Search the Community
Showing results for tags 'στέγαση'.
-
Το αργότερο μέσα στον Αύγουστο προγραμματίζεται από το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας η προκήρυξη του πρώτου διεθνούς διαγωνισμού που θα προβλέπει μέσω Συνέργειας Ιδιωτικού με τον Δημόσιο Τομέα (ΣΔΙΤ) την ανέγερση 3.000 κατοικιών σε οικόπεδα του Δημοσίου, αλλά και την αξιοποίηση (διαμόρφωση) άλλων 1.600 κενών ακινήτων σε όλη τη χώρα για τη στέγαση 5.000 νέων ζευγαριών με κοινωνικά κριτήρια. Το πρόγραμμα «Κοινωνικής Αντιπαροχής», όπως ονομάζεται, εντάσσεται στο πλέγμα του κυβερνητικού προγράμματος στέγασης που διαχειρίζεται η υπουργός Σοφία Ζαχαράκη και απευθύνεται σε 5.000 δικαιούχους ηλικίας 18 έως 39 ετών. Τα πρώτα διαμερίσματα αναμένεται να διατεθούν από τα ήδη ακίνητα του Δημοσίου τους πρώτους μήνες του 2025, με χαμηλό ενοίκιο, βάσει κοινωνικών και οικονομικών κριτηρίων, ενώ θα υπάρχει ειδική ποσόστωση για τρίτεκνους και πολύτεκνους. Το πρόγραμμα θα είναι μηδενικού κόστους για τον δημόσιο προϋπολογισμό, με τις κατασκευαστικές να λαμβάνουν ως αντάλλαγμα την παραχώρηση της εκμετάλλευσης μέχρι την κάλυψη του κόστους και με την προϋπόθεση ότι ποσοστό των κατοικιών θα διατίθεται με μειωμένο ενοίκιο στους δικαιούχους του προγράμματος κοινωνικής αντιπαροχής. Η διάρκεια της παραχώρησης θα ορίζεται στην προκήρυξη κάθε διαγωνισμού, καθώς δεν μπορεί να είναι ενιαία για όλες τις περιοχές και τις αξίες της γης, ενώ το ποσοστό εκμετάλλευσης του αναδόχου θα κυμαίνεται μεταξύ 30% και 60%, με σκοπό να διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, αλλά και να είναι το πρόγραμμα ελκυστικό, ώστε οι ιδιώτες κατασκευαστές να χτίσουν σύγχρονες ποιοτικές κοινωνικές κατοικίες. Από την καταγραφή που έχει γίνει εντοπίστηκαν 98 κατάλληλα οικόπεδα εντός σχεδίου, συνολικής επιφάνειας 627 στρεμμάτων, εκ των οποίων το ένα τρίτο είναι στην Αττική, αλλά και 10 οικόπεδα με οικοδομική άδεια επιφάνειας 75 στρεμμάτων, τα οποία θεωρούνται τα πλέον ώριμα για αξιοποίηση. Στον σχεδιασμό εντάσσονται, όμως, και εκτάσεις εκτός σχεδίου, όπως και αδιάθετες κατοικίες, διαμερίσματα, γραφεία. Μέσα στο 2023 αναμένεται να βγουν στην αγορά 11 στρέμματα στην Κηφισιά, 20 στην Παιανία, 40 στη Λάρισα, 28 στρέμματα στην Ξάνθη, 74 στρέμματα στον Βόλο, αλλά και σε διάφορες περιοχές της χώρας, όπως Αγρίνιο, Πάτρα, Σέρρες και Χαλκιδική. Σε Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) θα καθορίζεται η επιλογή του αναδόχου, που θα γίνεται κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης, στην οποία θα περιγράφονται τουλάχιστον τα εξής: Το αδόμητο ακίνητο, τυχόν υφιστάμενα κτίσματα που ευρίσκονται εντός αυτού και τα χαρακτηριστικά του κτιρίου που πρόκειται να ανεγερθεί σε αυτό. Οι οριζόντιες ιδιοκτησίες που θα συσταθούν και οι επιτρεπόμενες χρήσεις τους. Τα κριτήρια συμμετοχής και επιλογής του αναδόχου. Οι βασικοί όροι των συμβάσεων μίσθωσης μεταξύ του αναδόχου και των δικαιούχων, πλην του μισθώματος. Η ρύθμιση των συμβατικών σχέσεων με μισθωτές μετά το πέρας της εκμετάλλευσης του ακινήτου από τον ανάδοχο. Η διαδικασία παράδοσης και παραλαβής του ακινήτου και η σύνταξη του σχετικού πρωτοκόλλου. Τα κριτήρια επιλογής των δικαιούχων μισθωτών και η διαδικασία δημόσιας πρόσκλησης και επιλογής τους, τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά, ο έλεγχος και η επαλήθευση αυτών. Στα κτίρια που ανεγείρονται κατόπιν σύμβασης κοινωνικής αντιπαροχής επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης με δικαίωμα προαίρεσης για την εξαγορά της οριζόντιας ιδιοκτησίας (rent to own) από τους δικαιούχους. Η σύμβαση αυτή, στην οποία συμμετέχει και ο φορέας ιδιοκτήτης του ακινήτου, περιβάλλεται από τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και ισχύει μόνο μετά τη μεταγραφή της στο οικείο Υποθηκοφυλακείο ή την εγγραφή της στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο. View full είδηση
-
- σδιτ
- κοινωνική κατοικία
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Το αργότερο μέσα στον Αύγουστο προγραμματίζεται από το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας η προκήρυξη του πρώτου διεθνούς διαγωνισμού που θα προβλέπει μέσω Συνέργειας Ιδιωτικού με τον Δημόσιο Τομέα (ΣΔΙΤ) την ανέγερση 3.000 κατοικιών σε οικόπεδα του Δημοσίου, αλλά και την αξιοποίηση (διαμόρφωση) άλλων 1.600 κενών ακινήτων σε όλη τη χώρα για τη στέγαση 5.000 νέων ζευγαριών με κοινωνικά κριτήρια. Το πρόγραμμα «Κοινωνικής Αντιπαροχής», όπως ονομάζεται, εντάσσεται στο πλέγμα του κυβερνητικού προγράμματος στέγασης που διαχειρίζεται η υπουργός Σοφία Ζαχαράκη και απευθύνεται σε 5.000 δικαιούχους ηλικίας 18 έως 39 ετών. Τα πρώτα διαμερίσματα αναμένεται να διατεθούν από τα ήδη ακίνητα του Δημοσίου τους πρώτους μήνες του 2025, με χαμηλό ενοίκιο, βάσει κοινωνικών και οικονομικών κριτηρίων, ενώ θα υπάρχει ειδική ποσόστωση για τρίτεκνους και πολύτεκνους. Το πρόγραμμα θα είναι μηδενικού κόστους για τον δημόσιο προϋπολογισμό, με τις κατασκευαστικές να λαμβάνουν ως αντάλλαγμα την παραχώρηση της εκμετάλλευσης μέχρι την κάλυψη του κόστους και με την προϋπόθεση ότι ποσοστό των κατοικιών θα διατίθεται με μειωμένο ενοίκιο στους δικαιούχους του προγράμματος κοινωνικής αντιπαροχής. Η διάρκεια της παραχώρησης θα ορίζεται στην προκήρυξη κάθε διαγωνισμού, καθώς δεν μπορεί να είναι ενιαία για όλες τις περιοχές και τις αξίες της γης, ενώ το ποσοστό εκμετάλλευσης του αναδόχου θα κυμαίνεται μεταξύ 30% και 60%, με σκοπό να διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, αλλά και να είναι το πρόγραμμα ελκυστικό, ώστε οι ιδιώτες κατασκευαστές να χτίσουν σύγχρονες ποιοτικές κοινωνικές κατοικίες. Από την καταγραφή που έχει γίνει εντοπίστηκαν 98 κατάλληλα οικόπεδα εντός σχεδίου, συνολικής επιφάνειας 627 στρεμμάτων, εκ των οποίων το ένα τρίτο είναι στην Αττική, αλλά και 10 οικόπεδα με οικοδομική άδεια επιφάνειας 75 στρεμμάτων, τα οποία θεωρούνται τα πλέον ώριμα για αξιοποίηση. Στον σχεδιασμό εντάσσονται, όμως, και εκτάσεις εκτός σχεδίου, όπως και αδιάθετες κατοικίες, διαμερίσματα, γραφεία. Μέσα στο 2023 αναμένεται να βγουν στην αγορά 11 στρέμματα στην Κηφισιά, 20 στην Παιανία, 40 στη Λάρισα, 28 στρέμματα στην Ξάνθη, 74 στρέμματα στον Βόλο, αλλά και σε διάφορες περιοχές της χώρας, όπως Αγρίνιο, Πάτρα, Σέρρες και Χαλκιδική. Σε Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) θα καθορίζεται η επιλογή του αναδόχου, που θα γίνεται κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης, στην οποία θα περιγράφονται τουλάχιστον τα εξής: Το αδόμητο ακίνητο, τυχόν υφιστάμενα κτίσματα που ευρίσκονται εντός αυτού και τα χαρακτηριστικά του κτιρίου που πρόκειται να ανεγερθεί σε αυτό. Οι οριζόντιες ιδιοκτησίες που θα συσταθούν και οι επιτρεπόμενες χρήσεις τους. Τα κριτήρια συμμετοχής και επιλογής του αναδόχου. Οι βασικοί όροι των συμβάσεων μίσθωσης μεταξύ του αναδόχου και των δικαιούχων, πλην του μισθώματος. Η ρύθμιση των συμβατικών σχέσεων με μισθωτές μετά το πέρας της εκμετάλλευσης του ακινήτου από τον ανάδοχο. Η διαδικασία παράδοσης και παραλαβής του ακινήτου και η σύνταξη του σχετικού πρωτοκόλλου. Τα κριτήρια επιλογής των δικαιούχων μισθωτών και η διαδικασία δημόσιας πρόσκλησης και επιλογής τους, τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά, ο έλεγχος και η επαλήθευση αυτών. Στα κτίρια που ανεγείρονται κατόπιν σύμβασης κοινωνικής αντιπαροχής επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης με δικαίωμα προαίρεσης για την εξαγορά της οριζόντιας ιδιοκτησίας (rent to own) από τους δικαιούχους. Η σύμβαση αυτή, στην οποία συμμετέχει και ο φορέας ιδιοκτήτης του ακινήτου, περιβάλλεται από τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και ισχύει μόνο μετά τη μεταγραφή της στο οικείο Υποθηκοφυλακείο ή την εγγραφή της στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο.
-
- σδιτ
- κοινωνική κατοικία
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Το μεγάλο πρόβλημα της στέγασης στην Ευρώπη και η δημιουργία πολυλειτουργικών χώρων αντανακλώνται, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, στη βραχεία λίστα των υποψήφιων έργων για το αρχιτεκτονικό βραβείο Μις φαν ντερ Ρόε. Εργα «κοινωνικής κατοικίας» που είτε αποκαθιστούν πρώην βιομηχανικά και μνημειακά κτίρια είτε δημιουργούν νέες κατασκευές από οικονομικά υλικά, αποτελούν τις εννέα από τις 40 υποψηφιότητες για το γερμανικό βραβείο με προτάσεις από την πρωτοπόρο Βαρκελώνη, το Βουκουρέστι, το Βερολίνο, τη Βιέννη, το Λινζ και τις Βρυξέλλες. Αν υπάρχει ένα κοινό στοιχείο που μοιράζονται πολλά από τα υποψήφια έργα, αυτό είναι η δημιουργία των χώρων κατοικίας συνήθως γύρω από μια εσωτερική αυλή ή αίθριο. Τα διαμερίσματα εξυπηρετούν τις βασικές ανάγκες των ενοίκων και οι ιδιωτικοί χώροι είναι κατά κανόνα μικροί (από 40 έως 75 τ.μ.) –υπάρχουν και οι εξαιρέσεις– για να εξυπηρετούν μεγάλο αριθμό ατόμων αλλά και να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε μεγαλύτερους, κοινόχρηστους χώρους. Βεράντες, αυλές, βιβλιοθήκες, εργαστήρια ελεύθερου χρόνου, κουζίνες, πλυντήρια ή και ξενώνες είναι συνήθως κοινόχρηστα σε μια λογική «κατέχω λίγα, αλλά έχω πρόσβαση σε πιο πολλά». Συνήθως τα υλικά κατασκευής είναι σκυρόδεμα, μέταλλο και ελαφρύ ξύλο για λόγους οικονομίας και αντοχής. Μεταμόρφωση δημόσιου χώρου στο Portas do Mar, Λισσαβώνα. Χαρακτηριστικό αυτής της τάσης είναι το κτιριακό συγκρότημα στην περιοχή Cornellà de Llobregat της Βαρκελώνης. Οι αρχιτέκτονες δημιούργησαν 85 διαμερίσματα σε πέντε ορόφους, σε μια έκταση 2.000 τ.μ., μειώνοντας στο ελάχιστο τους κοινόχρηστους εσωτερικούς διαδρόμους, προκειμένου να αυξήσουν τη δυναμικότητα του κτιρίου. Τα διαμερίσματα έχουν μια τετράγωνη διάταξη (μοιάζουν με μεγάλα δωμάτια ξενοδοχείου), ενώ η ξυλεία που χρησιμοποιήθηκε ήρθε από την κοντινή Χώρα των Βάσκων μειώνοντας το αποτύπωμα της κατασκευής σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που επέλεξαν Ισπανοί αρχιτέκτονες να αναστηλώσουν έναν οχυρωματικό πύργο του 13ου αιώνα, ύψους 14 μέτρων. Συμμετοχική διαδικασία Από τα έργα που συνδυάζουν μεικτές χρήσεις ξεχωρίζει το πρότζεκτ Frizz23, το οποίο έχει ήδη βραβευθεί στο Βερολίνο. Οι αρχιτέκτονες εισήγαγαν στην πράξη τη θεωρία της συμμετοχικής διαδικασίας και πρώτα συζήτησαν με τους χρήστες του κτιρίου, κατά κύριο λόγο μικρές μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και την ευρύτερη γειτονιά και σχεδίασαν το κτίριο των 9.000 τ.μ. για να καλύπτει τις ανάγκες τους. Εργα «κοινωνικής κατοικίας» που είτε αποκαθιστούν πρώην βιομηχανικά και μνημειακά κτίρια είτε δημιουργούν νέες κατασκευές, αποτελούν τις εννέα από τις 40 υποψηφιότητες. Στα πολιτιστικά κτίρια που διαγωνίζονται ξεχωρίζει η ανακαίνιση της νέας Εθνικής Πινακοθήκης του Βερολίνου, η οποία στεγάζεται σε κτίριο που σχεδίασε ο ίδιος ο Μις φαν ντερ Ρόε και μάλιστα είναι το μοναδικό που δημιούργησε μετά την εγκατάστασή του στις ΗΠΑ. Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που επέλεξαν Ισπανοί αρχιτέκτονες να αναστηλώσουν έναν οχυρωματικό πύργο του 13ου αιώνα, ύψους 14 μέτρων, που κινδύνευε με κατάρρευση. Για τον πύργο της Μερόλα στην περιοχή του Puig-reig δημιουργήθηκε μια ξύλινη κατασκευή που στηρίζει το οικοδόμημα ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στους επισκέπτες και στους συντηρητές να ανέβουν μέχρι τα ψηλότερα σημεία του. Το ξενοδοχείο «Δεξαμενές» στην Κουρούτα, που γνώρισε μεγάλες δόξες ως οινοποιείο την εποχή της σταφίδας, απέκτησε δεύτερη ζωή από το K-Studio. Μια εντυπωσιακή μεταμόρφωση δημόσιου χώρου που θα μπορούσε να δώσει και μερικές ιδέες στα καθ’ ημάς είναι η αποκατάσταση του Portas do Mar στη Λισσαβώνα της Πορτογαλίας. Πρόκειται για έναν ανοιχτό δημόσιο χώρο δίπλα σε μία από τις μαρίνες της πόλης που είχε καταντήσει ανεξέλεγκτος χώρος στάθμευσης. Μια μεγάλη αρχιτεκτονική ομάδα επανασχεδίασε την πλατεία Portas do Mar και την απέδωσε στους πεζούς, κατασκευάζοντας παράλληλα ένα υπόγειο πάρκινγκ 200 θέσεων με φυσικό και τεχνητό φωτισμό. Ανάμεσα στις υποψηφιότητες υπάρχει και μια ελληνική που είναι και η μοναδική της κατηγορίας Φαγητό/Φιλοξενία. Πρόκειται για το παραθαλάσσιο ξενοδοχείο «Δεξαμενές» στην Κουρούτα της Πελοποννήσου που γνώρισε μεγάλες δόξες ως οινοποιείο την εποχή της σταφίδας και απέκτησε μια δεύτερη ζωή από το K-Studio. Οι αρχιτέκτονες αποκατέστησαν τις μεγάλες τσιμεντένιες δεξαμενές του παλιού οινοποιείου και τις μετέτρεψαν σε σουίτες με μικρές στεγασμένες αυλές. Διατήρησαν ωστόσο τα μεταλλικά σιλό και τα στοιχεία που υποδηλώνουν την προηγούμενη χρήση του χώρου αναδεικνύοντας έτσι την μπρουτάλ αισθητική του. Οι αρχιτέκτονες του πρότζεκτ Frizz23 στο Βερολίνο πρώτα συζήτησαν με τους χρήστες του κτιρίου και μετά προχώρησαν στον σχεδιασμό. Τα 40 έργα επιλέχθηκαν από ένα σύνολο 535 υποψηφιοτήτων και αντιστοιχούν σε 18 χώρες της Ευρώπης πλην της Μεγάλης Βρετανίας. Η περυσινή εκδήλωση για το βραβείο, το οποίο απονέμεται ανά διετία, αναβλήθηκε λόγω του κορωνοϊού και γι’ αυτό τα έργα που διαγωνίζονται δημιουργήθηκαν πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, η οποία δεν ενθαρρύνει τη χρήση και την επένδυση σε κοινόχρηστους χώρους διαβίωσης και αυτό ίσως είναι μια μελλοντική πρόκληση για τους αρχιτέκτονες. Οι νικητές του βραβείου που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 60.000 ευρώ και χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ανακοινωθούν την άνοιξη στις Βρυξέλλες.
-
Τι πληρώνουν οι Ευρωπαίοι για στέγαση διατροφή και διασκέδαση
Engineer posted a είδηση in Επικαιρότητα
Το ένα τέταρτο (25,0%) των δαπανών των νοικοκυριών της ΕΕ, αφορούσε το κόστος συνολικό κόστος στέγασης (Στέγαση, νερό, ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο και άλλα καύσιμα) μειωμένες όμως κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) σε σύγκριση με το 2020, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ. «Τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά» μειώθηκε επίσης μεταξύ των κατηγοριών δαπανών των νοικοκυριών, αντιπροσωπεύοντας το 14,3% των συνολικών δαπανών το 2021. Πέρυσι, η «Μεταφορές» κατετάγη τρίτη στις κατηγορίες δαπανών των νοικοκυριών, αντιπροσωπεύοντας το 12,1% των συνολικών δαπανών, σημειώνοντας αύξηση 0,5 π.μ. Η ίδια τάση σημειώθηκε στις κατηγορίες «Αναψυχή και πολιτισμός», «Εστιατόρια και ξενοδοχεία», «Υγεία» και «Ένδυση και υπόδηση». Το συνολικό μερίδιο των δαπανών τους αυξήθηκε σε 8,0%, 6,6%, 4,7% και 4,2% το 2021 (έναντι 7,8%, 6,0%, 4,6% και 4,1% αντίστοιχα το 2020). Αντίθετα στην Ελλάδα το κόστος στέγασης αφορά στο 21% των συνολικών δαπανών του νοικοκυριού το 18,1% πάει για διατροφή ενώ διπλάσια ποσά από τον μέσο ευρωπαίο ξοδεύουν οι Έλληνες για εστιατόρια και ξενοδοχεία. Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες με το υψηλότερο ποσοστό ιδιοκατοίκησης καθώς το 73,3% των πολιτών στην Ελλάδα διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι, Το ποσοστό αυτό όμως βαίνει μειούμενο καθώς μια δεκαετία πριν, το 2011 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ήταν 78,3% και το 2001 ήταν 79,8%. -
Νέες φτηνές λύσεις στέγασης στις πανάκριβες δυτικές μητροπόλεις
Engineer posted a είδηση in Επικαιρότητα
Εμπορευματικά κοντέινερ που δεν χρησιμοποιούνται πλέον μπορεί να αποτελέσουν τη λύση σε προβλήματα στέγασης χαμηλού κόστους σε όλο τον κόσμο. Ένα πρωτότυπο πρότζεκτ εφαρμόζεται αυτή την περίοδο στο λιμάνι της Κοπεγχάγης. Ονομάζεται Urban Rigger, έχει ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα και επιπλέει στο νερό. Έχει έκταση 300 τ.μ. και υπάρχουν δώδεκα ξεχωριστοί κοιτώνες με μπάνιο και κουζίνα, χώρος μπάρμπεκιου και ταράτσα για κοινή χρήση. Ο διευθύνων σύμβουλος και ιδρυτής της εταιρίας, Κιμ Λάουντρουπ, είχε αυτή την ιδέα φτηνών χώρων στέγασης, που προορίζονται για φοιτητές: «Το πρόβλημα είναι οι τιμές στα οικόπεδα στο κέντρο της πόλης έχουν φτάσει σε γελοία επίπεδα. Και όταν αυτά πωλούνται, πωλούνται για να γίνουν πανάκριβα διαμερίσματα ή για επιχειρηματική στέγη. Όπου διατίθεται ένα κομμάτι γης στο κέντρο, είναι πανάκριβο». Η αναδιαμόρφωση κοντέινερ για να γίνουν κατοικίες είναι μια ιδέα που γεννήθηκε στην Καλιφόρνια τη δεκαετία του ’70. Σήμερα όμως υπάρχουν διάφορες τεχνολογικές καινοτομίες, όπως για παράδειγμα αυτή που αφορά το σύστημα θέρμανσης. Χρησιμοποιείται το νερό που υπάρχει τριγύρω, ενώ στη στέγη έχουν τοποθετηθεί φωτοβολταϊκά πάνελ. Η επανάχρηση των εγκαταλειμμένων κοντέινερ μας γλιτώνει από ενέργεια και από την ανάγκη ανακύκλωσής τους. Σύμφωνα με τον Λάουντρουπ, γλιτώνουμε 1.100 τόννους CO2. «Οι φοιτητές και οι νέοι είναι το μέλλον μας. Το γεγονός ότι μπορούν να έχουν υψηλότερη μόρφωση, είναι κάτι που μας παροτρύνει κι εμάς, να τους εμπνεύσουμε για να προχωρήσουν. Αυτοί είναι που πρόκειται να λύσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε» τονίζει ο διευθύνων σύμβουλος. Είναι μια ιδανική λύση για την Κοπεγχάγη, που θεωρείται η όγδοη ακριβότερη πόλη στον κόσμο, όσον αφορά την κατοικία, ιδιαίτερα μάλιστα καθώς η Δανία έχει μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές ακτογραμμές. http://gr.euronews.com/2016/10/19/floating-containers-an-answer-to-low-cost-housing Πηγή: http://polytexnikanea.gr/WP3/?p=46861 -
Από τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση PRAKSIS (www.praksis.gr) δημοσιοποιήθηκε η ακόλουθη πρόσκληση ενδιαφέροντος που αφορά τη μίσθωση κατοικιών σε πρόσφυγες, η οποία έχει αναρτηθεί και στην σελίδα της ΠΟΜΙΔΑ: "Το Σωματείο PR.A.K.S.I.S στα πλαίσια του Προγράμματος «RELOCATION SCHEME AND EMERGENCY REPORT» αναζητά προς μίσθωση διαμερίσματα, μονοκατοικίες σε όλη την Αττική με προδιαγραφές φιλοξενίας από 4 έως 6 άτομα. Να είναι άνω των 60 τ.μ, σε καλή κατάσταση, άμεσα διαθέσιμα, χωρίς οφειλές σε ΔΕΚΟ και κληρονομικές εκκρεμότητες. Μετά την εκδήλωση ενδιαφέροντος, ιδιωτών - ιδιοκτητών, επαγγελματιών και εταιρειών διαμεσολάβησης θα υπάρξει επιτόπια εκτίμηση και αξιολόγηση από ειδικευμένη ομάδα της PR.A.K.S.I.S. προκειμένου να εισηγηθούν την μίσθωση των ακινήτων. Περισσότερες πληροφορίες από τον υπεύθυνο ανεύρεσης ακινήτων Σταματονικολό Γεώργιο στο τηλ.210 5205200 και [email protected]». Επειδή το πρόγραμμα αυτό που αφορά την προσωρινή στέγαση προσφύγων για το διάστημα που παραμένουν στη χώρα μας έως ότου μετακινηθούν προς άλλες χώρες, μπορεί πιθανώς να ενδιαφέρει ιδιοκτήτες κατοικιών που είναι μέλη της ΠΟΜΙΔΑ, ιδίως κατά την περίοδο αυτή που η μισθωτική αγορά έχει τα γνωστά προβλήματα, η οργάνωση ζήτησε από τους υπεύθυνους της οργάνωσης περισσότερες πληροφορίες και διευκρινίσεις, από τις οποίες προκύπτουν τα εξής: -Χρηματοδότης του προγράμματος είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ. -Οι μισθώσεις θα είναι διάρκειας κατ' αρχάς έως 31/12/2016 και τα μισθώματα προκαταβάλλονται. Το μισθωτήριο συμφωνητικό έχει ως βάση του το πρότυπο μισθωτήριο κατοικίας της ΠΟΜΙΔΑ. -Η Οργάνωση θα μισθώνει κατά κανόνα ένα διαμέρισμα σε κάθε πολυκατοικία. -Θα μισθώνονται κενές κατοικίες, για τις οποίες η οργάνωση αναλαμβάνει να εγκαταστήσει την απαιτούμενη οικοσκευή. Στις επιπλωμένες κατοικίες θα καταγράφονται τα υπάρχοντα έπιπλα και ηλεκτρικές συσκευές για να επιστραφούν στον ιδιοκτήτη μετά τη λήξη της μίσθωσης. -Το μίσθωμα θα ανέρχεται κατ΄ανώτατο όριο στο ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για κατοικίες μεγάλου εμβαδού, το οποίο θα κλιμακώνεται προς τα κάτω ανάλογα με την επιφάνεια, την κατάσταση και τα χαρακτηριστικά κάθε προσφερόμενης κατοικίας. -Με το συμφωνητικό η PRAKSIS αναλαμβάνει πέραν του ενοικίου και τις δαπάνες κοινοχρήστων και ΔΕΚΟ καθώς και την αποκατάσταση τυχόν ζημιών που μπορεί να προκύψουν. -Η μίσθωση θα δηλώνεται στο TAXISNET. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει ενεργειακό πιστοποιητικό και πιστοποιητικό ηλεκτρολόγου σε ισχύ. Πέραν αυτών, διευκρινίστηκαν και τα εξής: -Κατά τη διάρκεια της μίσθωσης μπορεί να υπάρξει εναλλαγή των ενοίκων καθώς οι πρώτοι θα προωθούνται σε άλλες χώρες και θα αντικαθίστανται από νέους που εισέρχονται στην Ελλάδα. -Στην περίπτωση στέγασης περισσότερων από μιας οικογενειών, λαμβάνονται υπόψη τα θρησκευτικά κλπ. χαρακτηριστικά τους ώστε να μην υπάρχουν εστίες προστριβών μεταξύ τους. -Σε κάθε μίσθωση ορίζεται υπεύθυνος ελεγκτής από το Σωματείο PRAKSIS με τον οποίο ο κάθε εκμισθωτής μπορεί να επικοινωνεί ανά πάσα στιγμή για οποιοδήποτε ζήτημα. - Στελέχη και εθελοντές της οργάνωσης θα πραγματοποιούν αιφνιδιαστικούς ελέγχους στις μισθωμένες κατοικίες για τυχόν στέγαση ξένων ή άγνωστων ατόμων, οι δε τυχόν παραβάτες θα αποβάλλονται από αυτές". Πηγή: http://www.buildnet.gr/default.asp?pid=235&la=1&catid=213&artid=17928
-
Με ταχείς ρυθμούς προχωρά η υλοποίηση του προγράμματος «Κάλυψη» για τη δωρεάν στέγαση ευάλωτων νέων σε ιδιωτικές κατοικίες, με καταβολή του ενοικίου από το Δημόσιο. Με απόφαση της υπηρεσιακής Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων εκδόθηκαν οι σχετικές προσκλήσεις προς τους ιδιοκτήτες κατοικιών στους Δήμους Κατερίνης, Καρδίτσας, Λαρισαίων/Tρικκαίων και Λεβαδέων που είχαν διατεθεί για τη φιλοξενία αιτούντων άσυλο, στο πλαίσιο του παλαιότερου προγράμματος «ΕΣΤΙΑ», να υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στο πρόγραμμα «Κάλυψη» καταθέτοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Θα ακολουθήσουν προσκλήσεις προς τους δυνητικά ωφελούμενους που πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας για τη συμμετοχή τους στο Πρόγραμμα να υποβάλουν αιτήσεις προς τους Δήμους για να τους διατεθούν οι διαθέσιμες κατοικίες. Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία: – Έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για το πρόγραμμα «Κάλυψη» 46 Δήμοι από όλη τη χώρα, περιλαμβανομένων των Δήμων Αθηναίων και Θεσσαλονίκης. – Έχουν υπογραφεί 9 Προγραμματικές Συμβάσεις μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και των Δήμων Νεάπολης – Συκεών, Γαλατσίου, Χαλκιδέων, Τρίπολης, Καρδίτσας, Κατερίνης, Λαρισαίων / Τρικκαίων, Λεβαδέων και Κιλκίς/Παιονίας. -Για τους 4 πρώτους δήμους έχει εκδοθεί η πρόσκληση και προς τα ωφελούμενα νοικοκυριά (δυνητικά ωφελούμενους) και βρίσκεται σε εξέλιξη η αξιολόγηση των υποψηφίων στην βάση των κριτηρίων επιλογής, ώστε να δοθούν τα διαθέσιμα διαμερίσματα και να υπογραφούν τα σχετικά μισθωτήρια συμφωνητικά μεταξύ ιδιοκτητών και Δήμων. -Τις επόμενες ημέρες αναμένεται η υπογραφή δυο ακόμη Προγραμματικών Συμβάσεων που αφορούν στους Δήμους Αθηναίων και Παιανίας. -Δύο ακόμα συμβάσεις (που αφορούν στους Δήμους Ηρακλείου/Μαλεβιζίου και Ιωαννιτών) βρίσκονται σε διαδικασία προσυμβατικού ελέγχου. -Το αμέσως επόμενο διάστημα και αφού ληφθούν οι αποφάσεις από τα Δημοτικά Συμβούλια θα προχωρήσει η υπογραφή των συμβάσεων με τους υπόλοιπους Δήμους που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον συμμετοχής. Μέσω του προγράμματος «Κάλυψη», προϋπολογισμού 21,5 εκατ. ευρώ που υλοποιείται από τη Γενική Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με χρηματοδότηση της ΔΥΠΑ, το Δημόσιο καλύπτει για τρία χρόνια το κόστος μίσθωσης ιδιωτικών κατοικιών που διατέθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος «ΕΣΤΙΑ» που ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο του 2022. Οι ωφελούμενοι του προγράμματος «Κάλυψη» λαμβάνουν επιπλέον τις δαπάνες μετακόμισης του νοικοκυριού και μεταφοράς της οικοσκευής τους. Από την άλλη πλευρά οι ιδιοκτήτες εκτός από το εγγυημένο μίσθωμα (που είναι ανάλογο με το ενοίκιο που εισέπρατταν μέσω του προγράμματος «ΕΣΤΙΑ» συν τον πληθωρισμό του 2022), καλύπτονται και για τυχόν φθορές που διαπιστώνονται στα ακίνητα κατά τη διάρκεια της μίσθωσης. Σημειώνεται ότι μέχρι στιγμής έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από 700 περίπου ιδιοκτήτες ακινήτων που συμμετείχαν στα προγράμματα ΕΣΤΙΑ 2021 και ΕΣΤΙΑ ΙΙ. Οι αιτήσεις Υπενθυμίζεται ότι το πρόγραμμα «Κάλυψη» που θεσπίστηκε με το νόμο 5006/2022 απευθύνεται σε νέους ηλικίας 25-39 ετών που είναι δικαιούχοι του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και δεν έχουν ιδιόκτητη κατοικία. Στόχος στην παρούσα περίοδο είναι να στεγαστούν 3.000 δυνητικά ωφελούμενοι με την αξιοποίηση τουλάχιστον 1.000 κατοικιών. Οι ενδιαφερόμενοι που υποβάλουν αιτήσεις συμμετοχής κατατάσσονται ανά Δήμο με μοριοδότηση και καταρτίζονται λίστες σύμφωνα με τα εξής κριτήρια: πολύτεκνες οικογένειες, τρίτεκνες οικογένειες, άτομα με αναπηρία άνω του 67%, νοικοκυριά υπό έξωση από ενοικιαζόμενη κατοικία, μονογονεϊκές οικογένειες, οικογένειες με ένα ή δύο παιδιά, άνεργοι εγγεγραμμένοι στη ΔΥΠΑ, άτομα ή οικογένειες που φιλοξενούνται σε δομές φιλοξενίας γυναικών θυμάτων βίας και άτομα ή οικογένειες που φιλοξενούνται ως μέλη σε νοικοκυριά του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Μετά την κατάταξη των νοικοκυριών σε λίστα προτεραιότητας, με βάση τα μόρια που συγκεντρώνουν, οι Δήμοι καλούν τους ωφελούμενους να επιλέξουν από τη λίστα των διαθέσιμων κατοικιών, αυτές που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους, ανάλογα με τη σύνθεση του νοικοκυριού και την προτίμησή τους, ως προς την περιοχή του Δήμου που βρίσκεται το ακίνητο. Κάθε νοικοκυριό μπορεί να επιλέγει έως τρία διαθέσιμα ακίνητα, μεταξύ των οποίων καλείται να διαλέξει το κατάλληλο προς ενοικίαση.
