Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'πινακοθήκη'.

  • Αναζήτηση με βάση τις ετικέτες

    Πληκτρολογήστε τις ετικέτες και χωρίστε τες με κόμμα.
  • Αναζήτηση με βάση τον συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Φόρουμ

  • Ειδήσεις
    • Ειδήσεις
  • Εργασίες Μηχανικών
    • Τοπογραφικά-Χωροταξικά
    • Αρχιτεκτονικά
    • Στατικά
    • Μηχανολογικά
    • Ηλεκτρολογικά
    • Περιβαλλοντικά
    • Διάφορα
  • Εργασιακά-Διαδικαστικά
    • Άδειες-Διαδικασίες
    • Αυθαίρετα
    • Οικονομικά-Αμοιβές
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά
    • Εκπαίδευση
    • Ειδικότητες-Συλλογικά Όργανα
  • Εργαλεία
    • Προγράμματα Η/Υ
    • Εξοπλισμός
    • Διαδίκτυο
    • Showroom
  • Γενικά
    • Αγγελίες
    • Κουβέντα
    • Δράσεις-Προτάσεις προς φορείς
    • Michanikos.gr
    • Θέματα Ιδιωτών
  • Δοκιμαστικό's Θεματολογία γενική

Κατηγορίες

  • 1. Τοπογραφικά-Πολεοδομικά
    • 1.1 Λογισμικό
    • 1.2 Νομοθεσία
    • 1.3 Έντυπα
    • 1.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 1.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 2. Συγκοινωνιακά - Οδοποιίας
    • 2.1 Λογισμικό
    • 2.2 Νομοθεσία
    • 2.3 Έντυπα
    • 2.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 2.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 3. Αρχιτεκτονικά - Σχεδιαστικά
    • 3.1 Λογισμικό
    • 3.2 Νομοθεσία
    • 3.3 Έντυπα
    • 3.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 3.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 4. Στατικά - Εδαφοτεχνικά
    • 4.1 Λογισμικό
    • 4.2 Νομοθεσία
    • 4.3 Έντυπα
    • 4.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 4.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 5. Μηχανολογικά
    • 5.1 Λογισμικό
    • 5.2 Νομοθεσία
    • 5.3 Έντυπα
    • 5.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 5.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 6. Ηλεκτρολογικά
    • 6.1 Λογισμικό
    • 6.2 Νομοθεσία
    • 6.3 Έντυπα
    • 6.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 6.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 7. ΑΠΕ - Φωτοβολταϊκά
    • 7.1 Λογισμικό
    • 7.2 Νομοθεσία
    • 7.3 Έντυπα
    • 7.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 7.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 8. Περιβαλλοντικά
    • 8.1 Λογισμικό
    • 8.2 Νομοθεσία
    • 8.3 Έντυπα
    • 8.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 8.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 9. Υδραυλικά - Λιμενικά
    • 9.1 Λογισμικό
    • 9.2 Νομοθεσία
    • 9.3 Έντυπα
    • 9.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 9.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 10. Διαχείριση Έργων - Εκτιμήσεις - Πραγματογνωμοσύνες
    • 10.1 Λογισμικό
    • 10.2 Νομοθεσία
    • 10.3 Έντυπα
    • 10.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 10.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 11. Δημόσια Έργα - Ασφάλεια και Υγιεινή
    • 11.1 Λογισμικό
    • 11.2 Νομοθεσία
    • 11.3 Έντυπα
    • 11.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 11.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 12. Αμοιβές - Φορολογικά - Άδειες
    • 12.1 Λογισμικό
    • 12.2 Νομοθεσία
    • 12.3 Έντυπα - Αιτήσεις
    • 12.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 13. Αυθαίρετα
    • 13.1 Λογισμικό
    • 13.2 Νομοθεσία
    • 13.3 Έντυπα
    • 13.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 14. Διάφορα

Categories

  • Ειδήσεις
    • Νομοθεσία
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά-Φορολογικά
    • Περιβάλλον
    • Ενέργεια-ΑΠΕ
    • Τεχνολογία
    • Χρηματοδοτήσεις
    • Έργα-Υποδομές
    • Επικαιρότητα
    • Αρθρογραφία
    • Michanikos.gr
    • webTV
    • Sponsored

Βρείτε αποτελέσματα...

Βρείτε αποτελέσματα που...


Ημερομηνία δημιουργίας

  • Start

    End


Τελευταία ενημέρωση

  • Start

    End


Φιλτράρισμα με βάση τον αριθμό των...

