χρήστη να υπολογίσει το προσωπικό του υδατικό αποτύπωμα για μία ημέρα, και στο τρίτο, παρουσιάζονται συμβουλές για την μείωση του προσωπικού υδατικού αποτυπώματος βασισμένες στις απαντήσεις που έχουν δοθεί στο ερωτηματολόγιο. Υπογραμμίζεται ότι οι ερωτήσεις που αναφέρονται σε όλη την οικογένεια, μετατρέπουν αναλογικά τα αριθμητικά τους δεδομένα σε ατομικό υδατικό αποτύπωμα και αυτές που αφορούν σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό την ημέρας, μετατρέπονται σε ημερήσια κατανάλωση. Το αριθμητικό αποτέλεσμα που προκύπτει στο τέλος από την εφαρμογή, αποτελεί το ημερήσιο υδατικό αποτύπωμα ενός μέσου κατοίκου της Ελλάδος. Ο «μπλέ χρυσός» που αλλού λείπει εντελώς και άλλοι τον…..σπαταλούν Το νερό είναι ένας από τους σημαντικότερους φυσικούς πόρους της γης και όπως υπογραμμίζεται στην εργασία των δημιουργών της εφαρμογής, οι ανθρώπινες δραστηριότητες είναι υπεύθυνες για την κατανάλωση και την ρύπανσή του, και οδηγούν στην μείωση της ποσότητας και της ποιότητάς του. Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι κάθε χρόνο χρησιμοποιούνται πάνω από 9.000 km3 γλυκού ή πόσιμου νερού, που προέρχεται από διάφορες πηγές, όπως τα ποτάμια, τους υδροφόρους ορίζοντες, τους ταμιευτήρες κ.α. (από το συνολικό γλυκό νερό, το 15% περίπου θεωρείται μολυσμένο και άρα μη πόσιμο). Το νερό αυτό καταναλώνεται από τρεις κυρίως τομείς: αστικό, βιομηχανικό και γεωργικό/κτηνοτροφικό. Η παγκόσμια γεωργία απορροφά για τις ανάγκες της, κάθε χρόνο, το 92% όλου του πόσιμου νερού της γης, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες. Περίπου το 27% της παγκόσμιας κατανάλωσης νερού προορίζεται για την παραγωγή δημητριακών (σιτάρι, καλαμπόκι, ρύζι κ.α.), ενώ το 22% για την παραγωγή κρέατος και το 7% για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων (Hoekstra & Mekonnen, 2012). Εδώ και δεκαετίας, οι επιστήμονες επισημαίνουν την ανάγκη η γεωργία να μειώσει την κατανάλωση νερού με σωστά μελετημένες υδατικά καλλιέργειες, βελτιώνοντας τις τεχνικές άρδευσης, αξιοποιώντας το νερό των βροχών και διαφυλάσσοντας τα υπόγεια ύδατα από την εξάντλησή τους. Επίσης, η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών με περιορισμό της κατανάλωσης των υδροβόρων κτηνοτροφικών προϊόντων, μπορεί να συντελέσει στην εξοικονόμηση αυτού του σημαντικού πόρου, του νερού. Στην εργασία επισημαίνεται ότι τα δεδομένα για τη διαχείριση του νερού παγκοσμίως καταδεικνύουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν διάφορες περιοχές του κόσμου. Η πρόσφατη έκθεση των Ηνωμένων Εθνών (United Nations, 2021), με τον τίτλο "Valuing Water" («Αξιολογώντας το νερό»), αξιολογεί το νερό ως ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο όμως δυστυχώς δεν μοιράζεται ισότιμα σε όλους τους λαούς της γης, με αποτέλεσμα να χάνονται ζωές λόγω της ανεπάρκειας, της κακής ποιότητας ή της λειψυδρίας. Με βάση την προαναφερόμενη έκθεση, υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε πάνω από 2 δισ., οι άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση σε νερό. Τα δύο χρόνια της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού, «το νερό αναδεικνύεται στο πλέον αναγκαίο αγαθό του παγκόσμιου πληθυσμού για την αντιμετώπιση του ιού», τονίζεται στην εργασία. Η χρήση του, με το συχνό πλύσιμο των χεριών αλλά και των επιφανειών, ρούχων και λευκών ειδών, αλλά και η ρύπανση του, λόγω της πανδημίας, με την ανίχνευση του SARS- COVID19 στα λύματα, αλλά και την επιβεβλημένη μεγάλη χρήση απορρυπαντικών και απολυμαντικών, «αποτυπώνουν τον παγκόσμιο χαρακτήρα του νερού», σημειώνεται στην εργασία. Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται, ότι πλησιάζοντας προς το 2030, που έχει τεθεί ως ορόσημο για την επίτευξη των παγκόσμιων στόχων βιώσιμης ανάπτυξης (SDGs - Sustainable Development Goals), οι παγκόσμιες ανάγκες για νερό αναμένεται να υπερβούν τη βιώσιμη παροχή νερού κατά 40%. «Η διαρκής αύξηση του πληθυσμού και η καταναλωτική τάση συντελούν στην εξάντληση των υδατικών πόρων του πλανήτη», σημείωνεται.
  11. Ένα χρήσιμο εργαλείο, μια διαδικτυακή εφαρμογή που φέρει την επωνυμία Water Footprint, δημιούργησαν στο πλαίσιο ερευνητικής τους εργασίας καθηγητές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δίνοντας την δυνατότητα υπολογισμού του νερού που καταναλώνεται ατομικά ή σε επίπεδο χώρας από τη γεωργία, τη κτηνοτροφία και την βιομηχανία, ενώ παρέχει και συμβουλές για …εξοικονόμηση. Η εφαρμογή, που κανείς μπορεί να την εντοπίσει στην ιστοσελίδα https://waterfootprintgreece.online/, δημιουργήθηκε από τους Ρούση Θεοφάνη Ζιαμπρά και Αντιγόνη Ζαφειρίου, του τομέα Υδραυλικής και Τεχνικής περιβάλλοντος- τμήμα Πολιτικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από δημόσιες υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης, για τον ακριβέστερο υπολογισμό της μέσης ημερήσιας κατανάλωσης νερού/κάτοικο, αλλά και από εκπαιδευτικούς φορείς, σαν εργαλείο περιβαλλοντικής ενημέρωσης και εμβάθυνσης. Επίσης, σύμφωνα με τους δημιουργούς της, υπάρχει δυνατότητα ανάπτυξης αντίστοιχου εργαλείου και για καταναλωτές νερού διαφόρων άλλων πεδίων. Σε πρώτο βαθμό, η εφαρμογή προσπαθεί να δημιουργήσει ερεθίσματα στον χρήστη για να κατανοήσει σε ποιες καθημερινές δραστηριότητες του καταναλώνει το περισσότερο νερό. Το υπολογιστικό εργαλείο έχει μορφή ερωτηματολογίου, τις απαντήσεις του οποίου επεξεργάζεται το πρόγραμμα και στο τέλος δίνει συμβουλές στους καταναλωτές για την βελτίωση της υδατικής κατανάλωσής τους. Οι ερωτήσεις αφορούν την άμεση, αλλά και την έμμεση ατομική κατανάλωση νερού. Συνολικά, όπως αναφέρουν στην εργασία τους οι δημιουργοί της εφαρμογής, αυτή αποτελείται από τρία μέρη, ενώ δημιουργήθηκε με σκοπό την χάραξη μιας στρατηγικής μείωσης του υδατικού αποτυπώματος στην Ελλάδα. Στο πρώτο μέρος της εφαρμογής, δίνεται ο ορισμός του υδατικού αποτυπώματος, στο δεύτερο δίνεται η δυνατότητα στον χρήστη να υπολογίσει το προσωπικό του υδατικό αποτύπωμα για μία ημέρα, και στο τρίτο, παρουσιάζονται συμβουλές για την μείωση του προσωπικού υδατικού αποτυπώματος βασισμένες στις απαντήσεις που έχουν δοθεί στο ερωτηματολόγιο. Υπογραμμίζεται ότι οι ερωτήσεις που αναφέρονται σε όλη την οικογένεια, μετατρέπουν αναλογικά τα αριθμητικά τους δεδομένα σε ατομικό υδατικό αποτύπωμα και αυτές που αφορούν σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό την ημέρας, μετατρέπονται σε ημερήσια κατανάλωση. Το αριθμητικό αποτέλεσμα που προκύπτει στο τέλος από την εφαρμογή, αποτελεί το ημερήσιο υδατικό αποτύπωμα ενός μέσου κατοίκου της Ελλάδος. Ο «μπλέ χρυσός» που αλλού λείπει εντελώς και άλλοι τον…..σπαταλούν Το νερό είναι ένας από τους σημαντικότερους φυσικούς πόρους της γης και όπως υπογραμμίζεται στην εργασία των δημιουργών της εφαρμογής, οι ανθρώπινες δραστηριότητες είναι υπεύθυνες για την κατανάλωση και την ρύπανσή του, και οδηγούν στην μείωση της ποσότητας και της ποιότητάς του. Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι κάθε χρόνο χρησιμοποιούνται πάνω από 9.000 km3 γλυκού ή πόσιμου νερού, που προέρχεται από διάφορες πηγές, όπως τα ποτάμια, τους υδροφόρους ορίζοντες, τους ταμιευτήρες κ.α. (από το συνολικό γλυκό νερό, το 15% περίπου θεωρείται μολυσμένο και άρα μη πόσιμο). Το νερό αυτό καταναλώνεται από τρεις κυρίως τομείς: αστικό, βιομηχανικό και γεωργικό/κτηνοτροφικό. Η παγκόσμια γεωργία απορροφά για τις ανάγκες της, κάθε χρόνο, το 92% όλου του πόσιμου νερού της γης, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες. Περίπου το 27% της παγκόσμιας κατανάλωσης νερού προορίζεται για την παραγωγή δημητριακών (σιτάρι, καλαμπόκι, ρύζι κ.α.), ενώ το 22% για την παραγωγή κρέατος και το 7% για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων (Hoekstra & Mekonnen, 2012). Εδώ και δεκαετίας, οι επιστήμονες επισημαίνουν την ανάγκη η γεωργία να μειώσει την κατανάλωση νερού με σωστά μελετημένες υδατικά καλλιέργειες, βελτιώνοντας τις τεχνικές άρδευσης, αξιοποιώντας το νερό των βροχών και διαφυλάσσοντας τα υπόγεια ύδατα από την εξάντλησή τους. Επίσης, η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών με περιορισμό της κατανάλωσης των υδροβόρων κτηνοτροφικών προϊόντων, μπορεί να συντελέσει στην εξοικονόμηση αυτού του σημαντικού πόρου, του νερού. Στην εργασία επισημαίνεται ότι τα δεδομένα για τη διαχείριση του νερού παγκοσμίως καταδεικνύουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν διάφορες περιοχές του κόσμου. Η πρόσφατη έκθεση των Ηνωμένων Εθνών (United Nations, 2021), με τον τίτλο "Valuing Water" («Αξιολογώντας το νερό»), αξιολογεί το νερό ως ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο όμως δυστυχώς δεν μοιράζεται ισότιμα σε όλους τους λαούς της γης, με αποτέλεσμα να χάνονται ζωές λόγω της ανεπάρκειας, της κακής ποιότητας ή της λειψυδρίας. Με βάση την προαναφερόμενη έκθεση, υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε πάνω από 2 δισ., οι άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση σε νερό. Τα δύο χρόνια της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού, «το νερό αναδεικνύεται στο πλέον αναγκαίο αγαθό του παγκόσμιου πληθυσμού για την αντιμετώπιση του ιού», τονίζεται στην εργασία. Η χρήση του, με το συχνό πλύσιμο των χεριών αλλά και των επιφανειών, ρούχων και λευκών ειδών, αλλά και η ρύπανση του, λόγω της πανδημίας, με την ανίχνευση του SARS- COVID19 στα λύματα, αλλά και την επιβεβλημένη μεγάλη χρήση απορρυπαντικών και απολυμαντικών, «αποτυπώνουν τον παγκόσμιο χαρακτήρα του νερού», σημειώνεται στην εργασία. Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται, ότι πλησιάζοντας προς το 2030, που έχει τεθεί ως ορόσημο για την επίτευξη των παγκόσμιων στόχων βιώσιμης ανάπτυξης (SDGs - Sustainable Development Goals), οι παγκόσμιες ανάγκες για νερό αναμένεται να υπερβούν τη βιώσιμη παροχή νερού κατά 40%. «Η διαρκής αύξηση του πληθυσμού και η καταναλωτική τάση συντελούν στην εξάντληση των υδατικών πόρων του πλανήτη», σημείωνεται. View full είδηση
  12. Δυνατότητα δραστικής ελάττωσης εντός 5ετίας της εξάρτησης της «Γηραιάς Ηπείρου» δείχνουν τα μοντέλα που «τρέχει» για λογαριασμό της Κομισιόν το εργαστήριο E3 Modelling του ΕΜΠ, όπως ανέφερε ο επιστημονικός συντονιστής του εργαστηρίου, καθηγητής Παντελής Κάπρος, μιλώντας χθες σε διαδικτυακή εκδήλωση Η επιτάχυνση των λύσεων απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος θα μπορούσε να μειώσει έως και 40% την κατανάλωση του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, σημείωσε σε χθεσινή διαδικτυακή εκδήλωση ο Παντελής Κάπρος, καθηγητής του ΕΜΠ και επιστημονικός συντονιστής του εργαστηρίου E3 Modelling του Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Η εκδήλωση είχε αντικείμενο την κρίση των τιμών ενέργειας σε διεθνές, ευρωπαϊκό και ελληνικό επίπεδο, ενώ διοργανώθηκε από το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ). Ο κ. Κάπρος σημείωσε πως το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει από τα μοντέλα που «τρέχει» αυτή τη στιγμή για λογαριασμό της Κομισιόν το εργαστήριο, με την υπόθεση της ενισχυμένης προώθησης μίας σειράς διαθέσιμων εφαρμογών που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη χρήση του αερίου. Τέτοιες λύσεις είναι οι ΑΠΕ, η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, το υδρογόνο και το βιομεθάνιο. «Στην ουσία θα είναι μία αντίδραση στην αύξηση του κόστους του αερίου και στον εκβιασμό των τιμών που γεωπολιτικά εφαρμόζεται στην τρέχουσα συγκυρία», σημείωσε ο καθηγητής. Όπως πρόσθεσε, με αυτό τον τρόπο η Ευρώπη θα έστελνε ένα «ισχυρό σήμα» στην εξάρτηση από το ορυκτό καύσιμο. Επομένως, το μήνυμα είναι η επιτάχυνση της εξέλιξης της «πράσινης» μετάβασης. Επιστροφή στους καταναλωτές των «απροσδόκητων» κερδών Σύμφωνα με τον κ. Κάπρο, όσον αφορά την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών που διαμορφώνονται στις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, μία λύση που τίθεται επί τάπητος είναι η επιστροφή στους καταναλωτές των απροσδόκητων κερδών (windfall profits) που προκύπτουν για ορισμένες μορφές ηλεκτροπαραγωγής, όπως οι ΑΠΕ και τα πυρηνικά εργοστάσια. Η εν λόγω λύση αποτελεί παραλλαγή της πρότασης που υπέβαλε η γαλλική προεδρία της Ε.Ε., η οποία προβλέπει πως οι ρυθμιστικές αρχές θα προσδιορίζουν για αυτές τις μονάδες το πλήρες τους κόστος, ώστε οι προμηθευτές να μην χρεώνονται τα τυχόν επιπλέον έσοδα που αποκομίζουν οι μονάδες από τις χρηματιστηριακές αγορές ηλεκτρισμού. Έτσι, οι καταναλωτές θα απαλλάσσονται από αυτό το επιπλέον κόστος, χωρίς να αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζονται οι τιμές στα ενεργειακά χρηματιστήρια. Όπως σημείωσε ο καθηγητής, το μέτρο ουσιαστικά αφαιρεί τα απροσδόκητα κέρδη από τους παραγωγούς, ενώ επιτρέπεται με βάση το ευρωπαϊκό δίκαιο – σύμφωνα τουλάχιστον με την ερμηνεία του. Επίσης, σε μεγάλο βαθμό εφαρμόζεται ήδη στην Ελλάδα, καθώς οι μονάδες ΑΠΕ επιστρέφουν στον ΔΑΠΕΕΠ τα επιπλέον έσοδα που αποκομίζουν από την αγορά, και τα οποία υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες αποζημιώσεις με βάση την τιμή αναφοράς τους. Μύθος η ευθύνη της «πράσινης» μετάβασης Μία τρίτη λύση είναι η ρύθμιση των τιμών «οριζόντια», η οποία είναι μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Ωστόσο, ο κ. Κάπρος επισήμανε ότι έχει σοβαρό δημοσιονομικό κόστος, όπως και αρνητικές συνέπειες στον ανταγωνισμό. Ο επικεφαλής του εργαστηρίου του ΕΜΠ τόνισε πως είναι «απόλυτος μύθος» το ότι για την ενεργειακή κρίση ευθύνεται η «πράσινη» μετάβαση. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι υπήρξε έλλειμμα από την πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, η οποία δεν φρόντισε την τελευταία 5ετία να εφαρμόσει μέτρα για να προστατεύσει τη «Γηραιά Ήπειρο» από τις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου, το οποίο έχει εξελιχθεί σε χρηματιστηριακό προϊόν.