-
Η κρίση έφερε μετακίνηση των νοικοκυριών σε μικρότερες κατοικίες
Engineer posted a είδηση in Επικαιρότητα
Τις δραματικές μεταβολές που επέφερε η κρίση στην ελληνική κοινωνία, διαπιστώνει μελέτη που δημοσιεύεται στο Οικονομικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Μεταξύ άλλων διαπιστώνεται υποβάθμιση της ποιότητας διαβίωσης των νοικοκυριών, δραματική αύξηση των νοικοκυριών που διαβιούν σε παράγκες και υπερδιπλασιασμός των νοικοκυριών με εισοδήματα κάτω των 750 ευρώ μηνιαίως. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας για την περίοδο 2008-2012, "σημαντικός είναι ο αριθμός των νοικοκυριών που έχει υποστεί αρνητική μεταβολή στη στεγαστική του κατάσταση, ενώ αρκετά νοικοκυριά τελούν υπό καθεστώς δυνητικής επισφάλειας ως προς τη δυνατότητα διατήρησής της, είτε λόγω των οικονομικών βαρών επί των ιδιόκτητων κατοικιών τους είτε γιατί διαβιούν σε παραχωρημένες κατοικίες, των οποίων η παραχώρηση δύναται να σταματήσει να υφίσταται". Αιτίες είναι η μείωση των εισοδημάτων και η παράλληλη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, που μειώνει περαιτέρω το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Παράλληλα, εκτός από τα νοικοκυριά που φοβούνται πως θα χάσουν το σπίτι τους, αυξήθηκε θεαματικά ο αριθμός εκείνων που ήδη το έχασαν. Συγκεκριμένα διαπιστώνεται ότι "αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που διαβιούν σε μη κανονικές κατοικίες, όπως καλύβες, παράγκες και καταστήματα". Σημειώνεται ότι ο αριθμός αυτών των νοικοκυριών ξεπέρασε τις 27.000 το 2012 από 16.000 περίπου που ήταν το 2008 πριν ξεσπάσει η κρίση, δηλαδή προκύπτει αύξηση κατά 71%. Επίσης, ένα μεγάλος αριθμός νοικοκυριών έχει υποστεί αρνητική μεταβολή στη στεγαστική του κατάσταση. Αναλυτικότερα, είχε επίσης ως αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός των νοικοκυριών που διαβιούν σε κατοικίες ενός, δύο και τριών δωματίων, ενώ αντίθετα μειώθηκαν τα νοικοκυριά που διαβιούν σε κατοικίες τεσσάρων δωματίων και άνω. Η μετακίνηση των νοικοκυριών σε μικρότερες κατοικίες ερμηνεύεται μόνο εν μέρει από τις μεταβολές στη σύνθεση των νοικοκυριών (αύξηση ολιγομελών νοικοκυριών λόγω διάσπασης συμβίωσης νοικοκυριών δύο και τριών γενεών, αύξησης ζευγαριών με λιγότερα παιδιά, διαζευγμένων, μονογονεϊκών οικογενειών), κατά το υπόλοιπο αποδίδεται -σύμφωνα με την έρευνα- σε οικονομικούς λόγους. Συνέπεια της κρίσης είναι επίσης η αύξηση των νοικοκυριών που διαβιούν σε κατοικίες με υψηλό συντελεστή παλαιότητας, ενώ αυξήθηκαν επίσης τα νοικοκυριά με ιδιόκτητες κατοικίες που φέρουν οικονομικά βάρη και εκείνα που διαβιούν σε κατοικίες που τους έχουν παραχωρηθεί. Τέλος, παρατηρήθηκε μετακίνηση των νοικοκυριών σε κατοικίες μικρότερου εμβαδού. Πηγή: http://www.buildnet.gr/default.asp?pid=235&la=1&catid=213&artid=12829 από ΤτΕ, naftemporiki.gr -
Σε μια χώρα που ο πληθυσμός της είναι 1,3 δις. άνθρωποι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μια πόλη της έχει τόσους κατοίκους όσο μιας ολόκληρης χώρας. Πρόσφατα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το αρμόδιο γραφείο του Πεκίνου δείχνουν ότι ο πληθυσμός της πρωτεύουσας της Κίνας αυξήθηκε σχεδόν κατά μισό εκατομμύριο κατοίκους το 2013 φθάνοντας τα 21,15 εκατ. Οσο δηλαδή σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της Αυστραλίας! Σύμφωνα με τα στοιχεία διαπιστώνεται επίσης ότι στην πόλη του Πεκίνου βρήκαν «σπίτι» περισσότεροι από 8 εκατομμύρια μετανάστες οι οποίοι σήμερα αποτελούν περίπου το 40% του γενικού πληθυσμού. Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν νωρίτερα μέσα στη χρονιά από το αρμόδιο γραφείο της Σαγκάης εμφανίζουν αύξηση του γενικού πληθυσμού κατά περίπου 350.000 (σχεδόν όλος ο πληθυσμός της Βόρειας Κορέας) συμπεριλαμβανομένων περίπου 10 εκατομμυρίων μεταναστών. Τεχνικά η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της χώρας είναι η περιφέρεια Chongqing με πληθυσμό πάνω από 29,7 εκατομμύρια. Το Chongqing καταλαμβάνει μια τεράστια έκταση στην ύπαιθρο και συγκεκριμένα πέντε φορές μεγαλύτερη απ’ ότι το Πεκίνο και 13 φορές μεγαλύτερη από την Σαγκάη. Μοιάζει, δηλαδή, περισσότερο με μια πόλη παρά με μια επαρχία της Κίνας. Πρόβλημα η στέγαση Εκτός από το μεγάλο «αγκάθι» του υπερπληθυσμού αλλά και της μόλυνσης του περιβάλλοντος ένα ακόμη «σκόπελο» που πρέπει να ξεπεράσει η χώρα είναι η στέγαση των δισεκατομμυρίων ντόπιων και μεταναστών κατοίκων. Αν και οι κατασκευές νεόδμητων κατοικιών μειώθηκαν τους πρώτους πέντε μήνες του έτους κατά 19% σε σχέση με πέρυσι, παρουσιάζοντας πρώτη φορά πτώση σε δυο χρόνια, άνθρωποι της αγοράς μιλούν για σταδιακή βελτίωση του real estate. Μιας αγοράς με πολλές προοπτικές, αλλά και με πολλές «παγίδες» όπως αναφέρουν. Ο τομέας των ακινήτων, αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 15% της οικονομίας της Κίνας και επηρεάζει έμμεσα περίπου 40 ακόμη τομείς. «Αν η αγορά ακινήτων συνεχίσει να είναι ‘παγωμένη’ οι αρχές θα πρέπει να καταβάλλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για να διαχειριστούν μια ευρύτερη οικονομική επιβράδυνση» λέει ο Lv Fengyong, ερευνητής στην Κινεζική Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών (CASS) σε «δεξαμενή σκέψης» (think-tank) που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Πεκίνο. Ο επενδυτικός οίκος Moody’s τον περασμένο μήνα μείωσε τις προοπτικές για τον κλάδο των ακινήτων στην Κίνα σε «αρνητικές» (negative) από «σταθερές» (stable) σημειώνοντας παράλληλα επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των πωλήσεων. Πηγή: http://www.ered.gr/content/Mia_poli_oso_mia_chora_/#.U6QWO_l_tc8
-
Το ένα τέταρτο (25,0%) των δαπανών των νοικοκυριών της ΕΕ, αφορούσε το κόστος συνολικό κόστος στέγασης (Στέγαση, νερό, ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο και άλλα καύσιμα) μειωμένες όμως κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) σε σύγκριση με το 2020, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ. «Τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά» μειώθηκε επίσης μεταξύ των κατηγοριών δαπανών των νοικοκυριών, αντιπροσωπεύοντας το 14,3% των συνολικών δαπανών το 2021. Πέρυσι, η «Μεταφορές» κατετάγη τρίτη στις κατηγορίες δαπανών των νοικοκυριών, αντιπροσωπεύοντας το 12,1% των συνολικών δαπανών, σημειώνοντας αύξηση 0,5 π.μ. Η ίδια τάση σημειώθηκε στις κατηγορίες «Αναψυχή και πολιτισμός», «Εστιατόρια και ξενοδοχεία», «Υγεία» και «Ένδυση και υπόδηση». Το συνολικό μερίδιο των δαπανών τους αυξήθηκε σε 8,0%, 6,6%, 4,7% και 4,2% το 2021 (έναντι 7,8%, 6,0%, 4,6% και 4,1% αντίστοιχα το 2020). Αντίθετα στην Ελλάδα το κόστος στέγασης αφορά στο 21% των συνολικών δαπανών του νοικοκυριού το 18,1% πάει για διατροφή ενώ διπλάσια ποσά από τον μέσο ευρωπαίο ξοδεύουν οι Έλληνες για εστιατόρια και ξενοδοχεία. Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες με το υψηλότερο ποσοστό ιδιοκατοίκησης καθώς το 73,3% των πολιτών στην Ελλάδα διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι, Το ποσοστό αυτό όμως βαίνει μειούμενο καθώς μια δεκαετία πριν, το 2011 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ήταν 78,3% και το 2001 ήταν 79,8%. View full είδηση
-
Τα τελευταία χρόνια το σχετικό κόστος στέγασης στην Ελλάδα έχει εκτοξευτεί. Σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%. Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά που ζουν στις πόλεις πληρώνουν ακόμη πιο πολλά, περισσότερο από 40% του εισοδήματός τους για στέγαση -επίσης το πιο μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη. 3 στους 4 ενοικιαστές ηλικίας 18 έως 44 ετών δηλώνουν ότι το ενοίκιο που πληρώνουν τους προκαλεί άγχος. Οι εμπειρικές καταγραφές της αναζήτησης σπιτιού στην Αθήνα, συνήθως γραμμένες σε απελπισμένο τόνο, συμπληρώνουν την ίδια εικόνα. Πώς φτάσαμε όμως να έχουμε την πιο ακριβή, συγκριτικά με το εισόδημα, στέγαση στην Ευρώπη; Μια εξήγηση είναι η μεγάλη μείωση των εισοδημάτων. Από το 2009 μέχρι το 2014 οι Έλληνες έχασαν περισσότερο από 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Την ίδια περίοδο, οι τουρίστες στις πόλεις και στα νησιά αυξάνονταν. Οι ιδιοκτήτες βρήκαν νέες επιλογές εκμετάλλευσης των ακινήτων τους, όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, οι οποίες επηρέασαν με τη σειρά τους τις τιμές και τα ενοίκια. Όμως, πριν ακόμη συμβούν τα παραπάνω, η Ελλάδα ήταν ήδη μια χώρα χωρίς σπουδαία στεγαστική πολιτική. Μέσα στην καταιγίδα της κρίσης διαλύθηκε ό,τι υπήρχε: το 2012 ο ΟΕΚ, ο κρατικός φορέας που έτρεχε τα πιο μαζικά προγράμματα στέγασης στη χώρα, καταργήθηκε χωρίς να αντικατασταθεί. Διαβάστε Μια Συνοπτική Παρουσίαση Της Έρευνας (PDF) Το τελευταίο διάστημα η συζήτηση για τη στεγαστική πολιτική έχει ανοίξει ξανά. Όλοι αναγνωρίζουν το πρόβλημα και τις ευρύτερες συνέπειές του, π.χ. στο δημογραφικό προφίλ της χώρας. Η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μέτρα που μένουν να εφαρμοστούν, ενώ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν κάνει προτάσεις. Πώς μπορεί όμως να μοιάζει μια σύγχρονη και αποτελεσματική στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα; Για να απαντήσει κάποιος σε αυτή την ερώτηση πρέπει πρώτα να κοιτάξει πίσω: στη στεγαστική πολιτική που είχε στο παρελθόν η Ελλάδα, στο αποτύπωμα, στις ανεπάρκειες, αλλά και στο τέλος της. Ο "ξαφνικός θάνατος" του ΟΕΚ Στις 12 Φεβρουαρίου 2012, σε μια δραματική συνεδρίαση της Βουλής, όσο στην οδό Σταδίου καίγονταν οι κινηματογράφοι Αττικόν και Απόλλων, ψηφίστηκε ο Ν. 4046/2012, το δεύτερο μνημόνιο. Ο νόμος, ένα εκτενές κείμενο 574 σελίδων με πολλά παραρτήματα, όπως και τα υπόλοιπα μνημόνια, προέβλεπε σημαντικές περικοπές και εκατοντάδες αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε μέχρι τότε το κράτος. Η ψήφισή του εξασφάλισε απαραίτητη χρηματοδότηση και "ξεκλείδωσε" τη μείωση του χρέους, που έγινε γνωστή ως PSI. Όμως ήμασταν ίσως στην πιο σκοτεινή στιγμή της ελληνικής κρίσης. Η αναταραχή στη χώρα, που είχε χάσει 15% του ΑΕΠ της μέσα σε δύο χρόνια, ήταν τόσο μεγάλη που λίγοι ασχολήθηκαν τότε με ένα σύντομο απόσπασμα στο Παράρτημα 5 του νόμου. Εκεί έγραφε ότι, στο πλαίσιο της μείωσης του μη μισθολογικού εργασιακού κόστους, πρέπει "να υιοθετηθεί νομοθεσία να κλείσουν μέσα σε 6 μήνες μικροί φορείς ειδικού σκοπού που ασχολούνται με κοινωνικές δαπάνες οι οποίες δεν αποτελούν προτεραιότητα". Οι δύο φορείς "που δεν αποτελούν προτεραιότητα" στους οποίους αναφερόταν το απόσπασμα ήταν ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας και ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας. Ο πρώτος, ο πιο μικρός σε μέγεθος από τους δύο, είχε ως αντικείμενο τη "μετεργασιακή μέριμνα" (προγράμματα οικονομικών διακοπών και κουπόνια μειωμένου εισιτηρίου σε θέατρα και άλλα θεάματα), αλλά και την υποστήριξη της λειτουργίας των συνδικάτων. Ο δεύτερος, ο ΟΕΚ, πραγματοποιούσε την κρατική στεγαστική πολιτική για τους μισθωτούς εργαζόμενους. Στην πραγματικότητα, ήταν ο οργανισμός που επί έξι δεκαετίες "έτρεχε" τα πιο μαζικά έργα στέγασης που πραγματοποιούνταν στη χώρα, είτε αυτά ήταν κατασκευαστικά είτε αφορούσαν στήριξη για την απόκτηση σπιτιού από την αγορά. Το 2012, όταν έκλεισε ο ΟΕΚ, τα μέσα ενημέρωσης και οι πολιτικοί ασχολούνταν με άλλες περικοπές του δεύτερου μνημονίου, όπως αυτές των συντάξεων. Επομένως, εκτός από τη μικρή αναφορά του ίδιου του μνημονίου σε "μείωση του μη μισθολογικού κόστους", δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες που να εξηγούν την απόφαση. Γιατί μπορεί η Ελλάδα και οι δανειστές της να συμφώνησαν τελικά τότε να κλείσουν τον ΟΕΚ; Όταν κάποιος κάνει την ερώτηση σε ανθρώπους, οι οποίοι είχαν κάποια σχέση με τον οργανισμό εκείνη την περίοδο, οι απαντήσεις που παίρνει είναι διάφορες: "Ίσως θεωρήθηκε ότι το κράτος δεν μπορεί να λειτουργεί ως τράπεζα ή ως κατασκευαστική εταιρεία"· "Δεν υπήρχε τότε επείγον στεγαστικό πρόβλημα: το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλό και εκείνη την περίοδο, λόγω της κρίσης, οι τιμές και τα ενοίκια ήταν χαμηλά"· "Ίσως σκέφτηκαν ότι όπου υπάρχουν δημόσια έργα υπάρχει και διαφθορά ή ότι ο οργανισμός ήταν ανταγωνιστικός προς τον ιδιωτικό τομέα"· "Κυκλοφορεί ένα 'ράδιο αρβύλα' ότι έλειπαν περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ για να κλείσει η συμφωνία για το μνημόνιο, ένα ποσό που αντιστοιχούσε περίπου στο αποθεματικό του οργανισμού τότε". Τον Απρίλιο του 2013, ο ΟΕΚ τυπικά απορροφήθηκε από τον τότε ΟΑΕΔ (πλέον ΔΥΠΑ). Όμως στην πραγματικότητα σταμάτησε κάθε νέα δραστηριότητα. Σταμάτησε να εκδίδει νέα δάνεια, να επιδοτεί το επιτόκιο στεγαστικών δανείων ή να δίνει επιδόματα ενοικίου. Σταμάτησε, επίσης να σχεδιάζει νέους οικισμούς και να κατασκευάζει κατοικίες. Από τότε μέχρι σήμερα, η λειτουργία του αφορά όσα είχαν σχεδιαστεί ή μείνει "ανοιχτά" πριν από το 2012: παρακολούθηση δανείων που είχαν ήδη εκδοθεί και ολοκλήρωση των έργων που είχαν ήδη αρχίσει. Στενό με φόντο την Ακρόπολη, 2023 | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Αντιπαροχή για "μικρούς παίκτες" Πώς φτάσαμε όμως στο μεγάλο κενό της στεγαστικής πολιτικής; Το ελληνικό κράτος, παρότι είχε κάποια στεγαστική πολιτική, αυτή δεν ήταν ποτέ πολύ ισχυρή και οργανωμένη, αντίστοιχα με άλλες χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Ποια ήταν η παρέμβαση του κράτους για να αποκτήσουν σπίτι οι Έλληνες; "Στην Ελλάδα το κράτος δεν ασχολήθηκε ποτέ ιδιαίτερα σοβαρά με τη στέγαση", παρατηρεί ο επίκουρος καθηγητής Πολεοδομίας και Διαχείρισης Ακινήτων στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Νίκος Τριανταφυλλόπουλος. "Υπήρξαν ασφαλώς ο ΟΕΚ και κάποιες προσπάθειες να δημιουργηθούν στεγαστικές τράπεζες, όπως παλιότερα η Κτηματική και η Στεγαστική Τράπεζα και να διευκολυνθεί έτσι η έκδοση στεγαστικών δανείων. Όμως, η στεγαστική πολιτική ασκήθηκε κυρίως με έναν έμμεσο τρόπο, με την ενθάρρυνση της αντιπαροχής, αλλά και με καταπατήσεις και έπειτα νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων. Η κοινωνική κατοικία, ενώ υπήρξε κι αυτή, δεν αναπτύχθηκε ποτέ σε τέτοια κλίμακα ώστε να κάνει σημαντική διαφορά". Παρόμοια είναι και η οπτική του ομότιμου καθηγητή Ανθρώπινης Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Θωμά Μαλούτα: "Στην Ελλάδα είχαμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο ήταν αρκετά διαφορετικό από αυτό των ευρωπαϊκών βιομηχανικών χωρών, που έβλεπαν τη στέγαση ως έναν τρόπο για να εξασφαλίσουν την ύπαρξη και την επιβίωση των εργαζομένων", λέει. "Στην Ελλάδα, η εποχή της μεγάλης γεωγραφικής μετακίνησης από την επαρχία προς τις πόλεις μεταπολεμικά δεν ήταν ακριβώς μια εποχή εκβιομηχάνισης: όσοι έφυγαν από την ύπαιθρο δεν έβρισκαν εύκολα δουλειά ούτε στις πόλεις -σχεδόν άλλοι τόσοι, άλλωστε, μετανάστευσαν στο εξωτερικό. Επομένως, ούτε το κράτος ούτε οι εργοδότες είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διατηρήσουν τους εργαζόμενους ευχαριστημένους και σε επαρκή αριθμό. Σε αυτό το πλαίσιο, η στέγαση έγινε περισσότερο ατομικό και οικογενειακό μέλημα παρά δημόσιο. Έπρεπε να 'στήσεις' τη δική σου ιδιοκατοίκηση, λίγο-πολύ με τα δικά σου χέρια. Αντίστοιχα, το πολιτικό σύστημα φρόντισε να περιχαρακώσει τον τομέα της κατοικίας ως έναν χώρο που μπορούσαν να λειτουργήσουν και να αναπαράγονται οι μικροί παίκτες: ο μικρός οικοπεδούχος και ο μικρός κατασκευαστής. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν πολύ δύσκολο για τις τράπεζες να εμπλακούν με τον στεγαστικό τομέα. Από την άλλη μεριά ο μικρός εργολάβος ήταν προστατευμένος από την είσοδο των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών στην αγορά. Ο μεγάλος δεν είχε, ανά μονάδα, μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους από αυτό που είχε ο μικρός. Έτσι, οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, που θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν μεγαλύτερα, κρατικά ή ιδιωτικά έργα κατοικιών εν πολλοίς απείχαν". Η αντιπαροχή, δηλαδή η ανταλλαγή γης με διαμερίσματα, ήταν μια συναλλαγή που επέτρεψε σε πολλούς Έλληνες να αποκτήσουν σπίτι χωρίς να το πληρώσουν με μετρητά και καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη της Αθήνας και άλλων ελληνικών πόλεων. Το ντοκιμαντέρ "Χτίστες, νοικοκυρές και η οικοδόμηση της σύγχρονης Αθήνας" (2021), βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Ιωάννας Θεοχαροπούλου -αντίστοιχα η παραγωγή και η έκδοση χρηματοδοτήθηκαν από το Ίδρυμα Ωνάση-, καταγράφει με λεπτομέρεια την εποχή της αντιπαροχής, από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα. Παρακολουθεί αρκετές προσωπικές ιστορίες, κυρίως οικοδόμων και εργολάβων και των συζύγων τους. Στη διάρκεια του ντοκιμαντέρ, ένας "χτίστης" αφηγείται το πώς κουβάλησε λάσπη με έναν τενεκέ από το ισόγειο, για να χτίσει τον έκτο όροφο μιας πολυκατοικίας. Μία από τις "νοικοκυρές" θυμάται πώς βοήθησε τον σύζυγό της να χτίσει το δικό τους σπίτι -έπρεπε να βιαστούν για να είναι έτοιμο πριν έρθει ο χειμώνας. Την ίδια εποχή δεν ήταν ασυνήθιστο οι οικοδόμοι να κάνουν τις δικές τους μικρές αισθητικές παρεμβάσεις στα σχέδια των πολυκατοικιών που ετοίμαζαν οι μηχανικοί -ένα συνηθισμένο παράδειγμα είναι τα μοτίβα των τοίχων έξω από τα παράθυρα των λουτρών. Οι ανθρώπινες ιστορίες γύρω από το χτίσιμο της πόλης φανερώνουν εν πολλοίς την απουσία μιας σημαντικής κεντρικής παρέμβασης, ενός σχεδίου. Ωστόσο, αναδεικνύουν και την ιδιαιτερότητα της Αθήνας, τουλάχιστον στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. "Γυρίζοντας το ντοκιμαντέρ είδαμε μία-μία τις προκαταλήψεις μας για την Αθήνα να καταπέφτουν", λέει ο Τάσος Λάγγης, ο οποίος μαζί με τον Γιάννη Γαϊτανίδη έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε το φιλμ. "Είμαι ένας άνθρωπος περίπου 50 ετών και μεγάλωσα ακούγοντας συχνά για το κακό που έκανε η αντιπαροχή στις πόλεις, ότι η Αθήνα 'δεν βλέπεται'. Με την εμπειρία του ντοκιμαντέρ όλο αυτό κατέρρευσε. Γνωρίσαμε ανθρώπους που τότε ήταν νέοι και χτυπημένοι από τη μεταπολεμική φτώχεια. Το μοναδικό πράγμα που ήθελαν ήταν ό,τι θέλουμε κι εμείς σήμερα: να ζήσουν με την οικογένειά τους σε ένα σπίτι με καλές συνθήκες, ασφαλείς υγειονομικές συνθήκες και με μια προοπτική προκοπής. Άρχισαν με αυτό το όνειρο, με αυτές τις ανάγκες και το κατάφεραν. Αυτή η οπτική της Αθήνας, ως μιας πόλης που χτίστηκε με βάση αυτά τα συναισθήματα και τις επιθυμίες, ήταν μια μεγάλη έκπληξη για εμένα. Η Αθήνα δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με πόλεις στην Τουρκία και στη Μέση Ανατολή, ούτε όμως με ευρωπαϊκές πόλεις, όπως η Ρώμη ή το Παρίσι. Είναι κάτι μοναδικό, το οποίο ίσως επειδή μας είναι τόσο οικείο έχει γίνει, κατά κάποιον τρόπο, αόρατο". Από την άλλη πλευρά, τα όποια μέτρα του κράτους για τη στέγαση ήταν περιορισμένα σε κλίμακα και εφαρμόζονταν πάντοτε στο περιθώριο -σπανιότερα οδήγησαν την ανάπτυξη των πόλεων ή της άλλαξαν κατεύθυνση. Εξάλλου, αφορούσαν μόνο συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού. Κάποιες γνωστές παρεμβάσεις έγιναν για να αποκτήσουν γη οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία μετά το 1922, ενώ σε πολλές ελληνικές πόλεις χτίστηκαν προσφυγικοί οικισμοί (η Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στέγασης που πραγματοποίησε μια επιτυχημένη ανάπλαση στα προσφυγικά του Ταύρου σταμάτησε κι αυτή να λειτουργεί το 2010). Το ελληνικό κράτος φρόντισε επίσης να στεγάσει κάποιους φοιτητές με τις φοιτητικές εστίες, να διευκολύνει τους άστεγους και, μέχρι πρόσφατα, τους πρόσφυγες το πρώτο διάστημα μετά την αναγνώριση του ασύλου. Τι ήταν ο ΟΕΚ; Ημεγαλύτερη, με διαφορά, ομάδα για τη στέγαση της οποίας μερίμνησε κάπως το ελληνικό κράτος ήταν οι μισθωτοί εργαζόμενοι. O OEK, ένας οργανισμός που λειτούργησε από το 1954 και για 58 ακόμη χρόνια, εισέπραττε από το ΙΚΑ ένα μικρό μέρος των εισφορών των εργοδοτών (στο 0,75% όταν έκλεισε) και του μισθού των εργαζομένων (1%), προκειμένου να πραγματοποιεί προγράμματα στέγασης. Ήταν δηλαδή ένας αυτοχρηματοδοτούμενος οργανισμός, που δεν επιβάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό, αφού οι εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών χρηματοδοτούσαν ολόκληρη τη δραστηριότητά του, ακόμη και τους μισθούς του προσωπικού. Συνολικά, το ποσό από τις εισφορές αυτές ήταν σημαντικό, κοντά στα 650 εκατομμύρια ευρώ ετησίως τα τελευταία χρόνια πριν από το κλείσιμο, αλλά συνήθως το ΙΚΑ απέδιδε πολύ λιγότερα, συχνά λιγότερα από τα μισά. Ταυτόχρονα με το κλείσιμο του ΟΕΚ το 2012, καταργήθηκε η σχετική εισφορά των εργοδοτών, ενώ το 2020, οκτώ χρόνια αργότερα, καταργήθηκε η αντίστοιχη εισφορά των εργαζομένων. Ο ΟΕΚ ήταν ένας μάλλον ασυνήθιστος οργανισμός στο πλαίσιο του ελληνικού Δημοσίου. Πριν από το κλείσιμο, εργάζονταν εκεί περίπου 730 εργαζόμενοι: μεταξύ τους ήταν 200 πολιτικοί μηχανικοί, αρχιτέκτονες, τοπογράφοι, γεωπόνοι ή γεωφυσικοί και 100 οικονομολόγοι, μαθηματικοί ή λογιστές. Μαζί με κάποιους συμβασιούχους και με τους μαθητευόμενους των προγραμμάτων stage, το προσωπικό είχε κάποια στιγμή προσεγγίσει τους 1.000 εργαζομένους σε τοπικά γραφεία, σε όλες τις περιφέρειες της χώρας. Φυσικά, ο ΟΕΚ δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Αν υπήρχε κάτι ασυνήθιστο ήταν το ότι είχε σχετικά μικρή δραστηριότητα σε σύγκριση με άλλους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς οργανισμούς. Για παράδειγμα, αντίστοιχοι αυστριακοί και ολλανδικοί φορείς διαχειρίζονται (με πολύ διαφορετικά μοντέλα από το ελληνικό) περισσότερο από το 20% του συνόλου των κατοικιών στις χώρες τους. Όλοι οι σχετικοί οργανισμοί στην Ευρώπη συμμετέχουν στη συνομοσπονδία παρόχων κοινωνικής κατοικίας Housing Europe και συνολικά διαχειρίζονται σχεδόν 25 εκατομμύρια κατοικίες. Η Ελλάδα δεν συμμετέχει πια, παρά μόνο μέσω της Αναπτυξιακής Μείζονος Αστικής Θεσσαλονίκης, που εντάχθηκε τους τελευταίους μήνες έχοντας δημοσιεύσει μια σχετική μελέτη το 2020. Όπως συμβαίνει συχνά με την ελληνική δημόσια διοίκηση, έτσι και στην περίπτωση του πρώην ΟΕΚ, τα δημόσια διαθέσιμα δεδομένα σπανίζουν. Σύμφωνα με υπολογισμούς που είχε κατά καιρούς δημοσιοποιήσει ο οργανισμός (χωρίς σχολαστική τεκμηρίωση) συνολικά 700.000 νοικοκυριά υποστηρίχθηκαν οικονομικά στο να αποκτήσουν ή να νοικιάσουν σπίτι όσο καιρό αυτός λειτουργούσε: 100.000 αγόρασαν έτοιμη κατοικία με δάνειο, 362.000 έχτισαν σπίτι με δάνειο, 238.000 επισκεύασαν το σπίτι τους με δάνειο και 100.000 (ή πιθανόν περισσότεροι) κάθε χρόνο λάμβαναν επίδομα ενοικίου συνολικού ύψους 1.000 έως 1.200 ευρώ. Αντίστοιχα, περίπου 500 οικισμοί κοινωνικών κατοικιών στεγάζουν μέχρι σήμερα περίπου 50.000 νοικοκυριά. Ο ΟΕΚ έδινε περισσότερα δάνεια, απ’ ό,τι κατασκεύαζε κατοικίες. Τα δάνεια και τα επιδόματα συνήθως αποτελούσαν περισσότερο από το 70% των εξόδων του οργανισμού. Όμως κι αυτό δεν ίσχυε πάντοτε. Για παράδειγμα, μετά το 2007, όταν οι τρίτεκνοι αναγνωρίστηκαν ως πολύτεκνοι, τότε οι μισθωτοί τρίτεκνοι έγιναν αμέσως δικαιούχοι στεγαστικού δανείου. Τα έξοδα για δάνεια αυξήθηκαν ξαφνικά κατά επιπλέον 160-195 εκατ. ευρώ τον χρόνο και το μέρος των εξόδων του ΟΕΚ που αφορούσε δάνεια είχε εκτιναχθεί στο 95% μέσα σε δύο χρόνια. Τα επιδόματα ενοικίου στα μέσα της δεκαετίας του 2000 κόστιζαν περισσότερο από 150 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Όμως, τότε οι υπηρεσίες του Δημοσίου δεν "συνομιλούσαν" τόσο συχνά η μία με την άλλη και η διασταύρωση των στοιχείων των δικαιούχων ήταν πιο δύσκολη. Εργαζόμενοι στον πρώην οργανισμό λένε ότι "η διαδικασία της διασταύρωσης ίσως δεν ήταν πάντα εξαντλητική". Από την άλλη μεριά, το 2012 η Ελλάδα έμεινε χωρίς καμία επιδότηση του ενοικίου για πέντε χρόνια μέχρι το 2017. Τότε θεσπίστηκε ένα νέο, χαμηλό επίδομα, ως όρος του μνημονίου, και δίνεται μέχρι σήμερα από τον ΟΠΕΚΑ. Συγκριτικά με το σύνολο των κατοικιών στη χώρα, οι κατοικίες που κατασκεύασε ο ΟΕΚ είναι λίγες και, επομένως, δεν έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων. Αλλά άφησαν αποτύπωμα, κυρίως στις πιο μικρές πόλεις. Οι κατοικίες αυτές συνήθως χτίζονταν μακριά από το κέντρο και, επομένως, ήταν ένας έμμεσος τρόπος να επεκταθούν οι πόλεις προς μια κατεύθυνση. Μια σειρά από απαραίτητες εγκαταστάσεις, όπως το δίκτυο ηλεκτροδότησης ή η αποχέτευση, έφτασαν σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους δικαιούχους του ΟΕΚ. Αφού υπήρχε νερό, ρεύμα και αποχέτευση, πολύ περισσότεροι έχτιζαν στις ενδιάμεσες περιοχές. Ο πρώην OEK διαχειριζόταν τη γη (σε κάποιες περιπτώσεις την αγόραζε), την ενέτασσε στο σχέδιο πόλης αν ήταν εκτός, εκπονούσε πολεοδομική μελέτη, δημοπρατούσε την κατασκευή και την επέβλεπε. Έπειτα επέλεγε, μέσω κλήρωσης, τους δικαιούχους και καθόριζε το τίμημα που αυτοί θα πλήρωναν. Οι κατοικίες του ΟΕΚ, συνήθως εμβαδού 80 έως 130 τ.