Εντάχθηκε

  • Start

    End


Ομάδα


Επάγγελμα


Ειδικότητα

  1. «Λάθος κολοσσιαίων διαστάσεων» χαρακτήρισε ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ στο Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων την αστοχία της γεωτεχνικής μελέτης με την οποία άρχισε η εργολαβία για την επέκταση της Εθνικής Πινακοθήκης, καθώς διαπιστώθηκε ότι ήταν ψηλότερα του αναμενομένου ο υδροφόρος ορίζοντας, λόγω του διερχόμενου από εκεί ποταμού Ιλισού, με αποτέλεσμα το έργο να διακοπεί. «Υπάρχουν ευθύνες γι' αυτούς που έκαναν τις μελέτες» πρόσθεσε ο κ. Ν. Νικολαΐδης, μειοψηφώντας στην έγκριση της νέας τροποποιημένης στατικής μελέτης που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο. Ο ίδιος είπε ότι δεν επείσθη για την επάρκεια λύσεων στεγανοποίησης που δίνει η νέα μελέτη, δίνοντας έτσι και μια πρόγευση για την «υποδοχή» που θα έχει από το Τεχνικό Συμβούλιο του υπουργείου Πολιτισμού την προσεχή εβδομάδα. Θυμίζουμε πως το έργο επέκτασης της Πινακοθήκης έχει διακοπεί από τη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι ο υδροφόρος ορίζοντας βρίσκεται σε βάθος από 4,5 έως 7,7 μέτρα (ανάλογα με την κλίση του εδάφους), δηλαδή 8 μέτρα πιο πάνω από τις εκτιμήσεις της αρχικής γεωτεχνικής μελέτης (βάθος 15,85 έως 24,7 μέτρα). «Μας εκπλήσσει η απόκλιση τόσων μέτρων της πρόβλεψης του υδροφόρου ορίζοντα σε μια περιοχή που αναμενόταν η ύπαρξη του ποταμού», επεσήμανε ο καθηγητής του ΕΜΠ, Παναγιώτης Τουρνικιώτης. Το ζήτημα που απασχόλησε το Συμβούλιο αφορούσε την ασφάλεια των έργων που θα αποθηκεύονται στα υπόγεια του κτηρίου. Κάποιοι μάλιστα τόνισαν ότι δεν μπορεί οι θησαυροί της Εθνικής Πινακοθήκης να βρεθούν μετά την επέκτασή της μέσα στο νερό. Με το νέο σχεδιασμό στην κατώτερη στάθμη θα βρίσκεται και η αίθουσα περιοδικών εκθέσεων. Ωστόσο, η διοίκηση της Ε.Π. προσπάθησε να καθησυχάσει τα μέλη του ΚΣΝΜ υποστηρίζοντας ότι πολλά μουσεία του εξωτερικού, που γειτνιάζουν με ποτάμια ή βρίσκονται κάτω από το νερό, όπως τα μουσεία Ορσέ και Λούβρο στο Παρίσι, που έχουν τις αποθήκες τους κάτω από το νερό του Σηκουάνα, αλλά και τα μουσεία της Βενετίας που βρίσκονται μέσα στο νερό, δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα, καθώς σήμερα υπάρχουν τεχνικές λύσεις για τη στεγανοποίηση των υπογείων. Η νέα μελέτη προβλέπει την ενίσχυση θεμελίωσης του νέου κτηρίου και αύξηση του οπλισμού στους τοίχους περιμετρικά, προκειμένου να προστατευθεί η κατασκευή από τις πλευρικές ωθήσεις των υδάτων. Επίσης προβλέπει προσθήκη κι άλλων φρεατίων άντλησης υδάτων και τρία μόνιμα αντλιοστάσια εξωτερικά του κτηρίου επέκτασης, «για λόγους ασφαλείας», όπως είπαν. Στη μακρά συζήτηση που έγινε στο Συμβούλιο ετέθη και το ενδεχόμενο να μην κατασκευαστούν υπόγεια, κάτι που αποκλείστηκε, καθώς έτσι θα υπάρξει μεταβολή στο φυσικό αντικείμενο του έργου, γεγονός που θα θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοδότησή του από το ΕΣΠΑ. Η γεν. διευθύντρια Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Εργων Ευγενία Γατοπούλου ανέφερε ότι εξέτασαν και την πιθανότητα να αποθηκεύονται αλλού τα έργα, αλλά στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε η Πινακοθήκη να μισθώνει εταιρεία σεκιούριτι κάθε φορά που θα μετέφερε κάποιο έργο προς έκθεση, ανεβάζοντας το λειτουργικό της κόστος και επιπλέον θέτοντας σε κίνδυνο και τα ίδια τα έργα. Το υπουργείο Πολιτισμού πάντως βιάζεται ώστε το έργο να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος (ώς το τέλος του 2015). Πηγή: http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=16/12/2013&id=404979
  2. Προβληματισμό δημιουργεί το έργο της επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης, καθώς ο εντοπισμός του υδροφόρου ορίζοντα σε βάθος κατά οκτώ μέτρα μικρότερο από όσο αρχικά υπολογιζόταν εγείρει ερωτήματα για την ασφάλεια αποθήκευσης των θησαυρών της Πινακοθήκης κυριολεκτικά μέσα στο νερό. Μεγάλα μουσεία του εξωτερικού που βρίσκονται δίπλα ή κάτω από το νερό δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα, υπογραμμίζει πάντως η διοίκηση της Πινακοθήκης. Το θέμα απασχόλησε την Πέμπτη τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, που κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν εκ νέου για τη στατική μελέτη του έργου, που χρειάστηκε τροποποίηση, όταν ανακαλύφθηκε ότι ο ποταμός Ιλισός βρίσκεται σε βάθος από 4,5 έως 7,7 μέτρα (ανάλογα με την κλίση του εδάφους), δηλαδή τουλάχιστον οκτώ μέτρα πιο πάνω από τις εκτιμήσεις της αρχικής γεωτεχνικής μελέτης (που υπολόγιζε τον υδροφόρο ορίζοντα σε βάθος 15,85 έως 24,7 μέτρα). Με τα νέα δεδομένα, η αίθουσα περιοδικών εκθέσεων και οι αποθήκες της Εθνικής Πινακοθήκης, όπου θα φυλάσσονται τα έργα τέχνης, θα περιβάλλονται από τα νερά του ποταμού. Μέλη του Συμβουλίου διατύπωσαν ανησυχία για την ασφάλεια των έργων, που θα αποθηκεύονται σε αίθουσες κάτω από το νερό. «Λάθος κολοσσιαίων διαστάσεων» χαρακτήρισε την αστοχία της προηγούμενης γεωτεχνικής μελέτης ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ στο Συμβούλιο, Νίκος Νικολαΐδης, και πρόσθεσε: «Υπάρχουν ευθύνες γι' αυτούς που έκαναν τις μελέτες». «Μας εκπλήσσει το γεγονός της απόκλισης τόσων μέτρων της πρόβλεψης του υδροφόρου ορίζοντα σε μια περιοχή που αναμενόταν η ύπαρξη του ποταμού» συμπλήρωσε ο καθηγητής του ΕΜΠ, Παναγιώτης Τουρνικιώτης. Σύμφωνα με τη νέα στατική μελέτη, η στάθμη σχεδιασμού του υδροφόρου ορίζοντα τίθεται στα 4,2 μέτρα, δηλαδή 30 εκατοστά πάνω από τη μετρηθείσα, στάθμη που σε σχέση με το δάπεδο του ισογείου του κεντρικού κτιρίου της Πινακοθήκης είναι στα -12,5 μέτρα. Για την ασφάλεια και στεγανότητα της κατασκευής, η μελέτη προβλέπει την προσθήκη φρεατίων άντλησης και τριών μόνιμων αντλιοστασίων που θα κατασκευαστούν εξωτερικά του κτιρίου της επέκτασης για λόγους ασφαλείας. Επίσης, προβλέπεται η ενίσχυση της θεμελίωσης του νέου κτιρίου για την αντιστάθμιση της άνωσης, αλλά και η αύξηση του οπλισμού των περιμετρικών τοίχων για να προστατευθούν από τις πλευρικές ωθήσεις του νερού. Τα νέα δεδομένα προβλημάτισαν το υπουργείο Πολιτισμού, που τελικά παρέμεινε στον αρχικό σχεδιασμό της κατασκευής των υπογείων, προκειμένου να μην αλλάξει το φυσικό αντικείμενο του έργου που θα θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοδότησή του από το ΕΣΠΑ. «Εξετάσαμε και