Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'μπλοκάκι'.

  • Αναζήτηση με βάση τις ετικέτες

    Πληκτρολογήστε τις ετικέτες και χωρίστε τες με κόμμα.
  • Αναζήτηση με βάση τον συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Φόρουμ

  • Ειδήσεις
    • Ειδήσεις
  • Εργασίες Μηχανικών
    • Τοπογραφικά-Χωροταξικά
    • Αρχιτεκτονικά
    • Στατικά
    • Μηχανολογικά
    • Ηλεκτρολογικά
    • Περιβαλλοντικά
    • Διάφορα
  • Εργασιακά-Διαδικαστικά
    • Άδειες-Διαδικασίες
    • Αυθαίρετα
    • Οικονομικά-Αμοιβές
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά
    • Εκπαίδευση
    • Ειδικότητες-Συλλογικά Όργανα
  • Εργαλεία
    • Προγράμματα Η/Υ
    • Εξοπλισμός
    • Διαδίκτυο
    • Showroom
  • Γενικά
    • Αγγελίες
    • Κουβέντα
    • Δράσεις-Προτάσεις προς φορείς
    • Michanikos.gr
    • Θέματα Ιδιωτών
  • Δοκιμαστικό's Θεματολογία γενική

Κατηγορίες

  • 1. Τοπογραφικά-Πολεοδομικά
    • 1.1 Λογισμικό
    • 1.2 Νομοθεσία
    • 1.3 Έντυπα
    • 1.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 1.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 2. Συγκοινωνιακά - Οδοποιίας
    • 2.1 Λογισμικό
    • 2.2 Νομοθεσία
    • 2.3 Έντυπα
    • 2.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 2.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 3. Αρχιτεκτονικά - Σχεδιαστικά
    • 3.1 Λογισμικό
    • 3.2 Νομοθεσία
    • 3.3 Έντυπα
    • 3.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 3.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 4. Στατικά - Εδαφοτεχνικά
    • 4.1 Λογισμικό
    • 4.2 Νομοθεσία
    • 4.3 Έντυπα
    • 4.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 4.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 5. Μηχανολογικά
    • 5.1 Λογισμικό
    • 5.2 Νομοθεσία
    • 5.3 Έντυπα
    • 5.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 5.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 6. Ηλεκτρολογικά
    • 6.1 Λογισμικό
    • 6.2 Νομοθεσία
    • 6.3 Έντυπα
    • 6.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 6.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 7. ΑΠΕ - Φωτοβολταϊκά
    • 7.1 Λογισμικό
    • 7.2 Νομοθεσία
    • 7.3 Έντυπα
    • 7.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 7.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 8. Περιβαλλοντικά
    • 8.1 Λογισμικό
    • 8.2 Νομοθεσία
    • 8.3 Έντυπα
    • 8.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 8.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 9. Υδραυλικά - Λιμενικά
    • 9.1 Λογισμικό
    • 9.2 Νομοθεσία
    • 9.3 Έντυπα
    • 9.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 9.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 10. Διαχείριση Έργων - Εκτιμήσεις - Πραγματογνωμοσύνες
    • 10.1 Λογισμικό
    • 10.2 Νομοθεσία
    • 10.3 Έντυπα
    • 10.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 10.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 11. Δημόσια Έργα - Ασφάλεια και Υγιεινή
    • 11.1 Λογισμικό
    • 11.2 Νομοθεσία
    • 11.3 Έντυπα
    • 11.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 11.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 12. Αμοιβές - Φορολογικά - Άδειες
    • 12.1 Λογισμικό
    • 12.2 Νομοθεσία
    • 12.3 Έντυπα - Αιτήσεις
    • 12.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 13. Αυθαίρετα
    • 13.1 Λογισμικό
    • 13.2 Νομοθεσία
    • 13.3 Έντυπα
    • 13.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 14. Διάφορα

Categories

  • Ειδήσεις
    • Νομοθεσία
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά-Φορολογικά
    • Περιβάλλον
    • Ενέργεια-ΑΠΕ
    • Τεχνολογία
    • Χρηματοδοτήσεις
    • Έργα-Υποδομές
    • Επικαιρότητα
    • Αρθρογραφία
    • Michanikos.gr
    • webTV
    • Sponsored

Βρείτε αποτελέσματα...

Βρείτε αποτελέσματα που...


Ημερομηνία δημιουργίας

  • Start

    End


Τελευταία ενημέρωση

  • Start

    End


Φιλτράρισμα με βάση τον αριθμό των...