μ. σε διώροφα ή τετραώροφα κτήρια, υπάρχουν σε οικισμούς σε όλη την επικράτεια. Παρότι οι δύο πιο μεγάλοι, με διαφορά, οικισμοί τους οποίους έχτισε ο ΟΕΚ βρίσκονται στην Αττική, οι κοινωνικές κατοικίες είναι περισσότερες στην περιφέρεια. Η ελληνική εκδοχή της κοινωνικής κατοικίας εστίαζε σχεδόν αποκλειστικά στην ιδιοκτησία και την ιδιοκατοίκηση. Στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης οι κοινωνικές κατοικίες διατίθενται συνήθως προς ενοικίαση, δημιουργώντας μία, κατά κάποιον τρόπο, παράλληλη αγορά, που "ανταγωνίζεται" τα ενοίκια της ελεύθερης αγοράς -και πιθανόν συμβάλλει στο να μειωθούν. Επιπλέον, μια τέτοια αγορά ενοικιαζόμενης κοινωνικής κατοικίας δημιουργεί ένα "απόθεμα" κατοικιών, το οποίο το κράτος μπορεί να παραχωρεί, με χαμηλό ενοίκιο, σε όσους πληρούν τα σχετικά κριτήρια κάθε χρονική στιγμή. Στην Ελλάδα, οι κοινωνικές κατοικίες παραχωρούνταν στον δικαιούχο έναντι χαμηλού αντιτίμου, και αφότου το πλήρωνε γινόταν ο ίδιος ιδιοκτήτης τους, ανεξάρτητα από την οικονομική κατάστασή του αργότερα. Επομένως, η στιγμή που θα γινόταν η κλήρωση για τους δικαιούχους είχε ξεχωριστή σημασία. Αρκετοί από τους συνομιλητές μας για τις ανάγκες αυτού του άρθρου περιέγραψαν, όχι χωρίς ειρωνεία, αυτή την περίοδο σαν "μια μεγάλη γιορτή", όπου "εμφανίζονταν όλες οι αρχές του κράτους". Πόσο όμως θα πλήρωναν τελικά οι δικαιούχοι για το καινούργιο σπίτι τους; Είναι κάτι που το μάθαιναν μετά από πολύ καιρό. Μετά την κλήρωση άρχιζε η διαδικασία υπολογισμού του κόστους της κατασκευής και καθορισμού του αντιτίμου της κάθε κατοικίας. Το προσωπικό του ΟΕΚ συνυπολόγιζε το κόστος της γης και της ανέγερσης του οικισμού και της κατοικίας, και υπολόγιζε ένα ενιαίο κόστος ανά τ.μ. για τους κατοίκους του κάθε οικισμού. Τη δεκαετία του 2000 αυτό το κόστος ήταν συνήθως κοντά στα 400 ευρώ, παρότι υπήρχαν οικισμοί που χρεώνονταν πολύ περισσότερο, ακόμα και περισσότερο από τα διπλάσια. Ήταν μια χρονοβόρα διαδικασία. Ο καθορισμός του κόστους μπορεί να διαρκούσε αρκετά χρόνια και, στο μεταξύ, ο δικαιούχος πλήρωνε ένα αντίτιμο κάθε μήνα, έναντι. Δεν ήταν ασυνήθιστο δικαιούχοι ή σύλλογοι οικιστών να ισχυρίζονται ότι η κατοικία τους ή ο οικισμός τους έχει κακοτεχνίες και να διεκδικούν χαμηλότερο αντίτιμο, αφότου είχαν ήδη μετακομίσει. Την τελευταία δεκαετία, οι, πολύ λιγότεροι, εργαζόμενοι του πρώην ΟΕΚ (και αναλογικά, ακόμα λιγότεροι μηχανικοί) που έχουν παραμείνει στη ΔΥΠΑ ουσιαστικά διαχειρίζονται μόνο ανοιχτές υποθέσεις. Από τη φύση των ρυθμίσεων που θεσπίστηκαν στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, καταλαβαίνει κάποιος ότι η διαχείριση που ασκούσε ο οργανισμός δεν ήταν πάντα ιδανική. Πέντε χρόνια μετά το κλείσιμο, το 2017, ορίστηκε μέγιστη τιμή ανά τ.μ. για τους οικισμούς που δεν είχαν ακόμη τιμολογηθεί και ανακοινώθηκαν πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις για όσους ακόμη χρωστούσαν. Πολλά από τα δάνεια του ΟΕΚ ήταν "κόκκινα". Το 2018 ρυθμίστηκαν με πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις και με κούρεμα τόκων υπερημερίας. Ταυτόχρονα, παραμένει μέχρι σήμερα ο γρίφος της αξιοποίησης της αρκετά μεγάλης περιουσίας του πρώην ΟΕΚ: σύμφωνα με ανεπίσημους υπολογισμούς, πρόκειται για εκτάσεις τουλάχιστον 4.500 στρεμμάτων σε όλη την Ελλάδα, συνήθως δωρεές δήμων ή περιφερειών, στην πολύ μεγάλη πλειοψηφία τους εκτός σχεδίου πόλης. Ένα χωριό από το μέλλον Υπάρχει ένα "παιδί" της ελληνικής στεγαστικής πολιτικής, που σήμερα έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Βόρεια της Αθήνας, στην Πεύκη, βρίσκεται το Ηλιακό Χωριό, δηλαδή 435 κατοικίες, οργανωμένες σε κτήρια δύο, τεσσάρων και έξι ορόφων. Πρόκειται για τον δεύτερο μεγαλύτερο οικισμό του ΟΕΚ, μετά το Ολυμπιακό Χωριό με τις 2.300 κατοικίες. Το Ηλιακό Χωριό σχεδιάστηκε την περίοδο 1978 έως 1981 από το γραφείο του αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Τομπάζη και κατασκευάστηκε μέχρι το 1989 με τέτοιο τρόπο ώστε τα κτήρια να είναι ενεργειακά αποδοτικά με πολλούς, καινοτόμους τρόπους. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 δεν υπήρχε η συζήτηση περί κλιματικής αλλαγής και ήμασταν πολύ μακριά από τους αλλεπάλληλους κύκλους των σημερινών προγραμμάτων "Εξοικονομώ". Όμως τότε ο κόσμος άφηνε πίσω του δύο μεγάλες πετρελαϊκές κρίσεις. "Tο Ηλιακό Χωριό ήταν ένα πιλοτικό έργο στα σπάργανα της ενασχόλησης με την 'ηλιακή' όπως ονομάστηκε αρχικά αρχιτεκτονική ή τον βιοκλιματικό σχεδιασμό, όπως τον αποκαλούμε σήμερα", λέει ο αρχιτέκτονας Άκης Τηλεμάχου, ο οποίος είναι σήμερα συνεργάτης του γραφείου Τομπάζη. Στο "χωριό" συνυπήρχαν συστήματα μόνωσης μαζί με, ιδιαίτερα καινοτόμα για την εποχή, "ενεργητικά συστήματα", που σχεδιάστηκαν για να παρέχουν θέρμανση και ζεστό νερό στις κατοικίες εξοικονομώντας ενέργεια. Τότε χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα τεχνολογίες όπως το αποκεντρωμένο σύστημα αντλιών θερμότητας, συλλέκτες αέρος, επίπεδοι συλλέκτες νερού, διεποχιακή αποθήκευση θερμότητας με συλλέκτες νερού και μια μεγάλη υδατοδεξαμενή όγκου 600 κυβικών μέτρων. Ηλιακό Χωριό, 2023 | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Τα "ενεργητικά" συστήματα αυτά είχαν σχεδιαστεί ως μια πιθανή απάντηση στις πετρελαϊκές κρίσεις: με πιο ενεργειακά αποδοτικές κατοικίες οι άνθρωποι ήταν λιγότερο εξαρτημένοι από την τιμή του πετρελαίου και από το καρτέλ του ΟΠΕΚ. Το ενδιαφέρον μάλιστα για το πόσο καλά μπορεί να λειτουργούν οι πρωτοπόρες ενεργειακές κατοικίες ήταν ευρύτερο: το γερμανικό Υπουργείο Έρευνας και Τεχνολογίας πλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος του κόστους της μελέτης για την ανάπτυξη του Ηλιακού Χωριού. Αντίστοιχα, ερευνητές του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μετρούσαν, τα πρώτα χρόνια μετά τα εγκαίνια, την απόδοση των συστημάτων. Μια βόλτα στο Ηλιακό Χωριό σήμερα μαρτυρά ότι τα περισσότερα από αυτά τα συστήματα δεν δουλεύουν όπως σχεδιάστηκαν -κάποια δεν λειτούργησαν ποτέ. Στις ταράτσες των σπιτιών τα περισσότερα ηλιακά πάνελ είναι φθαρμένα. Άλλα έχουν πλέον απομακρυνθεί· οι σιδεριές στις οποίες στηρίζονταν χάσκουν γυμνές και σε κάποιες από αυτές οι κάτοικοι έχουν στερεώσει συμβατικούς ηλιακούς θερμοσίφωνες. Σποραδικά εμφανίζονται πεταμένα μονωτικά υλικά. Τελικά, το 2019 το Ηλιακό Χωριό έκανε ό,τι θεωρητικά δεν είχε ανάγκη να κάνει: συνδέθηκε με το δίκτυο του φυσικού αερίου. Γιατί όμως, παρότι η αρχική ιδέα πίσω από την κατασκευή του Ηλιακού Χωριού με τα χρόνια γινόταν ολοένα και πιο επίκαιρη, το ίδιο το χωριό φαινόταν να την εγκαταλείπει; Οι πρώτες αξιολογήσεις του ΑΠΘ διαπίστωναν ότι οι κάτοικοι, παρότι είχαν εκπαιδευτεί γύρω από τα συστήματα που είχαν τότε εγκατασταθεί, δυσκολεύονταν να τα λειτουργήσουν με σωστό τρόπο. Τοποθετούσαν έπιπλα στους νότιους τοίχους, τα οποία "έκλειναν" τους τοίχους θερμικής αποθήκευσης σε κάποια από τα κτήρια του οικισμού και έτσι τον χειμώνα τα σπίτια ήταν πιο κρύα. "Αν κάποιος αφήνει τα παντζούρια κλειστά ή την τέντα κατεβασμένη στον χώρο του 'θερμοκηπίου' κατά τη διάρκεια μιας χειμωνιάτικης μέρας ή έχει τοποθετήσει έπιπλα ή πράγματα που σκιάζουν π.χ. τον πάγκο νερού, γιατί αυξήθηκαν οι ανάγκες της οικογενείας του σε χώρους, θα υπάρξει μείωση του κέρδους θερμότητας που περιμένουμε", εξηγεί ο Άκης Τηλεμάχου. Από την άλλη πλευρά, πόσο εύκολο ήταν οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί να έχουν τον νου τους σε όλα αυτά τα άγνωστα και απαιτητικά συστήματα, ενώ παράλληλα συνέχιζαν τις δουλειές τους και τις ζωές τους; Και, όσο οι σχετικές τεχνολογίες βελτιώνονταν, γιατί δεν αναβαθμίστηκαν τα ίδια τα συστήματα; "Πέραν της συντήρησης των έργων ή της κατάρτισης των κατοίκων, έργα των οποίων η λειτουργία ή και η ίδια η φύση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε εκτενή χρήση μηχανολογικών ή άλλων τεχνολογιών, κινδυνεύουν εύκολα να θεωρηθούν παρωχημένα με τους σύγχρονους ρυθμούς εξέλιξης των αντίστοιχων τεχνολογιών. Για να εξασφαλίζεται η λειτουργία τους, θα πρέπει να εξασφαλίζεται και η ενημέρωση ή η αναβάθμισή τους. Επιπλέον τα τελευταία χρόνια είχαμε σχετικά φθηνή ενέργεια", λέει ο Άκης Τηλεμάχου. Ωστόσο, θα ήταν άδικο το αποτύπωμα του Ηλιακού Χωριού να περιοριστεί μόνο στα συστήματα που δεν λειτούργησαν. Είναι σίγουρα ενδιαφέρον, ίσως το πιο ενδιαφέρον, ότι το ελληνικό κράτος έκανε μια τέτοια υπέρβαση. Είχε την ικανότητα να φανταστεί και να προκρίνει, ακόμη και κατ’ εξαίρεση της συνηθισμένης δραστηριότητας του ΟΕΚ, την κατασκευή ενός τέτοιου οικισμού εκείνη την περίοδο. Πέρα από αυτό, το Ηλιακό Χωριό παραμένει περισσότερο από 30 χρόνια αργότερα ένας ζωντανός οικισμός. Τα κτήρια έχουν σωστό προσανατολισμό, είναι οργανωμένα σε κομψά οικοδομικά τετράγωνα με επαρκή δημόσιο χώρο, με πλατείες και αίθρια -πράγματα τα οποία σπανίζουν στις ελληνικές πόλεις. Είναι επίσης πιθανό να συνέβαλε στο "ζωντάνεμα" ολόκληρης της περιοχής. Περπατώντας από το Μαρούσι προς την τοποθεσία του, επί πολλά οικοδομικά τετράγωνα τα περισσότερα κτήρια φαίνεται να έχουν χτιστεί τουλάχιστον μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1980, παράλληλα ή αργότερα από τον οικισμό. Όπως ένας μυς του ανθρώπινου σώματος, έτσι και μια κρατική υπηρεσία, αν μείνει αδρανής για πολύ καιρό ατροφεί. Μετά το κλείσιμο του ΟΕΚ το 2012 και τη μη αντικατάστασή του από κάτι άλλο, το ελληνικό κράτος έχασε τη δυνατότητα να "τρέχει" αντίστοιχα έργα. Δεν μπορεί πια να ασκεί στεγαστική πολιτική και, μέσα από αυτή, να επιδρά θετικά στην ανάπτυξη των πόλεων, να φαντάζεται ένα βιώσιμο μέλλον και να προσαρμόζεται σε αυτό. Ηλιακό Χωριό, 2023 | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις ------- Μετά από μια δεκαετία χωρίς στεγαστική πολιτική, ήρθε μια δύσκολη στεγαστική κρίση. Πώς μπορεί να σχεδιαστούν τα κατάλληλα μέτρα από το μηδέν, αποφεύγοντας τα λάθη του παρελθόντος; Ποιος θα τα εφαρμόσει, πόσοι και ποιοι άνθρωποι; Πόσα χρήματα χρειάζονται και πώς μπορεί να βρεθούν, αλλά και να έχουν τον μικρότερο δυνατό δημοσιονομικό αντίκτυπο; Και, τελικά, μετά την εμπειρία των μνημονίων, μπορεί να ξαναβρεί το ελληνικό κράτος την ικανότητά του να υπερβεί την εποχή του, αυτή τη φορά με επιτυχία; Είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα, το να γίνουν οι παραπάνω ερωτήσεις και να απασχολήσουν τον δημόσιο διάλογο. Όμως, πώς μπορεί να μοιάζουν οι απαντήσεις; Σε αυτό το σημείο, είναι χρήσιμο κάποιος να στρέψει το βλέμμα του έξω από τη χώρα, στην υπόλοιπη Ευρώπη. Διαφορετικές χώρες έχουν άλλους τρόπους να ασκούν στεγαστική πολιτική, οι οποίοι σχηματίστηκαν σε διαφορετικές συνθήκες. Είναι δύσκολο, και πιθανόν καταδικασμένο να αποτύχει, τα μέτρα που πήρε μια χώρα να μεταφερθούν αυτούσια στο περιβάλλον μιας άλλης. Όμως, οι διαφορετικές οπτικές πάνω στο ζήτημα της στέγασης φανερώνουν τα προβλήματα που πρέπει να λυθούν και τις επιλογές που υπάρχουν. Ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες στην Αυστρία Το 1995 ο "starchitect" Ζαν Νουβέλ, που μεταξύ άλλων έχει σχεδιάσει τη Φιλαρμονική του Παρισιού και την επέκταση του Εθνικού Μουσείου Τέχνης στη Μαδρίτη, παρέδωσε τα σχέδιά του για την αναμόρφωση του πρώτου από τους τέσσερις πύργους του Gasometer. Σχεδόν ταυτόχρονα, ακόμη τρεις αυστριακοί αρχιτέκτονες παρέδωσαν αντίστοιχα σχέδια για τους υπόλοιπους τρεις πύργους. Τα Gasometers, τέσσερις μεγάλες, κυκλικές δεξαμενές γκαζιού (με ύψος 70 και διάμετρο 60 μέτρα η καθεμία) κοντά στο κέντρο της Βιέννης χτίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Όμως, στα μέσα της δεκαετίας του 1990 ήταν έρημες ήδη επί περισσότερα από 30 χρόνια. Τα σχέδια του Νουβέλ και των υπόλοιπων αρχιτεκτόνων προέβλεπαν την αναμόρφωση των δεξαμενών σε χώρους συναυλιών, εμπορικά κέντρα, κινηματογράφους, γυμναστήρια, φοιτητικές εστίες και κατοικίες. Το έργο ολοκληρώθηκε τελικά έξι χρόνια αργότερα και μεταμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό ολόκληρη την περιοχή. Σήμερα, αποτελεί από μόνο του μια ζωντανή γειτονιά όπου κινούνται καθημερινά ή κατοικούν περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι. Ο χώρος έχει αποκτήσει πλέον και τουριστικό ενδιαφέρον: εκεί πραγματοποιούνται τακτικά ξεναγήσεις για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα για τις παλιές δεξαμενές και για την ανάπλασή τους. Ωστόσο, αξίζει κάποιος να σταθεί λίγο περισσότερο στις κατοικίες μέσα στα Gasometers. Από τις 800 συνολικά κατοικίες, οι περισσότερες, περίπου 600, είναι κοινωνικές κατοικίες. Ιδιοκτήτης είναι ο δήμος της Βιέννης και τα διαμερίσματα διατίθενται για ενοικίαση σε δικαιούχους των αντίστοιχων προγραμμάτων κοινωνικής στέγασης. Οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες είναι κάτι μάλλον συνηθισμένο στην Αυστρία. Στη Βιέννη, μια πόλη 1,9 εκατομμυρίων κατοίκων, ο δήμος καθώς και κάποιοι μη κερδοσκοπικοί συνεταιρισμοί διαχειρίζονται περίπου 200.000 ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες. Σε ολόκληρη τη χώρα, 1 στις 5 κατοικίες είναι ενοικιαζόμενη κοινωνική κατοικία, ενώ η Αυστρία είναι μία από τις μόλις έξι χώρες του ΟΟΣΑ όπου, από το 2010 μέχρι το 2018, το ποσοστό αυτών των κατοικιών αναλογικά με το σύνολο αυξήθηκε. Τα κριτήρια για τους δικαιούχους ενοικίασης κοινωνικών κατοικιών είναι ιδιαίτερα γενναιόδωρα: έχει υπολογιστεί ότι περιλαμβάνουν τη μεγάλη πλειοψηφία, περίπου 80%, των νοικοκυριών στη χώρα. Οι τέσσερις πύργοι του Gasometer | Πηγή: Shutterstock "Το σύστημα κοινωνικής στέγασης στην Αυστρία άρχισε με την εκβιομηχάνιση", εξηγεί η πρέσβης της χώρας στην Αθήνα, Ερμίνε Πόπελερ. "Σε κάποια μέρη, όπως στη Στυρία, η ανάπτυξη αυτή συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τη βιομηχανία: εκεί υπήρχε μεγάλη ανάγκη για εργάτες στα ορυχεία. Από την άλλη πλευρά, η Βιέννη, ως έδρα του οίκου των Αψβούργων στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν πολύ ελκυστική για τους ανθρώπους να μείνουν και να εργαστούν. Επομένως δημιουργήθηκε και εκεί μια σημαντική ανάγκη για στέγαση. Η πόλη της Βιέννης αποφάσισε τότε να αρχίσει το σύστημα της κοινωνικής κατοικίας ενώ, παράλληλα, δημιουργήθηκαν και οι πρώτοι συνεταιρισμοί". Πώς λειτουργεί όμως στην πράξη ένα τόσο παλιό σύστημα, όπου η παρέμβαση του κράτους είναι τόσο σημαντική; Πώς οργανώνεται; "Η κάθε πόλη έχει τα δικά της κριτήρια για τους δικαιούχους", εξηγεί η Ερμίνε Πόπελερ. "Οι εκατοντάδες μη κερδοσκοπικοί συνεταιρισμοί στέγης χρηματοδοτούνται μέσω ειδικών δανείων από στεγαστικές τράπεζες. Εισπράττουν επίσης εισφορές από τους δήμους και φυσικά εισπράττουν τα ενοίκια που πληρώνουν οι δικαιούχοι. Με αυτό τον τρόπο έχουν κεφάλαιο που το χρησιμοποιούν για τη διαχείριση των κατοικιών και για τις απαραίτητες επενδύσεις σε υποδομές". Παρότι η Αυστρία επιδοτεί κάποια δάνεια ή σπανιότερα παρέχει χρηματοδότηση για την απόκτηση σπιτιού σε πολύ φτωχά νοικοκυριά, η βάση της αυστριακής στεγαστικής πολιτικής είναι οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες. Είναι μάλλον αναμενόμενο ότι τα ενοίκια, που καθορίζονται κυρίως από την περιοχή και από το κόστος κατασκευής της κοινωνικής κατοικίας είναι αισθητά χαμηλότερα από αυτά της ελεύθερης αγοράς. Πρόκειται για μια παράλληλη αγορά ακινήτων. Επηρεάζει άραγε αυτό τις τιμές στην ελεύθερη αγορά; "Σίγουρα, υπάρχει μια σύνδεση της κρατικά επιδοτούμενης αγοράς κατοικίας με την ελεύθερη", λέει η Ερμίνε Πόπελερ. "Αυτό βέβαια δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα, οι τιμές των πολυτελών κατοικιών ακολουθούν τη διεθνή αγορά πολυτελών κατοικιών χωρίς να επηρεάζονται από ό,τι συμβαίνει στην κοινωνική κατοικία". Συνδυασμός πολλών παρεμβάσεων στη Γαλλία ΗΓαλλία είναι κι αυτή μια χώρα με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο σύστημα ενοικιαζόμενων κοινωνικών κατοικιών: περίπου 14% του συνόλου των κατοικιών στη χώρα λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, η χρηματοδότηση του συστήματος διαφέρει από την αντίστοιχη της Αυστρίας. "Υπάρχει ένας ειδικός μηχανισμός, το 1% των μισθών για τη στέγη", λέει ο Γάλλος πολεοδόμος, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα real estate του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, Αρτούρ Ακολέν. "Πλέον βέβαια η εισφορά για την κοινωνική κατοικία έχει μειωθεί στο 0,45%, αλλά έχει μείνει το όνομα. Αυτό το ποσοστό κρατείται από όλους τους μισθούς που πληρώνονται στη χώρα από επιχειρήσεις ενός μεγέθους και πάνω, και παρέχει κεφάλαιο στην ενοικιαζόμενη κοινωνική κατοικία. Ένα μικρότερο μέρος του χρησιμοποιείται για την υποστήριξη της αγοράς κατοικίας. Οι επιχειρήσεις έχουν επίσης κάποιο λόγο στο πώς μοιράζονται αυτά τα χρήματα και κάποιες φορές ζητούν επιπλέον προνόμια για τους εργαζόμενους του κλάδου τους". Πρόκειται επίσης για ένα σύστημα νεότερο από αυτό της Αυστρίας. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανοικοδόμηση μετά τον πόλεμο, οι Γάλλοι μετακινήθηκαν μαζικά από την περιφέρεια προς τις πόλεις, δημιουργώντας έτσι νέες ανάγκες στέγασης. Για να ικανοποιηθούν οι νέες ανάγκες, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 οι αρχές κατασκεύασαν τεράστια συγκροτήματα κοινωνικών κατοικιών με εκατοντάδες διαμερίσματα το καθένα στα προάστια των γαλλικών πόλεων. Πολλά από αυτά τα συγκροτήματα εξελίχθηκαν σε γκέτο. "Παρότι έχουν γίνει νεότερες επενδύσεις στην εκ νέου ανάπτυξη, είναι γεγονός ότι σε πολλά από αυτά τα πρώτα συγκροτήματα σήμερα υπάρχει φτώχεια και παραβατικότητα", εξηγεί ο Αρτούρ Ακολέν. Ωστόσο, η ιστορία δεν τελειώνει εκεί. Από τις περίπου 5 εκατομμύρια κοινωνικές κατοικίες που λειτουργούν στη Γαλλία, πολλές, περίπου 2 εκατομμύρια, προστέθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια. "Πρόκειται συνήθως για πιο μικρά συγκροτήματα 10, 20 ή 30 διαμερισμάτων, διάσπαρτα σε περιοχές των πόλεων, ακόμα και σε πιο ακριβές περιοχές στο κέντρο του Παρισιού. Γίνεται μεγάλη προσπάθεια πλέον να πραγματοποιούνται μικρότερα έργα, πιο ενταγμένα στην κάθε περιοχή όπου αναπτύσσονται. Επιπλέον, και τα μεγαλύτερα καινούργια έργα διαθέτουν κατοικίες τόσο στην ελεύθερη αγορά όσο και στην κρατικά επιδοτούμενη", λέει ο Αρτούρ Ακολέν και αναφέρεται σε ένα έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη, στη συνοικία Clichy-Batignolles στο Παρίσι. Στον χώρο ενός παλιού αμαξοστασίου, σε μια έκταση 540 στρεμμάτων στο 17ο διαμέρισμα του Παρισιού λειτουργούν ήδη τα νέα δικαστήρια, ένας ουρανοξύστης ύψους 160 μέτρων που σχεδίασε ο Ρέντσο Πιάνο. Απέναντι από τα δικαστήρια, γύρω από ένα μεγάλο πάρκο 100 στρεμμάτων όπου βρίσκονται τρία κρατικά θέατρα, γραφεία, σχολεία και καταστήματα, κατασκευάζονται 3.400 κατοικίες, με τις μισές από αυτές να ενοικιάζονται, ή να είναι προγραμματισμένο να ενοικιαστούν ως κοινωνικές κατοικίες. Οι δικαιούχοι επιλέγονται με πολλά, διαφορετικά κριτήρια ανά περιοχή και για ένα τέτοιο καινούργιο διαμέρισμα σε ελκυστική τοποθεσία η αναμονή μέχρι να μετακομίσουν στο νέο σπίτι τους μπορεί να ξεπεράσει τα πέντε χρόνια. Η συνοικία Clichy-Batignolles στο Παρίσι | Πηγή: https://www.parisetmetropole-amenagement.fr/sites/default/files/2022-05/plan_du_projet_version_web_101017.pdf Φυσικά, το να υπάρχουν κοινωνικές κατοικίες σε δημοφιλείς περιοχές δεν έχει μόνο θετικά. Έφερε και ένα περίεργο είδος παραβατικότητας: "Ο γαλλικός Τύπος έχει γράψει για περιπτώσεις δικαιούχων που νοίκιαζαν 'δεύτερο χέρι' κοινωνικές κατοικίες μέσω Airbnb και βεβαίως πλήρωσαν πρόστιμο. Μετά από αυτές τις περιπτώσεις οι δήμοι έθεσαν κάποιους επιπλέον περιορισμούς", λέει ο Αρτούρ Ακολέν. Ταυτόχρονα, με την ενοικίαση σπιτιών, το γαλλικό κράτος δίνει επίσης ένα αρκετά σημαντικό επίδομα ενοικίου, το οποίο δικαιούνται περίπου τα μισά νοικοκυριά που ζουν στο ενοίκιο, ακόμα και στις κοινωνικές κατοικίες. Το επίδομα αυτό κυμαίνεται από το ένα τρίτο έως το μισό του συνόλου του ενοικίου. Σε κάποιο βαθμό όλα αυτά τα μέτρα, μαζί με άλλους παράγοντες, είναι πιθανό να αποδίδουν: το ποσοστό των ενοικιαστών που πληρώνουν περισσότερο από το 40% του εισοδήματός τους στο ενοίκιο είναι σχετικά μικρό -8% στις πόλεις, 3% στην περιφέρεια. Ωστόσο, παρότι το γαλλικό σύστημα είναι σε κάποιο βαθμό αυτοχρηματοδοτούμενο -λόγω του "1% των μισθών για τη στέγη"- είναι επίσης ιδιαίτερα παρεμβατικό και πολυδάπανο. Θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; "Δεν υπάρχει μαγική λύση", εκτιμάει ο Αρτούρ Ακολέν. "Η στέγη είναι ακριβή και είναι επίσης ακριβό να συντηρηθεί. Αν θέλεις να είναι σε μια καλή τοποθεσία, η τιμή της γης είναι επίσης ακριβή. Επομένως πρέπει να βρεις τρόπους να βγαίνει αυτή η εξίσωση, πράγμα που σημαίνει τη δέσμευση σημαντικών πόρων. Στις ΗΠΑ, όπου ζω και εργάζομαι, κυκλοφορεί πολύ η ιδέα ότι αν κάνεις την αγορά να λειτουργήσει ή αν βρεις τα κατάλληλα κίνητρα δεν χρειάζεται να ξοδέψεις τόσα πολλά. Όμως, όταν σε κάθε περίπτωση το εισόδημα του νοικοκυριού δεν επαρκεί για να πληρώσει το κόστος της στέγης, πρέπει να βρεις κάποιον τρόπο να το επιδοτήσεις. Αυτός ο τρόπος μπορεί να είναι, λίγο ή πολύ, έμμεσος αλλά και αυτό ακόμα κοστίζει". Η διαφορετική περίπτωση της Ισπανίας Ησυζήτηση με την Ισπανίδα Κλάρα Μαρτίνεζ-Τολεδάνο, επίκουρη καθηγήτρια χρηματοοικονομικών στο Imperial College του Λονδίνου έφτασε κάποια στιγμή στα επιδόματα ενοικίου. "Έχω αμφιβολίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των επιδομάτων ενοικίου", λέει. "Οι ιδιοκτήτες, εφόσον γνωρίζουν ότι οι ενοικιαστές λαμβάνουν το επίδομα, έχουν την επιλογή να το ενσωματώσουν αργά ή γρήγορα στο ποσό του ενοικίου. Έτσι είναι πιθανό το επίδομα, ή ένα μέρος του, να καταλήγει τελικά στον ιδιοκτήτη και όχι στον ενοικιαστή που αντιμετωπίζει βασικά το πρόβλημα". Τα αντίστοιχα επιδόματα ενοικίου θεσπίστηκαν σχετικά πρόσφατα στην Ισπανία και, προς το παρόν, καλύπτουν μόνο κάποια χαμηλά εισοδήματα και ένα μικρό μέρος του ενοικίου, ειδικά στις πόλεις. "Τελικά, το μέτρο δεν επηρέασε πολλούς ανθρώπους επειδή υπάρχουν όλοι αυτοί οι περιορισμοί", λέει η Μαριόνα Σεγκού, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο CY Cergy στο Παρίσι, η οποία έχει ασχοληθεί εκτενώς με το θέμα της στέγασης. "Το μέτρο αυτό είχε μάλιστα και συγκεκριμένο προϋπολογισμό, οπότε πολλοί το ζήτησαν αλλά κάποια στιγμή τελείωσαν τα χρήματα και χρειάστηκε να βρεθούν νέοι πόροι". Η Ισπανία, όπως και η Ελλάδα, με τα μέτρα που θέσπισε διαχρονικά, ενθάρρυνε τους ανθρώπους να αποκτήσουν ή να χτίσουν σπίτι, και όχι να νοικιάσουν. "Η αγορά σπιτιού είναι κάπως σαν 'το ισπανικό όνειρο', κάθε Ισπανός ονειρευόταν να έχει ένα σπίτι", εξηγεί η Μαριόνα Σεγκού. "Υπάρχει μια παροιμία στα ισπανικά που λέει ότι 'τα τούβλα δεν πέφτουν ποτέ' εννοώντας ότι η επένδυση σε ένα σπίτι είναι πάντα καλή, επειδή είναι ασφαλής. Αλλά δεν είναι μόνο μια ασφαλής επένδυση, είναι και κερδοφόρα. Αυτή την κουλτούρα την ενθάρρυναν επίσης οι κυβερνήσεις. Αυτά φυσικά τα λέγαμε πριν από την κρίση. Η Ισπανία υπέφερε πολύ την προηγούμενη δεκαετία από μια φούσκα στην κατασκευή κατοικιών και στα στεγαστικά δάνεια, η οποία έσκασε με μαζικούς πλειστηριασμούς". Αφού οι Ισπανοί ήθελαν να γίνουν ιδιοκτήτες, οι κυβερνήσεις τούς βοηθούσαν. Η στεγαστική πολιτική του κράτους ήταν κι αυτή προσανατολισμένη στην ιδιοκτησία. Το κράτος κυρίως επιδοτούσε δάνεια και έχτιζε σπίτια τα οποία αργότερα παραχωρούσε σε δικαιούχους. Σήμερα, τρεις στους τέσσερις Ισπανούς έχουν ιδιόκτητο σπίτι, ποσοστό επίσης αντίστοιχο με το ελληνικό (73%) και αρκετά υψηλότερο από της Αυστρίας (54%) και της Γαλλίας (65%). Αντίστοιχα, οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες είναι σχετικά ανύπαρκτες (λιγότερο από 2% του συνόλου των κατοικιών). "Το γεγονός ότι μέχρι πολύ πρόσφατα οι κοινωνικές κατοικίες ήταν προς πώληση και όχι προς ενοικίαση δημιούργησε πρόβλημα", λέει η Μαριόνα Σεγκού. "Ουσιαστικά, αυτό έδωσε τη δυνατότητα σε κάποιους να αγοράσουν σπίτι σε χαμηλή τιμή ως δικαιούχοι, και μετά από 30 χρόνια οι ίδιοι ή τα παιδιά τους μπορούσαν να πουλήσουν το σπίτι στην τιμή της αγοράς και να έχουν μεγάλο κέρδος. Αυτό φυσικά συμφέρει τους δικαιούχους, αλλά με αυτό τον τρόπο το κράτος χάνει σταδιακά όλες τις μονάδες κοινωνικής κατοικίας και εξαναγκάζεται να χτίζει συνεχώς". Το 2021, η Ισπανία άλλαξε λίγο τη στρατηγική της και περιέλαβε στο σχέδιό της για το Ταμείο Ανάκαμψης ένα φιλόδοξο έργο ανάπτυξης 20.000 ενεργειακά αποδοτικών κοινωνικών κατοικιών που θα διατεθούν προς ενοικίαση ως κοινωνικές κατοικίες. Εν πολλοίς πρόκειται για ακίνητα της Sareb, της κρατικής τράπεζας ("bad bank") στην οποία κατέληξαν χιλιάδες ακίνητα που εκπλειστηριάστηκαν την προηγούμενη δεκαετία. Ωστόσο, η Μαριόνα Σεγκού διατηρεί τις αμφιβολίες της: "Είναι πολύ πιθανό τα σπίτια αυτά να βρίσκονται σε περιοχές όπου οι άνθρωποι δεν θέλουν να ζήσουν. Είναι ένα θέμα που επανέρχεται συνέχεια στον δημόσιο διάλογο, ότι υπάρχουν τρία εκατομμύρια άδεια σπίτια στην Ισπανία. Ναι, αυτό ισχύει αλλά αυτά τα σπίτια ίσως να μην είναι στις μεγάλες πόλεις ή στα περίχωρά τους. Υπάρχει αναντιστοιχία με τις ανάγκες. Θα εκπλαγώ αν από τις 20.000 κατοικίες της 'bad bank' οι μισές είναι σε περιοχές με κάποια ζήτηση. Ακόμα και αν είναι, οι 20.000 κατοικίες για τα δεδομένα της Ισπανίας είναι ένας πολύ μικρός αριθμός για να κάνει κάποια αισθητή διαφορά". Διαβάστε Μια Συνοπτική Παρουσίαση Της Έρευνας (PDF) Το θέμα της στέγασης βρίσκεται σταθερά ψηλά στον ισπανικό δημόσιο διάλογο. Ωστόσο, ακόμη και μετά τις αυξήσεις των τελευταίων ετών οι Ισπανοί, κατά μέσο όρο, δεν πληρώνουν τόσο πολλά, όσο π.