την πιθανότητα να αποθηκεύονται αλλού τα έργα, ωστόσο στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε η Πινακοθήκη να πηγαινοφέρνει έργα μισθώνοντας εταιρεία σεκιούριτι και θέτοντας τελικά σε κίνδυνο τα ίδια τα έργα» επισήμανε η γενική διευθύντρια Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων, Ευγενία Γατοπούλου. Όσον αφορά στην ημερομηνία παράδοσης του έργου, η κ. Γατοπούλου υπογράμμισε ότι στόχος του υπουργείου είναι αυτό να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος, δηλαδή ως το τέλος του 2015. Τα μουσειολογικά ζητήματα που προκύπτουν από τα νέα δεδομένα της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα προβλημάτισαν έντονα και τη Διοίκηση της Εθνικής Πινακοθήκης, που διερεύνησε αντίστοιχες περιπτώσεις μουσείων του εξωτερικού που βρίσκονται μέσα στο νερό. Όπως εξήγησε η επιμελήτρια της Πινακοθήκης και μέλος του ΚΣΝΜ, Όλγα Μεντζαφού, «διερευνήσαμε τι γίνεται σε άλλα μουσεία του εξωτερικού, όπου είδαμε ότι με τις κατάλληλες τεχνολογικές λύσεις υπάρχει η δυνατότητα να είναι ασφαλή τα έργα. Η ανάδοχη εταιρεία μας έχει διαβεβαιώσει ότι θα εφαρμόσει τις απαιτούμενες λύσεις». Στα αντίστοιχα παραδείγματα του εξωτερικού περιλαμβάνονται τα μουσεία Ορσέ και Λούβρο στο Παρίσι, που έχουν τις αποθήκες τους κάτω από το νερό του Σηκουάνα, αλλά και τα μουσεία της Βενετίας που βρίσκονται μέσα στο νερό. Η διευθύντρια της Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα παρατήρησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «σε επισκέψεις μας στις αποθήκες των μουσείων του Λούβρου και Ορσέ, που ήταν και παλαιότερες κατασκευές είδαμε ότι δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Σήμερα υπάρχουν όλα τα μέσα για να στεγανοποιήσεις τις αποθήκες». Τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησαν τελικά κατά πλειοψηφία υπέρ της έγκρισης της τροποποιημένης μελέτης, καθώς έκριναν ότι σύμφωνα με την αρμοδιότητά τους πρέπει να αποφανθούν για το κατά πόσο η μελέτη θέτει σε κίνδυνο το διατηρητέο υπάρχον κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης. Μειοψήφησε ο Νίκος Νικολαΐδης, με το σκεπτικό ότι δεν έχει πειστεί για την επάρκεια των λύσεων στεγανοποίησης που δίνει η στατική μελέτη. Την επόμενη εβδομάδα η τροποποιημένη μελέτη θα εξεταστεί από το Τεχνικό Συμβούλιο του υπουργείου Πολιτισμού. Πηγή: http://news.in.gr/culture/article/?aid=1231280610
  3. «Λάθος κολοσσιαίων διαστάσεων» χαρακτήρισε ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ στο Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων την αστοχία της γεωτεχνικής μελέτης με την οποία άρχισε η εργολαβία για την επέκταση της Εθνικής Πινακοθήκης, καθώς διαπιστώθηκε ότι ήταν ψηλότερα του αναμενομένου ο υδροφόρος ορίζοντας, λόγω του διερχόμενου από εκεί ποταμού Ιλισού, με αποτέλεσμα το έργο να διακοπεί. «Υπάρχουν ευθύνες γι' αυτούς που έκαναν τις μελέτες» πρόσθεσε ο κ. Ν. Νικολαΐδης, μειοψηφώντας στην έγκριση της νέας τροποποιημένης στατικής μελέτης που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο. Ο ίδιος είπε ότι δεν επείσθη για την επάρκεια λύσεων στεγανοποίησης που δίνει η νέα μελέτη, δίνοντας έτσι και μια πρόγευση για την «υποδοχή» που θα έχει από το Τεχνικό Συμβούλιο του υπουργείου Πολιτισμού την προσεχή εβδομάδα. Θυμίζουμε πως το έργο επέκτασης της Πινακοθήκης έχει διακοπεί από τη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι ο υδροφόρος ορίζοντας βρίσκεται σε βάθος από 4,5 έως 7,7 μέτρα (ανάλογα με την κλίση του εδάφους), δηλαδή 8 μέτρα πιο πάνω από τις εκτιμήσεις της αρχικής γεωτεχνικής μελέτης (βάθος 15,85 έως 24,7 μέτρα). «Μας εκπλήσσει η απόκλιση τόσων μέτρων της πρόβλεψης του υδροφόρου ορίζοντα σε μια περιοχή που αναμενόταν η ύπαρξη του ποταμού», επεσήμανε ο καθηγητής του ΕΜΠ, Παναγιώτης Τουρνικιώτης. Το ζήτημα που απασχόλησε το Συμβούλιο αφορούσε την ασφάλεια των έργων που θα αποθηκεύονται στα υπόγεια του κτηρίου. Κάποιοι μάλιστα τόνισαν ότι δεν μπορεί οι θησαυροί της Εθνικής Πινακοθήκης να βρεθούν μετά την επέκτασή της μέσα στο νερό. Με το νέο σχεδιασμό στην κατώτερη στάθμη θα βρίσκεται και η αίθουσα περιοδικών εκθέσεων. Ωστόσο, η διοίκηση της Ε.Π. προσπάθησε να καθησυχάσει τα μέλη του ΚΣΝΜ υποστηρίζοντας ότι πολλά μουσεία του εξωτερικού, που γειτνιάζουν με ποτάμια ή βρίσκονται κάτω από το νερό, όπως τα μουσεία Ορσέ και Λούβρο στο Παρίσι, που έχουν τις αποθήκες τους κάτω από το νερό του Σηκουάνα, αλλά και τα μουσεία της Βενετίας που βρίσκονται μέσα στο νερό, δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα, καθώς σήμερα υπάρχουν τεχνικές λύσεις για τη στεγανοποίηση των υπογείων. Η νέα μελέτη προβλέπει την ενίσχυση θεμελίωσης του νέου κτηρίου και αύξηση του οπλισμού στους τοίχους περιμετρικά, προκειμένου να προστατευθεί η κατασκευή από τις πλευρικές ωθήσεις των υδάτων. Επίσης προβλέπει προσθήκη κι άλλων φρεατίων άντλησης υδάτων και τρία μόνιμα αντλιοστάσια εξωτερικά του κτηρίου επέκτασης, «για λόγους ασφαλείας», όπως είπαν. Στη μακρά συζήτηση που έγινε στο Συμβούλιο ετέθη και το ενδεχόμενο να μην κατασκευαστούν υπόγεια, κάτι που αποκλείστηκε, καθώς έτσι θα υπάρξει μεταβολή στο φυσικό αντικείμενο του έργου, γεγονός που θα θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοδότησή του από το ΕΣΠΑ. Η γεν. διευθύντρια Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Εργων Ευγενία Γατοπούλου ανέφερε ότι εξέτασαν και την πιθανότητα να αποθηκεύονται αλλού τα έργα, αλλά στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε η Πινακοθήκη να μισθώνει εταιρεία σεκιούριτι κάθε φορά που θα μετέφερε κάποιο έργο προς έκθεση, ανεβάζοντας το λειτουργικό της κόστος και επιπλέον θέτοντας σε κίνδυνο και τα ίδια τα έργα. Το υπουργείο Πολιτισμού πάντως βιάζεται ώστε το έργο να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος (ώς το τέλος του 2015). Πηγή: http://www.enet.gr/?.../2013&id=404979 Click here to view the είδηση
