Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναζήτηση στην κοινότητα

Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'ενέργεια'.

  • Αναζήτηση με βάση τις ετικέτες

    Πληκτρολογήστε τις ετικέτες και χωρίστε τες με κόμμα.
  • Αναζήτηση με βάση τον συγγραφέα

Τύπος περιεχομένου


Φόρουμ

  • Ειδήσεις
    • Ειδήσεις
  • Εργασίες Μηχανικών
    • Τοπογραφικά-Χωροταξικά
    • Αρχιτεκτονικά
    • Στατικά
    • Μηχανολογικά
    • Ηλεκτρολογικά
    • Περιβαλλοντικά
    • Διάφορα
  • Εργασιακά-Διαδικαστικά
    • Άδειες-Διαδικασίες
    • Αυθαίρετα
    • Οικονομικά-Αμοιβές
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά
    • Εκπαίδευση
    • Ειδικότητες-Συλλογικά Όργανα
  • Εργαλεία
    • Προγράμματα Η/Υ
    • Εξοπλισμός
    • Διαδίκτυο
    • Showroom
  • Γενικά
    • Αγγελίες
    • Κουβέντα
    • Δράσεις-Προτάσεις προς φορείς
    • Michanikos.gr
    • Θέματα Ιδιωτών
  • Δοκιμαστικό's Θεματολογία γενική

Κατηγορίες

  • 1. Τοπογραφικά-Πολεοδομικά
    • 1.1 Λογισμικό
    • 1.2 Νομοθεσία
    • 1.3 Έντυπα
    • 1.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 1.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 2. Συγκοινωνιακά - Οδοποιίας
    • 2.1 Λογισμικό
    • 2.2 Νομοθεσία
    • 2.3 Έντυπα
    • 2.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 2.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 3. Αρχιτεκτονικά - Σχεδιαστικά
    • 3.1 Λογισμικό
    • 3.2 Νομοθεσία
    • 3.3 Έντυπα
    • 3.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 3.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 4. Στατικά - Εδαφοτεχνικά
    • 4.1 Λογισμικό
    • 4.2 Νομοθεσία
    • 4.3 Έντυπα
    • 4.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 4.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 5. Μηχανολογικά
    • 5.1 Λογισμικό
    • 5.2 Νομοθεσία
    • 5.3 Έντυπα
    • 5.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 5.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 6. Ηλεκτρολογικά
    • 6.1 Λογισμικό
    • 6.2 Νομοθεσία
    • 6.3 Έντυπα
    • 6.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 6.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 7. ΑΠΕ - Φωτοβολταϊκά
    • 7.1 Λογισμικό
    • 7.2 Νομοθεσία
    • 7.3 Έντυπα
    • 7.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 7.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 8. Περιβαλλοντικά
    • 8.1 Λογισμικό
    • 8.2 Νομοθεσία
    • 8.3 Έντυπα
    • 8.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 8.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 9. Υδραυλικά - Λιμενικά
    • 9.1 Λογισμικό
    • 9.2 Νομοθεσία
    • 9.3 Έντυπα
    • 9.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 9.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 10. Διαχείριση Έργων - Εκτιμήσεις - Πραγματογνωμοσύνες
    • 10.1 Λογισμικό
    • 10.2 Νομοθεσία
    • 10.3 Έντυπα
    • 10.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 10.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 11. Δημόσια Έργα - Ασφάλεια και Υγιεινή
    • 11.1 Λογισμικό
    • 11.2 Νομοθεσία
    • 11.3 Έντυπα
    • 11.4 Μελέτες-Βοηθήματα
    • 11.5 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 12. Αμοιβές - Φορολογικά - Άδειες
    • 12.1 Λογισμικό
    • 12.2 Νομοθεσία
    • 12.3 Έντυπα - Αιτήσεις
    • 12.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 13. Αυθαίρετα
    • 13.1 Λογισμικό
    • 13.2 Νομοθεσία
    • 13.3 Έντυπα
    • 13.4 Συνέδρια-Ημερίδες
  • 14. Διάφορα

Categories

  • Ειδήσεις
    • Νομοθεσία
    • Εργασιακά
    • Ασφαλιστικά-Φορολογικά
    • Περιβάλλον
    • Ενέργεια-ΑΠΕ
    • Τεχνολογία
    • Χρηματοδοτήσεις
    • Έργα-Υποδομές
    • Επικαιρότητα
    • Αρθρογραφία
    • Michanikos.gr
    • webTV
    • Sponsored

Βρείτε αποτελέσματα...

Βρείτε αποτελέσματα που...


Ημερομηνία δημιουργίας

  • Start

    End


Τελευταία ενημέρωση

  • Start

    End


Φιλτράρισμα με βάση τον αριθμό των...

