Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'εκπομπές co2'.
Found 4 results
-
Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, παρά τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Global Carbon Project, οι συνολικές εκπομπές αναμένεται να αυξηθούν ακόμη μία χρονιά, φτάνοντας νέο ιστορικό υψηλό. Ωστόσο, μέσα σε αυτή τη δυσοίωνη εικόνα, αναδύεται μια αισιόδοξη τάση: 35 χώρες καταγράφουν σταθερή και μετρήσιμη μείωση των εκπομπών τους την τελευταία δεκαετία, ενώ παράλληλα οι οικονομίες τους συνεχίζουν να αναπτύσσονται. Αυτές οι 35 χώρες εκπέμπουν πλέον λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα, ακόμη κι ενώ οι οικονομίες τους συνεχίζουν να αναπτύσσονται. Global Carbon Project 2025, CC BY-NC-ND Η εξέλιξη αυτή αποδεικνύει ότι ο αποσυνδεδεμένος ή «απεξαρτημένος» οικονομικός ρυθμός ανάπτυξης από τα ορυκτά καύσιμα είναι εφικτός. Σε πολλές από αυτές τις χώρες, ο συνδυασμός επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σταδιακής εγκατάλειψης του άνθρακα, βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και στοχευμένων πολιτικών μείωσης εκπομπών έχει αρχίσει να αποδίδει. Το παράδειγμα αυτό δείχνει ότι οι καθαρές λύσεις δεν είναι μόνο φιλικές προς το περιβάλλον, αλλά μπορούν να συμβαδίσουν με την οικονομική ευημερία. Στην Ελλάδα, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παρουσιάζουν μείωση τα τελευταία χρόνια, κυρίως χάρη στη ραγδαία υποχώρηση της λιγνιτικής παραγωγής. Το 2023 οι συνολικές εκπομπές από την ηλεκτροπαραγωγή μειώθηκαν κατά περίπου 22 %, με τις εκπομπές από λιγνίτη να πέφτουν σχεδόν 28 % σε σχέση με το 2022. Ωστόσο, αυτή η πρόοδος δεν σημαίνει πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Η Ελλάδα συνεχίζει να επενδύει σημαντικά στο φυσικό αέριο, το οποίο, αν και λιγότερο ρυπογόνο από τον λιγνίτη, παραμένει ορυκτό καύσιμο υψηλών εκπομπών. Η επέκταση των μονάδων και υποδομών φυσικού αερίου δημιουργεί τον κίνδυνο «κλειδώματος» σε ένα ακόμη ορυκτό καύσιμο για τις επόμενες δεκαετίες, καθυστερώντας τη μετάβαση σε πλήρως καθαρές λύσεις. Παρά τα θετικά αυτά σημάδια, η συνολική παγκόσμια εικόνα παραμένει ανησυχητική. Η άνοδος τη χρήση φυσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα σε μεγάλες οικονομίες, σε συνδυασμό με την αύξηση της ενεργειακής ζήτησης, υπερκαλύπτει τις μειώσεις που επιτυγχάνουν άλλες χώρες. Για να συγκρατηθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη σε ασφαλή επίπεδα, απαιτείται ταχεία κλιμάκωση των πολιτικών μείωσης εκπομπών και σημαντική επιτάχυνση της μετάβασης στις καθαρές μορφές ενέργειας. Το μήνυμα που προκύπτει είναι διττό: η πορεία που ακολουθεί σήμερα ο πλανήτης δεν είναι βιώσιμη, αλλά τα παραδείγματα των 35 χωρών αποδεικνύουν ότι η αλλαγή είναι δυνατή. Η παγκόσμια κοινότητα διαθέτει πλέον τόσο τα εργαλεία όσο και τις γνώσεις για να περιορίσει τις εκπομπές και να δημιουργήσει μια οικονομία χαμηλών ρύπων. Αυτό που απαιτείται είναι πολιτική βούληση, διεθνής συνεργασία και συνεχής δέσμευση. View full είδηση