  13. Δυνατότητα δραστικής ελάττωσης εντός 5ετίας της εξάρτησης της «Γηραιάς Ηπείρου» δείχνουν τα μοντέλα που «τρέχει» για λογαριασμό της Κομισιόν το εργαστήριο E3 Modelling του ΕΜΠ, όπως ανέφερε ο επιστημονικός συντονιστής του εργαστηρίου, καθηγητής Παντελής Κάπρος, μιλώντας χθες σε διαδικτυακή εκδήλωση Η επιτάχυνση των λύσεων απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος θα μπορούσε να μειώσει έως και 40% την κατανάλωση του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, σημείωσε σε χθεσινή διαδικτυακή εκδήλωση ο Παντελής Κάπρος, καθηγητής του ΕΜΠ και επιστημονικός συντονιστής του εργαστηρίου E3 Modelling του Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Η εκδήλωση είχε αντικείμενο την κρίση των τιμών ενέργειας σε διεθνές, ευρωπαϊκό και ελληνικό επίπεδο, ενώ διοργανώθηκε από το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ). Ο κ. Κάπρος σημείωσε πως το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει από τα μοντέλα που «τρέχει» αυτή τη στιγμή για λογαριασμό της Κομισιόν το εργαστήριο, με την υπόθεση της ενισχυμένης προώθησης μίας σειράς διαθέσιμων εφαρμογών που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη χρήση του αερίου. Τέτοιες λύσεις είναι οι ΑΠΕ, η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, το υδρογόνο και το βιομεθάνιο. «Στην ουσία θα είναι μία αντίδραση στην αύξηση του κόστους του αερίου και στον εκβιασμό των τιμών που γεωπολιτικά εφαρμόζεται στην τρέχουσα συγκυρία», σημείωσε ο καθηγητής. Όπως πρόσθεσε, με αυτό τον τρόπο η Ευρώπη θα έστελνε ένα «ισχυρό σήμα» στην εξάρτηση από το ορυκτό καύσιμο. Επομένως, το μήνυμα είναι η επιτάχυνση της εξέλιξης της «πράσινης» μετάβασης. Επιστροφή στους καταναλωτές των «απροσδόκητων» κερδών Σύμφωνα με τον κ. Κάπρο, όσον αφορά την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών που διαμορφώνονται στις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, μία λύση που τίθεται επί τάπητος είναι η επιστροφή στους καταναλωτές των απροσδόκητων κερδών (windfall profits) που προκύπτουν για ορισμένες μορφές ηλεκτροπαραγωγής, όπως οι ΑΠΕ και τα πυρηνικά εργοστάσια. Η εν λόγω λύση αποτελεί παραλλαγή της πρότασης που υπέβαλε η γαλλική προεδρία της Ε.Ε., η οποία προβλέπει πως οι ρυθμιστικές αρχές θα προσδιορίζουν για αυτές τις μονάδες το πλήρες τους κόστος, ώστε οι προμηθευτές να μην χρεώνονται τα τυχόν επιπλέον έσοδα που αποκομίζουν οι μονάδες από τις χρηματιστηριακές αγορές ηλεκτρισμού. Έτσι, οι καταναλωτές θα απαλλάσσονται από αυτό το επιπλέον κόστος, χωρίς να αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζονται οι τιμές στα ενεργειακά χρηματιστήρια. Όπως σημείωσε ο καθηγητής, το μέτρο ουσιαστικά αφαιρεί τα απροσδόκητα κέρδη από τους παραγωγούς, ενώ επιτρέπεται με βάση το ευρωπαϊκό δίκαιο – σύμφωνα τουλάχιστον με την ερμηνεία του. Επίσης, σε μεγάλο βαθμό εφαρμόζεται ήδη στην Ελλάδα, καθώς οι μονάδες ΑΠΕ επιστρέφουν στον ΔΑΠΕΕΠ τα επιπλέον έσοδα που αποκομίζουν από την αγορά, και τα οποία υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες αποζημιώσεις με βάση την τιμή αναφοράς τους. Μύθος η ευθύνη της «πράσινης» μετάβασης Μία τρίτη λύση είναι η ρύθμιση των τιμών «οριζόντια», η οποία είναι μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Ωστόσο, ο κ. Κάπρος επισήμανε ότι έχει σοβαρό δημοσιονομικό κόστος, όπως και αρνητικές συνέπειες στον ανταγωνισμό. Ο επικεφαλής του εργαστηρίου του ΕΜΠ τόνισε πως είναι «απόλυτος μύθος» το ότι για την ενεργειακή κρίση ευθύνεται η «πράσινη» μετάβαση. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι υπήρξε έλλειμμα από την πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, η οποία δεν φρόντισε την τελευταία 5ετία να εφαρμόσει μέτρα για να προστατεύσει τη «Γηραιά Ήπειρο» από τις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου, το οποίο έχει εξελιχθεί σε χρηματιστηριακό προϊόν. View full είδηση
  14. Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. Ο ενεργειακός τομέας μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις επιδιώξεις και να αναδειχθεί ως ένας από τους πλέον σημαντικούς τομείς για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας.» Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις σε συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα γίνεται μια πλήρης και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας. Όπως αναφέρεται «ο ενεργειακός τομέας δύναται επομένως να αποτελέσει μια σημαντική συνιστώσα σε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο για την Ελλάδα, προσελκύοντας επενδύσεις και ενισχύοντας την ισορροπία του εξωτερικού ισοζυγίου και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Καλείται, όμως, να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονη μεταβλητότητα, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τον ενεργειακό και τον επενδυτικό σχεδιασμό» σημειώνεται σχετικά. Οι συντάκτες της μελέτης επικαλούμενοι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα κάνουν λόγο για σχεδιασμό επενδύσεων ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία οι οποίες, όταν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη μετάβαση κ.ά.). To 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις) προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις ‘πράσινης” ανάπτυξης. Ειδικά οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την “πράσινη” ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα. Μείωση του κόστους ενέργειας έως 10% Οι ερευνητές στέκονται στη μείωση του κόστους ρεύματος και υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια κίνηση τόσο στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας όσο και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας. Να σημειωθεί ότι με βάση τη μελέτη κομβικό σημείο είναι και η ενεργειακή αποδοτικότητα. Κι αυτό δεν έχει μόνο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και τις εκλύσεις που αυτή συνεπάγεται, αλλά και στα οικονομικά κάθε νοικοκυριού. Μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι, όπως αναφέρεται στην μελέτη, τέτοιες παρεμβάσεις κοστίζουν πολύ. Μάλιστα η μελέτη επικαλούμενη το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) κάνει λόγο για ανακαίνιση ή αντικατάσταση του 12%-15% του συνόλου των κατοικιών της χώρας ώστε να μετατραπούν σε κατοικίες σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σπίτια στην Ελλάδα δαπανούν ενέργεια κυρίως για τη θέρμανση (60%) και για τη χρήση οικιακών συσκευών (20%). Το 55% των περίπου 6,4 εκατ. κατοικιών στην Ελλάδα (το 4,1 εκατ. από αυτές κατοικούνται) χτίστηκαν πριν από το 1981, οπότε έχουν χαμηλά επίπεδα θερμικής μόνωσης -ή και καθόλου. Μόλις το 6,4% των κατοικιών στην Ελλάδα ανήκουν στις ανώτερες ενεργειακές κλάσεις “Α” και “Β”. «Χρειάζονται, λοιπόν, μεγάλης έκτασης επεμβάσεις για την αναβάθμιση αυτού του κτηριακού αποθέματος (θερμομόνωση, αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης/ψύξης, αντικατάσταση κουφωμάτων κλπ.). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν τα κτήρια κάθε είδους στην Ελλάδα πληρούσαν τις προδιαγραφές του νέου, εναρμονισμένου με τα ευρωπαϊκά πρότυπα Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων, τότε θα κατανάλωναν από 43% μέχρι 71% λιγότερη ενέργεια» τονίζει η μελέτη . Σύμφωνα, πάντως, με τη μελέτη, δε, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας.
  15. Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. Ο ενεργειακός τομέας μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις επιδιώξεις και να αναδειχθεί ως ένας από τους πλέον σημαντικούς τομείς για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας.» Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις σε συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα γίνεται μια πλήρης και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας. Όπως αναφέρεται «ο ενεργειακός τομέας δύναται επομένως να αποτελέσει μια σημαντική συνιστώσα σε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο για την Ελλάδα, προσελκύοντας επενδύσεις και ενισχύοντας την ισορροπία του εξωτερικού ισοζυγίου και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Καλείται, όμως, να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονη μεταβλητότητα, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τον ενεργειακό και τον επενδυτικό σχεδιασμό» σημειώνεται σχετικά. Οι συντάκτες της μελέτης επικαλούμενοι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα κάνουν λόγο για σχεδιασμό επενδύσεων ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία οι οποίες, όταν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη μετάβαση κ.ά.). To 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις) προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις ‘πράσινης” ανάπτυξης. Ειδικά οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την “πράσινη” ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα. Μείωση του κόστους ενέργειας έως 10% Οι ερευνητές στέκονται στη μείωση του κόστους ρεύματος και υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια κίνηση τόσο στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας όσο και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας. Να σημειωθεί ότι με βάση τη μελέτη κομβικό σημείο είναι και η ενεργειακή αποδοτικότητα. Κι αυτό δεν έχει μόνο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και τις εκλύσεις που αυτή συνεπάγεται, αλλά και στα οικονομικά κάθε νοικοκυριού. Μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι, όπως αναφέρεται στην μελέτη, τέτοιες παρεμβάσεις κοστίζουν πολύ. Μάλιστα η μελέτη επικαλούμενη το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) κάνει λόγο για ανακαίνιση ή αντικατάσταση του 12%-15% του συνόλου των κατοικιών της χώρας ώστε να μετατραπούν σε κατοικίες σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σπίτια στην Ελλάδα δαπανούν ενέργεια κυρίως για τη θέρμανση (60%) και για τη χρήση οικιακών συσκευών (20%). Το 55% των περίπου 6,4 εκατ. κατοικιών στην Ελλάδα (το 4,1 εκατ. από αυτές κατοικούνται) χτίστηκαν πριν από το 1981, οπότε έχουν χαμηλά επίπεδα θερμικής μόνωσης -ή και καθόλου. Μόλις το 6,4% των κατοικιών στην Ελλάδα ανήκουν στις ανώτερες ενεργειακές κλάσεις “Α” και “Β”. «Χρειάζονται, λοιπόν, μεγάλης έκτασης επεμβάσεις για την αναβάθμιση αυτού του κτηριακού αποθέματος (θερμομόνωση, αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης/ψύξης, αντικατάσταση κουφωμάτων κλπ.). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν τα κτήρια κάθε είδους στην Ελλάδα πληρούσαν τις προδιαγραφές του νέου, εναρμονισμένου με τα ευρωπαϊκά πρότυπα Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων, τότε θα κατανάλωναν από 43% μέχρι 71% λιγότερη ενέργεια» τονίζει η μελέτη . Σύμφωνα, πάντως, με τη μελέτη, δε, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας. View full είδηση