χ. οι Έλληνες, για στέγαση: πληρώνουν 11% του εισοδήματός τους (έναντι 34%) στις πόλεις. Όμως, οι πιο νέοι και οι πιο φτωχοί, αντιμετωπίζουν δυσανάλογο πρόβλημα, ειδικά σε περιοχές που για διάφορους λόγους οι τιμές αυξάνονται με πολύ γρήγορο ρυθμό. Αυτή η συνθήκη δημιούργησε σημαντική πίεση για τη ρύθμιση των πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης, αφού συνέπεσε χρονικά με την εξάπλωσή τους. Η Μαριόνα Σεγκού συμμετείχε σε μια ερευνητική ομάδα που επιχείρησε να μετρήσει τον αντίκτυπο της εισόδου του Airbnb στη Βαρκελώνη το 2015. Η μελέτη αυτή πράγματι διαπίστωσε (στατιστικά) σημαντική αύξηση των ενοικίων μετά την έλευση του Airbnb. Η αύξηση αυτή μάλιστα ήταν τριπλάσια στις πολύ τουριστικές περιοχές, δηλαδή εκείνες με πολλές καταχωρήσεις στην πλατφόρμα. "Φαίνεται ότι το Airbnb αύξησε τις τιμές, αλλά όχι εξωπραγματικά. Από ερευνητική σκοπιά μπορούμε να πούμε ότι σίγουρα παρατηρούμε μια αύξηση, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι το Airbnb προκάλεσε το σύνολο της αύξησης των ενοικίων την ίδια περίοδο. Κάποιοι χρησιμοποίησαν την έρευνά μας για να πουν 'είδατε η επίδραση δεν είναι τόσο μεγάλη, δεν πρέπει να ανησυχούμε τόσο'. Άλλοι είπαν 'βλέπετε κάτι υπάρχει εδώ, πρέπει να παρέμβουμε'", λέει η Μαριόνα Σεγκού. Ωστόσο, ο διάλογος για την επίδραση των πλατφορμών είναι ακόμη ζωηρός και οι ειδικοί δεν έχουν καταλήξει με κάποια βεβαιότητα σε ένα συμπέρασμα. Την ίδια στιγμή, πολλές πόλεις δεν έχουν τον χρόνο να περιμένουν το συμπέρασμα -η μεγάλη άνοδος των ενοικίων τις έχει οδηγήσει στο να επιβάλλουν περιορισμούς σε τουριστικές περιοχές. Μία από αυτές τις πόλεις είναι η Βαρκελώνη. Τον Σεπτέμβριο του 2020, η τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας επέβαλε περιορισμούς στο ύψος του ενοικίου που μπορούν να ζητήσουν οι ιδιοκτήτες από τους ενοικιαστές τους σε κάποιες τουριστικές περιοχές της περιφέρειας, ανάμεσά τους και το κέντρο της Βαρκελώνης. Ο περιορισμός παρέμεινε σε ισχύ μόνο ενάμιση χρόνο, μέχρι τον περσινό Μάρτιο, καθώς έπειτα κατέπεσε στο ισπανικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Η σχετικά μικρή διάρκεια των περιορισμών, καθώς και το γεγονός ότι υπήρχαν αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τα ποσά των ενοικίων και τις νέες ενοικιάσεις σπιτιών (πρέπει να δηλώνονται υποχρεωτικά σε ηλεκτρονική πλατφόρμα) πυροδότησαν έναν ακόμη κύκλο μελετών. Σε μία από αυτές συμμετείχε η Μαριόνα Σεγκού και εξηγεί τα συμπεράσματά της: "Βρήκαμε μια σημαντική μείωση στα ενοίκια στις περιοχές που επέβαλαν τον περιορισμό, της τάξης του 5-6%. Όμως, δεν βρήκαμε μείωση του αριθμού των νέων συμβολαίων μετά τη θέσπιση των μέτρων. Οπότε δεν υπήρχε αντίκτυπος στην προσφορά, οι ιδιοκτήτες φαίνεται ότι συνέχισαν να νοικιάζουν τα σπίτια τους με τον ίδιο ρυθμό, σε λίγο χαμηλότερες τιμές. Ωστόσο, αυτά που βρίσκουμε είναι πιθανόν μια βραχυπρόθεσμη επιρροή. Κάποιος μπορεί να υποθέσει π.χ. ότι ο αντίκτυπος στην προσφορά δεν φαίνεται στον πρώτο χρόνο αλλά θα γίνει αισθητός αργότερα". ------ Όπως δείχνουν οι ιστορίες άλλων χωρών, πολλά από τα προβλήματα είναι κοινά, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Η συγκέντρωση επενδυτικού ενδιαφέροντος σε ακίνητα στα κέντρα των πόλεων, μια δεκαετία μείωσης, στασιμότητας ή αναιμικών αυξήσεων στα εισοδήματα μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 και η είσοδος νέων επιλογών εκμετάλλευσης των ακινήτων από τους ιδιοκτήτες τους, όπως το Airbnb, έφεραν νέα προβλήματα παντού. Ταυτόχρονα, δημιουργούνται ολοένα και πιο επιτακτικές ανάγκες ανακαινίσεων και ενεργειακής αναβάθμισης. Στην Ελλάδα, φαίνεται ότι οι ίδιες προκλήσεις είναι πιο έντονες από οπουδήποτε στην Ευρώπη. Πανοραμική άποψη της Αθήνας | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Οδύσσεια στην Αθήνα "Το συμπέρασμα που έβγαλα από την εμπειρία αναζήτησης σπιτιού στην Αθήνα είναι ότι αν θέλουμε σαν ζευγάρι κάποια στιγμή να μετακινηθούμε προς το κέντρο της πόλης χρειαζόμαστε και οι δύο μια δεύτερη δουλειά επειγόντως", λέει η Λίνα Γιάνναρου. Η δημοσιογράφος της "Καθημερινής" κατέγραψε πρόσφατα το σαφάρι της (ή "Οδύσσεια", όπως γράφει ο τίτλος του σχετικού άρθρου) για την εύρεση ενός διαμερίσματος στο κέντρο της Αθήνας. Περιγράφει με αρκετή λεπτομέρεια όσα είδε εκείνη την περίοδο: σπίτια με σοβαρές ελλείψεις, πλημμελώς συντηρημένα, ή και ακατάλληλα για κατοίκηση με τους ιδιοκτήτες να ζητούν δυσανάλογα υψηλά ενοίκια. Εντυπωσιάστηκε τόσο, που, όπως λέει σήμερα, αναρωτήθηκε "αν αξίζει να 'ματώσεις' οικονομικά για να βρίσκεσαι κοντά σε θέατρα, μπαρ και εστιατόρια που δεν θα έχεις χρόνο να επισκεφθείς". Δεν ήταν όμως μόνο τα σπίτια και οι τιμές που της έκαναν εντύπωση, αλλά ακόμη και η συμπεριφορά που αντιμετώπισε. "Οι μεσίτες κατέβαλαν πραγματικά ελάχιστη προσπάθεια να μου 'πουλήσουν' ένα σπίτι", θυμάται. "Έκανα δεκάδες ραντεβού, ούτε ένας δεν έκανε τηλεφώνημα follow up για να ρωτήσει εάν τελικά ενδιαφέρομαι, να συμπληρώσει κάποια πληροφορία, να προτείνει ίσως άλλο διαμέρισμα. Μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει εάν ήταν επειδή είναι τόσο πολλοί οι ενδιαφερόμενοι ή επειδή, αντίθετα, αντιλαμβάνονται ότι με αυτές τις τιμές είναι δύσκολο να υπάρξει συμφωνία". Μια άσχημη εικόνα Όλα μαρτυρούν ότι δεν πρόκειται απλώς για κακή τύχη της δημοσιογράφου. Τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας αποτυπώνουν με σαφήνεια την αύξηση: ο δείκτης των τιμών των διαμερισμάτων φαίνεται ότι θα κλείσει για το 2022 κατά περισσότερο από 10% αυξημένος, συγκριτικά με το 2021 (τα στοιχεία είναι προσωρινά και εκκρεμεί το τέταρτο τρίμηνο). Στα νέα διαμερίσματα, πενταετίας, στην Αθήνα, η αύξηση μπορεί να ξεπεράσει το 13%. Αλλά και το 2021, η αύξηση συγκριτικά με το 2020 ήταν μικρότερη, αλλά σημαντική: περίπου 7,5% στο σύνολο της χώρας. Η ιστοσελίδα "σπιτόγατος", όπου καταχωρίζονται μαζικά αγγελίες ακινήτων προς πώληση και ενοικίαση, δημοσιεύει αναλυτικά στοιχεία για τις τιμές ανά περιοχή. Δεν είναι επίσημα στοιχεία, αλλά είναι πολύ πιθανό να είναι ενδεικτικά. Σε 48 από τις 62 περιοχές για τις οποίες δημοσιεύονται δεδομένα (περίπου ταυτίζονται με τις Περιφερειακές Ενότητες) σημειώθηκε αύξηση των ενοικίων το τελευταίο τρίμηνο του 2022, συγκριτικά με την ίδια εποχή το 2021. Σε δεκατέσσερις από αυτές η αύξηση ξεπερνάει το 10%. Στην Αρκαδία, στο Κιλκίς, στο Λασίθι και στη Μεσσηνία η αύξηση των ενοικίων, στις αγγελίες του σπιτόγατου, ξεπερνάει το 20%. Από αυτές τις τέσσερις περιοχές μόνο το Κιλκίς "πέφτει" κάτω από τα 5 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Από την άλλη πλευρά, είναι δύσκολο, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε οποιαδήποτε χώρα, τα εισοδήματα και ειδικά οι μισθοί να ακολουθήσουν αντίστοιχους ρυθμούς αύξησης. Επιπλέον, η κρίση της προηγούμενης δεκαετίας παραμένει αισθητή στα εισοδήματα των Ελλήνων. "Βγαίνοντας από την κρίση, η αγορά κατοικίας και ακινήτων έγινε αντικείμενο ενδιαφέροντος για ξένους επενδυτές. Αυτό οδήγησε τις τιμές της αγοράς και των ενοικίων προς τα πάνω", λέει ο Θωμάς Μαλούτας. "Τα εισοδήματα όμως δεν ακολούθησαν την ίδια πορεία, οπότε η ψαλίδα άνοιξε ακόμη περισσότερο. Αυτό έχει δημιουργήσει στεγαστικά ζητήματα με αρκετή οξύτητα". Ωστόσο, είναι σημαντικό, ερμηνεύοντας τα παραπάνω στοιχεία να έχει κάποιος κατά νου το υψηλό ποσοστό ιδιοκτησίας, περίπου 73% του πληθυσμού. Επίσης, τα ακίνητα αποτελούν, κατά μέσο όρο, το 70% της περιουσίας ενός νοικοκυριού. Επομένως, η μεγάλη πλειοψηφία, σχεδόν 3 στους 4 βλέπουν τα τελευταία χρόνια την αξία της περιουσίας τους να αυξάνει, χωρίς συνήθως να αντιμετωπίζουν το ψυχολογικό βάρος της "Οδύσσειας" αναζήτησης σπιτιού. Το 63% μένει στην ιδιόκτητη κατοικία του. Τι συμβαίνει όμως με τους υπόλοιπους, με το 27% που δεν είναι ιδιοκτήτες και με όσους δεν μένουν στο σπίτι τους; Τα πράγματα εκεί είναι πραγματικά δύσκολα. Σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%. Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά που ζουν στις πόλεις πληρώνουν ακόμη πιο πολλά, περισσότερο από 40% του εισοδήματός τους για στέγαση -επίσης το πιο μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη. Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο έντονο για τα πιο φτωχά νοικοκυριά. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το φτωχότερο 20% των ελληνικών νοικοκυριών πληρώνει 43% (διάμεση τιμή) του εισοδήματός του στο ενοίκιο. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Eteron, 3 στους 4 ενοικιαστές ηλικίας 18 έως 44 ετών δηλώνουν ότι το ενοίκιο που πληρώνουν τους προκαλεί άγχος. Πέρα από το άμεσο πρόβλημα της στέγασης για ένα αξιοσημείωτο μέρος του πληθυσμού, η κατάσταση αυτή έχει δημιουργήσει και άλλα, λιγότερο προφανή προβλήματα. Ένα από αυτά είναι η ανισότητα: οι ιδιοκτήτες βλέπουν την περιουσία τους να αποκτά μεγαλύτερη αξία, ενώ την ίδια ώρα οι ενοικιαστές δυσκολεύονται και αγχώνονται ολοένα και περισσότερο. Είναι επίσης πιθανό η αύξηση των ενοικίων να αφορά δυσανάλογα τους νέους και, με αυτό τον τρόπο να επιδεινώνει το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Οι Έλληνες εγκαταλείπουν το πατρικό τους κατά μέσο όρο μετά τα 29, δηλαδή αργότερα από τον μέσο Ευρωπαίο (στα 26,5). Το ποσοστό των νέων 25 έως 34 ετών που ιδιοκατοικούν έμεινε περίπου μισό μέσα σε 13 χρόνια, από το 2005 μέχρι το 2018. Στη δημοσκόπηση του Eteron, 1 στους 10 ενοικιαστές απάντησε ότι το ζήτημα των ενοικίων τον αναγκάζει να αναβάλει τη δημιουργία οικογένειας ή την απόκτηση παιδιών. Διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Οι πιθανές λύσεις Ηκρίση φαίνεται ότι είναι αρκετά βαθιά και ότι δεν θα λυθεί εύκολα. Υπάρχουν όμως λύσεις; Υπάρχουν μέτρα που μπορούν να κάνουν κάποια διαφορά; Με το τέλος του ΟΕΚ το 2012, και με την κατάργηση των εισφορών που τον συντηρούσαν, η στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έπεσε στο κενό. Η απουσία της είναι πιθανό να συνέβαλε στη σημερινή δύσκολη κατάσταση. Πώς μπορεί όμως να μοιάζει μια σύγχρονη στεγαστική πολιτική; Πού χρειάζεται να έχουν το βλέμμα τους όσοι θα τη σχεδιάσουν; Μια προφανής κατεύθυνση είναι τα άδεια κτήρια. Σύμφωνα με την προηγούμενη απογραφή, του 2011, το 35% του συνόλου των κατοικιών στην Ελλάδα, 2,2 εκατομμύρια κατοικίες, ήταν κενές -οι 600.000 από αυτές στην Αττική. Αν εξαιρέσει κάποιος εξοχικά ή δεύτερες κατοικίες, μένουν 900.000 κατοικίες και 314.000 στην Αττική. Πιο πρόσφατα στοιχεία, που προέρχονται από την ΑΑΔΕ και έχει δημοσιοποιήσει η κυβέρνηση, συνηγορούν σε μια παρόμοια τάξη μεγέθους: 770.000 κενές κατοικίες (όπως δηλώνονται στο Ε2) σε όλη την Ελλάδα. Μια καλύτερη και πιο συστηματική καταγραφή αυτών των εκατοντάδων χιλιάδων σπιτιών μπορεί να δείξει περισσότερα για τις προοπτικές αξιοποίησής τους: Σε ποια κατάσταση βρίσκονται; Πού ακριβώς βρίσκονται; Τι ζήτηση υπάρχει για τις περιοχές στις οποίες βρίσκονται; "Η αξιοποίηση των κενών κατοικιών είναι ένα κομβικό σημείο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στέγασης", λέει ο επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης. "Αλλά είναι και η βέλτιστη πρακτική, δεδομένων των περιορισμών που εκ των πραγμάτων θα θέσει η κλιματική μετάβαση στο συνολικό κτηριακό απόθεμα. Η Ελλάδα έχει, άλλωστε, τον υψηλότερο αριθμό κατοικιών ανά κάτοικο μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. Η συγκράτηση των τιμών θα έρθει και από την ενεργοποίηση της προσφοράς". Ένα ακόμη βασικό σημείο σχετίζεται με την εισαγόμενη ζήτηση και τις πλατφόρμες σαν το Airbnb. Το 2019, το Airbnb είχε ξεπεράσει τα 125.000 καταχωρισμένα καταλύματα σε όλη την Ελλάδα. Παρότι ισχύει από το 2017 η υποχρέωση δήλωσης των εισοδημάτων από πλατφόρμες και, σε κάποιες περιπτώσεις, υπάρχει όριο ημερών που μπορεί κάποιος να διαθέσει το ακίνητό του στην πλατφόρμα, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μπορούν να γίνουν περισσότερα. "Η βραχυχρόνια μίσθωση έχει μπει πάρα πολύ έντονα στην ελληνική πραγματικότητα", λέει ο Θωμάς Μαλούτας. "Έχει μειώσει την προσφορά στην ενοικιαζόμενη κατοικία και, μειώνοντας την προσφορά, συμβάλλει στην αύξηση των ενοικίων. Υπάρχει ένα μεγάλο πεδίο παρέμβασης, όπως δείχνει και η διεθνής εμπειρία. Βεβαίως, έχει παίξει και έναν θετικό ρόλο -για παράδειγμα, έχουν αναβαθμιστεί πολλά κτήρια με αυτό τον τρόπο". Αντίστοιχοι περιορισμοί στις "χρυσές βίζες", όπως ο πρόσφατος διπλασιασμός του ορίου από 250.000 σε 500.000 ευρώ για κάποιες περιοχές, πιθανόν να μετριάσουν κάπως τη ζήτηση από το εξωτερικό και, έτσι, να έχουν κάποια επίδραση στις τιμές. Όμως κι εδώ άλλες χώρες λαμβάνουν πολύ πιο δραστικά μέτρα: η Πορτογαλία πρόσφατα κατάργησε εντελώς τη χρυσή βίζα. Τον προηγούμενο Σεπτέμβριο η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο πακέτο μέτρων για τη στέγαση ύψους 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, που ισχυρίζεται ότι θα ωφελήσουν 137.000 δικαιούχους. Αυτό περιλαμβάνει την επιδότηση επιτοκίου για στεγαστικά δάνεια σε νέους, προγράμματα επιδότησης ανακαινίσεων και ενεργειακών αναβαθμίσεων για κενά σπίτια και για νέους, αύξηση φοιτητικών επιδομάτων στέγασης, ακόμα και ένα σύστημα "κοινωνικής αντιπαροχής", όπου το Δημόσιο θα διαμορφώσει κενά κτήρια σε κατοικίες και θα τα νοικιάσει με χαμηλό ενοίκιο σε δικαιούχους. Πολλά, ίσως τα περισσότερα από αυτά τα προγράμματα και τα μέτρα ξεπερνούν τον εκλογικό κύκλο που διανύουμε και, επομένως, οι λεπτομέρειες της εφαρμογής τους και ο αντίκτυπός τους θα φανούν στο μέλλον. Τα υπόλοιπα κόμματα έχουν καταθέσει κι αυτά τις προτάσεις τους για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, εστιάζοντας τόσο στους περιορισμούς στις πλατφόρμες όσο και στην επανεκκίνηση του θεσμού της κοινωνικής κατοικίας. Ο διάλογος για τη στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έχει ανοίξει ξανά. Η εμπειρία του παρελθόντος αλλά και η εμπειρία των άλλων χωρών έχουν φυσικά πολύτιμα μαθήματα να δώσουν. Πώς μπορεί να δημιουργηθεί από το μηδέν ένα νέο μοντέλο στεγαστικής πολιτικής που θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο και βιώσιμο, ώστε να μην εξαρτάται από τη διάθεση αναπτυξιακών πόρων ή από τον δημοσιονομικό χώρο κάθε χρονιάς; Πώς θα ενσωματώσει τις νέες προκλήσεις που έφεραν πιο σύγχρονοι τρόποι εκμετάλλευσης των ακινήτων; Πώς θα αμβλύνει τελικά τις ανισότητες πριν "ξεφύγουν", χωρίς να ανακόψει την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων; Οι ερωτήσεις αυτές θα μας απασχολούν συχνά στο άμεσο μέλλον. Η Αθήνα από ψηλά | Φωτογραφία: Θωμάς Μαλούτας View full είδηση
-
Οξύτατο παραµένει το ζήτημα της στέγασης για πάνω από το 1/3 των νοικοκυριών στην Ελλάδα, τα οποία υποχρεούνται να δαπανούν άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη εξόδων που σχετίζονται με το ακίνητο στο οποίο μένουν (π.χ. λογαριασμούς ΔΕΚΟ, ενοίκιο ή δόση στεγαστικού δανείου). Η τελευταία έκθεση της Eurostat, που αφορά το 2020, αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί «ουραγό» στην Ε.Ε. των 27 χωρών-μελών, καθώς το 33,3% των νοικοκυριών εντάσσεται στην κατηγορία των υπερβολικά επιβαρυμένων οικονομικά σε ό,τι αφορά τη στέγασή τους – δηλαδή ξοδεύουν πάνω από το 40% των εισοδημάτων τους. Την ίδια στιγμή, ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι μόλις 7,8%, ενώ η αμέσως επόμενη χώρα μετά την Ελλάδα είναι η Βουλγαρία, όπου το αντίστοιχο ποσοστό όμως είναι 14,4%. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτά τα στοιχεία αφορούν μια περίοδο κατά την οποία ναι μεν τα ενοίκια είχαν αυξηθεί σημαντικά, αλλά δεν είχε συμβεί το ίδιο και με τους λογαριασμούς του ρεύματος. Ως εκ τούτου, όταν δημοσιευθούν τα στοιχεία για το 2022, όπου το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι πολλαπλάσιο, ενδέχεται να ξεπεραστεί ακόμα και το ιστορικά υψηλό ποσοστό που είχε σημειωθεί το 2015, όταν το 45,5% των νοικοκυριών δαπανούσε πάνω από το 40% του εισοδήματός του για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του. Τι δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat για το 2020, όταν το κόστος του ρεύματος ήταν πολύ χαμηλότερο. Ωστόσο, η εικόνα, ειδικά για όσους ενοικιάζουν το ακίνητο στο οποίο μένουν, είναι δραματική. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα το ποσοστό των ενοικιαστών που ξοδεύουν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για τις στεγαστικές ανάγκες τους διαμορφώθηκε το 2020 σε 79,2%, από 83,2% το 2019. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και στην Ε.Ε. ο μέσος όρος μεταξύ των ενοικιαστών που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση δεν ξεπερνάει το 21,1%, είναι δηλαδή σχεδόν τέσσερις φορές χαμηλότερος. Η αμέσως επόμενη χώρα, μετά την Ελλάδα, είναι η Ουγγαρία, με το 46,7% των ενοικιαστών να δαπανούν πάνω από το 40% των εισοδημάτων τους για τις στεγαστικές ανάγκες τους, ενώ ακολουθεί η Βουλγαρία με 44,8%. Η εικόνα της Ελλάδας είναι αποκαρδιωτική ακόμα και μεταξύ όσων κάνουν ιδιόχρηση του ακινήτου τους και δεν επιβαρύνονται με δαπάνες, όπως π.χ. ένα στεγαστικό δάνειο. Πρόκειται για την πολυπληθέστερη ομάδα, καθώς αποτελεί το 62% του συνόλου του πληθυσμού. Στη συγκεκριμένη κατηγορία το 22,7% βρίσκεται να ξοδεύει πάνω από το 40% του εισοδήματός του για την κάλυψη δαπανών ΔΕΚΟ και θέρμανσης, που επίσης αποτελεί το χειρότερο ποσοστό στην Ε.Ε., με τη δεύτερη Βουλγαρία να βρίσκεται στο 13,1%. Ο δε μέσος όρος στην Ε.Ε. δεν ξεπερνάει το 4,3%! Εν ολίγοις, το ποσοστό στην Ελλάδα είναι πενταπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τα στοιχεία αυτά αποκαλύπτουν ότι το κόστος ζωής στην Ελλάδα είναι δυσβάσταχτο για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοδύναμα αγοραστικής δύναμης μειώθηκε στο 67,4% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης το 2018, από 93,3% που ήταν 2008. Το πρόβλημα είναι εντονότερο για τους ενοικιαστές, ο αριθμός των οποίων αυξάνεται συνεχώς. Το 2020 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα είχε μειωθεί σε 73,9%, από 77,2% που ήταν το 2010. Την ίδια στιγμή, το ποσοστό των ενοικιαστών πανελλαδικά βρισκόταν στο 26,1% το 2020, από 22,8% το 2010 και ενώ στα μεγάλα αστικά κέντρα εκτιμάται ότι προσεγγίζει το 40%. View full είδηση
-
Από τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση PRAKSIS (www.praksis.gr) δημοσιοποιήθηκε η ακόλουθη πρόσκληση ενδιαφέροντος που αφορά τη μίσθωση κατοικιών σε πρόσφυγες, η οποία έχει αναρτηθεί και στην σελίδα της ΠΟΜΙΔΑ: "Το Σωματείο PR.A.K.S.I.S στα πλαίσια του Προγράμματος «RELOCATION SCHEME AND EMERGENCY REPORT» αναζητά προς μίσθωση διαμερίσματα, μονοκατοικίες σε όλη την Αττική με προδιαγραφές φιλοξενίας από 4 έως 6 άτομα. Να είναι άνω των 60 τ.μ, σε καλή κατάσταση, άμεσα διαθέσιμα, χωρίς οφειλές σε ΔΕΚΟ και κληρονομικές εκκρεμότητες. Μετά την εκδήλωση ενδιαφέροντος, ιδιωτών - ιδιοκτητών, επαγγελματιών και εταιρειών διαμεσολάβησης θα υπάρξει επιτόπια εκτίμηση και αξιολόγηση από ειδικευμένη ομάδα της PR.A.K.S.I.S. προκειμένου να εισηγηθούν την μίσθωση των ακινήτων. Περισσότερες πληροφορίες από τον υπεύθυνο ανεύρεσης ακινήτων Σταματονικολό Γεώργιο στο τηλ.210 5205200 και [email protected]». Επειδή το πρόγραμμα αυτό που αφορά την προσωρινή στέγαση προσφύγων για το διάστημα που παραμένουν στη χώρα μας έως ότου μετακινηθούν προς άλλες χώρες, μπορεί πιθανώς να ενδιαφέρει ιδιοκτήτες κατοικιών που είναι μέλη της ΠΟΜΙΔΑ, ιδίως κατά την περίοδο αυτή που η μισθωτική αγορά έχει τα γνωστά προβλήματα, η οργάνωση ζήτησε από τους υπεύθυνους της οργάνωσης περισσότερες πληροφορίες και διευκρινίσεις, από τις οποίες προκύπτουν τα εξής: -Χρηματοδότης του προγράμματος είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ. -Οι μισθώσεις θα είναι διάρκειας κατ' αρχάς έως 31/12/2016 και τα μισθώματα προκαταβάλλονται. Το μισθωτήριο συμφωνητικό έχει ως βάση του το πρότυπο μισθωτήριο κατοικίας της ΠΟΜΙΔΑ. -Η Οργάνωση θα μισθώνει κατά κανόνα ένα διαμέρισμα σε κάθε πολυκατοικία. -Θα μισθώνονται κενές κατοικίες, για τις οποίες η οργάνωση αναλαμβάνει να εγκαταστήσει την απαιτούμενη οικοσκευή. Στις επιπλωμένες κατοικίες θα καταγράφονται τα υπάρχοντα έπιπλα και ηλεκτρικές συσκευές για να επιστραφούν στον ιδιοκτήτη μετά τη λήξη της μίσθωσης. -Το μίσθωμα θα ανέρχεται κατ΄ανώτατο όριο στο ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για κατοικίες μεγάλου εμβαδού, το οποίο θα κλιμακώνεται προς τα κάτω ανάλογα με την επιφάνεια, την κατάσταση και τα χαρακτηριστικά κάθε προσφερόμενης κατοικίας. -Με το συμφωνητικό η PRAKSIS αναλαμβάνει πέραν του ενοικίου και τις δαπάνες κοινοχρήστων και ΔΕΚΟ καθώς και την αποκατάσταση τυχόν ζημιών που μπορεί να προκύψουν. -Η μίσθωση θα δηλώνεται στο TAXISNET. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει ενεργειακό πιστοποιητικό και πιστοποιητικό ηλεκτρολόγου σε ισχύ. Πέραν αυτών, διευκρινίστηκαν και τα εξής: -Κατά τη διάρκεια της μίσθωσης μπορεί να υπάρξει εναλλαγή των ενοίκων καθώς οι πρώτοι θα προωθούνται σε άλλες χώρες και θα αντικαθίστανται από νέους που εισέρχονται στην Ελλάδα. -Στην περίπτωση στέγασης περισσότερων από μιας οικογενειών, λαμβάνονται υπόψη τα θρησκευτικά κλπ. χαρακτηριστικά τους ώστε να μην υπάρχουν εστίες προστριβών μεταξύ τους. -Σε κάθε μίσθωση ορίζεται υπεύθυνος ελεγκτής από το Σωματείο PRAKSIS με τον οποίο ο κάθε εκμισθωτής μπορεί να επικοινωνεί ανά πάσα στιγμή για οποιοδήποτε ζήτημα. - Στελέχη και εθελοντές της οργάνωσης θα πραγματοποιούν αιφνιδιαστικούς ελέγχους στις μισθωμένες κατοικίες για τυχόν στέγαση ξένων ή άγνωστων ατόμων, οι δε τυχόν παραβάτες θα αποβάλλονται από αυτές". Πηγή: http://www.buildnet....213&artid=17928 Click here to view the είδηση