  4. Η Εθνική Πινακοθήκη, με την επέκταση και ανακαίνιση των χώρων της, αποτελεί το πρώτο μεγάλο έργο του Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού στη νέα δεκαετία. Αποδίδεται συμβολικά στις 24 Μαρτίου, όπως όρισε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την επίσκεψή του στο ΥΠΠΟΑ, στις 2 Αυγούστου 2019. Σηματοδοτεί την έναρξη των εορτασμών της επετείου των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση. Η ελληνική τέχνη του 19ου και του 20ού αιώνα, που φιλοξενείται στις αίθουσες της νέας Εθνικής Πινακοθήκης, εξελίσσεται παράλληλα με την Ιστορία της ελεύθερης Ελλάδας και τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους. Η Εθνική Πινακοθήκη θα ανοίξει τις πύλες, στους Έλληνες και στους ξένους επισκέπτες και φιλότεχνους, μόλις το επιτρέψουν τα μέτρα για τη πανδημία, με την περιοδική έκθεση «Το 1821 στη ζωγραφική. Η Ελλάς απαιτεί την ιστορικήν Πινακοθήκην της». Τα έργα της έκθεσης προέρχονται αποκλειστικά από τις ελληνικές και ευρωπαϊκές συλλογές της, με ζωγραφική του 19ου αιώνα. Εκτίθενται κατ’ εξαίρεση δύο πίνακες Ιταλών καλλιτεχνών οι οποίοι ανήκουν στο Ίδρυμα Αντώνιος Ε. Κομνηνός. Παραχωρήθηκαν, γενναιόδωρα, για τις ανάγκες του επετειακού αφιερώματος. Όλοι οι πίνακες της έκθεσης είναι εμβληματικά έργα τα οποία οι δημιουργοί τους τα εμπνεύστηκαν από τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Η νέα Εθνική Πινακοθήκη Η νέα δεκαετία βρίσκει την Εθνική Πινακοθήκη, με 120 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας, κτηριακά και μουσειογραφικά ανανεωμένη. Ως σύγχρονο μουσείο Τέχνης αναδεικνύει τη φυσιογνωμία του Πολιτισμού της Ελλάδας αλλά και τη θέση που επάξια κατέχει στον παγκόσμιο πολιτισμό. Η μόνιμη έκθεση της Πινακοθήκης τώρα ξεδιπλώνεται σε 1000 πίνακες- από τους 20.000 που φυλάσσονται στις αποθήκες- αποδεικνύοντας τη μεγάλη αξία των πλούσιων συλλογών της. Το πρώτο μνημειώδες έργο που υποδέχεται τους επισκέπτες, μπαίνοντας από την κεντρική είσοδο, είναι η «Λαϊκή Αγορά» (1979-1982) του Παναγιώτη Τέτση, ένα εμβληματικό έργο, που αναβλύζει τη χαρά της ζωής και της δημιουργίας, σε μια έκρηξη χρωμάτων, υπογραμμίζοντας τον οικουμενικό χαρακτήρα της σύνθεσης. Το μεγάλο έργο επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης ξεκίνησε το 2011 και ολοκληρώθηκε το 2021, δέκα χρόνια μετά. Το 2014 το έργο παραδόθηκε χωρίς προβλήματα και με εγγυημένη τη χρηματοδότησή του. Θα μπορούσε να παραδοθεί το 2018, αν δεν είχαν μεσολαβήσει τέσσερα χρόνια, κατά τα οποία δεν υπήρξαν συντονισμός των εμπλεκομένων φορέων, χρονοδιάγραμμα και προγραμματισμός των εργασιών, οπότε το εργοτάξιο σχόλαζε. Η ανακαίνιση της Πινακοθήκης αποδείχτηκε έργο πολυσύνθετο το οποίο χρειαζόταν συνεχή επίβλεψη του ΥΠΠΟΑ και επίλυση επί τόπου των προβλημάτων που ανέκυπταν. Χρονικό του έργου επέκτασης και ανακαίνισης Το κτήριο της Πινακοθήκης, με την υπογραφή των αρχιτεκτόνων Παύλου Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρου, κηρύχθηκε ως νεώτερο μνημείο το 1998, ως κατεξοχήν έργο του μοντερνισμού. Οι όροι επέκτασης της Πινακοθήκης θεσμοθετήθηκαν το 2001 με ειδικό νόμο του Υπουργείου Πολιτισμού. Στη συνέχεια, το Υπουργείο Πολιτισμού ανέθεσε αρχικά, στους πρώτους μελετητές, στο γραφείο Π. & Κ. Μυλωνά και Δ. Φατούρου, την εκπόνηση προμελέτης, με χορηγία του «Ιδρύματος Μαρία Τσάκος». Το 2008, το ΥΠΠΟ διενήργησε δημόσιο διεθνή διαγωνισμό για τις οριστικές μελέτες, τις οποίες ανέλαβαν τα γραφεία «Αρχιτεκτονική ΕΠΕ Γραμματόπουλος - Πανουσάκης» και «Δ. Βασιλόπουλος & Συνεργάτες Ε.Ε.». Το έργο εντάχθηκε το 2011 στο ΠΕΠ Αττικής-ΕΣΠΑ 2007-2013 με χρηματοδότηση πρόσθετη από Εθνικούς Πόρους (ΠΔΕ), και από χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Η πορεία των εργασιών διεκόπη το 2013, όταν προέκυψε πρόβλημα με τον υδροφόρο ορίζοντα του ποταμού Ιλισού, καθώς διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν σε ανώτερο επίπεδο από το αρχικά προβλεπόμενο στις μελέτες. Χρειάστηκε συμπληρωματική σύμβαση με τον ανάδοχο, προκειμένου να καλυφθεί η δαπάνη της νέας μελέτης με την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και πρόσθετη χρηματοδότηση 5.500.000 ευρώ για να διασφαλιστεί η στατικότητα του κτηρίου. Η συνέχεια του έργου είχε διασφαλιστεί οικονομικά, παρά τις αντιξοότητες από την οικονομική κρίση, τον Δεκέμβρη 2014, ωστόσο η αποπεράτωσή του δεν υπήρξε προτεραιότητα του ΥΠΠΟΑ. Το εργοτάξιο της Εθνικής Πινακοθήκης είχε παραμείνει στάσιμο και χωρίς συγκεκριμένο χρόνο παράδοσης του έργου. Το έργο αποτέλεσε την απόλυτη προτεραιότητα για το ΥΠΠΟΑ, από τον Ιούλιο του 2019 και μετά. Τον Αύγουστο 2019 τέθηκε από την Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, το οποίο τηρήθηκε απαρέγκλιτα. Παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που προέκυψαν εξαιτίας της πανδημίας (λιγότερος αριθμός εργαζομένων στο εργοτάξιο, κλείσιμο των εργοστασίων προμήθειας υλικών στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Αγγλία και στην Κίνα, καθώς και λιγότερο προσωπικό στα τελωνεία για τις εισαγωγές υλικών), η Εθνική Πινακοθήκη ανοίγει σήμερα σύμφωνα, με το καθορισθέν χρονοδιάγραμμα. Η ανακαίνιση της Πινακοθήκες ολοκληρώθηκε υπο την συνεχή εποπτεία της Υπουργού Λίνας Μενδώνη και του Γενικού Γραμματέα Γιώργου Διδασκάλου και με την παρακολούθηση του έργου από τα στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης Μουσείων & Τεχνικών Έργων, τα οποία ανέλαβαν το βάρος της ολοκλήρωσης των κτηριακών εγκαταστάσεων, ενώ οι ανάδοχοι του έργου, σε πολλές περιπτώσεις, ξεπέρασαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Τα στελέχη της Πινακοθήκης και οι εξωτερικοί συνεργάτες τους μερίμνησαν για την έκθεση των Συλλογών. Το 2013, πριν από την έναρξη των εργασιών, η Πινακοθήκη εκκενώθηκε και τα έργα μεταφέρθηκαν σε αποθήκες στη Μαγούλα, στις οποίες δημιουργήθηκε η απαραίτητη υποδομή προκειμένου τα έργα να είναι απολύτως ασφαλή, ιδίως, μετά την κλοπή, της 9ης Ιανουάριου 2012, όταν εκλάπη το «Γυναικείο Κεφάλι» έργο του 1939 του Πικάσο, (λάδι σε μουσαμά, διαστάσεων 56Χ40) το οποίο δώρισε ο καλλιτέχνης το 1949 στον Ελληνικό λαό για την προσφορά του στην αντίσταση κατά των Γερμανών, Επίσης, εκλάπησαν τα έργο «Μύλος» (1905) του Ολλανδού Πιέτ Μοντριάν και ένα σχέδιο, σε χαρτί, θρησκευτικής απεικόνισης-αρχές 17ου αιώνα, που αποδίδεται στον Ιταλό Γκουλιέλμο Κάτσια (Μονκάλβο). Σχεδιασμός Ο σχεδιασμός της νέας Εθνικής Πινακοθήκης αναδεικνύει την αισθητική του κτηρίου στο αστικό περιβάλλον της Αθήνας και την τοποθετεί στο ισάξιο μουσειολογικό επίπεδο των αντίστοιχων μουσείων των μεγάλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Αναλυτικά: Στο προϋπάρχον κτήριο των 9.720 τετραγωνικών μέτρων προστέθηκαν επιπλέον 11.040 τετραγωνικά μέτρα, υπερδιπλασιάζοντας τους λειτουργικούς του χώρους στα 20.760 τετραγωνικά μέτρα, συνολικά. Το Μουσείο αποκτά νέους εκθεσιακούς χώρους 2.230 τετραγωνικών μέτρων, σύγχρονες αποθήκες έργων τέχνης 1645 τ.