  16. Εντυπωσιακή μείωση της τάξης του 11% στην κατανάλωση ενέργειας θα προκαλέσουν οι επιπτώσεις του κοροναϊού στην ελληνική οικονομία, η οποία προβλέπεται να επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα κατανάλωσης μετά την παρέλευση διετίας. Στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη των ενεργειακών καταναλώσεων παρέθεσε χθες ο καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας και αντιπρόεδρος της ΔΕΠΑ, Κώστας Ανδριοσόπουλος στο πλαίσιο διαδικτυακής συζήτησης για τις επιπτώσεις του κορονοϊού στην ενέργεια και τη βιομηχανία που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά: -Η συνολική κατανάλωση ενέργειας θα είναι εφέτος 11% χαμηλότερη σε σχέση με τους στόχους που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Το 2021 – 2022 με την αναμενόμενη ανάκαμψη της οικονομίας η ζήτηση θα αυξηθεί, ενώ το 2023 θα επανέλθει στην τροχιά που προβλέπει το ΕΣΕΚ. Η κατανάλωση τα επόμενα χρόνια θα βαίνει μειούμενη σε εφαρμογή των προγραμμάτων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και εξοικονόμησης ενέργειας. -Στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας καταγράφηκε μεγάλη πτώση της ζήτησης κατά 35,5 % σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. -Καταγράφεται επίσης μεγάλη πτώση της τιμής χονδρικής για το ρεύμα, στα 27,5 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Απρίλιο έναντι 66,4 ευρώ που ήταν ο μέσος όρος το 2019 και 49,9 ευρώ κατά το πρώτο τετράμηνο του 2018. Ωστόσο οι τιμές για τη βιομηχανία παραμένουν 35 % υψηλότερες σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ. -Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα μειωθούν δραστικά εφέτος κατά 26,5 % σε σχέση με το 2019. Θετικό είναι επίσης το γεγονός ότι η μείωση δεν θα είναι πρόσκαιρη αλλά οι εκπομπές θα παραμείνουν χαμηλότερες από τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ και τα επόμενα χρόνια (60,8 εκατ.τόνοι το 2025 έναντι πρόβλεψης προ κορονοϊού για 63,4 εκατ.) Ο λόγος είναι ότι η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου φέρνει σε ακόμη πιο μειονεκτική θέση τις λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που εκπέμπουν τις μεγαλύτερες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα. -Τα προβλήματα στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού αναμένεται να προκαλέσουν μικρή ανάσχεση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εφέτος, ωστόσο ο κλάδος θα παραμείνει σε ανοδική τροχιά τα επόμενα χρόνια. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
  17. Εντυπωσιακή μείωση της τάξης του 11% στην κατανάλωση ενέργειας θα προκαλέσουν οι επιπτώσεις του κοροναϊού στην ελληνική οικονομία, η οποία προβλέπεται να επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα κατανάλωσης μετά την παρέλευση διετίας. Στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη των ενεργειακών καταναλώσεων παρέθεσε χθες ο καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας και αντιπρόεδρος της ΔΕΠΑ, Κώστας Ανδριοσόπουλος στο πλαίσιο διαδικτυακής συζήτησης για τις επιπτώσεις του κορονοϊού στην ενέργεια και τη βιομηχανία που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά: -Η συνολική κατανάλωση ενέργειας θα είναι εφέτος 11% χαμηλότερη σε σχέση με τους στόχους που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Το 2021 – 2022 με την αναμενόμενη ανάκαμψη της οικονομίας η ζήτηση θα αυξηθεί, ενώ το 2023 θα επανέλθει στην τροχιά που προβλέπει το ΕΣΕΚ. Η κατανάλωση τα επόμενα χρόνια θα βαίνει μειούμενη σε εφαρμογή των προγραμμάτων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και εξοικονόμησης ενέργειας. -Στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας καταγράφηκε μεγάλη πτώση της ζήτησης κατά 35,5 % σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. -Καταγράφεται επίσης μεγάλη πτώση της τιμής χονδρικής για το ρεύμα, στα 27,5 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Απρίλιο έναντι 66,4 ευρώ που ήταν ο μέσος όρος το 2019 και 49,9 ευρώ κατά το πρώτο τετράμηνο του 2018. Ωστόσο οι τιμές για τη βιομηχανία παραμένουν 35 % υψηλότερες σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ. -Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα μειωθούν δραστικά εφέτος κατά 26,5 % σε σχέση με το 2019. Θετικό είναι επίσης το γεγονός ότι η μείωση δεν θα είναι πρόσκαιρη αλλά οι εκπομπές θα παραμείνουν χαμηλότερες από τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ και τα επόμενα χρόνια (60,8 εκατ.τόνοι το 2025 έναντι πρόβλεψης προ κορονοϊού για 63,4 εκατ.) Ο λόγος είναι ότι η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου φέρνει σε ακόμη πιο μειονεκτική θέση τις λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που εκπέμπουν τις μεγαλύτερες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα. -Τα προβλήματα στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού αναμένεται να προκαλέσουν μικρή ανάσχεση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εφέτος, ωστόσο ο κλάδος θα παραμείνει σε ανοδική τροχιά τα επόμενα χρόνια. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ View full είδηση
  18. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από τους καταναλωτές της χώρας μας το 2018 μειώθηκε κατά 1,2% στις 57.122 GWh έναντι 57.845 GWh το 2017. Το δυσοίωνο για την οικονομική κατάσταση επιχειρήσεων και νοικοκυριών συμπέρασμα προκύπτει από τα όσα περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα που δημοσιοποίησε χθες η ΔΕΗ. Πρέπει παρόλα αυτά να σημειωθεί ότι η συνολική ζήτηση ρεύματος, στην οποία περιλαμβάνεται και η ηλεκτρική ενέργεια για εξαγωγές και άντληση, αυξήθηκε το 2018 κατά 2,2% εξαιτίας των αυξημένων κατά 75,2% εξαγωγών από τρίτους μέσω των Βορείων Διασυνδέσεων. Η αύξηση αυτή των εξαγωγών οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εξαγωγή μέρους των ποσοτήτων που δημοπρατήθηκαν μέσω ΝΟΜΕ. Το «παράθυρο» αυτό έχει ήδη κλείσει σε μεγάλο βαθμό μετά τους περιορισμούς που έχει θεσπίσει η ΡΑΕ. Πρέπει βεβαίως να σημειωθεί ότι και οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, σε επίπεδο χώρας, ήταν αυξημένες κατά 23,6% ή κατά 2.143 GWh, εκ των οποίων 506 GWh εισήχθησαν από τη ΔΕΗ (μερίδιο 21,4%) και 1.637 GWh εισήχθησαν από τρίτους (μερίδιο 78,6%). Στη Χαμηλή Τάση οι αλλαγές Σε ότι αφορά τα μερίδια της ΔΕΗ, η συνολική μείωση (από 86,7% το 2017 έπεσε στο 81,9% το 2018) που είχε κατά το 2018, συνεπώς και η αντίστοιχη αύξηση των εναλλακτικών παρόχων, προήλθε κατά κύριο λόγο από τη Χαμηλή Τάση. Στην Υψηλή και στη Μέση, τα μερίδια παρέμειναν σχεδόν στα ίδια επίπεδα: Το 2018 ήταν 97,6% στην Υψηλή Τάση, 68% στη Μέση Τάση και 82,1% στη Χαμηλή Τάση, έναντι 97,3%, 71,5% και 88,5% τον Δεκέμβριο του 2017 αντίστοιχα.
  19. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από τους καταναλωτές της χώρας μας το 2018 μειώθηκε κατά 1,2% στις 57.122 GWh έναντι 57.845 GWh το 2017. Το δυσοίωνο για την οικονομική κατάσταση επιχειρήσεων και νοικοκυριών συμπέρασμα προκύπτει από τα όσα περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα που δημοσιοποίησε χθες η ΔΕΗ. Πρέπει παρόλα αυτά να σημειωθεί ότι η συνολική ζήτηση ρεύματος, στην οποία περιλαμβάνεται και η ηλεκτρική ενέργεια για εξαγωγές και άντληση, αυξήθηκε το 2018 κατά 2,2% εξαιτίας των αυξημένων κατά 75,2% εξαγωγών από τρίτους μέσω των Βορείων Διασυνδέσεων. Η αύξηση αυτή των εξαγωγών οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εξαγωγή μέρους των ποσοτήτων που δημοπρατήθηκαν μέσω ΝΟΜΕ. Το «παράθυρο» αυτό έχει ήδη κλείσει σε μεγάλο βαθμό μετά τους περιορισμούς που έχει θεσπίσει η ΡΑΕ. Πρέπει βεβαίως να σημειωθεί ότι και οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, σε επίπεδο χώρας, ήταν αυξημένες κατά 23,6% ή κατά 2.143 GWh, εκ των οποίων 506 GWh εισήχθησαν από τη ΔΕΗ (μερίδιο 21,4%) και 1.637 GWh εισήχθησαν από τρίτους (μερίδιο 78,6%). Στη Χαμηλή Τάση οι αλλαγές Σε ότι αφορά τα μερίδια της ΔΕΗ, η συνολική μείωση (από 86,7% το 2017 έπεσε στο 81,9% το 2018) που είχε κατά το 2018, συνεπώς και η αντίστοιχη αύξηση των εναλλακτικών παρόχων, προήλθε κατά κύριο λόγο από τη Χαμηλή Τάση. Στην Υψηλή και στη Μέση, τα μερίδια παρέμειναν σχεδόν στα ίδια επίπεδα: Το 2018 ήταν 97,6% στην Υψηλή Τάση, 68% στη Μέση Τάση και 82,1% στη Χαμηλή Τάση, έναντι 97,3%, 71,5% και 88,5% τον Δεκέμβριο του 2017 αντίστοιχα. View full είδηση
  20. Με Απόφαση του Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΦΕΚ 5447/05.12.2018 τεύχος Β’) εγκρίθηκε το Εθνικό Σχέδιο αύξησης του αριθμού των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν. 4122/2013. Το ν Σχέδιο στοχεύει στον καθορισμό των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας και την περιγραφή των πολιτικών και δράσεων που πρέπει να υιοθετηθούν προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που τίθενται με το άρθρο 9 του ν.4122/2013 για την Ενεργειακή Απόδοση των Κτιρίων (Α’ 42). Σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν.4122/2013, που ενσωμάτωσε την Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου στο εθνικό δίκαιο, αναφέρεται ότι από 1.1.2021, όλα τα νέα κτίρια πρέπει να είναι κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας, ενώ για τα νέα κτίρια που στεγάζουν υπηρεσίες του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, η υποχρέωση αυτή τίθεται σε ισχύ από 1.1.2019.