-
Σε δυόμισι με τρία χρόνια θα δούμε και τον Παρθενώνα με στέγη. Μη φανταστείτε βέβαια το μνημείο πλήρως στεγασμένο όπως απεικονίζεται στις διάφορες αναπαραστάσεις του. Προγραμματίζεται όμως η μερική αποκατάσταση της στέγης σε όλο το δυτικό πτερό του ναού και η αποκατάσταση του δυτικού τοίχου του σηκού του Παρθενώνα, όπως και η αντικατάσταση του τσιμεντένιου υπέρθυρου της γιγάντιας αρχαίας θύρας στο εσωτερικό του μνημείου. Δηλαδή, θα τοποθετηθούν επτά δοκοί (4 αρχαίοι και 3 από νέο μάρμαρο) και όλα τα φατνώματά τους πάνω από τη δυτική κιονοστοιχία (είναι αυτή που βλέπουμε αφήνοντας πίσω μας τα Προπύλαια) και την εσωτερική κιονοστοιχία του οπισθόναου, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή από τους επισκέπτες η εικόνα που είχε ο ναός της θεάς Αθηνάς στην κλασική εποχή. Την επέμβαση αυτή είχε δρομολογήσει στη δεκαετία του '50 ο Αναστάσιος Ορλάνδος και είχε μάλιστα κατασκευάσει με τους άριστους τεχνίτες εκείνης της εποχής τρεις ελεύθερες δοκούς, τέσσερις μεταδόκιες πλάκες και 18 φατνώματα από νέο πεντελικό μάρμαρο. Ηθελε με αυτό τον τρόπο να προστατεύσει τα γλυπτά της δυτικής ζωφόρου που ήταν ακόμη επάνω στο μνημείο (τώρα εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης). Είχε από τότε γίνει αισθητή η διάβρωση των γλυπτών από την όξινη βροχή και τη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Ο Ορλάνδος όμως δεν προχώρησε φοβούμενος τη στατική επάρκεια του μνημείου, καθώς οι δοκοί θα ακουμπούσαν στους κίονες του οπισθόναου που είχαν υποστεί βλάβες από τη μεγάλη πυρκαγιά του Παρθενώνα και δεν μπορούσε κανείς να ελέγξει τη συμπεριφορά τους σε έναν ενδεχόμενο σεισμό. Τα τελευταία χρόνια οι κίονες αυτοί ενισχύθηκαν με ενέματα και είναι σε θέση να σηκώσουν τέτοια φορτία, σύμφωνα με τους μελετητές του μνημείου που εισηγήθηκαν τη νέα πρόταση η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα προχτές από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Η στέγαση ή μη του Παρθενώνα ετέθη ως ερώτημα το 2013 στο διεθνές συνέδριο της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΕΣΜΑ) και οι σύνεδροι ψήφισαν με μεγάλη πλειοψηφία «υπέρ της πλήρους κάλυψης του δυτικού πτερού» όπως τόνισε ο πρόεδρος της ΕΣΜΑ Χαράλαμπος Μπούρας στο ΚΑΣ. Κι επειδή κάποια από τα μέλη του Συμβουλίου εξέφρασαν προβληματισμό για τη σκίαση των αντιγράφων γλυπτών της ζωφόρου μετά τη δημιουργία της οροφής, ο κ. Μπούρας ανέφερε πως «αν γίνει η οροφή τότε θα αντιληφθούμε κάτι που δεν γνωρίζει ίσως κανείς, ότι δηλαδή στην αρχαιότητα η ζωφόρος ήταν πάντα βαθύτατα σκιασμένη. Δηλαδή, αυτή η έννοια ενός λαμπρού γλυπτού στο φως ήταν αδιανόητη. Τώρα θα το ξανακερδίσουμε ως αίθηση». Την ίδια άποψη μας εξέφρασε και η πρώην διευθύντρια της ΥΣΜΑ Μαίρη Ιωαννίδου που έχει παρακολουθήσει την προετοιμασία αυτών των μελετών εδώ και χρόνια. Θεωρεί πως η αποκατάσταση του δυτικού πτερού θα βοηθήσει στην κατανόηση ενός τμήματος του μνημείου, θα βελτιώσει τη σεισμική συμπεριφορά του σε εκείνο το σημείο και συγχρόνως θα προστατεύσει τα αντίγραφα της ζωφόρου. Η περιοχή αυτή στην αρχαιότητα καλυπτόταν από 7 δοκούς (όσες θα επανατοποθετηθούν) επί των οποίων εδράζονταν 18 φατνωματικές πλάκες με πλούσιο διάκοσμο, που αποτελούσαν την οροφή του πτερού. Τέσσερις από τις δοκούς σώθηκαν στη θέση τους έως το 1992, οπότε κατέβηκαν από το μνημείο για να μεταφερθεί η ζωφόρος στο μουσείο. Εκτοτε εκκρεμούσε η επανατοποθέτησή τους, κάτι που προϋπέθετε στατική ενίσχυση της περιοχής αυτής. Τη μελέτη ανέλαβαν ο αρχιτέκτων Κοσμάς Σκαρής, ο πολιτικός μηχανικός Ζαννής Κοντέας σε συνεργασία με την υπεύθυνη για τα έργα στον Παρθενώνα αρχιτέκτονα Ροζαλία Χριστοδουλοπούλου και την πολιτικό μηχανικό Αντιγόνη Βρούβα. Στην ίδια συνεδρίαση αποφασίστηκε επίσης η αποκατάσταση του δυτικού τοίχου του σηκού του Παρθενώνα, όπως και η αντικατάσταση του τσιμεντένιου υπέρθυρου, σύμφωνα με τη μελέτη της αρχιτέκτονα Λένας Λαμπρινού και του πολιτικού μηχανικού Βασίλη Παπαβασιλείου. Η διευθύντρια της ΥΣΜΑ Βασιλική Ελευθερίου ανέφερε στο συμβούλιο ότι «ο δυτικός τοίχος είναι ένα από τα καλύτερα διατηρούμενα μέρη του μεγάλου ναού αν και έχει υποστεί θερμικές θραύσεις τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επιφάνειά του». Το κυριότερο πρόβλημα εντοπίζεται στο υπέρθυρο, γιατί έχει τοποθετηθεί τσιμεντένιο από τις αναστυλώσεις του Μπαλάνου (1926) και έχει διαβρωθεί. Η αποκατάστασή του, είπαν πως θα στηριχθεί στην αναλυτική περιγραφή και τεκμηρίωση του υπερθύρου (το οποίο αποτελείται από τέσσερις πλινθίδες) του Μαν. Κορρέ (1994). Ο κ. Κορρές έχει κάνει την αναπαράσταση του τρόπου στερέωσης και λειτουργίας της γιγάντιας αρχαίας θύρας, την ταύτιση και μελέτη των μαρμάρινων σπολίων με τα οποία είχε γίνει κατά την υστερορωμαϊκή περίοδο η επισκευή της μετά τη μεγάλη πυρκαγιά και τη μελέτη αποκατάστασης του υπέρθυρου. Η επέμβαση όμως λόγω άλλων προτεραιοτήτων δεν έγινε τελικά και ανατέθηκε νέα μελέτη στους Λαμπρινού και Παπαβασιλείου ώστε να διερευνηθεί η δυνατότητα συνδέσεως και συμπληρώσεως των θραυσμάτων των τριών αρχαίων πλινθίδων και μιας 4ης από νέο μάρμαρο. Το υλικό έχει ήδη εξασφαλιστεί και θα αρχίσει άμεσα η κατεργασία του. Πηγή: http://www.enet.gr/?...ticle&id=446904 Click here to view the είδηση
-
- παρθενώνας
- στέγαση
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Σε μια χώρα που ο πληθυσμός της είναι 1,3 δις. άνθρωποι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μια πόλη της έχει τόσους κατοίκους όσο μιας ολόκληρης χώρας. Πρόσφατα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το αρμόδιο γραφείο του Πεκίνου δείχνουν ότι ο πληθυσμός της πρωτεύουσας της Κίνας αυξήθηκε σχεδόν κατά μισό εκατομμύριο κατοίκους το 2013 φθάνοντας τα 21,15 εκατ. Οσο δηλαδή σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της Αυστραλίας! Σύμφωνα με τα στοιχεία διαπιστώνεται επίσης ότι στην πόλη του Πεκίνου βρήκαν «σπίτι» περισσότεροι από 8 εκατομμύρια μετανάστες οι οποίοι σήμερα αποτελούν περίπου το 40% του γενικού πληθυσμού. Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν νωρίτερα μέσα στη χρονιά από το αρμόδιο γραφείο της Σαγκάης εμφανίζουν αύξηση του γενικού πληθυσμού κατά περίπου 350.000 (σχεδόν όλος ο πληθυσμός της Βόρειας Κορέας) συμπεριλαμβανομένων περίπου 10 εκατομμυρίων μεταναστών. Τεχνικά η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της χώρας είναι η περιφέρεια Chongqing με πληθυσμό πάνω από 29,7 εκατομμύρια. Το Chongqing καταλαμβάνει μια τεράστια έκταση στην ύπαιθρο και συγκεκριμένα πέντε φορές μεγαλύτερη απ’ ότι το Πεκίνο και 13 φορές μεγαλύτερη από την Σαγκάη. Μοιάζει, δηλαδή, περισσότερο με μια πόλη παρά με μια επαρχία της Κίνας. Πρόβλημα η στέγαση Εκτός από το μεγάλο «αγκάθι» του υπερπληθυσμού αλλά και της μόλυνσης του περιβάλλοντος ένα ακόμη «σκόπελο» που πρέπει να ξεπεράσει η χώρα είναι η στέγαση των δισεκατομμυρίων ντόπιων και μεταναστών κατοίκων. Αν και οι κατασκευές νεόδμητων κατοικιών μειώθηκαν τους πρώτους πέντε μήνες του έτους κατά 19% σε σχέση με πέρυσι, παρουσιάζοντας πρώτη φορά πτώση σε δυο χρόνια, άνθρωποι της αγοράς μιλούν για σταδιακή βελτίωση του real estate. Μιας αγοράς με πολλές προοπτικές, αλλά και με πολλές «παγίδες» όπως αναφέρουν. Ο τομέας των ακινήτων, αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 15% της οικονομίας της Κίνας και επηρεάζει έμμεσα περίπου 40 ακόμη τομείς. «Αν η αγορά ακινήτων συνεχίσει να είναι ‘παγωμένη’ οι αρχές θα πρέπει να καταβάλλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για να διαχειριστούν μια ευρύτερη οικονομική επιβράδυνση» λέει ο Lv Fengyong, ερευνητής στην Κινεζική Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών (CASS) σε «δεξαμενή σκέψης» (think-tank) που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Πεκίνο. Ο επενδυτικός οίκος Moody’s τον περασμένο μήνα μείωσε τις προοπτικές για τον κλάδο των ακινήτων στην Κίνα σε «αρνητικές» (negative) από «σταθερές» (stable) σημειώνοντας παράλληλα επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των πωλήσεων. Πηγή: http://www.ered.gr/c..._/#.U6QWO_l_tc8 Click here to view the είδηση
-
Εμπορευματικά κοντέινερ που δεν χρησιμοποιούνται πλέον μπορεί να αποτελέσουν τη λύση σε προβλήματα στέγασης χαμηλού κόστους σε όλο τον κόσμο. Ένα πρωτότυπο πρότζεκτ εφαρμόζεται αυτή την περίοδο στο λιμάνι της Κοπεγχάγης. Ονομάζεται Urban Rigger, έχει ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα και επιπλέει στο νερό. Έχει έκταση 300 τ.μ. και υπάρχουν δώδεκα ξεχωριστοί κοιτώνες με μπάνιο και κουζίνα, χώρος μπάρμπεκιου και ταράτσα για κοινή χρήση. Ο διευθύνων σύμβουλος και ιδρυτής της εταιρίας, Κιμ Λάουντρουπ, είχε αυτή την ιδέα φτηνών χώρων στέγασης, που προορίζονται για φοιτητές: «Το πρόβλημα είναι οι τιμές στα οικόπεδα στο κέντρο της πόλης έχουν φτάσει σε γελοία επίπεδα. Και όταν αυτά πωλούνται, πωλούνται για να γίνουν πανάκριβα διαμερίσματα ή για επιχειρηματική στέγη. Όπου διατίθεται ένα κομμάτι γης στο κέντρο, είναι πανάκριβο». Η αναδιαμόρφωση κοντέινερ για να γίνουν κατοικίες είναι μια ιδέα που γεννήθηκε στην Καλιφόρνια τη δεκαετία του ’70. Σήμερα όμως υπάρχουν διάφορες τεχνολογικές καινοτομίες, όπως για παράδειγμα αυτή που αφορά το σύστημα θέρμανσης. Χρησιμοποιείται το νερό που υπάρχει τριγύρω, ενώ στη στέγη έχουν τοποθετηθεί φωτοβολταϊκά πάνελ. Η επανάχρηση των εγκαταλειμμένων κοντέινερ μας γλιτώνει από ενέργεια και από την ανάγκη ανακύκλωσής τους. Σύμφωνα με τον Λάουντρουπ, γλιτώνουμε 1.100 τόννους CO2. «Οι φοιτητές και οι νέοι είναι το μέλλον μας. Το γεγονός ότι μπορούν να έχουν υψηλότερη μόρφωση, είναι κάτι που μας παροτρύνει κι εμάς, να τους εμπνεύσουμε για να προχωρήσουν. Αυτοί είναι που πρόκειται να λύσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε» τονίζει ο διευθύνων σύμβουλος. Είναι μια ιδανική λύση για την Κοπεγχάγη, που θεωρείται η όγδοη ακριβότερη πόλη στον κόσμο, όσον αφορά την κατοικία, ιδιαίτερα μάλιστα καθώς η Δανία έχει μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές ακτογραμμές. http://gr.euronews.c...ow-cost-housing Πηγή: http://polytexnikanea.gr/WP3/?p=46861 Click here to view the είδηση
-
Καλησπέρα σε όλους. Τον ερχόμενο Σεπτέμβρη (2013) φεύγω για μεταπτυχιακό στο UCL, στο Λονδίνο. Οι εστίες όμως δεν μου γεμίζουν και πολύ το μάτι και επίσης βλέπω πως και το ίδιο το Πανεπιστήμιο συμβουλεύει τους μεταπτυχιακούς να μην προτιμήσουν να μείνουν εκεί. Έτσι, θα ήθελα να ρωτήσω αν κανένας σας θα έχει τον ίδιο προορισμό την ερχόμενη χρονιά ώστε να ερχόμασταν σε επικοινωνία με σκοπό να βρούμε διαμέρισμα για συγκατοίκηση. Ευχαριστώ εκ των προτέρων για τις απαντήσεις σας παιδιά.
-
- μεταπτυχιακό
- λονδίνο
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Τα τελευταία χρόνια το σχετικό κόστος στέγασης στην Ελλάδα έχει εκτοξευτεί. Σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%. Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά που ζουν στις πόλεις πληρώνουν ακόμη πιο πολλά, περισσότερο από 40% του εισοδήματός τους για στέγαση -επίσης το πιο μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη. 3 στους 4 ενοικιαστές ηλικίας 18 έως 44 ετών δηλώνουν ότι το ενοίκιο που πληρώνουν τους προκαλεί άγχος. Οι εμπειρικές καταγραφές της αναζήτησης σπιτιού στην Αθήνα, συνήθως γραμμένες σε απελπισμένο τόνο, συμπληρώνουν την ίδια εικόνα. Πώς φτάσαμε όμως να έχουμε την πιο ακριβή, συγκριτικά με το εισόδημα, στέγαση στην Ευρώπη; Μια εξήγηση είναι η μεγάλη μείωση των εισοδημάτων. Από το 2009 μέχρι το 2014 οι Έλληνες έχασαν περισσότερο από 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Την ίδια περίοδο, οι τουρίστες στις πόλεις και στα νησιά αυξάνονταν. Οι ιδιοκτήτες βρήκαν νέες επιλογές εκμετάλλευσης των ακινήτων τους, όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, οι οποίες επηρέασαν με τη σειρά τους τις τιμές και τα ενοίκια. Όμως, πριν ακόμη συμβούν τα παραπάνω, η Ελλάδα ήταν ήδη μια χώρα χωρίς σπουδαία στεγαστική πολιτική. Μέσα στην καταιγίδα της κρίσης διαλύθηκε ό,τι υπήρχε: το 2012 ο ΟΕΚ, ο κρατικός φορέας που έτρεχε τα πιο μαζικά προγράμματα στέγασης στη χώρα, καταργήθηκε χωρίς να αντικατασταθεί. Διαβάστε Μια Συνοπτική Παρουσίαση Της Έρευνας (PDF) Το τελευταίο διάστημα η συζήτηση για τη στεγαστική πολιτική έχει ανοίξει ξανά. Όλοι αναγνωρίζουν το πρόβλημα και τις ευρύτερες συνέπειές του, π.χ. στο δημογραφικό προφίλ της χώρας. Η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μέτρα που μένουν να εφαρμοστούν, ενώ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν κάνει προτάσεις. Πώς μπορεί όμως να μοιάζει μια σύγχρονη και αποτελεσματική στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα; Για να απαντήσει κάποιος σε αυτή την ερώτηση πρέπει πρώτα να κοιτάξει πίσω: στη στεγαστική πολιτική που είχε στο παρελθόν η Ελλάδα, στο αποτύπωμα, στις ανεπάρκειες, αλλά και στο τέλος της. Ο "ξαφνικός θάνατος" του ΟΕΚ Στις 12 Φεβρουαρίου 2012, σε μια δραματική συνεδρίαση της Βουλής, όσο στην οδό Σταδίου καίγονταν οι κινηματογράφοι Αττικόν και Απόλλων, ψηφίστηκε ο Ν. 4046/2012, το δεύτερο μνημόνιο. Ο νόμος, ένα εκτενές κείμενο 574 σελίδων με πολλά παραρτήματα, όπως και τα υπόλοιπα μνημόνια, προέβλεπε σημαντικές περικοπές και εκατοντάδες αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε μέχρι τότε το κράτος. Η ψήφισή του εξασφάλισε απαραίτητη χρηματοδότηση και "ξεκλείδωσε" τη μείωση του χρέους, που έγινε γνωστή ως PSI. Όμως ήμασταν ίσως στην πιο σκοτεινή στιγμή της ελληνικής κρίσης. Η αναταραχή στη χώρα, που είχε χάσει 15% του ΑΕΠ της μέσα σε δύο χρόνια, ήταν τόσο μεγάλη που λίγοι ασχολήθηκαν τότε με ένα σύντομο απόσπασμα στο Παράρτημα 5 του νόμου. Εκεί έγραφε ότι, στο πλαίσιο της μείωσης του μη μισθολογικού εργασιακού κόστους, πρέπει "να υιοθετηθεί νομοθεσία να κλείσουν μέσα σε 6 μήνες μικροί φορείς ειδικού σκοπού που ασχολούνται με κοινωνικές δαπάνες οι οποίες δεν αποτελούν προτεραιότητα". Οι δύο φορείς "που δεν αποτελούν προτεραιότητα" στους οποίους αναφερόταν το απόσπασμα ήταν ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας και ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας. Ο πρώτος, ο πιο μικρός σε μέγεθος από τους δύο, είχε ως αντικείμενο τη "μετεργασιακή μέριμνα" (προγράμματα οικονομικών διακοπών και κουπόνια μειωμένου εισιτηρίου σε θέατρα και άλλα θεάματα), αλλά και την υποστήριξη της λειτουργίας των συνδικάτων. Ο δεύτερος, ο ΟΕΚ, πραγματοποιούσε την κρατική στεγαστική πολιτική για τους μισθωτούς εργαζόμενους. Στην πραγματικότητα, ήταν ο οργανισμός που επί έξι δεκαετίες "έτρεχε" τα πιο μαζικά έργα στέγασης που πραγματοποιούνταν στη χώρα, είτε αυτά ήταν κατασκευαστικά είτε αφορούσαν στήριξη για την απόκτηση σπιτιού από την αγορά. Το 2012, όταν έκλεισε ο ΟΕΚ, τα μέσα ενημέρωσης και οι πολιτικοί ασχολούνταν με άλλες περικοπές του δεύτερου μνημονίου, όπως αυτές των συντάξεων. Επομένως, εκτός από τη μικρή αναφορά του ίδιου του μνημονίου σε "μείωση του μη μισθολογικού κόστους", δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες που να εξηγούν την απόφαση. Γιατί μπορεί η Ελλάδα και οι δανειστές της να συμφώνησαν τελικά τότε να κλείσουν τον ΟΕΚ; Όταν κάποιος κάνει την ερώτηση σε ανθρώπους, οι οποίοι είχαν κάποια σχέση με τον οργανισμό εκείνη την περίοδο, οι απαντήσεις που παίρνει είναι διάφορες: "Ίσως θεωρήθηκε ότι το κράτος δεν μπορεί να λειτουργεί ως τράπεζα ή ως κατασκευαστική εταιρεία"· "Δεν υπήρχε τότε επείγον στεγαστικό πρόβλημα: το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλό και εκείνη την περίοδο, λόγω της κρίσης, οι τιμές και τα ενοίκια ήταν χαμηλά"· "Ίσως σκέφτηκαν ότι όπου υπάρχουν δημόσια έργα υπάρχει και διαφθορά ή ότι ο οργανισμός ήταν ανταγωνιστικός προς τον ιδιωτικό τομέα"· "Κυκλοφορεί ένα 'ράδιο αρβύλα' ότι έλειπαν περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ για να κλείσει η συμφωνία για το μνημόνιο, ένα ποσό που αντιστοιχούσε περίπου στο αποθεματικό του οργανισμού τότε". Τον Απρίλιο του 2013, ο ΟΕΚ τυπικά απορροφήθηκε από τον τότε ΟΑΕΔ (πλέον ΔΥΠΑ). Όμως στην πραγματικότητα σταμάτησε κάθε νέα δραστηριότητα. Σταμάτησε να εκδίδει νέα δάνεια, να επιδοτεί το επιτόκιο στεγαστικών δανείων ή να δίνει επιδόματα ενοικίου. Σταμάτησε, επίσης να σχεδιάζει νέους οικισμούς και να κατασκευάζει κατοικίες. Από τότε μέχρι σήμερα, η λειτουργία του αφορά όσα είχαν σχεδιαστεί ή μείνει "ανοιχτά" πριν από το 2012: παρακολούθηση δανείων που είχαν ήδη εκδοθεί και ολοκλήρωση των έργων που είχαν ήδη αρχίσει. Στενό με φόντο την Ακρόπολη, 2023 | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Αντιπαροχή για "μικρούς παίκτες" Πώς φτάσαμε όμως στο μεγάλο κενό της στεγαστικής πολιτικής; Το ελληνικό κράτος, παρότι είχε κάποια στεγαστική πολιτική, αυτή δεν ήταν ποτέ πολύ ισχυρή και οργανωμένη, αντίστοιχα με άλλες χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Ποια ήταν η παρέμβαση του κράτους για να αποκτήσουν σπίτι οι Έλληνες; "Στην Ελλάδα το κράτος δεν ασχολήθηκε ποτέ ιδιαίτερα σοβαρά με τη στέγαση", παρατηρεί ο επίκουρος καθηγητής Πολεοδομίας και Διαχείρισης Ακινήτων στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Νίκος Τριανταφυλλόπουλος. "Υπήρξαν ασφαλώς ο ΟΕΚ και κάποιες προσπάθειες να δημιουργηθούν στεγαστικές τράπεζες, όπως παλιότερα η Κτηματική και η Στεγαστική Τράπεζα και να διευκολυνθεί έτσι η έκδοση στεγαστικών δανείων. Όμως, η στεγαστική πολιτική ασκήθηκε κυρίως με έναν έμμεσο τρόπο, με την ενθάρρυνση της αντιπαροχής, αλλά και με καταπατήσεις και έπειτα νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων. Η κοινωνική κατοικία, ενώ υπήρξε κι αυτή, δεν αναπτύχθηκε ποτέ σε τέτοια κλίμακα ώστε να κάνει σημαντική διαφορά". Παρόμοια είναι και η οπτική του ομότιμου καθηγητή Ανθρώπινης Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Θωμά Μαλούτα: "Στην Ελλάδα είχαμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο ήταν αρκετά διαφορετικό από αυτό των ευρωπαϊκών βιομηχανικών χωρών, που έβλεπαν τη στέγαση ως έναν τρόπο για να εξασφαλίσουν την ύπαρξη και την επιβίωση των εργαζομένων", λέει. "Στην Ελλάδα, η εποχή της μεγάλης γεωγραφικής μετακίνησης από την επαρχία προς τις πόλεις μεταπολεμικά δεν ήταν ακριβώς μια εποχή εκβιομηχάνισης: όσοι έφυγαν από την ύπαιθρο δεν έβρισκαν εύκολα δουλειά ούτε στις πόλεις -σχεδόν άλλοι τόσοι, άλλωστε, μετανάστευσαν στο εξωτερικό. Επομένως, ούτε το κράτος ούτε οι εργοδότες είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διατηρήσουν τους εργαζόμενους ευχαριστημένους και σε επαρκή αριθμό. Σε αυτό το πλαίσιο, η στέγαση έγινε περισσότερο ατομικό και οικογενειακό μέλημα παρά δημόσιο. Έπρεπε να 'στήσεις' τη δική σου ιδιοκατοίκηση, λίγο-πολύ με τα δικά σου χέρια. Αντίστοιχα, το πολιτικό σύστημα φρόντισε να περιχαρακώσει τον τομέα της κατοικίας ως έναν χώρο που μπορούσαν να λειτουργήσουν και να αναπαράγονται οι μικροί παίκτες: ο μικρός οικοπεδούχος και ο μικρός κατασκευαστής. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν πολύ δύσκολο για τις τράπεζες να εμπλακούν με τον στεγαστικό τομέα. Από την άλλη μεριά ο μικρός εργολάβος ήταν προστατευμένος από την είσοδο των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών στην αγορά. Ο μεγάλος δεν είχε, ανά μονάδα, μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους από αυτό που είχε ο μικρός. Έτσι, οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, που θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν μεγαλύτερα, κρατικά ή ιδιωτικά έργα κατοικιών εν πολλοίς απείχαν". Η αντιπαροχή, δηλαδή η ανταλλαγή γης με διαμερίσματα, ήταν μια συναλλαγή που επέτρεψε σε πολλούς Έλληνες να αποκτήσουν σπίτι χωρίς να το πληρώσουν με μετρητά και καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη της Αθήνας και άλλων ελληνικών πόλεων. Το ντοκιμαντέρ "Χτίστες, νοικοκυρές και η οικοδόμηση της σύγχρονης Αθήνας" (2021), βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Ιωάννας Θεοχαροπούλου -αντίστοιχα η παραγωγή και η έκδοση χρηματοδοτήθηκαν από το Ίδρυμα Ωνάση-, καταγράφει με λεπτομέρεια την εποχή της αντιπαροχής, από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα. Παρακολουθεί αρκετές προσωπικές ιστορίες, κυρίως οικοδόμων και εργολάβων και των συζύγων τους. Στη διάρκεια του ντοκιμαντέρ, ένας "χτίστης" αφηγείται το πώς κουβάλησε λάσπη με έναν τενεκέ από το ισόγειο, για να χτίσει τον έκτο όροφο μιας πολυκατοικίας. Μία από τις "νοικοκυρές" θυμάται πώς βοήθησε τον σύζυγό της να χτίσει το δικό τους σπίτι -έπρεπε να βιαστούν για να είναι έτοιμο πριν έρθει ο χειμώνας. Την ίδια εποχή δεν ήταν ασυνήθιστο οι οικοδόμοι να κάνουν τις δικές τους μικρές αισθητικές παρεμβάσεις στα σχέδια των πολυκατοικιών που ετοίμαζαν οι μηχανικοί -ένα συνηθισμένο παράδειγμα είναι τα μοτίβα των τοίχων έξω από τα παράθυρα των λουτρών. Οι ανθρώπινες ιστορίες γύρω από το χτίσιμο της πόλης φανερώνουν εν πολλοίς την απουσία μιας σημαντικής κεντρικής παρέμβασης, ενός σχεδίου. Ωστόσο, αναδεικνύουν και την ιδιαιτερότητα της Αθήνας, τουλάχιστον στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. "Γυρίζοντας το ντοκιμαντέρ είδαμε μία-μία τις προκαταλήψεις μας για την Αθήνα να καταπέφτουν", λέει ο Τάσος Λάγγης, ο οποίος μαζί με τον Γιάννη Γαϊτανίδη έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε το φιλμ. "Είμαι ένας άνθρωπος περίπου 50 ετών και μεγάλωσα ακούγοντας συχνά για το κακό που έκανε η αντιπαροχή στις πόλεις, ότι η Αθήνα 'δεν βλέπεται'. Με την εμπειρία του ντοκιμαντέρ όλο αυτό κατέρρευσε. Γνωρίσαμε ανθρώπους που τότε ήταν νέοι και χτυπημένοι από τη μεταπολεμική φτώχεια. Το μοναδικό πράγμα που ήθελαν ήταν ό,τι θέλουμε κι εμείς σήμερα: να ζήσουν με την οικογένειά τους σε ένα σπίτι με καλές συνθήκες, ασφαλείς υγειονομικές συνθήκες και με μια προοπτική προκοπής. Άρχισαν με αυτό το όνειρο, με αυτές τις ανάγκες και το κατάφεραν. Αυτή η οπτική της Αθήνας, ως μιας πόλης που χτίστηκε με βάση αυτά τα συναισθήματα και τις επιθυμίες, ήταν μια μεγάλη έκπληξη για εμένα. Η Αθήνα δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με πόλεις στην Τουρκία και στη Μέση Ανατολή, ούτε όμως με ευρωπαϊκές πόλεις, όπως η Ρώμη ή το Παρίσι. Είναι κάτι μοναδικό, το οποίο ίσως επειδή μας είναι τόσο οικείο έχει γίνει, κατά κάποιον τρόπο, αόρατο". Από την άλλη πλευρά, τα όποια μέτρα του κράτους για τη στέγαση ήταν περιορισμένα σε κλίμακα και εφαρμόζονταν πάντοτε στο περιθώριο -σπανιότερα οδήγησαν την ανάπτυξη των πόλεων ή της άλλαξαν κατεύθυνση. Εξάλλου, αφορούσαν μόνο συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού. Κάποιες γνωστές παρεμβάσεις έγιναν για να αποκτήσουν γη οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία μετά το 1922, ενώ σε πολλές ελληνικές πόλεις χτίστηκαν προσφυγικοί οικισμοί (η Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στέγασης που πραγματοποίησε μια επιτυχημένη ανάπλαση στα προσφυγικά του Ταύρου σταμάτησε κι αυτή να λειτουργεί το 2010). Το ελληνικό κράτος φρόντισε επίσης να στεγάσει κάποιους φοιτητές με τις φοιτητικές εστίες, να διευκολύνει τους άστεγους και, μέχρι πρόσφατα, τους πρόσφυγες το πρώτο διάστημα μετά την αναγνώριση του ασύλου. Τι ήταν ο ΟΕΚ; Ημεγαλύτερη, με διαφορά, ομάδα για τη στέγαση της οποίας μερίμνησε κάπως το ελληνικό κράτος ήταν οι μισθωτοί εργαζόμενοι. O OEK, ένας οργανισμός που λειτούργησε από το 1954 και για 58 ακόμη χρόνια, εισέπραττε από το ΙΚΑ ένα μικρό μέρος των εισφορών των εργοδοτών (στο 0,75% όταν έκλεισε) και του μισθού των εργαζομένων (1%), προκειμένου να πραγματοποιεί προγράμματα στέγασης. Ήταν δηλαδή ένας αυτοχρηματοδοτούμενος οργανισμός, που δεν επιβάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό, αφού οι εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών χρηματοδοτούσαν ολόκληρη τη δραστηριότητά του, ακόμη και τους μισθούς του προσωπικού. Συνολικά, το ποσό από τις εισφορές αυτές ήταν σημαντικό, κοντά στα 650 εκατομμύρια ευρώ ετησίως τα τελευταία χρόνια πριν από το κλείσιμο, αλλά συνήθως το ΙΚΑ απέδιδε πολύ λιγότερα, συχνά λιγότερα από τα μισά. Ταυτόχρονα με το κλείσιμο του ΟΕΚ το 2012, καταργήθηκε η σχετική εισφορά των εργοδοτών, ενώ το 2020, οκτώ χρόνια αργότερα, καταργήθηκε η αντίστοιχη εισφορά των εργαζομένων. Ο ΟΕΚ ήταν ένας μάλλον ασυνήθιστος οργανισμός στο πλαίσιο του ελληνικού Δημοσίου. Πριν από το κλείσιμο, εργάζονταν εκεί περίπου 730 εργαζόμενοι: μεταξύ τους ήταν 200 πολιτικοί μηχανικοί, αρχιτέκτονες, τοπογράφοι, γεωπόνοι ή γεωφυσικοί και 100 οικονομολόγοι, μαθηματικοί ή λογιστές. Μαζί με κάποιους συμβασιούχους και με τους μαθητευόμενους των προγραμμάτων stage, το προσωπικό είχε κάποια στιγμή προσεγγίσει τους 1.000 εργαζομένους σε τοπικά γραφεία, σε όλες τις περιφέρειες της χώρας. Φυσικά, ο ΟΕΚ δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Αν υπήρχε κάτι ασυνήθιστο ήταν το ότι είχε σχετικά μικρή δραστηριότητα σε σύγκριση με άλλους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς οργανισμούς. Για παράδειγμα, αντίστοιχοι αυστριακοί και ολλανδικοί φορείς διαχειρίζονται (με πολύ διαφορετικά μοντέλα από το ελληνικό) περισσότερο από το 20% του συνόλου των κατοικιών στις χώρες τους. Όλοι οι σχετικοί οργανισμοί στην Ευρώπη συμμετέχουν στη συνομοσπονδία παρόχων κοινωνικής κατοικίας Housing Europe και συνολικά διαχειρίζονται σχεδόν 25 εκατομμύρια κατοικίες. Η Ελλάδα δεν συμμετέχει πια, παρά μόνο μέσω της Αναπτυξιακής Μείζονος Αστικής Θεσσαλονίκης, που εντάχθηκε τους τελευταίους μήνες έχοντας δημοσιεύσει μια σχετική μελέτη το 2020. Όπως συμβαίνει συχνά με την ελληνική δημόσια διοίκηση, έτσι και στην περίπτωση του πρώην ΟΕΚ, τα δημόσια διαθέσιμα δεδομένα σπανίζουν. Σύμφωνα με υπολογισμούς που είχε κατά καιρούς δημοσιοποιήσει ο οργανισμός (χωρίς σχολαστική τεκμηρίωση) συνολικά 700.000 νοικοκυριά υποστηρίχθηκαν οικονομικά στο να αποκτήσουν ή να νοικιάσουν σπίτι όσο καιρό αυτός λειτουργούσε: 100.000 αγόρασαν έτοιμη κατοικία με δάνειο, 362.000 έχτισαν σπίτι με δάνειο, 238.000 επισκεύασαν το σπίτι τους με δάνειο και 100.000 (ή πιθανόν περισσότεροι) κάθε χρόνο λάμβαναν επίδομα ενοικίου συνολικού ύψους 1.000 έως 1.200 ευρώ. Αντίστοιχα, περίπου 500 οικισμοί κοινωνικών κατοικιών στεγάζουν μέχρι σήμερα περίπου 50.000 νοικοκυριά. Ο ΟΕΚ έδινε περισσότερα δάνεια, απ’ ό,τι κατασκεύαζε κατοικίες. Τα δάνεια και τα επιδόματα συνήθως αποτελούσαν περισσότερο από το 70% των εξόδων του οργανισμού. Όμως κι αυτό δεν ίσχυε πάντοτε. Για παράδειγμα, μετά το 2007, όταν οι τρίτεκνοι αναγνωρίστηκαν ως πολύτεκνοι, τότε οι μισθωτοί τρίτεκνοι έγιναν αμέσως δικαιούχοι στεγαστικού δανείου. Τα έξοδα για δάνεια αυξήθηκαν ξαφνικά κατά επιπλέον 160-195 εκατ. ευρώ τον χρόνο και το μέρος των εξόδων του ΟΕΚ που αφορούσε δάνεια είχε εκτιναχθεί στο 95% μέσα σε δύο χρόνια. Τα επιδόματα ενοικίου στα μέσα της δεκαετίας του 2000 κόστιζαν περισσότερο από 150 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Όμως, τότε οι υπηρεσίες του Δημοσίου δεν "συνομιλούσαν" τόσο συχνά η μία με την άλλη και η διασταύρωση των στοιχείων των δικαιούχων ήταν πιο δύσκολη. Εργαζόμενοι στον πρώην οργανισμό λένε ότι "η διαδικασία της διασταύρωσης ίσως δεν ήταν πάντα εξαντλητική". Από την άλλη μεριά, το 2012 η Ελλάδα έμεινε χωρίς καμία επιδότηση του ενοικίου για πέντε χρόνια μέχρι το 2017. Τότε θεσπίστηκε ένα νέο, χαμηλό επίδομα, ως όρος του μνημονίου, και δίνεται μέχρι σήμερα από τον ΟΠΕΚΑ. Συγκριτικά με το σύνολο των κατοικιών στη χώρα, οι κατοικίες που κατασκεύασε ο ΟΕΚ είναι λίγες και, επομένως, δεν έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων. Αλλά άφησαν αποτύπωμα, κυρίως στις πιο μικρές πόλεις. Οι κατοικίες αυτές συνήθως χτίζονταν μακριά από το κέντρο και, επομένως, ήταν ένας έμμεσος τρόπος να επεκταθούν οι πόλεις προς μια κατεύθυνση. Μια σειρά από απαραίτητες εγκαταστάσεις, όπως το δίκτυο ηλεκτροδότησης ή η αποχέτευση, έφτασαν σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους δικαιούχους του ΟΕΚ. Αφού υπήρχε νερό, ρεύμα και αποχέτευση, πολύ περισσότεροι έχτιζαν στις ενδιάμεσες περιοχές. Ο πρώην OEK διαχειριζόταν τη γη (σε κάποιες περιπτώσεις την αγόραζε), την ενέτασσε στο σχέδιο πόλης αν ήταν εκτός, εκπονούσε πολεοδομική μελέτη, δημοπρατούσε την κατασκευή και την επέβλεπε. Έπειτα επέλεγε, μέσω κλήρωσης, τους δικαιούχους και καθόριζε το τίμημα που αυτοί θα πλήρωναν. Οι κατοικίες του ΟΕΚ, συνήθως εμβαδού 80 έως 130 τ.μ. σε διώροφα ή τετραώροφα κτήρια, υπάρχουν σε οικισμούς σε όλη την επικράτεια. Παρότι οι δύο πιο μεγάλοι, με διαφορά, οικισμοί τους οποίους έχτισε ο ΟΕΚ βρίσκονται στην Αττική, οι κοινωνικές κατοικίες είναι περισσότερες στην περιφέρεια. Η ελληνική εκδοχή της κοινωνικής κατοικίας εστίαζε σχεδόν αποκλειστικά στην ιδιοκτησία και την ιδιοκατοίκηση. Στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης οι κοινωνικές κατοικίες διατίθενται συνήθως προς ενοικίαση, δημιουργώντας μία, κατά κάποιον τρόπο, παράλληλη αγορά, που "ανταγωνίζεται" τα ενοίκια της ελεύθερης αγοράς -και πιθανόν συμβάλλει στο να μειωθούν. Επιπλέον, μια τέτοια αγορά ενοικιαζόμενης κοινωνικής κατοικίας δημιουργεί ένα "απόθεμα" κατοικιών, το οποίο το κράτος μπορεί να παραχωρεί, με χαμηλό ενοίκιο, σε όσους πληρούν τα σχετικά κριτήρια κάθε χρονική στιγμή. Στην Ελλάδα, οι κοινωνικές κατοικίες παραχωρούνταν στον δικαιούχο έναντι χαμηλού αντιτίμου, και αφότου το πλήρωνε γινόταν ο ίδιος ιδιοκτήτης τους, ανεξάρτητα από την οικονομική κατάστασή του αργότερα. Επομένως, η στιγμή που θα γινόταν η κλήρωση για τους δικαιούχους είχε ξεχωριστή σημασία. Αρκετοί από τους συνομιλητές μας για τις ανάγκες αυτού του άρθρου περιέγραψαν, όχι χωρίς ειρωνεία, αυτή την περίοδο σαν "μια μεγάλη γιορτή", όπου "εμφανίζονταν όλες οι αρχές του κράτους". Πόσο όμως θα πλήρωναν τελικά οι δικαιούχοι για το καινούργιο σπίτι τους; Είναι κάτι που το μάθαιναν μετά από πολύ καιρό. Μετά την κλήρωση άρχιζε η διαδικασία υπολογισμού του κόστους της κατασκευής και καθορισμού του αντιτίμου της κάθε κατοικίας. Το προσωπικό του ΟΕΚ συνυπολόγιζε το κόστος της γης και της ανέγερσης του οικισμού και της κατοικίας, και υπολόγιζε ένα ενιαίο κόστος ανά τ.μ. για τους κατοίκους του κάθε οικισμού. Τη δεκαετία του 2000 αυτό το κόστος ήταν συνήθως κοντά στα 400 ευρώ, παρότι υπήρχαν οικισμοί που χρεώνονταν πολύ περισσότερο, ακόμα και περισσότερο από τα διπλάσια. Ήταν μια χρονοβόρα διαδικασία. Ο καθορισμός του κόστους μπορεί να διαρκούσε αρκετά χρόνια και, στο μεταξύ, ο δικαιούχος πλήρωνε ένα αντίτιμο κάθε μήνα, έναντι. Δεν ήταν ασυνήθιστο δικαιούχοι ή σύλλογοι οικιστών να ισχυρίζονται ότι η κατοικία τους ή ο οικισμός τους έχει κακοτεχνίες και να διεκδικούν χαμηλότερο αντίτιμο, αφότου είχαν ήδη μετακομίσει. Την τελευταία δεκαετία, οι, πολύ λιγότεροι, εργαζόμενοι του πρώην ΟΕΚ (και αναλογικά, ακόμα λιγότεροι μηχανικοί) που έχουν παραμείνει στη ΔΥΠΑ ουσιαστικά διαχειρίζονται μόνο ανοιχτές υποθέσεις. Από τη φύση των ρυθμίσεων που θεσπίστηκαν στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, καταλαβαίνει κάποιος ότι η διαχείριση που ασκούσε ο οργανισμός δεν ήταν πάντα ιδανική. Πέντε χρόνια μετά το κλείσιμο, το 2017, ορίστηκε μέγιστη τιμή ανά τ.μ. για τους οικισμούς που δεν είχαν ακόμη τιμολογηθεί και ανακοινώθηκαν πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις για όσους ακόμη χρωστούσαν. Πολλά από τα δάνεια του ΟΕΚ ήταν "κόκκινα". Το 2018 ρυθμίστηκαν με πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις και με κούρεμα τόκων υπερημερίας. Ταυτόχρονα, παραμένει μέχρι σήμερα ο γρίφος της αξιοποίησης της αρκετά μεγάλης περιουσίας του πρώην ΟΕΚ: σύμφωνα με ανεπίσημους υπολογισμούς, πρόκειται για εκτάσεις τουλάχιστον 4.500 στρεμμάτων σε όλη την Ελλάδα, συνήθως δωρεές δήμων ή περιφερειών, στην πολύ μεγάλη πλειοψηφία τους εκτός σχεδίου πόλης. Ένα χωριό από το μέλλον Υπάρχει ένα "παιδί" της ελληνικής στεγαστικής πολιτικής, που σήμερα έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Βόρεια της Αθήνας, στην Πεύκη, βρίσκεται το Ηλιακό Χωριό, δηλαδή 435 κατοικίες, οργανωμένες σε κτήρια δύο, τεσσάρων και έξι ορόφων. Πρόκειται για τον δεύτερο μεγαλύτερο οικισμό του ΟΕΚ, μετά το Ολυμπιακό Χωριό με τις 2.300 κατοικίες. Το Ηλιακό Χωριό σχεδιάστηκε την περίοδο 1978 έως 1981 από το γραφείο του αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Τομπάζη και κατασκευάστηκε μέχρι το 1989 με τέτοιο τρόπο ώστε τα κτήρια να είναι ενεργειακά αποδοτικά με πολλούς, καινοτόμους τρόπους. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 δεν υπήρχε η συζήτηση περί κλιματικής αλλαγής και ήμασταν πολύ μακριά από τους αλλεπάλληλους κύκλους των σημερινών προγραμμάτων "Εξοικονομώ". Όμως τότε ο κόσμος άφηνε πίσω του δύο μεγάλες πετρελαϊκές κρίσεις. "Tο Ηλιακό Χωριό ήταν ένα πιλοτικό έργο στα σπάργανα της ενασχόλησης με την 'ηλιακή' όπως ονομάστηκε αρχικά αρχιτεκτονική ή τον βιοκλιματικό σχεδιασμό, όπως τον αποκαλούμε σήμερα", λέει ο αρχιτέκτονας Άκης Τηλεμάχου, ο οποίος είναι σήμερα συνεργάτης του γραφείου Τομπάζη. Στο "χωριό" συνυπήρχαν συστήματα μόνωσης μαζί με, ιδιαίτερα καινοτόμα για την εποχή, "ενεργητικά συστήματα", που σχεδιάστηκαν για να παρέχουν θέρμανση και ζεστό νερό στις κατοικίες εξοικονομώντας ενέργεια. Τότε χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα τεχνολογίες όπως το αποκεντρωμένο σύστημα αντλιών θερμότητας, συλλέκτες αέρος, επίπεδοι συλλέκτες νερού, διεποχιακή αποθήκευση θερμότητας με συλλέκτες νερού και μια μεγάλη υδατοδεξαμενή όγκου 600 κυβικών μέτρων. Ηλιακό Χωριό, 2023 | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Τα "ενεργητικά" συστήματα αυτά είχαν σχεδιαστεί ως μια πιθανή απάντηση στις πετρελαϊκές κρίσεις: με πιο ενεργειακά αποδοτικές κατοικίες οι άνθρωποι ήταν λιγότερο εξαρτημένοι από την τιμή του πετρελαίου και από το καρτέλ του ΟΠΕΚ. Το ενδιαφέρον μάλιστα για το πόσο καλά μπορεί να λειτουργούν οι πρωτοπόρες ενεργειακές κατοικίες ήταν ευρύτερο: το γερμανικό Υπουργείο Έρευνας και Τεχνολογίας πλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος του κόστους της μελέτης για την ανάπτυξη του Ηλιακού Χωριού. Αντίστοιχα, ερευνητές του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μετρούσαν, τα πρώτα χρόνια μετά τα εγκαίνια, την απόδοση των συστημάτων. Μια βόλτα στο Ηλιακό Χωριό σήμερα μαρτυρά ότι τα περισσότερα από αυτά τα συστήματα δεν δουλεύουν όπως σχεδιάστηκαν -κάποια δεν λειτούργησαν ποτέ. Στις ταράτσες των σπιτιών τα περισσότερα ηλιακά πάνελ είναι φθαρμένα. Άλλα έχουν πλέον απομακρυνθεί· οι σιδεριές στις οποίες στηρίζονταν χάσκουν γυμνές και σε κάποιες από αυτές οι κάτοικοι έχουν στερεώσει συμβατικούς ηλιακούς θερμοσίφωνες. Σποραδικά εμφανίζονται πεταμένα μονωτικά υλικά. Τελικά, το 2019 το Ηλιακό Χωριό έκανε ό,τι θεωρητικά δεν είχε ανάγκη να κάνει: συνδέθηκε με το δίκτυο του φυσικού αερίου. Γιατί όμως, παρότι η αρχική ιδέα πίσω από την κατασκευή του Ηλιακού Χωριού με τα χρόνια γινόταν ολοένα και πιο επίκαιρη, το ίδιο το χωριό φαινόταν να την εγκαταλείπει; Οι πρώτες αξιολογήσεις του ΑΠΘ διαπίστωναν ότι οι κάτοικοι, παρότι είχαν εκπαιδευτεί γύρω από τα συστήματα που είχαν τότε εγκατασταθεί, δυσκολεύονταν να τα λειτουργήσουν με σωστό τρόπο. Τοποθετούσαν έπιπλα στους νότιους τοίχους, τα οποία "έκλειναν" τους τοίχους θερμικής αποθήκευσης σε κάποια από τα κτήρια του οικισμού και έτσι τον χειμώνα τα σπίτια ήταν πιο κρύα. "Αν κάποιος αφήνει τα παντζούρια κλειστά ή την τέντα κατεβασμένη στον χώρο του 'θερμοκηπίου' κατά τη διάρκεια μιας χειμωνιάτικης μέρας ή έχει τοποθετήσει έπιπλα ή πράγματα που σκιάζουν π.χ. τον πάγκο νερού, γιατί αυξήθηκαν οι ανάγκες της οικογενείας του σε χώρους, θα υπάρξει μείωση του κέρδους θερμότητας που περιμένουμε", εξηγεί ο Άκης Τηλεμάχου. Από την άλλη πλευρά, πόσο εύκολο ήταν οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί να έχουν τον νου τους σε όλα αυτά τα άγνωστα και απαιτητικά συστήματα, ενώ παράλληλα συνέχιζαν τις δουλειές τους και τις ζωές τους; Και, όσο οι σχετικές τεχνολογίες βελτιώνονταν, γιατί δεν αναβαθμίστηκαν τα ίδια τα συστήματα; "Πέραν της συντήρησης των έργων ή της κατάρτισης των κατοίκων, έργα των οποίων η λειτουργία ή και η ίδια η φύση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε εκτενή χρήση μηχανολογικών ή άλλων τεχνολογιών, κινδυνεύουν εύκολα να θεωρηθούν παρωχημένα με τους σύγχρονους ρυθμούς εξέλιξης των αντίστοιχων τεχνολογιών. Για να εξασφαλίζεται η λειτουργία τους, θα πρέπει να εξασφαλίζεται και η ενημέρωση ή η αναβάθμισή τους. Επιπλέον τα τελευταία χρόνια είχαμε σχετικά φθηνή ενέργεια", λέει ο Άκης Τηλεμάχου. Ωστόσο, θα ήταν άδικο το αποτύπωμα του Ηλιακού Χωριού να περιοριστεί μόνο στα συστήματα που δεν λειτούργησαν. Είναι σίγουρα ενδιαφέρον, ίσως το πιο ενδιαφέρον, ότι το ελληνικό κράτος έκανε μια τέτοια υπέρβαση. Είχε την ικανότητα να φανταστεί και να προκρίνει, ακόμη και κατ’ εξαίρεση της συνηθισμένης δραστηριότητας του ΟΕΚ, την κατασκευή ενός τέτοιου οικισμού εκείνη την περίοδο. Πέρα από αυτό, το Ηλιακό Χωριό παραμένει περισσότερο από 30 χρόνια αργότερα ένας ζωντανός οικισμός. Τα κτήρια έχουν σωστό προσανατολισμό, είναι οργανωμένα σε κομψά οικοδομικά τετράγωνα με επαρκή δημόσιο χώρο, με πλατείες και αίθρια -πράγματα τα οποία σπανίζουν στις ελληνικές πόλεις. Είναι επίσης πιθανό να συνέβαλε στο "ζωντάνεμα" ολόκληρης της περιοχής. Περπατώντας από το Μαρούσι προς την τοποθεσία του, επί πολλά οικοδομικά τετράγωνα τα περισσότερα κτήρια φαίνεται να έχουν χτιστεί τουλάχιστον μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1980, παράλληλα ή αργότερα από τον οικισμό. Όπως ένας μυς του ανθρώπινου σώματος, έτσι και μια κρατική υπηρεσία, αν μείνει αδρανής για πολύ καιρό ατροφεί. Μετά το κλείσιμο του ΟΕΚ το 2012 και τη μη αντικατάστασή του από κάτι άλλο, το ελληνικό κράτος έχασε τη δυνατότητα να "τρέχει" αντίστοιχα έργα. Δεν μπορεί πια να ασκεί στεγαστική πολιτική και, μέσα από αυτή, να επιδρά θετικά στην ανάπτυξη των πόλεων, να φαντάζεται ένα βιώσιμο μέλλον και να προσαρμόζεται σε αυτό. Ηλιακό Χωριό, 2023 | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις ------- Μετά από μια δεκαετία χωρίς στεγαστική πολιτική, ήρθε μια δύσκολη στεγαστική κρίση. Πώς μπορεί να σχεδιαστούν τα κατάλληλα μέτρα από το μηδέν, αποφεύγοντας τα λάθη του παρελθόντος; Ποιος θα τα εφαρμόσει, πόσοι και ποιοι άνθρωποι; Πόσα χρήματα χρειάζονται και πώς μπορεί να βρεθούν, αλλά και να έχουν τον μικρότερο δυνατό δημοσιονομικό αντίκτυπο; Και, τελικά, μετά την εμπειρία των μνημονίων, μπορεί να ξαναβρεί το ελληνικό κράτος την ικανότητά του να υπερβεί την εποχή του, αυτή τη φορά με επιτυχία; Είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα, το να γίνουν οι παραπάνω ερωτήσεις και να απασχολήσουν τον δημόσιο διάλογο. Όμως, πώς μπορεί να μοιάζουν οι απαντήσεις; Σε αυτό το σημείο, είναι χρήσιμο κάποιος να στρέψει το βλέμμα του έξω από τη χώρα, στην υπόλοιπη Ευρώπη. Διαφορετικές χώρες έχουν άλλους τρόπους να ασκούν στεγαστική πολιτική, οι οποίοι σχηματίστηκαν σε διαφορετικές συνθήκες. Είναι δύσκολο, και πιθανόν καταδικασμένο να αποτύχει, τα μέτρα που πήρε μια χώρα να μεταφερθούν αυτούσια στο περιβάλλον μιας άλλης. Όμως, οι διαφορετικές οπτικές πάνω στο ζήτημα της στέγασης φανερώνουν τα προβλήματα που πρέπει να λυθούν και τις επιλογές που υπάρχουν. Ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες στην Αυστρία Το 1995 ο "starchitect" Ζαν Νουβέλ, που μεταξύ άλλων έχει σχεδιάσει τη Φιλαρμονική του Παρισιού και την επέκταση του Εθνικού Μουσείου Τέχνης στη Μαδρίτη, παρέδωσε τα σχέδιά του για την αναμόρφωση του πρώτου από τους τέσσερις πύργους του Gasometer. Σχεδόν ταυτόχρονα, ακόμη τρεις αυστριακοί αρχιτέκτονες παρέδωσαν αντίστοιχα σχέδια για τους υπόλοιπους τρεις πύργους. Τα Gasometers, τέσσερις μεγάλες, κυκλικές δεξαμενές γκαζιού (με ύψος 70 και διάμετρο 60 μέτρα η καθεμία) κοντά στο κέντρο της Βιέννης χτίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Όμως, στα μέσα της δεκαετίας του 1990 ήταν έρημες ήδη επί περισσότερα από 30 χρόνια. Τα σχέδια του Νουβέλ και των υπόλοιπων αρχιτεκτόνων προέβλεπαν την αναμόρφωση των δεξαμενών σε χώρους συναυλιών, εμπορικά κέντρα, κινηματογράφους, γυμναστήρια, φοιτητικές εστίες και κατοικίες. Το έργο ολοκληρώθηκε τελικά έξι χρόνια αργότερα και μεταμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό ολόκληρη την περιοχή. Σήμερα, αποτελεί από μόνο του μια ζωντανή γειτονιά όπου κινούνται καθημερινά ή κατοικούν περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι. Ο χώρος έχει αποκτήσει πλέον και τουριστικό ενδιαφέρον: εκεί πραγματοποιούνται τακτικά ξεναγήσεις για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα για τις παλιές δεξαμενές και για την ανάπλασή τους. Ωστόσο, αξίζει κάποιος να σταθεί λίγο περισσότερο στις κατοικίες μέσα στα Gasometers. Από τις 800 συνολικά κατοικίες, οι περισσότερες, περίπου 600, είναι κοινωνικές κατοικίες. Ιδιοκτήτης είναι ο δήμος της Βιέννης και τα διαμερίσματα διατίθενται για ενοικίαση σε δικαιούχους των αντίστοιχων προγραμμάτων κοινωνικής στέγασης. Οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες είναι κάτι μάλλον συνηθισμένο στην Αυστρία. Στη Βιέννη, μια πόλη 1,9 εκατομμυρίων κατοίκων, ο δήμος καθώς και κάποιοι μη κερδοσκοπικοί συνεταιρισμοί διαχειρίζονται περίπου 200.000 ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες. Σε ολόκληρη τη χώρα, 1 στις 5 κατοικίες είναι ενοικιαζόμενη κοινωνική κατοικία, ενώ η Αυστρία είναι μία από τις μόλις έξι χώρες του ΟΟΣΑ όπου, από το 2010 μέχρι το 2018, το ποσοστό αυτών των κατοικιών αναλογικά με το σύνολο αυξήθηκε. Τα κριτήρια για τους δικαιούχους ενοικίασης κοινωνικών κατοικιών είναι ιδιαίτερα γενναιόδωρα: έχει υπολογιστεί ότι περιλαμβάνουν τη μεγάλη πλειοψηφία, περίπου 80%, των νοικοκυριών στη χώρα. Οι τέσσερις πύργοι του Gasometer | Πηγή: Shutterstock "Το σύστημα κοινωνικής στέγασης στην Αυστρία άρχισε με την εκβιομηχάνιση", εξηγεί η πρέσβης της χώρας στην Αθήνα, Ερμίνε Πόπελερ. "Σε κάποια μέρη, όπως στη Στυρία, η ανάπτυξη αυτή συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τη βιομηχανία: εκεί υπήρχε μεγάλη ανάγκη για εργάτες στα ορυχεία. Από την άλλη πλευρά, η Βιέννη, ως έδρα του οίκου των Αψβούργων στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν πολύ ελκυστική για τους ανθρώπους να μείνουν και να εργαστούν. Επομένως δημιουργήθηκε και εκεί μια σημαντική ανάγκη για στέγαση. Η πόλη της Βιέννης αποφάσισε τότε να αρχίσει το σύστημα της κοινωνικής κατοικίας ενώ, παράλληλα, δημιουργήθηκαν και οι πρώτοι συνεταιρισμοί". Πώς λειτουργεί όμως στην πράξη ένα τόσο παλιό σύστημα, όπου η παρέμβαση του κράτους είναι τόσο σημαντική; Πώς οργανώνεται; "Η κάθε πόλη έχει τα δικά της κριτήρια για τους δικαιούχους", εξηγεί η Ερμίνε Πόπελερ. "Οι εκατοντάδες μη κερδοσκοπικοί συνεταιρισμοί στέγης χρηματοδοτούνται μέσω ειδικών δανείων από στεγαστικές τράπεζες. Εισπράττουν επίσης εισφορές από τους δήμους και φυσικά εισπράττουν τα ενοίκια που πληρώνουν οι δικαιούχοι. Με αυτό τον τρόπο έχουν κεφάλαιο που το χρησιμοποιούν για τη διαχείριση των κατοικιών και για τις απαραίτητες επενδύσεις σε υποδομές". Παρότι η Αυστρία επιδοτεί κάποια δάνεια ή σπανιότερα παρέχει χρηματοδότηση για την απόκτηση σπιτιού σε πολύ φτωχά νοικοκυριά, η βάση της αυστριακής στεγαστικής πολιτικής είναι οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες. Είναι μάλλον αναμενόμενο ότι τα ενοίκια, που καθορίζονται κυρίως από την περιοχή και από το κόστος κατασκευής της κοινωνικής κατοικίας είναι αισθητά χαμηλότερα από αυτά της ελεύθερης αγοράς. Πρόκειται για μια παράλληλη αγορά ακινήτων. Επηρεάζει άραγε αυτό τις τιμές στην ελεύθερη αγορά; "Σίγουρα, υπάρχει μια σύνδεση της κρατικά επιδοτούμενης αγοράς κατοικίας με την ελεύθερη", λέει η Ερμίνε Πόπελερ. "Αυτό βέβαια δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα, οι τιμές των πολυτελών κατοικιών ακολουθούν τη διεθνή αγορά πολυτελών κατοικιών χωρίς να επηρεάζονται από ό,τι συμβαίνει στην κοινωνική κατοικία". Συνδυασμός πολλών παρεμβάσεων στη Γαλλία ΗΓαλλία είναι κι αυτή μια χώρα με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο σύστημα ενοικιαζόμενων κοινωνικών κατοικιών: περίπου 14% του συνόλου των κατοικιών στη χώρα λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, η χρηματοδότηση του συστήματος διαφέρει από την αντίστοιχη της Αυστρίας. "Υπάρχει ένας ειδικός μηχανισμός, το 1% των μισθών για τη στέγη", λέει ο Γάλλος πολεοδόμος, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα real estate του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, Αρτούρ Ακολέν. "Πλέον βέβαια η εισφορά για την κοινωνική κατοικία έχει μειωθεί στο 0,45%, αλλά έχει μείνει το όνομα. Αυτό το ποσοστό κρατείται από όλους τους μισθούς που πληρώνονται στη χώρα από επιχειρήσεις ενός μεγέθους και πάνω, και παρέχει κεφάλαιο στην ενοικιαζόμενη κοινωνική κατοικία. Ένα μικρότερο μέρος του χρησιμοποιείται για την υποστήριξη της αγοράς κατοικίας. Οι επιχειρήσεις έχουν επίσης κάποιο λόγο στο πώς μοιράζονται αυτά τα χρήματα και κάποιες φορές ζητούν επιπλέον προνόμια για τους εργαζόμενους του κλάδου τους". Πρόκειται επίσης για ένα σύστημα νεότερο από αυτό της Αυστρίας. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανοικοδόμηση μετά τον πόλεμο, οι Γάλλοι μετακινήθηκαν μαζικά από την περιφέρεια προς τις πόλεις, δημιουργώντας έτσι νέες ανάγκες στέγασης. Για να ικανοποιηθούν οι νέες ανάγκες, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 οι αρχές κατασκεύασαν τεράστια συγκροτήματα κοινωνικών κατοικιών με εκατοντάδες διαμερίσματα το καθένα στα προάστια των γαλλικών πόλεων. Πολλά από αυτά τα συγκροτήματα εξελίχθηκαν σε γκέτο. "Παρότι έχουν γίνει νεότερες επενδύσεις στην εκ νέου ανάπτυξη, είναι γεγονός ότι σε πολλά από αυτά τα πρώτα συγκροτήματα σήμερα υπάρχει φτώχεια και παραβατικότητα", εξηγεί ο Αρτούρ Ακολέν. Ωστόσο, η ιστορία δεν τελειώνει εκεί. Από τις περίπου 5 εκατομμύρια κοινωνικές κατοικίες που λειτουργούν στη Γαλλία, πολλές, περίπου 2 εκατομμύρια, προστέθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια. "Πρόκειται συνήθως για πιο μικρά συγκροτήματα 10, 20 ή 30 διαμερισμάτων, διάσπαρτα σε περιοχές των πόλεων, ακόμα και σε πιο ακριβές περιοχές στο κέντρο του Παρισιού. Γίνεται μεγάλη προσπάθεια πλέον να πραγματοποιούνται μικρότερα έργα, πιο ενταγμένα στην κάθε περιοχή όπου αναπτύσσονται. Επιπλέον, και τα μεγαλύτερα καινούργια έργα διαθέτουν κατοικίες τόσο στην ελεύθερη αγορά όσο και στην κρατικά επιδοτούμενη", λέει ο Αρτούρ Ακολέν και αναφέρεται σε ένα έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη, στη συνοικία Clichy-Batignolles στο Παρίσι. Στον χώρο ενός παλιού αμαξοστασίου, σε μια έκταση 540 στρεμμάτων στο 17ο διαμέρισμα του Παρισιού λειτουργούν ήδη τα νέα δικαστήρια, ένας ουρανοξύστης ύψους 160 μέτρων που σχεδίασε ο Ρέντσο Πιάνο. Απέναντι από τα δικαστήρια, γύρω από ένα μεγάλο πάρκο 100 στρεμμάτων όπου βρίσκονται τρία κρατικά θέατρα, γραφεία, σχολεία και καταστήματα, κατασκευάζονται 3.400 κατοικίες, με τις μισές από αυτές να ενοικιάζονται, ή να είναι προγραμματισμένο να ενοικιαστούν ως κοινωνικές κατοικίες. Οι δικαιούχοι επιλέγονται με πολλά, διαφορετικά κριτήρια ανά περιοχή και για ένα τέτοιο καινούργιο διαμέρισμα σε ελκυστική τοποθεσία η αναμονή μέχρι να μετακομίσουν στο νέο σπίτι τους μπορεί να ξεπεράσει τα πέντε χρόνια. Η συνοικία Clichy-Batignolles στο Παρίσι | Πηγή: https://www.parisetmetropole-amenagement.fr/sites/default/files/2022-05/plan_du_projet_version_web_101017.pdf Φυσικά, το να υπάρχουν κοινωνικές κατοικίες σε δημοφιλείς περιοχές δεν έχει μόνο θετικά. Έφερε και ένα περίεργο είδος παραβατικότητας: "Ο γαλλικός Τύπος έχει γράψει για περιπτώσεις δικαιούχων που νοίκιαζαν 'δεύτερο χέρι' κοινωνικές κατοικίες μέσω Airbnb και βεβαίως πλήρωσαν πρόστιμο. Μετά από αυτές τις περιπτώσεις οι δήμοι έθεσαν κάποιους επιπλέον περιορισμούς", λέει ο Αρτούρ Ακολέν. Ταυτόχρονα, με την ενοικίαση σπιτιών, το γαλλικό κράτος δίνει επίσης ένα αρκετά σημαντικό επίδομα ενοικίου, το οποίο δικαιούνται περίπου τα μισά νοικοκυριά που ζουν στο ενοίκιο, ακόμα και στις κοινωνικές κατοικίες. Το επίδομα αυτό κυμαίνεται από το ένα τρίτο έως το μισό του συνόλου του ενοικίου. Σε κάποιο βαθμό όλα αυτά τα μέτρα, μαζί με άλλους παράγοντες, είναι πιθανό να αποδίδουν: το ποσοστό των ενοικιαστών που πληρώνουν περισσότερο από το 40% του εισοδήματός τους στο ενοίκιο είναι σχετικά μικρό -8% στις πόλεις, 3% στην περιφέρεια. Ωστόσο, παρότι το γαλλικό σύστημα είναι σε κάποιο βαθμό αυτοχρηματοδοτούμενο -λόγω του "1% των μισθών για τη στέγη"- είναι επίσης ιδιαίτερα παρεμβατικό και πολυδάπανο. Θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; "Δεν υπάρχει μαγική λύση", εκτιμάει ο Αρτούρ Ακολέν. "Η στέγη είναι ακριβή και είναι επίσης ακριβό να συντηρηθεί. Αν θέλεις να είναι σε μια καλή τοποθεσία, η τιμή της γης είναι επίσης ακριβή. Επομένως πρέπει να βρεις τρόπους να βγαίνει αυτή η εξίσωση, πράγμα που σημαίνει τη δέσμευση σημαντικών πόρων. Στις ΗΠΑ, όπου ζω και εργάζομαι, κυκλοφορεί πολύ η ιδέα ότι αν κάνεις την αγορά να λειτουργήσει ή αν βρεις τα κατάλληλα κίνητρα δεν χρειάζεται να ξοδέψεις τόσα πολλά. Όμως, όταν σε κάθε περίπτωση το εισόδημα του νοικοκυριού δεν επαρκεί για να πληρώσει το κόστος της στέγης, πρέπει να βρεις κάποιον τρόπο να το επιδοτήσεις. Αυτός ο τρόπος μπορεί να είναι, λίγο ή πολύ, έμμεσος αλλά και αυτό ακόμα κοστίζει". Η διαφορετική περίπτωση της Ισπανίας Ησυζήτηση με την Ισπανίδα Κλάρα Μαρτίνεζ-Τολεδάνο, επίκουρη καθηγήτρια χρηματοοικονομικών στο Imperial College του Λονδίνου έφτασε κάποια στιγμή στα επιδόματα ενοικίου. "Έχω αμφιβολίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των επιδομάτων ενοικίου", λέει. "Οι ιδιοκτήτες, εφόσον γνωρίζουν ότι οι ενοικιαστές λαμβάνουν το επίδομα, έχουν την επιλογή να το ενσωματώσουν αργά ή γρήγορα στο ποσό του ενοικίου. Έτσι είναι πιθανό το επίδομα, ή ένα μέρος του, να καταλήγει τελικά στον ιδιοκτήτη και όχι στον ενοικιαστή που αντιμετωπίζει βασικά το πρόβλημα". Τα αντίστοιχα επιδόματα ενοικίου θεσπίστηκαν σχετικά πρόσφατα στην Ισπανία και, προς το παρόν, καλύπτουν μόνο κάποια χαμηλά εισοδήματα και ένα μικρό μέρος του ενοικίου, ειδικά στις πόλεις. "Τελικά, το μέτρο δεν επηρέασε πολλούς ανθρώπους επειδή υπάρχουν όλοι αυτοί οι περιορισμοί", λέει η Μαριόνα Σεγκού, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο CY Cergy στο Παρίσι, η οποία έχει ασχοληθεί εκτενώς με το θέμα της στέγασης. "Το μέτρο αυτό είχε μάλιστα και συγκεκριμένο προϋπολογισμό, οπότε πολλοί το ζήτησαν αλλά κάποια στιγμή τελείωσαν τα χρήματα και χρειάστηκε να βρεθούν νέοι πόροι". Η Ισπανία, όπως και η Ελλάδα, με τα μέτρα που θέσπισε διαχρονικά, ενθάρρυνε τους ανθρώπους να αποκτήσουν ή να χτίσουν σπίτι, και όχι να νοικιάσουν. "Η αγορά σπιτιού είναι κάπως σαν 'το ισπανικό όνειρο', κάθε Ισπανός ονειρευόταν να έχει ένα σπίτι", εξηγεί η Μαριόνα Σεγκού. "Υπάρχει μια παροιμία στα ισπανικά που λέει ότι 'τα τούβλα δεν πέφτουν ποτέ' εννοώντας ότι η επένδυση σε ένα σπίτι είναι πάντα καλή, επειδή είναι ασφαλής. Αλλά δεν είναι μόνο μια ασφαλής επένδυση, είναι και κερδοφόρα. Αυτή την κουλτούρα την ενθάρρυναν επίσης οι κυβερνήσεις. Αυτά φυσικά τα λέγαμε πριν από την κρίση. Η Ισπανία υπέφερε πολύ την προηγούμενη δεκαετία από μια φούσκα στην κατασκευή κατοικιών και στα στεγαστικά δάνεια, η οποία έσκασε με μαζικούς πλειστηριασμούς". Αφού οι Ισπανοί ήθελαν να γίνουν ιδιοκτήτες, οι κυβερνήσεις τούς βοηθούσαν. Η στεγαστική πολιτική του κράτους ήταν κι αυτή προσανατολισμένη στην ιδιοκτησία. Το κράτος κυρίως επιδοτούσε δάνεια και έχτιζε σπίτια τα οποία αργότερα παραχωρούσε σε δικαιούχους. Σήμερα, τρεις στους τέσσερις Ισπανούς έχουν ιδιόκτητο σπίτι, ποσοστό επίσης αντίστοιχο με το ελληνικό (73%) και αρκετά υψηλότερο από της Αυστρίας (54%) και της Γαλλίας (65%). Αντίστοιχα, οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες είναι σχετικά ανύπαρκτες (λιγότερο από 2% του συνόλου των κατοικιών). "Το γεγονός ότι μέχρι πολύ πρόσφατα οι κοινωνικές κατοικίες ήταν προς πώληση και όχι προς ενοικίαση δημιούργησε πρόβλημα", λέει η Μαριόνα Σεγκού. "Ουσιαστικά, αυτό έδωσε τη δυνατότητα σε κάποιους να αγοράσουν σπίτι σε χαμηλή τιμή ως δικαιούχοι, και μετά από 30 χρόνια οι ίδιοι ή τα παιδιά τους μπορούσαν να πουλήσουν το σπίτι στην τιμή της αγοράς και να έχουν μεγάλο κέρδος. Αυτό φυσικά συμφέρει τους δικαιούχους, αλλά με αυτό τον τρόπο το κράτος χάνει σταδιακά όλες τις μονάδες κοινωνικής κατοικίας και εξαναγκάζεται να χτίζει συνεχώς". Το 2021, η Ισπανία άλλαξε λίγο τη στρατηγική της και περιέλαβε στο σχέδιό της για το Ταμείο Ανάκαμψης ένα φιλόδοξο έργο ανάπτυξης 20.000 ενεργειακά αποδοτικών κοινωνικών κατοικιών που θα διατεθούν προς ενοικίαση ως κοινωνικές κατοικίες. Εν πολλοίς πρόκειται για ακίνητα της Sareb, της κρατικής τράπεζας ("bad bank") στην οποία κατέληξαν χιλιάδες ακίνητα που εκπλειστηριάστηκαν την προηγούμενη δεκαετία. Ωστόσο, η Μαριόνα Σεγκού διατηρεί τις αμφιβολίες της: "Είναι πολύ πιθανό τα σπίτια αυτά να βρίσκονται σε περιοχές όπου οι άνθρωποι δεν θέλουν να ζήσουν. Είναι ένα θέμα που επανέρχεται συνέχεια στον δημόσιο διάλογο, ότι υπάρχουν τρία εκατομμύρια άδεια σπίτια στην Ισπανία. Ναι, αυτό ισχύει αλλά αυτά τα σπίτια ίσως να μην είναι στις μεγάλες πόλεις ή στα περίχωρά τους. Υπάρχει αναντιστοιχία με τις ανάγκες. Θα εκπλαγώ αν από τις 20.000 κατοικίες της 'bad bank' οι μισές είναι σε περιοχές με κάποια ζήτηση. Ακόμα και αν είναι, οι 20.000 κατοικίες για τα δεδομένα της Ισπανίας είναι ένας πολύ μικρός αριθμός για να κάνει κάποια αισθητή διαφορά". Διαβάστε Μια Συνοπτική Παρουσίαση Της Έρευνας (PDF) Το θέμα της στέγασης βρίσκεται σταθερά ψηλά στον ισπανικό δημόσιο διάλογο. Ωστόσο, ακόμη και μετά τις αυξήσεις των τελευταίων ετών οι Ισπανοί, κατά μέσο όρο, δεν πληρώνουν τόσο πολλά, όσο π.χ. οι Έλληνες, για στέγαση: πληρώνουν 11% του εισοδήματός τους (έναντι 34%) στις πόλεις. Όμως, οι πιο νέοι και οι πιο φτωχοί, αντιμετωπίζουν δυσανάλογο πρόβλημα, ειδικά σε περιοχές που για διάφορους λόγους οι τιμές αυξάνονται με πολύ γρήγορο ρυθμό. Αυτή η συνθήκη δημιούργησε σημαντική πίεση για τη ρύθμιση των πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης, αφού συνέπεσε χρονικά με την εξάπλωσή τους. Η Μαριόνα Σεγκού συμμετείχε σε μια ερευνητική ομάδα που επιχείρησε να μετρήσει τον αντίκτυπο της εισόδου του Airbnb στη Βαρκελώνη το 2015. Η μελέτη αυτή πράγματι διαπίστωσε (στατιστικά) σημαντική αύξηση των ενοικίων μετά την έλευση του Airbnb. Η αύξηση αυτή μάλιστα ήταν τριπλάσια στις πολύ τουριστικές περιοχές, δηλαδή εκείνες με πολλές καταχωρήσεις στην πλατφόρμα. "Φαίνεται ότι το Airbnb αύξησε τις τιμές, αλλά όχι εξωπραγματικά. Από ερευνητική σκοπιά μπορούμε να πούμε ότι σίγουρα παρατηρούμε μια αύξηση, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι το Airbnb προκάλεσε το σύνολο της αύξησης των ενοικίων την ίδια περίοδο. Κάποιοι χρησιμοποίησαν την έρευνά μας για να πουν 'είδατε η επίδραση δεν είναι τόσο μεγάλη, δεν πρέπει να ανησυχούμε τόσο'. Άλλοι είπαν 'βλέπετε κάτι υπάρχει εδώ, πρέπει να παρέμβουμε'", λέει η Μαριόνα Σεγκού. Ωστόσο, ο διάλογος για την επίδραση των πλατφορμών είναι ακόμη ζωηρός και οι ειδικοί δεν έχουν καταλήξει με κάποια βεβαιότητα σε ένα συμπέρασμα. Την ίδια στιγμή, πολλές πόλεις δεν έχουν τον χρόνο να περιμένουν το συμπέρασμα -η μεγάλη άνοδος των ενοικίων τις έχει οδηγήσει στο να επιβάλλουν περιορισμούς σε τουριστικές περιοχές. Μία από αυτές τις πόλεις είναι η Βαρκελώνη. Τον Σεπτέμβριο του 2020, η τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας επέβαλε περιορισμούς στο ύψος του ενοικίου που μπορούν να ζητήσουν οι ιδιοκτήτες από τους ενοικιαστές τους σε κάποιες τουριστικές περιοχές της περιφέρειας, ανάμεσά τους και το κέντρο της Βαρκελώνης. Ο περιορισμός παρέμεινε σε ισχύ μόνο ενάμιση χρόνο, μέχρι τον περσινό Μάρτιο, καθώς έπειτα κατέπεσε στο ισπανικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Η σχετικά μικρή διάρκεια των περιορισμών, καθώς και το γεγονός ότι υπήρχαν αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τα ποσά των ενοικίων και τις νέες ενοικιάσεις σπιτιών (πρέπει να δηλώνονται υποχρεωτικά σε ηλεκτρονική πλατφόρμα) πυροδότησαν έναν ακόμη κύκλο μελετών. Σε μία από αυτές συμμετείχε η Μαριόνα Σεγκού και εξηγεί τα συμπεράσματά της: "Βρήκαμε μια σημαντική μείωση στα ενοίκια στις περιοχές που επέβαλαν τον περιορισμό, της τάξης του 5-6%. Όμως, δεν βρήκαμε μείωση του αριθμού των νέων συμβολαίων μετά τη θέσπιση των μέτρων. Οπότε δεν υπήρχε αντίκτυπος στην προσφορά, οι ιδιοκτήτες φαίνεται ότι συνέχισαν να νοικιάζουν τα σπίτια τους με τον ίδιο ρυθμό, σε λίγο χαμηλότερες τιμές. Ωστόσο, αυτά που βρίσκουμε είναι πιθανόν μια βραχυπρόθεσμη επιρροή. Κάποιος μπορεί να υποθέσει π.χ. ότι ο αντίκτυπος στην προσφορά δεν φαίνεται στον πρώτο χρόνο αλλά θα γίνει αισθητός αργότερα". ------ Όπως δείχνουν οι ιστορίες άλλων χωρών, πολλά από τα προβλήματα είναι κοινά, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Η συγκέντρωση επενδυτικού ενδιαφέροντος σε ακίνητα στα κέντρα των πόλεων, μια δεκαετία μείωσης, στασιμότητας ή αναιμικών αυξήσεων στα εισοδήματα μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 και η είσοδος νέων επιλογών εκμετάλλευσης των ακινήτων από τους ιδιοκτήτες τους, όπως το Airbnb, έφεραν νέα προβλήματα παντού. Ταυτόχρονα, δημιουργούνται ολοένα και πιο επιτακτικές ανάγκες ανακαινίσεων και ενεργειακής αναβάθμισης. Στην Ελλάδα, φαίνεται ότι οι ίδιες προκλήσεις είναι πιο έντονες από οπουδήποτε στην Ευρώπη. Πανοραμική άποψη της Αθήνας | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Οδύσσεια στην Αθήνα "Το συμπέρασμα που έβγαλα από την εμπειρία αναζήτησης σπιτιού στην Αθήνα είναι ότι αν θέλουμε σαν ζευγάρι κάποια στιγμή να μετακινηθούμε προς το κέντρο της πόλης χρειαζόμαστε και οι δύο μια δεύτερη δουλειά επειγόντως", λέει η Λίνα Γιάνναρου. Η δημοσιογράφος της "Καθημερινής" κατέγραψε πρόσφατα το σαφάρι της (ή "Οδύσσεια", όπως γράφει ο τίτλος του σχετικού άρθρου) για την εύρεση ενός διαμερίσματος στο κέντρο της Αθήνας. Περιγράφει με αρκετή λεπτομέρεια όσα είδε εκείνη την περίοδο: σπίτια με σοβαρές ελλείψεις, πλημμελώς συντηρημένα, ή και ακατάλληλα για κατοίκηση με τους ιδιοκτήτες να ζητούν δυσανάλογα υψηλά ενοίκια. Εντυπωσιάστηκε τόσο, που, όπως λέει σήμερα, αναρωτήθηκε "αν αξίζει να 'ματώσεις' οικονομικά για να βρίσκεσαι κοντά σε θέατρα, μπαρ και εστιατόρια που δεν θα έχεις χρόνο να επισκεφθείς". Δεν ήταν όμως μόνο τα σπίτια και οι τιμές που της έκαναν εντύπωση, αλλά ακόμη και η συμπεριφορά που αντιμετώπισε. "Οι μεσίτες κατέβαλαν πραγματικά ελάχιστη προσπάθεια να μου 'πουλήσουν' ένα σπίτι", θυμάται. "Έκανα δεκάδες ραντεβού, ούτε ένας δεν έκανε τηλεφώνημα follow up για να ρωτήσει εάν τελικά ενδιαφέρομαι, να συμπληρώσει κάποια πληροφορία, να προτείνει ίσως άλλο διαμέρισμα. Μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει εάν ήταν επειδή είναι τόσο πολλοί οι ενδιαφερόμενοι ή επειδή, αντίθετα, αντιλαμβάνονται ότι με αυτές τις τιμές είναι δύσκολο να υπάρξει συμφωνία". Μια άσχημη εικόνα Όλα μαρτυρούν ότι δεν πρόκειται απλώς για κακή τύχη της δημοσιογράφου. Τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας αποτυπώνουν με σαφήνεια την αύξηση: ο δείκτης των τιμών των διαμερισμάτων φαίνεται ότι θα κλείσει για το 2022 κατά περισσότερο από 10% αυξημένος, συγκριτικά με το 2021 (τα στοιχεία είναι προσωρινά και εκκρεμεί το τέταρτο τρίμηνο). Στα νέα διαμερίσματα, πενταετίας, στην Αθήνα, η αύξηση μπορεί να ξεπεράσει το 13%. Αλλά και το 2021, η αύξηση συγκριτικά με το 2020 ήταν μικρότερη, αλλά σημαντική: περίπου 7,5% στο σύνολο της χώρας. Η ιστοσελίδα "σπιτόγατος", όπου καταχωρίζονται μαζικά αγγελίες ακινήτων προς πώληση και ενοικίαση, δημοσιεύει αναλυτικά στοιχεία για τις τιμές ανά περιοχή. Δεν είναι επίσημα στοιχεία, αλλά είναι πολύ πιθανό να είναι ενδεικτικά. Σε 48 από τις 62 περιοχές για τις οποίες δημοσιεύονται δεδομένα (περίπου ταυτίζονται με τις Περιφερειακές Ενότητες) σημειώθηκε αύξηση των ενοικίων το τελευταίο τρίμηνο του 2022, συγκριτικά με την ίδια εποχή το 2021. Σε δεκατέσσερις από αυτές η αύξηση ξεπερνάει το 10%. Στην Αρκαδία, στο Κιλκίς, στο Λασίθι και στη Μεσσηνία η αύξηση των ενοικίων, στις αγγελίες του σπιτόγατου, ξεπερνάει το 20%. Από αυτές τις τέσσερις περιοχές μόνο το Κιλκίς "πέφτει" κάτω από τα 5 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Από την άλλη πλευρά, είναι δύσκολο, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε οποιαδήποτε χώρα, τα εισοδήματα και ειδικά οι μισθοί να ακολουθήσουν αντίστοιχους ρυθμούς αύξησης. Επιπλέον, η κρίση της προηγούμενης δεκαετίας παραμένει αισθητή στα εισοδήματα των Ελλήνων. "Βγαίνοντας από την κρίση, η αγορά κατοικίας και ακινήτων έγινε αντικείμενο ενδιαφέροντος για ξένους επενδυτές. Αυτό οδήγησε τις τιμές της αγοράς και των ενοικίων προς τα πάνω", λέει ο Θωμάς Μαλούτας. "Τα εισοδήματα όμως δεν ακολούθησαν την ίδια πορεία, οπότε η ψαλίδα άνοιξε ακόμη περισσότερο. Αυτό έχει δημιουργήσει στεγαστικά ζητήματα με αρκετή οξύτητα". Ωστόσο, είναι σημαντικό, ερμηνεύοντας τα παραπάνω στοιχεία να έχει κάποιος κατά νου το υψηλό ποσοστό ιδιοκτησίας, περίπου 73% του πληθυσμού. Επίσης, τα ακίνητα αποτελούν, κατά μέσο όρο, το 70% της περιουσίας ενός νοικοκυριού. Επομένως, η μεγάλη πλειοψηφία, σχεδόν 3 στους 4 βλέπουν τα τελευταία χρόνια την αξία της περιουσίας τους να αυξάνει, χωρίς συνήθως να αντιμετωπίζουν το ψυχολογικό βάρος της "Οδύσσειας" αναζήτησης σπιτιού. Το 63% μένει στην ιδιόκτητη κατοικία του. Τι συμβαίνει όμως με τους υπόλοιπους, με το 27% που δεν είναι ιδιοκτήτες και με όσους δεν μένουν στο σπίτι τους; Τα πράγματα εκεί είναι πραγματικά δύσκολα. Σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%. Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά που ζουν στις πόλεις πληρώνουν ακόμη πιο πολλά, περισσότερο από 40% του εισοδήματός τους για στέγαση -επίσης το πιο μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη. Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο έντονο για τα πιο φτωχά νοικοκυριά. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το φτωχότερο 20% των ελληνικών νοικοκυριών πληρώνει 43% (διάμεση τιμή) του εισοδήματός του στο ενοίκιο. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Eteron, 3 στους 4 ενοικιαστές ηλικίας 18 έως 44 ετών δηλώνουν ότι το ενοίκιο που πληρώνουν τους προκαλεί άγχος. Πέρα από το άμεσο πρόβλημα της στέγασης για ένα αξιοσημείωτο μέρος του πληθυσμού, η κατάσταση αυτή έχει δημιουργήσει και άλλα, λιγότερο προφανή προβλήματα. Ένα από αυτά είναι η ανισότητα: οι ιδιοκτήτες βλέπουν την περιουσία τους να αποκτά μεγαλύτερη αξία, ενώ την ίδια ώρα οι ενοικιαστές δυσκολεύονται και αγχώνονται ολοένα και περισσότερο. Είναι επίσης πιθανό η αύξηση των ενοικίων να αφορά δυσανάλογα τους νέους και, με αυτό τον τρόπο να επιδεινώνει το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Οι Έλληνες εγκαταλείπουν το πατρικό τους κατά μέσο όρο μετά τα 29, δηλαδή αργότερα από τον μέσο Ευρωπαίο (στα 26,5). Το ποσοστό των νέων 25 έως 34 ετών που ιδιοκατοικούν έμεινε περίπου μισό μέσα σε 13 χρόνια, από το 2005 μέχρι το 2018. Στη δημοσκόπηση του Eteron, 1 στους 10 ενοικιαστές απάντησε ότι το ζήτημα των ενοικίων τον αναγκάζει να αναβάλει τη δημιουργία οικογένειας ή την απόκτηση παιδιών. Διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας | Φωτογραφία: διαΝΕΟσις Οι πιθανές λύσεις Ηκρίση φαίνεται ότι είναι αρκετά βαθιά και ότι δεν θα λυθεί εύκολα. Υπάρχουν όμως λύσεις; Υπάρχουν μέτρα που μπορούν να κάνουν κάποια διαφορά; Με το τέλος του ΟΕΚ το 2012, και με την κατάργηση των εισφορών που τον συντηρούσαν, η στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έπεσε στο κενό. Η απουσία της είναι πιθανό να συνέβαλε στη σημερινή δύσκολη κατάσταση. Πώς μπορεί όμως να μοιάζει μια σύγχρονη στεγαστική πολιτική; Πού χρειάζεται να έχουν το βλέμμα τους όσοι θα τη σχεδιάσουν; Μια προφανής κατεύθυνση είναι τα άδεια κτήρια. Σύμφωνα με την προηγούμενη απογραφή, του 2011, το 35% του συνόλου των κατοικιών στην Ελλάδα, 2,2 εκατομμύρια κατοικίες, ήταν κενές -οι 600.000 από αυτές στην Αττική. Αν εξαιρέσει κάποιος εξοχικά ή δεύτερες κατοικίες, μένουν 900.000 κατοικίες και 314.000 στην Αττική. Πιο πρόσφατα στοιχεία, που προέρχονται από την ΑΑΔΕ και έχει δημοσιοποιήσει η κυβέρνηση, συνηγορούν σε μια παρόμοια τάξη μεγέθους: 770.000 κενές κατοικίες (όπως δηλώνονται στο Ε2) σε όλη την Ελλάδα. Μια καλύτερη και πιο συστηματική καταγραφή αυτών των εκατοντάδων χιλιάδων σπιτιών μπορεί να δείξει περισσότερα για τις προοπτικές αξιοποίησής τους: Σε ποια κατάσταση βρίσκονται; Πού ακριβώς βρίσκονται; Τι ζήτηση υπάρχει για τις περιοχές στις οποίες βρίσκονται; "Η αξιοποίηση των κενών κατοικιών είναι ένα κομβικό σημείο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στέγασης", λέει ο επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης. "Αλλά είναι και η βέλτιστη πρακτική, δεδομένων των περιορισμών που εκ των πραγμάτων θα θέσει η κλιματική μετάβαση στο συνολικό κτηριακό απόθεμα. Η Ελλάδα έχει, άλλωστε, τον υψηλότερο αριθμό κατοικιών ανά κάτοικο μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. Η συγκράτηση των τιμών θα έρθει και από την ενεργοποίηση της προσφοράς". Ένα ακόμη βασικό σημείο σχετίζεται με την εισαγόμενη ζήτηση και τις πλατφόρμες σαν το Airbnb. Το 2019, το Airbnb είχε ξεπεράσει τα 125.000 καταχωρισμένα καταλύματα σε όλη την Ελλάδα. Παρότι ισχύει από το 2017 η υποχρέωση δήλωσης των εισοδημάτων από πλατφόρμες και, σε κάποιες περιπτώσεις, υπάρχει όριο ημερών που μπορεί κάποιος να διαθέσει το ακίνητό του στην πλατφόρμα, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μπορούν να γίνουν περισσότερα. "Η βραχυχρόνια μίσθωση έχει μπει πάρα πολύ έντονα στην ελληνική πραγματικότητα", λέει ο Θωμάς Μαλούτας. "Έχει μειώσει την προσφορά στην ενοικιαζόμενη κατοικία και, μειώνοντας την προσφορά, συμβάλλει στην αύξηση των ενοικίων. Υπάρχει ένα μεγάλο πεδίο παρέμβασης, όπως δείχνει και η διεθνής εμπειρία. Βεβαίως, έχει παίξει και έναν θετικό ρόλο -για παράδειγμα, έχουν αναβαθμιστεί πολλά κτήρια με αυτό τον τρόπο". Αντίστοιχοι περιορισμοί στις "χρυσές βίζες", όπως ο πρόσφατος διπλασιασμός του ορίου από 250.000 σε 500.000 ευρώ για κάποιες περιοχές, πιθανόν να μετριάσουν κάπως τη ζήτηση από το εξωτερικό και, έτσι, να έχουν κάποια επίδραση στις τιμές. Όμως κι εδώ άλλες χώρες λαμβάνουν πολύ πιο δραστικά μέτρα: η Πορτογαλία πρόσφατα κατάργησε εντελώς τη χρυσή βίζα. Τον προηγούμενο Σεπτέμβριο η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο πακέτο μέτρων για τη στέγαση ύψους 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, που ισχυρίζεται ότι θα ωφελήσουν 137.000 δικαιούχους. Αυτό περιλαμβάνει την επιδότηση επιτοκίου για στεγαστικά δάνεια σε νέους, προγράμματα επιδότησης ανακαινίσεων και ενεργειακών αναβαθμίσεων για κενά σπίτια και για νέους, αύξηση φοιτητικών επιδομάτων στέγασης, ακόμα και ένα σύστημα "κοινωνικής αντιπαροχής", όπου το Δημόσιο θα διαμορφώσει κενά κτήρια σε κατοικίες και θα τα νοικιάσει με χαμηλό ενοίκιο σε δικαιούχους. Πολλά, ίσως τα περισσότερα από αυτά τα προγράμματα και τα μέτρα ξεπερνούν τον εκλογικό κύκλο που διανύουμε και, επομένως, οι λεπτομέρειες της εφαρμογής τους και ο αντίκτυπός τους θα φανούν στο μέλλον. Τα υπόλοιπα κόμματα έχουν καταθέσει κι αυτά τις προτάσεις τους για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, εστιάζοντας τόσο στους περιορισμούς στις πλατφόρμες όσο και στην επανεκκίνηση του θεσμού της κοινωνικής κατοικίας. Ο διάλογος για τη στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έχει ανοίξει ξανά. Η εμπειρία του παρελθόντος αλλά και η εμπειρία των άλλων χωρών έχουν φυσικά πολύτιμα μαθήματα να δώσουν. Πώς μπορεί να δημιουργηθεί από το μηδέν ένα νέο μοντέλο στεγαστικής πολιτικής που θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο και βιώσιμο, ώστε να μην εξαρτάται από τη διάθεση αναπτυξιακών πόρων ή από τον δημοσιονομικό χώρο κάθε χρονιάς; Πώς θα ενσωματώσει τις νέες προκλήσεις που έφεραν πιο σύγχρονοι τρόποι εκμετάλλευσης των ακινήτων; Πώς θα αμβλύνει τελικά τις ανισότητες πριν "ξεφύγουν", χωρίς να ανακόψει την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων; Οι ερωτήσεις αυτές θα μας απασχολούν συχνά στο άμεσο μέλλον. Η Αθήνα από ψηλά | Φωτογραφία: Θωμάς Μαλούτας
-
Το υψηλότερο κόστος στέγασης στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης εμφανίζει η Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύθηκαν χθες, το 2021 οι δαπάνες στέγασης στην Ελλάδα ανέρχονταν στο 34,2% του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, έναντι 18,9% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Στη δεύτερη υψηλότερη θέση βρίσκεται η Δανία, όπου το κόστος στέγασης ανέρχεται σε 26,3% του διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ ακολουθεί η Ολλανδία με 23,9%. Αναλύοντας ακόμη περισσότερο τα σχετικά στοιχεία, προκύπτει ότι τα πιο αδύναμα οικονομικά νοικοκυριά επιβαρύνονται και περισσότερο από τις δαπάνες στέγασης. Στην Ελλάδα, ειδικότερα, το κόστος αγγίζει το 60% των εισοδημάτων, στα νοικοκυριά των οποίων το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα είναι χαμηλότερο από το 60% του εθνικού μέσου όρου (τα οποία θεωρούνται και στο όριο της φτώχειας). Αντιθέτως, το κόστος στέγασης αγγίζει το 28,3% για τα νοικοκυριά με εισόδημα μεγαλύτερο του 60% του εθνικού μέσου όρου. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι διαμορφώνονται σε 37,7% για τα νοικοκυριά με εισοδήματα κάτω του 60% του πανευρωπαϊκού μέσου όρου και σε 15,2% για τα νοικοκυριά με εισοδήματα άνω του 60% του μέσου όρου. Είναι το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε., όπου ο μέσος όρος διαμορφώνεται στο 18,9%. Σε σχετική ανάλυση στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, η Alpha Bank ανέφερε ότι η άνοδος των τιμών της ενέργειας, των ενοικίων, καθώς και των επιτοκίων επιδρά αυξητικά στο κόστος στέγασης. Παρ’ όλα αυτά, τονίζεται ότι «αν και υψηλό, το κόστος στέγασης στην Ελλάδα, ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία της οικονομικής κρίσης». Για παράδειγμα, το 2014 βρισκόταν στο 42,5%, από 34,2% το 2021. Επιπροσθέτως, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά για τα οποία το κόστος στέγασης υπερβαίνει το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (overburden rate), ήταν το 2021 υψηλότερο για όσους ενοικιάζουν (74,6%), έναντι των ιδιοκτητών που αποπληρώνουν στεγαστικό ή άλλο δάνειο (18,5%), αλλά και για τους κατοίκους των πόλεων (32,4%) σε σύγκριση με όσους διαμένουν σε αγροτικές περιοχές (22%). Ασφαλώς, η οικονομική δυσπραγία για πολλά νοικοκυριά μεταφράζεται και σε αντίστοιχες καθυστερήσεις στην αποπληρωμή οφειλών. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2021 το 36,4% του πληθυσμού στην Ελλάδα εμφάνιζε καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση των οφειλών του είτε για το ενοίκιο είτε για τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ είτε για τη δόση του στεγαστικού του δανείου. Στη δεύτερη θέση της Ε.Ε. με 20,4% ακολουθεί η Βουλγαρία και έπονται χώρες, όπως η Κύπρος με 17,3%, η Κροατία με 16,6% και η Ιρλανδία με 13,6%. Με δεδομένο ότι το 2022 προστέθηκε και ο παράγοντας της ενεργειακής κρίσης, που εκτόξευσε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και της θέρμανσης, αναμένεται σημαντική αύξηση των παραπάνω ποσοστών στην επόμενη έρευνα της Eurostat.