Εντάχθηκε

  • Start

    End


Ομάδα


Επάγγελμα


Ειδικότητα

  1. Αντιδρώντες σε αιολικά πάρκα υποστηρίζουνε ότι οι εγκαταστάσεις έργων αιολικής ενέργειας (αιολικά πάρκα) δεν προχωρούν, δεν είναι βιώσιμα, είναι πανάκριβα, είναι επιδοτούμενα, παράγουν ασταθή ηλεκτρισμό, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τον άνθρωπο και ότι στο εξωτερικό μία-μία οι χώρες εγκαταλείπουν αυτές τις εγκαταστάσεις και ότι γενικότερα δεν έχουν μέλλον. Επιπλέον δίνουν και ψευδή στοιχεία για μεμονωμένες χώρες όπως τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ποια είναι η πραγματικότητα που επιμελώς αποκρύπτουν; Αυτό είναι το δεύτερο από μια σειρά τριών άρθρων στα οποία θα παρουσιαστεί περιληπτικά η πραγματικότητα της εξέλιξης των αιολικών πάρκων μέχρι σήμερα και τη μελλοντική τους εξέλιξη στην Ελλάδα, την Ευρώπη και παγκόσμια. Σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με το παρόν και το μέλλον της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη. Α. Παρόν της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη Τα στοιχεία προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση Αιολικής Ενέργειας (WindEurope) και αποτυπώνονται στην έκδοση με θέμα «Wind energy in Europe – 2020 Statistics and the outlook for 2021-2025», που δημοσιεύθηκε τον 2/2021 [1]. Στην Ευρώπη εγκαταστάθηκε νέα αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 14,7 GW (14.700 MW) το 2020. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαταστάθηκαν τα 10,5 GW (10.500 MW) και κάλυψαν το 16% της καταναλωθείσας ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 27 και Ηνωμένο Βασίλειο). Στην Ευρώπη σήμερα η συνολική εγκατεστημένη ισχύς είναι 220 GW (220.000 MW) Στο παρακάτω σχήμα παρουσιάζεται η νέα εγκατεστημένη ισχύς στην Ευρώπη για το 2020. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκαν νέα 517 MW, με πρώτες χώρες: Oλλανδία, Γερμανία, Νορβηγία, Ισπανία, Γαλλία και Τουρκία. Στα παρακάτω σχήματα παρουσιάζεται η εικόνα των εγκαταστάσεων αιολικών πάρκων στην Ευρώπη για το 2020. Οι πέντε χώρες με τη μεγαλύτερη εγκατεστημένη αιολική ισχύ είναι: Γερμανία – 62.627 MW – κάλυψε το 27% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ισπανία – 27.264 MW– κάλυψε το 22% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Γαλλία – 17.949 MW – κάλυψε το 9% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ιταλία – 10.852 MW – κάλυψε το 7% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Σουηδία – 9.992 ΜW– κάλυψε το 20% της ετήσια συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ενδεικτικά για την Ελλάδα και την Κύπρο έχουμε: Η Ελλάδα είχε το 2020 εγκατεστημένη αιολική ισχύ ίση με 4.113MW – κάλυψε το 27% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Η Κύπρος είχε το 2020 εγκατεστημένη αιολική ισχύ ίση με 158MW – κάλυψε το 6% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται ανά χώρα, η νέα εγκατεστημένη ισχύς για το 2020, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς και το μερίδιο κάλυψης με αιολική ενέργεια της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας για το 2020. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως η αιολική ενέργεια κάλυψε το 16% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο. Στις πέντε πιο υψηλές θέσεις ως προς τη κάλυψη της ετήσιας καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας (όπως φαίνεται και από το παρακάτω σχήμα) από αιολικά πάρκα βρίσκονται οι : Δανία με 48% Ιρλανδία με 38% Γερμανία με 27% Ηνωμένο Βασίλειο με 27% Πορτογαλία με 25% Η Ελλάδα βρίσκεται στο 15%. Β. Το μέλλον της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη ως το 2025 Αναμένεται στην Ευρώπη να εγκατασταθούν νέα αιολικά πάρκα ισχύος 105GW (105.000 MW) τη περίοδο 2021-2025 σύμφωνα με τις υπάρχουσες δεσμεύσεις-στόχους των Εθνικών Κυβερνήσεων, εκ των οποίων το 70% θα είναι στη ξηρά. Στο παρακάτω σχήμα παρουσιάζονται οι εκτιμήσεις της ετήσιας νέας αιολικής εγκατεστημένης ισχύος για τη περίοδο 2021-2025. Η Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 εκτιμάται ότι θα εγκαταστήσει 75 GW (75.000MW) ως το 2025 με ένα ρυθμό 15GW (15.000MW) ανά έτος. Το 72% των νέων εγκαταστάσεων θα είναι χερσαίες και το 28% θαλάσσια αιολικά πάρκα. Εκτιμάται ότι η Γερμανία θα εγκαταστήσει νέα αιολική ισχύ 16.000MW, η Γαλλία 12.000MW, η Σουηδία 7.000MW και η Ολλανδία 6.000MW. Οι ΑΠΕ αλλά και ιδιαίτερα τα αιολικά πάρκα έχουν ευοίωνο μέλλον και ισχυρές προοπτικές να συνεχίσουν την επιτυχημένη πορεία τους στην Ευρώπη. Συμπερασματικά, μετά την παράθεση όλων αυτών των στατιστικών στοιχείων από αξιόπιστες πηγές εξάγεται εύκολα το συμπέρασμα ότι η αιολική ενέργεια είναι ανταγωνιστική, ταχέως αναπτυσσόμενη και αποτελεί τη λύση για ασφαλή, αξιόπιστη και οικονομική ενεργειακή πηγή για την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την αιολική ενέργεια στην Ελλάδα μπορείτε να βρείτε στα: www.eletaen.gr, www.ask4wind.gr, ενώ για την Ευρώπη στο site www.windeurope.org και ειδικά στατιστικά της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη στο πιο κάτω link, αλλά και στον κόσμο. Βιβλιογραφία: https://windeurope.org/intelligence-platform/product/wind-energy-in-europe-in-2020-trends-and-statistics/
  2. Αντιδρώντες σε αιολικά πάρκα υποστηρίζουνε ότι οι εγκαταστάσεις έργων αιολικής ενέργειας (αιολικά πάρκα) δεν προχωρούν, δεν είναι βιώσιμα, είναι πανάκριβα, είναι επιδοτούμενα, παράγουν ασταθή ηλεκτρισμό, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τον άνθρωπο και ότι στο εξωτερικό μία-μία οι χώρες εγκαταλείπουν αυτές τις εγκαταστάσεις και ότι γενικότερα δεν έχουν μέλλον. Επιπλέον δίνουν και ψευδή στοιχεία για μεμονωμένες χώρες όπως τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ποια είναι η πραγματικότητα που επιμελώς αποκρύπτουν; Αυτό είναι το δεύτερο από μια σειρά τριών άρθρων στα οποία θα παρουσιαστεί περιληπτικά η πραγματικότητα της εξέλιξης των αιολικών πάρκων μέχρι σήμερα και τη μελλοντική τους εξέλιξη στην Ελλάδα, την Ευρώπη και παγκόσμια. Σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με το παρόν και το μέλλον της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη. Α. Παρόν της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη Τα στοιχεία προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση Αιολικής Ενέργειας (WindEurope) και αποτυπώνονται στην έκδοση με θέμα «Wind energy in Europe – 2020 Statistics and the outlook for 2021-2025», που δημοσιεύθηκε τον 2/2021 [1]. Στην Ευρώπη εγκαταστάθηκε νέα αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 14,7 GW (14.700 MW) το 2020. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαταστάθηκαν τα 10,5 GW (10.500 MW) και κάλυψαν το 16% της καταναλωθείσας ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 27 και Ηνωμένο Βασίλειο). Στην Ευρώπη σήμερα η συνολική εγκατεστημένη ισχύς είναι 220 GW (220.000 MW) Στο παρακάτω σχήμα παρουσιάζεται η νέα εγκατεστημένη ισχύς στην Ευρώπη για το 2020. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκαν νέα 517 MW, με πρώτες χώρες: Oλλανδία, Γερμανία, Νορβηγία, Ισπανία, Γαλλία και Τουρκία. Στα παρακάτω σχήματα παρουσιάζεται η εικόνα των εγκαταστάσεων αιολικών πάρκων στην Ευρώπη για το 2020. Οι πέντε χώρες με τη μεγαλύτερη εγκατεστημένη αιολική ισχύ είναι: Γερμανία – 62.627 MW – κάλυψε το 27% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ισπανία – 27.264 MW– κάλυψε το 22% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Γαλλία – 17.949 MW – κάλυψε το 9% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ιταλία – 10.852 MW – κάλυψε το 7% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Σουηδία – 9.992 ΜW– κάλυψε το 20% της ετήσια συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ενδεικτικά για την Ελλάδα και την Κύπρο έχουμε: Η Ελλάδα είχε το 2020 εγκατεστημένη αιολική ισχύ ίση με 4.113MW – κάλυψε το 27% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Η Κύπρος είχε το 2020 εγκατεστημένη αιολική ισχύ ίση με 158MW – κάλυψε το 6% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται ανά χώρα, η νέα εγκατεστημένη ισχύς για το 2020, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς και το μερίδιο κάλυψης με αιολική ενέργεια της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας για το 2020. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως η αιολική ενέργεια κάλυψε το 16% της ετήσιας συνολικής καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο. Στις πέντε πιο υψηλές θέσεις ως προς τη κάλυψη της ετήσιας καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας (όπως φαίνεται και από το παρακάτω σχήμα) από αιολικά πάρκα βρίσκονται οι : Δανία με 48% Ιρλανδία με 38% Γερμανία με 27% Ηνωμένο Βασίλειο με 27% Πορτογαλία με 25% Η Ελλάδα βρίσκεται στο 15%. Β. Το μέλλον της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη ως το 2025 Αναμένεται στην Ευρώπη να εγκατασταθούν νέα αιολικά πάρκα ισχύος 105GW (105.000 MW) τη περίοδο 2021-2025 σύμφωνα με τις υπάρχουσες δεσμεύσεις-στόχους των Εθνικών Κυβερνήσεων, εκ των οποίων το 70% θα είναι στη ξηρά. Στο παρακάτω σχήμα παρουσιάζονται οι εκτιμήσεις της ετήσιας νέας αιολικής εγκατεστημένης ισχύος για τη περίοδο 2021-2025. Η Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 εκτιμάται ότι θα εγκαταστήσει 75 GW (75.000MW) ως το 2025 με ένα ρυθμό 15GW (15.000MW) ανά έτος. Το 72% των νέων εγκαταστάσεων θα είναι χερσαίες και το 28% θαλάσσια αιολικά πάρκα. Εκτιμάται ότι η Γερμανία θα εγκαταστήσει νέα αιολική ισχύ 16.000MW, η Γαλλία 12.000MW, η Σουηδία 7.000MW και η Ολλανδία 6.000MW. Οι ΑΠΕ αλλά και ιδιαίτερα τα αιολικά πάρκα έχουν ευοίωνο μέλλον και ισχυρές προοπτικές να συνεχίσουν την επιτυχημένη πορεία τους στην Ευρώπη. Συμπερασματικά, μετά την παράθεση όλων αυτών των στατιστικών στοιχείων από αξιόπιστες πηγές εξάγεται εύκολα το συμπέρασμα ότι η αιολική ενέργεια είναι ανταγωνιστική, ταχέως αναπτυσσόμενη και αποτελεί τη λύση για ασφαλή, αξιόπιστη και οικονομική ενεργειακή πηγή για την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την αιολική ενέργεια στην Ελλάδα μπορείτε να βρείτε στα: www.eletaen.gr, www.ask4wind.gr, ενώ για την Ευρώπη στο site www.windeurope.org και ειδικά στατιστικά της αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη στο πιο κάτω link, αλλά και στον κόσμο. Βιβλιογραφία: https://windeurope.org/intelligence-platform/product/wind-energy-in-europe-in-2020-trends-and-statistics/ View full είδηση
  3. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζει το ενδεχόμενο αυστηρότερων κανόνων που καθορίζουν εάν η ενέργεια καύσης ξύλου μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανανεώσιμη και να υπολογίζεται σε πράσινους στόχους, σύμφωνα με σχέδιο που επικαλείται το Reuters. Η Κομισιόν τον επόμενο μήνα θα προτείνει ένα πακέτο πολιτικών για τη μείωση των εκπομπών θέρμανσης του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στο φόρο καυσίμων και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά άνθρακα. Όλα έχουν σχεδιαστεί για την επίτευξη του στόχου της ΕΕ για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030, από τα επίπεδα του 1990. Το πακέτο θα περιλαμβάνει επίσης μια αναθεώρηση των κανόνων της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκειμένου αποφασίζουν πόσο γρήγορα το μπλοκ πρέπει να επεκταθεί σε πηγές όπως η αιολική, ηλιακή και η ενέργεια βιομάζας που παράγεται από καύση σφαιριδίων ξύλου ή τσιπ. Βιώσιμα κριτήρια Σύμφωνα με σχέδιο πρότασης, το οποίο επικαλείται το Reuters, θα απαιτείται μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας με καύση βιομάζας χωρητικότητας 5 μεγαβάτ (MW) ή παραπάνω, να εκπληρούν βιώσιμα κριτήρια και να προσφέρουν σημαντικές μειώσεις εκπομπών σε σύγκριση με την καύση ορυκτών καυσίμων. Οι εγκαταστάσεις βιομάζας με χωρητικότητα κάτω των 20MW εξαιρούνται επί του παρόντος από αυτές τις απαιτήσεις. Τα εργοστάσια με βιομάζα θα θεωρηθούν ανανεώσιμα μόνο εάν παράγουν 70% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τις μονάδες παραγωγής ενέργειας με βάση τα ορυκτά καύσιμα, ανέφερε το προσχέδιο. Επί του παρόντος, αυτή η απαίτηση ισχύει μόνο για νέες εγκαταστάσεις που άρχισαν να λειτουργούν φέτος. Το προσχέδιο αναφέρει ότι όλα τα εθνικά καθεστώτα στήριξης που προωθούν τη χρήση ενέργειας από βιομάζα πρέπει να ακολουθούν μια «αρχή», όπου το ξύλο πρέπει να καίγεται μόνο για ενέργεια ως έσχατη λύση. Ο στόχος είναι να σταματήσει το ξύλο που είναι κατάλληλο για άλλους σκοπούς, όπως η κατασκευή επίπλων, να καταλήγει ως καύσιμο. Σχέδιο πρότασης Ο νόμος θα θέσει επίσης πιο φιλόδοξους στόχους για την ΕΕ για την επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι αριθμοί για αυτούς τους νέους στόχους δεν συμπεριλήφθηκαν στο σχέδιο πρότασης. Ο τρέχων στόχος της ΕΕ είναι να επεκτείνει το μερίδιό της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο 32% της τελικής κατανάλωσης έως το 2030, αν και η ανάλυση της Επιτροπής υποδηλώνει ότι θα χρειαστεί αύξηση στο 38-40% για να συμμορφωθεί με τον νέο στόχο μείωσης των εκπομπών του μπλοκ. Οι ανανεώσιμες πηγές παρείχαν μόλις το 20% της ενέργειας της ΕΕ το 2019.
  4. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζει το ενδεχόμενο αυστηρότερων κανόνων που καθορίζουν εάν η ενέργεια καύσης ξύλου μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανανεώσιμη και να υπολογίζεται σε πράσινους στόχους, σύμφωνα με σχέδιο που επικαλείται το Reuters. Η Κομισιόν τον επόμενο μήνα θα προτείνει ένα πακέτο πολιτικών για τη μείωση των εκπομπών θέρμανσης του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στο φόρο καυσίμων και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά άνθρακα. Όλα έχουν σχεδιαστεί για την επίτευξη του στόχου της ΕΕ για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030, από τα επίπεδα του 1990. Το πακέτο θα περιλαμβάνει επίσης μια αναθεώρηση των κανόνων της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκειμένου αποφασίζουν πόσο γρήγορα το μπλοκ πρέπει να επεκταθεί σε πηγές όπως η αιολική, ηλιακή και η ενέργεια βιομάζας που παράγεται από καύση σφαιριδίων ξύλου ή τσιπ. Βιώσιμα κριτήρια Σύμφωνα με σχέδιο πρότασης, το οποίο επικαλείται το Reuters, θα απαιτείται μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας με καύση βιομάζας χωρητικότητας 5 μεγαβάτ (MW) ή παραπάνω, να εκπληρούν βιώσιμα κριτήρια και να προσφέρουν σημαντικές μειώσεις εκπομπών σε σύγκριση με την καύση ορυκτών καυσίμων. Οι εγκαταστάσεις βιομάζας με χωρητικότητα κάτω των 20MW εξαιρούνται επί του παρόντος από αυτές τις απαιτήσεις. Τα εργοστάσια με βιομάζα θα θεωρηθούν ανανεώσιμα μόνο εάν παράγουν 70% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τις μονάδες παραγωγής ενέργειας με βάση τα ορυκτά καύσιμα, ανέφερε το προσχέδιο. Επί του παρόντος, αυτή η απαίτηση ισχύει μόνο για νέες εγκαταστάσεις που άρχισαν να λειτουργούν φέτος. Το προσχέδιο αναφέρει ότι όλα τα εθνικά καθεστώτα στήριξης που προωθούν τη χρήση ενέργειας από βιομάζα πρέπει να ακολουθούν μια «αρχή», όπου το ξύλο πρέπει να καίγεται μόνο για ενέργεια ως έσχατη λύση. Ο στόχος είναι να σταματήσει το ξύλο που είναι κατάλληλο για άλλους σκοπούς, όπως η κατασκευή επίπλων, να καταλήγει ως καύσιμο. Σχέδιο πρότασης Ο νόμος θα θέσει επίσης πιο φιλόδοξους στόχους για την ΕΕ για την επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι αριθμοί για αυτούς τους νέους στόχους δεν συμπεριλήφθηκαν στο σχέδιο πρότασης. Ο τρέχων στόχος της ΕΕ είναι να επεκτείνει το μερίδιό της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο 32% της τελικής κατανάλωσης έως το 2030, αν και η ανάλυση της Επιτροπής υποδηλώνει ότι θα χρειαστεί αύξηση στο 38-40% για να συμμορφωθεί με τον νέο στόχο μείωσης των εκπομπών του μπλοκ. Οι ανανεώσιμες πηγές παρείχαν μόλις το 20% της ενέργειας της ΕΕ το 2019. View full είδηση
  5. Στην αδειοδότηση μονάδων αποθήκευσης ενέργειας συνολικής ισχύος πάνω από 1,7 γιγαβάτ προχώρησε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, σύμφωνα με αποφάσεις που αναρτήθηκαν στη «Διαύγεια». Τη «μερίδα του λέοντος» έλαβε η ΔΕΗ Ανανεώσιμες με 8 άδειες Αδειες Παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση συσσωρευτών αποθήκευσης στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας, συνολικής ισχύος 950 MW. Όπως επισημαίνουν πηγές της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, ο όμιλος ΔΕΗ αυξάνει το είδος των τεχνολογιών για τις οποίες διαθέτει 'Αδεια Παραγωγής έχοντας πλέον ένα μεγάλο και πλούσιο χαρτοφυλάκιο έργων υπό ανάπτυξη. «Ο όμιλος θεωρεί ότι οι μονάδες αποθήκευσης θα είναι απαραίτητες στο νέο ενεργειακό μίγμα που προγραμματίζεται και δίνει μεγάλη προσοχή ώστε να επενδύσει σε αυτές. Με προσεκτικά επιχειρηματικά βήματα και έχοντας ως βάση το επιστημονικό δυναμικό του Ομίλου προχωράει γρήγορα στην ανάπτυξη και υλοποίηση αυτών των επενδύσεων», προσθέτουν. Οι αδειοδοτήσεις περιλαμβάνουν ακόμη μονάδες του ομίλου Κοπελούζου (300 μεγαβάτ στον 'Αγιο Χαράλαμπο Κοζάνης) και της ΤΕΡΝΑ (4 μονάδες 375 μεγαβάτ σε Κοζάνη, Αρκαδία, Θεσσαλονίκη και Θήβα), της «Αποθηκευτική Ενεργειακή Υβριδική Εταιρεία» (75μεγαβάτ στην 'Αρτα), της «Υβριδικά Μήλου» (75 μεγαβάτ στην 'Αρτα) «ΕΥΔΩΡΗ Ενεργειακή» (10 μεγαβάτ στο Μέτσοβο). Σύμφωνα με τις άδειες που εκδόθηκαν, οι μονάδες αποθήκευσης υποχρεούνται να υποβάλλουν προσφορές απορρόφησης και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με τη νομοθεσία και με βάση τα διαθέσιμα αποθέματα ενέργειας στο αποθηκευτικό σύστημα του σταθμού. Οι μονάδες αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες κ.α.) αποτελούν βασική συνιστώσα για την αύξηση της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο σύστημα ηλεκτροδότησης καθώς διασφαλίζουν την απορρόφηση της «πράσινης» ενέργειας σε περιόδους χαμηλής ζήτησης και την κάλυψη της ζήτησης σε περιόδους χαμηλής παραγωγής ΑΠΕ. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
  6. Στην αδειοδότηση μονάδων αποθήκευσης ενέργειας συνολικής ισχύος πάνω από 1,7 γιγαβάτ προχώρησε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, σύμφωνα με αποφάσεις που αναρτήθηκαν στη «Διαύγεια». Τη «μερίδα του λέοντος» έλαβε η ΔΕΗ Ανανεώσιμες με 8 άδειες Αδειες Παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση συσσωρευτών αποθήκευσης στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας, συνολικής ισχύος 950 MW. Όπως επισημαίνουν πηγές της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, ο όμιλος ΔΕΗ αυξάνει το είδος των τεχνολογιών για τις οποίες διαθέτει 'Αδεια Παραγωγής έχοντας πλέον ένα μεγάλο και πλούσιο χαρτοφυλάκιο έργων υπό ανάπτυξη. «Ο όμιλος θεωρεί ότι οι μονάδες αποθήκευσης θα είναι απαραίτητες στο νέο ενεργειακό μίγμα που προγραμματίζεται και δίνει μεγάλη προσοχή ώστε να επενδύσει σε αυτές. Με προσεκτικά επιχειρηματικά βήματα και έχοντας ως βάση το επιστημονικό δυναμικό του Ομίλου προχωράει γρήγορα στην ανάπτυξη και υλοποίηση αυτών των επενδύσεων», προσθέτουν. Οι αδειοδοτήσεις περιλαμβάνουν ακόμη μονάδες του ομίλου Κοπελούζου (300 μεγαβάτ στον 'Αγιο Χαράλαμπο Κοζάνης) και της ΤΕΡΝΑ (4 μονάδες 375 μεγαβάτ σε Κοζάνη, Αρκαδία, Θεσσαλονίκη και Θήβα), της «Αποθηκευτική Ενεργειακή Υβριδική Εταιρεία» (75μεγαβάτ στην 'Αρτα), της «Υβριδικά Μήλου» (75 μεγαβάτ στην 'Αρτα) «ΕΥΔΩΡΗ Ενεργειακή» (10 μεγαβάτ στο Μέτσοβο). Σύμφωνα με τις άδειες που εκδόθηκαν, οι μονάδες αποθήκευσης υποχρεούνται να υποβάλλουν προσφορές απορρόφησης και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με τη νομοθεσία και με βάση τα διαθέσιμα αποθέματα ενέργειας στο αποθηκευτικό σύστημα του σταθμού. Οι μονάδες αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες κ.α.) αποτελούν βασική συνιστώσα για την αύξηση της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο σύστημα ηλεκτροδότησης καθώς διασφαλίζουν την απορρόφηση της «πράσινης» ενέργειας σε περιόδους χαμηλής ζήτησης και την κάλυψη της ζήτησης σε περιόδους χαμηλής παραγωγής ΑΠΕ. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ View full είδηση
  7. Στην τελική ευθεία μπαίνει η συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου για την αποθήκευση ενέργειας, η οποία είναι απαραίτητη προκειμένου να προχωρήσουν οι αναγκαίες επενδύσεις στον τομέα. Όπως προέκυψε από τη συνάντηση του αρμόδιου υπουργού ενέργειας Κ. Σκρέκα με την αντιπρόεδρο της ΕΕ αρμόδια για θέματα ανταγωνισμού Μ. Βερστάγκερ, μέχρι τον Ιούνιο αναμένεται να έχει κοινοποιηθεί στις Βρυξέλλες το σχήμα για την ενίσχυση των μονάδων αποθήκευσης, το οποίο θα πρέπει να λάβει την αναγκαία έγκριση στο πλαίσιο των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Μόλις το θεσμικό πλαίσιο εγκριθεί τότε ανοίγει ο δρόμος για την υλοποίηση σημαντικών επενδυτικών σχεδίων, που είναι κομβικές για το στόχο της απανθρακοποίησης του ηλεκτρικού συστήματος και την περαιτέρω διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Και αυτό διότι η παραγωγή των ΑΠΕ είναι στοχαστική, οπότε οι μονάδες αποθήκευσης μπορούν να "στοκάρουν” την περίσσεια παραγωγή ΑΠΕ, η οποία στη συνέχεια αξιοποιείται από το σύστημα όταν υπάρχει έλλειψη. Με τα συστήματα αποθήκευσης, θα μπορούν στο μέλλον οι ΑΠΕ να μετατρέπονται σε μονάδες βάσης, δηλαδή σε μονάδες που θα καλύπτουν βασικά φορτία του συστήματος. Αξίζει να αναφερθεί ότι η κυβέρνηση έχει εντάξει τις επενδύσεις για την δημιουργία συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, στο Ταμείο Ανάκαμψης. Συγκεκριμένα προβλέπεται να ενισχυθούν έργα αποθήκευσης ενέργειας είτε με μπαταρίες είτε αντλησιοταμίευσης, με χρηματοδότηση ύψους 450 εκατ. ευρώ. Παίκτες Σε κάθε περίπτωση η αποθήκευση ενέργειας ήδη έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον και μεγάλοι παίκτες της εγχώριας ενεργειακής αγοράς προετοιμάζονται προκειμένου να μετατρέψουν σε έργα μια σειρά από μεγάλα ή μικρότερα project. Χαρακτηριστικές είναι οι επενδύσεις που προωθεί η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή στην τεχνολογία της αντλησιοταμίευσης και συγκεκριμένα δύο μεγάλα έργα σε Αμφιλοχία και Αμάρι Ρεθύμνου. Το έργο της Αμφιλοχίας προβλέπεται να έχει συνολική εγκατεστημένη ισχύ 680 MW (παραγωγή) και 730 MW (άντληση) και ετήσια παραγωγή ενέργειας περίπου 816.00 GWh. Περιλαμβάνει δυο ανεξάρτητους άνω ταμιευτήρες (Άγιο Γεώργιο και Πύργο με όγκους περίπου 5 hm3 και 2 hm3 αντίστοιχα) ενώ ως κάτω ταμιευτήρα χρησιμοποιεί την υπάρχουσα λίμνη Καστρακίου της ΔΕΗ. Η επένδυση της τάξεως των 500 εκατομμυρίων ευρώ αναμένεται να δημιουργήσει 900 θέσεις εργασίας στην περίοδο της κατασκευής και άλλες 60 μόνιμες για τη λειτουργία. Αντίστοιχα το έργο του Αμαρίου, η αντλητική λειτουργία προβλέπεται να τροφοδοτείται αποκλειστικά από δύο αιολικά πάρκα εγκατεστημένης ισχύος 89,1 MW στο νομό Λασιθίου. Η αντλησιοταμίευση θα πραγματοποιείται στο φράγμα Ποταμών στο νομό Ρεθύμνου. Η εγγυημένη ισχύς της εγκατάστασης προβλέπεται ναι είναι 50 MW (εγκατεστημένη 75 MW) και θα αποδίδει στο σύστημα της Κρήτης εγγυημένη ενέργεια 227 GWH. Η επένδυση, ύψους περίπου 280 εκατομμυρίων ευρώ, έχει εγχώρια προστιθέμενη αξία άνω των 150 εκατομμυρίων ευρώ. Είκοσι μία μονάδες αποθήκευσης με χρήση συσσωρευτών, ισχύος 50MW η κάθε μια προβλέπεται να δημιουργήσει η Mytilineos, η οποία απέκτησε τα project κατά την πρόσφατη μεγάλη συναλλαγή εξαγοράς του χαρτοφυλακίου φωτοβολταϊκών από την Egnatia Group. Εκτός από τα παραπάνω έργα η Mytilineos προωθεί ακόμη 4 πρόσθετα υπό ανάπτυξη έργα παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργεια με χρήση συσωρευτών ενεργειακά επικουρούμενων από φωτοβολταϊκούς σταθμούς. Έργα αποθήκευσης ενέργειας τόσο με συσσωρευτές όσο και με χρήση πράσινου υδρογόνου προωθεί και ο όμιλος Κοπελούζου. White dragon Ένα ακόμη εμβληματικό έργο που προωθείται από τη ΔΕΠΑ, ως συντονιστή, και συμμετέχουν η Advent Technologies, η Damco Energy (όμιλος Κοπελούζου) η ΔΕΗ, ο ΔΕΣΦΑ, τα Ελληνικά Πετρέλαια, η Motor Oil, η Σωληνουργεία Κορίνθου, ο TAP και η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή είναι το project πράσινου υδρογόνου White Dragon. Την περασμένη εβδομάδα μάλιστα κατατέθηκε η εθνική πρόταση στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τα σημαντικά έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος υδρογόνου (IPCEI). Ο πυρήνας του έργου βασίζεται στη σταδιακή αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Δυτικής Μακεδονίας και τη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας με τελικό στόχο την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μείγματος της χώρας. Το έργο "White Dragon" θα χρησιμοποιήσει ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια σε μεγάλη κλίμακα (GW) για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης στη Δυτική Μακεδονία. Το υδρογόνο, στη συνέχεια, θα αποθηκεύεται άμεσα (βραχυπρόθεσμη αποθήκευση υδρογόνου) και έμμεσα (διοχέτευση στον αγωγό φυσικού αερίου του ΔΕΣΦΑ) και, μέσω κυψελών καυσίμου υψηλής θερμοκρασίας, θα προσφέρει στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας ηλεκτρική ενέργεια ως μία σταθερή μονάδα βάσης συμπαραγωγής πράσινης ενέργειας και θερμότητας. Η παραγόμενη θερμότητα, ως παραπροϊόν της παραγωγής πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας, αρχικά θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικά στα δίκτυα τηλεθερμάνσεων της Δυτικής Μακεδονίας και μελλοντικά σε άλλες εφαρμογές που απαιτούν θερμότητα ή/και ψύξη (βιομηχανίες, data centers, θερμοκήπια κ.λπ.). Το συνολικό κόστος της επένδυσης η οποία αναμένεται να αναπτυχθεί από το 2022 έως το 2029 είναι 8,063 δισ. ευρώ και προβλέπεται η παραγωγή 250.000 τόνων υδρογόνου ετησίως.