Εντάχθηκε

  • Start

    End


Ομάδα


Επάγγελμα


Ειδικότητα

  1. Με εγκύκλιο του Υπουργείου εργασίας δίνονται οδηγίες για την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 9 του αρ. 39 του Ν. 4387/2016, που αφορά την ασφάλιση των προσώπων της παρ. 1 του ίδιου άρθρου που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά). Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, με την με αριθμό Φ80000/οικ.2460/106 εγκύκλιο διευκρινίζονται τα ακόλουθα: 1. Πρόσωπα που εντάσσονται στη ρύθμιση Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 39 του Ν.4387/2016, για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, που υπάγονται ή θα υπάγονταν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις αυτών, όπως ίσχυαν πριν την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ, το συνολικό ποσό εισφοράς κύριας σύνταξης, ο τρόπος υπολογισμού, καθώς και ο υπόχρεος καταβολής της εισφοράς προσδιορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του συγκεκριμένου νόμου, εφόσον το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά). 2. Ποσοστά εισφορών Ειδικότερα, εφόσον το εισόδημα προέρχεται από την άσκηση διαρκούς -και όχι ευκαιριακής- επαγγελματικής δραστηριότητας, και μόνο από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά), προκύπτει ουσιαστικά αποκλειστικότητα ως προς το/τα πρόσωπο/α που αποδέχεται/ονται τις σχετικές υπηρεσίες. Επομένως, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου. Αντίστοιχα κατανέμονται οι εισφορές υγειονομικής περίθαλψης, καθώς και οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ, σε όσες κατηγορίες ασφαλισμένων υφίσταται υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση των κλάδων αυτών (δηλαδή επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ) λόγω της ιδιότητάς τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία και σε κάθε περίπτωση οι εισπραττόμενες εισφορές καταβάλλονται στους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς στους οποίους και έχει υπαχθεί ο ασφαλισμένος. 3. Ανώτατη -κατώτατη βάση υπολογισμού εισφορών Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τις περιπτώσεις που υπάγονται στην οικεία ρύθμιση ελέγχεται σε συνάρτηση με τη διάρκεια της σύμβασης μεταξύ των μερών. Πιο συγκεκριμένα, για όσους έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της παρ. 9 του άρθρου 39 με ετήσια διάρκεια σύμβασης, κατά τα ως άνω, ισχύει το ετήσιο ανώτατο όριο των 70.320 ευρώ, συνεπώς οι οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται στο συνολικό ποσό του δελτίου παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ), ακόμα και αν αυτό υπερβαίνει ανά μήνα το ποσό των 5.860,8 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται υπέρβαση του ανωτάτου ετησίου ορίου. Σε περιπτώσεις συμβάσεων με διάρκεια μικρότερη του έτους, καταβάλλονται οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στην κατανομή της συμφωνημένης αμοιβής ανά μήνα ενώ και το ανώτατο όριο λαμβάνεται υπόψη σε μηνιαία βάση (5.860,80 ευρώ). Στην περίπτωση κατά την οποία το ποσό του/των ΔΠΥ που εκδίδεται/ονται μηνιαίως από ασφαλισμένο που υπάγεται στη ρύθμιση της παρ.9 του άρθρου 39, υπολείπεται της ελάχιστης βάσης υπολογισμού εισφορών, ο εν λόγω ασφαλισμένος υποχρεούται να καταβάλλει τις εισφορές που υπολείπονται του ελάχιστου ποσού κατά το χρόνο της ετήσιας εκκαθάρισης της ασφαλιστικής υποχρέωσης, οπότε και θα οριστικοποιούνται οι αναλογούσες σε αυτόν ασφαλιστικές εισφορές. 4. Υποβολή Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (ΑΠΔ) Προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η εμπρόθεσμη καταβολή των εισφορών, όσο και η ενημέρωση των υπόχρεων καταβολής, ο ασφαλισμένος που αιτείται την υπαγωγή του στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39 οφείλει να αναγράφει στο ΔΠΥ που εκδίδει στον αντισυμβαλλόμενό του, ότι υπάγεται στην εν λόγω ρύθμιση. Αντίστοιχα, και μέχρι το τέλος εκάστου ημερολογιακού μήνα, ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να υποβάλει για τον ασφαλισμένο που υπάγεται στην ανωτέρω ρύθμιση ΑΠΔ, προβαίνοντας σε κατανομή της συμφωνηθείσας αμοιβής ανά μήνα, με βάση τη διάρκεια της σύμβασης. Με την υποβολή της ΑΠΔ αυτής ενεργοποιείται αυτομάτως η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με τα παραπάνω. Στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν υποβάλει ΑΠΔ, προκειμένου ο παρέχων σε αυτόν υπηρεσίες ασφαλισμένος να υπαχθεί στην οικεία ρύθμιση, ο εν λόγω ασφαλισμένος οφείλει να υποβάλει στον ΕΦΚΑ υπεύθυνη δήλωση περί πλήρωσης των νόμιμων προϋποθέσεων, όπως αυτές περιγράφονται ως άνω, δηλώνοντας ταυτόχρονα το ΑΦΜ του/των αντισυμβαλλομένου/ων του και προσκομίζοντας τυχόν άλλα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσής του. Στη συνέχεια, ενημερώνεται/ονται ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι αυτού περί της υποχρέωσης υποβολής ΑΠΔ και καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, για το χρονικό διάστημα από την υποβολή της δήλωσης και εντεύθεν. Εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος αμφισβητεί το περιεχόμενο της δήλωσης του ασφαλισμένου, υποβάλλει αντιρρήσεις ενώπιον των αρμοδίων οργάνων του ΕΦΚΑ, ενώ μέχρι την επίλυση της σχετικής διαφοράς από τα όργανα αυτά, για τον ασφαλισμένο υπολογίζονται εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός). 5. Εκκαθάριση και συμψηφισμός εισφορών Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι αρχικά υπήχθησαν στις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 39, πληρούντες τις νόμιμες προϋποθέσεις, αλλά στη συνέχεια τις απώλεσαν (επειδή, για παράδειγμα, παρείχαν υπηρεσίες σε περισσότερους αντισυμβαλλομένους είτε επειδή δεν είχαν κανέναν αντισυμβαλλόμενο), για το διάστημα που ακολουθεί την έκπτωση από τις ρυθμίσεις της ανωτέρω παραγράφου, καταβάλλουν εισφορές ως μη μισθωτοί. Έτσι, εάν στη διάρκεια του ημερολογιακού έτους παρασχεθεί υπηρεσία και σε τρίτο αντισυμβαλλόμενο, ο ασφαλισμένος οφείλει να γνωστοποιήσει τούτο στον ΕΦΚΑ, με σχετική αίτηση-δήλωση, ώστε να επέλθει η σχετική μεταβολή στο μητρώο και να ενημερωθεί/ούν ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι προκειμένου να απαλλαγεί/ούν από την ανωτέρω υποχρέωση. Όπως και για κάθε άλλη κατηγορία ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων, στο τέλος εκάστου έτους θα πραγματοποιείται εκκαθάριση και συμψηφισμός μεταξύ των καταβληθεισών κατά τους ανωτέρω μήνες εισφορών και των οφειλόμενων εισφορών, με βάση το πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας (όπως αυτό προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος). 6. Τελικές διευκρινίσεις επί προσώπων που υπάγονται ή μη στη ρύθμιση και επί της έννοιας του αντισυμβαλλόμενου. Επισημαίνεται ότι για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών, εφαρμόζεται η περ. στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 38. Στην κοινοποιούμενη διάταξη δεν υπάγονται οι εταίροι και συνεργάτες δικηγορικών εταιριών, οι οποίοι καταβάλλουν εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτοί). Επίσης, η κοινοποιούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση ασφαλισμένων που προσφέρουν υπηρεσίες υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας, και οι οποίοι υπάγονται ευθέως στις διατάξεις του άρθρου 38 ως μισθωτοί. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και οι ασφαλισμένοι που προσφέρουν τις ίδιες υπηρεσίες σε έναν εργοδότη, λαμβάνοντας μέρος των αποδοχών τους ως μισθωτοί και μέρος αυτών μέσω ΔΠΥ, οπότε για το σύνολο των αποδοχών θα καταβάλλονται εισφορές με βάση το άρθρο 38. Στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που απασχολούνται σε έναν εργοδότη ως μισθωτοί και προσφέρουν υπηρεσίες σε άλλο αντισυμβαλλόμενο μέσω ΔΠΥ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 36 του Ν. 4387/2016 περί πολλαπλής δραστηριότητας και όχι αυτή της παρ. 9 του άρθρου 39. Τέλος, ως αντισυμβαλλόμενος υπό την έννοια του παρόντος, λογίζονται και ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή άσκησης αυτής. Η κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται στον κοινό οικονομικό σκοπό που επιδιώκεται από τον αντισυμβαλλόμενο μέσω των κάθε είδους νομικής μορφής δραστηριοτήτων και συνιστά απόρροια των κατά περίπτωση πραγματικών στοιχείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τέτοια τεκμήρια προκύπτουν όταν διαφορετικές επιχειρήσεις ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο, λειτουργούν στον ίδιο χώρο, με τον ίδιο μηχανολογικό εξοπλισμό, απασχολούν από κοινού το ίδιο προσωπικό, είτε τα στοιχεία αυτά συντρέχουν σωρευτικά είτε όχι. 7. Παραδείγματα α. Μηχανικός παρέχει υπηρεσίες σε μία τεχνική εταιρία και σε μία τράπεζα για διάστημα 10 μηνών. Για αυτές τις δύο δραστηριότητες εκδίδει δελτίο παροχής υπηρεσιών, 20.000 ευρώ και 10.000 ευρώ αντιστοίχως. Από τη διάρκεια και τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει ότι αυτές δεν είναι ευκαιριακής μορφής, αλλά αντιθέτως απαιτούν διαρκή απασχόληση. Ως εκ τούτου, ο ως άνω ασφαλισμένος υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Συνεπώς, για κάθε μία από τις ως άνω δραστηριότητες υπολογίζονται εισφορές ως εξής: Για την πρώτη, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση, επομένως σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 2.000 ευρώ. Επ΄ αυτής υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου (τεχνικής εταιρίας). Για τη δεύτερη, το αντίστοιχο ποσό της μηνιαίας αμοιβής ανέρχεται σε 1.000 ευρώ, στο οποίο και θα υπολογιστούν εισφορές κατά όμοιο τρόπο. Είναι ευνόητο ότι κατά τον ίδιο τρόπο επιμερίζονται οι εισφορές για τον κλάδο περίθαλψης, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής. β. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση ετήσιας διάρκειας, και αμοιβή ύψους 80.000 ευρώ, για την οποία εκδίδει τρία ΔΠΥ. Η εν λόγω κλινική αποτελεί τον μόνο αντισυμβαλλόμενο του συγκεκριμένου ασφαλισμένου-ιατρού, επομένως αυτός υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Ανεξαρτήτως του αριθμού των ΔΠΥ στις οποίες επιμερίζεται η συμφωνηθείσα αμοιβή, καταβάλλονται εισφορές με βάση το ανώτατο ετήσιο όριο των 70.320 ευρώ, με δεδομένο ότι η οικεία σύμβαση είναι ετήσιας διάρκειας. Αν η ως άνω σύμβαση ήταν διάρκειας 10 μηνών, τότε η συμφωνηθείσα αμοιβή θα αντιστοιχούσε σε 8.000 ευρώ/μήνα, συνεπώς οι εισφορές θα υπολογίζονται επί της ανώτατης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των 5.860,8 ευρώ. Στην τελευταία περίπτωση, και με δεδομένο ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, ο εν λόγω ασφαλισμένος θα καταβάλει κανονικά εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός) για τους υπόλοιπους δύο μήνες του έτους. γ. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση διάρκειας 10 μηνών για την οποία εκδίδει ΔΠΥ αξίας 5.000 ευρώ. Με δεδομένο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση, επομένως σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 500 ευρώ. Επ΄ αυτής υπολογίζονται εισφορές αντιστοίχως κατανεμημένες σε βάρος του ασφαλισμένου και σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου κατά τα ως άνω αναφερθέντα. Επιπροσθέτως, για το ποσό που υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των αυτοαπασχολουμένων (586,08-500=86,08 ευρώ), ο ασφαλισμένος καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός). δ. Λογιστής εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία και παρέχει παράλληλα υπηρεσίες σε άλλη εταιρία με ΔΠΥ. Ο εν λόγω ασφαλισμένος δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά σε αυτή του άρθρου 36 περί πολλαπλής δραστηριότητας. Επομένως, για τις αποδοχές του από τη μισθωτή εργασία υπολογίζονται εισφορές με βάση το άρθρο 38, για το δε εισόδημά του από την ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος (ΔΠΥ) καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός). ε. Ο ίδιος ως άνω ασφαλισμένος που εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία, λαμβάνει και επιπλέον αποδοχές από την ίδια εταιρία με ΔΠΥ. Στην περίπτωση αυτή, ομοίως δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά για το σύνολο του εισοδήματος από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 38. Συνεπώς, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές μισθωτού και, επομένως, η εταιρία καταβάλει τις εισφορές εργοδότη που αντιστοιχούν στο σύνολο του εισοδήματος (αποδοχές από μισθωτή εργασία και εισόδημα από ΔΠΥ). Πηγή: https://www.e-forolo...medium=facebook Click here to view the είδηση
  2. Με εγκύκλιο του Υπουργείου εργασίας δίνονται οδηγίες για την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 9 του αρ. 39 του Ν. 4387/2016, που αφορά την ασφάλιση των προσώπων της παρ. 1 του ίδιου άρθρου που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά). Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, με την με αριθμό Φ80000/οικ.2460/106 εγκύκλιο διευκρινίζονται τα ακόλουθα: 1. Πρόσωπα που εντάσσονται στη ρύθμιση Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 39 του Ν.4387/2016, για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, που υπάγονται ή θα υπάγονταν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις αυτών, όπως ίσχυαν πριν την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ, το συνολικό ποσό εισφοράς κύριας σύνταξης, ο τρόπος υπολογισμού, καθώς και ο υπόχρεος καταβολής της εισφοράς προσδιορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του συγκεκριμένου νόμου, εφόσον το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά). 2. Ποσοστά εισφορών Ειδικότερα, εφόσον το εισόδημα προέρχεται από την άσκηση διαρκούς -και όχι ευκαιριακής- επαγγελματικής δραστηριότητας, και μόνο από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά), προκύπτει ουσιαστικά αποκλειστικότητα ως προς το/τα πρόσωπο/α που αποδέχεται/ονται τις σχετικές υπηρεσίες. Επομένως, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου. Αντίστοιχα κατανέμονται οι εισφορές υγειονομικής περίθαλψης, καθώς και οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ, σε όσες κατηγορίες ασφαλισμένων υφίσταται υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση των κλάδων αυτών (δηλαδή επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ) λόγω της ιδιότητάς τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία και σε κάθε περίπτωση οι εισπραττόμενες εισφορές καταβάλλονται στους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς στους οποίους και έχει υπαχθεί ο ασφαλισμένος. 3. Ανώτατη -κατώτατη βάση υπολογισμού εισφορών Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τις περιπτώσεις που υπάγονται στην οικεία ρύθμιση ελέγχεται σε συνάρτηση με τη διάρκεια της σύμβασης μεταξύ των μερών. Πιο συγκεκριμένα, για όσους έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της παρ. 9 του άρθρου 39 με ετήσια διάρκεια σύμβασης, κατά τα ως άνω, ισχύει το ετήσιο ανώτατο όριο των 70.320 ευρώ, συνεπώς οι οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται στο συνολικό ποσό του δελτίου παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ), ακόμα και αν αυτό υπερβαίνει ανά μήνα το ποσό των 5.860,8 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται υπέρβαση του ανωτάτου ετησίου ορίου. Σε περιπτώσεις συμβάσεων με διάρκεια μικρότερη του έτους, καταβάλλονται οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στην κατανομή της συμφωνημένης αμοιβής ανά μήνα ενώ και το ανώτατο όριο λαμβάνεται υπόψη σε μηνιαία βάση (5.860,80 ευρώ). Στην περίπτωση κατά την οποία το ποσό του/των ΔΠΥ που εκδίδεται/ονται μηνιαίως από ασφαλισμένο που υπάγεται στη ρύθμιση της παρ.9 του άρθρου 39, υπολείπεται της ελάχιστης βάσης υπολογισμού εισφορών, ο εν λόγω ασφαλισμένος υποχρεούται να καταβάλλει τις εισφορές που υπολείπονται του ελάχιστου ποσού κατά το χρόνο της ετήσιας εκκαθάρισης της ασφαλιστικής υποχρέωσης, οπότε και θα οριστικοποιούνται οι αναλογούσες σε αυτόν ασφαλιστικές εισφορές. 