μ., αμφιθέατρο 350 θέσεων, χώρο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αίθουσα υποδοχής 910 τ.μ. όπου φιλοξενείται, εκτός από το εκδοτήριο εισιτηρίων και το βεστιάριο, δύο πωλητήρια και σαλόνι ψηφιακής πληροφόρησης. Το νέο μουσείο έχει κατάλληλα εξοπλισμένους χώρους, όπως υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης, γραφεία διοίκησης, καθώς και βιβλιοθήκη η οποία αναπτύσσεται σε δυο ορόφους. Διαθέτει, επίσης, δυο καφέ- εστιατόρια, με το δεύτερο στο τελευταίο επίπεδο του κτηρίου προσφέροντας πανοραμική θέα προς την Ακρόπολη, τον λόφο του Λυκαβηττού και τον κόλπο του Σαρωνικού. Στο νέο κτήριο μπορούν να εκτεθούν 1000 έργα ως μόνιμη συλλογή, ενώ προηγουμένως στο παλιό κτήριο ο αριθμός δε μπορούσε να ξεπεράσει τα 400 έργα. Η νέα αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων προσεγγίζει τα 2000 τετραγωνικά μέτρα ενώ οι αποθηκευτικοί χώροι μπορούν να στεγάσουν 10.000 έργα. Η νέα Εθνική Πινακοθήκη απέκτησε έναν επιπλέον όροφο καθώς και επιπλέον βάθος τριών επιπέδων. Στον κήπο που δημιουργείται νότια της ιστορικής κεντρικής πύλης, η Πινακοθήκη έχει μία είσοδο ανεξάρτητη από την οδό Μιχαλακοπούλου (στη συμβολή των οδών Μιχαλακοπούλου και Βασιλέως Κωνσταντίνου), η οποία είναι συμβατή με την ιδέα του Ιλισού ως υγρού στοιχείου. Με τον τρόπο αυτό συντηρείται η μνήμη του ποταμού Ιλισού και της ροής του νερού με τη δημιουργία ενός καναλιού και επιπλέον πρασίνου, στον περιβάλλοντα χώρο. Το μουσείο διαθέτει, επίσης, ράμπες κυκλοφορίας των επισκεπτών με θέα στον ορίζοντα της πόλης, ασανσέρ και κλιμακοστάσια, πλήρη προσβασιμότητα για ΑμεΑ και σύγχρονα ηλεκτρομαγνητικά συστήματα ασφάλειας. Κόστος κατασκευής Το κόστος του έργου ανέρχεται στα 59.029.102 €. Στο ποσό αυτό τα 42.016.982€ προέρχονται από δημόσια χρηματοδότηση και τα 17.012.120 € από ιδιωτική χρηματοδότηση. Το 71,2% της χρηματοδότησης του έργου επέκτασης, αντιστοιχεί σε δημόσιους πόρους (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Περιφέρειας Αττικής). Τα ψηφιακά προγράμματα της Πινακοθήκης, προϋπολογισμού 2.500.000 ευρώ, χρηματοδοτήθηκαν από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Το 28,8% προέρχεται από δωρεές Ιδρυμάτων και ιδιωτών. Ευεργέτης της Πινακοθήκης είναι το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με δωρεά 13.000.000 ευρώ. Μεγάλοι δωρητές είναι ο Θόδωρος και η Εμμανουέλα Βασιλάκη, ο Βασίλης και η Μαρίνα Θεοχαράκη, το Ίδρυμα Αντώνιος Ε. Κομνηνός, το Ίδρυμα Ευριπίδη Κουτλίδη, το Ίδρυμα Ωνάση, η κα Dorothy Λάτση, ο Παναγιώτης και η Ειρήνη Λαμού. Δωρητές είναι το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο Νικόλας Δ. Πατέρας. Η ιστορία της Εθνικής Πινακοθήκης Η δημιουργία ενός μουσείου που θα συγκέντρωνε τις ταυτόσημες με την εμβέλεια της Ελλάδας, στον παγκόσμιο πολιτισμό, καλλιτεχνικές και αρχαιολογικές συλλογές, γεννήθηκε ταυτόχρονα με τη γέννηση του ελληνικού κράτους, το 1830 και έπειτα. Το 1836 ο Βαυαρός αρχιτέκτονας Leo von Klenze εκπόνησε μια μεγάλη μελέτη για ένα «Παντεχνείον» που θα στέγαζε όχι μόνο τις αρχαιολογικές συλλογές και το Σχολείο των Τεχνών αλλά και μια Πινακοθήκη. Ωστόσο αυτό το έργο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ο πρώτος πυρήνας της Πινακοθήκης δημιουργήθηκε το 1878, στο Πολυτεχνείο, και άνοιξε τις πύλες του για το κοινό με 117 έργα Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, με σκοπό να λειτουργήσει ως παιδαγωγικό παράρτημα του Σχολείου των Τεχνών. Το 1896 ο νομικός και φιλότεχνος Αλέξανδρος Σούτσος άφησε με τη διαθήκη του τη συλλογή του και την περιουσία του στο κράτος, με σκοπό τη δημιουργία ενός «Μουσείου Καλών Τεχνών». Η Εθνική Πινακοθήκη ιδρύθηκε επισήμως τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 10 Απριλίου 1900, με πρώτο έφορο τον ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη. Οι πρώτες συλλογές αριθμούσαν 258 έργα και προέρχονταν από το Πολυτεχνείο και το Πανεπιστήμιο ενώ το 1901 προστέθηκαν και τα 107 έργα της δωρεάς του Αλέξανδρου Σούτσου. Το 1918 ανέλαβε την Πινακοθήκη ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, λογοτέχνης, ο οποίος κατάφερε να εμπλουτίσει τη συλλογή της Πινακοθήκης με σημαντικά έργα Ελλήνων καλλιτεχνών, μεταξύ των οποίων η «Συναυλία των Αγγέλων» του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Η Πινακοθήκη στεγάστηκε αρχικά στο κεντρικό κτήριο του Πολυτεχνείου σ’ ένα μικρό χώρο όπου παρέμεινε μέχρι το 1941, ενώ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι συλλογές της φυλάχθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο απ’ όπου τις παρέλαβε ο Μαρίνος Καλλιγάς. Ο ιστορικός τέχνης και βυζαντινολόγος ανέλαβε διευθυντής της Πινακοθήκης το 1949. Κατά τη θητεία του, σημαντικές αγορές εμπλούτισαν της συλλογές της Πινακοθήκης, ενώ το 1954 το κληροδότημα του Αλέξανδρου Σούτσου εντάχθηκε στο μουσείο. Με τον τρόπο αυτό, άνοιξε ο δρόμος για εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα στέγασης της Πινακοθήκης. Η Εθνική Πινακοθήκη σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες καθηγητές Νίκο Μουτσόπουλο, Παύλο Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρο (ο πρώτος μελετητής αποχώρησε) κατά τα πρότυπα του μοντερνισμού. Ο διαγωνισμός προκηρύχθηκε το 1956 και μετά από πολλές καθυστερήσεις, σε σχέση με τη θέση του οικοπέδου, το πρώτο από τα σημερινά κτήρια θεμελιώθηκε το 1964 και εγκαινιάστηκε το 1968. Το 1976 ολοκληρώθηκε και το δεύτερο κτήριο υπό τον τότε διευθυντή Δημήτρη Παπαστάμο, ενώ τα επίσημα εγκαίνια της Πινακοθήκης τελέστηκαν πανηγυρικά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Από το 1992 διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης είναι η Καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα. Στη διάρκεια της θητείας της οργανώθηκαν επιτυχημένες εκθέσεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών που προσέλκυσαν εκατομμύρια επισκέπτες και εδραίωσαν το διεθνές προφίλ της Πινακοθήκης. Το 2000 η Πινακοθήκη έκλεισε 100 χρόνια ζωής. Στην πάροδο του χρόνου, οι ανάγκες που δημιουργούσε η εξωστρέφειά της σε συνδυασμό με τον πολλαπλασιασμό των έργων στις συλλογές της που ανήλθαν στα 20.000, την ασφυξία των περιορισμένων χώρων και την ανεπάρκεια των αποθηκών για φύλαξη και στέγαση των έργων, επέφερε την ανάγκη στέγασης της Πινακοθήκης σε ανανεωμένους, σύγχρονους χώρους.