  8. Στην τελική ευθεία μπαίνει η συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου για την αποθήκευση ενέργειας, η οποία είναι απαραίτητη προκειμένου να προχωρήσουν οι αναγκαίες επενδύσεις στον τομέα. Όπως προέκυψε από τη συνάντηση του αρμόδιου υπουργού ενέργειας Κ. Σκρέκα με την αντιπρόεδρο της ΕΕ αρμόδια για θέματα ανταγωνισμού Μ. Βερστάγκερ, μέχρι τον Ιούνιο αναμένεται να έχει κοινοποιηθεί στις Βρυξέλλες το σχήμα για την ενίσχυση των μονάδων αποθήκευσης, το οποίο θα πρέπει να λάβει την αναγκαία έγκριση στο πλαίσιο των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Μόλις το θεσμικό πλαίσιο εγκριθεί τότε ανοίγει ο δρόμος για την υλοποίηση σημαντικών επενδυτικών σχεδίων, που είναι κομβικές για το στόχο της απανθρακοποίησης του ηλεκτρικού συστήματος και την περαιτέρω διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Και αυτό διότι η παραγωγή των ΑΠΕ είναι στοχαστική, οπότε οι μονάδες αποθήκευσης μπορούν να "στοκάρουν” την περίσσεια παραγωγή ΑΠΕ, η οποία στη συνέχεια αξιοποιείται από το σύστημα όταν υπάρχει έλλειψη. Με τα συστήματα αποθήκευσης, θα μπορούν στο μέλλον οι ΑΠΕ να μετατρέπονται σε μονάδες βάσης, δηλαδή σε μονάδες που θα καλύπτουν βασικά φορτία του συστήματος. Αξίζει να αναφερθεί ότι η κυβέρνηση έχει εντάξει τις επενδύσεις για την δημιουργία συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, στο Ταμείο Ανάκαμψης. Συγκεκριμένα προβλέπεται να ενισχυθούν έργα αποθήκευσης ενέργειας είτε με μπαταρίες είτε αντλησιοταμίευσης, με χρηματοδότηση ύψους 450 εκατ. ευρώ. Παίκτες Σε κάθε περίπτωση η αποθήκευση ενέργειας ήδη έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον και μεγάλοι παίκτες της εγχώριας ενεργειακής αγοράς προετοιμάζονται προκειμένου να μετατρέψουν σε έργα μια σειρά από μεγάλα ή μικρότερα project. Χαρακτηριστικές είναι οι επενδύσεις που προωθεί η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή στην τεχνολογία της αντλησιοταμίευσης και συγκεκριμένα δύο μεγάλα έργα σε Αμφιλοχία και Αμάρι Ρεθύμνου. Το έργο της Αμφιλοχίας προβλέπεται να έχει συνολική εγκατεστημένη ισχύ 680 MW (παραγωγή) και 730 MW (άντληση) και ετήσια παραγωγή ενέργειας περίπου 816.00 GWh. Περιλαμβάνει δυο ανεξάρτητους άνω ταμιευτήρες (Άγιο Γεώργιο και Πύργο με όγκους περίπου 5 hm3 και 2 hm3 αντίστοιχα) ενώ ως κάτω ταμιευτήρα χρησιμοποιεί την υπάρχουσα λίμνη Καστρακίου της ΔΕΗ. Η επένδυση της τάξεως των 500 εκατομμυρίων ευρώ αναμένεται να δημιουργήσει 900 θέσεις εργασίας στην περίοδο της κατασκευής και άλλες 60 μόνιμες για τη λειτουργία. Αντίστοιχα το έργο του Αμαρίου, η αντλητική λειτουργία προβλέπεται να τροφοδοτείται αποκλειστικά από δύο αιολικά πάρκα εγκατεστημένης ισχύος 89,1 MW στο νομό Λασιθίου. Η αντλησιοταμίευση θα πραγματοποιείται στο φράγμα Ποταμών στο νομό Ρεθύμνου. Η εγγυημένη ισχύς της εγκατάστασης προβλέπεται ναι είναι 50 MW (εγκατεστημένη 75 MW) και θα αποδίδει στο σύστημα της Κρήτης εγγυημένη ενέργεια 227 GWH. Η επένδυση, ύψους περίπου 280 εκατομμυρίων ευρώ, έχει εγχώρια προστιθέμενη αξία άνω των 150 εκατομμυρίων ευρώ. Είκοσι μία μονάδες αποθήκευσης με χρήση συσσωρευτών, ισχύος 50MW η κάθε μια προβλέπεται να δημιουργήσει η Mytilineos, η οποία απέκτησε τα project κατά την πρόσφατη μεγάλη συναλλαγή εξαγοράς του χαρτοφυλακίου φωτοβολταϊκών από την Egnatia Group. Εκτός από τα παραπάνω έργα η Mytilineos προωθεί ακόμη 4 πρόσθετα υπό ανάπτυξη έργα παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργεια με χρήση συσωρευτών ενεργειακά επικουρούμενων από φωτοβολταϊκούς σταθμούς. Έργα αποθήκευσης ενέργειας τόσο με συσσωρευτές όσο και με χρήση πράσινου υδρογόνου προωθεί και ο όμιλος Κοπελούζου. White dragon Ένα ακόμη εμβληματικό έργο που προωθείται από τη ΔΕΠΑ, ως συντονιστή, και συμμετέχουν η Advent Technologies, η Damco Energy (όμιλος Κοπελούζου) η ΔΕΗ, ο ΔΕΣΦΑ, τα Ελληνικά Πετρέλαια, η Motor Oil, η Σωληνουργεία Κορίνθου, ο TAP και η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή είναι το project πράσινου υδρογόνου White Dragon. Την περασμένη εβδομάδα μάλιστα κατατέθηκε η εθνική πρόταση στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τα σημαντικά έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος υδρογόνου (IPCEI). Ο πυρήνας του έργου βασίζεται στη σταδιακή αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Δυτικής Μακεδονίας και τη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας με τελικό στόχο την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μείγματος της χώρας. Το έργο "White Dragon" θα χρησιμοποιήσει ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια σε μεγάλη κλίμακα (GW) για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης στη Δυτική Μακεδονία. Το υδρογόνο, στη συνέχεια, θα αποθηκεύεται άμεσα (βραχυπρόθεσμη αποθήκευση υδρογόνου) και έμμεσα (διοχέτευση στον αγωγό φυσικού αερίου του ΔΕΣΦΑ) και, μέσω κυψελών καυσίμου υψηλής θερμοκρασίας, θα προσφέρει στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας ηλεκτρική ενέργεια ως μία σταθερή μονάδα βάσης συμπαραγωγής πράσινης ενέργειας και θερμότητας. Η παραγόμενη θερμότητα, ως παραπροϊόν της παραγωγής πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας, αρχικά θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικά στα δίκτυα τηλεθερμάνσεων της Δυτικής Μακεδονίας και μελλοντικά σε άλλες εφαρμογές που απαιτούν θερμότητα ή/και ψύξη (βιομηχανίες, data centers, θερμοκήπια κ.λπ.). Το συνολικό κόστος της επένδυσης η οποία αναμένεται να αναπτυχθεί από το 2022 έως το 2029 είναι 8,063 δισ. ευρώ και προβλέπεται η παραγωγή 250.000 τόνων υδρογόνου ετησίως. View full είδηση
  9. Χθες το μεσημέρι (09.05.2021), η παραγωγή των ΑΠΕ ήταν 4.300 μεγαβατώρες, μόλις 770 μεγαβατώρες από θερμικές μονάδες, 110 από υδροηλεκτρικά και περίπου 500 μεγαβατώρες από εισαγωγές. Εντυπωσιακή παραγωγή από ΑΠΕ που έφτασε να καλύπτει έως το 80% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, σημειώθηκε χθες Κυριακή 9 Μαΐου, σύμφωνα με τα στοιχεία πρόβλεψης του ΑΔΜΗΕ. Πιο συγκεκριμένα, το εκτιμώμενο φορτίο αναμενόταν περί τις 108.000 μεγαβατώρες από τις οποίες περίπου 70.000 καλύπτονται από μονάδες ΑΠΕ (Φ/Β και αιολικά στην πλειονότητα τους), 7.000 από υδροηλεκτρικά, 23.000 από θερμικούς σταθμούς παραγωγής και περίπου 13.000 από εισαγωγές μέσω των διασυνδέσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μόνες θερμικές μονάδες που δούλευαν κατά τη διάρκεια του μεσημεριού, ήταν μια λιγνιτική μονάδα (του Αγίου Δημητρίου στην Δυτική Μακεδονία) και 3 μονάδες φυσικού αερίου, η Μεγαλόπολη 5, η μονάδα της Protergia και η μονάδα Συμπαραγωγής –Θερμότητας (ΣΥΘΗΑ) του Αλουμινίου ενώ σε όλη διάρκεια της ημέρας δούλεψαν με λίγη επίσης παραγωγή και άλλες 3 μονάδες φυσικού αερίου (Αλιβέρι, Ηρων και Elpedison). Οι περισσότερες από αυτές εντάσσονται υποχρεωτικά στο σύστημα, προκειμένου να καλύψουν θέματα ασφάλειας, με τους περιορισμούς που βάζει ο ΑΔΜΗΕ. Ειδικότερα, στις 12 το μεσημέρι χθες που καταγράφεται η μεγαλύτερη ζήτηση (περίπου 5.500 μεγαβατώρες), η παραγωγή των ΑΠΕ ήταν 4.300 μεγαβατώρες μόλις 770 μεγαβατώρες από θερμικές μονάδες, 110 από υδροηλεκτρικά και περίπου 500 μεγαβατώρες από εισαγωγές. Με την είσοδο και νέων έργων ΑΠΕ στο Σύστημα, η λιγνιτική παραγωγή θα μηδενιστεί. Οι μόνες θερμικές μονάδες που θα παραμείνουν θα είναι οι μονάδες φυσικού αερίου και αυτές σε περιόδους αυξημένης παραγωγής ΑΠΕ και χαμηλής ζήτησης όπως είναι Φθινόπωρο και Άνοιξη, θα δουλεύουν ελάχιστα. Πέρα από τις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες που συντελούν στην αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ (αυξημένοι άνεμοι και ηλιοφάνεια), οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας δείχνουν σταδιακά να παίρνουν την θέση που τους αναλογεί στο ηλεκτρικό μας σύστημα. Επιβεβαιώνοντας με τον τρόπο αυτό και την εικόνα που παρατηρήθηκε εντός του α΄ τριμήνου του 2021 κατά το οποίο, η πρώτη πηγή ενέργειας ήταν οι ΑΠΕ και η παραγόμενη πράσινη ενέργεια από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα. Μαζί με τα υδροηλεκτρικά, κατάφεραν να κυριαρχήσουν στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας με ποσοστό 49,13%. View full είδηση
  10. Χθες το μεσημέρι (09.05.2021), η παραγωγή των ΑΠΕ ήταν 4.300 μεγαβατώρες, μόλις 770 μεγαβατώρες από θερμικές μονάδες, 110 από υδροηλεκτρικά και περίπου 500 μεγαβατώρες από εισαγωγές. Εντυπωσιακή παραγωγή από ΑΠΕ που έφτασε να καλύπτει έως το 80% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, σημειώθηκε χθες Κυριακή 9 Μαΐου, σύμφωνα με τα στοιχεία πρόβλεψης του ΑΔΜΗΕ. Πιο συγκεκριμένα, το εκτιμώμενο φορτίο αναμενόταν περί τις 108.000 μεγαβατώρες από τις οποίες περίπου 70.000 καλύπτονται από μονάδες ΑΠΕ (Φ/Β και αιολικά στην πλειονότητα τους), 7.000 από υδροηλεκτρικά, 23.000 από θερμικούς σταθμούς παραγωγής και περίπου 13.000 από εισαγωγές μέσω των διασυνδέσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μόνες θερμικές μονάδες που δούλευαν κατά τη διάρκεια του μεσημεριού, ήταν μια λιγνιτική μονάδα (του Αγίου Δημητρίου στην Δυτική Μακεδονία) και 3 μονάδες φυσικού αερίου, η Μεγαλόπολη 5, η μονάδα της Protergia και η μονάδα Συμπαραγωγής –Θερμότητας (ΣΥΘΗΑ) του Αλουμινίου ενώ σε όλη διάρκεια της ημέρας δούλεψαν με λίγη επίσης παραγωγή και άλλες 3 μονάδες φυσικού αερίου (Αλιβέρι, Ηρων και Elpedison). Οι περισσότερες από αυτές εντάσσονται υποχρεωτικά στο σύστημα, προκειμένου να καλύψουν θέματα ασφάλειας, με τους περιορισμούς που βάζει ο ΑΔΜΗΕ. Ειδικότερα, στις 12 το μεσημέρι χθες που καταγράφεται η μεγαλύτερη ζήτηση (περίπου 5.500 μεγαβατώρες), η παραγωγή των ΑΠΕ ήταν 4.300 μεγαβατώρες μόλις 770 μεγαβατώρες από θερμικές μονάδες, 110 από υδροηλεκτρικά και περίπου 500 μεγαβατώρες από εισαγωγές. Με την είσοδο και νέων έργων ΑΠΕ στο Σύστημα, η λιγνιτική παραγωγή θα μηδενιστεί. Οι μόνες θερμικές μονάδες που θα παραμείνουν θα είναι οι μονάδες φυσικού αερίου και αυτές σε περιόδους αυξημένης παραγωγής ΑΠΕ και χαμηλής ζήτησης όπως είναι Φθινόπωρο και Άνοιξη, θα δουλεύουν ελάχιστα. Πέρα από τις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες που συντελούν στην αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ (αυξημένοι άνεμοι και ηλιοφάνεια), οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας δείχνουν σταδιακά να παίρνουν την θέση που τους αναλογεί στο ηλεκτρικό μας σύστημα. Επιβεβαιώνοντας με τον τρόπο αυτό και την εικόνα που παρατηρήθηκε εντός του α΄ τριμήνου του 2021 κατά το οποίο, η πρώτη πηγή ενέργειας ήταν οι ΑΠΕ και η παραγόμενη πράσινη ενέργεια από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα. Μαζί με τα υδροηλεκτρικά, κατάφεραν να κυριαρχήσουν στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας με ποσοστό 49,13%.
  11. Η Ε.Ε. πρόκειται να ενισχύσει το στόχο για τις ΑΠΕ ως το 2030 στο 38-40% από 32% προηγουμένως, σύμφωνα με κείμενο που επικαλείται το Euractiv. Ο υψηλότερος στόχος θεωρείται απαραίτητος για να στηρίξει το στόχο για τους ρύπους που αναθεωρήθηκε σε 55%. Ως εκ τούτου, η αιολική ενέργεια θα πρέπει να αγγίξει τα 433-452 γιγαβάτ ως το 2030, εκ των οποίων τα 361-374 γιγαβάτ χερσαία και τα 73-79 γιγαβάτ υπεράκτια, σύμφωνα με τον σύνδεσμο αιολικών, WindEurope. Πρόκειται για ισχύ τριπλάσια σε σύγκριση με τα σημερινά 179 γιγαβάτ και 90 γιγαβάτ περισσότερα από τις προηγούμενες στοχεύσεις. Σημειώνεται ότι ο προηγούμενος στόχος μεταφραζόταν σε ετήσιες προσθήκες αιολικών 18 γιγαβάτ και ο νέος σε 27 γιγαβάτ ετησίως, σύμφωνα με το σύνδεσμο. Στην περίπτωση της θέρμανσης και ψύξης, ο στόχος της Ε.Ε. υποδηλώνει ανάπτυξη 1,1% ετησίως, ενώ στις μεταφορές οι ΑΠΕ πρέπει να φτάσουν από 14% στο 26%.
  12. Η Ε.Ε. πρόκειται να ενισχύσει το στόχο για τις ΑΠΕ ως το 2030 στο 38-40% από 32% προηγουμένως, σύμφωνα με κείμενο που επικαλείται το Euractiv. Ο υψηλότερος στόχος θεωρείται απαραίτητος για να στηρίξει το στόχο για τους ρύπους που αναθεωρήθηκε σε 55%. Ως εκ τούτου, η αιολική ενέργεια θα πρέπει να αγγίξει τα 433-452 γιγαβάτ ως το 2030, εκ των οποίων τα 361-374 γιγαβάτ χερσαία και τα 73-79 γιγαβάτ υπεράκτια, σύμφωνα με τον σύνδεσμο αιολικών, WindEurope. Πρόκειται για ισχύ τριπλάσια σε σύγκριση με τα σημερινά 179 γιγαβάτ και 90 γιγαβάτ περισσότερα από τις προηγούμενες στοχεύσεις. Σημειώνεται ότι ο προηγούμενος στόχος μεταφραζόταν σε ετήσιες προσθήκες αιολικών 18 γιγαβάτ και ο νέος σε 27 γιγαβάτ ετησίως, σύμφωνα με το σύνδεσμο. Στην περίπτωση της θέρμανσης και ψύξης, ο στόχος της Ε.Ε. υποδηλώνει ανάπτυξη 1,1% ετησίως, ενώ στις μεταφορές οι ΑΠΕ πρέπει να φτάσουν από 14% στο 26%. View full είδηση
  13. Αν και στο μοίρασμα των… ρόλων της ενεργειακής μετάβασης ο λιγνίτης έχει κερδίσει τον πρωταγωνιστικό, καίρια θέση στην ιστορία έχει και η σταδιακή απόσυρση των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από πετρέλαιο και ντίζελ στα νησιά. Και οι προκλήσεις που εμφανίζονται στον δρόμο προς την κλιματική ουδετερότητα είναι και στο Αιγαίο εξίσου σημαντικές με εκείνες που θα αντιμετωπίσουν η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη. Η ειδική ομάδα εργασίας, υπό τον πρόεδρο της Συντονιστικής Επιτροπής του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ) κ. Κωστή Μουσουρούλη, μόλις ολοκλήρωσε το Εδαφικό Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης (ΕΣΔΙΜ) για τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη. Και όπως περιγράφεται σε αυτό, η ενεργειακή μετάβαση των νησιών αποτελεί ευκαιρία για τη διαφοροποίησή τους από οικονομικές δραστηριότητες που σήμερα εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τον θερινό τουρισμό και την αγορά ακινήτων. Προκλήσεις Ο βηματισμός ωστόσο πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε να μην ενταθεί η οικονομική αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η νησιωτική χώρα με το προσφυγικό ζήτημα, τα προβλήματα προσβασιμότητας, τις ελλείψεις υπηρεσιών υγείας κ.λπ. Με τη… γλώσσα των αριθμών γίνεται πιο ορατή η πρόκληση της μετάβασης για την οικονομική ανάπτυξη στα νησιά αναφοράς με προγραμματισμένη ηλεκτρική διασύνδεση έως το 2028 (Βόρειο, Νότιο Αιγαίο και Κρήτη). Οι επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στους μετασχηματιζόμενους τομείς της ενέργειας, του τουρισμού και της γαλάζιας οικονομίας υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 28.000, ενώ το πλήθος των εργαζομένων που συντηρούν φτάνει τους 140.000, με το 90%-95% να απασχολούνται στον κλάδο του τουρισμού. Το πλαίσιο Είναι αξιοσημείωτο ότι, σύμφωνα με το πλαίσιο παροχής κρατικών ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα που ανακοινώθηκε πρόσφατα από την Κομισιόν, τα νέα ποσοστά που θα τις στηρίξουν φτάνουν σε 40%-60% για τις μεγάλες επιχειρήσεις, 50%-70% για τις μεσαίες και 60%-80% για τις μικρές, και θα ισχύσουν έως το τέλος του 2027. Ως θεμελιώδεις επενδύσεις για τα ελληνικά νησιά, το Εδαφικό Σχέδιο προσδιορίζει τα έργα ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) καθώς, τόσο κατά τη φάση κατασκευής όσο και κατά τη λειτουργία τους, μπορούν να αποτελέσουν μοχλό ανάπτυξης. Ειδικότερα για την Κρήτη και τις Κυκλάδες, εκτιμάται ότι θα εκτελεστούν έργα ισχύος μέχρι 464 MW. Το δυνητικό όφελος από τις συγκεκριμένες επενδύσεις, σε όρους ολικής προστιθέμενης αξίας, εκτιμάται έως και 76,3 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ η αύξηση στην απασχόληση υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσει τις 1.715 θέσεις εργασίας. Αύξηση δαπανών Οσον αφορά το όφελος από την ανάπτυξη του βιώσιμου τουρισμού για τις νησιωτικές οικονομίες, συνίσταται στην προσέλκυση περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένων τουριστών και στην αντίστοιχη αύξηση των τουριστικών δαπανών. Εκτιμάται ότι αυτό το νέο τουριστικό μοντέλο μπορεί να οδηγήσει στη δεκαετία σε αύξηση των αφίξεων έως και 20%. Ο οικοτουρισμός αντιπροσωπεύει περίπου ¼ της ταξιδιωτικής αγοράς, αυξανόμενος με ετήσιο ρυθμό 20%-34%. Μάλιστα, οι ταξιδιώτες που τον επιλέγουν αφήνουν έως και 95% των δαπανών τους στην τοπική οικονομία, έναντι 20% στα all-inclusive πακέτα. Στα Δωδεκάνησα, σύμφωνα με τις μελέτες που έγιναν για τη σύνταξη του Εδαφικού Σχεδίου, εκτιμάται ότι το δυνητικό όφελος από τη στροφή στον βιώσιμο τουρισμό και στην πράσινη ενέργεια ανέρχεται σε τουλάχιστον 43,8 εκατ. ευρώ προστιθέμενης αξίας και 1.160 θέσεις εργασίας κατ’ έτος. Θέσεις εργασίας Αντίστοιχα, στα νησιά της Λέσβου και της Λήμνου το όφελος εκτιμάται σε 0,9 εκατ. ευρώ και 25 θέσεις εργασίας, σε Ικαρία – Σάμο σε 1,5 εκατ. ευρώ και 40 θέσεις εργασίας και στη Χίο σε 0,4 εκατ. ευρώ και 12 θέσεις εργασίας ετησίως. Η έγκριση του Εδαφικού Σχεδίου των νησιών από τις Βρυξέλλες «ξεκλειδώνει» την εκταμίευση των ευρωπαϊκών κονδυλίων από τους τρεις πυλώνες του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης, δηλαδή από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, το InvestEU για τις ιδιωτικές επενδύσεις και το δανειακό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για την υλοποίηση δημόσιων υποδομών. Ο συνολικός προϋπολογισμός του Προγράμματος Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΠΔΑΜ) ανέρχεται σε 1,6 δισ. ευρώ και η χρηματοδοτική κατανομή μεταξύ των εδαφικών σχεδίων (Δυτικής Μακεδονίας, Μεγαλόπολης και νησιών) θα προκύψει από τον εν εξελίξει σχεδιασμό. Η μετάβαση των GrecoIslands και οι επενδύσεις Η ένταξη της πρωτοβουλίας GrecoIslands (του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της DG Regio) στην «ομπρέλα» του Εδαφικού Σχεδίου των νησιών μπορεί να υποστηρίξει τη μετάβασή τους προς την κλιματική ουδετερότητα. Πρόκειται για 32 νησιά του Νότιου Αιγαίου και επτά του Βόρειου Αιγαίου, με πληθυσμό κάτω των 3.000 κατοίκων και σοβαρές αδυναμίες – δημογραφικές, οικονομικές, διοικητικές. Ειδικά για τα νησιά για τα οποία δεν έχουν προγραμματιστεί έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης (Αστυπάλαια, Σύμη, Αγαθονήσι, Μεγίστη, Αγιος Ευστράτιος) δίνεται έμφαση στην παραγωγή ενέργειας με την εγκατάσταση υβριδικών μονάδων παραγωγής ρεύματος από ΑΠΕ, με παράλληλη τοποθέτηση συσσωρευτών. Γενικότερα, η πρωτοβουλία GrecoIslands μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο των Ολοκληρωμένων Χωρικών Επεμβάσεων (ΟΧΕ) που δύναται να χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (διακριτό πρόγραμμα του ΕΣΠΑ 2021-2027), καθώς οι παρεμβάσεις αφορούν συγκεκριμένες χωρικές ενότητες. Αλλωστε, ήδη στο πλαίσιο του τρέχοντος ΕΣΠΑ υλοποιούνται εννέα ΟΧΕ στα νησιά του Βόρειου και Νότιου Αιγαίου και στην Κρήτη. Στις επενδύσεις που προτείνονται από το Εδαφικό Σχέδιο για τα μικρά νησιά της πρωτοβουλίας GrecoIslands περιλαμβάνονται: – Υβριδικοί σταθμοί, πράσινα συστήματα εφεδρείας, μικροδίκτυα. – Ενεργειακές κοινότητες ιδιοπαραγωγής. – Ενεργειακές κοινοπραξίες, απανθρακοποίηση γεωργικής παραγωγής και κυκλική γεωργία, ενίσχυση ψηφιακών υποδομών. – Στον δημόσιο τομέα η ενεργειακή αναβάθμιση εγκαταστάσεων, ο έξυπνος οδοφωτισμός και οι κοινωνικές υποδομές. – Ηλεκτροκίνηση και δημιουργία σταθμών φόρτισης, ποδηλατόδρομοι. – Ηλεκτρικά πλοία για μετακινήσεις μεταξύ κοντινών νησιών, βελτίωση ενεργειακής απόδοσης λιμένων. – Εργα αφαλάτωσης, διαχείρισης αποβλήτων και προώθηση ανακύκλωσης. – Προτάσεις επιχειρηματικότητας που έχουν σχέση με την έρευνα και την καινοτομία με γνώμονα την ομαλή διείσδυση των ΑΠΕ, την ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας βιομηχανίας και τουρισμού, την προώθηση του αγροδιατροφικού τομέα κ.λπ. View full είδηση