4. Υποβολή Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (ΑΠΔ) Προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η εμπρόθεσμη καταβολή των εισφορών, όσο και η ενημέρωση των υπόχρεων καταβολής, ο ασφαλισμένος που αιτείται την υπαγωγή του στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39 οφείλει να αναγράφει στο ΔΠΥ που εκδίδει στον αντισυμβαλλόμενό του, ότι υπάγεται στην εν λόγω ρύθμιση. Αντίστοιχα, και μέχρι το τέλος εκάστου ημερολογιακού μήνα, ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να υποβάλει για τον ασφαλισμένο που υπάγεται στην ανωτέρω ρύθμιση ΑΠΔ, προβαίνοντας σε κατανομή της συμφωνηθείσας αμοιβής ανά μήνα, με βάση τη διάρκεια της σύμβασης. Με την υποβολή της ΑΠΔ αυτής ενεργοποιείται αυτομάτως η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με τα παραπάνω. Στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν υποβάλει ΑΠΔ, προκειμένου ο παρέχων σε αυτόν υπηρεσίες ασφαλισμένος να υπαχθεί στην οικεία ρύθμιση, ο εν λόγω ασφαλισμένος οφείλει να υποβάλει στον ΕΦΚΑ υπεύθυνη δήλωση περί πλήρωσης των νόμιμων προϋποθέσεων, όπως αυτές περιγράφονται ως άνω, δηλώνοντας ταυτόχρονα το ΑΦΜ του/των αντισυμβαλλομένου/ων του και προσκομίζοντας τυχόν άλλα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσής του. Στη συνέχεια, ενημερώνεται/ονται ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι αυτού περί της υποχρέωσης υποβολής ΑΠΔ και καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, για το χρονικό διάστημα από την υποβολή της δήλωσης και εντεύθεν. Εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος αμφισβητεί το περιεχόμενο της δήλωσης του ασφαλισμένου, υποβάλλει αντιρρήσεις ενώπιον των αρμοδίων οργάνων του ΕΦΚΑ, ενώ μέχρι την επίλυση της σχετικής διαφοράς από τα όργανα αυτά, για τον ασφαλισμένο υπολογίζονται εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός). 5. Εκκαθάριση και συμψηφισμός εισφορών Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι αρχικά υπήχθησαν στις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 39, πληρούντες τις νόμιμες προϋποθέσεις, αλλά στη συνέχεια τις απώλεσαν (επειδή, για παράδειγμα, παρείχαν υπηρεσίες σε περισσότερους αντισυμβαλλομένους είτε επειδή δεν είχαν κανέναν αντισυμβαλλόμενο), για το διάστημα που ακολουθεί την έκπτωση από τις ρυθμίσεις της ανωτέρω παραγράφου, καταβάλλουν εισφορές ως μη μισθωτοί. Έτσι, εάν στη διάρκεια του ημερολογιακού έτους παρασχεθεί υπηρεσία και σε τρίτο αντισυμβαλλόμενο, ο ασφαλισμένος οφείλει να γνωστοποιήσει τούτο στον ΕΦΚΑ, με σχετική αίτηση-δήλωση, ώστε να επέλθει η σχετική μεταβολή στο μητρώο και να ενημερωθεί/ούν ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι προκειμένου να απαλλαγεί/ούν από την ανωτέρω υποχρέωση. Όπως και για κάθε άλλη κατηγορία ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων, στο τέλος εκάστου έτους θα πραγματοποιείται εκκαθάριση και συμψηφισμός μεταξύ των καταβληθεισών κατά τους ανωτέρω μήνες εισφορών και των οφειλόμενων εισφορών, με βάση το πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας (όπως αυτό προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος). 6. Τελικές διευκρινίσεις επί προσώπων που υπάγονται ή μη στη ρύθμιση και επί της έννοιας του αντισυμβαλλόμενου. Επισημαίνεται ότι για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών, εφαρμόζεται η περ. στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 38. Στην κοινοποιούμενη διάταξη δεν υπάγονται οι εταίροι και συνεργάτες δικηγορικών εταιριών, οι οποίοι καταβάλλουν εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτοί). Επίσης, η κοινοποιούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση ασφαλισμένων που προσφέρουν υπηρεσίες υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας, και οι οποίοι υπάγονται ευθέως στις διατάξεις του άρθρου 38 ως μισθωτοί. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και οι ασφαλισμένοι που προσφέρουν τις ίδιες υπηρεσίες σε έναν εργοδότη, λαμβάνοντας μέρος των αποδοχών τους ως μισθωτοί και μέρος αυτών μέσω ΔΠΥ, οπότε για το σύνολο των αποδοχών θα καταβάλλονται εισφορές με βάση το άρθρο 38. Στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που απασχολούνται σε έναν εργοδότη ως μισθωτοί και προσφέρουν υπηρεσίες σε άλλο αντισυμβαλλόμενο μέσω ΔΠΥ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 36 του Ν. 4387/2016 περί πολλαπλής δραστηριότητας και όχι αυτή της παρ. 9 του άρθρου 39. Τέλος, ως αντισυμβαλλόμενος υπό την έννοια του παρόντος, λογίζονται και ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή άσκησης αυτής. Η κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται στον κοινό οικονομικό σκοπό που επιδιώκεται από τον αντισυμβαλλόμενο μέσω των κάθε είδους νομικής μορφής δραστηριοτήτων και συνιστά απόρροια των κατά περίπτωση πραγματικών στοιχείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τέτοια τεκμήρια προκύπτουν όταν διαφορετικές επιχειρήσεις ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο, λειτουργούν στον ίδιο χώρο, με τον ίδιο μηχανολογικό εξοπλισμό, απασχολούν από κοινού το ίδιο προσωπικό, είτε τα στοιχεία αυτά συντρέχουν σωρευτικά είτε όχι. 7. Παραδείγματα α. Μηχανικός παρέχει υπηρεσίες σε μία τεχνική εταιρία και σε μία τράπεζα για διάστημα 10 μηνών. Για αυτές τις δύο δραστηριότητες εκδίδει δελτίο παροχής υπηρεσιών, 20.000 ευρώ και 10.000 ευρώ αντιστοίχως. Από τη διάρκεια και τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει ότι αυτές δεν είναι ευκαιριακής μορφής, αλλά αντιθέτως απαιτούν διαρκή απασχόληση. Ως εκ τούτου, ο ως άνω ασφαλισμένος υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Συνεπώς, για κάθε μία από τις ως άνω δραστηριότητες υπολογίζονται εισφορές ως εξής: Για την πρώτη, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση, επομένως σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 2.000 ευρώ. Επ΄ αυτής υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου (τεχνικής εταιρίας). Για τη δεύτερη, το αντίστοιχο ποσό της μηνιαίας αμοιβής ανέρχεται σε 1.000 ευρώ, στο οποίο και θα υπολογιστούν εισφορές κατά όμοιο τρόπο. Είναι ευνόητο ότι κατά τον ίδιο τρόπο επιμερίζονται οι εισφορές για τον κλάδο περίθαλψης, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής. β. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση ετήσιας διάρκειας, και αμοιβή ύψους 80.000 ευρώ, για την οποία εκδίδει τρία ΔΠΥ. Η εν λόγω κλινική αποτελεί τον μόνο αντισυμβαλλόμενο του συγκεκριμένου ασφαλισμένου-ιατρού, επομένως αυτός υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Ανεξαρτήτως του αριθμού των ΔΠΥ στις οποίες επιμερίζεται η συμφωνηθείσα αμοιβή, καταβάλλονται εισφορές με βάση το ανώτατο ετήσιο όριο των 70.320 ευρώ, με δεδομένο ότι η οικεία σύμβαση είναι ετήσιας διάρκειας. Αν η ως άνω σύμβαση ήταν διάρκειας 10 μηνών, τότε η συμφωνηθείσα αμοιβή θα αντιστοιχούσε σε 8.000 ευρώ/μήνα, συνεπώς οι εισφορές θα υπολογίζονται επί της ανώτατης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των 5.860,8 ευρώ. Στην τελευταία περίπτωση, και με δεδομένο ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, ο εν λόγω ασφαλισμένος θα καταβάλει κανονικά εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός) για τους υπόλοιπους δύο μήνες του έτους. γ. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση διάρκειας 10 μηνών για την οποία εκδίδει ΔΠΥ αξίας 5.000 ευρώ. Με δεδομένο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση, επομένως σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 500 ευρώ. Επ΄ αυτής υπολογίζονται εισφορές αντιστοίχως κατανεμημένες σε βάρος του ασφαλισμένου και σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου κατά τα ως άνω αναφερθέντα. Επιπροσθέτως, για το ποσό που υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των αυτοαπασχολουμένων (586,08-500=86,08 ευρώ), ο ασφαλισμένος καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός). δ. Λογιστής εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία και παρέχει παράλληλα υπηρεσίες σε άλλη εταιρία με ΔΠΥ. Ο εν λόγω ασφαλισμένος δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά σε αυτή του άρθρου 36 περί πολλαπλής δραστηριότητας. Επομένως, για τις αποδοχές του από τη μισθωτή εργασία υπολογίζονται εισφορές με βάση το άρθρο 38, για το δε εισόδημά του από την ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος (ΔΠΥ) καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός). ε. Ο ίδιος ως άνω ασφαλισμένος που εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία, λαμβάνει και επιπλέον αποδοχές από την ίδια εταιρία με ΔΠΥ. Στην περίπτωση αυτή, ομοίως δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά για το σύνολο του εισοδήματος από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 38. Συνεπώς, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές μισθωτού και, επομένως, η εταιρία καταβάλει τις εισφορές εργοδότη που αντιστοιχούν στο σύνολο του εισοδήματος (αποδοχές από μισθωτή εργασία και εισόδημα από ΔΠΥ). Πηγή: https://www.e-forologia.gr/cms/viewContents.aspx?id=201265&utm_source=dlvr.it&utm_medium=facebook
  3. Σύγχυση και ανησυχία σε χιλιάδες εργαζομένους ασφαλισμένους με δελτίο παροχής υπηρεσιών έχουν προκαλέσει οι διατάξεις του πρόσφατου ασφαλιστικού νόμου. Η πρόβλεψη υποχρέωσης για τον εργοδότη να καταβάλει τα 2/3 των εισφορών των ασφαλισμένων με δελτίο παροχής υπηρεσιών, για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους θα προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, παρά την αρχική ανακούφιση που προκάλεσε στους εργαζομένους, φαίνεται πως πρακτικά, αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα εφαρμογής. Ηδη, στα λογιστήρια μεγάλων επιχειρήσεων οι διατάξεις των άρθρων του Ν. 4387/2016 που αφορούν την ασφάλιση των ατόμων με «μπλοκάκι» αποτελούν... σπαζοκεφαλιά. Οι απορίες είναι πολλές και εύλογες. Για παράδειγμα, χρησιμοποιείται ο όρος «διαρκής σχέση παροχής υπηρεσιών» που δεν υφίσταται στην εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία, μέχρι σήμερα. Ο χρόνος πιέζει, καθώς στο σύνολό τους οι αλλαγές αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2017. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο γνωστός δικηγόρος και εκδότης του περιοδικού «Νομοθεσία ΙΚΑ» Δημήτρης Μπούρλος, ήδη τα ερωτήματα των επιχειρήσεων είναι πολλά και εύλογα, όπως για παράδειγμα, τι γίνεται εάν κατά τη διάρκεια της χρονιάς, κάποιος ελεύθερος επαγγελματίας με δύο εργοδότες που καλύπτουν και οι δύο τα 2/3 των εισφορών, κόψει δελτίο παροχής υπηρεσιών και σε κάποιον τρίτο. Επίσης, πώς μπορεί ο εργοδότης – λήπτης των τιμολογίων να υπολογίζει το ύψος των εισφορών που οφείλει να καταβάλει ιδίως κατά τους μήνες που προηγούνται της εκκαθάρισης της φορολογικής τους δήλωσης. Τα κενά του νόμου είναι πολλά και πρέπει άμεσα να διευκρινιστούν με εγκυκλίους από το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας αλλά και από το υπουργείο Οικονομικών, καθώς πολλές ασφαλιστικές διατάξεις έρχονται σε αντιδιαστολή με διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Η «Κ» με τη βοήθεια του κ. Μπούρλου παρουσιάζει σήμερα τα σημεία του νόμου που είναι τα πλέον ξεκάθαρα, καθώς και τα θολά σημεία που χρήζουν διαλεύκανσης. Αναλυτικά, ως μισθωτοί ως προς τον τρόπο, τη βάση υπολογισμού των εισφορών και το ανώτατο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών, αντιμετωπίζονται τα πρόσωπα για τα οποία θεσπίζεται το τεκμήριο παροχής εξαρτημένης εργασίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή και άλλα πρόσωπα ασφαλιστέα λόγω ιδιότητας ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών. Υπόχρεος για την καταβολή της εργοδοτικής εισφοράς είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, για λογαριασμό του οποίου οι ασφαλισμένοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους περιοδικά έναντι παροχής. Για όλα τα υπόλοιπα, εφαρμόζονται και γι’ αυτούς οι πάσης φύσεως διατάξεις περί εισφορών του ΙΚΑ. Η χρήση του όρου «διαρκής σχέση παροχής υπηρεσιών» σύμφωνα με τον κ. Μπούρλο θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αφορά την παροχή υπηρεσιών κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο τουλάχιστον κατά τη διάρκεια ενός έτους και τουλάχιστον προς ένα εργοδότη. Ομως υπάρχει η πιθανότητα μια τέτοια σχέση να υφίσταται προς περισσότερους του ενός εργοδότες. Και τότε, προκύπτει το ερώτημα, μέχρι πόσους εργοδότες μπορεί να αφορά μέσα στη χρονική βάση αναφοράς (π.χ. έτος). Ασάφειες στην παροχή υπηρεσιών σε 2 εργοδότες Η διάταξη χρήζει αναδιατύπωσης και ερμηνευτικού προσδιορισμού όλων των ανωτέρω θεμάτων, καθότι πρόκειται για κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών, στους οποίους δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή ως έχουν οι υφιστάμενες διατάξεις του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για την πολλαπλή απασχόληση. Η διάταξη αφορά, επίσης, αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά ή νομικά). Υψος εισοδήματος Σε αυτή την περίπτωση, το προβληματικό σημείο αφορά το γεγονός ότι δεν εξετάζεται το ύψος του εισοδήματος που αποκτάται από τον καθένα εκ των εργοδοτών, ενώ δεν προσδιορίζεται και η χρονική περίοδος κατά την οποία απαιτείται η έκδοση Δελτίου Παροχής Υπηρεσιών προς 2 εργοδότες. Εικάζεται μόνο, ότι η χρονική περίοδος θα είναι κάθε ημερολογιακό έτος. Και βέβαια, δεν διευκρινίζεται ο τρόπος απόδειξης έκδοσης δελτίου παροχής υπηρεσιών σε έως και 2 εργοδότες. Σύμφωνα με τον κ. Μπούρλο, το πιθανότερο είναι να απαιτηθεί εκ μέρους του εργαζομένου υποβολή υπεύθυνης δήλωσης τόσο προς τους εργοδότες (εάν έχει δύο) ή προς τον μοναδικό εργοδότη και στον ασφαλιστικό φορέα περί μη λήψης εισοδήματος από τρίτο εργοδότη. Στην περίπτωση δε που ο εργαζόμενος αμειφθεί με δελτίο παροχής υπηρεσιών και από τρίτο εργοδότη μέσα στη χρονική βάση αναφοράς (έτος), τότε πιθανότατα θα θεωρείται ότι εσφαλμένα έχει θεωρηθεί η ασφάλισή του ως μισθωτού και οι εισφορές, τόσο οι εργατικές όσο και οι εργοδοτικές θα πρέπει να θεωρηθούν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και να επιστραφούν. Υπολογισμός εισφορών Ως προς τη βάση υπολογισμού των εισφορών για τους αυτοαπασχολούμενους αμειβόμενους με δελτίο σε μέχρι 2 εργοδότες, επισημαίνεται ότι αποτελούν τα ποσά που αναγράφονται στα δελτία, με ανώτερο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών το δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στον βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (5.860,80 ευρώ) για τον κάθε εργοδότη. Προκειμένου για την εισφορά του ασφαλισμένου που εκδίδει δελτίο σε δύο εργοδότες, το ανώτατο όριο μηνιαίων αποδοχών (5.860,60 ευρώ) εφαρμόζεται στο συνολικό ποσό εισφορών. Για τον κάθε εργοδότη, το ανώτατο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών υπολογίζεται αυτοτελώς. Πηγή: http://www.kathimeri...nwn-me-mplokaki Click here to view the είδηση