  21. Με Απόφαση του Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΦΕΚ 5447/05.12.2018 τεύχος Β’) εγκρίθηκε το Εθνικό Σχέδιο αύξησης του αριθμού των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν. 4122/2013. Το ν Σχέδιο στοχεύει στον καθορισμό των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας και την περιγραφή των πολιτικών και δράσεων που πρέπει να υιοθετηθούν προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που τίθενται με το άρθρο 9 του ν.4122/2013 για την Ενεργειακή Απόδοση των Κτιρίων (Α’ 42). Σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν.4122/2013, που ενσωμάτωσε την Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου στο εθνικό δίκαιο, αναφέρεται ότι από 1.1.2021, όλα τα νέα κτίρια πρέπει να είναι κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας, ενώ για τα νέα κτίρια που στεγάζουν υπηρεσίες του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, η υποχρέωση αυτή τίθεται σε ισχύ από 1.1.2019. View full είδηση
  22. Σημαντικά ευρήματα που καταγράφουν τις τάσεις στην παραγωγή ηλεκτρισμού τα τελευταία χρόνια σε όλον τον κόσμο καταγράφει η μελέτη – κείμενο πολιτικής της HAEE (Hellenic Association for Energy Economics - Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας) με τίτλο «Ανασκόπηση & διεθνείς εξελίξεις στην αγορά ηλεκτρισμού». Τα κυριότερα από αυτά είναι οι αλλαγές που συντελούνται προοδευτικά τα τελευταία 20 χρόνια στη ζήτηση και την παραγωγή ενέργειας και η αλληλεπίδρασή τους με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως η Συμφωνία των Παρισίων ή το ατύχημα στο πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα. Η μελέτη που εκδόθηκε από τη HAEE αποτελεί μια συλλογική εργασία που συντάχθηκε με σκοπό την ανάλυση των παγκόσμιων εξελίξεων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Μέσα από τη παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων, σκοπός της μελέτης είναι να αποτελέσει ένα εργαλείο για την ενίσχυση του διαλόγου γύρω από τα βασικά στοιχεία της ενεργειακής πολιτικής καθώς και του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού. Επικεντρώνεται, στο φλέγον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, των νέων τεχνολογικών ανακαλύψεων, το ρόλο της ψηφιοποίησης και των δικτύων. Ταυτόχρονα, η μελέτη τοποθετεί στο επίκεντρο της ανάλυσης την παγκόσμια αγορά του ηλεκτρισμού. Εξετάζει τις προοπτικές και τις προκλήσεις που αναδύονται στις χώρες με την μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση παγκοσμίως. Καταγράφουμε τα βασικά πορίσματα της έκθεσης, όπως αναφέρονται από τους μελετητές, και που έχουν ιδιαίτερη σημασία για όσους ασχολούνται με τα θέματα περιβάλλοντος και ενέργειας. Οι γενικές τάσεις στην κατανάλωση ενέργειας και η Συμφωνία των Παρισίων H οικονομική, αλλά και πληθυσμιακή μεγέθυνση κυρίως των χωρών εκτός του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), καθοδηγούν την ανοδική τάση που ακολουθεί η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επιστημονική κοινότητα έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει για τις περιβαλλοντολογικές επιπτώσεις που απορρέουν από αυτή την ανοδική πορεία. Η συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, αποτελεί την πρώτη οικουμενική συμφωνία με προσανατολισμό τη μετάβαση προς τη χρησιμοποίηση εναλλακτικών και φιλικότερων προς το περιβάλλον καυσίμων. Οι Εθνικές υποσχέσεις όμως, διαφέρουν σημαντικά από τις τρέχουσες πολιτικές για το κλίμα, γεγονός που συνεπάγεται σταδιακή αύξηση του ποσοστού εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και ταυτόχρονα την ανησυχητική αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Η τεχνολογική καινοτομία και οι τάσεις στην παραγωγή και ζήτηση ενέργειας Η χρησιμοποίηση των τεχνολογικών καινοτομιών σε όλο το εύρος της ενεργειακής δραστηριότητας, αναμφίβολα συμβάλλει στην καταπολέμηση των αρνητικών επιδράσεων και ενισχύει την ενεργειακή μετάβαση προς φιλικότερες μορφές ενέργειας. Επιγραμματικά, η ψηφιοποίηση, τα έξυπνα δίκτυα, η ηλεκτροκίνηση, η αποθήκευση ενέργειας, η επανάσταση της εξόρυξης σχιστολιθικού φυσικού αερίου και τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, είναι μερικές από τις χιλιάδες τεχνολογικές εξελίξεις που ενισχύουν την απεξάρτηση από τις ρυπογόνες μορφές ενέργειας και συμβάλλουν στην προστασία του πλανήτη. Επιπλέον, η στάση που θα ακολουθήσουν οι λεγόμενοι εθνικοί ρυπαντές είναι κομβικής σημασίας στην προσπάθεια μείωσης των εκπομπών, καθώς στις μέρες μας παρατηρείται σταδιακά έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον και ένας γενικευμένος προσανατολισμός των ενεργειακών κολοσσών προς τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Παράλληλα, η τάση της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας, αναμένεται να είναι ανοδική για όλες τις μορφές ενέργειας, πλην του άνθρακα, για τον οποίο, από το 2030 και μετέπειτα, αναμένεται σταδιακή απεξάρτηση από την κατανάλωση του. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, τα πετρελαϊκά αποθέματα επαρκούν για να καλύψουν τη συνολική ζήτηση μέχρι τα μέσα του παρόντος αιώνα, ενώ η αγορά του φυσικού αερίου αναμένεται να λειτουργήσει ως γέφυρα για την μετάβαση από τη σημερινή κατάσταση στην αποκαλούμενη πράσινη οικονομία του μέλλοντος. Παράλληλα, παρατηρείται αντίστροφη τάση μεταξύ της σταδιακής ελάττωσης της χρησιμοποίησης πυρηνικής ενέργειας και της όλο και μεγαλύτερης διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Η παγκόσμια εικόνα στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας Αναλυτικότερα, όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των έξι μεγαλύτερων καταναλωτών σε παγκόσμια κλίμακα (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ιαπωνία), παρατηρούμε σημαντικές διαφοροποιήσεις στη χρησιμοποίηση των διαφόρων μορφών ενέργειας, ανάλογα με τον ορυκτό πλούτο ή την πολιτική που ακολουθεί η κάθε χώρα ξεχωριστά. Παρακάτω συνοψίζουμε τις τάσεις που επικρατούν και την εξέλιξη του ενεργειακού μείγματος για τις προαναφερθείσες χώρες. Στο διάστημα μεταξύ 1990–2015, οι ΗΠΑ στράφηκαν προς την απανθρακοποίηση, η οποία ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 (53%) και κατέληξε το 2015 σε ποσοστό της τάξεως του 34%. Ταυτόχρονα, παρατηρείται άνοδος στη χρησιμοποίηση του φυσικού αερίου (32%, 2015). Επιπλέον, σταθερές τιμές κατά τη διάρκεια των υπό εξέταση ετών εμφανίζει η χρησιμοποίηση πυρηνικής (19%) και υδροηλεκτρικής (6%) ενέργειας. Ενώ, από το 2005 και μετέπειτα διακρίνεται εντυπωσιακή άνοδος στις ΑΠΕ, οι οποίες κατέλαβαν το 7% για το 2015. Οι χώρες που ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πετύχει σταδιακή μείωση του ποσοστού χρησιμοποίησης άνθρακα σε ποσοστό μικρότερο του 26%. Το συγκεκριμένο ποσοστό βρίσκονταν στο 40% στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Επιπλέον, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεταβολή του φυσικού αερίου, η οποία μέχρι το 2008 αυξανόταν συνεχώς (23%), όμως από το σημείο αυτό και έπειτα παρατηρείται σταδιακή μείωση του ποσοστού στα επίπεδα του 15%. Τα υδροηλεκτρικά κατέχουν σταθερή θέση στο 10% ενώ η πυρηνική ενέργεια συναντάται στο 30% κατά μέσο όρο για το υπό εξέταση διάστημα. Παράλληλα, όσον αφορά τη διείσδυση των ΑΠΕ, η ΕΕ είναι πρωτοπόρος σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του δείγματος. Οι χώρες που απαρτίζουν την Ένωση