  5. Προβληματισμό δημιουργεί το έργο της επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης, καθώς ο εντοπισμός του υδροφόρου ορίζοντα σε βάθος κατά οκτώ μέτρα μικρότερο από όσο αρχικά υπολογιζόταν εγείρει ερωτήματα για την ασφάλεια αποθήκευσης των θησαυρών της Πινακοθήκης κυριολεκτικά μέσα στο νερό. Μεγάλα μουσεία του εξωτερικού που βρίσκονται δίπλα ή κάτω από το νερό δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα, υπογραμμίζει πάντως η διοίκηση της Πινακοθήκης. Το θέμα απασχόλησε την Πέμπτη τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, που κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν εκ νέου για τη στατική μελέτη του έργου, που χρειάστηκε τροποποίηση, όταν ανακαλύφθηκε ότι ο ποταμός Ιλισός βρίσκεται σε βάθος από 4,5 έως 7,7 μέτρα (ανάλογα με την κλίση του εδάφους), δηλαδή τουλάχιστον οκτώ μέτρα πιο πάνω από τις εκτιμήσεις της αρχικής γεωτεχνικής μελέτης (που υπολόγιζε τον υδροφόρο ορίζοντα σε βάθος 15,85 έως 24,7 μέτρα). Με τα νέα δεδομένα, η αίθουσα περιοδικών εκθέσεων και οι αποθήκες της Εθνικής Πινακοθήκης, όπου θα φυλάσσονται τα έργα τέχνης, θα περιβάλλονται από τα νερά του ποταμού. Μέλη του Συμβουλίου διατύπωσαν ανησυχία για την ασφάλεια των έργων, που θα αποθηκεύονται σε αίθουσες κάτω από το νερό. «Λάθος κολοσσιαίων διαστάσεων» χαρακτήρισε την αστοχία της προηγούμενης γεωτεχνικής μελέτης ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ στο Συμβούλιο, Νίκος Νικολαΐδης, και πρόσθεσε: «Υπάρχουν ευθύνες γι' αυτούς που έκαναν τις μελέτες». «Μας εκπλήσσει το γεγονός της απόκλισης τόσων μέτρων της πρόβλεψης του υδροφόρου ορίζοντα σε μια περιοχή που αναμενόταν η ύπαρξη του ποταμού» συμπλήρωσε ο καθηγητής του ΕΜΠ, Παναγιώτης Τουρνικιώτης. Σύμφωνα με τη νέα στατική μελέτη, η στάθμη σχεδιασμού του υδροφόρου ορίζοντα τίθεται στα 4,2 μέτρα, δηλαδή 30 εκατοστά πάνω από τη μετρηθείσα, στάθμη που σε σχέση με το δάπεδο του ισογείου του κεντρικού κτιρίου της Πινακοθήκης είναι στα -12,5 μέτρα. Για την ασφάλεια και στεγανότητα της κατασκευής, η μελέτη προβλέπει την προσθήκη φρεατίων άντλησης και τριών μόνιμων αντλιοστασίων που θα κατασκευαστούν εξωτερικά του κτιρίου της επέκτασης για λόγους ασφαλείας. Επίσης, προβλέπεται η ενίσχυση της θεμελίωσης του νέου κτιρίου για την αντιστάθμιση της άνωσης, αλλά και η αύξηση του οπλισμού των περιμετρικών τοίχων για να προστατευθούν από τις πλευρικές ωθήσεις του νερού. Τα νέα δεδομένα προβλημάτισαν το υπουργείο Πολιτισμού, που τελικά παρέμεινε στον αρχικό σχεδιασμό της κατασκευής των υπογείων, προκειμένου να μην αλλάξει το φυσικό αντικείμενο του έργου που θα θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοδότησή του από το ΕΣΠΑ. «Εξετάσαμε και την πιθανότητα να αποθηκεύονται αλλού τα έργα, ωστόσο στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε η Πινακοθήκη να πηγαινοφέρνει έργα μισθώνοντας εταιρεία σεκιούριτι και θέτοντας τελικά σε κίνδυνο τα ίδια τα έργα» επισήμανε η γενική διευθύντρια Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων, Ευγενία Γατοπούλου. Όσον αφορά στην ημερομηνία παράδοσης του έργου, η κ. Γατοπούλου υπογράμμισε ότι στόχος του υπουργείου είναι αυτό να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος, δηλαδή ως το τέλος του 2015. Τα μουσειολογικά ζητήματα που προκύπτουν από τα νέα δεδομένα της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα προβλημάτισαν έντονα και τη Διοίκηση της Εθνικής Πινακοθήκης, που διερεύνησε αντίστοιχες περιπτώσεις μουσείων του εξωτερικού που βρίσκονται μέσα στο νερό. Όπως εξήγησε η επιμελήτρια της Πινακοθήκης και μέλος του ΚΣΝΜ, Όλγα Μεντζαφού, «διερευνήσαμε τι γίνεται σε άλλα μουσεία του εξωτερικού, όπου είδαμε ότι με τις κατάλληλες τεχνολογικές λύσεις υπάρχει η δυνατότητα να είναι ασφαλή τα έργα. Η ανάδοχη εταιρεία μας έχει διαβεβαιώσει ότι θα εφαρμόσει τις απαιτούμενες λύσεις». Στα αντίστοιχα παραδείγματα του εξωτερικού περιλαμβάνονται τα μουσεία Ορσέ και Λούβρο στο Παρίσι, που έχουν τις αποθήκες τους κάτω από το νερό του Σηκουάνα, αλλά και τα μουσεία της Βενετίας που βρίσκονται μέσα στο νερό. Η διευθύντρια της Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα παρατήρησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «σε επισκέψεις μας στις αποθήκες των μουσείων του Λούβρου και Ορσέ, που ήταν και παλαιότερες κατασκευές είδαμε ότι δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Σήμερα υπάρχουν όλα τα μέσα για να στεγανοποιήσεις τις αποθήκες». Τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησαν τελικά κατά πλειοψηφία υπέρ της έγκρισης της τροποποιημένης μελέτης, καθώς έκριναν ότι σύμφωνα με την αρμοδιότητά τους πρέπει να αποφανθούν για το κατά πόσο η μελέτη θέτει σε κίνδυνο το διατηρητέο υπάρχον κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης. Μειοψήφησε ο Νίκος Νικολαΐδης, με το σκεπτικό ότι δεν έχει πειστεί για την επάρκεια των λύσεων στεγανοποίησης που δίνει η στατική μελέτη. Την επόμενη εβδομάδα η τροποποιημένη μελέτη θα εξεταστεί από το Τεχνικό Συμβούλιο του υπουργείου Πολιτισμού. Πηγή: http://news.in.gr/cu...?aid=1231280610 Click here to view the είδηση