  4. Σύγχυση και ανησυχία σε χιλιάδες εργαζομένους ασφαλισμένους με δελτίο παροχής υπηρεσιών έχουν προκαλέσει οι διατάξεις του πρόσφατου ασφαλιστικού νόμου. Η πρόβλεψη υποχρέωσης για τον εργοδότη να καταβάλει τα 2/3 των εισφορών των ασφαλισμένων με δελτίο παροχής υπηρεσιών, για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους θα προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, παρά την αρχική ανακούφιση που προκάλεσε στους εργαζομένους, φαίνεται πως πρακτικά, αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα εφαρμογής. Ηδη, στα λογιστήρια μεγάλων επιχειρήσεων οι διατάξεις των άρθρων του Ν. 4387/2016 που αφορούν την ασφάλιση των ατόμων με «μπλοκάκι» αποτελούν... σπαζοκεφαλιά. Οι απορίες είναι πολλές και εύλογες. Για παράδειγμα, χρησιμοποιείται ο όρος «διαρκής σχέση παροχής υπηρεσιών» που δεν υφίσταται στην εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία, μέχρι σήμερα. Ο χρόνος πιέζει, καθώς στο σύνολό τους οι αλλαγές αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2017. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο γνωστός δικηγόρος και εκδότης του περιοδικού «Νομοθεσία ΙΚΑ» Δημήτρης Μπούρλος, ήδη τα ερωτήματα των επιχειρήσεων είναι πολλά και εύλογα, όπως για παράδειγμα, τι γίνεται εάν κατά τη διάρκεια της χρονιάς, κάποιος ελεύθερος επαγγελματίας με δύο εργοδότες που καλύπτουν και οι δύο τα 2/3 των εισφορών, κόψει δελτίο παροχής υπηρεσιών και σε κάποιον τρίτο. Επίσης, πώς μπορεί ο εργοδότης – λήπτης των τιμολογίων να υπολογίζει το ύψος των εισφορών που οφείλει να καταβάλει ιδίως κατά τους μήνες που προηγούνται της εκκαθάρισης της φορολογικής τους δήλωσης. Τα κενά του νόμου είναι πολλά και πρέπει άμεσα να διευκρινιστούν με εγκυκλίους από το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας αλλά και από το υπουργείο Οικονομικών, καθώς πολλές ασφαλιστικές διατάξεις έρχονται σε αντιδιαστολή με διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Η «Κ» με τη βοήθεια του κ. Μπούρλου παρουσιάζει σήμερα τα σημεία του νόμου που είναι τα πλέον ξεκάθαρα, καθώς και τα θολά σημεία που χρήζουν διαλεύκανσης. Αναλυτικά, ως μισθωτοί ως προς τον τρόπο, τη βάση υπολογισμού των εισφορών και το ανώτατο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών, αντιμετωπίζονται τα πρόσωπα για τα οποία θεσπίζεται το τεκμήριο παροχής εξαρτημένης εργασίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή και άλλα πρόσωπα ασφαλιστέα λόγω ιδιότητας ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών. Υπόχρεος για την καταβολή της εργοδοτικής εισφοράς είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, για λογαριασμό του οποίου οι ασφαλισμένοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους περιοδικά έναντι παροχής. Για όλα τα υπόλοιπα, εφαρμόζονται και γι’ αυτούς οι πάσης φύσεως διατάξεις περί εισφορών του ΙΚΑ. Η χρήση του όρου «διαρκής σχέση παροχής υπηρεσιών» σύμφωνα με τον κ. Μπούρλο θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αφορά την παροχή υπηρεσιών κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο τουλάχιστον κατά τη διάρκεια ενός έτους και τουλάχιστον προς ένα εργοδότη. Ομως υπάρχει η πιθανότητα μια τέτοια σχέση να υφίσταται προς περισσότερους του ενός εργοδότες. Και τότε, προκύπτει το ερώτημα, μέχρι πόσους εργοδότες μπορεί να αφορά μέσα στη χρονική βάση αναφοράς (π.χ. έτος). Ασάφειες στην παροχή υπηρεσιών σε 2 εργοδότες Η διάταξη χρήζει αναδιατύπωσης και ερμηνευτικού προσδιορισμού όλων των ανωτέρω θεμάτων, καθότι πρόκειται για κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών, στους οποίους δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή ως έχουν οι υφιστάμενες διατάξεις του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για την πολλαπλή απασχόληση. Η διάταξη αφορά, επίσης, αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά ή νομικά). Υψος εισοδήματος Σε αυτή την περίπτωση, το προβληματικό σημείο αφορά το γεγονός ότι δεν εξετάζεται το ύψος του εισοδήματος που αποκτάται από τον καθένα εκ των εργοδοτών, ενώ δεν προσδιορίζεται και η χρονική περίοδος κατά την οποία απαιτείται η έκδοση Δελτίου Παροχής Υπηρεσιών προς 2 εργοδότες. Εικάζεται μόνο, ότι η χρονική περίοδος θα είναι κάθε ημερολογιακό έτος. Και βέβαια, δεν διευκρινίζεται ο τρόπος απόδειξης έκδοσης δελτίου παροχής υπηρεσιών σε έως και 2 εργοδότες. Σύμφωνα με τον κ. Μπούρλο, το πιθανότερο είναι να απαιτηθεί εκ μέρους του εργαζομένου υποβολή υπεύθυνης δήλωσης τόσο προς τους εργοδότες (εάν έχει δύο) ή προς τον μοναδικό εργοδότη και στον ασφαλιστικό φορέα περί μη λήψης εισοδήματος από τρίτο εργοδότη. Στην περίπτωση δε που ο εργαζόμενος αμειφθεί με δελτίο παροχής υπηρεσιών και από τρίτο εργοδότη μέσα στη χρονική βάση αναφοράς (έτος), τότε πιθανότατα θα θεωρείται ότι εσφαλμένα έχει θεωρηθεί η ασφάλισή του ως μισθωτού και οι εισφορές, τόσο οι εργατικές όσο και οι εργοδοτικές θα πρέπει να θεωρηθούν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και να επιστραφούν. Υπολογισμός εισφορών Ως προς τη βάση υπολογισμού των εισφορών για τους αυτοαπασχολούμενους αμειβόμενους με δελτίο σε μέχρι 2 εργοδότες, επισημαίνεται ότι αποτελούν τα ποσά που αναγράφονται στα δελτία, με ανώτερο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών το δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στον βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (5.860,80 ευρώ) για τον κάθε εργοδότη. Προκειμένου για την εισφορά του ασφαλισμένου που εκδίδει δελτίο σε δύο εργοδότες, το ανώτατο όριο μηνιαίων αποδοχών (5.860,60 ευρώ) εφαρμόζεται στο συνολικό ποσό εισφορών. Για τον κάθε εργοδότη, το ανώτατο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών υπολογίζεται αυτοτελώς. Πηγή: http://www.kathimerini.gr/868506/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/pws-ypologizontai-oi-asfalistikes-eisfores-ameivomenwn-me-mplokaki
  5. Νέες διευκρινίσεις για τον τρόπο φορολόγησης των δελτίων παροχής υπηρεσιών, δηλαδή τα γνωστά «μπλοκάκια» δίνει η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Συγκεκριμένα τονίζεται: Σύμφωνα με το έγγραφο ΔΕΑΦ Α 1107028 ΕΞ 2015/8.8.15, δίνονται διευκρινίσεις σχετικά με την ΠΟΛ.1047/12.2.2015 και τις διατάξεις των περιπτώσεων β' και στ' της παρ. 2 άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. Αναλυτικά: "1. Με τις διατάξεις της περ.β' παρ.2 άρθρου 12 του ν.4172/2013 ορίζεται, ότι για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει.τον τρόπο, το. χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών. 2. Με την ΠΟΛ.1047/12.2.2015, μεταξύ άλλων, έγινε δεκτό, ότι και τα εισοδήματα που αποκτούν φοιτητές, μεταπτυχιακοί φοιτητές υποψήφιοι διδάκτορες κ.λπ. εξαιτίας της συμμετοχής τους σε ερευνητικά προγράμματα εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ.1 του παρόντος. Διευκρινίζεται, ότι οι περιπτώσεις αυτές αφορούν εισοδήματα που αποκτούν τα ανωτέρω πρόσωπα κατόπιν συμβάσεων έργου με εκπαιδευτικούς ή ερευνητικούς φορείς (ερευνητικά κέντρα εποπτευόμενα από το Υ.ΠΟ.ΠΑΙ.Θ., Πανεπιστήμια κ λπ) και τα οποία δεν έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας και δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Παρά το γεγονός ότι συνάπτονται συμβάσεις έργου μεταξύ των προσώπων αυτών και των ανωτέρω φορέων, η ένταξη της φορολόγησης των εισοδημάτων αυτών σαν εισοδήματα από μισθωτή εργασία, έγινε διότι οι περιπτώσεις αυτές προσιδιάζουν με εξαρτημένη εργασιακή σχέση (οι αντισυμβαλλόμενοι φορείς ελέγχουν τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα ανωτέρω πρόσωπα). 