κατάφεραν να πετύχουν αύξηση στη διείσδυση ίση με 16% για το 2015, σε σύγκριση με το 1% που βρίσκονταν το 2000. Τα δεδομένα για την περίπτωση της Ρωσίας εμφανίζουν μικρότερη μεταβλητότητα, καθώς το φυσικό αέριο, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, καταλαμβάνει το 50% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η πυρηνική ενέργεια (16%), ενώ συγκριτικά χαμηλό ποσοστό κατέχει η χρησιμοποίηση του άνθρακα (15%). Τα υδροηλεκτρικά παραμένουν σταθερά στο 15%, ενώ έκπληξη προκαλεί η μηδενική διείσδυση των ΑΠΕ. Κίνα και Ινδία, εμφανίζουν σχεδόν ταυτόσημη χρησιμοποίηση ενεργειακών πόρων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι δύο χώρες, δικαίως κατέχουν τον τίτλο των δύο πιο ρυπογόνων κρατών παγκοσμίως, καθώς χρησιμοποιούσαν τον άνθρακα σε ποσοστό 75% για το 2015. Παράλληλα, η χρήση του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας είναι ελάχιστη, ενώ τα υδροηλεκτρικά καταλαμβάνουν ένα ποσοστό της τάξεως του 15%. Μέχρι τα τέλη του 2015, παρατηρήθηκε μικρή ένταξη αιολικών και ηλιακών μονάδων στις δύο χώρες (4%,). Τέλος, η περίπτωση της Ιαπωνίας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς στο διάστημα 1990-2015, παρατηρούνται τεράστιες μεταβολές στη χρησιμοποίηση των διαθέσιμων ενεργειακών προϊόντων. Το καταστροφικό ατύχημα της Φουκουσίμα το 2011, ανάγκασε τη χώρα να μηδενίσει τη χρήση πυρηνικής ενέργειας με ταυτόχρονη αύξηση της χρήσης των πετρελαιοειδών και των ΑΠΕ. Παράλληλα, είναι η μοναδική χώρα όπου συναντάται σταδιακή αύξηση της χρήσης του άνθρακα (33%, 2015), ενώ επίσης και το φυσικό αέριο κατέχει σημαντικό και συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό (39%, 2015) της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που φέρνει σε επαφή όλους εκείνους που μελετούν, συζητούν και προωθούν τη γνώση της ενέργειας, του περιβάλλοντος και της οικονομίας στη χώρα μας. Δρα ως ανεξάρτητο σώμα συμβούλων για εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους παρέχει μια ευρεία συνεισφορά σε ενεργειακά, οικονομικά, χάραξης πολιτικής και θεωρητικά θέματα. Η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας είναι η Ελληνική θυγατρική του Διεθνούς Συνδέσμου Ενεργειακής Οικονομίας. Ιδρύθηκε το 2015 στην Ελλάδα, και έχει έναν παγκόσμιο προσανατολισμό, καλωσορίζοντας τη συμμετοχή ερευνητών και επαγγελματιών από όλο τον κόσμο, οι οποίοι ενδιαφέρονται για θέματα συναφών με την οικονομία και την ενέργεια. Η HAEE αποτελεί το ελληνικό παράρτημα της Διεθνούς Εταιρείας Ενεργειακής Οικονομίας (IAEE). Δείτε την μελέτη εδώ: https://www.haee.gr/el/εκδόσεις/εκδόσεις-της-haee/haee-policy-reports-n02-gr/ View full είδηση
  23. Σημαντικά ευρήματα που καταγράφουν τις τάσεις στην παραγωγή ηλεκτρισμού τα τελευταία χρόνια σε όλον τον κόσμο καταγράφει η μελέτη – κείμενο πολιτικής της HAEE (Hellenic Association for Energy Economics - Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας) με τίτλο «Ανασκόπηση & διεθνείς εξελίξεις στην αγορά ηλεκτρισμού». Τα κυριότερα από αυτά είναι οι αλλαγές που συντελούνται προοδευτικά τα τελευταία 20 χρόνια στη ζήτηση και την παραγωγή ενέργειας και η αλληλεπίδρασή τους με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως η Συμφωνία των Παρισίων ή το ατύχημα στο πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα. Η μελέτη που εκδόθηκε από τη HAEE αποτελεί μια συλλογική εργασία που συντάχθηκε με σκοπό την ανάλυση των παγκόσμιων εξελίξεων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Μέσα από τη παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων, σκοπός της μελέτης είναι να αποτελέσει ένα εργαλείο για την ενίσχυση του διαλόγου γύρω από τα βασικά στοιχεία της ενεργειακής πολιτικής καθώς και του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού. Επικεντρώνεται, στο φλέγον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, των νέων τεχνολογικών ανακαλύψεων, το ρόλο της ψηφιοποίησης και των δικτύων. Ταυτόχρονα, η μελέτη τοποθετεί στο επίκεντρο της ανάλυσης την παγκόσμια αγορά του ηλεκτρισμού. Εξετάζει τις προοπτικές και τις προκλήσεις που αναδύονται στις χώρες με την μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση παγκοσμίως. Καταγράφουμε τα βασικά πορίσματα της έκθεσης, όπως αναφέρονται από τους μελετητές, και που έχουν ιδιαίτερη σημασία για όσους ασχολούνται με τα θέματα περιβάλλοντος και ενέργειας. Οι γενικές τάσεις στην κατανάλωση ενέργειας και η Συμφωνία των Παρισίων H οικονομική, αλλά και πληθυσμιακή μεγέθυνση κυρίως των χωρών εκτός του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), καθοδηγούν την ανοδική τάση που ακολουθεί η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επιστημονική κοινότητα έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει για τις περιβαλλοντολογικές επιπτώσεις που απορρέουν από αυτή την ανοδική πορεία. Η συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, αποτελεί την πρώτη οικουμενική συμφωνία με προσανατολισμό τη μετάβαση προς τη χρησιμοποίηση εναλλακτικών και φιλικότερων προς το περιβάλλον καυσίμων. Οι Εθνικές υποσχέσεις όμως, διαφέρουν σημαντικά από τις τρέχουσες πολιτικές για το κλίμα, γεγονός που συνεπάγεται σταδιακή αύξηση του ποσοστού εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και ταυτόχρονα την ανησυχητική αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Η τεχνολογική καινοτομία και οι τάσεις στην παραγωγή και ζήτηση ενέργειας Η χρησιμοποίηση των τεχνολογικών καινοτομιών σε όλο το εύρος της ενεργειακής δραστηριότητας, αναμφίβολα συμβάλλει στην καταπολέμηση των αρνητικών επιδράσεων και ενισχύει την ενεργειακή μετάβαση προς φιλικότερες μορφές ενέργειας. Επιγραμματικά, η ψηφιοποίηση, τα έξυπνα δίκτυα, η ηλεκτροκίνηση, η αποθήκευση ενέργειας, η επανάσταση της εξόρυξης σχιστολιθικού φυσικού αερίου και τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, είναι μερικές από τις χιλιάδες τεχνολογικές εξελίξεις που ενισχύουν την απεξάρτηση από τις ρυπογόνες μορφές ενέργειας και συμβάλλουν στην προστασία του πλανήτη. Επιπλέον, η στάση που θα ακολουθήσουν οι λεγόμενοι εθνικοί ρυπαντές είναι κομβικής σημασίας στην προσπάθεια μείωσης των εκπομπών, καθώς στις μέρες μας παρατηρείται σταδιακά έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον και ένας γενικευμένος προσανατολισμός των ενεργειακών κολοσσών προς τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Παράλληλα, η τάση της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας, αναμένεται να είναι ανοδική για όλες τις μορφές ενέργειας, πλην του άνθρακα, για τον οποίο, από το 2030 και μετέπειτα, αναμένεται σταδιακή απεξάρτηση από την κατανάλωση του. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, τα πετρελαϊκά αποθέματα επαρκούν για να καλύψουν τη συνολική ζήτηση μέχρι τα μέσα του παρόντος αιώνα, ενώ η αγορά του φυσικού αερίου αναμένεται να λειτουργήσει ως γέφυρα για την μετάβαση από τη σημερινή κατάσταση στην αποκαλούμενη πράσινη οικονομία του μέλλοντος. Παράλληλα, παρατηρείται αντίστροφη τάση μεταξύ της σταδιακής ελάττωσης της χρησιμοποίησης πυρηνικής ενέργειας και της όλο και μεγαλύτερης διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Η παγκόσμια εικόνα στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας Αναλυτικότερα, όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των έξι μεγαλύτερων καταναλωτών σε παγκόσμια κλίμακα (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ιαπωνία), παρατηρούμε σημαντικές διαφοροποιήσεις στη χρησιμοποίηση των διαφόρων μορφών ενέργειας, ανάλογα με τον ορυκτό πλούτο ή την πολιτική που ακολουθεί η κάθε χώρα ξεχωριστά. Παρακάτω συνοψίζουμε τις τάσεις που επικρατούν και την εξέλιξη του ενεργειακού μείγματος για τις προαναφερθείσες χώρες. Στο διάστημα μεταξύ 1990–2015, οι ΗΠΑ στράφηκαν προς την απανθρακοποίηση, η οποία ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 (53%) και κατέληξε το 2015 σε ποσοστό της τάξεως του 34%. Ταυτόχρονα, παρατηρείται άνοδος στη χρησιμοποίηση του φυσικού αερίου (32%, 2015). Επιπλέον, σταθερές τιμές κατά τη διάρκεια των υπό εξέταση ετών εμφανίζει η χρησιμοποίηση πυρηνικής (19%) και υδροηλεκτρικής (6%) ενέργειας. Ενώ, από το 2005 και μετέπειτα διακρίνεται εντυπωσιακή άνοδος στις ΑΠΕ, οι οποίες κατέλαβαν το 7% για το 2015. Οι χώρες που ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πετύχει σταδιακή μείωση του ποσοστού χρησιμοποίησης άνθρακα σε ποσοστό μικρότερο του 26%. Το συγκεκριμένο ποσοστό βρίσκονταν στο 40% στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Επιπλέον, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεταβολή του φυσικού αερίου, η οποία μέχρι το 2008 αυξανόταν συνεχώς (23%), όμως από το σημείο αυτό και έπειτα παρατηρείται σταδιακή μείωση του ποσοστού στα επίπεδα του 15%. Τα υδροηλεκτρικά κατέχουν σταθερή θέση στο 10% ενώ η πυρηνική ενέργεια συναντάται στο 30% κατά μέσο όρο για το υπό εξέταση διάστημα. Παράλληλα, όσον αφορά τη διείσδυση των ΑΠΕ, η ΕΕ είναι πρωτοπόρος σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του δείγματος. Οι χώρες που απαρτίζουν την Ένωση κατάφεραν να πετύχουν αύξηση στη διείσδυση ίση με 16% για το 2015, σε σύγκριση με το 1% που βρίσκονταν το 2000. Τα δεδομένα για την περίπτωση της Ρωσίας εμφανίζουν μικρότερη μεταβλητότητα, καθώς το φυσικό αέριο, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, καταλαμβάνει το 50% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η πυρηνική ενέργεια (16%), ενώ συγκριτικά χαμηλό ποσοστό κατέχει η χρησιμοποίηση του άνθρακα (15%). Τα υδροηλεκτρικά παραμένουν σταθερά στο 15%, ενώ έκπληξη προκαλεί η μηδενική διείσδυση των ΑΠΕ. Κίνα και Ινδία, εμφανίζουν σχεδόν ταυτόσημη χρησιμοποίηση ενεργειακών πόρων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι δύο χώρες, δικαίως κατέχουν τον τίτλο των δύο πιο ρυπογόνων κρατών παγκοσμίως, καθώς χρησιμοποιούσαν τον άνθρακα σε ποσοστό 75% για το 2015. Παράλληλα, η χρήση του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας είναι ελάχιστη, ενώ τα υδροηλεκτρικά καταλαμβάνουν ένα ποσοστό της τάξεως του 15%. Μέχρι τα τέλη του 2015, παρατηρήθηκε μικρή ένταξη αιολικών και ηλιακών μονάδων στις δύο χώρες (4%,). Τέλος, η περίπτωση της Ιαπωνίας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς στο διάστημα 1990-2015, παρατηρούνται τεράστιες μεταβολές στη χρησιμοποίηση των διαθέσιμων ενεργειακών προϊόντων. Το καταστροφικό ατύχημα της Φουκουσίμα το 2011, ανάγκασε τη χώρα να μηδενίσει τη χρήση πυρηνικής ενέργειας με ταυτόχρονη αύξηση της χρήσης των πετρελαιοειδών και των ΑΠΕ. Παράλληλα, είναι η μοναδική χώρα όπου συναντάται σταδιακή αύξηση της χρήσης του άνθρακα (33%, 2015), ενώ επίσης και το φυσικό αέριο κατέχει σημαντικό και συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό (39%, 2015) της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που φέρνει σε επαφή όλους εκείνους που μελετούν, συζητούν και προωθούν τη γνώση της ενέργειας, του περιβάλλοντος και της οικονομίας στη χώρα μας. Δρα ως ανεξάρτητο σώμα συμβούλων για εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους παρέχει μια ευρεία συνεισφορά σε ενεργειακά, οικονομικά, χάραξης πολιτικής και θεωρητικά θέματα. Η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας είναι η Ελληνική θυγατρική του Διεθνούς Συνδέσμου Ενεργειακής Οικονομίας. Ιδρύθηκε το 2015 στην Ελλάδα, και έχει έναν παγκόσμιο προσανατολισμό, καλωσορίζοντας τη συμμετοχή ερευνητών και επαγγελματιών από όλο τον κόσμο, οι οποίοι ενδιαφέρονται για θέματα συναφών με την οικονομία και την ενέργεια. Η HAEE αποτελεί το ελληνικό παράρτημα της Διεθνούς Εταιρείας Ενεργειακής Οικονομίας (IAEE). Δείτε την μελέτη εδώ: https://www.haee.gr/el/εκδόσεις/εκδόσεις-της-haee/haee-policy-reports-n02-gr/
  24. Μικρές αυξομειώσεις – αν υπάρξουν – αναμένονται στα τιμολόγια για τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας για το 2018, σύμφωνα με πληροφορίες από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας που αποφασίζει το ύψος των χρεώσεων. Την ίδια ώρα, ο ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας) προτείνει ριζικές αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των χρεώσεων για το σύστημα μεταφοράς, με κατάργηση της χρέωσης, βάσει της συμφωνημένης ισχύος, που εφαρμόζεται σήμερα και θέσπιση κινήτρων / αντικινήτρων (μειωμένες / αυξημένες χρεώσεις αντίστοιχα) για τον περιορισμό της κατανάλωσης κατά τις ώρες αιχμής. Η ΡΑΕ αναμένεται να εκδώσει τις επόμενες ημέρες τις τελικές αποφάσεις για τις χρεώσεις του συστήματος μεταφοράς και του δικτύου διανομής που εισπράττουν αντίστοιχα ο ΑΔΜΗΕ και ο Διαχειριστής του Δικτύου Διανομής (ΔΕΔΔΗΕ) για το 2018. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, οι αυξημένες επενδύσεις που προγραμματίζει ο ΑΔΜΗΕ τα επόμενα χρόνια, κυρίως για τις διασυνδέσεις των νησιών οι οποίες θα περιορίσουν συνολικά το κόστος ηλεκτροδότησης, δεν επιτρέπουν μείωση των χρεώσεων μεταφοράς και ίσως υπάρξουν μικρές αυξήσεις. Αντίστοιχα, στον ΔΕΔΔΗΕ εξετάζεται η δυνατότητα μικρών μειώσεων αφού διασφαλιστεί επίσης η χρηματοδότηση των επενδύσεων στο δίκτυο. Συνολικά σύμφωνα με αρμόδιους παράγοντες της Αρχής η επίπτωση στους τελικούς λογαριασμούς θα είναι περιορισμένη. Επιπλέον, από το 2019 προωθείται η σύνδεση των εσόδων του ΔΕΔΔΗΕ, δηλαδή των χρεώσεων που πληρώνουν οι καταναλωτές για τη χρήση του δικτύου διανομής, με τα αποτελέσματα στο «μέτωπο» της αντιμετώπισης των ρευματοκλοπών. Με τις αποφάσεις για τη χρέωση των δικτύων ολοκληρώνεται ο καθορισμός των λεγόμενων μονοπωλιακών χρεώσεων στην κατανάλωση ρεύματος για το 2018, που περιλαμβάνουν επίσης τις χρεώσεις για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας και το Ειδικό Τέλος Μείωσης Αέριων Ρύπων (ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ) οι οποίες ανακοινώθηκαν στα τέλη του προηγούμενου έτους. Στο μεταξύ ο ΑΔΜΗΕ εισηγείται ριζική αλλαγή της μεθόδου τιμολόγησης των χρεώσεων για το σύστημα μεταφοράς με στόχο οι χρεώσεις να παρέχουν κίνητρο στους καταναλωτές προκειμένου να περιορίζονται οι αιχμές της. Η χειμερινή περίοδος αιχμής είναι Δεκέμβριος – Φεβρουάριος , ώρες 6 – 8 μ.μ. και η καλοκαιρινή περίοδος Ιούνιος – Αύγουστος, 9 – 10 μ.μ. Για τους καταναλωτές που τροφοδοτούνται από την υψηλή και μέση τάση (μεγάλες βιομηχανίες, εμπορικές αλυσίδες κ.