  6. Η Εθνική Πινακοθήκη, με την επέκταση και ανακαίνιση των χώρων της, αποτελεί το πρώτο μεγάλο έργο του Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού στη νέα δεκαετία. Αποδίδεται συμβολικά στις 24 Μαρτίου, όπως όρισε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την επίσκεψή του στο ΥΠΠΟΑ, στις 2 Αυγούστου 2019. Σηματοδοτεί την έναρξη των εορτασμών της επετείου των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση. Η ελληνική τέχνη του 19ου και του 20ού αιώνα, που φιλοξενείται στις αίθουσες της νέας Εθνικής Πινακοθήκης, εξελίσσεται παράλληλα με την Ιστορία της ελεύθερης Ελλάδας και τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους. Η Εθνική Πινακοθήκη θα ανοίξει τις πύλες, στους Έλληνες και στους ξένους επισκέπτες και φιλότεχνους, μόλις το επιτρέψουν τα μέτρα για τη πανδημία, με την περιοδική έκθεση «Το 1821 στη ζωγραφική. Η Ελλάς απαιτεί την ιστορικήν Πινακοθήκην της». Τα έργα της έκθεσης προέρχονται αποκλειστικά από τις ελληνικές και ευρωπαϊκές συλλογές της, με ζωγραφική του 19ου αιώνα. Εκτίθενται κατ’ εξαίρεση δύο πίνακες Ιταλών καλλιτεχνών οι οποίοι ανήκουν στο Ίδρυμα Αντώνιος Ε. Κομνηνός. Παραχωρήθηκαν, γενναιόδωρα, για τις ανάγκες του επετειακού αφιερώματος. Όλοι οι πίνακες της έκθεσης είναι εμβληματικά έργα τα οποία οι δημιουργοί τους τα εμπνεύστηκαν από τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Η νέα Εθνική Πινακοθήκη Η νέα δεκαετία βρίσκει την Εθνική Πινακοθήκη, με 120 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας, κτηριακά και μουσειογραφικά ανανεωμένη. Ως σύγχρονο μουσείο Τέχνης αναδεικνύει τη φυσιογνωμία του Πολιτισμού της Ελλάδας αλλά και τη θέση που επάξια κατέχει στον παγκόσμιο πολιτισμό. Η μόνιμη έκθεση της Πινακοθήκης τώρα ξεδιπλώνεται σε 1000 πίνακες- από τους 20.000 που φυλάσσονται στις αποθήκες- αποδεικνύοντας τη μεγάλη αξία των πλούσιων συλλογών της. Το πρώτο μνημειώδες έργο που υποδέχεται τους επισκέπτες, μπαίνοντας από την κεντρική είσοδο, είναι η «Λαϊκή Αγορά» (1979-1982) του Παναγιώτη Τέτση, ένα εμβληματικό έργο, που αναβλύζει τη χαρά της ζωής και της δημιουργίας, σε μια έκρηξη χρωμάτων, υπογραμμίζοντας τον οικουμενικό χαρακτήρα της σύνθεσης. Το μεγάλο έργο επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης ξεκίνησε το 2011 και ολοκληρώθηκε το 2021, δέκα χρόνια μετά. Το 2014 το έργο παραδόθηκε χωρίς προβλήματα και με εγγυημένη τη χρηματοδότησή του. Θα μπορούσε να παραδοθεί το 2018, αν δεν είχαν μεσολαβήσει τέσσερα χρόνια, κατά τα οποία δεν υπήρξαν συντονισμός των εμπλεκομένων φορέων, χρονοδιάγραμμα και προγραμματισμός των εργασιών, οπότε το εργοτάξιο σχόλαζε. Η ανακαίνιση της Πινακοθήκης αποδείχτηκε έργο πολυσύνθετο το οποίο χρειαζόταν συνεχή επίβλεψη του ΥΠΠΟΑ και επίλυση επί τόπου των προβλημάτων που ανέκυπταν. Χρονικό του έργου επέκτασης και ανακαίνισης Το κτήριο της Πινακοθήκης, με την υπογραφή των αρχιτεκτόνων Παύλου Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρου, κηρύχθηκε ως νεώτερο μνημείο το 1998, ως κατεξοχήν έργο του μοντερνισμού. Οι όροι επέκτασης της Πινακοθήκης θεσμοθετήθηκαν το 2001 με ειδικό νόμο του Υπουργείου Πολιτισμού. Στη συνέχεια, το Υπουργείο Πολιτισμού ανέθεσε αρχικά, στους πρώτους μελετητές, στο γραφείο Π. & Κ. Μυλωνά και Δ. Φατούρου, την εκπόνηση προμελέτης, με χορηγία του «Ιδρύματος Μαρία Τσάκος». Το 2008, το ΥΠΠΟ διενήργησε δημόσιο διεθνή διαγωνισμό για τις οριστικές μελέτες, τις οποίες ανέλαβαν τα γραφεία «Αρχιτεκτονική ΕΠΕ Γραμματόπουλος - Πανουσάκης» και «Δ. Βασιλόπουλος & Συνεργάτες Ε.Ε.». Το έργο εντάχθηκε το 2011 στο ΠΕΠ Αττικής-ΕΣΠΑ 2007-2013 με χρηματοδότηση πρόσθετη από Εθνικούς Πόρους (ΠΔΕ), και από χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Η πορεία των εργασιών διεκόπη το 2013, όταν προέκυψε πρόβλημα με τον υδροφόρο ορίζοντα του ποταμού Ιλισού, καθώς διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν σε ανώτερο επίπεδο από το αρχικά προβλεπόμενο στις μελέτες. Χρειάστηκε συμπληρωματική σύμβαση με τον ανάδοχο, προκειμένου να καλυφθεί η δαπάνη της νέας μελέτης με την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και πρόσθετη χρηματοδότηση 5.500.000 ευρώ για να διασφαλιστεί η στατικότητα του κτηρίου. Η συνέχεια του έργου είχε διασφαλιστεί οικονομικά, παρά τις αντιξοότητες από την οικονομική κρίση, τον Δεκέμβρη 2014, ωστόσο η αποπεράτωσή του δεν υπήρξε προτεραιότητα του ΥΠΠΟΑ. Το εργοτάξιο της Εθνικής Πινακοθήκης είχε παραμείνει στάσιμο και χωρίς συγκεκριμένο χρόνο παράδοσης του έργου. Το έργο αποτέλεσε την απόλυτη προτεραιότητα για το ΥΠΠΟΑ, από τον Ιούλιο του 2019 και μετά. Τον Αύγουστο 2019 τέθηκε από την Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, το οποίο τηρήθηκε απαρέγκλιτα. Παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που προέκυψαν εξαιτίας της πανδημίας (λιγότερος αριθμός εργαζομένων στο εργοτάξιο, κλείσιμο των εργοστασίων προμήθειας υλικών στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Αγγλία και στην Κίνα, καθώς και λιγότερο προσωπικό στα τελωνεία για τις εισαγωγές υλικών), η Εθνική Πινακοθήκη ανοίγει σήμερα σύμφωνα, με το καθορισθέν χρονοδιάγραμμα. Η ανακαίνιση της Πινακοθήκες ολοκληρώθηκε υπο την συνεχή εποπτεία της Υπουργού Λίνας Μενδώνη και του Γενικού Γραμματέα Γιώργου Διδασκάλου και με την παρακολούθηση του έργου από τα στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης Μουσείων & Τεχνικών Έργων, τα οποία ανέλαβαν το βάρος της ολοκλήρωσης των κτηριακών εγκαταστάσεων, ενώ οι ανάδοχοι του έργου, σε πολλές περιπτώσεις, ξεπέρασαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Τα στελέχη της Πινακοθήκης και οι εξωτερικοί συνεργάτες τους μερίμνησαν για την έκθεση των Συλλογών. Το 2013, πριν από την έναρξη των εργασιών, η Πινακοθήκη εκκενώθηκε και τα έργα μεταφέρθηκαν σε αποθήκες στη Μαγούλα, στις οποίες δημιουργήθηκε η απαραίτητη υποδομή προκειμένου τα έργα να είναι απολύτως ασφαλή, ιδίως, μετά την κλοπή, της 9ης Ιανουάριου 2012, όταν εκλάπη το «Γυναικείο Κεφάλι» έργο του 1939 του Πικάσο, (λάδι σε μουσαμά, διαστάσεων 56Χ40) το οποίο δώρισε ο καλλιτέχνης το 1949 στον Ελληνικό λαό για την προσφορά του στην αντίσταση κατά των Γερμανών, Επίσης, εκλάπησαν τα έργο «Μύλος» (1905) του Ολλανδού Πιέτ Μοντριάν και ένα σχέδιο, σε χαρτί, θρησκευτικής απεικόνισης-αρχές 17ου αιώνα, που αποδίδεται στον Ιταλό Γκουλιέλμο Κάτσια (Μονκάλβο). Σχεδιασμός Ο σχεδιασμός της νέας Εθνικής Πινακοθήκης αναδεικνύει την αισθητική του κτηρίου στο αστικό περιβάλλον της Αθήνας και την τοποθετεί στο ισάξιο μουσειολογικό επίπεδο των αντίστοιχων μουσείων των μεγάλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Αναλυτικά: Στο προϋπάρχον κτήριο των 9.720 τετραγωνικών μέτρων προστέθηκαν επιπλέον 11.040 τετραγωνικά μέτρα, υπερδιπλασιάζοντας τους λειτουργικούς του χώρους στα 20.760 τετραγωνικά μέτρα, συνολικά. Το Μουσείο αποκτά νέους εκθεσιακούς χώρους 2.230 τετραγωνικών μέτρων, σύγχρονες αποθήκες έργων τέχνης 1645 τ.μ., αμφιθέατρο 350 θέσεων, χώρο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αίθουσα υποδοχής 910 τ.