3. Με την ίδια ως άνω εγκύκλιο διευκρινίστηκε, ότι στις διατάξεις της περ.στ' παρ.2 άρθ. 12 ν.4172/2013 υπάγονται φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και στοιχείων από τις κείμενες διατάξεις εφόσον βέβαια συγκεντρώνουν και τις λοιπές προϋποθέσεις που αναφέρονται στις ίδιες διατάξεις. Βάσει των οριζομένων από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περ.στ' παρ.2 του ίδιου άρθρου και νόμου, με την παραπάνω εγκύκλιο διευκρινίστηκε επίσης, ότι στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α' έως ε' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013 και παράλληλα αποκτά εισόδημα από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας για την οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ίδιου νόμου, φορολογείται για το μεν εισόδημα από μισθωτή εργασία των περ.α' έως ε' της παρ.2 του άρθρου 12 με την κλίμακα της παρ.1 του άρθρου 15 του ν.4172/2013, ενώ για το εισόδημα από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας της περ.στ' της παρ.2 του άρθρου 12 με την κλίμακα της παρ.1 του άρθρου 29 του νόμου αυτού. 4. Από τα αναφερόμενα στο ανωτέρω σχετικό προκύπτει, ότι κατά το πρώτο διάστημα του 2014. μεταπτυχιακοί ερευνητές απασχολήθηκαν με σύμβαση εργασίας σε ερευνητικά προγράμματα των εποπτευόμενων από το Υ.ΠΟ.ΠΑΙ.Θ. ερευνητικών κέντρων. Στη συνέχεια, κατά το δεύτερο μισό του ιδίου έτους, οι ανωτέρω ερευνητές απασχολήθηκαν με σύμβαση έργου στα ίδια ερευνητικά κέντρα με το ίδιο αντικείμενο και εργοδότη χωρίς να υπάρχει επικάλυψη των δύο χρονικών περιόδων απασχόλησης τους. 5. Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι οι υπόχρεοι για την υποβολή του σχετικού αρχείου βεβαιώσεων με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου (ΠΟΛ.1051/19.2.2015), αποστέλλουν τις αμοιβές των μεταπτυχιακών ερευνητών ως εξής: i) για το πρώτο μισό του 2014 ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με τον κωδικό 1 (τακτικές αποδοχές), καθόσον οι αμοιβές αυτές αποκτώνται στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, ii) για το δεύτερο μισό του 2014 ή ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με τον κωδικό 4 (αμοιβές ασκούμενων δικηγόρων, πρακτική άσκηση φοιτητών, συμμετοχή σε επιδοτούμενα σεμινάρια, περιστασιακά απασχολούμενοι κτλ.) εφόσον οι ανωτέρω ερευνητές δεν έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας και δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα (είτε με τον κωδικό 1 βάσει του άρθρου 64 παρ.1 περ.δ' εδάφιο 1 του ν.4172/2013 είτε με τον κωδικό 10 για αμοιβή μικρότερη των 300 ευρώ) εφόσον οι ανωτέρω ερευνητές έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας και τηρούν βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 6. Τέλος, διευκρινίζονται και τα ακόλουθα: α) στην περίπτωση που οι ανωτέρω ερευνητές έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας μετά τη λήξη της σύμβασης εργασίας της ως άνω περ.(i) και εφόσον βέβαια τηρούνται και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της περ.στ' της παρ.2 του άρθ.12 ν.4172/2013, τότε δεν υπάρχει παράλληλη απόκτηση εισοδήματος από μισθωτή εργασία και από επιχειρηματική δραστηριότητα και συνεπώς και το εισόδημα που αποκτούν οι εν λόγω ερευνητές κατά το δεύτερο μισό του 2014 φορολογείται με την κλίμακα του εισοδήματος από .μισθωτή εργασία της παρ.1 του άρθρου 15 του νόμου αυτού. Λόγω του ότι η εφαρμογή της ηλεκτρονικής υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 των εν λόγω προσώπων δεν μπορεί να διακρίνει την μη επικάλυψη των χρονικών διαστημάτων που αντίστοιχα αποκτήθηκαν τα παραπάνω εισοδήματα, στην περίπτωση αυτή οι εν λόγω φορολογούμενοι πρέπει να υποβάλλουν δήλωση με επιφύλαξη ούτως ώστε να διενεργηθεί εκκαθάριση των δηλώσεων τους σύμφωνα με τα ανωτέρω από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. β) στην περίπτωση που υπάρχει έναρξη δραστηριότητας από τους ανωτέρω ερευνητές κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας της ως άνω περ.(i), τότε το εισόδημα που αποκτούν οι εν λόγω ερευνητές από επιχειρηματική δραστηριότητα της περ.(ii) φορολογείται με την κλίμακα του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα της παρ.1 του άρθρου 29 ανεξάρτητα από το αν τηρούνται ή όχι και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της περ.στ' παρ.2 αρθ. 12 ν.4172/2013, καθόσον στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στην παρ.3 του παρόντος." Πηγή: http://www.dikaiolog...ves-me-mplokaki Click here to view the είδηση
  6. Νέες διευκρινίσεις για τον τρόπο φορολόγησης των δελτίων παροχής υπηρεσιών, δηλαδή τα γνωστά «μπλοκάκια» δίνει η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Συγκεκριμένα τονίζεται: Σύμφωνα με το έγγραφο ΔΕΑΦ Α 1107028 ΕΞ 2015/8.8.15, δίνονται διευκρινίσεις σχετικά με την ΠΟΛ.1047/12.2.2015 και τις διατάξεις των περιπτώσεων β' και στ' της παρ. 2 άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. Αναλυτικά: "1. Με τις διατάξεις της περ.β' παρ.2 άρθρου 12 του ν.4172/2013 ορίζεται, ότι για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει.τον τρόπο, το. χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών. 2. Με την ΠΟΛ.1047/12.2.2015, μεταξύ άλλων, έγινε δεκτό, ότι και τα εισοδήματα που αποκτούν φοιτητές, μεταπτυχιακοί φοιτητές υποψήφιοι διδάκτορες κ.λπ. εξαιτίας της συμμετοχής τους σε ερευνητικά προγράμματα εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ.1 του παρόντος. Διευκρινίζεται, ότι οι περιπτώσεις αυτές αφορούν εισοδήματα που αποκτούν τα ανωτέρω πρόσωπα κατόπιν συμβάσεων έργου με εκπαιδευτικούς ή ερευνητικούς φορείς (ερευνητικά κέντρα εποπτευόμενα από το Υ.ΠΟ.ΠΑΙ.Θ., Πανεπιστήμια κ λπ) και τα οποία δεν έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας και δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Παρά το γεγονός ότι συνάπτονται συμβάσεις έργου μεταξύ των προσώπων αυτών και των ανωτέρω φορέων, η ένταξη της φορολόγησης των εισοδημάτων αυτών σαν εισοδήματα από μισθωτή εργασία, έγινε διότι οι περιπτώσεις αυτές προσιδιάζουν με εξαρτημένη εργασιακή σχέση (οι αντισυμβαλλόμενοι φορείς ελέγχουν τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα ανωτέρω πρόσωπα). 3. Με την ίδια ως άνω εγκύκλιο διευκρινίστηκε, ότι στις διατάξεις της περ.στ' παρ.2 άρθ. 12 ν.4172/2013 υπάγονται φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και στοιχείων από τις κείμενες διατάξεις εφόσον βέβαια συγκεντρώνουν και τις λοιπές προϋποθέσεις που αναφέρονται στις ίδιες διατάξεις. Βάσει των οριζομένων από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περ.στ' παρ.2 του ίδιου άρθρου και νόμου, με την παραπάνω εγκύκλιο διευκρινίστηκε επίσης, ότι στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α' έως ε' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013 και παράλληλα αποκτά εισόδημα από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας για την οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ίδιου νόμου, φορολογείται για το μεν εισόδημα από μισθωτή εργασία των περ.α' έως ε' της παρ.2 του άρθρου 12 με την κλίμακα της παρ.1 του άρθρου 15 του ν.4172/2013, ενώ για το εισόδημα από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας της περ.στ' της παρ.2 του άρθρου 12 με την κλίμακα της παρ.1 του άρθρου 29 του νόμου αυτού. 4. Από τα αναφερόμενα στο ανωτέρω σχετικό προκύπτει, ότι κατά το πρώτο διάστημα του 2014. μεταπτυχιακοί ερευνητές απασχολήθηκαν με σύμβαση εργασίας σε ερευνητικά προγράμματα των εποπτευόμενων από το Υ.