  14. Αν και στο μοίρασμα των… ρόλων της ενεργειακής μετάβασης ο λιγνίτης έχει κερδίσει τον πρωταγωνιστικό, καίρια θέση στην ιστορία έχει και η σταδιακή απόσυρση των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από πετρέλαιο και ντίζελ στα νησιά. Και οι προκλήσεις που εμφανίζονται στον δρόμο προς την κλιματική ουδετερότητα είναι και στο Αιγαίο εξίσου σημαντικές με εκείνες που θα αντιμετωπίσουν η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη. Η ειδική ομάδα εργασίας, υπό τον πρόεδρο της Συντονιστικής Επιτροπής του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ) κ. Κωστή Μουσουρούλη, μόλις ολοκλήρωσε το Εδαφικό Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης (ΕΣΔΙΜ) για τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη. Και όπως περιγράφεται σε αυτό, η ενεργειακή μετάβαση των νησιών αποτελεί ευκαιρία για τη διαφοροποίησή τους από οικονομικές δραστηριότητες που σήμερα εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τον θερινό τουρισμό και την αγορά ακινήτων. Προκλήσεις Ο βηματισμός ωστόσο πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε να μην ενταθεί η οικονομική αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η νησιωτική χώρα με το προσφυγικό ζήτημα, τα προβλήματα προσβασιμότητας, τις ελλείψεις υπηρεσιών υγείας κ.λπ. Με τη… γλώσσα των αριθμών γίνεται πιο ορατή η πρόκληση της μετάβασης για την οικονομική ανάπτυξη στα νησιά αναφοράς με προγραμματισμένη ηλεκτρική διασύνδεση έως το 2028 (Βόρειο, Νότιο Αιγαίο και Κρήτη). Οι επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στους μετασχηματιζόμενους τομείς της ενέργειας, του τουρισμού και της γαλάζιας οικονομίας υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 28.000, ενώ το πλήθος των εργαζομένων που συντηρούν φτάνει τους 140.000, με το 90%-95% να απασχολούνται στον κλάδο του τουρισμού. Το πλαίσιο Είναι αξιοσημείωτο ότι, σύμφωνα με το πλαίσιο παροχής κρατικών ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα που ανακοινώθηκε πρόσφατα από την Κομισιόν, τα νέα ποσοστά που θα τις στηρίξουν φτάνουν σε 40%-60% για τις μεγάλες επιχειρήσεις, 50%-70% για τις μεσαίες και 60%-80% για τις μικρές, και θα ισχύσουν έως το τέλος του 2027. Ως θεμελιώδεις επενδύσεις για τα ελληνικά νησιά, το Εδαφικό Σχέδιο προσδιορίζει τα έργα ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) καθώς, τόσο κατά τη φάση κατασκευής όσο και κατά τη λειτουργία τους, μπορούν να αποτελέσουν μοχλό ανάπτυξης. Ειδικότερα για την Κρήτη και τις Κυκλάδες, εκτιμάται ότι θα εκτελεστούν έργα ισχύος μέχρι 464 MW. Το δυνητικό όφελος από τις συγκεκριμένες επενδύσεις, σε όρους ολικής προστιθέμενης αξίας, εκτιμάται έως και 76,3 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ η αύξηση στην απασχόληση υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσει τις 1.715 θέσεις εργασίας. Αύξηση δαπανών Οσον αφορά το όφελος από την ανάπτυξη του βιώσιμου τουρισμού για τις νησιωτικές οικονομίες, συνίσταται στην προσέλκυση περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένων τουριστών και στην αντίστοιχη αύξηση των τουριστικών δαπανών. Εκτιμάται ότι αυτό το νέο τουριστικό μοντέλο μπορεί να οδηγήσει στη δεκαετία σε αύξηση των αφίξεων έως και 20%. Ο οικοτουρισμός αντιπροσωπεύει περίπου ¼ της ταξιδιωτικής αγοράς, αυξανόμενος με ετήσιο ρυθμό 20%-34%. Μάλιστα, οι ταξιδιώτες που τον επιλέγουν αφήνουν έως και 95% των δαπανών τους στην τοπική οικονομία, έναντι 20% στα all-inclusive πακέτα. Στα Δωδεκάνησα, σύμφωνα με τις μελέτες που έγιναν για τη σύνταξη του Εδαφικού Σχεδίου, εκτιμάται ότι το δυνητικό όφελος από τη στροφή στον βιώσιμο τουρισμό και στην πράσινη ενέργεια ανέρχεται σε τουλάχιστον 43,8 εκατ. ευρώ προστιθέμενης αξίας και 1.160 θέσεις εργασίας κατ’ έτος. Θέσεις εργασίας Αντίστοιχα, στα νησιά της Λέσβου και της Λήμνου το όφελος εκτιμάται σε 0,9 εκατ. ευρώ και 25 θέσεις εργασίας, σε Ικαρία – Σάμο σε 1,5 εκατ. ευρώ και 40 θέσεις εργασίας και στη Χίο σε 0,4 εκατ. ευρώ και 12 θέσεις εργασίας ετησίως. Η έγκριση του Εδαφικού Σχεδίου των νησιών από τις Βρυξέλλες «ξεκλειδώνει» την εκταμίευση των ευρωπαϊκών κονδυλίων από τους τρεις πυλώνες του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης, δηλαδή από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, το InvestEU για τις ιδιωτικές επενδύσεις και το δανειακό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για την υλοποίηση δημόσιων υποδομών. Ο συνολικός προϋπολογισμός του Προγράμματος Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΠΔΑΜ) ανέρχεται σε 1,6 δισ. ευρώ και η χρηματοδοτική κατανομή μεταξύ των εδαφικών σχεδίων (Δυτικής Μακεδονίας, Μεγαλόπολης και νησιών) θα προκύψει από τον εν εξελίξει σχεδιασμό. Η μετάβαση των GrecoIslands και οι επενδύσεις Η ένταξη της πρωτοβουλίας GrecoIslands (του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της DG Regio) στην «ομπρέλα» του Εδαφικού Σχεδίου των νησιών μπορεί να υποστηρίξει τη μετάβασή τους προς την κλιματική ουδετερότητα. Πρόκειται για 32 νησιά του Νότιου Αιγαίου και επτά του Βόρειου Αιγαίου, με πληθυσμό κάτω των 3.000 κατοίκων και σοβαρές αδυναμίες – δημογραφικές, οικονομικές, διοικητικές. Ειδικά για τα νησιά για τα οποία δεν έχουν προγραμματιστεί έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης (Αστυπάλαια, Σύμη, Αγαθονήσι, Μεγίστη, Αγιος Ευστράτιος) δίνεται έμφαση στην παραγωγή ενέργειας με την εγκατάσταση υβριδικών μονάδων παραγωγής ρεύματος από ΑΠΕ, με παράλληλη τοποθέτηση συσσωρευτών. Γενικότερα, η πρωτοβουλία GrecoIslands μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο των Ολοκληρωμένων Χωρικών Επεμβάσεων (ΟΧΕ) που δύναται να χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (διακριτό πρόγραμμα του ΕΣΠΑ 2021-2027), καθώς οι παρεμβάσεις αφορούν συγκεκριμένες χωρικές ενότητες. Αλλωστε, ήδη στο πλαίσιο του τρέχοντος ΕΣΠΑ υλοποιούνται εννέα ΟΧΕ στα νησιά του Βόρειου και Νότιου Αιγαίου και στην Κρήτη. Στις επενδύσεις που προτείνονται από το Εδαφικό Σχέδιο για τα μικρά νησιά της πρωτοβουλίας GrecoIslands περιλαμβάνονται: – Υβριδικοί σταθμοί, πράσινα συστήματα εφεδρείας, μικροδίκτυα. – Ενεργειακές κοινότητες ιδιοπαραγωγής. – Ενεργειακές κοινοπραξίες, απανθρακοποίηση γεωργικής παραγωγής και κυκλική γεωργία, ενίσχυση ψηφιακών υποδομών. – Στον δημόσιο τομέα η ενεργειακή αναβάθμιση εγκαταστάσεων, ο έξυπνος οδοφωτισμός και οι κοινωνικές υποδομές. – Ηλεκτροκίνηση και δημιουργία σταθμών φόρτισης, ποδηλατόδρομοι. – Ηλεκτρικά πλοία για μετακινήσεις μεταξύ κοντινών νησιών, βελτίωση ενεργειακής απόδοσης λιμένων. – Εργα αφαλάτωσης, διαχείρισης αποβλήτων και προώθηση ανακύκλωσης. – Προτάσεις επιχειρηματικότητας που έχουν σχέση με την έρευνα και την καινοτομία με γνώμονα την ομαλή διείσδυση των ΑΠΕ, την ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας βιομηχανίας και τουρισμού, την προώθηση του αγροδιατροφικού τομέα κ.λπ.
  15. Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. Ο ενεργειακός τομέας μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις επιδιώξεις και να αναδειχθεί ως ένας από τους πλέον σημαντικούς τομείς για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας.» Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις σε συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα γίνεται μια πλήρης και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας. Όπως αναφέρεται «ο ενεργειακός τομέας δύναται επομένως να αποτελέσει μια σημαντική συνιστώσα σε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο για την Ελλάδα, προσελκύοντας επενδύσεις και ενισχύοντας την ισορροπία του εξωτερικού ισοζυγίου και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Καλείται, όμως, να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονη μεταβλητότητα, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τον ενεργειακό και τον επενδυτικό σχεδιασμό» σημειώνεται σχετικά. Οι συντάκτες της μελέτης επικαλούμενοι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα κάνουν λόγο για σχεδιασμό επενδύσεων ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία οι οποίες, όταν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη μετάβαση κ.ά.). To 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις) προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις ‘πράσινης” ανάπτυξης. Ειδικά οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την “πράσινη” ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα. Μείωση του κόστους ενέργειας έως 10% Οι ερευνητές στέκονται στη μείωση του κόστους ρεύματος και υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια κίνηση τόσο στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας όσο και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας. Να σημειωθεί ότι με βάση τη μελέτη κομβικό σημείο είναι και η ενεργειακή αποδοτικότητα. Κι αυτό δεν έχει μόνο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και τις εκλύσεις που αυτή συνεπάγεται, αλλά και στα οικονομικά κάθε νοικοκυριού. Μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι, όπως αναφέρεται στην μελέτη, τέτοιες παρεμβάσεις κοστίζουν πολύ. Μάλιστα η μελέτη επικαλούμενη το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) κάνει λόγο για ανακαίνιση ή αντικατάσταση του 12%-15% του συνόλου των κατοικιών της χώρας ώστε να μετατραπούν σε κατοικίες σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σπίτια στην Ελλάδα δαπανούν ενέργεια κυρίως για τη θέρμανση (60%) και για τη χρήση οικιακών συσκευών (20%). Το 55% των περίπου 6,4 εκατ. κατοικιών στην Ελλάδα (το 4,1 εκατ. από αυτές κατοικούνται) χτίστηκαν πριν από το 1981, οπότε έχουν χαμηλά επίπεδα θερμικής μόνωσης -ή και καθόλου. Μόλις το 6,4% των κατοικιών στην Ελλάδα ανήκουν στις ανώτερες ενεργειακές κλάσεις “Α” και “Β”. «Χρειάζονται, λοιπόν, μεγάλης έκτασης επεμβάσεις για την αναβάθμιση αυτού του κτηριακού αποθέματος (θερμομόνωση, αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης/ψύξης, αντικατάσταση κουφωμάτων κλπ.). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν τα κτήρια κάθε είδους στην Ελλάδα πληρούσαν τις προδιαγραφές του νέου, εναρμονισμένου με τα ευρωπαϊκά πρότυπα Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων, τότε θα κατανάλωναν από 43% μέχρι 71% λιγότερη ενέργεια» τονίζει η μελέτη . Σύμφωνα, πάντως, με τη μελέτη, δε, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας.
  16. Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. Ο ενεργειακός τομέας μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις επιδιώξεις και να αναδειχθεί ως ένας από τους πλέον σημαντικούς τομείς για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας.» Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις σε συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα γίνεται μια πλήρης και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας. Όπως αναφέρεται «ο ενεργειακός τομέας δύναται επομένως να αποτελέσει μια σημαντική συνιστώσα σε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο για την Ελλάδα, προσελκύοντας επενδύσεις και ενισχύοντας την ισορροπία του εξωτερικού ισοζυγίου και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Καλείται, όμως, να υποστηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονη μεταβλητότητα, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τον ενεργειακό και τον επενδυτικό σχεδιασμό» σημειώνεται σχετικά. Οι συντάκτες της μελέτης επικαλούμενοι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα κάνουν λόγο για σχεδιασμό επενδύσεων ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία οι οποίες, όταν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη μετάβαση κ.ά.). To 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις) προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις ‘πράσινης” ανάπτυξης. Ειδικά οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την “πράσινη” ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα. Μείωση του κόστους ενέργειας έως 10% Οι ερευνητές στέκονται στη μείωση του κόστους ρεύματος και υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια κίνηση τόσο στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας όσο και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας. Να σημειωθεί ότι με βάση τη μελέτη κομβικό σημείο είναι και η ενεργειακή αποδοτικότητα. Κι αυτό δεν έχει μόνο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και τις εκλύσεις που αυτή συνεπάγεται, αλλά και στα οικονομικά κάθε νοικοκυριού. Μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι, όπως αναφέρεται στην μελέτη, τέτοιες παρεμβάσεις κοστίζουν πολύ. Μάλιστα η μελέτη επικαλούμενη το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) κάνει λόγο για ανακαίνιση ή αντικατάσταση του 12%-15% του συνόλου των κατοικιών της χώρας ώστε να μετατραπούν σε κατοικίες σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σπίτια στην Ελλάδα δαπανούν ενέργεια κυρίως για τη θέρμανση (60%) και για τη χρήση οικιακών συσκευών (20%). Το 55% των περίπου 6,4 εκατ. κατοικιών στην Ελλάδα (το 4,1 εκατ. από αυτές κατοικούνται) χτίστηκαν πριν από το 1981, οπότε έχουν χαμηλά επίπεδα θερμικής μόνωσης -ή και καθόλου. Μόλις το 6,4% των κατοικιών στην Ελλάδα ανήκουν στις ανώτερες ενεργειακές κλάσεις “Α” και “Β”. «Χρειάζονται, λοιπόν, μεγάλης έκτασης επεμβάσεις για την αναβάθμιση αυτού του κτηριακού αποθέματος (θερμομόνωση, αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης/ψύξης, αντικατάσταση κουφωμάτων κλπ.). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν τα κτήρια κάθε είδους στην Ελλάδα πληρούσαν τις προδιαγραφές του νέου, εναρμονισμένου με τα ευρωπαϊκά πρότυπα Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων, τότε θα κατανάλωναν από 43% μέχρι 71% λιγότερη ενέργεια» τονίζει η μελέτη . Σύμφωνα, πάντως, με τη μελέτη, δε, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας. View full είδηση
  17. έχρι το 2050 η χώρα μας, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, θα πρέπει να έχει σταματήσει να εκλύει αέρια που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου -ή, έστω, να δεσμεύει από την ατμόσφαιρα ισοδύναμη ποσότητα όσων εκλύει. Θα πρέπει να γίνει "κλιματικά ουδέτερη". Το 2050, όμως, θα θέλουμε να έχουμε μια ακμάζουσα και αναπτυσσόμενη οικονομία, φτηνό ηλεκτρισμό, θέρμανση και ψύξη στα σπίτια, να κινούμαστε με αυτοκίνητα και μέσα μαζικής μεταφοράς, να παράγουμε βιομηχανικά προϊόντα και να απολαμβάνουμε, γενικά, τους καρπούς του ανθρώπινου πολιτισμού. Γι’ αυτό θα πρέπει να παράγουμε και να καταναλώνουμε ενέργεια. Στην εποχή μας, τρεις δεκαετίες πριν από το 2050, ο τομέας της ενέργειας προκαλεί το 40% των εκλύσεων που στέλνουμε στην ατμόσφαιρα. Από τους 96,1 εκατ. τόνους ισοδύναμου CO2 που εκλύονταν από την Ελλάδα το 2018, οι 38,3 εκατ. προέρχονταν από εκεί."96 εκατομμύρια τόνοι" (ή, "μεγατόνοι") ακούγεται πολύ, και είναι, πράγματι, περισσότερο από ό,τι εκλύουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες παρόμοιου μεγέθους, όπως η Πορτογαλία ή η Ουγγαρία. Αλλά είναι κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. και το χαμηλότερο νούμερο τα τελευταία 30 χρόνια. Το 1990 η χώρα μας έστελνε 105,8 μεγατόνους ισοδύναμου CO2 στην ατμόσφαιρα. Το 2005, τη χειρότερη χρονιά, έστειλε 139,1. To 2050 θα πρέπει να φτάσει στο μηδέν. Πώς θα το κατορθώσουμε; Και, επιπλέον, πώς θα γίνει αυτή η μετάβαση λύνοντας ταυτόχρονα τα πολλά και μεγάλα προβλήματα του ενεργειακού τομέα που έχουμε σήμερα, αναβαθμίζοντας τις υποδομές και τις υπηρεσίες, αυξάνοντας την ενεργειακή ασφάλεια, μειώνοντας την ενεργειακή φτώχεια και θωρακίζοντας έναν από τους κρισιμότερους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα; Μια ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα ανέλαβε για λογαριασμό της διαΝΕΟσις μια πλήρη και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας. Στην πολυσέλιδή έκθεσή τους, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ (PDF) αναλύουν τα βασικά δεδομένα, τις θεσμικές αλλαγές που έχουν υλοποιηθεί ή δρομολογηθεί, τους στόχους της χώρας για το μέλλον και τις σημαντικότερες προκλήσεις που προκύπτουν. Επιπλέον, μπορείτε να διαβάσετε και ένα κείμενο πολιτικής (PDF) που προετοίμασε η ερευνητική ομάδα για το ίδιο θέμα με κεντρικό άξονα τον ρόλο του τομέα της ενέργειας στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Παρακάτω θα δούμε μερικά από τα βασικά σημεία της έρευνας συνοπτικά. 1. Ενέργεια & ελληνική οικονομία Ηπαραγωγή και η κατανάλωση ενέργειας επηρεάζουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή κάθε χώρας. Σχετίζονται άμεσα με το παραγωγικό μοντέλο της, τη βιομηχανία, τη φτώχεια και την ποιότητα ζωής των πολιτών. Ο ενεργειακός τομέας επηρεάζει κάθε οικονομία με δύο τρόπους: αφενός συνεισφέρει απευθείας στην προστιθέμενη αξία της οικονομίας με όλες τις δραστηριότητες της αλυσίδας παραγωγής και εφοδιασμού ενέργειας και των κλάδων που συνδέονται με τον ενεργειακό τομέα, και αφετέρου με την ευρύτερη επίδραση στην οικονομία, μέσω των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, που επηρεάζουν κάθε οικονομική δραστηριότητα (σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά). Αξίζει να πούμε δυο λόγια για τον ρόλο που παίζει ο κλάδος αυτός στην ελληνική οικονομία. ­ Διαβάστε Το Κείμενο Πολιτικής Για Την Ενέργεια (PDF) Η άμεση συμβολή του ενεργειακού τομέα στην ελληνική οικονομία εκτιμάται στο 3,8% του ΑΕΠ (2017), ενώ ο τομέας δίνει δουλειά σε περίπου 50.000 ανθρώπους, οι περισσότεροι εκ των οποίων απασχολούνται στο (χονδρικό και λιανικό) εμπόριο καυσίμων. Αν συνυπολογίσουμε και τους κλάδους που συνδέονται στενά με τον ενεργειακό, εκτιμάται ότι η ευρύτερη συνεισφορά του (ειδικότερα στην απασχόληση) είναι πολλαπλάσια. Σχεδόν το 1/3 των ελληνικών εξαγωγών προϊόντων είναι εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων. Πρόκειται σχεδόν αποκλειστικά για προϊόντα πετρελαίου από τα ελληνικά διυλιστήρια. Η χώρα μας όμως εισάγει και πολλά προϊόντα ενέργειας -το 27% των ελληνικών εισαγωγών συνολικά, με τη συντριπτική πλειοψηφία να είναι αργό πετρέλαιο που εισάγουμε κυρίως από το Ιράκ, το Καζακστάν, τη Ρωσία και άλλες χώρες, και το περισσότερο από το οποίο επανεξάγεται μετά την επεξεργασία του στα ελληνικά διυλιστήρια. Γενικά, η αξία των ενεργειακών προϊόντων που εισάγουμε είναι μεγαλύτερη από αυτών που εξάγουμε (15 δισ. ευρώ έναντι 10,7 δισ. το 2019). Αξίζει δε να αναφέρουμε ότι ο κλάδος της ενέργειας έχει πολύ μεγάλη σημασία και για τα δημόσια έσοδα. Το 64% της τιμής της αμόλυβδης βενζίνης είναι δασμοί ή φόροι, για παράδειγμα. Τα έσοδα από τους ειδικούς φόρους στην ενέργεια έφταναν το 3% του ΑΕΠ το 2019, έναντι 1,8% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Αυτό, μάλιστα είναι κάτι που άλλαξε από το 2010 και την αρχή της κρίσης και μετά. Με τα παραπάνω βλέπουμε ότι ο κλάδος της ενέργειας έχει μεγάλη σημασία για την οικονομία της χώρας. Τι περιλαμβάνει, όμως, "ο κλάδος της ενέργειας"; Η απάντηση είναι περίπλοκη και περιλαμβάνει πολλές πολύ σημαντικές και διαφορετικές μεταξύ τους δραστηριότητες, κάποιες εκ των οποίων σχετίζονται και αλληλοσυμπληρώνονται. "Κάθε ενεργειακό σύστημα, με την έννοια του συνόλου των διευθετήσεων με τις οποίες αξιοποιούνται φυσικοί πόροι για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής", γράφει ο Βάτσλαβ Σμιλ, "έχει τρεις θεμελιώδεις συνιστώσες: τους φυσικούς (ανανεώσιμους ή μη ανανεώσιμους) ενεργειακούς πόρους, την τεχνολογία μετατροπής τους σε διαθέσιμη ενέργεια και μια ποικιλία ειδικών χρήσεων των διαθέσιμων ροών ενέργειας". Η έρευνα αναλύει κάθε μία από αυτές τις συνιστώσες όπως λειτουργούν στη χώρα μας σε αναλυτικά κεφάλαια -εδώ θα καταγράψουμε μόνο ενδεικτικά μερικές από αυτές, μαζί με τα βασικά τους στοιχεία. Πριν ξεκινήσουμε την καταγραφή, όμως, αξίζει να σημειώσουμε τρία βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας και φτάνουν μέχρι τους ιλιγγιώδεις ανεξόφλητους λογαριασμούς της ΔΕΗ (περίπου 2,7 δισ. ευρώ το 2019). Αλλά ας τα δούμε ένα ένα. 2. Η ηλεκτρική ενέργεια Πολλοί ταυτίζουν τον κλάδο της ενέργειας με την ηλεκτρική ενέργεια. Η ηλεκτρική ενέργεια είναι, όμως, μόνο ένα τμήμα της ενεργειακής παραγωγής και κατανάλωσης μιας χώρας. Βεβαίως, είναι ίσως το πιο σημαντικό -και αναμένεται στο μέλλον να γίνει ακόμα σημαντικότερο. Η ηλεκτροπαραγωγή αναμένεται να τριπλασιαστεί μέσα στα επόμενα 50 χρόνια, κυρίως από τον εξηλεκτρισμό τομέων τελικής κατανάλωσης. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος στο κοντινό μέλλον θα χρησιμοποιεί ενέργεια από το δίκτυο ηλεκτρισμού για δραστηριότητες για τις οποίες έως τώρα έκαιγε ορυκτά καύσιμα. Η δε ηλεκτρική ενέργεια θα παράγεται ολοένα και περισσότερο από νέες, διαφορετικές πηγές. Αυτή η μετάβαση έχει ξεκινήσει και στην Ελλάδα. Η ισχύς ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα μειώνεται και παράλληλα οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος αυξάνονται θεαματικά τα τελευταία χρόνια. Πλέον το 1/3 της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα προέρχεται από τις ΑΠΕ. Σκεφτείτε ότι η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών σταθμών στη χώρα πενταπλασιάστηκε μόνο μέσα σε δύο χρόνια, από το 2011 ως το 2013. Βεβαίως, διαχρονικά η χώρα μας βασίζεται σε κάποιο βαθμό στην καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Σε κάποια νησιά που δεν είναι συνδεδεμένα με το κεντρικό δίκτυο ηλεκτρισμού της χώρας καίγονται ντίζελ και μαζούτ για να παραχθεί ηλεκτρικό ρεύμα ενώ, ως γνωστόν, στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες καίμε λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε μεγάλα εργοστάσια της ΔΕΗ, τα οποία βρίσκονται κοντά στις περιοχές όπου εξορύσσεται ο λιγνίτης, ένας γαιάνθρακας που περιέχει σχετικά χαμηλό ποσοστό άνθρακα. Το 2018, το 32,3% της ηλεκτροπαραγωγής προερχόταν από καύση λιγνίτη. Αυτή, ωστόσο, είναι μια πρακτική που -όπως φαίνεται και από το διάγραμμα-, σταδιακά μειώνεται και σύντομα θα σταματήσει τελείως. Εδώ και πολλά χρόνια, η καύση του λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι οικονομικά ασύμφορη. Καθώς εκλύει μεγάλες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, η λειτουργία τέτοιων μονάδων κοστίζει πολλά σε δικαιώματα εκπομπών άνθρακα, η τιμή των οποίων ρυθμίζεται από το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της EE. To 2013 η μέση τιμή που αναγκάζονταν να πληρώνουν ρυπογόνες μονάδες παραγωγής ενέργειας και βιομηχανίες ήταν 4,4 ευρώ ανά τόνο CO2, αλλά το 2019 η τιμή είχε εκτοξευθεί στα 24,8 ευρώ ανά τόνο CO2, πράγμα που στην πράξη σημαίνει ότι, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα, πλέον όλες οι λιγνιτοπαραγωγές μονάδες της ΔΕΗ είναι ζημιογόνες. Το ελληνικό κράτος έχει ήδη προγραμματίσει το κλείσιμό τους. Αυτό, βεβαίως, σημαίνει ότι τα 3,35 GW που παράγουν αυτές οι μονάδες θα πρέπει να αντικατασταθούν από άλλες πηγές από το 2023 και μετά και, βεβαίως, ότι οι περιοχές που στηρίζονταν οικονομικά από αυτά τα εργοστάσια θα πρέπει να στηριχθούν κατά τη μετάβασή τους σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες. Στη χώρα μας την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται την καταναλώνουν κυρίως οι υπηρεσίες (καταστήματα, γραφεία κλπ. -34,6% το 2019), τα σπίτια (33,6%) και η βιομηχανία (23,8% το 2019 -από 40,8% το 1990). Η ηλεκτρική ενέργεια, δε, κοστίζει ακριβά. Το 2019 η ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα είχε τις ακριβότερες τιμές χονδρικής σε ολόκληρη την ΕΕ. Αυτό όμως δεν μεταφράζεται σε πολύ υψηλές τιμές (σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα) για τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις, λόγω ευνοϊκότερης φορολογίας. Ωστόσο, καθότι οι δαπάνες για ενέργεια παραμένουν ένα από τα σημαντικότερα βάρη τόσο για τα νοικοκυριά, όσο και για τις επιχειρήσεις -με προφανείς επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητά τους, οι ερευνητές υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια μείωση στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας. Πώς όμως φτάνει το ηλεκτρικό ρεύμα από την παραγωγή στην κατανάλωση; Στο πρώτο στάδιο στην Ελλάδα υπάρχει ένα κεντρικό Εθνικό Διασυνδεδεμένο Σύστημα (ΕΔΣ) με 12 χιλιάδες χιλιόμετρα καλώδια και 356 υποσταθμούς, το οποίο διαχειρίζεται η ανώνυμη εταιρεία ΑΔΜΗΕ και το οποίο συνδέεται με το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Σύστημα (μέσω Ιταλίας, Αλβανίας, Βουλγαρίας, Βόρειας Μακεδονίας και Τουρκίας). Υπάρχουν επίσης και 29 αυτόνομα δίκτυα στα μη-διασυνδεδεμένα νησιά (όπου, όπως είπαμε, κυρίως παράγεται ενέργεια με καύση μαζούτ και ντίζελ, και πλέον και από ΑΠΕ). Αξίζει να αναφέρουμε, εξάλλου, πως παρόλο που η παραγωγή ενέργειας στα νησιά αυτά έχει πολύ υψηλότερο κόστος, οι πολίτες εκεί πληρώνουν τα ίδια για ηλεκτρικό ρεύμα με τους υπόλοιπους Έλληνες. Η διαφορά καλύπτεται από τις χρεώσεις για "ΥΚΩ" στους λογαριασμούς όλων των νοικοκυριών της χώρας. Αυτό προγραμματίζεται να αλλάξει, βεβαίως, με την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των νησιών με το ΕΔΣ τα επόμενα χρόνια. Από εκεί και πέρα, από τους υποσταθμούς του ΑΔΜΗΕ το ηλεκτρικό ρεύμα φτάνει στα σπίτια με ένα δίκτυο διανομής που έχει καλώδια μήκους 240 χιλιάδων χιλιομέτρων και εξυπηρετεί 7,6 εκατομμύρια πελάτες. Αυτό το δίκτυο το διαχειρίζεται ένας άλλος οργανισμός, ο Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, γνωστός ως ΔΕΔΔΗΕ. Μία από τις σημαντικότερες προτεραιότητες για τα επόμενα χρόνια είναι η μετατροπή αυτού του δικτύου σε "έξυπνο δίκτυο" με 13 συγκεκριμένα έργα ψηφιοποίησης και αναβάθμισης των υποδομών, όπως η αντικατάσταση όλων των παλαιών μετρητών με ηλεκτρονικούς, "έξυπνους" μετρητές. Αυτές οι δομές και όλα αυτά τα αρκτικόλεξα δεν υπήρχαν πριν από δεκαπέντε χρόνια. Ο ΑΔΜΗΕ ιδρύθηκε το 2011, ο ΔΕΔΔΗΕ το 2012. Αν και δεν έχει γίνει ευρέως αντιληπτό από την κοινωνία, ολόκληρη η δομή και η λειτουργία του δικτύου ηλεκτροδότησης της χώρας έχει αλλάξει ριζικά στη χώρα μας μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Πριν από μόλις λίγα χρόνια η ΔΕΗ είχε το απόλυτο μονοπώλιο στην παραγωγή, μεταφορά, διανομή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Αυτό έχει αλλάξει. Βεβαίως, η ΔΕΗ ακόμα ελέγχει περίπου το 50% της συνολικής παραγωγής και το 67,7% της προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά το σύστημα μεταφοράς και τα δίκτυα διανομής πλέον έχουν διαχωριστεί ιδιοκτησιακά, και δεκάδες ιδιωτικές εταιρείες ανταγωνίζονται πλέον στην παραγωγή και την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας. Μια άλλη εξαιρετικά σημαντική αλλαγή είναι το ότι τους τελευταίους μήνες -και πολύ καθυστερημένα-, η Ελλάδα άρχισε να εφαρμόζει το υπόδειγμα στόχος (target-model), ενώ εντάχθηκε και στις ενιαίες αγορές των ευρωπαϊκών δικτύων που ρυθμίζουν τις τιμές συντονισμένα από τον Δεκέμβριο του 2020, μέσω της διασύνδεσης με την Ιταλία. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη. Το άνοιγμα αυτών των νέων αγορών, που θα ρυθμίζουν καλύτερα τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος σε πραγματικό χρόνο ανάλογα με τις συνθήκες, την προσφορά και τη ζήτηση έγινε πολύ καθυστερημένα, αλλά είναι ένα απαραίτητο βήμα για τη διασύνδεση της απομονωμένης ελληνικής αγοράς με τα ευρωπαϊκά δίκτυα. 3. Τα ορυκτά καύσιμα Στην Ελλάδα χρησιμοποιούμε προϊόντα πετρελαίου κυρίως για θέρμανση και για κίνηση οχημάτων. Περίπου η μισή τελική κατανάλωση ενέργειας προέρχεται από τα προϊόντα πετρελαίου (53%). Είναι ένα υψηλό ποσοστό -το 5ο υψηλότερο στην ΕΕ- αλλά στο παρελθόν ήταν ακόμα μεγαλύτερο: δέκα χρόνια πριν ήταν στο 63%. Είναι αξιοσημείωτο το ότι τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν περισσότερα χρήματα για καύσιμα κίνησης (το 4,4% των δαπανών του μέσου νοικοκυριού) από ότι για ηλεκτρικό ρεύμα (3,1%) -κάτι το οποίο πιθανότατα σχετίζεται και με το ότι έχουμε την 3η ακριβότερη αμόλυβδη βενζίνη στην ΕΕ. Όπως αναφέραμε, ο πολύ σημαντικός ρόλος των ορυκτών καυσίμων στην ελληνική οικονομία αποτυπώνεται και από το μέγεθος των εξαγωγών προϊόντων πετρελαίου (το 28% των εξαγωγών της χώρας - από 7% το 2000). Αυτός ο τομέας, όμως, θα αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις στο μέλλον, καθώς η χώρα τις επόμενες δεκαετίες θα κληθεί -όπως όλες οι χώρες του κόσμου- να μειώσει ραγδαία τις εκπομπές διοξειδίου το άνθρακα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν όντως ληφθούν σοβαρά μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης διεθνώς, η ζήτηση για πετρέλαιο θα κορυφωθεί μέσα στη δεκαετία του 2020 και στη συνέχεια θα αρχίσει να υποχωρεί κατά περισσότερο από 50% μέχρι το 2040 στις ανεπτυγμένες οικονομίες (και κατά 10% στις αναπτυσσόμενες). Η χώρα μας εισάγει σχεδόν όλο το πετρέλαιο που χρησιμοποιεί, καθότι τα κοιτάσματα στην επικράτειά της παράγουν ελάχιστες ποσότητες (το κεφάλαιο 4 αναφέρει αναλυτικά την ιστορία αναζήτησης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στη χώρα μας). Βεβαίως, το θέμα της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων που μπορεί να υπάρχουν στο Αιγαίο επανέρχεται πολύ συχνά στον δημόσιο διάλογο. Η έρευνα υποστηρίζει ότι υπό προϋποθέσεις η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων "δεν αντιτίθεται μεσοπρόθεσμα στη διακηρυγμένη πολιτική απο-ανθρακοποίησης" και ότι "δύναται να αποτελέσει μια δραστηριότητα που θα συμβάλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας". Τονίζει, δε, και τη γεωπολιτική σημασία μιας αναβάθμισης του γεωπολιτικού ρόλου της χώρας στην περιοχή. Ωστόσο, υπογραμμίζει και τις προοπτικές που διαμορφώνονται από την πολιτική αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες εξασφαλίζουν ότι η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα στο μέλλον θα είναι, όπως είπαμε, αναπόφευκτα μικρότερη. Κάτι που ασφαλώς θα επηρεάσει πιθανές μελλοντικές επενδύσεις που θα έχουν ορίζοντα δεκαετιών. Εκτός από το πετρέλαιο, όμως, υπάρχει και το φυσικό αέριο. Το φυσικό αέριο εκλύει λιγότερο CO2 και προσφέρεται για μια γρήγορη μείωση των εκπομπών, όταν αντικαθιστά τη χρήση άλλων ορυκτών καυσίμων. Στη χώρα μας μπήκε σχετικά πρόσφατα στο ενεργειακό μείγμα (μόλις το 1996) και πλέον καλύπτει περίπου το 17,3% της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης, ένα ποσοστό που αναμένεται να μείνει σταθερό μέχρι το 2030. Σημαντικά έργα υποδομής (αγωγοί, υπόγεια αποθήκη Καβάλας, ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης) είναι επίσης υπό κατασκευή. Στη συνέχεια και η κατανάλωση αυτή θα πρέπει να μειωθεί, βεβαίως -το φυσικό αέριο θεωρείται μόνο μεταβατικό καύσιμο. Μολονότι όντως συνεισφέρει λιγότερο στο φαινόμενο του θερμοκηπίου από την καύση προϊόντων πετρελαίου, η διαφορά δεν είναι τόσο μεγάλη όσο νομίζουν πολλοί. Η τιμή αναφοράς του συντελεστή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για το φυσικό αέριο είναι 44,6% μικρότερη από το λιγνίτη, 27,5% λιγότερη από το μαζούτ και 24,3% λιγότερη από το ντίζελ. Προς το παρόν η κατανάλωσή του παγκοσμίως αυξάνεται -με την εξαίρεση του 2020, λόγω πανδημίας-, αλλά σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις αναμένεται να κορυφωθεί μέχρι το 2040 (ή ακόμα και μέχρι το 2030, αν ληφθούν πιο ριζοσπαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης από όσα είναι ήδη προγραμματισμένα) και στη συνέχεια θα αρχίσει να μειώνεται ραγδαία. Στην Ευρώπη αυτή η υποχώρηση αναμένεται να αρχίσει νωρίτερα, από την τρέχουσα δεκαετία. 4. Η ενεργειακή αποδοτικότητα Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που αφορούν τόσο τον ενεργειακό τομέα εν γένει όσο και τις πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι το θέμα της ενεργειακής αποδοτικότητας. Είναι ένα κρίσιμο, σοβαρό πρόβλημα το οποίο συχνά περνά απαρατήρητο από τον δημόσιο διάλογο, στο οποίο όμως υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια για παρεμβάσεις και επενδύσεις, που όχι μόνο θα βελτίωναν τις προοπτικές επίτευξης των στόχων για το 2030 και το 2050, αλλά θα προσέφεραν και μια γερή τόνωση στην ελληνική οικονομία. "Η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας", γράφουν οι ερευνητές, "η οποία υποστηρίζεται και προωθείται από την ενεργειακή πολιτική, απαιτεί σημαντικές επενδύσεις, οι οποίες δημιουργούν θέσεις εργασίας και προστιθέμενη αξία στην οικονομία. Παράλληλα, οδηγεί σε περιορισμό των δαπανών των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών για ενέργεια, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα και το διαθέσιμο εισόδημά τους, αντίστοιχα. Τα οφέλη είναι σημαντικά και για την ενεργειακή ασφάλεια των δικτύων, τα οποία θα είναι σε θέση να εξυπηρετούν τη ζήτηση πιο εύκολα. Επιπλέον, η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας είναι σημαντικό εργαλείο για τον περιορισμό της ενεργειακής φτώχειας". Αξίζει να θυμόμαστε ότι τα σπίτια στην Ελλάδα δαπανούν ενέργεια κυρίως για τη θέρμανση (60%) και για τη χρήση οικιακών συσκευών (20%). Το 55% των περίπου 6,4 εκατ. κατοικιών στην Ελλάδα (το 4,1 εκατ. από αυτές κατοικούνται) χτίστηκαν πριν από το 1981, οπότε έχουν χαμηλά επίπεδα θερμικής μόνωσης -ή και καθόλου. Μόλις το 6,4% των κατοικιών στην Ελλάδα ανήκουν στις ανώτερες ενεργειακές κλάσεις "Α" και "Β". Χρειάζονται, λοιπόν, μεγάλης έκτασης επεμβάσεις για την αναβάθμιση αυτού του κτηριακού αποθέματος (θερμομόνωση, αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης/ψύξης, αντικατάσταση κουφωμάτων κλπ.). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν τα κτήρια κάθε είδους στην Ελλάδα πληρούσαν τις προδιαγραφές του νέου, εναρμονισμένου με τα ευρωπαϊκά πρότυπα Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων, τότε θα κατανάλωναν από 43% μέχρι 71% λιγότερη ενέργεια. Κι αυτό δεν έχει μόνο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και τις εκλύσεις που αυτή συνεπάγεται, αλλά και στα οικονομικά κάθε νοικοκυριού. Μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι τέτοιες παρεμβάσεις κοστίζουν πολύ. Τα τελευταία δέκα χρόνια τα προγράμματα "Εξοικονόμηση Κατ’ Οίκον" που χρηματοδοτούν την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών στη Ελλάδα (κουφώματα, θερμομόνωση και άλλες τέτοιες παρεμβάσεις) οδήγησαν στην ανακαίνιση σχεδόν 100.000 κατοικιών. Το νέο πρόγραμμα "Εξοικονομώ-Αυτονομώ" (που έχει ήδη ενταχθεί στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας) πρόκειται να χρηματοδοτήσει την ενεργειακή αναβάθμιση πάνω από 180.000 κατοικιών. Για να φτάσουμε στο 2050 και τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας, ωστόσο, θα χρειαστούν πολύ περισσότερα. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), για το οποίο θα μιλήσουμε και παρακάτω, προβλέπει την ανακαίνιση ή αντικατάσταση του 12%-15% του συνόλου των κατοικιών της χώρας ώστε να μετατραπούν σε κατοικίες σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. 5. Οι ενεργειακές πολιτικές που υπάρχουν ΗΕυρωπαϊκή Ένωση πρωταγωνιστεί στις παγκόσμιες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Από την προηγούμενη δεκαετία κιόλας έχει θέσει για λογαριασμό των κρατών-μελών συγκεκριμένους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, ώστε η ευρωπαϊκή οικονομία να καταστεί κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050, συνεισφέροντας στον περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας στον πλανήτη όχι περισσότερο από 2οC μέχρι το τέλος του αιώνα, σε σύγκριση με τη μέση θερμοκρασία στην προ-βιομηχανική εποχή. Ως εκ τούτου, η ΕΕ έχει αναπτύξει μια εξαιρετικά πλούσια δραστηριότητα ως προς την παραγωγή στρατηγικών, κειμένων πολιτικής, οδηγιών και κανονισμών που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη. Και αυτά τα κείμενα περιέχουν και πολλούς ρυθμιστικούς κανόνες που αφορούν στην ενέργεια. Οι αρχικοί ποσοτικοί στόχοι πολιτικής της ΕΕ για την Ενέργεια και το Κλίμα (γνωστοί και ως στόχοι "20-20-20"), οι οποίοι νομοθετήθηκαν το 2009, είχαν χρονικό ορίζοντα μέχρι το 2020 και περιελάμβαναν: τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2020 κατά τουλάχιστον 20% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, την αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ μέχρι το 2020 τουλάχιστον στο 20% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας και τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας μέχρι το 2020 κατά τουλάχιστον 20%. Η ΕΕ συνολικά τα πήγε καλά ως προς αυτούς τους στόχους. Το ίδιο και η δική μας χώρα. Στο διάστημα που μεσολάβησε όπως είδαμε και παραπάνω έγινε μεγάλη πρόοδος στην ένταξη των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας. Μεγάλο ρόλο στην επίτευξη των στόχων, ωστόσο, έπαιξε και το ότι στη δεκαετία που μεσολάβησε η χώρα υπέστη μια γιγάντια οικονομική κρίση, με μια συνακόλουθη συρρίκνωση της οικονομικής της δραστηριότητας. Πλέον η φαρέτρα των ρυθμιστικών κανόνων της ΕΕ έχει οδηγήσει στη δημιουργία μιας πληθώρας στρατηγικών σχεδίων και στη χώρα μας, από το "ΕΣΔΕΑ" για την ενεργειακή απόδοση και το "ΕΣΕΚ" που αναφέρθηκε και παραπάνω, μέχρι το "ΣΔΑΜ" για τις λιγνιτικές περιοχές. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο του 2019, ενσωματώνει τις βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής της ΕΕ και αποτελεί το βασικό εργαλείο ενεργειακής πολιτικής της χώρας για την επίτευξη ποιοτικών και ποσοτικών στόχων την περίοδο 2021-2030. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής, τα οποία λαμβάνουν υπόψη το δυναμικό, τις τεχνικές ιδιαιτερότητες και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού ενεργειακού συστήματος στους τομείς της παραγωγής, διάθεσης και κατανάλωσης ενέργειας. Οι στόχοι που προβλέπει περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων: Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2030 κατά τουλάχιστον 42% σε σύγκριση με το επίπεδο των εκπομπών το 1990 (και 56% έναντι του 2005). Αυτός ο στόχος, σύμφωνα με πρόσφατες ανακοινώσεις αναμένεται να αναθεωρηθεί, βεβαίως, από 42% σε τουλάχιστον 55%. Πράγμα που σημαίνει ότι μέχρι το 2030 η χώρα μας θα πρέπει να εκλύει περίπου 50 μεγατόνους ισοδύναμου CO2 Αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ τουλάχιστον σε 35% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας μέχρι το 2030 και μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή 61%-64% έως το 2030. Βελτίωση της Ενεργειακής Αποδοτικότητας (ΕΑ) κατά τουλάχιστον 38% μέχρι το 2030 σε σύγκριση με προβλέψεις που έγιναν το 2007. Μηδενικό μερίδιο του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2028. Αλλά και αυτοί οι φιλόδοξοι στόχοι αργά ή γρήγορα θα επανεκτιμηθούν προς το ακόμα πιο φιλόδοξο. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει μια σειρά από πολιτικές για την αγορά ενέργειας, τις ΑΠΕ, την ενεργειακή ασφάλεια, τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης αλλά και για την ενεργειακή μετάβαση σε διάφορους τομείς της ελληνικής οικονομίας (στο κεφάλαιο 10.4 της μελέτης μπορείτε να βρείτε μια αναλυτική παρουσίαση των πολιτικών). Μέρος των προτάσεων αυτών, δε, είναι επενδύσεις ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία οι οποίες, αν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη μετάβαση κ.ά.). To 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις) προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις 'πράσινης" ανάπτυξης. Στο κεφάλαιο 10.7 οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την "πράσινη" ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα. Αλλά, βεβαίως, η προσπάθεια δεν τελειώνει στο 2030. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι υποχρεωμένα να προετοιμάσουν και πιο μακροπρόθεσμα σχέδια για το 2050 και τον στόχο της ενεργειακής ουδετερότητας -δηλαδή για την περίπτωση της Ελλάδας το "96,1 μεγατόνοι" του 2018, που το 2030 πρέπει να έχει πάει στο "50 μεγατόνοι", θα πρέπει μέχρι το 2050 να πάει στο μηδέν. Η Μακροχρόνια Στρατηγική για το 2050 περιλαμβάνει μια σειρά από πολιτικές και στόχους που επεκτείνουν τα μέτρα που προβλέπονται στο ΕΣΕΚ και στην επόμενη εικοσαετία αλλά, καθότι αυτά δεν είναι σε καμία περίπτωση επαρκή για μια τόσο μεγάλης κλίμακας ενεργειακή μετάβαση, πλαισιώνονται και από άλλες, πιο "εξωτικές" πολιτικές που βασίζονται εν μέρει και σε νέες τεχνολογίες οι οποίες ακόμη είναι ανώριμες ή ασύμφορες, όπως η δέσμευση και αποθήκευση εκλυόμενου άνθρακα, μέθοδοι χημικής αποθήκευσης ενέργειας, ή η εκτεταμένη χρήση υδρογόνου σε εφαρμογές στη βιομηχανία, τις μεταφορές και αλλού. 6. Οι προτάσεις της έρευνας Μετά από όλα αυτά, η έρευνα καταλήγει σε μια σειρά από προτάσεις πολιτικής που συμπληρώνουν όσα προβλέπονται από τα προαναφερθέντα σχέδια και θέτουν και μια βασική προτεραιοποίηση για όσα πρέπει να γίνουν. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι τέσσερις άξονες στους οποίους θα πρέπει να δοθεί έμφαση στο επόμενο διάστημα και μαζί να γίνουν και σημαντικές επενδύσεις είναι: Βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας. Ανάπτυξη της παραγωγής ενέργειας με ΑΠΕ. Αναβάθμιση και ενίσχυση υποδομών στα δίκτυα ενέργειας για διευκόλυνση των ΑΠΕ και σταδιακή σύζευξη τομέων τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Δίκαιη μετάβαση των περιοχών που εξαρτώνται από το λιγνίτη. Εδώ θα αναφέρουμε επιγραμματικά μερικές από τις προτάσεις πολιτικής ανά τομέα: Για την εξοικονόμηση ενέργειας: Παροχή αποτελεσματικών κινήτρων (εκπτώσεις φόρων, επιδοτήσεις κλπ.), ώστε να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια για επενδύσεις σε ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων (διάρθρωση κτηριακού αποθέματος, ελλιπής πληροφόρηση, αποτυχίες της αγοράς, έλλειψη τεχνικής εμπειρίας, ρυθμιστικά εμπόδια κ.ά.), Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των δημοσίων κτηρίων. Προώθηση της χρήσης συστημάτων ΑΠΕ για κάλυψη θερμικών και ψυκτικών αναγκών. Προώθηση συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης από εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών. Βελτιώσεις στον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων (ΚΕΝΑΚ, κτήρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας) με καθορισμό σύγχρονων προδιαγραφών και αποτελεσματικό έλεγχο συμμόρφωσης. Για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας: Εξασφάλιση ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρισμού με επαρκή ρευστότητα, αποτελεσματική εποπτεία και χρηματοοικονομική ακεραιότητα και αξιοπιστία, που θα συμβάλει στη μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Διατήρηση υφιστάμενων και εφαρμογή νέων μέτρων μείωσης του ενεργειακού κόστους βιομηχανικών επιχειρήσεων. Διασφάλιση βιωσιμότητας και ρευστότητας του μηχανισμού χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ. Σχεδιασμός του συστήματος στήριξης των ΑΠΕ μετά τη μετάβαση στο target-model. Προστασία των καταναλωτών και αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας. Διασφάλιση ικανοποιητικού ρυθμού είσπραξης των λογαριασμών ηλεκτρισμού. Λειτουργία αγοράς ή μηχανισμού αποζημίωσης διαθεσιμότητας ισχύος, με συμμετοχή και της ζήτησης. Σαφές κανονιστικό πλαίσιο για την αντικατάσταση παλαιωμένου εξοπλισμού μονάδων ΑΠΕ (repowering). Ανάπτυξη θεσμικού πλαισίου για θαλάσσια αιολικά πάρκα. Για το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας: Ψηφιοποίηση και αναβάθμιση. Οριστικοποίηση μοντέλου διενέργειας επένδυσης σε "έξυπνους" μετρητές και "ευφυή" δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και πηγών χρηματοδότησης. Εισαγωγή μηχανισμών οικονομικών κινήτρων στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις των δικτύων. Στενή συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών των δικτύων μεταφοράς και διανομής και διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων. Καθορισμός ενιαίου πλαισίου ασφάλειας του κυβερνοχώρου στην ΕΕ συμπεριλαμβανομένων προληπτικών, διορθωτικών και αμυντικών σχεδίων για το ενεργειακό σύστημα. Για τις ενεργειακές υποδομές: Αναβάθμιση και ενίσχυση συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και διασυνδέσεων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με γειτονικές χώρες. Υποστήριξη των ΑΠΕ που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες (π.χ. υδρογόνο, βιοοικονομία κ.λπ.) και των "πράσινων" μεταφορών. Ανάπτυξη εθνικού σχεδίου για σταθμούς φόρτισης δημόσιας χρήσης με δεσμεύσεις σχετικά με την ταχύτητα αύξησης φορτίου και την επενδυτική προσέγγιση. Προετοιμασία του δικτύου και άλλων εγκαταστάσεων για λύσεις γρήγορης φόρτισης. Ανάπτυξη σταθμών γρήγορης φόρτισης σε αυτοκινητόδρομους. Κανονισμούς για την κατασκευή σταθμών φόρτισης σε κατοικίες και εμπορικά κτήρια. Διευκόλυνση της δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης στην ανάπτυξη δικτύου σταθμών φόρτισης με σταθερό και ελκυστικό για επενδύσεις επιχειρηματικό πλαίσιο για τη λειτουργία σε περιοχές με διαφορετικά χαρακτηριστικά, όπως αστικές και αγροτικές περιοχές. Και ακόμα: Αναπτυξιακός σχεδιασμός με στρατηγικές δράσεις και χρηματοδοτικά προγράμματα για τη δίκαιη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών. Διαμόρφωση στρατηγικού μακροπρόθεσμου πλαισίου για την Έρευνα και Ανάπτυξη στον τομέα Ενέργειας με εστίαση: α) στο επιχειρηματικό και αναπτυξιακό δυναμικό της έρευνας στον ενεργειακό τομέα και β) σε συνεργασίες πανεπιστημίων, επιχειρήσεων και κράτους στον τομέα της καινοτομίας. Ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας, έξυπνων δικτύων, τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας κ.ά. Ενεργή συμμετοχή των κεντρικών και τοπικών αρχών της χώρας για τη διευκόλυνση των σχεδιαζόμενων ή σε εξέλιξη έργων (διασύνδεση νησιών, ενίσχυση του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, επενδύσεις σε ΑΠΕ κ.ά.).
  18. έχρι το 2050 η χώρα μας, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, θα πρέπει να έχει σταματήσει να εκλύει αέρια που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου -ή, έστω, να δεσμεύει από την ατμόσφαιρα ισοδύναμη ποσότητα όσων εκλύει. Θα πρέπει να γίνει "κλιματικά ουδέτερη". Το 2050, όμως, θα θέλουμε να έχουμε μια ακμάζουσα και αναπτυσσόμενη οικονομία, φτηνό ηλεκτρισμό, θέρμανση και ψύξη στα σπίτια, να κινούμαστε με αυτοκίνητα και μέσα μαζικής μεταφοράς, να παράγουμε βιομηχανικά προϊόντα και να απολαμβάνουμε, γενικά, τους καρπούς του ανθρώπινου πολιτισμού. Γι’ αυτό θα πρέπει να παράγουμε και να καταναλώνουμε ενέργεια. Στην εποχή μας, τρεις δεκαετίες πριν από το 2050, ο τομέας της ενέργειας προκαλεί το 40% των εκλύσεων που στέλνουμε στην ατμόσφαιρα. Από τους 96,1 εκατ. τόνους ισοδύναμου CO2 που εκλύονταν από την Ελλάδα το 2018, οι 38,3 εκατ. προέρχονταν από εκεί."96 εκατομμύρια τόνοι" (ή, "μεγατόνοι") ακούγεται πολύ, και είναι, πράγματι, περισσότερο από ό,τι εκλύουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες παρόμοιου μεγέθους, όπως η Πορτογαλία ή η Ουγγαρία. Αλλά είναι κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. και το χαμηλότερο νούμερο τα τελευταία 30 χρόνια. Το 1990 η χώρα μας έστελνε 105,8 μεγατόνους ισοδύναμου CO2 στην ατμόσφαιρα. Το 2005, τη χειρότερη χρονιά, έστειλε 139,1. To 2050 θα πρέπει να φτάσει στο μηδέν. Πώς θα το κατορθώσουμε; Και, επιπλέον, πώς θα γίνει αυτή η μετάβαση λύνοντας ταυτόχρονα τα πολλά και μεγάλα προβλήματα του ενεργειακού τομέα που έχουμε σήμερα, αναβαθμίζοντας τις υποδομές και τις υπηρεσίες, αυξάνοντας την ενεργειακή ασφάλεια, μειώνοντας την ενεργειακή φτώχεια και θωρακίζοντας έναν από τους κρισιμότερους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα; Μια ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή Νίκου Βέττα ανέλαβε για λογαριασμό της διαΝΕΟσις μια πλήρη και αναλυτική χαρτογράφηση του τομέα ενέργειας στη χώρα μας. Στην πολυσέλιδή έκθεσή τους, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ (PDF) αναλύουν τα βασικά δεδομένα, τις θεσμικές αλλαγές που έχουν υλοποιηθεί ή δρομολογηθεί, τους στόχους της χώρας για το μέλλον και τις σημαντικότερες προκλήσεις που προκύπτουν. Επιπλέον, μπορείτε να διαβάσετε και ένα κείμενο πολιτικής (PDF) που προετοίμασε η ερευνητική ομάδα για το ίδιο θέμα με κεντρικό άξονα τον ρόλο του τομέα της ενέργειας στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Παρακάτω θα δούμε μερικά από τα βασικά σημεία της έρευνας συνοπτικά. 