μ. όπου φιλοξενείται, εκτός από το εκδοτήριο εισιτηρίων και το βεστιάριο, δύο πωλητήρια και σαλόνι ψηφιακής πληροφόρησης. Το νέο μουσείο έχει κατάλληλα εξοπλισμένους χώρους, όπως υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης, γραφεία διοίκησης, καθώς και βιβλιοθήκη η οποία αναπτύσσεται σε δυο ορόφους. Διαθέτει, επίσης, δυο καφέ- εστιατόρια, με το δεύτερο στο τελευταίο επίπεδο του κτηρίου προσφέροντας πανοραμική θέα προς την Ακρόπολη, τον λόφο του Λυκαβηττού και τον κόλπο του Σαρωνικού. Στο νέο κτήριο μπορούν να εκτεθούν 1000 έργα ως μόνιμη συλλογή, ενώ προηγουμένως στο παλιό κτήριο ο αριθμός δε μπορούσε να ξεπεράσει τα 400 έργα. Η νέα αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων προσεγγίζει τα 2000 τετραγωνικά μέτρα ενώ οι αποθηκευτικοί χώροι μπορούν να στεγάσουν 10.000 έργα. Η νέα Εθνική Πινακοθήκη απέκτησε έναν επιπλέον όροφο καθώς και επιπλέον βάθος τριών επιπέδων. Στον κήπο που δημιουργείται νότια της ιστορικής κεντρικής πύλης, η Πινακοθήκη έχει μία είσοδο ανεξάρτητη από την οδό Μιχαλακοπούλου (στη συμβολή των οδών Μιχαλακοπούλου και Βασιλέως Κωνσταντίνου), η οποία είναι συμβατή με την ιδέα του Ιλισού ως υγρού στοιχείου. Με τον τρόπο αυτό συντηρείται η μνήμη του ποταμού Ιλισού και της ροής του νερού με τη δημιουργία ενός καναλιού και επιπλέον πρασίνου, στον περιβάλλοντα χώρο. Το μουσείο διαθέτει, επίσης, ράμπες κυκλοφορίας των επισκεπτών με θέα στον ορίζοντα της πόλης, ασανσέρ και κλιμακοστάσια, πλήρη προσβασιμότητα για ΑμεΑ και σύγχρονα ηλεκτρομαγνητικά συστήματα ασφάλειας. Κόστος κατασκευής Το κόστος του έργου ανέρχεται στα 59.029.102 €. Στο ποσό αυτό τα 42.016.982€ προέρχονται από δημόσια χρηματοδότηση και τα 17.012.120 € από ιδιωτική χρηματοδότηση. Το 71,2% της χρηματοδότησης του έργου επέκτασης, αντιστοιχεί σε δημόσιους πόρους (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Περιφέρειας Αττικής). Τα ψηφιακά προγράμματα της Πινακοθήκης, προϋπολογισμού 2.500.000 ευρώ, χρηματοδοτήθηκαν από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Το 28,8% προέρχεται από δωρεές Ιδρυμάτων και ιδιωτών. Ευεργέτης της Πινακοθήκης είναι το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με δωρεά 13.000.000 ευρώ. Μεγάλοι δωρητές είναι ο Θόδωρος και η Εμμανουέλα Βασιλάκη, ο Βασίλης και η Μαρίνα Θεοχαράκη, το Ίδρυμα Αντώνιος Ε. Κομνηνός, το Ίδρυμα Ευριπίδη Κουτλίδη, το Ίδρυμα Ωνάση, η κα Dorothy Λάτση, ο Παναγιώτης και η Ειρήνη Λαμού. Δωρητές είναι το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο Νικόλας Δ. Πατέρας. Η ιστορία της Εθνικής Πινακοθήκης Η δημιουργία ενός μουσείου που θα συγκέντρωνε τις ταυτόσημες με την εμβέλεια της Ελλάδας, στον παγκόσμιο πολιτισμό, καλλιτεχνικές και αρχαιολογικές συλλογές, γεννήθηκε ταυτόχρονα με τη γέννηση του ελληνικού κράτους, το 1830 και έπειτα. Το 1836 ο Βαυαρός αρχιτέκτονας Leo von Klenze εκπόνησε μια μεγάλη μελέτη για ένα «Παντεχνείον» που θα στέγαζε όχι μόνο τις αρχαιολογικές συλλογές και το Σχολείο των Τεχνών αλλά και μια Πινακοθήκη. Ωστόσο αυτό το έργο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ο πρώτος πυρήνας της Πινακοθήκης δημιουργήθηκε το 1878, στο Πολυτεχνείο, και άνοιξε τις πύλες του για το κοινό με 117 έργα Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, με σκοπό να λειτουργήσει ως παιδαγωγικό παράρτημα του Σχολείου των Τεχνών. Το 1896 ο νομικός και φιλότεχνος Αλέξανδρος Σούτσος άφησε με τη διαθήκη του τη συλλογή του και την περιουσία του στο κράτος, με σκοπό τη δημιουργία ενός «Μουσείου Καλών Τεχνών». Η Εθνική Πινακοθήκη ιδρύθηκε επισήμως τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 10 Απριλίου 1900, με πρώτο έφορο τον ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη. Οι πρώτες συλλογές αριθμούσαν 258 έργα και προέρχονταν από το Πολυτεχνείο και το Πανεπιστήμιο ενώ το 1901 προστέθηκαν και τα 107 έργα της δωρεάς του Αλέξανδρου Σούτσου. Το 1918 ανέλαβε την Πινακοθήκη ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, λογοτέχνης, ο οποίος κατάφερε να εμπλουτίσει τη συλλογή της Πινακοθήκης με σημαντικά έργα Ελλήνων καλλιτεχνών, μεταξύ των οποίων η «Συναυλία των Αγγέλων» του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Η Πινακοθήκη στεγάστηκε αρχικά στο κεντρικό κτήριο του Πολυτεχνείου σ’ ένα μικρό χώρο όπου παρέμεινε μέχρι το 1941, ενώ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι συλλογές της φυλάχθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο απ’ όπου τις παρέλαβε ο Μαρίνος Καλλιγάς. Ο ιστορικός τέχνης και βυζαντινολόγος ανέλαβε διευθυντής της Πινακοθήκης το 1949. Κατά τη θητεία του, σημαντικές αγορές εμπλούτισαν της συλλογές της Πινακοθήκης, ενώ το 1954 το κληροδότημα του Αλέξανδρου Σούτσου εντάχθηκε στο μουσείο. Με τον τρόπο αυτό, άνοιξε ο δρόμος για εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα στέγασης της Πινακοθήκης. Η Εθνική Πινακοθήκη σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες καθηγητές Νίκο Μουτσόπουλο, Παύλο Μυλωνά και Δημήτρη Φατούρο (ο πρώτος μελετητής αποχώρησε) κατά τα πρότυπα του μοντερνισμού. Ο διαγωνισμός προκηρύχθηκε το 1956 και μετά από πολλές καθυστερήσεις, σε σχέση με τη θέση του οικοπέδου, το πρώτο από τα σημερινά κτήρια θεμελιώθηκε το 1964 και εγκαινιάστηκε το 1968. Το 1976 ολοκληρώθηκε και το δεύτερο κτήριο υπό τον τότε διευθυντή Δημήτρη Παπαστάμο, ενώ τα επίσημα εγκαίνια της Πινακοθήκης τελέστηκαν πανηγυρικά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Από το 1992 διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης είναι η Καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα. Στη διάρκεια της θητείας της οργανώθηκαν επιτυχημένες εκθέσεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών που προσέλκυσαν εκατομμύρια επισκέπτες και εδραίωσαν το διεθνές προφίλ της Πινακοθήκης. Το 2000 η Πινακοθήκη έκλεισε 100 χρόνια ζωής. Στην πάροδο του χρόνου, οι ανάγκες που δημιουργούσε η εξωστρέφειά της σε συνδυασμό με τον πολλαπλασιασμό των έργων στις συλλογές της που ανήλθαν στα 20.000, την ασφυξία των περιορισμένων χώρων και την ανεπάρκεια των αποθηκών για φύλαξη και στέγαση των έργων, επέφερε την ανάγκη στέγασης της Πινακοθήκης σε ανανεωμένους, σύγχρονους χώρους. View full είδηση
×
×
  • Create New...

Σημαντικό

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώνουμε το περιεχόμενο του website μας. Μπορείτε να τροποποιήσετε τις ρυθμίσεις των cookie, ή να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την χρήση τους.