ΠΟ.ΠΑΙ.Θ. ερευνητικών κέντρων. Στη συνέχεια, κατά το δεύτερο μισό του ιδίου έτους, οι ανωτέρω ερευνητές απασχολήθηκαν με σύμβαση έργου στα ίδια ερευνητικά κέντρα με το ίδιο αντικείμενο και εργοδότη χωρίς να υπάρχει επικάλυψη των δύο χρονικών περιόδων απασχόλησης τους. 5. Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι οι υπόχρεοι για την υποβολή του σχετικού αρχείου βεβαιώσεων με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου (ΠΟΛ.1051/19.2.2015), αποστέλλουν τις αμοιβές των μεταπτυχιακών ερευνητών ως εξής: i) για το πρώτο μισό του 2014 ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με τον κωδικό 1 (τακτικές αποδοχές), καθόσον οι αμοιβές αυτές αποκτώνται στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, ii) για το δεύτερο μισό του 2014 ή ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με τον κωδικό 4 (αμοιβές ασκούμενων δικηγόρων, πρακτική άσκηση φοιτητών, συμμετοχή σε επιδοτούμενα σεμινάρια, περιστασιακά απασχολούμενοι κτλ.) εφόσον οι ανωτέρω ερευνητές δεν έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας και δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα (είτε με τον κωδικό 1 βάσει του άρθρου 64 παρ.1 περ.δ' εδάφιο 1 του ν.4172/2013 είτε με τον κωδικό 10 για αμοιβή μικρότερη των 300 ευρώ) εφόσον οι ανωτέρω ερευνητές έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας και τηρούν βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 6. Τέλος, διευκρινίζονται και τα ακόλουθα: α) στην περίπτωση που οι ανωτέρω ερευνητές έχουν κάνει έναρξη δραστηριότητας μετά τη λήξη της σύμβασης εργασίας της ως άνω περ.(i) και εφόσον βέβαια τηρούνται και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της περ.στ' της παρ.2 του άρθ.12 ν.4172/2013, τότε δεν υπάρχει παράλληλη απόκτηση εισοδήματος από μισθωτή εργασία και από επιχειρηματική δραστηριότητα και συνεπώς και το εισόδημα που αποκτούν οι εν λόγω ερευνητές κατά το δεύτερο μισό του 2014 φορολογείται με την κλίμακα του εισοδήματος από .μισθωτή εργασία της παρ.1 του άρθρου 15 του νόμου αυτού. Λόγω του ότι η εφαρμογή της ηλεκτρονικής υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 των εν λόγω προσώπων δεν μπορεί να διακρίνει την μη επικάλυψη των χρονικών διαστημάτων που αντίστοιχα αποκτήθηκαν τα παραπάνω εισοδήματα, στην περίπτωση αυτή οι εν λόγω φορολογούμενοι πρέπει να υποβάλλουν δήλωση με επιφύλαξη ούτως ώστε να διενεργηθεί εκκαθάριση των δηλώσεων τους σύμφωνα με τα ανωτέρω από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. β) στην περίπτωση που υπάρχει έναρξη δραστηριότητας από τους ανωτέρω ερευνητές κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας της ως άνω περ.(i), τότε το εισόδημα που αποκτούν οι εν λόγω ερευνητές από επιχειρηματική δραστηριότητα της περ.(ii) φορολογείται με την κλίμακα του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα της παρ.1 του άρθρου 29 ανεξάρτητα από το αν τηρούνται ή όχι και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της περ.στ' παρ.2 αρθ. 12 ν.4172/2013, καθόσον στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στην παρ.3 του παρόντος." Πηγή: http://www.dikaiologitika.gr/eidhseis/oikonomia/73581/nees-diefkriniseis-pos-forologoyntai-oi-amoives-me-mplokaki
  7. Καλημέρα σας, είμαι μηχανικός-ελευθερος επαγγελματίας με ενεργό μπλοκάκι που όμως δεν έχει χρησιμοποιηθεί απο το 2013. Θα ήθελα να ρωτήσω όποιον συνάδελφο γνωρίζει σχετικά με το ποιό είναι το ποσοστό παρακράτησης φόρου που ισχύει σήμερα. Πριν 2 χρόνια ήταν στο 20%, εξακολουθεί να είναι το ίδιο ή πήγε 26% όπως έχω διαβάσει; Ξεκαθαρίζω ότι έχω εισόδημα μόνο από μπλοκάκι παροχής υπηρεσιών σε ένα εργοδότη και ότι δεν είμαι μισθωτός. Ευχαριστώ εκ των προτέρων
  8. Καλησπέρα, πριν λίγες εβδομάδες υπέγραψα μια σύμβαση ορισμένου χρόνου, για 1 έτος, με συγκεκριμένα καθήκοντα σε μια εταιρία. Δυστυχώς παρόλη την καλή μου θέληση να εργαστώ στην εταιρία αυτή διότι ζούμε και σε δύσκολες εποχές δεν μπορέσαμε να συνεργαστούμε. Η θέση ήταν τεχνικού διευθυντή και ελεγκτή οχημάτων. Μην τα πολυλογώ, ούτε το 1 έκανα, ούτε το άλλο, έφτιαχνα καφέδες, έκανα λογιστικά, έκανα την τηλεφωνήτρια, την καθαρίστρια,γραμματειακή υποστήριξη, πότιζα το γκαζόν κλπ. Καθήκοντα τεχνικού διευθυντή ή ελεγκτή ασκούσα μόνο όταν ερχόταν η ώρα να χρησιμοποιήσουμε σφραγίδες αν με καταλαβαίνετε άσχετα αν εγώ δεν είχα δει καν το όχημα που υποτίθεται έλεγχα. Παρόλα αυτά σε πνεύμα καλής πίστεως (και ανάγκης) ότι σε λίγο καιρό θα προσαρμοστούμε στα κανονικά κατόπιν σχετικής προφορικής βεβαίωσης έμεινα για 5 εβδομάδες. Επειδή η λήξη της συνεργασίας έγινε σε κακό κλίμα, καταρχήν ανησυχώ ότι η εταιρεία μπορεί να καταγγείλει την σύμβαση (διότι υπήρξε έντονη αντιπαράθεση) και δεύτερον θα ήθελα όποια πληροφορία γνωρίζεται για το πως αν δεν μου καταβάλει τα δεδουλευμένα τουλάχιστον του καιρό που εργάστηκα πως μπορώ να την καταγγείλω εγώ. Σας ευχαριστώ.
  9. Καλησπέρα σας, Θα ήθελα να ζητήσω κάποιες πληροφορίες σχετικά με τη "σύμβαση μίσθωσης έργου" σε ΑΕΙ (για έρευνα) για ασφαλισμένους ΤΣΜΕΔΕ. Για παράδειγμα: - Θεωρείσαι μισθωτός ή ελεύθερος επαγγελματίας όσον αφορά στις κρατήσεις ΤΣΜΕΔΕ αλλά και στη φορολογική κλίμακα? - Από το καθαρό ποσό που σε πληρώνουν έχουν ήδη αφαιρεθεί οι ασφαλιστικές εισφορές του ΤΣΜΕΔΕ ή τις πληρώνεις μόνος σου ανά εξάμηνο? - Παρακρατούνται "εργοδοτικές εισφορές" και αν ναι, γιατί?? Πώς υπολογίζονται αυτές? - Τέλος, είμαι υποχρεωμένη να έχω το λεγόμενο μπλοκάκι (δελτίο παροχής υπηρεσιών)? Αυτό συνεπάγεται ότι θα πρέπει να κάνω έναρξη επαγγέλματος στην εφορία με όλη τη χαρτούρα που αυτό συνεπάγεται? Συγνώμη για τον βομβαρδισμό με τόσες απορίες, αλλά όπως καταλαβαίνετε είμαι καινούρια στο χώρο! Ευχαριστώ για οποιαδήποτε πληροφορία/συμβουλή!
  10. Τι γινεται με τις δαπανες και το ΦΠΑ? Ακουστηκε οτι οι δαπανες δε θα εκπιπτουν πλεον. οκ, αφου θα ειμαστε με το καθεστως των μισθωτων και δε θα εκπιπτουν οι δαπανες, τοτε να μην κοβουμε και ΦΠΑ...
  11. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες του ΥΠ. ΟΙΚ : Ισχυρό φορο-σοκ θα υποστούν τα επόμενα έτη περίπου 780.000 μικρομεσαίοι επιτηδευματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν ατομικά τις δραστηριότητές τους - ανάμεσά τους και χιλιάδες εργαζόμενοι που αμείβονται με «μπλοκάκια» - καθώς η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών σχεδιάζει για όλους αυτούς, την κατάργηση του αφορολογήτου ορίου των 5.000 ευρώ και των πρόσθετων αφορολογήτων ορίων που ισχύουν σήμερα για τα προστατευόμενα τέκνα τους! Οι εν λόγω φορολογούμενοι δεν θα αντιμετωπίζονται πλέον από τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ως «φυσικά πρόσωπα», αλλά ως «νομικά πρόσωπα». Αυτό σημαίνει ότι τα καθαρά εισοδήματά τους θα φορολογούνται από το πρώτο ευρώ με έναν μόνο συντελεστή φόρου. Σύμφωνα δε με πληροφορίες από το υπουργείο Οικονομικών, εξετάζεται το ενδεχόμενο ο συντελεστής αυτός να οριστεί στο επίπεδο του 20% ή του 30%, το οποίο θα είναι κυριολεκτικά εξοντωτικό για τους περισσότερους εμποροβιοτέχνες, ελεύθερους επαγγελματίες και λοιπούς αυτοαπασχολούμενους. Πηγή : http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27686&subid=2&pubid=112924063 Τι να πει κανείς ... Κάποιοι φωστήρες έχουν προαποφασίσει και προαναγγείλει την εξόντωσή μας και δουλεύουν συστηματικά για να μην εξαιρεθεί κανένας μας .
×
×
  • Create New...

Σημαντικό

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώνουμε το περιεχόμενο του website μας. Μπορείτε να τροποποιήσετε τις ρυθμίσεις των cookie, ή να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την χρήση τους.