-
Οξύτατο παραµένει το ζήτημα της στέγασης για πάνω από το 1/3 των νοικοκυριών στην Ελλάδα, τα οποία υποχρεούνται να δαπανούν άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη εξόδων που σχετίζονται με το ακίνητο στο οποίο μένουν (π.χ. λογαριασμούς ΔΕΚΟ, ενοίκιο ή δόση στεγαστικού δανείου). Η τελευταία έκθεση της Eurostat, που αφορά το 2020, αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί «ουραγό» στην Ε.Ε. των 27 χωρών-μελών, καθώς το 33,3% των νοικοκυριών εντάσσεται στην κατηγορία των υπερβολικά επιβαρυμένων οικονομικά σε ό,τι αφορά τη στέγασή τους – δηλαδή ξοδεύουν πάνω από το 40% των εισοδημάτων τους. Την ίδια στιγμή, ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι μόλις 7,8%, ενώ η αμέσως επόμενη χώρα μετά την Ελλάδα είναι η Βουλγαρία, όπου το αντίστοιχο ποσοστό όμως είναι 14,4%. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτά τα στοιχεία αφορούν μια περίοδο κατά την οποία ναι μεν τα ενοίκια είχαν αυξηθεί σημαντικά, αλλά δεν είχε συμβεί το ίδιο και με τους λογαριασμούς του ρεύματος. Ως εκ τούτου, όταν δημοσιευθούν τα στοιχεία για το 2022, όπου το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι πολλαπλάσιο, ενδέχεται να ξεπεραστεί ακόμα και το ιστορικά υψηλό ποσοστό που είχε σημειωθεί το 2015, όταν το 45,5% των νοικοκυριών δαπανούσε πάνω από το 40% του εισοδήματός του για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του. Τι δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat για το 2020, όταν το κόστος του ρεύματος ήταν πολύ χαμηλότερο. Ωστόσο, η εικόνα, ειδικά για όσους ενοικιάζουν το ακίνητο στο οποίο μένουν, είναι δραματική. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα το ποσοστό των ενοικιαστών που ξοδεύουν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για τις στεγαστικές ανάγκες τους διαμορφώθηκε το 2020 σε 79,2%, από 83,2% το 2019. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και στην Ε.Ε. ο μέσος όρος μεταξύ των ενοικιαστών που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση δεν ξεπερνάει το 21,1%, είναι δηλαδή σχεδόν τέσσερις φορές χαμηλότερος. Η αμέσως επόμενη χώρα, μετά την Ελλάδα, είναι η Ουγγαρία, με το 46,7% των ενοικιαστών να δαπανούν πάνω από το 40% των εισοδημάτων τους για τις στεγαστικές ανάγκες τους, ενώ ακολουθεί η Βουλγαρία με 44,8%. Η εικόνα της Ελλάδας είναι αποκαρδιωτική ακόμα και μεταξύ όσων κάνουν ιδιόχρηση του ακινήτου τους και δεν επιβαρύνονται με δαπάνες, όπως π.χ. ένα στεγαστικό δάνειο. Πρόκειται για την πολυπληθέστερη ομάδα, καθώς αποτελεί το 62% του συνόλου του πληθυσμού. Στη συγκεκριμένη κατηγορία το 22,7% βρίσκεται να ξοδεύει πάνω από το 40% του εισοδήματός του για την κάλυψη δαπανών ΔΕΚΟ και θέρμανσης, που επίσης αποτελεί το χειρότερο ποσοστό στην Ε.Ε., με τη δεύτερη Βουλγαρία να βρίσκεται στο 13,1%. Ο δε μέσος όρος στην Ε.Ε. δεν ξεπερνάει το 4,3%! Εν ολίγοις, το ποσοστό στην Ελλάδα είναι πενταπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τα στοιχεία αυτά αποκαλύπτουν ότι το κόστος ζωής στην Ελλάδα είναι δυσβάσταχτο για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοδύναμα αγοραστικής δύναμης μειώθηκε στο 67,4% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης το 2018, από 93,3% που ήταν 2008. Το πρόβλημα είναι εντονότερο για τους ενοικιαστές, ο αριθμός των οποίων αυξάνεται συνεχώς. Το 2020 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα είχε μειωθεί σε 73,9%, από 77,2% που ήταν το 2010. Την ίδια στιγμή, το ποσοστό των ενοικιαστών πανελλαδικά βρισκόταν στο 26,1% το 2020, από 22,8% το 2010 και ενώ στα μεγάλα αστικά κέντρα εκτιμάται ότι προσεγγίζει το 40%.
-
Τρεις νέοι Έλληνες αρχιτέκτονες, ο Στρατής Σκοπελίτης, η Μαρία Χριστούλια και ο Αλέξανδρος Βαλσαμίδης, κέρδισαν το πρώτο βραβείο σε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Οι τρεις αρχιτέκτονες εμπνεύστηκαν από ένα φλέγον ζήτημα της ελληνικής πραγματικότητας, αυτό της αστεγίας, και η λύση που πρότειναν έλαβε την πρώτη θέση. «Πώς μπορεί η Αρχιτεκτονική να απευθυνθεί στους άστεγους;» ήταν το κύριο ερώτημα του διαγωνισμού με τίτλο «Tiny Home Community Competition», που προκήρυξε ο αμερικανικός οργανισμός «Activate14», μια πρωτοβουλία του Αμερικάνικου Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής και του Κέντρου για την Αρχιτεκτονική και το Ντιζάιν, με στόχο την ενίσχυση του κοινωνικού ρόλου της Αρχιτεκτονικής. Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, το θέμα του διαγωνισμού αφορούσε στη δημιουργία ενός τύπου κατοικιών με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (προκατασκευασμένες, βιώσιμες, οικονομικά προσιτές λύσεις) που θα φιλοξενήσουν τους άστεγους της πόλης Ράλεϊ, στη Βόρεια Καρολίνα. Ζητήθηκε δε από τους συμμετέχοντες να καταθέσουν ιδέες για τον σχεδιασμό δώδεκα μικρών σπιτιών, έκτασης δώδεκα τετραγωνικών μέτρων το καθένα, σε ένα οικόπεδο που βρίσκεται στα περίχωρα του Ράλεϊ. Η φιλοσοφία του διαγωνισμού ήταν, ότι τα σπίτια αυτά θα έχουν μεταβατικό χαρακτήρα, προκειμένου να είναι ο ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στην αστεγία και στη μόνιμη διαμονή, και άρα να στεγάσουν όσους δεν έχουν πού να μείνουν, συμβάλλοντας παράλληλα στην αποκατάσταση των σχέσεων των αστέγων με τον κοινωνικό ιστό. Η Μαρία Χριστούλια, ο Αλέξανδρος Βαλσαμίδης και ο Στρατής Σκοπελίτης, συνιδρυτές της αρχιτεκτονικής ομάδας «Riza3architects» και μέλη της εταιρείας «ΑΕΝΑΟΣ Α.Τ.Ε.», υπέβαλαν συμμετοχή και κατάφεραν να λάβουν το πρώτο βραβείο ανάμεσα σε 100 και πλέον προτάσεις από όλον τον κόσμο. Όπως ανέφερε η κριτική επιτροπή για την ελληνική πρόταση, «αυτό ήταν ένα έργο που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά». Και αναλύοντας το σκεπτικό της επισήμαινε: «Αυτό το πρότζεκτ είχε τον καλύτερο συνδυασμό της οργάνωσης του χώρου, της χρήσης των κατάλληλων κατασκευαστικών μεθόδων και υλικών και του άρτιου σχεδιασμού των μονάδων κατοικίας. Η προσέγγιση του θέματος ήταν ευαίσθητη στην κλίμακα και τη σύσταση της κοινότητας και σκεφτήκαμε ότι θα τονώσει τη γειτονιά. Οι σχεδιαστές παρουσίασαν μια ισχυρή αίσθηση αστικής ευαισθησίας στις ανάγκες του ατόμου και της κοινωνίας». «Στην Ελλάδα βλέπουμε καθημερινά το ζήτημα της αστεγίας που έθιγε ο διαγωνισμός και γι' αυτό επιλέξαμε να δηλώσουμε συμμετοχή και να δουλέψουμε επάνω σε ένα πρόβλημα σοβαρό σε ελληνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο» παρατηρεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Στρατής Σκοπελίτης. Οι αρχιτέκτονες δεν είχαν τη δυνατότητα να επισκεφθούν το Ράλεϊ, ωστόσο μέσα από τη διερεύνηση της ιστορίας, των τοπικών παραδόσεων, της κοινωνικής δομής και των κλιματολογικών συνθηκών της περιοχής διαπίστωσαν ότι παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με την Ελλάδα. Και μπορεί ο διαγωνισμός να αφορούσε στη δημιουργία μιας κοινότητας αστέγων στη Βόρεια Καρολίνα, ωστόσο, όπως εξηγεί ο κ. Σκοπελίτης, η νικητήρια πρόταση θα μπορούσε να έχει εφαρμογή και στην Ελλάδα και να δώσει λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα της χώρας. Η ελληνική πρόταση Οι αρχιτέκτονες σχεδίασαν μια κοινότητα που ανοίγεται στην κοντινή γειτονιά και υποστηρίζει τη σύνδεση με τον αστικό ιστό. Η κοινότητα απαρτίζεται από τέσσερις γειτονιές, με τρία σπίτια η κάθε μία. Το κοινόχρηστο κτίριο τοποθετείται κεντρικά στο οικόπεδο και στεγάζει μια κουζίνα, ένα χώρο δραστηριότατων, ένα χώρο μελέτης - βιβλιοθήκη, αποδυτήρια και μπάνια. Γύρω από τα κτίρια βρίσκονται περιβόλια, την καλλιέργεια των οποίων θα αναλάβουν οι κάτοικοι. Ο σχεδιασμός ενός περάσματος που διατρέχει όλο το οικόπεδο, περνώντας δίπλα από τα περιβόλια και διαπερνώντας το κοινόχρηστο κτίριο, σε συνδυασμό με τον προσανατολισμό των σπιτιών, που βλέπουν στο δρόμο, δημιουργούν το απαραίτητο άνοιγμα της κοινότητας προς την πόλη. Το πέρασμα και το κοινόχρηστο κτίριο αρθρώνονται κατά τρόπο τέτοιο που καλεί τους κατοίκους να συναθροίζονται, συνδιοργανώνοντας κοινωνικές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα η διάταξη των κοινόχρηστων χώρων του κτιρίου καθώς και η σχέση τους με το δρόμο είναι τέτοια, ώστε να εξισσοροπεί την έκθεση στο δημόσιο μάτι και να προστατεύει τους χρήστες από το να θεωρηθούν ως ιδρυματοποιημένος πληθυσμός. Πηγή: http://www.lifo.gr/now/greece/76708
- 23 comments
-
- βραβείο
- αρχιτέκτονας
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Τη χειρότερη ποιότητα στέγασης στην Ευρώπη έχουν οι Ελληνες
Engineer posted a είδηση in Επικαιρότητα
Στην τελευταία (28η) θέση των κρατών της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ό,τι αφορά την ποιότητα στέγασης του πληθυσμού κατατάσσει την Ελλάδα έρευνα που διεξήγαγε η γαλλική Fondation Abbé Pierre. Το Ιδρυμα που δημιούργησε ο γάλλος καθολικός ιερέας και φιλάνθρωπος αβάς Πιερ (πέθανε πλήρης ημερών το 2007) κάνει λόγο για «μια εφιαλτική κοινωνική πραγματικότητα που ζει η Ελλάδα» η οποία «αποτυπώνει τις κοινωνικές συνέπειες των προγραμμάτων λιτότητας». Η κατάταξη των χωρών έγινε έπειτα από μελέτη και ανάλυση των στοιχείων που έδωσε στη Fondation Abbé Pierre η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης Eurostat για την ποιότητα της κατοικίας στις χώρες της Ευρώπης. Τα στοιχεία αυτά αφορούν ειδικότερα το κόστος της στέγασης, τις οφειλόμενες υποχρεώσεις των ενοίκων όπως π.χ. τα απλήρωτα κοινόχρηστα, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ένοικοι για τη θέρμανση του σπιτιού τους, τις περιπτώσεις συγκατοίκησης δύο οικογενειών στο ίδιο σπίτι και, τέλος, τις συνθήκες υγιεινής, συγκεκριμένα τη «νοσηρότητα» των κατοικιών. Η έρευνα λαμβάνει επίσης υπόψη της το ποσοστό των αστέγων στην κάθε χώρα, «εκείνων που δεν διαθέτουν σταθερή κατοικία», όπως τους καθορίζει συγκεκριμένα. Μεταξύ των καλύτερων επιδόσεων σε ό,τι αφορά την ποιότητα της στέγασης στην Ευρώπη έχουν το Λουξεμβούργο και η ιδιαιτέρως πληγείσα από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση Ιρλανδία, η οποία εκμεταλλεύθηκε «μια σημαντική πτώση στις τιμές των ακινήτων και μια τεράστια μείωση των οφειλόμενων στεγαστικών δανείων». Η Ιρλανδία άλλωστε ακολουθεί «μια φιλόδοξη στρατηγική για την αρωγή των αστέγων»αναφέρει χαρακτηριστικά η έρευνα και με θλιβερές αναγωγές ενθυμούνται οι Ελληνες ότι η Ιρλανδία είναι μία από τις τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες που υποχρεώθηκαν από τους δανειστές τους να υιοθετήσουν Μνημόνιο και επίσης ότι η χώρα αυτή ήταν τη δεκαετία του 1980 μία από τις τέσσερις φτωχότερες χώρες της ΕΟΚ (οι άλλες ήταν η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία) για τις οποίες ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε πετύχει την ειδική χρηματοδότηση από τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ). Πρώτη στην κατάταξη της Fondation Abbé Pierre (πρόκειται για την 21η ετήσια πανευρωπαϊκή έκθεση για την ποιότητα της στέγασης που πραγματοποιεί το Ιδρυμα) βρίσκεται η Φινλανδία και αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Στις πρώτες θέσεις βρίσκονται επίσης οι άλλες σκανδιναβικές χώρες και η Γερμανία. Σε γενικές γραμμές το Ιδρυμα σημειώνει πως«τα καλύτερα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την ποιότητα της στέγασης εμφανίζουν οι χώρες με ισχυρό κράτος πρόνοιας». Η Γαλλία σκαρφάλωσε από τη 12η στη 10η θέση «χάρη κυρίως στα επιδόματα στέγασης που χορήγησε και τα οποία επέτρεψαν σε πολλά νοικοκυριά να ρίξουν το κόστος ενοικίου που καταβάλλουν κάτω από το 40% ως ποσοστό επί του εισοδήματός τους», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται. Στους αντίποδες η Βρετανία υποχώρησε οκτώ θέσεις και, ενώ το 2015 μοιραζόταν τη 12η θέση με τη Γαλλία, εφέτος έπεσε στην 20ή θέση «κυρίως εξαιτίας της μείωσης των προϋπολογιζόμενων δαπανών για τα επιδόματα στέγασης που λαμβάνουν τα χαμηλότερα εισοδήματα». Η Fondation Abbé Pierre σημειώνει, τέλος, τα προβλήματα υγείας που μπορεί να προκαλέσει στον πληθυσμό μιας χώρας η κακή ποιότητα της στέγασής του. Τα συμπτώματα της κακής στέγασης δεν αργούν να εμφανιστούν στον πληθυσμό και αυτά είναι μεταξύ άλλων η έξαρση των αλλεργιών, της βρογχίτιδας, των αναπνευστικών προβλημάτων, της κατάθλιψης και του στρες. Οσο για τους μη διαθέτοντες μόνιμη στέγη, τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν είναι ακόμη μεγαλύτερα αφού είναι περισσότερο εκτεθειμένοι σε βαριές ψυχολογικές και σωματικές ασθένειες που οφείλονται εν πολλοίς στη χρήση ναρκωτικών ουσιών και στην κατάχρηση αλκοόλ. Γι' αυτό και το προσδόκιμο ζωής των αστέγων κυμαίνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης από τα 50 ως τα 60 έτη. Πηγή: http://news.in.gr/greece/article/?aid=1500098243 -
Σε δυόμισι με τρία χρόνια θα δούμε και τον Παρθενώνα με στέγη. Μη φανταστείτε βέβαια το μνημείο πλήρως στεγασμένο όπως απεικονίζεται στις διάφορες αναπαραστάσεις του. Προγραμματίζεται όμως η μερική αποκατάσταση της στέγης σε όλο το δυτικό πτερό του ναού και η αποκατάσταση του δυτικού τοίχου του σηκού του Παρθενώνα, όπως και η αντικατάσταση του τσιμεντένιου υπέρθυρου της γιγάντιας αρχαίας θύρας στο εσωτερικό του μνημείου. Δηλαδή, θα τοποθετηθούν επτά δοκοί (4 αρχαίοι και 3 από νέο μάρμαρο) και όλα τα φατνώματά τους πάνω από τη δυτική κιονοστοιχία (είναι αυτή που βλέπουμε αφήνοντας πίσω μας τα Προπύλαια) και την εσωτερική κιονοστοιχία του οπισθόναου, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή από τους επισκέπτες η εικόνα που είχε ο ναός της θεάς Αθηνάς στην κλασική εποχή. Την επέμβαση αυτή είχε δρομολογήσει στη δεκαετία του '50 ο Αναστάσιος Ορλάνδος και είχε μάλιστα κατασκευάσει με τους άριστους τεχνίτες εκείνης της εποχής τρεις ελεύθερες δοκούς, τέσσερις μεταδόκιες πλάκες και 18 φατνώματα από νέο πεντελικό μάρμαρο. Ηθελε με αυτό τον τρόπο να προστατεύσει τα γλυπτά της δυτικής ζωφόρου που ήταν ακόμη επάνω στο μνημείο (τώρα εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης). Είχε από τότε γίνει αισθητή η διάβρωση των γλυπτών από την όξινη βροχή και τη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Ο Ορλάνδος όμως δεν προχώρησε φοβούμενος τη στατική επάρκεια του μνημείου, καθώς οι δοκοί θα ακουμπούσαν στους κίονες του οπισθόναου που είχαν υποστεί βλάβες από τη μεγάλη πυρκαγιά του Παρθενώνα και δεν μπορούσε κανείς να ελέγξει τη συμπεριφορά τους σε έναν ενδεχόμενο σεισμό. Τα τελευταία χρόνια οι κίονες αυτοί ενισχύθηκαν με ενέματα και είναι σε θέση να σηκώσουν τέτοια φορτία, σύμφωνα με τους μελετητές του μνημείου που εισηγήθηκαν τη νέα πρόταση η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα προχτές από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Η στέγαση ή μη του Παρθενώνα ετέθη ως ερώτημα το 2013 στο διεθνές συνέδριο της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΕΣΜΑ) και οι σύνεδροι ψήφισαν με μεγάλη πλειοψηφία «υπέρ της πλήρους κάλυψης του δυτικού πτερού» όπως τόνισε ο πρόεδρος της ΕΣΜΑ Χαράλαμπος Μπούρας στο ΚΑΣ. Κι επειδή κάποια από τα μέλη του Συμβουλίου εξέφρασαν προβληματισμό για τη σκίαση των αντιγράφων γλυπτών της ζωφόρου μετά τη δημιουργία της οροφής, ο κ. Μπούρας ανέφερε πως «αν γίνει η οροφή τότε θα αντιληφθούμε κάτι που δεν γνωρίζει ίσως κανείς, ότι δηλαδή στην αρχαιότητα η ζωφόρος ήταν πάντα βαθύτατα σκιασμένη. Δηλαδή, αυτή η έννοια ενός λαμπρού γλυπτού στο φως ήταν αδιανόητη. Τώρα θα το ξανακερδίσουμε ως αίθηση». Την ίδια άποψη μας εξέφρασε και η πρώην διευθύντρια της ΥΣΜΑ Μαίρη Ιωαννίδου που έχει παρακολουθήσει την προετοιμασία αυτών των μελετών εδώ και χρόνια. Θεωρεί πως η αποκατάσταση του δυτικού πτερού θα βοηθήσει στην κατανόηση ενός τμήματος του μνημείου, θα βελτιώσει τη σεισμική συμπεριφορά του σε εκείνο το σημείο και συγχρόνως θα προστατεύσει τα αντίγραφα της ζωφόρου. Η περιοχή αυτή στην αρχαιότητα καλυπτόταν από 7 δοκούς (όσες θα επανατοποθετηθούν) επί των οποίων εδράζονταν 18 φατνωματικές πλάκες με πλούσιο διάκοσμο, που αποτελούσαν την οροφή του πτερού. Τέσσερις από τις δοκούς σώθηκαν στη θέση τους έως το 1992, οπότε κατέβηκαν από το μνημείο για να μεταφερθεί η ζωφόρος στο μουσείο. Εκτοτε εκκρεμούσε η επανατοποθέτησή τους, κάτι που προϋπέθετε στατική ενίσχυση της περιοχής αυτής. Τη μελέτη ανέλαβαν ο αρχιτέκτων Κοσμάς Σκαρής, ο πολιτικός μηχανικός Ζαννής Κοντέας σε συνεργασία με την υπεύθυνη για τα έργα στον Παρθενώνα αρχιτέκτονα Ροζαλία Χριστοδουλοπούλου και την πολιτικό μηχανικό Αντιγόνη Βρούβα. Στην ίδια συνεδρίαση αποφασίστηκε επίσης η αποκατάσταση του δυτικού τοίχου του σηκού του Παρθενώνα, όπως και η αντικατάσταση του τσιμεντένιου υπέρθυρου, σύμφωνα με τη μελέτη της αρχιτέκτονα Λένας Λαμπρινού και του πολιτικού μηχανικού Βασίλη Παπαβασιλείου. Η διευθύντρια της ΥΣΜΑ Βασιλική Ελευθερίου ανέφερε στο συμβούλιο ότι «ο δυτικός τοίχος είναι ένα από τα καλύτερα διατηρούμενα μέρη του μεγάλου ναού αν και έχει υποστεί θερμικές θραύσεις τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επιφάνειά του». Το κυριότερο πρόβλημα εντοπίζεται στο υπέρθυρο, γιατί έχει τοποθετηθεί τσιμεντένιο από τις αναστυλώσεις του Μπαλάνου (1926) και έχει διαβρωθεί. Η αποκατάστασή του, είπαν πως θα στηριχθεί στην αναλυτική περιγραφή και τεκμηρίωση του υπερθύρου (το οποίο αποτελείται από τέσσερις πλινθίδες) του Μαν. Κορρέ (1994). Ο κ. Κορρές έχει κάνει την αναπαράσταση του τρόπου στερέωσης και λειτουργίας της γιγάντιας αρχαίας θύρας, την ταύτιση και μελέτη των μαρμάρινων σπολίων με τα οποία είχε γίνει κατά την υστερορωμαϊκή περίοδο η επισκευή της μετά τη μεγάλη πυρκαγιά και τη μελέτη αποκατάστασης του υπέρθυρου. Η επέμβαση όμως λόγω άλλων προτεραιοτήτων δεν έγινε τελικά και ανατέθηκε νέα μελέτη στους Λαμπρινού και Παπαβασιλείου ώστε να διερευνηθεί η δυνατότητα συνδέσεως και συμπληρώσεως των θραυσμάτων των τριών αρχαίων πλινθίδων και μιας 4ης από νέο μάρμαρο. Το υλικό έχει ήδη εξασφαλιστεί και θα αρχίσει άμεσα η κατεργασία του. Πηγή: http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=446904
-
- παρθενώνας
- στέγαση
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Το μεγάλο πρόβλημα της στέγασης στην Ευρώπη και η δημιουργία πολυλειτουργικών χώρων αντανακλώνται, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, στη βραχεία λίστα των υποψήφιων έργων για το αρχιτεκτονικό βραβείο Μις φαν ντερ Ρόε. Εργα «κοινωνικής κατοικίας» που είτε αποκαθιστούν πρώην βιομηχανικά και μνημειακά κτίρια είτε δημιουργούν νέες κατασκευές από οικονομικά υλικά, αποτελούν τις εννέα από τις 40 υποψηφιότητες για το γερμανικό βραβείο με προτάσεις από την πρωτοπόρο Βαρκελώνη, το Βουκουρέστι, το Βερολίνο, τη Βιέννη, το Λινζ και τις Βρυξέλλες. Αν υπάρχει ένα κοινό στοιχείο που μοιράζονται πολλά από τα υποψήφια έργα, αυτό είναι η δημιουργία των χώρων κατοικίας συνήθως γύρω από μια εσωτερική αυλή ή αίθριο. Τα διαμερίσματα εξυπηρετούν τις βασικές ανάγκες των ενοίκων και οι ιδιωτικοί χώροι είναι κατά κανόνα μικροί (από 40 έως 75 τ.μ.) –υπάρχουν και οι εξαιρέσεις– για να εξυπηρετούν μεγάλο αριθμό ατόμων αλλά και να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε μεγαλύτερους, κοινόχρηστους χώρους. Βεράντες, αυλές, βιβλιοθήκες, εργαστήρια ελεύθερου χρόνου, κουζίνες, πλυντήρια ή και ξενώνες είναι συνήθως κοινόχρηστα σε μια λογική «κατέχω λίγα, αλλά έχω πρόσβαση σε πιο πολλά». Συνήθως τα υλικά κατασκευής είναι σκυρόδεμα, μέταλλο και ελαφρύ ξύλο για λόγους οικονομίας και αντοχής. Μεταμόρφωση δημόσιου χώρου στο Portas do Mar, Λισσαβώνα. Χαρακτηριστικό αυτής της τάσης είναι το κτιριακό συγκρότημα στην περιοχή Cornellà de Llobregat της Βαρκελώνης. Οι αρχιτέκτονες δημιούργησαν 85 διαμερίσματα σε πέντε ορόφους, σε μια έκταση 2.000 τ.μ., μειώνοντας στο ελάχιστο τους κοινόχρηστους εσωτερικούς διαδρόμους, προκειμένου να αυξήσουν τη δυναμικότητα του κτιρίου. Τα διαμερίσματα έχουν μια τετράγωνη διάταξη (μοιάζουν με μεγάλα δωμάτια ξενοδοχείου), ενώ η ξυλεία που χρησιμοποιήθηκε ήρθε από την κοντινή Χώρα των Βάσκων μειώνοντας το αποτύπωμα της κατασκευής σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που επέλεξαν Ισπανοί αρχιτέκτονες να αναστηλώσουν έναν οχυρωματικό πύργο του 13ου αιώνα, ύψους 14 μέτρων. Συμμετοχική διαδικασία Από τα έργα που συνδυάζουν μεικτές χρήσεις ξεχωρίζει το πρότζεκτ Frizz23, το οποίο έχει ήδη βραβευθεί στο Βερολίνο. Οι αρχιτέκτονες εισήγαγαν στην πράξη τη θεωρία της συμμετοχικής διαδικασίας και πρώτα συζήτησαν με τους χρήστες του κτιρίου, κατά κύριο λόγο μικρές μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και την ευρύτερη γειτονιά και σχεδίασαν το κτίριο των 9.000 τ.μ. για να καλύπτει τις ανάγκες τους. Εργα «κοινωνικής κατοικίας» που είτε αποκαθιστούν πρώην βιομηχανικά και μνημειακά κτίρια είτε δημιουργούν νέες κατασκευές, αποτελούν τις εννέα από τις 40 υποψηφιότητες. Στα πολιτιστικά κτίρια που διαγωνίζονται ξεχωρίζει η ανακαίνιση της νέας Εθνικής Πινακοθήκης του Βερολίνου, η οποία στεγάζεται σε κτίριο που σχεδίασε ο ίδιος ο Μις φαν ντερ Ρόε και μάλιστα είναι το μοναδικό που δημιούργησε μετά την εγκατάστασή του στις ΗΠΑ. Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που επέλεξαν Ισπανοί αρχιτέκτονες να αναστηλώσουν έναν οχυρωματικό πύργο του 13ου αιώνα, ύψους 14 μέτρων, που κινδύνευε με κατάρρευση. Για τον πύργο της Μερόλα στην περιοχή του Puig-reig δημιουργήθηκε μια ξύλινη κατασκευή που στηρίζει το οικοδόμημα ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στους επισκέπτες και στους συντηρητές να ανέβουν μέχρι τα ψηλότερα σημεία του. Το ξενοδοχείο «Δεξαμενές» στην Κουρούτα, που γνώρισε μεγάλες δόξες ως οινοποιείο την εποχή της σταφίδας, απέκτησε δεύτερη ζωή από το K-Studio. Μια εντυπωσιακή μεταμόρφωση δημόσιου χώρου που θα μπορούσε να δώσει και μερικές ιδέες στα καθ’ ημάς είναι η αποκατάσταση του Portas do Mar στη Λισσαβώνα της Πορτογαλίας. Πρόκειται για έναν ανοιχτό δημόσιο χώρο δίπλα σε μία από τις μαρίνες της πόλης που είχε καταντήσει ανεξέλεγκτος χώρος στάθμευσης. Μια μεγάλη αρχιτεκτονική ομάδα επανασχεδίασε την πλατεία Portas do Mar και την απέδωσε στους πεζούς, κατασκευάζοντας παράλληλα ένα υπόγειο πάρκινγκ 200 θέσεων με φυσικό και τεχνητό φωτισμό. Ανάμεσα στις υποψηφιότητες υπάρχει και μια ελληνική που είναι και η μοναδική της κατηγορίας Φαγητό/Φιλοξενία. Πρόκειται για το παραθαλάσσιο ξενοδοχείο «Δεξαμενές» στην Κουρούτα της Πελοποννήσου που γνώρισε μεγάλες δόξες ως οινοποιείο την εποχή της σταφίδας και απέκτησε μια δεύτερη ζωή από το K-Studio. Οι αρχιτέκτονες αποκατέστησαν τις μεγάλες τσιμεντένιες δεξαμενές του παλιού οινοποιείου και τις μετέτρεψαν σε σουίτες με μικρές στεγασμένες αυλές. Διατήρησαν ωστόσο τα μεταλλικά σιλό και τα στοιχεία που υποδηλώνουν την προηγούμενη χρήση του χώρου αναδεικνύοντας έτσι την μπρουτάλ αισθητική του. Οι αρχιτέκτονες του πρότζεκτ Frizz23 στο Βερολίνο πρώτα συζήτησαν με τους χρήστες του κτιρίου και μετά προχώρησαν στον σχεδιασμό. Τα 40 έργα επιλέχθηκαν από ένα σύνολο 535 υποψηφιοτήτων και αντιστοιχούν σε 18 χώρες της Ευρώπης πλην της Μεγάλης Βρετανίας. Η περυσινή εκδήλωση για το βραβείο, το οποίο απονέμεται ανά διετία, αναβλήθηκε λόγω του κορωνοϊού και γι’ αυτό τα έργα που διαγωνίζονται δημιουργήθηκαν πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, η οποία δεν ενθαρρύνει τη χρήση και την επένδυση σε κοινόχρηστους χώρους διαβίωσης και αυτό ίσως είναι μια μελλοντική πρόκληση για τους αρχιτέκτονες. Οι νικητές του βραβείου που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 60.000 ευρώ και χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ανακοινωθούν την άνοιξη στις Βρυξέλλες. View full είδηση
-
Το υψηλότερο κόστος στέγασης στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης εμφανίζει η Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύθηκαν χθες, το 2021 οι δαπάνες στέγασης στην Ελλάδα ανέρχονταν στο 34,2% του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, έναντι 18,9% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Στη δεύτερη υψηλότερη θέση βρίσκεται η Δανία, όπου το κόστος στέγασης ανέρχεται σε 26,3% του διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ ακολουθεί η Ολλανδία με 23,9%. Αναλύοντας ακόμη περισσότερο τα σχετικά στοιχεία, προκύπτει ότι τα πιο αδύναμα οικονομικά νοικοκυριά επιβαρύνονται και περισσότερο από τις δαπάνες στέγασης. Στην Ελλάδα, ειδικότερα, το κόστος αγγίζει το 60% των εισοδημάτων, στα νοικοκυριά των οποίων το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα είναι χαμηλότερο από το 60% του εθνικού μέσου όρου (τα οποία θεωρούνται και στο όριο της φτώχειας). Αντιθέτως, το κόστος στέγασης αγγίζει το 28,3% για τα νοικοκυριά με εισόδημα μεγαλύτερο του 60% του εθνικού μέσου όρου. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι διαμορφώνονται σε 37,7% για τα νοικοκυριά με εισοδήματα κάτω του 60% του πανευρωπαϊκού μέσου όρου και σε 15,2% για τα νοικοκυριά με εισοδήματα άνω του 60% του μέσου όρου. Είναι το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε., όπου ο μέσος όρος διαμορφώνεται στο 18,9%. Σε σχετική ανάλυση στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, η Alpha Bank ανέφερε ότι η άνοδος των τιμών της ενέργειας, των ενοικίων, καθώς και των επιτοκίων επιδρά αυξητικά στο κόστος στέγασης. Παρ’ όλα αυτά, τονίζεται ότι «αν και υψηλό, το κόστος στέγασης στην Ελλάδα, ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία της οικονομικής κρίσης». Για παράδειγμα, το 2014 βρισκόταν στο 42,5%, από 34,2% το 2021. Επιπροσθέτως, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά για τα οποία το κόστος στέγασης υπερβαίνει το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (overburden rate), ήταν το 2021 υψηλότερο για όσους ενοικιάζουν (74,6%), έναντι των ιδιοκτητών που αποπληρώνουν στεγαστικό ή άλλο δάνειο (18,5%), αλλά και για τους κατοίκους των πόλεων (32,4%) σε σύγκριση με όσους διαμένουν σε αγροτικές περιοχές (22%). Ασφαλώς, η οικονομική δυσπραγία για πολλά νοικοκυριά μεταφράζεται και σε αντίστοιχες καθυστερήσεις στην αποπληρωμή οφειλών. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2021 το 36,4% του πληθυσμού στην Ελλάδα εμφάνιζε καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση των οφειλών του είτε για το ενοίκιο είτε για τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ είτε για τη δόση του στεγαστικού του δανείου. Στη δεύτερη θέση της Ε.Ε. με 20,4% ακολουθεί η Βουλγαρία και έπονται χώρες, όπως η Κύπρος με 17,3%, η Κροατία με 16,6% και η Ιρλανδία με 13,6%. Με δεδομένο ότι το 2022 προστέθηκε και ο παράγοντας της ενεργειακής κρίσης, που εκτόξευσε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και της θέρμανσης, αναμένεται σημαντική αύξηση των παραπάνω ποσοστών στην επόμενη έρευνα της Eurostat. View full είδηση