-
Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, παρά τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Global Carbon Project, οι συνολικές εκπομπές αναμένεται να αυξηθούν ακόμη μία χρονιά, φτάνοντας νέο ιστορικό υψηλό. Ωστόσο, μέσα σε αυτή τη δυσοίωνη εικόνα, αναδύεται μια αισιόδοξη τάση: 35 χώρες καταγράφουν σταθερή και μετρήσιμη μείωση των εκπομπών τους την τελευταία δεκαετία, ενώ παράλληλα οι οικονομίες τους συνεχίζουν να αναπτύσσονται. Αυτές οι 35 χώρες εκπέμπουν πλέον λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα, ακόμη κι ενώ οι οικονομίες τους συνεχίζουν να αναπτύσσονται. Global Carbon Project 2025, CC BY-NC-ND Η εξέλιξη αυτή αποδεικνύει ότι ο αποσυνδεδεμένος ή «απεξαρτημένος» οικονομικός ρυθμός ανάπτυξης από τα ορυκτά καύσιμα είναι εφικτός. Σε πολλές από αυτές τις χώρες, ο συνδυασμός επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σταδιακής εγκατάλειψης του άνθρακα, βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και στοχευμένων πολιτικών μείωσης εκπομπών έχει αρχίσει να αποδίδει. Το παράδειγμα αυτό δείχνει ότι οι καθαρές λύσεις δεν είναι μόνο φιλικές προς το περιβάλλον, αλλά μπορούν να συμβαδίσουν με την οικονομική ευημερία. Στην Ελλάδα, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παρουσιάζουν μείωση τα τελευταία χρόνια, κυρίως χάρη στη ραγδαία υποχώρηση της λιγνιτικής παραγωγής. Το 2023 οι συνολικές εκπομπές από την ηλεκτροπαραγωγή μειώθηκαν κατά περίπου 22 %, με τις εκπομπές από λιγνίτη να πέφτουν σχεδόν 28 % σε σχέση με το 2022. Ωστόσο, αυτή η πρόοδος δεν σημαίνει πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Η Ελλάδα συνεχίζει να επενδύει σημαντικά στο φυσικό αέριο, το οποίο, αν και λιγότερο ρυπογόνο από τον λιγνίτη, παραμένει ορυκτό καύσιμο υψηλών εκπομπών. Η επέκταση των μονάδων και υποδομών φυσικού αερίου δημιουργεί τον κίνδυνο «κλειδώματος» σε ένα ακόμη ορυκτό καύσιμο για τις επόμενες δεκαετίες, καθυστερώντας τη μετάβαση σε πλήρως καθαρές λύσεις. Παρά τα θετικά αυτά σημάδια, η συνολική παγκόσμια εικόνα παραμένει ανησυχητική. Η άνοδος τη χρήση φυσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα σε μεγάλες οικονομίες, σε συνδυασμό με την αύξηση της ενεργειακής ζήτησης, υπερκαλύπτει τις μειώσεις που επιτυγχάνουν άλλες χώρες. Για να συγκρατηθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη σε ασφαλή επίπεδα, απαιτείται ταχεία κλιμάκωση των πολιτικών μείωσης εκπομπών και σημαντική επιτάχυνση της μετάβασης στις καθαρές μορφές ενέργειας. Το μήνυμα που προκύπτει είναι διττό: η πορεία που ακολουθεί σήμερα ο πλανήτης δεν είναι βιώσιμη, αλλά τα παραδείγματα των 35 χωρών αποδεικνύουν ότι η αλλαγή είναι δυνατή. Η παγκόσμια κοινότητα διαθέτει πλέον τόσο τα εργαλεία όσο και τις γνώσεις για να περιορίσει τις εκπομπές και να δημιουργήσει μια οικονομία χαμηλών ρύπων. Αυτό που απαιτείται είναι πολιτική βούληση, διεθνής συνεργασία και συνεχής δέσμευση.