α.) προτείνεται η χρέωση να συναρτάται με την κατανάλωση κατά τις ώρες αιχμής, η οποία μπορεί να προσδιοριστεί εύκολα καθώς η εν λόγω κατηγορία καταναλωτών διαθέτουν μετρητές με δυνατότητα ωρομέτρησης (μέτρηση της κατανάλωσης ανά ώρα της ημέρας). Έτσι το τιμολόγιο θα διαμορφώνεται ουσιαστικά και από τη συμπεριφορά του καταναλωτή: αν περιορίσει τη ζήτηση κατά τις ώρες αιχμής, θα έχει χαμηλότερη χρέωση και αντίστροφα. Στη χαμηλή τάση (νοικοκυριά, μικρές επιχειρήσεις, αγρότες κλπ.), επειδή δεν υπάρχουν μετρητές με δυνατότητα ωρομέτρησης, θα λαμβάνεται υπόψη αντίστοιχα η κατανάλωση όλης της κατηγορίας πελατών (πχ. νοικοκυριά, εμπορικά καταστήματα) ή του συνόλου της χαμηλής τάσης κατά τις ώρες αιχμής. Συγκεκριμένα προτείνεται η εξής μεθοδολογία: Για κάθε έναν από τους έξι «μήνες αιχμής» (Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο) θα εξετάζεται μια τυπική ημέρα και θα υπολογίζεται το ποσοστό της κατανάλωσης κατά τις ώρες αιχμής ως προς το σύνολο του 24ώρου. Ο μέσος όρος των ποσοστών που θα προκύψουν για τους έξι μήνες αιχμής θα χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό των χρεώσεων του επόμενου έτους. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την εισήγηση του ΑΔΜΗΕ: «Έστω ότι βάσει της τυπικής καμπύλης διακύμανσης φορτίου για την κατηγορία «Οικιακοί Πελάτες» για μια τυπική ημέρα του Δεκεμβρίου ο μέρος όρος της κατανάλωσης κατά τις ώρες 6 – 8 μ.μ. αντιστοιχεί σε ποσοστό 6 % της συνολικής ημερήσιας κατανάλωσης. Το ανωτέρω ποσοστό υπολογίζεται για κάθε ένα από τους υπόλοιπους χειμερινούς και καλοκαιρινούς μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο. Έστω ότι ο μέσος όρος των υπολογιζόμενων ποσοστών για τους ανωτέρω έξι μήνες είναι 5,5 %. Στην παραπάνω περίπτωση η Χρέωση Χρήσης Συστήματος για τους οικιακούς πελάτες για κάθε μήνα του έτους θα ισούται με 5,5 % επί την μηνιαία κατανάλωση επί την μοναδιαία Χρέωση Χρήσης Συστήματος». Σημειώνεται ότι το ισχύον τιμολόγιο για τη μεταφορά αποτελείται από δύο διαφορετικές χρεώσεις, ισχύος που βασίζεται στην συμφωνημένη ισχύ της παροχής και ενέργειας. Η πρόταση του ΑΔΜΗΕ περιλαμβάνει επίσης την κατάργηση της χρέωσης ισχύος. Η εφαρμογή διαφορετικών τιμολογίων στη διάρκεια του 24ωρου θα γίνει πιο εύκολη όταν εγκαταστασθούν οι λεγόμενοι «έξυπνοι μετρητές», διαδικασία που βρίσκεται στο στάδιο της πιλοτικής εφαρμογής. Στόχος της ΡΑΕ είναι το νέο σύστημα που θα αποφασισθεί να ισχύσει από το 2019. Πηγή: https://www.b2green....is-ores-aichmis Click here to view the είδηση
  25. Μικρές αυξομειώσεις – αν υπάρξουν – αναμένονται στα τιμολόγια για τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας για το 2018, σύμφωνα με πληροφορίες από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας που αποφασίζει το ύψος των χρεώσεων. Την ίδια ώρα, ο ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας) προτείνει ριζικές αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των χρεώσεων για το σύστημα μεταφοράς, με κατάργηση της χρέωσης, βάσει της συμφωνημένης ισχύος, που εφαρμόζεται σήμερα και θέσπιση κινήτρων / αντικινήτρων (μειωμένες / αυξημένες χρεώσεις αντίστοιχα) για τον περιορισμό της κατανάλωσης κατά τις ώρες αιχμής. Η ΡΑΕ αναμένεται να εκδώσει τις επόμενες ημέρες τις τελικές αποφάσεις για τις χρεώσεις του συστήματος μεταφοράς και του δικτύου διανομής που εισπράττουν αντίστοιχα ο ΑΔΜΗΕ και ο Διαχειριστής του Δικτύου Διανομής (ΔΕΔΔΗΕ) για το 2018. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, οι αυξημένες επενδύσεις που προγραμματίζει ο ΑΔΜΗΕ τα επόμενα χρόνια, κυρίως για τις διασυνδέσεις των νησιών οι οποίες θα περιορίσουν συνολικά το κόστος ηλεκτροδότησης, δεν επιτρέπουν μείωση των χρεώσεων μεταφοράς και ίσως υπάρξουν μικρές αυξήσεις. Αντίστοιχα, στον ΔΕΔΔΗΕ εξετάζεται η δυνατότητα μικρών μειώσεων αφού διασφαλιστεί επίσης η χρηματοδότηση των επενδύσεων στο δίκτυο. Συνολικά σύμφωνα με αρμόδιους παράγοντες της Αρχής η επίπτωση στους τελικούς λογαριασμούς θα είναι περιορισμένη. Επιπλέον, από το 2019 προωθείται η σύνδεση των εσόδων του ΔΕΔΔΗΕ, δηλαδή των χρεώσεων που πληρώνουν οι καταναλωτές για τη χρήση του δικτύου διανομής, με τα αποτελέσματα στο «μέτωπο» της αντιμετώπισης των ρευματοκλοπών. Με τις αποφάσεις για τη χρέωση των δικτύων ολοκληρώνεται ο καθορισμός των λεγόμενων μονοπωλιακών χρεώσεων στην κατανάλωση ρεύματος για το 2018, που περιλαμβάνουν επίσης τις χρεώσεις για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας και το Ειδικό Τέλος Μείωσης Αέριων Ρύπων (ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ) οι οποίες ανακοινώθηκαν στα τέλη του προηγούμενου έτους. Στο μεταξύ ο ΑΔΜΗΕ εισηγείται ριζική αλλαγή της μεθόδου τιμολόγησης των χρεώσεων για το σύστημα μεταφοράς με στόχο οι χρεώσεις να παρέχουν κίνητρο στους καταναλωτές προκειμένου να περιορίζονται οι αιχμές της. Η χειμερινή περίοδος αιχμής είναι Δεκέμβριος – Φεβρουάριος , ώρες 6 – 8 μ.μ. και η καλοκαιρινή περίοδος Ιούνιος – Αύγουστος, 9 – 10 μ.μ. Για τους καταναλωτές που τροφοδοτούνται από την υψηλή και μέση τάση (μεγάλες βιομηχανίες, εμπορικές αλυσίδες κ.α.) προτείνεται η χρέωση να συναρτάται με την κατανάλωση κατά τις ώρες αιχμής, η οποία μπορεί να προσδιοριστεί εύκολα καθώς η εν λόγω κατηγορία καταναλωτών διαθέτουν μετρητές με δυνατότητα ωρομέτρησης (μέτρηση της κατανάλωσης ανά ώρα της ημέρας). Έτσι το τιμολόγιο θα διαμορφώνεται ουσιαστικά και από τη συμπεριφορά του καταναλωτή: αν περιορίσει τη ζήτηση κατά τις ώρες αιχμής, θα έχει χαμηλότερη χρέωση και αντίστροφα. Στη χαμηλή τάση (νοικοκυριά, μικρές επιχειρήσεις, αγρότες κλπ.), επειδή δεν υπάρχουν μετρητές με δυνατότητα ωρομέτρησης, θα λαμβάνεται υπόψη αντίστοιχα η κατανάλωση όλης της κατηγορίας πελατών (πχ. νοικοκυριά, εμπορικά καταστήματα) ή του συνόλου της χαμηλής τάσης κατά τις ώρες αιχμής. Συγκεκριμένα προτείνεται η εξής μεθοδολογία: Για κάθε έναν από τους έξι «μήνες αιχμής» (Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο) θα εξετάζεται μια τυπική ημέρα και θα υπολογίζεται το ποσοστό της κατανάλωσης κατά τις ώρες αιχμής ως προς το σύνολο του 24ώρου. Ο μέσος όρος των ποσοστών που θα προκύψουν για τους έξι μήνες αιχμής θα χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό των χρεώσεων του επόμενου έτους. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την εισήγηση του ΑΔΜΗΕ: «Έστω ότι βάσει της τυπικής καμπύλης διακύμανσης φορτίου για την κατηγορία «Οικιακοί Πελάτες» για μια τυπική ημέρα του Δεκεμβρίου ο μέρος όρος της κατανάλωσης κατά τις ώρες 6 – 8 μ.μ. αντιστοιχεί σε ποσοστό 6 % της συνολικής ημερήσιας κατανάλωσης. Το ανωτέρω ποσοστό υπολογίζεται για κάθε ένα από τους υπόλοιπους χειμερινούς και καλοκαιρινούς μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο. Έστω ότι ο μέσος όρος των υπολογιζόμενων ποσοστών για τους ανωτέρω έξι μήνες είναι 5,5 %. Στην παραπάνω περίπτωση η Χρέωση Χρήσης Συστήματος για τους οικιακούς πελάτες για κάθε μήνα του έτους θα ισούται με 5,5 % επί την μηνιαία κατανάλωση επί την μοναδιαία Χρέωση Χρήσης Συστήματος». Σημειώνεται ότι το ισχύον τιμολόγιο για τη μεταφορά αποτελείται από δύο διαφορετικές χρεώσεις, ισχύος που βασίζεται στην συμφωνημένη ισχύ της παροχής και ενέργειας. Η πρόταση του ΑΔΜΗΕ περιλαμβάνει επίσης την κατάργηση της χρέωσης ισχύος. Η εφαρμογή διαφορετικών τιμολογίων στη διάρκεια του 24ωρου θα γίνει πιο εύκολη όταν εγκαταστασθούν οι λεγόμενοι «έξυπνοι μετρητές», διαδικασία που βρίσκεται στο στάδιο της πιλοτικής εφαρμογής. Στόχος της ΡΑΕ είναι το νέο σύστημα που θα αποφασισθεί να ισχύσει από το 2019. Πηγή: https://www.b2green.gr/el/post/53992/admie-timologisi-analoga-me-tin-katanalosi-tis-ores-aichmis
×
×
  • Create New...

Σημαντικό

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώνουμε το περιεχόμενο του website μας. Μπορείτε να τροποποιήσετε τις ρυθμίσεις των cookie, ή να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την χρήση τους.