Στο ψηφιακό σήμα, η έννοια της "ενίσχυσης" έχει δευτερεύουσα σημασία. Ο κύριος ρόλος της είναι κυρίως η αντιστάθμιση απωλειών λόγω διακλάδωσης ή αποσβέσεων (attenuation) στο ομοαξονικό καλώδιο. Η ουσία βρίσκεται στο impedance matching. Εκεί παίζεται όλο το παιχνίδι. Αν δεν υπάρχει σωστή προσαρμογή σύνθετης αντίστασης, το σήμα ανακλάται – δημιουργούνται στάσιμα κύματα – και καταλήγεις να χάνεις ένα σημαντικό μέρος του σήματος. Χωρίς σωστό τερματισμό και προσαρμογή, δεν έχει σημασία πόσο δυνατά "φωνάζεις", το σήμα – απλώς το μισό επιστρέφει πίσω.
Όσον αφορά το κέρδος της κεραίας, στόχος είναι να επιλέξεις τη μέγιστη τιμή που μπορείς να υποστηρίξεις πρακτικά, καθώς αυτό είναι που θα σου προσφέρει το καλύτερο SNR (Signal-to-Noise Ratio). Ο ενισχυτής, από μόνος του, δεν βελτιώνει το δυναμικό εύρος – απλώς ενισχύει ολόκληρο το σήμα, μαζί με τον θόρυβο που το συνοδεύει. Στο ψηφιακό σήμα, η κατάσταση είναι δυαδική: ή έχεις επιτυχές lock, ή όχι. Αν το επίπεδο θορύβου ξεπεράσει το κατώφλι απόφασης του συστήματος, το bit δεν αποκωδικοποιείται σωστά.
Η ενίσχυση του σήματος δεν βελτιώνει το SNR, διότι ενισχύει και τον θόρυβο που έχει ήδη υπερτεθεί. Σε αντίθεση με τα αναλογικά σήματα, όπου ένα αυξημένο πλάτος μπορούσε να επιτρέψει καλύτερη αποδιαμόρφωση ακόμα και με κάποιον θόρυβο παρόντα, στα ψηφιακά συστήματα το SNR είναι καθοριστικό – όχι για την ποιότητα, αλλά για τη βασική δυνατότητα αποκωδικοποίησης. Από εκεί και πέρα, δεν έχει νόημα να εμπλακούμε σε θέματα error correction, γιατί αυτά είναι ανώτερα επίπεδο που λειτουργούν αφού ήδη έχει γίνει η λήψη και η αποκωδικοποίηση. Αν το bit δεν περάσει καθαρά στο φυσικό επίπεδο λόγω κακού SNR, καμία διόρθωση δεν μπορεί να το "σώσει" με ακρίβεια.