-
Τεράστια μείωση στις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα παρατηρήθηκε την εποχή της καραντίνας στο Ηράκλειο της Κρήτης, αφού έφτασε το 75% στο κέντρο της πόλης. Μάλιστα, είναι η μεγαλύτερη μείωση μεταξύ επτά ευρωπαϊκών πόλεων (Ηράκλειο, Βασιλεία, Βερολίνο, Φλωρεντία, Πέζαρο, Ελσίνκι και Λονδίνο), οι οποίες διαθέτουν μικρομετεωρολογικούς πύργους, με κατάλληλο εξοπλισμό, για απευθείας μέτρηση της ροής CO2 από την τρισδιάστατη αστική επιφάνεια στην ατμόσφαιρα. Η μικρότερη μείωση των εκπομπών παρατηρήθηκε σε αστική περιοχή του Βερολίνου με σημαντικό ποσοστό βλάστησης κι έφτασε το 8%. Αυτό έδειξε μελέτη που δημοσιεύθηκε στον επίσημο δικτυακό τόπο του ICOS (Διεθνές Ολοκληρωμένο Σύστημα Παρακολούθησης των Εκπομπών CO2). Αν και αυτή η μείωση δεν είναι αρκετά ισχυρή για να είναι ανιχνεύσιμη σε πλανητική κλίμακα στην ατμόσφαιρα, ωστόσο, σε τοπική κλίμακα μπορούν να παρατηρηθούν σημαντικές αλλαγές στις εκπομπές. Στη διεθνή ερευνητική ομάδα που διεξάγει την εν λόγω μελέτη, συμμετείχαν από το Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης και Εφαρμογών σε Αστικό και Φυσικό Περιβάλλον του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας, ο Δρ. Νεκτάριος Χρυσουλάκης, επικεφαλής του εργαστηρίου, και ο μεταδιδακτορικός ερευνητής Δρ. Σταύρος Σταγάκης. «Το μέγεθος της μείωσης των εκπομπών CO2, ποικίλλει στις διάφορες αστικές περιοχές που εξετάστηκαν, λόγω των διαφορετικών τοπικών χαρακτηριστικών και του διαφορετικού επιπέδου αυστηρότητας των περιοριστικών μέτρων σε κάθε χώρα. Όμως, σε όλες τις πόλεις διαπιστώθηκε μια σαφής χρονική σύνδεση της μείωσης των εκπομπών και των περιορισμών στην κυκλοφορία. Στο Ηράκλειο παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη μείωση των εκπομπών, καθώς ο μικρομετεωρολογικός πύργος του ΙΤΕ βρίσκεται σε μια περιοχή αμιγούς εμπορικής δραστηριότητας και έντονης κυκλοφορίας, παράγοντες που εξέλειπαν κατά τη διάρκεια της καραντίνας», εξήγησε ο Δρ. Νεκτάριος Χρυσουλάκης.
-
Τεράστια μείωση στις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα παρατηρήθηκε την εποχή της καραντίνας στο Ηράκλειο της Κρήτης, αφού έφτασε το 75% στο κέντρο της πόλης. Μάλιστα, είναι η μεγαλύτερη μείωση μεταξύ επτά ευρωπαϊκών πόλεων (Ηράκλειο, Βασιλεία, Βερολίνο, Φλωρεντία, Πέζαρο, Ελσίνκι και Λονδίνο), οι οποίες διαθέτουν μικρομετεωρολογικούς πύργους, με κατάλληλο εξοπλισμό, για απευθείας μέτρηση της ροής CO2 από την τρισδιάστατη αστική επιφάνεια στην ατμόσφαιρα. Η μικρότερη μείωση των εκπομπών παρατηρήθηκε σε αστική περιοχή του Βερολίνου με σημαντικό ποσοστό βλάστησης κι έφτασε το 8%. Αυτό έδειξε μελέτη που δημοσιεύθηκε στον επίσημο δικτυακό τόπο του ICOS (Διεθνές Ολοκληρωμένο Σύστημα Παρακολούθησης των Εκπομπών CO2). Αν και αυτή η μείωση δεν είναι αρκετά ισχυρή για να είναι ανιχνεύσιμη σε πλανητική κλίμακα στην ατμόσφαιρα, ωστόσο, σε τοπική κλίμακα μπορούν να παρατηρηθούν σημαντικές αλλαγές στις εκπομπές. Στη διεθνή ερευνητική ομάδα που διεξάγει την εν λόγω μελέτη, συμμετείχαν από το Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης και Εφαρμογών σε Αστικό και Φυσικό Περιβάλλον του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας, ο Δρ. Νεκτάριος Χρυσουλάκης, επικεφαλής του εργαστηρίου, και ο μεταδιδακτορικός ερευνητής Δρ. Σταύρος Σταγάκης. «Το μέγεθος της μείωσης των εκπομπών CO2, ποικίλλει στις διάφορες αστικές περιοχές που εξετάστηκαν, λόγω των διαφορετικών τοπικών χαρακτηριστικών και του διαφορετικού επιπέδου αυστηρότητας των περιοριστικών μέτρων σε κάθε χώρα. Όμως, σε όλες τις πόλεις διαπιστώθηκε μια σαφής χρονική σύνδεση της μείωσης των εκπομπών και των περιορισμών στην κυκλοφορία. Στο Ηράκλειο παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη μείωση των εκπομπών, καθώς ο μικρομετεωρολογικός πύργος του ΙΤΕ βρίσκεται σε μια περιοχή αμιγούς εμπορικής δραστηριότητας και έντονης κυκλοφορίας, παράγοντες που εξέλειπαν κατά τη διάρκεια της καραντίνας», εξήγησε ο Δρ. Νεκτάριος Χρυσουλάκης. View full είδηση