1. Ενέργεια & ελληνική οικονομία Ηπαραγωγή και η κατανάλωση ενέργειας επηρεάζουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή κάθε χώρας. Σχετίζονται άμεσα με το παραγωγικό μοντέλο της, τη βιομηχανία, τη φτώχεια και την ποιότητα ζωής των πολιτών. Ο ενεργειακός τομέας επηρεάζει κάθε οικονομία με δύο τρόπους: αφενός συνεισφέρει απευθείας στην προστιθέμενη αξία της οικονομίας με όλες τις δραστηριότητες της αλυσίδας παραγωγής και εφοδιασμού ενέργειας και των κλάδων που συνδέονται με τον ενεργειακό τομέα, και αφετέρου με την ευρύτερη επίδραση στην οικονομία, μέσω των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, που επηρεάζουν κάθε οικονομική δραστηριότητα (σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά). Αξίζει να πούμε δυο λόγια για τον ρόλο που παίζει ο κλάδος αυτός στην ελληνική οικονομία. ­ Διαβάστε Το Κείμενο Πολιτικής Για Την Ενέργεια (PDF) Η άμεση συμβολή του ενεργειακού τομέα στην ελληνική οικονομία εκτιμάται στο 3,8% του ΑΕΠ (2017), ενώ ο τομέας δίνει δουλειά σε περίπου 50.000 ανθρώπους, οι περισσότεροι εκ των οποίων απασχολούνται στο (χονδρικό και λιανικό) εμπόριο καυσίμων. Αν συνυπολογίσουμε και τους κλάδους που συνδέονται στενά με τον ενεργειακό, εκτιμάται ότι η ευρύτερη συνεισφορά του (ειδικότερα στην απασχόληση) είναι πολλαπλάσια. Σχεδόν το 1/3 των ελληνικών εξαγωγών προϊόντων είναι εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων. Πρόκειται σχεδόν αποκλειστικά για προϊόντα πετρελαίου από τα ελληνικά διυλιστήρια. Η χώρα μας όμως εισάγει και πολλά προϊόντα ενέργειας -το 27% των ελληνικών εισαγωγών συνολικά, με τη συντριπτική πλειοψηφία να είναι αργό πετρέλαιο που εισάγουμε κυρίως από το Ιράκ, το Καζακστάν, τη Ρωσία και άλλες χώρες, και το περισσότερο από το οποίο επανεξάγεται μετά την επεξεργασία του στα ελληνικά διυλιστήρια. Γενικά, η αξία των ενεργειακών προϊόντων που εισάγουμε είναι μεγαλύτερη από αυτών που εξάγουμε (15 δισ. ευρώ έναντι 10,7 δισ. το 2019). Αξίζει δε να αναφέρουμε ότι ο κλάδος της ενέργειας έχει πολύ μεγάλη σημασία και για τα δημόσια έσοδα. Το 64% της τιμής της αμόλυβδης βενζίνης είναι δασμοί ή φόροι, για παράδειγμα. Τα έσοδα από τους ειδικούς φόρους στην ενέργεια έφταναν το 3% του ΑΕΠ το 2019, έναντι 1,8% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Αυτό, μάλιστα είναι κάτι που άλλαξε από το 2010 και την αρχή της κρίσης και μετά. Με τα παραπάνω βλέπουμε ότι ο κλάδος της ενέργειας έχει μεγάλη σημασία για την οικονομία της χώρας. Τι περιλαμβάνει, όμως, "ο κλάδος της ενέργειας"; Η απάντηση είναι περίπλοκη και περιλαμβάνει πολλές πολύ σημαντικές και διαφορετικές μεταξύ τους δραστηριότητες, κάποιες εκ των οποίων σχετίζονται και αλληλοσυμπληρώνονται. "Κάθε ενεργειακό σύστημα, με την έννοια του συνόλου των διευθετήσεων με τις οποίες αξιοποιούνται φυσικοί πόροι για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής", γράφει ο Βάτσλαβ Σμιλ, "έχει τρεις θεμελιώδεις συνιστώσες: τους φυσικούς (ανανεώσιμους ή μη ανανεώσιμους) ενεργειακούς πόρους, την τεχνολογία μετατροπής τους σε διαθέσιμη ενέργεια και μια ποικιλία ειδικών χρήσεων των διαθέσιμων ροών ενέργειας". Η έρευνα αναλύει κάθε μία από αυτές τις συνιστώσες όπως λειτουργούν στη χώρα μας σε αναλυτικά κεφάλαια -εδώ θα καταγράψουμε μόνο ενδεικτικά μερικές από αυτές, μαζί με τα βασικά τους στοιχεία. Πριν ξεκινήσουμε την καταγραφή, όμως, αξίζει να σημειώσουμε τρία βασικά χαρακτηριστικά του τομέα στη χώρα μας: α) Σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια οικονομία που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και έχει μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. β) Το 36,7% της ενέργειας που παράγεται στη χώρα καταναλώνεται για μεταφορές, το 24,3% για οικιακή κατανάλωση, το 22,8% στη βιομηχανία και το 13% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες. γ) Τα βασικά προβλήματα του τομέα ξεκινούν από τις ελλείψεις στις υποδομές και το κόστος της ενέργειας και φτάνουν μέχρι τους ιλιγγιώδεις ανεξόφλητους λογαριασμούς της ΔΕΗ (περίπου 2,7 δισ. ευρώ το 2019). Αλλά ας τα δούμε ένα ένα. 2. Η ηλεκτρική ενέργεια Πολλοί ταυτίζουν τον κλάδο της ενέργειας με την ηλεκτρική ενέργεια. Η ηλεκτρική ενέργεια είναι, όμως, μόνο ένα τμήμα της ενεργειακής παραγωγής και κατανάλωσης μιας χώρας. Βεβαίως, είναι ίσως το πιο σημαντικό -και αναμένεται στο μέλλον να γίνει ακόμα σημαντικότερο. Η ηλεκτροπαραγωγή αναμένεται να τριπλασιαστεί μέσα στα επόμενα 50 χρόνια, κυρίως από τον εξηλεκτρισμό τομέων τελικής κατανάλωσης. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος στο κοντινό μέλλον θα χρησιμοποιεί ενέργεια από το δίκτυο ηλεκτρισμού για δραστηριότητες για τις οποίες έως τώρα έκαιγε ορυκτά καύσιμα. Η δε ηλεκτρική ενέργεια θα παράγεται ολοένα και περισσότερο από νέες, διαφορετικές πηγές. Αυτή η μετάβαση έχει ξεκινήσει και στην Ελλάδα. Η ισχύς ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα μειώνεται και παράλληλα οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος αυξάνονται θεαματικά τα τελευταία χρόνια. Πλέον το 1/3 της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα προέρχεται από τις ΑΠΕ. Σκεφτείτε ότι η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών σταθμών στη χώρα πενταπλασιάστηκε μόνο μέσα σε δύο χρόνια, από το 2011 ως το 2013. Βεβαίως, διαχρονικά η χώρα μας βασίζεται σε κάποιο βαθμό στην καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Σε κάποια νησιά που δεν είναι συνδεδεμένα με το κεντρικό δίκτυο ηλεκτρισμού της χώρας καίγονται ντίζελ και μαζούτ για να παραχθεί ηλεκτρικό ρεύμα ενώ, ως γνωστόν, στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες καίμε λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε μεγάλα εργοστάσια της ΔΕΗ, τα οποία βρίσκονται κοντά στις περιοχές όπου εξορύσσεται ο λιγνίτης, ένας γαιάνθρακας που περιέχει σχετικά χαμηλό ποσοστό άνθρακα. Το 2018, το 32,3% της ηλεκτροπαραγωγής προερχόταν από καύση λιγνίτη. Αυτή, ωστόσο, είναι μια πρακτική που -όπως φαίνεται και από το διάγραμμα-, σταδιακά μειώνεται και σύντομα θα σταματήσει τελείως. Εδώ και πολλά χρόνια, η καύση του λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι οικονομικά ασύμφορη. Καθώς εκλύει μεγάλες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, η λειτουργία τέτοιων μονάδων κοστίζει πολλά σε δικαιώματα εκπομπών άνθρακα, η τιμή των οποίων ρυθμίζεται από το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της EE. To 2013 η μέση τιμή που αναγκάζονταν να πληρώνουν ρυπογόνες μονάδες παραγωγής ενέργειας και βιομηχανίες ήταν 4,4 ευρώ ανά τόνο CO2, αλλά το 2019 η τιμή είχε εκτοξευθεί στα 24,8 ευρώ ανά τόνο CO2, πράγμα που στην πράξη σημαίνει ότι, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα, πλέον όλες οι λιγνιτοπαραγωγές μονάδες της ΔΕΗ είναι ζημιογόνες. Το ελληνικό κράτος έχει ήδη προγραμματίσει το κλείσιμό τους. Αυτό, βεβαίως, σημαίνει ότι τα 3,35 GW που παράγουν αυτές οι μονάδες θα πρέπει να αντικατασταθούν από άλλες πηγές από το 2023 και μετά και, βεβαίως, ότι οι περιοχές που στηρίζονταν οικονομικά από αυτά τα εργοστάσια θα πρέπει να στηριχθούν κατά τη μετάβασή τους σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες. Στη χώρα μας την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται την καταναλώνουν κυρίως οι υπηρεσίες (καταστήματα, γραφεία κλπ. -34,6% το 2019), τα σπίτια (33,6%) και η βιομηχανία (23,8% το 2019 -από 40,8% το 1990). Η ηλεκτρική ενέργεια, δε, κοστίζει ακριβά. Το 2019 η ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα είχε τις ακριβότερες τιμές χονδρικής σε ολόκληρη την ΕΕ. Αυτό όμως δεν μεταφράζεται σε πολύ υψηλές τιμές (σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα) για τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις, λόγω ευνοϊκότερης φορολογίας. Ωστόσο, καθότι οι δαπάνες για ενέργεια παραμένουν ένα από τα σημαντικότερα βάρη τόσο για τα νοικοκυριά, όσο και για τις επιχειρήσεις -με προφανείς επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητά τους, οι ερευνητές υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια μείωση στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Εκτιμούν, λοιπόν, ότι μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα είχε θεαματική θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας. Πώς όμως φτάνει το ηλεκτρικό ρεύμα από την παραγωγή στην κατανάλωση; Στο πρώτο στάδιο στην Ελλάδα υπάρχει ένα κεντρικό Εθνικό Διασυνδεδεμένο Σύστημα (ΕΔΣ) με 12 χιλιάδες χιλιόμετρα καλώδια και 356 υποσταθμούς, το οποίο διαχειρίζεται η ανώνυμη εταιρεία ΑΔΜΗΕ και το οποίο συνδέεται με το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Σύστημα (μέσω Ιταλίας, Αλβανίας, Βουλγαρίας, Βόρειας Μακεδονίας και Τουρκίας). Υπάρχουν επίσης και 29 αυτόνομα δίκτυα στα μη-διασυνδεδεμένα νησιά (όπου, όπως είπαμε, κυρίως παράγεται ενέργεια με καύση μαζούτ και ντίζελ, και πλέον και από ΑΠΕ). Αξίζει να αναφέρουμε, εξάλλου, πως παρόλο που η παραγωγή ενέργειας στα νησιά αυτά έχει πολύ υψηλότερο κόστος, οι πολίτες εκεί πληρώνουν τα ίδια για ηλεκτρικό ρεύμα με τους υπόλοιπους Έλληνες. Η διαφορά καλύπτεται από τις χρεώσεις για "ΥΚΩ" στους λογαριασμούς όλων των νοικοκυριών της χώρας. Αυτό προγραμματίζεται να αλλάξει, βεβαίως, με την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των νησιών με το ΕΔΣ τα επόμενα χρόνια. Από εκεί και πέρα, από τους υποσταθμούς του ΑΔΜΗΕ το ηλεκτρικό ρεύμα φτάνει στα σπίτια με ένα δίκτυο διανομής που έχει καλώδια μήκους 240 χιλιάδων χιλιομέτρων και εξυπηρετεί 7,6 εκατομμύρια πελάτες. Αυτό το δίκτυο το διαχειρίζεται ένας άλλος οργανισμός, ο Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, γνωστός ως ΔΕΔΔΗΕ. Μία από τις σημαντικότερες προτεραιότητες για τα επόμενα χρόνια είναι η μετατροπή αυτού του δικτύου σε "έξυπνο δίκτυο" με 13 συγκεκριμένα έργα ψηφιοποίησης και αναβάθμισης των υποδομών, όπως η αντικατάσταση όλων των παλαιών μετρητών με ηλεκτρονικούς, "έξυπνους" μετρητές. Αυτές οι δομές και όλα αυτά τα αρκτικόλεξα δεν υπήρχαν πριν από δεκαπέντε χρόνια. Ο ΑΔΜΗΕ ιδρύθηκε το 2011, ο ΔΕΔΔΗΕ το 2012. Αν και δεν έχει γίνει ευρέως αντιληπτό από την κοινωνία, ολόκληρη η δομή και η λειτουργία του δικτύου ηλεκτροδότησης της χώρας έχει αλλάξει ριζικά στη χώρα μας μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Πριν από μόλις λίγα χρόνια η ΔΕΗ είχε το απόλυτο μονοπώλιο στην παραγωγή, μεταφορά, διανομή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Αυτό έχει αλλάξει. Βεβαίως, η ΔΕΗ ακόμα ελέγχει περίπου το 50% της συνολικής παραγωγής και το 67,7% της προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά το σύστημα μεταφοράς και τα δίκτυα διανομής πλέον έχουν διαχωριστεί ιδιοκτησιακά, και δεκάδες ιδιωτικές εταιρείες ανταγωνίζονται πλέον στην παραγωγή και την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας. Μια άλλη εξαιρετικά σημαντική αλλαγή είναι το ότι τους τελευταίους μήνες -και πολύ καθυστερημένα-, η Ελλάδα άρχισε να εφαρμόζει το υπόδειγμα στόχος (target-model), ενώ εντάχθηκε και στις ενιαίες αγορές των ευρωπαϊκών δικτύων που ρυθμίζουν τις τιμές συντονισμένα από τον Δεκέμβριο του 2020, μέσω της διασύνδεσης με την Ιταλία. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη. Το άνοιγμα αυτών των νέων αγορών, που θα ρυθμίζουν καλύτερα τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος σε πραγματικό χρόνο ανάλογα με τις συνθήκες, την προσφορά και τη ζήτηση έγινε πολύ καθυστερημένα, αλλά είναι ένα απαραίτητο βήμα για τη διασύνδεση της απομονωμένης ελληνικής αγοράς με τα ευρωπαϊκά δίκτυα. 3. Τα ορυκτά καύσιμα Στην Ελλάδα χρησιμοποιούμε προϊόντα πετρελαίου κυρίως για θέρμανση και για κίνηση οχημάτων. Περίπου η μισή τελική κατανάλωση ενέργειας προέρχεται από τα προϊόντα πετρελαίου (53%). Είναι ένα υψηλό ποσοστό -το 5ο υψηλότερο στην ΕΕ- αλλά στο παρελθόν ήταν ακόμα μεγαλύτερο: δέκα χρόνια πριν ήταν στο 63%. Είναι αξιοσημείωτο το ότι τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν περισσότερα χρήματα για καύσιμα κίνησης (το 4,4% των δαπανών του μέσου νοικοκυριού) από ότι για ηλεκτρικό ρεύμα (3,1%) -κάτι το οποίο πιθανότατα σχετίζεται και με το ότι έχουμε την 3η ακριβότερη αμόλυβδη βενζίνη στην ΕΕ. Όπως αναφέραμε, ο πολύ σημαντικός ρόλος των ορυκτών καυσίμων στην ελληνική οικονομία αποτυπώνεται και από το μέγεθος των εξαγωγών προϊόντων πετρελαίου (το 28% των εξαγωγών της χώρας - από 7% το 2000). Αυτός ο τομέας, όμως, θα αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις στο μέλλον, καθώς η χώρα τις επόμενες δεκαετίες θα κληθεί -όπως όλες οι χώρες του κόσμου- να μειώσει ραγδαία τις εκπομπές διοξειδίου το άνθρακα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν όντως ληφθούν σοβαρά μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης διεθνώς, η ζήτηση για πετρέλαιο θα κορυφωθεί μέσα στη δεκαετία του 2020 και στη συνέχεια θα αρχίσει να υποχωρεί κατά περισσότερο από 50% μέχρι το 2040 στις ανεπτυγμένες οικονομίες (και κατά 10% στις αναπτυσσόμενες). Η χώρα μας εισάγει σχεδόν όλο το πετρέλαιο που χρησιμοποιεί, καθότι τα κοιτάσματα στην επικράτειά της παράγουν ελάχιστες ποσότητες (το κεφάλαιο 4 αναφέρει αναλυτικά την ιστορία αναζήτησης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στη χώρα μας). Βεβαίως, το θέμα της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων που μπορεί να υπάρχουν στο Αιγαίο επανέρχεται πολύ συχνά στον δημόσιο διάλογο. Η έρευνα υποστηρίζει ότι υπό προϋποθέσεις η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων "δεν αντιτίθεται μεσοπρόθεσμα στη διακηρυγμένη πολιτική απο-ανθρακοποίησης" και ότι "δύναται να αποτελέσει μια δραστηριότητα που θα συμβάλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας". Τονίζει, δε, και τη γεωπολιτική σημασία μιας αναβάθμισης του γεωπολιτικού ρόλου της χώρας στην περιοχή. Ωστόσο, υπογραμμίζει και τις προοπτικές που διαμορφώνονται από την πολιτική αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες εξασφαλίζουν ότι η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα στο μέλλον θα είναι, όπως είπαμε, αναπόφευκτα μικρότερη. Κάτι που ασφαλώς θα επηρεάσει πιθανές μελλοντικές επενδύσεις που θα έχουν ορίζοντα δεκαετιών. Εκτός από το πετρέλαιο, όμως, υπάρχει και το φυσικό αέριο. Το φυσικό αέριο εκλύει λιγότερο CO2 και προσφέρεται για μια γρήγορη μείωση των εκπομπών, όταν αντικαθιστά τη χρήση άλλων ορυκτών καυσίμων. Στη χώρα μας μπήκε σχετικά πρόσφατα στο ενεργειακό μείγμα (μόλις το 1996) και πλέον καλύπτει περίπου το 17,3% της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης, ένα ποσοστό που αναμένεται να μείνει σταθερό μέχρι το 2030. Σημαντικά έργα υποδομής (αγωγοί, υπόγεια αποθήκη Καβάλας, ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης) είναι επίσης υπό κατασκευή. Στη συνέχεια και η κατανάλωση αυτή θα πρέπει να μειωθεί, βεβαίως -το φυσικό αέριο θεωρείται μόνο μεταβατικό καύσιμο. Μολονότι όντως συνεισφέρει λιγότερο στο φαινόμενο του θερμοκηπίου από την καύση προϊόντων πετρελαίου, η διαφορά δεν είναι τόσο μεγάλη όσο νομίζουν πολλοί. Η τιμή αναφοράς του συντελεστή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για το φυσικό αέριο είναι 44,6% μικρότερη από το λιγνίτη, 27,5% λιγότερη από το μαζούτ και 24,3% λιγότερη από το ντίζελ. Προς το παρόν η κατανάλωσή του παγκοσμίως αυξάνεται -με την εξαίρεση του 2020, λόγω πανδημίας-, αλλά σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις αναμένεται να κορυφωθεί μέχρι το 2040 (ή ακόμα και μέχρι το 2030, αν ληφθούν πιο ριζοσπαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης από όσα είναι ήδη προγραμματισμένα) και στη συνέχεια θα αρχίσει να μειώνεται ραγδαία. Στην Ευρώπη αυτή η υποχώρηση αναμένεται να αρχίσει νωρίτερα, από την τρέχουσα δεκαετία. 4. Η ενεργειακή αποδοτικότητα Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που αφορούν τόσο τον ενεργειακό τομέα εν γένει όσο και τις πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι το θέμα της ενεργειακής αποδοτικότητας. Είναι ένα κρίσιμο, σοβαρό πρόβλημα το οποίο συχνά περνά απαρατήρητο από τον δημόσιο διάλογο, στο οποίο όμως υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια για παρεμβάσεις και επενδύσεις, που όχι μόνο θα βελτίωναν τις προοπτικές επίτευξης των στόχων για το 2030 και το 2050, αλλά θα προσέφεραν και μια γερή τόνωση στην ελληνική οικονομία. "Η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας", γράφουν οι ερευνητές, "η οποία υποστηρίζεται και προωθείται από την ενεργειακή πολιτική, απαιτεί σημαντικές επενδύσεις, οι οποίες δημιουργούν θέσεις εργασίας και προστιθέμενη αξία στην οικονομία. Παράλληλα, οδηγεί σε περιορισμό των δαπανών των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών για ενέργεια, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα και το διαθέσιμο εισόδημά τους, αντίστοιχα. Τα οφέλη είναι σημαντικά και για την ενεργειακή ασφάλεια των δικτύων, τα οποία θα είναι σε θέση να εξυπηρετούν τη ζήτηση πιο εύκολα. Επιπλέον, η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας είναι σημαντικό εργαλείο για τον περιορισμό της ενεργειακής φτώχειας". Αξίζει να θυμόμαστε ότι τα σπίτια στην Ελλάδα δαπανούν ενέργεια κυρίως για τη θέρμανση (60%) και για τη χρήση οικιακών συσκευών (20%). Το 55% των περίπου 6,4 εκατ. κατοικιών στην Ελλάδα (το 4,1 εκατ. από αυτές κατοικούνται) χτίστηκαν πριν από το 1981, οπότε έχουν χαμηλά επίπεδα θερμικής μόνωσης -ή και καθόλου. Μόλις το 6,4% των κατοικιών στην Ελλάδα ανήκουν στις ανώτερες ενεργειακές κλάσεις "Α" και "Β". Χρειάζονται, λοιπόν, μεγάλης έκτασης επεμβάσεις για την αναβάθμιση αυτού του κτηριακού αποθέματος (θερμομόνωση, αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης/ψύξης, αντικατάσταση κουφωμάτων κλπ.). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν τα κτήρια κάθε είδους στην Ελλάδα πληρούσαν τις προδιαγραφές του νέου, εναρμονισμένου με τα ευρωπαϊκά πρότυπα Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων, τότε θα κατανάλωναν από 43% μέχρι 71% λιγότερη ενέργεια. Κι αυτό δεν έχει μόνο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και τις εκλύσεις που αυτή συνεπάγεται, αλλά και στα οικονομικά κάθε νοικοκυριού. Μια μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 40% σημαίνει μείωση δαπάνης σχεδόν 500 ευρώ για ένα νοικοκυριό που πληρώνει 1.200-1.300 ευρώ ετησίως για ενέργεια. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι τέτοιες παρεμβάσεις κοστίζουν πολύ. Τα τελευταία δέκα χρόνια τα προγράμματα "Εξοικονόμηση Κατ’ Οίκον" που χρηματοδοτούν την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών στη Ελλάδα (κουφώματα, θερμομόνωση και άλλες τέτοιες παρεμβάσεις) οδήγησαν στην ανακαίνιση σχεδόν 100.000 κατοικιών. Το νέο πρόγραμμα "Εξοικονομώ-Αυτονομώ" (που έχει ήδη ενταχθεί στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας) πρόκειται να χρηματοδοτήσει την ενεργειακή αναβάθμιση πάνω από 180.000 κατοικιών. Για να φτάσουμε στο 2050 και τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας, ωστόσο, θα χρειαστούν πολύ περισσότερα. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), για το οποίο θα μιλήσουμε και παρακάτω, προβλέπει την ανακαίνιση ή αντικατάσταση του 12%-15% του συνόλου των κατοικιών της χώρας ώστε να μετατραπούν σε κατοικίες σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το 2030. 5. Οι ενεργειακές πολιτικές που υπάρχουν ΗΕυρωπαϊκή Ένωση πρωταγωνιστεί στις παγκόσμιες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Από την προηγούμενη δεκαετία κιόλας έχει θέσει για λογαριασμό των κρατών-μελών συγκεκριμένους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, ώστε η ευρωπαϊκή οικονομία να καταστεί κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050, συνεισφέροντας στον περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας στον πλανήτη όχι περισσότερο από 2οC μέχρι το τέλος του αιώνα, σε σύγκριση με τη μέση θερμοκρασία στην προ-βιομηχανική εποχή. Ως εκ τούτου, η ΕΕ έχει αναπτύξει μια εξαιρετικά πλούσια δραστηριότητα ως προς την παραγωγή στρατηγικών, κειμένων πολιτικής, οδηγιών και κανονισμών που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη. Και αυτά τα κείμενα περιέχουν και πολλούς ρυθμιστικούς κανόνες που αφορούν στην ενέργεια. Οι αρχικοί ποσοτικοί στόχοι πολιτικής της ΕΕ για την Ενέργεια και το Κλίμα (γνωστοί και ως στόχοι "20-20-20"), οι οποίοι νομοθετήθηκαν το 2009, είχαν χρονικό ορίζοντα μέχρι το 2020 και περιελάμβαναν: τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2020 κατά τουλάχιστον 20% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, την αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ μέχρι το 2020 τουλάχιστον στο 20% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας και τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας μέχρι το 2020 κατά τουλάχιστον 20%. Η ΕΕ συνολικά τα πήγε καλά ως προς αυτούς τους στόχους. Το ίδιο και η δική μας χώρα. Στο διάστημα που μεσολάβησε όπως είδαμε και παραπάνω έγινε μεγάλη πρόοδος στην ένταξη των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας. Μεγάλο ρόλο στην επίτευξη των στόχων, ωστόσο, έπαιξε και το ότι στη δεκαετία που μεσολάβησε η χώρα υπέστη μια γιγάντια οικονομική κρίση, με μια συνακόλουθη συρρίκνωση της οικονομικής της δραστηριότητας. Πλέον η φαρέτρα των ρυθμιστικών κανόνων της ΕΕ έχει οδηγήσει στη δημιουργία μιας πληθώρας στρατηγικών σχεδίων και στη χώρα μας, από το "ΕΣΔΕΑ" για την ενεργειακή απόδοση και το "ΕΣΕΚ" που αναφέρθηκε και παραπάνω, μέχρι το "ΣΔΑΜ" για τις λιγνιτικές περιοχές. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο του 2019, ενσωματώνει τις βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής της ΕΕ και αποτελεί το βασικό εργαλείο ενεργειακής πολιτικής της χώρας για την επίτευξη ποιοτικών και ποσοτικών στόχων την περίοδο 2021-2030. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής, τα οποία λαμβάνουν υπόψη το δυναμικό, τις τεχνικές ιδιαιτερότητες και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού ενεργειακού συστήματος στους τομείς της παραγωγής, διάθεσης και κατανάλωσης ενέργειας. Οι στόχοι που προβλέπει περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων: Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2030 κατά τουλάχιστον 42% σε σύγκριση με το επίπεδο των εκπομπών το 1990 (και 56% έναντι του 2005). Αυτός ο στόχος, σύμφωνα με πρόσφατες ανακοινώσεις αναμένεται να αναθεωρηθεί, βεβαίως, από 42% σε τουλάχιστον 55%. Πράγμα που σημαίνει ότι μέχρι το 2030 η χώρα μας θα πρέπει να εκλύει περίπου 50 μεγατόνους ισοδύναμου CO2 Αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ τουλάχιστον σε 35% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας μέχρι το 2030 και μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή 61%-64% έως το 2030. Βελτίωση της Ενεργειακής Αποδοτικότητας (ΕΑ) κατά τουλάχιστον 38% μέχρι το 2030 σε σύγκριση με προβλέψεις που έγιναν το 2007. Μηδενικό μερίδιο του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2028. Αλλά και αυτοί οι φιλόδοξοι στόχοι αργά ή γρήγορα θα επανεκτιμηθούν προς το ακόμα πιο φιλόδοξο. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει μια σειρά από πολιτικές για την αγορά ενέργειας, τις ΑΠΕ, την ενεργειακή ασφάλεια, τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης αλλά και για την ενεργειακή μετάβαση σε διάφορους τομείς της ελληνικής οικονομίας (στο κεφάλαιο 10.4 της μελέτης μπορείτε να βρείτε μια αναλυτική παρουσίαση των πολιτικών). Μέρος των προτάσεων αυτών, δε, είναι επενδύσεις ύψους 43,8 δισ. ευρώ μέσα στην τρέχουσα δεκαετία οι οποίες, αν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκλύσεις CO2, αλλά θα κινητοποιήσουν και την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτηρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση και δίκαιη μετάβαση κ.ά.). To 37% των πόρων αυτών, που για την Ελλάδα θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 32,1 δισ. ευρώ (σε δάνεια και επιχορηγήσεις) προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις 'πράσινης" ανάπτυξης. Στο κεφάλαιο 10.7 οι ερευνητές υπολογίζουν τη μακροοικονομική επίπτωση μιας τέτοιας επενδυτικής καταιγίδας σε υποδομές και μέτρα για την "πράσινη" ενέργεια όπως περιγράφονται. Την εκτιμούν σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας, 1,2 δισ. ευρώ επιπλέον δημόσια έσοδα, και 35.000 νέες θέσεις απασχόλησης στο ίδιο διάστημα. Αλλά, βεβαίως, η προσπάθεια δεν τελειώνει στο 2030. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι υποχρεωμένα να προετοιμάσουν και πιο μακροπρόθεσμα σχέδια για το 2050 και τον στόχο της ενεργειακής ουδετερότητας -δηλαδή για την περίπτωση της Ελλάδας το "96,1 μεγατόνοι" του 2018, που το 2030 πρέπει να έχει πάει στο "50 μεγατόνοι", θα πρέπει μέχρι το 2050 να πάει στο μηδέν. Η Μακροχρόνια Στρατηγική για το 2050 περιλαμβάνει μια σειρά από πολιτικές και στόχους που επεκτείνουν τα μέτρα που προβλέπονται στο ΕΣΕΚ και στην επόμενη εικοσαετία αλλά, καθότι αυτά δεν είναι σε καμία περίπτωση επαρκή για μια τόσο μεγάλης κλίμακας ενεργειακή μετάβαση, πλαισιώνονται και από άλλες, πιο "εξωτικές" πολιτικές που βασίζονται εν μέρει και σε νέες τεχνολογίες οι οποίες ακόμη είναι ανώριμες ή ασύμφορες, όπως η δέσμευση και αποθήκευση εκλυόμενου άνθρακα, μέθοδοι χημικής αποθήκευσης ενέργειας, ή η εκτεταμένη χρήση υδρογόνου σε εφαρμογές στη βιομηχανία, τις μεταφορές και αλλού. 6. Οι προτάσεις της έρευνας Μετά από όλα αυτά, η έρευνα καταλήγει σε μια σειρά από προτάσεις πολιτικής που συμπληρώνουν όσα προβλέπονται από τα προαναφερθέντα σχέδια και θέτουν και μια βασική προτεραιοποίηση για όσα πρέπει να γίνουν. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι τέσσερις άξονες στους οποίους θα πρέπει να δοθεί έμφαση στο επόμενο διάστημα και μαζί να γίνουν και σημαντικές επενδύσεις είναι: Βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας. Ανάπτυξη της παραγωγής ενέργειας με ΑΠΕ. Αναβάθμιση και ενίσχυση υποδομών στα δίκτυα ενέργειας για διευκόλυνση των ΑΠΕ και σταδιακή σύζευξη τομέων τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Δίκαιη μετάβαση των περιοχών που εξαρτώνται από το λιγνίτη. Εδώ θα αναφέρουμε επιγραμματικά μερικές από τις προτάσεις πολιτικής ανά τομέα: Για την εξοικονόμηση ενέργειας: Παροχή αποτελεσματικών κινήτρων (εκπτώσεις φόρων, επιδοτήσεις κλπ.), ώστε να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια για επενδύσεις σε ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων (διάρθρωση κτηριακού αποθέματος, ελλιπής πληροφόρηση, αποτυχίες της αγοράς, έλλειψη τεχνικής εμπειρίας, ρυθμιστικά εμπόδια κ.ά.), Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των δημοσίων κτηρίων. Προώθηση της χρήσης συστημάτων ΑΠΕ για κάλυψη θερμικών και ψυκτικών αναγκών. Προώθηση συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης από εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών. Βελτιώσεις στον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων (ΚΕΝΑΚ, κτήρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας) με καθορισμό σύγχρονων προδιαγραφών και αποτελεσματικό έλεγχο συμμόρφωσης. Για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας: Εξασφάλιση ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρισμού με επαρκή ρευστότητα, αποτελεσματική εποπτεία και χρηματοοικονομική ακεραιότητα και αξιοπιστία, που θα συμβάλει στη μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Διατήρηση υφιστάμενων και εφαρμογή νέων μέτρων μείωσης του ενεργειακού κόστους βιομηχανικών επιχειρήσεων. Διασφάλιση βιωσιμότητας και ρευστότητας του μηχανισμού χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ. Σχεδιασμός του συστήματος στήριξης των ΑΠΕ μετά τη μετάβαση στο target-model. Προστασία των καταναλωτών και αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας. Διασφάλιση ικανοποιητικού ρυθμού είσπραξης των λογαριασμών ηλεκτρισμού. Λειτουργία αγοράς ή μηχανισμού αποζημίωσης διαθεσιμότητας ισχύος, με συμμετοχή και της ζήτησης. Σαφές κανονιστικό πλαίσιο για την αντικατάσταση παλαιωμένου εξοπλισμού μονάδων ΑΠΕ (repowering). Ανάπτυξη θεσμικού πλαισίου για θαλάσσια αιολικά πάρκα. Για το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας: Ψηφιοποίηση και αναβάθμιση. Οριστικοποίηση μοντέλου διενέργειας επένδυσης σε "έξυπνους" μετρητές και "ευφυή" δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και πηγών χρηματοδότησης. Εισαγωγή μηχανισμών οικονομικών κινήτρων στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις των δικτύων. Στενή συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών των δικτύων μεταφοράς και διανομής και διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων. Καθορισμός ενιαίου πλαισίου ασφάλειας του κυβερνοχώρου στην ΕΕ συμπεριλαμβανομένων προληπτικών, διορθωτικών και αμυντικών σχεδίων για το ενεργειακό σύστημα. Για τις ενεργειακές υποδομές: Αναβάθμιση και ενίσχυση συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και διασυνδέσεων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με γειτονικές χώρες. Υποστήριξη των ΑΠΕ που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες (π.χ. υδρογόνο, βιοοικονομία κ.λπ.) και των "πράσινων" μεταφορών. Ανάπτυξη εθνικού σχεδίου για σταθμούς φόρτισης δημόσιας χρήσης με δεσμεύσεις σχετικά με την ταχύτητα αύξησης φορτίου και την επενδυτική προσέγγιση. Προετοιμασία του δικτύου και άλλων εγκαταστάσεων για λύσεις γρήγορης φόρτισης. Ανάπτυξη σταθμών γρήγορης φόρτισης σε αυτοκινητόδρομους. Κανονισμούς για την κατασκευή σταθμών φόρτισης σε κατοικίες και εμπορικά κτήρια. Διευκόλυνση της δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης στην ανάπτυξη δικτύου σταθμών φόρτισης με σταθερό και ελκυστικό για επενδύσεις επιχειρηματικό πλαίσιο για τη λειτουργία σε περιοχές με διαφορετικά χαρακτηριστικά, όπως αστικές και αγροτικές περιοχές. Και ακόμα: Αναπτυξιακός σχεδιασμός με στρατηγικές δράσεις και χρηματοδοτικά προγράμματα για τη δίκαιη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών. Διαμόρφωση στρατηγικού μακροπρόθεσμου πλαισίου για την Έρευνα και Ανάπτυξη στον τομέα Ενέργειας με εστίαση: α) στο επιχειρηματικό και αναπτυξιακό δυναμικό της έρευνας στον ενεργειακό τομέα και β) σε συνεργασίες πανεπιστημίων, επιχειρήσεων και κράτους στον τομέα της καινοτομίας. Ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας, έξυπνων δικτύων, τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας κ.ά. Ενεργή συμμετοχή των κεντρικών και τοπικών αρχών της χώρας για τη διευκόλυνση των σχεδιαζόμενων ή σε εξέλιξη έργων (διασύνδεση νησιών, ενίσχυση του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, επενδύσεις σε ΑΠΕ κ.ά.). View full είδηση
  19. Η Ελλάδα, παρά τις αντιξοότητες της πρωτοφανούς πανδημίας, μπαίνει δυναμικά στο δρόμο της Βιώσιμης Ανάπτυξης, φιλοδοξώντας να δημιουργήσει μία οικονομία και μία κοινωνία μηδενικών εκπομπών ρύπων έως το 2050, αλλάζοντας παράλληλα ριζικά το παραγωγικό υπόδειγμά της. Οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουν τεθεί στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, σε πλήρη αντιστοιχία με τη Συμφωνία των Παρισίων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι πρωτοποριακές δράσεις για την προστασία και τη διαχείριση του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που δίνονται μέσα από το σχέδιο Ελλάδα 2.0 του Ταμείου Ανάκαμψης, προσφέρουν νέες δυναμικές προοπτικές για τη χώρα, για την ανάδειξη του φυσικού της πλούτου, αλλά και για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Το ΑΠΕ-ΜΠΕ με μία σειρά webinar προσπαθεί να εξερευνήσει και να αναδείξει τον καινούριο αυτό κόσμο, που αναδύεται στο δρόμο της Πράσινης Μετάβασης, μέσα από τη φωνή των ειδικών του χώρου. 1ο Webinar: Η Ελλάδα στο δρόμο της Πράσινης Ενέργειας O οδικός χάρτης του Ελληνικού Green Deal Tα οφέλη για τους πολίτες και το περιβάλλον Οι προοπτικές για καταναλωτές και επενδυτές Τα προβλήματα και οι δυσκολίες της Πράσινης Μετάβασης Συμμετέχοντες: Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ, Αλεξάνδρα Σδούκου Ειδικός Επιστήμονας, Διευθυντής Γρ. Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων ΡΑΕ, Δρ. Διονύσης Παπαχρήστου Πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας από Φωτοβολταϊκά, Δρ. Στέλιος Λουμάκης Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), Δρ. Παναγιώτης Παπασταματίου
  20. Η Ελλάδα, παρά τις αντιξοότητες της πρωτοφανούς πανδημίας, μπαίνει δυναμικά στο δρόμο της Βιώσιμης Ανάπτυξης, φιλοδοξώντας να δημιουργήσει μία οικονομία και μία κοινωνία μηδενικών εκπομπών ρύπων έως το 2050, αλλάζοντας παράλληλα ριζικά το παραγωγικό υπόδειγμά της. Οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουν τεθεί στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, σε πλήρη αντιστοιχία με τη Συμφωνία των Παρισίων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι πρωτοποριακές δράσεις για την προστασία και τη διαχείριση του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που δίνονται μέσα από το σχέδιο Ελλάδα 2.0 του Ταμείου Ανάκαμψης, προσφέρουν νέες δυναμικές προοπτικές για τη χώρα, για την ανάδειξη του φυσικού της πλούτου, αλλά και για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Το ΑΠΕ-ΜΠΕ με μία σειρά webinar προσπαθεί να εξερευνήσει και να αναδείξει τον καινούριο αυτό κόσμο, που αναδύεται στο δρόμο της Πράσινης Μετάβασης, μέσα από τη φωνή των ειδικών του χώρου. 1ο Webinar: Η Ελλάδα στο δρόμο της Πράσινης Ενέργειας O οδικός χάρτης του Ελληνικού Green Deal Tα οφέλη για τους πολίτες και το περιβάλλον Οι προοπτικές για καταναλωτές και επενδυτές Τα προβλήματα και οι δυσκολίες της Πράσινης Μετάβασης Συμμετέχοντες: Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ, Αλεξάνδρα Σδούκου Ειδικός Επιστήμονας, Διευθυντής Γρ. Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων ΡΑΕ, Δρ. Διονύσης Παπαχρήστου Πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας από Φωτοβολταϊκά, Δρ. Στέλιος Λουμάκης Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), Δρ. Παναγιώτης Παπασταματίου View full είδηση
  21. Οι επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε εξοικονόμηση ενέργειας και σε διασύνδεση των ενεργειακών δικτύων αποτελούν βασικές προτεραιότητες της χώρας, σύμφωνα με έκθεση του World Energy Council, που ανακοίνωσε το ΤΕΕ, ως Εθνική Επιτροπή του WEC. Κάθε χρόνο, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ενέργειας διεξάγει μία παγκόσμια έρευνα, το World Energy Issues Monitor, όπου συμμετέχουν φορείς χάραξης πολιτικής, διευθύνοντες σύμβουλοι και κορυφαίοι εμπειρογνώμονες του χώρου της ενέργειας, αναδεικνύοντας τα πιο επίκαιρα ενεργειακά ζητήματα. Πάνω από 2.500 ηγέτες της ενέργειας από περισσότερες από 108 χώρες συμμετείχαν στην έρευνα για το 2021. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτελούν πολύτιμο οδηγό για την ενεργειακή κοινότητα σε όλον τον κόσμο, ιδίως για όσους λαμβάνουν αποφάσεις. Ο Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής WEC και Πρόεδρος του ΤΕΕ, Γιώργος Στασινός, τόνισε την σημασία της ετήσιας αυτής έκθεσης, καθώς παρέχει μοναδικές πληροφορίες για όσα κορυφαία στελέχη του τομέα της ενέργειας αναγνωρίζουν ως κρίσιμες αβεβαιότητες και προτεραιότητες δράσης. Η έρευνα του WEC βοηθά στην κατανόηση της παγκόσμιας ενεργειακής ατζέντας και την εξέλιξη των προτεραιοτήτων σε ιστορική και γεωγραφική βάση. Με βάση τον Πρόεδρο του ΤΕΕ, «τα φετινά αποτελέσματα της έκθεσης του WEC δείχνουν την απόλυτη συμβατότητα με τις προτεραιότητες για την ανάκαμψη της χώρας, όπως αυτή αποτυπώνεται και στο Εθνικό Σχέδιο για την Ανάκαμψη και την Ανθεκτικότητα». Όπως τόνισε ο Χάρης Δούκας, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ και υπεύθυνος για την προσπάθεια αυτή στην Ελλάδα, περισσότεροι από 50 ηγετικά στελέχη στον τομέα της ενέργειας στην χώρα συμμετείχαν στην έρευνα και επέλεξαν τη Γεωπολιτική, τις Οικονομικές Τάσεις και το επενδυτικό περιβάλλον ως τις κορυφαίες αβεβαιότητες και ψήφισαν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, την Ενεργειακή Απόδοση και την περιφερειακή ολοκλήρωση ως τις κύριες προτεραιότητες δράσης για τη χώρα. Βασικά Ευρήματα της Έκθεσης – οι αβεβαιότητες Η γεωπολιτική αποτελεί την κορυφαία αβεβαιότητα για τον ενεργειακό τομέα της Ελλάδας. Οι τουρκικές μονομερείς και προκλητικές δραστηριότητες στην Ανατολική Μεσόγειο συμπεριλαμβανομένης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κύπρου, συνεχίζονται. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι συνεχώς κλιμακούμενες εντάσεις μεταξύ της Τουρκίας και μιας ομάδας χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Γαλλίας, που αποτελούν μια σημαντική αβεβαιότητα όχι μόνο για τον ελληνικό ενεργειακό τομέα αλλά και για ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι οικονομικές τάσεις αποτελούν τη δεύτερη αβεβαιότητα για την Ελλάδα, καθώς υποτίθεται ότι το 2020 θα ήταν το πρώτο έτος ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης μετά από σχεδόν μια δεκαετία οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, η πανδημία άλλαξε δραματικά τις οικονομικές τάσεις με την Ελλάδα να παρουσιάζει σοβαρή μείωση του ΑΕΠ το 2020 (περίπου 8% -10%). Οι προσδοκίες για το 2021 επικεντρώνονται στην ανάπτυξη, βασιζόμενες στην αναζωογόνηση των ιδιωτικών και κεφαλαιουχικών δαπανών και της χρηματοδότησης από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της ΕΕ. Επιπλέον, η αναμενόμενη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών λόγω της πανδημίας Covid-19 μόλις το εμβόλιο θα είναι ευρέως διαθέσιμο, θα δώσει ισχυρή ώθηση στην κρίσιμη για την οικονομία, τουριστική βιομηχανία. Αν και στο περιβάλλον για τις επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν σημειωθεί θετικές εξελίξεις, οι επενδυτές ανησυχούν για τον αντίκτυπο που θα έχει η πανδημία Covid-19 στην οικονομία της χώρας. Σύμφωνα με αξιόπιστα διεθνώς διαθέσιμα στοιχεία για τις άμεσες ξένες επενδύσεις, οι ροές των ΑΞΕ το 2019 ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2009 αλλά σημείωσαν πτώση το 2020, αντικατοπτρίζοντας αυτές τις αβεβαιότητες. Βασικά Ευρήματα της Έκθεσης – οι προτεραιότητες Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας διατηρούν την υψηλή επίδραση τους στην οικονομία και τη χαμηλή θέση αβεβαιότητας αποτελώντας βασική προτεραιότητα. Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις για απολιγνιτοποίηση έως το 2028, η Ελληνική Κυβέρνηση προκρίνει φιλόδοξα σχέδια και παρέχει κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις στην παραγωγή ενέργειας από αιολικά, ηλιακά καισυστήματα βιομάζας / βιοαερίου. Οι κύριες προκλήσεις που εντοπίστηκαν στο σύνολο της χώρας για τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο μείγμα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβάνουν την αναθεώρηση του χωρικού σχεδιασμού των ΑΠΕ, την αύξηση της αποδοχής του κοινού, τη χωρική και τεχνολογική αναβάθμιση των κορεσμένων συστημάτων μεταφοράς και διανομής και την αποτελεσματική λειτουργία των νέων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Λόγω των παραπάνω προσπαθειών και παρά τους περιορισμούς, η Ελλάδα έχει ήδη ξεπεράσει τους στόχους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές το 2020. Ακόμη, σημαντικό εύρημα είναι ότι, παρά τις πρόσφατες προσπάθειες, ο στόχος για την Ενεργειακή Απόδοση στην Ελλάδα συνεχίζει να απαιτεί περαιτέρω δράσεις. Ο περιορισμός της κατανάλωσης ενέργειας αποτελεί προτεραιότητα για την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής ασφάλειας και του μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η βελτίωση της ενεργειακή απόδοσης σε ιδιωτικά και δημόσια κτίρια, με ισχυρή κρατική, ευρωπαϊκή και ιδιωτική χρηματοδότηση είναι επίσης απαραίτητη για την ανακούφιση της ενεργειακής φτώχειας, που αποτελεί ένα τεράστιο ενεργειακό και κοινωνικό πρόβλημα. Η έναρξη των νέων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα το Νοέμβριο του 2020 στοχεύει στην ενσωμάτωση της ελληνικής αγοράς στην εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ, κυρίως μέσω της διασύνδεσης με δίκτυα άλλων χωρών. Ως σημαντικές πρόσφατες εξελίξεις αξιολογούνται: Α) ότι η Ελλάδα συνεργάστηκε επιτυχώς με τη Βουλγαρία για τον αγωγό φυσικού αερίου IGB. Β) ότι τοπικοί και ξένοι επενδυτές σχεδιάζουν να κατασκευάσουν τερματικό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης Γ) ότι εξελίσσονται επενδυτικά σχέδια για εγκατάσταση ΥΦΑ στο διυλιστήριο Κορίνθου και Δ) ότι προωθούνται τα σχέδια για τον υποθαλάσσιο αγωγό EastMed. Όλες αυτές οι εξελίξεις στην ελληνική ενεργειακή αγορά υπογραμμίζουν τον σημαντικό ρόλο της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο και την κεντρική θέση της ως κόμβου μεταφοράς ενέργειας, βελτιώνοντας παράλληλα την ενεργειακή ασφάλεια. View full είδηση
  22. Οι επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε εξοικονόμηση ενέργειας και σε διασύνδεση των ενεργειακών δικτύων αποτελούν βασικές προτεραιότητες της χώρας, σύμφωνα με έκθεση του World Energy Council, που ανακοίνωσε το ΤΕΕ, ως Εθνική Επιτροπή του WEC. Κάθε χρόνο, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ενέργειας διεξάγει μία παγκόσμια έρευνα, το World Energy Issues Monitor, όπου συμμετέχουν φορείς χάραξης πολιτικής, διευθύνοντες σύμβουλοι και κορυφαίοι εμπειρογνώμονες του χώρου της ενέργειας, αναδεικνύοντας τα πιο επίκαιρα ενεργειακά ζητήματα. Πάνω από 2.500 ηγέτες της ενέργειας από περισσότερες από 108 χώρες συμμετείχαν στην έρευνα για το 2021. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτελούν πολύτιμο οδηγό για την ενεργειακή κοινότητα σε όλον τον κόσμο, ιδίως για όσους λαμβάνουν αποφάσεις. Ο Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής WEC και Πρόεδρος του ΤΕΕ, Γιώργος Στασινός, τόνισε την σημασία της ετήσιας αυτής έκθεσης, καθώς παρέχει μοναδικές πληροφορίες για όσα κορυφαία στελέχη του τομέα της ενέργειας αναγνωρίζουν ως κρίσιμες αβεβαιότητες και προτεραιότητες δράσης. Η έρευνα του WEC βοηθά στην κατανόηση της παγκόσμιας ενεργειακής ατζέντας και την εξέλιξη των προτεραιοτήτων σε ιστορική και γεωγραφική βάση. Με βάση τον Πρόεδρο του ΤΕΕ, «τα φετινά αποτελέσματα της έκθεσης του WEC δείχνουν την απόλυτη συμβατότητα με τις προτεραιότητες για την ανάκαμψη της χώρας, όπως αυτή αποτυπώνεται και στο Εθνικό Σχέδιο για την Ανάκαμψη και την Ανθεκτικότητα». Όπως τόνισε ο Χάρης Δούκας, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ και υπεύθυνος για την προσπάθεια αυτή στην Ελλάδα, περισσότεροι από 50 ηγετικά στελέχη στον τομέα της ενέργειας στην χώρα συμμετείχαν στην έρευνα και επέλεξαν τη Γεωπολιτική, τις Οικονομικές Τάσεις και το επενδυτικό περιβάλλον ως τις κορυφαίες αβεβαιότητες και ψήφισαν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, την Ενεργειακή Απόδοση και την περιφερειακή ολοκλήρωση ως τις κύριες προτεραιότητες δράσης για τη χώρα. Βασικά Ευρήματα της Έκθεσης – οι αβεβαιότητες Η γεωπολιτική αποτελεί την κορυφαία αβεβαιότητα για τον ενεργειακό τομέα της Ελλάδας. Οι τουρκικές μονομερείς και προκλητικές δραστηριότητες στην Ανατολική Μεσόγειο συμπεριλαμβανομένης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κύπρου, συνεχίζονται. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι συνεχώς κλιμακούμενες εντάσεις μεταξύ της Τουρκίας και μιας ομάδας χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Γαλλίας, που αποτελούν μια σημαντική αβεβαιότητα όχι μόνο για τον ελληνικό ενεργειακό τομέα αλλά και για ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι οικονομικές τάσεις αποτελούν τη δεύτερη αβεβαιότητα για την Ελλάδα, καθώς υποτίθεται ότι το 2020 θα ήταν το πρώτο έτος ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης μετά από σχεδόν μια δεκαετία οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, η πανδημία άλλαξε δραματικά τις οικονομικές τάσεις με την Ελλάδα να παρουσιάζει σοβαρή μείωση του ΑΕΠ το 2020 (περίπου 8% -10%). Οι προσδοκίες για το 2021 επικεντρώνονται στην ανάπτυξη, βασιζόμενες στην αναζωογόνηση των ιδιωτικών και κεφαλαιουχικών δαπανών και της χρηματοδότησης από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της ΕΕ. Επιπλέον, η αναμενόμενη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών λόγω της πανδημίας Covid-19 μόλις το εμβόλιο θα είναι ευρέως διαθέσιμο, θα δώσει ισχυρή ώθηση στην κρίσιμη για την οικονομία, τουριστική βιομηχανία. Αν και στο περιβάλλον για τις επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν σημειωθεί θετικές εξελίξεις, οι επενδυτές ανησυχούν για τον αντίκτυπο που θα έχει η πανδημία Covid-19 στην οικονομία της χώρας. Σύμφωνα με αξιόπιστα διεθνώς διαθέσιμα στοιχεία για τις άμεσες ξένες επενδύσεις, οι ροές των ΑΞΕ το 2019 ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2009 αλλά σημείωσαν πτώση το 2020, αντικατοπτρίζοντας αυτές τις αβεβαιότητες. Βασικά Ευρήματα της Έκθεσης – οι προτεραιότητες Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας διατηρούν την υψηλή επίδραση τους στην οικονομία και τη χαμηλή θέση αβεβαιότητας αποτελώντας βασική προτεραιότητα. Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις για απολιγνιτοποίηση έως το 2028, η Ελληνική Κυβέρνηση προκρίνει φιλόδοξα σχέδια και παρέχει κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις στην παραγωγή ενέργειας από αιολικά, ηλιακά καισυστήματα βιομάζας / βιοαερίου. Οι κύριες προκλήσεις που εντοπίστηκαν στο σύνολο της χώρας για τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο μείγμα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβάνουν την αναθεώρηση του χωρικού σχεδιασμού των ΑΠΕ, την αύξηση της αποδοχής του κοινού, τη χωρική και τεχνολογική αναβάθμιση των κορεσμένων συστημάτων μεταφοράς και διανομής και την αποτελεσματική λειτουργία των νέων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Λόγω των παραπάνω προσπαθειών και παρά τους περιορισμούς, η Ελλάδα έχει ήδη ξεπεράσει τους στόχους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές το 2020. Ακόμη, σημαντικό εύρημα είναι ότι, παρά τις πρόσφατες προσπάθειες, ο στόχος για την Ενεργειακή Απόδοση στην Ελλάδα συνεχίζει να απαιτεί περαιτέρω δράσεις. Ο περιορισμός της κατανάλωσης ενέργειας αποτελεί προτεραιότητα για την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής ασφάλειας και του μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η βελτίωση της ενεργειακή απόδοσης σε ιδιωτικά και δημόσια κτίρια, με ισχυρή κρατική, ευρωπαϊκή και ιδιωτική χρηματοδότηση είναι επίσης απαραίτητη για την ανακούφιση της ενεργειακής φτώχειας, που αποτελεί ένα τεράστιο ενεργειακό και κοινωνικό πρόβλημα. Η έναρξη των νέων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα το Νοέμβριο του 2020 στοχεύει στην ενσωμάτωση της ελληνικής αγοράς στην εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ, κυρίως μέσω της διασύνδεσης με δίκτυα άλλων χωρών. Ως σημαντικές πρόσφατες εξελίξεις αξιολογούνται: Α) ότι η Ελλάδα συνεργάστηκε επιτυχώς με τη Βουλγαρία για τον αγωγό φυσικού αερίου IGB. Β) ότι τοπικοί και ξένοι επενδυτές σχεδιάζουν να κατασκευάσουν τερματικό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης Γ) ότι εξελίσσονται επενδυτικά σχέδια για εγκατάσταση ΥΦΑ στο διυλιστήριο Κορίνθου και Δ) ότι προωθούνται τα σχέδια για τον υποθαλάσσιο αγωγό EastMed. Όλες αυτές οι εξελίξεις στην ελληνική ενεργειακή αγορά υπογραμμίζουν τον σημαντικό ρόλο της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο και την κεντρική θέση της ως κόμβου μεταφοράς ενέργειας, βελτιώνοντας παράλληλα την ενεργειακή ασφάλεια.
  23. Με ενέργεια κατά 85% από ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, ο Άγιος Ευστράτιος θα γίνει ένα από τα λίγα ενεργειακά αυτόνομα νησιά της Μεσογείου. Το project υλοποιεί η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ενδιαφέρον από Tesla. Μπορεί να έχασε από την Τήλο το στοίχημα να γίνει το πρώτο ενεργειακά πράσινο νησί, όμως ο μικρός Άη Στράτης των περίπου 200 κατοίκων θα γίνει ένα από τα λίγα ενεργειακά αυτόνομα νησιά της Μεσογείου, με τροφοδοσία από ανανεώσιμες πηγές. Το πρωτοποριακό σχέδιο που υλοποιείται φιλοδοξεί να κάνει ενεργειακά αυτόνομο το νησί με διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ηλεκτρικό σύστημα σε ποσοστό μεγαλύτερο από 85% και παράλληλα μεγιστοποίηση της κάλυψης από ΑΠΕ των αναγκών του οικισμού σε θέρμανση και σε θερμό νερό χρήσης. Το project αρχικά εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2011, όταν το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ) και ο δήμος Αγίου Ευστρατίου είχαν υπογράψει συμφωνία για την πράσινη στροφή του Άη Στράτη. Ακολούθησαν πολλά και η γραφειοκρατία άφησε το έργο στο συρτάρι μέχρι φέτος το καλοκαίρι που προκηρύχθηκε ο σχετικός διεθνής διαγωνισμός, με την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή να κερδίζει το έργο. Ήδη οι πιθανές συνέργειες τραβούν τα βλέμματα, καθώς η Tesla έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για τους συσσωρευτές αποθήκευσης ενέργειας. Tο έργο «Υβριδικό σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας από ΑΠΕ στο νησί του Αγ. Ευστρατίου» έχει προϋπολογισμό για εργασίες κατασκευής του υβριδικού συστήματος και υπηρεσίες λειτουργίας και συντήρησης για 12 έτη που ανέρχεται στο ποσό των 7.712.800 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ). Η διάρκεια κατασκευής του έργου είναι 25 μήνες, ενώ ο ανάδοχος θα αναλάβει, επίσης, τη λειτουργία και συντήρηση του έργου για δώδεκα χρόνια. Ο ανάδοχος θα πρέπει να προχωρήσει στη μελέτη, προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία ενός Υβριδικού Σταθμού (ΥΒΣ) ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) στο νησί του Αγ. Ευστρατίου, που θα αποτελείται από μία ανεμογεννήτρια (Α/Γ), έναν φωτοβολταϊκό σταθμό (Φ/Β), συσσωρευτές αποθήκευσης και Σύστημα Ενεργειακής Διαχείρισης και Ελέγχου. Επίσης, θα αναλάβει τη λειτουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος τηλεθέρμανσης για τον οικισμό του Αη Στράτη, συμπεριλαμβανομένων των κτηριακών εγκαταστάσεων. Το σύστημα τηλεθέρμανσης θα περιλαμβάνει κεντρικές μονάδες παραγωγής και αποθήκευσης θερμότητας (δεξαμενές θερμού νερού), καθώς και το δίκτυο διανομής της θερμικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές. Η θερμική ενέργεια που θα παράγεται, θα καλύψει τις ανάγκες θέρμανσης και θερμού νερού χρήσης στα κτήρια ολόκληρου του οικισμού του Αγ. Ευστράτιου. Όπως σημειώνεται στη μελέτη του έργου, ο καινοτόμος χαρακτήρας του δεν αφορά αυτές καθαυτές τις τεχνολογίες των επιμέρους συνιστωσών, αλλά το σύστημα στην ολοκληρωμένη του μορφή και την ενσωμάτωσή στο υφιστάμενο σύστημα του νησιού, ηλεκτρικό και θερμικό. Σημειώνεται ότι το έργο δεν επιδιώκει εμπορικούς σκοπούς. Τα προϊόντα που θα παράγει ωστόσο (ηλεκτρική και θερμική ενέργεια), απευθύνονται σε πραγματικούς καταναλωτές και διέπονται από τις ισχύουσες εμπορικές προδιαγραφές. Σε κανονική λειτουργία, το έργο θα παράγει έσοδα από την πώληση της ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, αναγκαία προϋπόθεση για τη μελλοντική του βιωσιμότητα. Τα έσοδα αυτά θα ισοσκελίζουν τα λειτουργικά έξοδα, χωρίς να δημιουργούν καθαρό κέρδος. Πώς θα λειτουργεί το νέο πράσινο νησί Έως σήμερα, οι ανάγκες του νησιού σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτονται από τον Τοπικό Σταθμό Παραγωγής της ΔΕΗ, στον οποίο καταναλώνεται πετρέλαιο diesel σε Μηχανές Εσωτερικής Καύσης. Οι ανάγκες για θέρμανση και ζεστό νερό χρήσης καλύπτονται αφενός με κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας (κλιματιστικά, ηλεκτρικοί θερμοσίφωνες) και αφετέρου με κατανάλωση πετρελαίου σε εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης και σε σόμπες, ή με την καύση καυσόξυλων σε ξυλόσομπες και τζάκια. Μέχρι τώρα, δεν υπάρχουν καθόλου εγκατεστημένοι σταθμοί ΑΠΕ στο νησί. Πλέον, το ενεργειακό σύστημα του νησιού θα περιλαμβάνει έναν Υβριδικό Σταθμό Ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ και ένα ολοκληρωμένο σύστημα τηλεθέρμανσης για τους περίπου 200 κατοίκους του. Σύμφωνα με την μελέτη του έργου, σε μια έκταση 40-45 στρεμμάτων εκτός οικισμού θα εγκατασταθεί ένας σταθμός ΑΠΕ με μία ανεμογεννήτρια (800-900 kW), έναν φωτοβολταϊκό σταθμό (150 kW), έναν μετεωρολογικό ιστό ύψους 40 μέτρων και μία εναέρια γραμμή μεταφοράς ρεύματος τριών χιλιομέτρων. Ο σταθμός τηλεθέρμανσης και ο υβριδικός σταθμός προβλέπεται να κατασκευαστούν σε μία έκταση 4,02 στρ. εκτός οικισμού. Εκεί θα υπάρχουν ηλεκτρικοί λέβητες θερμού νερού με ισχύ 1000 kW, εφεδρικός λέβητας πετρελαίου ισχύος 800 kW, αντλιοστάσιο 2-3 μονάδων συνολικής ισχύος 10-15 kW κλπ. Προβλέπεται ακόμη η εγκατάσταση συστοιχίας συσσωρευτών (2,5 MWh), μεμονωμένων δεξαμενών αποθήκευσης ζεστού νερού, χωρητικότητας 150 κυβικών εκάστη, δεξαμενή πετρελαίου κλπ. Οι μονάδες ΑΠΕ και οι συσσωρευτές θα αποτελέσουν τις βασικές ηλεκτροπαραγωγικές συνιστώσες του νέου συστήματος, περιορίζοντας τη λειτουργία των συμβατικών μονάδων μόνο σε περιπτώσεις έλλειψης επάρκειας ισχύος και ενέργειας. Βασικό ζητούμενο είναι η δυνατότητα ελέγχου σε πραγματικό χρόνο της λειτουργίας του υβριδικού συστήματος, ώστε να καλύπτεται η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας του νησιού, οι μονάδες αποθήκευσης να παρακολουθούν τις μεταβολές της αιολικής και Φ/Β παραγωγής και της ζήτησης, να ελέγχεται αποτελεσματικά το φορτίο των συστημάτων τηλεθέρμανσης για μέγιστη αξιοποίηση της πλεονάζουσας παραγωγής ΑΠΕ και τέλος να εκδίδονται οι απαιτούμενες εντολές περιορισμού (setpoints) της ισχύος εξόδου των μονάδων ΑΠΕ. Όσον αφορά την τηλεθέρμανση, οι εν δυνάμει καταναλωτές είναι κατ’ αρχάς τα κτίρια που ήδη διαθέτουν σύστημα κεντρικής θέρμανσης (καλοριφέρ) και αντίστοιχη εσωτερική υποδομή. Κατά το σχεδιασμό του έργου, ελήφθη μέριμνα ώστε οι όποιες παρεμβάσεις στο υφιστάμενο δίκτυο (συμπεριλαμβανομένου του ΤΣΠ), καθώς και στις κεντρικές θερμάνσεις των καταναλωτών, τόσο σε επίπεδο εξοπλισμού όσο και ελέγχου, να μπορούν να είναι πλήρως αναστρέψιμες. Αυτό σημαίνει ότι κατά την υλοποίηση του έργου αλλά και κατά τη λειτουργία του, το ηλεκτρικό σύστημα του νησιού και τα επιμέρους συστήματα των θερμικών καταναλωτών, θα πρέπει να είναι σε θέση να επανέλθουν στη σημερινή τους κατάσταση ανά πάσα στιγμή και με απλές εντολές και χειρισμούς. Ένα τόσο υψηλό ποσοστό διείσδυσης ΑΠΕ (>85%) σε αυτόνομο ηλεκτρικό σύστημα από μόνο του, οδηγεί αναγκαστικά μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής να παραμένει ανεκμετάλλευτο και να απορρίπτεται. Με την ένταξη της τηλεθέρμανσης (Τ/Θ) στην προκειμένη περίπτωση, μειώνεται δραστικά το ποσοστό της ανεκμετάλλευτης παραγωγής των ΑΠΕ, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζεται και μια άλλη βασική ενεργειακή ανάγκη του νησιού, όπως αυτή της θέρμανσης των κτιρίων και της παραγωγής θερμού νερού χρήσης. Στο έργο περιλαμβάνεται επίσης και η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης στο Δημοτικό Καφενείο του οικισμού του Αγ. Ευστρατίου με συνολικό εμβαδόν περίπου 150 m2, καθώς και της Δημοτικής Αγοράς. Η Δημοτική Αγορά είναι συγκρότημα από δύο ανεξάρτητα ισόγεια κτίρια, τα οποία ενώνονται με έναν ημιυπαίθριο χώρο. Το ένα κτίριο έχει συνολικό εμβαδόν περίπου 145 m2 και επτά (7) καταστήματα και το άλλο κτίριο έχει συνολικό εμβαδόν περίπου 245 m2 και έντεκα (11) καταστήματα. Σε καθένα από τα δύο ως άνω κτίρια της Δημοτικής Αγοράς θα μελετηθεί και θα κατασκευασθεί εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης αντίστοιχη με αυτή του Δημοτικού Καφενείου.
  24. Με ενέργεια κατά 85% από ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, ο Άγιος Ευστράτιος θα γίνει ένα από τα λίγα ενεργειακά αυτόνομα νησιά της Μεσογείου. Το project υλοποιεί η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ενδιαφέρον από Tesla. Μπορεί να έχασε από την Τήλο το στοίχημα να γίνει το πρώτο ενεργειακά πράσινο νησί, όμως ο μικρός Άη Στράτης των περίπου 200 κατοίκων θα γίνει ένα από τα λίγα ενεργειακά αυτόνομα νησιά της Μεσογείου, με τροφοδοσία από ανανεώσιμες πηγές. Το πρωτοποριακό σχέδιο που υλοποιείται φιλοδοξεί να κάνει ενεργειακά αυτόνομο το νησί με διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ηλεκτρικό σύστημα σε ποσοστό μεγαλύτερο από 85% και παράλληλα μεγιστοποίηση της κάλυψης από ΑΠΕ των αναγκών του οικισμού σε θέρμανση και σε θερμό νερό χρήσης. Το project αρχικά εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2011, όταν το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ) και ο δήμος Αγίου Ευστρατίου είχαν υπογράψει συμφωνία για την πράσινη στροφή του Άη Στράτη. Ακολούθησαν πολλά και η γραφειοκρατία άφησε το έργο στο συρτάρι μέχρι φέτος το καλοκαίρι που προκηρύχθηκε ο σχετικός διεθνής διαγωνισμός, με την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή να κερδίζει το έργο. Ήδη οι πιθανές συνέργειες τραβούν τα βλέμματα, καθώς η Tesla έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για τους συσσωρευτές αποθήκευσης ενέργειας. Tο έργο «Υβριδικό σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας από ΑΠΕ στο νησί του Αγ. Ευστρατίου» έχει προϋπολογισμό για εργασίες κατασκευής του υβριδικού συστήματος και υπηρεσίες λειτουργίας και συντήρησης για 12 έτη που ανέρχεται στο ποσό των 7.712.800 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ). Η διάρκεια κατασκευής του έργου είναι 25 μήνες, ενώ ο ανάδοχος θα αναλάβει, επίσης, τη λειτουργία και συντήρηση του έργου για δώδεκα χρόνια. Ο ανάδοχος θα πρέπει να προχωρήσει στη μελέτη, προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία ενός Υβριδικού Σταθμού (ΥΒΣ) ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) στο νησί του Αγ. Ευστρατίου, που θα αποτελείται από μία ανεμογεννήτρια (Α/Γ), έναν φωτοβολταϊκό σταθμό (Φ/Β), συσσωρευτές αποθήκευσης και Σύστημα Ενεργειακής Διαχείρισης και Ελέγχου. Επίσης, θα αναλάβει τη λειτουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος τηλεθέρμανσης για τον οικισμό του Αη Στράτη, συμπεριλαμβανομένων των κτηριακών εγκαταστάσεων. Το σύστημα τηλεθέρμανσης θα περιλαμβάνει κεντρικές μονάδες παραγωγής και αποθήκευσης θερμότητας (δεξαμενές θερμού νερού), καθώς και το δίκτυο διανομής της θερμικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές. Η θερμική ενέργεια που θα παράγεται, θα καλύψει τις ανάγκες θέρμανσης και θερμού νερού χρήσης στα κτήρια ολόκληρου του οικισμού του Αγ. Ευστράτιου. Όπως σημειώνεται στη μελέτη του έργου, ο καινοτόμος χαρακτήρας του δεν αφορά αυτές καθαυτές τις τεχνολογίες των επιμέρους συνιστωσών, αλλά το σύστημα στην ολοκληρωμένη του μορφή και την ενσωμάτωσή στο υφιστάμενο σύστημα του νησιού, ηλεκτρικό και θερμικό. Σημειώνεται ότι το έργο δεν επιδιώκει εμπορικούς σκοπούς. Τα προϊόντα που θα παράγει ωστόσο (ηλεκτρική και θερμική ενέργεια), απευθύνονται σε πραγματικούς καταναλωτές και διέπονται από τις ισχύουσες εμπορικές προδιαγραφές. Σε κανονική λειτουργία, το έργο θα παράγει έσοδα από την πώληση της ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, αναγκαία προϋπόθεση για τη μελλοντική του βιωσιμότητα. Τα έσοδα αυτά θα ισοσκελίζουν τα λειτουργικά έξοδα, χωρίς να δημιουργούν καθαρό κέρδος. Πώς θα λειτουργεί το νέο πράσινο νησί Έως σήμερα, οι ανάγκες του νησιού σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτονται από τον Τοπικό Σταθμό Παραγωγής της ΔΕΗ, στον οποίο καταναλώνεται πετρέλαιο diesel σε Μηχανές Εσωτερικής Καύσης. Οι ανάγκες για θέρμανση και ζεστό νερό χρήσης καλύπτονται αφενός με κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας (κλιματιστικά, ηλεκτρικοί θερμοσίφωνες) και αφετέρου με κατανάλωση πετρελαίου σε εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης και σε σόμπες, ή με την καύση καυσόξυλων σε ξυλόσομπες και τζάκια. Μέχρι τώρα, δεν υπάρχουν καθόλου εγκατεστημένοι σταθμοί ΑΠΕ στο νησί. Πλέον, το ενεργειακό σύστημα του νησιού θα περιλαμβάνει έναν Υβριδικό Σταθμό Ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ και ένα ολοκληρωμένο σύστημα τηλεθέρμανσης για τους περίπου 200 κατοίκους του. Σύμφωνα με την μελέτη του έργου, σε μια έκταση 40-45 στρεμμάτων εκτός οικισμού θα εγκατασταθεί ένας σταθμός ΑΠΕ με μία ανεμογεννήτρια (800-900 kW), έναν φωτοβολταϊκό σταθμό (150 kW), έναν μετεωρολογικό ιστό ύψους 40 μέτρων και μία εναέρια γραμμή μεταφοράς ρεύματος τριών χιλιομέτρων. Ο σταθμός τηλεθέρμανσης και ο υβριδικός σταθμός προβλέπεται να κατασκευαστούν σε μία έκταση 4,02 στρ. εκτός οικισμού. Εκεί θα υπάρχουν ηλεκτρικοί λέβητες θερμού νερού με ισχύ 1000 kW, εφεδρικός λέβητας πετρελαίου ισχύος 800 kW, αντλιοστάσιο 2-3 μονάδων συνολικής ισχύος 10-15 kW κλπ. Προβλέπεται ακόμη η εγκατάσταση συστοιχίας συσσωρευτών (2,5 MWh), μεμονωμένων δεξαμενών αποθήκευσης ζεστού νερού, χωρητικότητας 150 κυβικών εκάστη, δεξαμενή πετρελαίου κλπ. Οι μονάδες ΑΠΕ και οι συσσωρευτές θα αποτελέσουν τις βασικές ηλεκτροπαραγωγικές συνιστώσες του νέου συστήματος, περιορίζοντας τη λειτουργία των συμβατικών μονάδων μόνο σε περιπτώσεις έλλειψης επάρκειας ισχύος και ενέργειας. Βασικό ζητούμενο είναι η δυνατότητα ελέγχου σε πραγματικό χρόνο της λειτουργίας του υβριδικού συστήματος, ώστε να καλύπτεται η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας του νησιού, οι μονάδες αποθήκευσης να παρακολουθούν τις μεταβολές της αιολικής και Φ/Β παραγωγής και της ζήτησης, να ελέγχεται αποτελεσματικά το φορτίο των συστημάτων τηλεθέρμανσης για μέγιστη αξιοποίηση της πλεονάζουσας παραγωγής ΑΠΕ και τέλος να εκδίδονται οι απαιτούμενες εντολές περιορισμού (setpoints) της ισχύος εξόδου των μονάδων ΑΠΕ. Όσον αφορά την τηλεθέρμανση, οι εν δυνάμει καταναλωτές είναι κατ’ αρχάς τα κτίρια που ήδη διαθέτουν σύστημα κεντρικής θέρμανσης (καλοριφέρ) και αντίστοιχη εσωτερική υποδομή. Κατά το σχεδιασμό του έργου, ελήφθη μέριμνα ώστε οι όποιες παρεμβάσεις στο υφιστάμενο δίκτυο (συμπεριλαμβανομένου του ΤΣΠ), καθώς και στις κεντρικές θερμάνσεις των καταναλωτών, τόσο σε επίπεδο εξοπλισμού όσο και ελέγχου, να μπορούν να είναι πλήρως αναστρέψιμες. Αυτό σημαίνει ότι κατά την υλοποίηση του έργου αλλά και κατά τη λειτουργία του, το ηλεκτρικό σύστημα του νησιού και τα επιμέρους συστήματα των θερμικών καταναλωτών, θα πρέπει να είναι σε θέση να επανέλθουν στη σημερινή τους κατάσταση ανά πάσα στιγμή και με απλές εντολές και χειρισμούς. Ένα τόσο υψηλό ποσοστό διείσδυσης ΑΠΕ (>85%) σε αυτόνομο ηλεκτρικό σύστημα από μόνο του, οδηγεί αναγκαστικά μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής να παραμένει ανεκμετάλλευτο και να απορρίπτεται. Με την ένταξη της τηλεθέρμανσης (Τ/Θ) στην προκειμένη περίπτωση, μειώνεται δραστικά το ποσοστό της ανεκμετάλλευτης παραγωγής των ΑΠΕ, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζεται και μια άλλη βασική ενεργειακή ανάγκη του νησιού, όπως αυτή της θέρμανσης των κτιρίων και της παραγωγής θερμού νερού χρήσης. Στο έργο περιλαμβάνεται επίσης και η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης στο Δημοτικό Καφενείο του οικισμού του Αγ. Ευστρατίου με συνολικό εμβαδόν περίπου 150 m2, καθώς και της Δημοτικής Αγοράς. Η Δημοτική Αγορά είναι συγκρότημα από δύο ανεξάρτητα ισόγεια κτίρια, τα οποία ενώνονται με έναν ημιυπαίθριο χώρο. Το ένα κτίριο έχει συνολικό εμβαδόν περίπου 145 m2 και επτά (7) καταστήματα και το άλλο κτίριο έχει συνολικό εμβαδόν περίπου 245 m2 και έντεκα (11) καταστήματα. Σε καθένα από τα δύο ως άνω κτίρια της Δημοτικής Αγοράς θα μελετηθεί και θα κατασκευασθεί εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης αντίστοιχη με αυτή του Δημοτικού Καφενείου. View full είδηση
  25. Η ενεργειακή αναβάθμιση του 15% των ελληνικών κατοικιών, εντός της δεκαετίας 2021-2030, καθώς και η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του κτιριακού αποθέματος μέσω παρεμβάσεων στο κτιριακό κέλυφος, αναμένεται να οδηγήσουν σε περίπου 8 δισ. ευρώ αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας και να διατηρήσουν 22.000 νέες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης σε ετήσια βάση. Αυτό επισημαίνει μεταξύ άλλων η Έκθεση μακροπρόθεσμης στρατηγικής ανακαίνισης του δημόσιου και ιδιωτικού κτιριακού αποθέματος που ενέκρινε το ΥΠΕΝ και περιλαμβάνει τον οδικό χάρτη για τα κλιματικά ουδέτερα κτίρια υψηλής ενεργειακής απόδοσης έως το έτος 2050. Σκοπός των μέτρων και των πολιτικών είναι η δραστική μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2050 και η επεξεργασία δύο στρατηγικών. Μίας που στοχεύει σε μείωση των εκπομπών, με βάση τον κλιματικό στόχο για περιορισμό της θερμοκρασίας κατά 2oC και μίας για την κλιματική ουδετερότητα που στοχεύει σε μείωση των εκπομπών και την επιδίωξη για περιορισμό της θερμοκρασίας κατά 1,5oC. Κτιριακός τομέας Η εξοικονόμηση ενέργειας σε όλους τους τομείς της τελικής κατανάλωσης ενέργειας έχει θεμελιώδη σημασία για την ενεργειακή μετάβαση και την οικονομική αποδοτικότητα. Για τον κτιριακό τομέα συγκεκριμένα, οι στόχοι βασίζονται στην επιδίωξη το κτιριακό απόθεμα να πλησιάσει το 2050, προδιαγραφές σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας, δηλαδή να αποτελείται από κτίρια με πολύ υψηλή ενεργειακή απόδοση. Τα σενάρια προς την κλιματική ουδετερότητα προβλέπουν σχεδόν πλήρη αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος μέχρι το 2050 και εφαρμογή αυστηρών ενεργειακών προδιαγραφών για τα νέα κτίρια. Η πορεία με βάση τα σενάρια της έκθεσης, περιλαμβάνει ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους και πολιτικές για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας στον κτιριακό τομέα. Το σύνολο του κτιριακού τομέα το 2030, θα επιτύχει μείωση 8% σε σχέση με τα επίπεδα του 2015, ενώ η μείωση το 2050 θα είναι ίση με 20%. Συγκεκριμένα στο σενάριο όπου η προσπάθεια είναι συνεπής με τον κλιματικό στόχο του 1.5°C, ο βαθμός μείωσης διπλασιάζεται, υπερβαίνοντας το 40% σε σχέση με τα επίπεδα του 2015. Τι αλλάζει στον οικιακό τομέα Στον οικιακό τομέα, ταυτόχρονα με την μείωση της συνολικής ζήτησης, παρατηρείται μια ραγδαία μεταβολή του ενεργειακού μείγματος σε σχέση με το 2015 σε όλα τα σενάρια. Ήδη από το 2030, στο Εθνικό Σχέδιο για την ενέργεια, η χρήση πετρελαίου μειώνεται κατά 90% και υποκαθίσταται από το φυσικό αέριο, τις ΑΠΕ και τον ηλεκτρισμό. Ο εξηλεκτρισμός είναι το κύριο χαρακτηριστικό της αλλαγής του ενεργειακού συστήματος, παράλληλα πάντα με την απανθρακοποίηση της παραγωγής. Η μετάβαση αυτή στον κτιριακό τομέα οφείλεται στη μεγαλύτερη διείσδυση ηλεκτρικών οικιακών συσκευών στα νοικοκυριά (λευκές συσκευές, Η/Υ κ.α.) αλλά και στη μεγάλη χρήση αντλιών θερμότητας. Η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας το 2030 θα αυξηθεί κατά 20% σε σχέση με το 2015, παρά τη μείωση της συνολικής ζήτησης, καλύπτοντας το 47% του συνόλου, ενώ το 2050 αντίστοιχα η διείσδυση της ηλεκτρικής ενέργειας θα φτάσει μέχρι και 81% καθώς αυξάνεται σημαντικά η χρήση των αντλιών θερμότητας λόγω του μεγάλου βαθμού απόδοσής τους για την κάλυψη αναγκών θέρμανσης και ψύξης, αλλά και της ανακαίνισης του κελύφους που επιτρέπει τη βέλτιστη χρήση του συστήματος αντλίας. Ανακαίνιση κελύφους κτιρίων Οι παρεμβάσεις στο κέλυφος του κτιρίου αποτελούν πρωταρχικό μέτρο ενεργειακής αναβάθμισης. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός ενεργειακής αναβάθμισης κελύφους θα παραμείνει μεγαλύτερος στα οικιακά κτίρια σε σχέση με τα υπόλοιπα κτίρια σε όλη την περίοδο 2015-2050 και θα παρουσιάσει μεγάλη αύξηση σε σχέση με τα επίπεδα του 2015 ήδη μέχρι το 2030. Ιδιαίτερα στο σενάριο, όπου δίνεται έμφαση στην εξοικονόμηση ενέργειας, ο μέσος ετήσιος ρυθμός θα διπλασιαστεί από τον αντίστοιχο του 2015 και φτάνει το 1,6% ετησίως το 2050, με αποτέλεσμα την κατά 46% μέση μείωση της ζήτησης ωφέλιμης ενέργειας. Η μεγαλύτερη αύξηση του ρυθμού ανακαίνισης κελύφους παρατηρείται στα κτίρια των Υπηρεσιών Υγείας και Εκπαίδευσης όπου διαπιστώνεται ιδιαίτερα μεγάλο ανεκμετάλλευτο δυναμικό για παρεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας. Ωστόσο, ο αριθμός των κτιρίων του τομέα των υπηρεσιών είναι κατά πολύ μικρότερος από εκείνον του οικιακού τομέα. Τεχνικές μελέτες υποδεικνύουν ότι η αναβάθμιση μόνο του κτιριακού κελύφους μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στη συνολική εξοικονόμηση ενέργειας του κτιρίου, σε ποσοστά που μπορούν να κυμαίνονται από 25% μέχρι και 75% της συνολικής εξοικονομούμενης ενέργειας από μερική ή ριζική ανακαίνιση του κτιρίου, ανάλογα με την κλιματική ζώνη και τη χρήση του. Ο σταθερά αυξανόμενος ρυθμός ενεργειακής αναβάθμισης του κελύφους των οικιακών κτιρίων την περίοδο 2030-2050 οδηγεί σε σταδιακή αύξηση του ποσοστού των ανακαινισμένων κτιρίων στο σύνολο του αποθέματος. Οι πολιτικές και τα κίνητρα εξοικονόμησης ενέργειας θα επιτύχουν μια διείσδυση επεμβάσεων από 4% το 2015 στο 23% του αποθέματος το 2030 και σε σχεδόν διπλασιασμό αυτού του ποσοστού το 2050. Οι μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις ανακαίνισης στον οικιακό τομέα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτευχθούν οι στόχοι εξοικονόμησης ενέργειας δεδομένου ότι το ποσοστό νεόδμητων κτιρίων είναι μικρό και σχεδόν σταθερό σε όλη την περίοδο 2015-2050. Αντίθετα, στον τομέα των υπηρεσιών το ποσοστό των νέων κτιριακών κατασκευών ξεπερνάει το 50% μετά το 2035, περιορίζοντας το δυναμικό για ανακαινίσεις στο σύνολο του κτιριακού αποθέματος. Το 2015 το σύνολο των νοικοκυριών προχώρησε σχεδόν αποκλειστικά σε ελαφριές ανακαινίσεις (κουφώματα), ενώ στα σενάρια κλιματικής ουδετερότητας αναμένεται ήδη από το 2030 αύξηση του ρυθμού αναβάθμισης μέτριου (κουφώματα, μόνωση κελύφους, στέγη) και ριζικού χαρακτήρα. Οι ανακαινίσεις με βάση εισοδηματικά κριτήρια Σε όλες τις εισοδηματικές τάξεις ο μεγαλύτερος ρυθμός ανακαινίσεων θα είναι ελαφρού τύπου, αλλά στα μεσαία και υψηλά εισοδήματα οι παρεμβάσεις θα είναι μεγαλύτερης έντασης. Στα χαμηλά εισοδήματα, ο αντίστοιχος ρυθμός μέτριας και ριζικής ανακαίνισης θα παραμείνει ιδιαίτερα χαμηλός, δεδομένου ότι απαιτούνται υψηλές δαπάνες σε εξοπλισμό, οι οποίες καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος και συνεπώς καθιστούν τις παρεμβάσεις αυτές μη προσιτές, χωρίς την παροχή οικονομικών κινήτρων και ελαφρύνσεων. Αντίθετα, τα υψηλά και μεσαία εισοδήματα αναμένεται να έχουν πρόσβαση σε χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού και συνεπώς θα εκτιμηθούν ως περισσότερο συμφέρουσες οι επεμβάσεις μεγαλύτερης έντασης. Η παροχή επιδοτήσεων με εισοδηματικά κριτήρια για τη χρηματοδότηση ανακαινίσεων μπορεί να αποτελέσει εργαλείο για την υλοποίηση περισσότερων ριζικών παρεμβάσεων στις κατοικίες νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα, που κατά κύριο λόγο είναι χαμηλής ενεργειακής τάξης. Ο ρόλος των συστημάτων θέρμανσης-ψύξης Σε συνδυασμό με την ανακαίνιση του κελύφους των κτιρίων, η ανακαίνιση των ενεργειακών συστημάτων για θέρμανση χώρου και νερού, και σε μικρότερο βαθμό για ψύξη και μαγείρεμα, είναι σημαντικός παράγοντας επίτευξης των στόχων ενεργειακής εξοικονόμησης. Ενώ η αναβάθμιση του κτιριακού κελύφους εξασφαλίζει τη μείωση των ενεργειακών αναγκών για θέρμανση και ψύξη, η αναβάθμιση των ενεργειακών συστημάτων συντελεί στην περαιτέρω μείωση της ζήτησης ενέργειας λόγω της αύξησης της αποδοτικότητας του συστήματος, αλλά και στην εξασφάλιση σχεδόν μηδενικών εκπομπών μέσω της χρήσης μορφών ενέργειας μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος. Με τον συνδυασμό των δύο μορφών παρέμβασης, ο τομέας των κτιρίων μπορεί να συμβάλει στην πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα. Συγκεκριμένα, η μετατροπή των ενεργειακών συστημάτων θέρμανσης αποτελεί προτεραιότητα στον οικιακό τομέα αφού το 2015 τα συστήματα θέρμανσης κατέλαβαν μερίδιο ίσο με το 61% της τελικής κατανάλωσης. Με τη χρήση περισσότερο αποδοτικών συστημάτων το μερίδιο αυτό θα μειωθεί το 2030 σε 51% σύμφωνα με το ΕΣΕΚ-2030. Για το 2050, το μερίδιο της κατανάλωσης ενέργειας για θέρμανση θα περιοριστεί φτάνοντας κοντά στο 30% ενώ το απόλυτο μέγεθος των ενεργειακών αναγκών θα μειωθεί πάνω από 60% σε σχέση με τα επίπεδα του 2015. Ομοίως θα παρατηρηθεί μεγάλη μείωση στην ενεργειακή κατανάλωση για ζεστό νερό χρήσης, δεδομένων των πιο αποδοτικών συστημάτων που θα χρησιμοποιούνται. Αυξημένες ενεργειακές ανάγκες σε επίπεδο οικίας Ταυτόχρονα, η αύξηση του βιοτικού επιπέδου και η αλλαγή των κλιματικών συνθηκών θα οδηγήσουν σε αύξηση των ενεργειακών αναγκών σε ψύξη σε σχέση με το 2015, παρά τις ενέργειες για αναβάθμιση στο κέλυφος των κτιρίων. Από το 2030 και ύστερα υπάρχουν ριζικές αλλαγές και στα συστήματα θέρμανσης, με σταδιακή κατάργηση των καυστήρων πετρελαίου δεδομένης της μεγάλης ανθρακικής τους έντασης και της χαμηλής απόδοσής τους. Προς το 2050, η χρήση πετρελαίου θέρμανσης σε καυστήρες και σόμπες θα αντικατασταθεί από πηγές ενέργειας πολύ χαμηλότερης ανθρακικής έντασης όπως το κλιματικά ουδέτερο συνθετικό αέριο αλλά και τον ηλεκτρισμό που σε όλα τα σενάρια είναι πρακτικά μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2050. Ο ηλεκτρισμός χρησιμοποιείται σε συστήματα αυξημένης αποδοτικότητας όπως οι αντλίες θερμότητας και όχι πλέον σε μεμονωμένα ηλεκτρικά σώματα χαμηλής απόδοσης. Μετά το 2030, οι αντλίες θερμότητας θα εξυπηρετούν και τις ανάγκες ψύξης των χώρων σε συνδυασμό με τις χαμηλότερης απόδοσης μονάδες κλιματισμού. Ομοίως, οι ανάγκες για ζεστό νερό χρήσης δεν θα καλύπτονται από ηλεκτρικούς θερμοσίφωνες λόγω της χαμηλής τους απόδοσης, αλλά από σταδιακά αυξανόμενη χρήση ΑΠΕ μέσω ηλιακών θερμοσίφωνων.
×
×
  • Create New...

Σημαντικό

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώνουμε το περιεχόμενο του website μας. Μπορείτε να τροποποιήσετε τις ρυθμίσεις των cookie, ή να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την χρήση τους.