Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'ελλάδα'.
Found 492 results
-
Το παραλιακό μέτωπο της Μαρώνειας, η κοντινότερη παραλία στην Κομοτηνή, απέχει 30 χιλιόμετρα από την πόλη. Ο Παντελής Χαβιαράς είναι ψυκτικός με έδρα την Κομοτηνή από το 1996, και γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ψυκτικών Ελλάδος (ΟΨΕ) σήμερα. Θυμάται πως, μέχρι πρόσφατα, στην Μαρώνεια δεν υπήρχε ζήτηση για τον ίδιο και τους συναδέλφους του. «Δεν είχε δουλειά για εμάς εκεί, δεν είχαν κλιματιστικά», λέει στο Solomon. Αλλά ακόμα και στη Ροδόπη, που φημίζεται για τον βαρύ χειμώνα, η καλοκαιρινή περίοδος έχει διευρυνθεί καθιστώντας την χρήση κλιματισμού απαραίτητη. «Υπάρχουν βράδια που έχει 30 βαθμούς έξω. Δεν γίνεται να μην ανάψεις κλιματιστικό. Αναγκαίο κακό έχει γίνει — και σας το λέει ένας ψυκτικός!», σχολιάζει ο κ. Χαβιαράς. Σε όλη την Ελλάδα, οι ολοένα πιο παρατεταμένες περίοδοι ζέστης δεν επηρεάζουν μόνο την καθημερινότητα των πολιτών — αποτυπώνονται με μετρήσιμο τρόπο στις ανάγκες των νοικοκυριών και των δημόσιων υποδομών για τεχνητή ψύξη. Όπως αποκαλύπτει η νέα έρευνα του Solomon, σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό δίκτυο δημοσιογραφίας Correctiv.Europe, η Ελλάδα κατέχει σήμερα την τρίτη θέση σε ανάγκες κλιματισμού σε σύνολο 31 ευρωπαϊκών χωρών, πίσω μόνο από τη Μάλτα (πρώτη) και την Κύπρο (δεύτερη). Πώς εξελίσσεται η ανάγκη για ψύξη Η σταθερά αυξανόμενη ανάγκη για κλιματισμό σε όλους τους νομούς της χώρας, από τη δεκαετία του 1980 έως σήμερα, αποτυπώνεται μέσω των λεγόμενων «βαθμοημερών ψύξης» (Cooling Degree-Days, CDD). Πρόκειται για μια μονάδα μέτρησης που υπολογίζει την ενέργεια που απαιτείται για να διατηρηθεί εντός των κτιρίων μια άνετη εσωτερική θερμοκρασία 21°C, κατά τη θερμή περίοδο του έτους, δηλαδή από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο. Αν, για παράδειγμα, η μέση θερμοκρασία μιας ημέρας είναι 27°C, τότε προστίθενται 6 βαθμοημέρες ψύξης (27-21) στο ετήσιο άθροισμα της περιοχής. Με απλά λόγια, όσο περισσότερες οι βαθμοημέρες ψύξης, τόσο περισσότερο δουλεύουν τα air condition, και τόσο μεγαλύτερη είναι η κατανάλωση ρεύματος. Τα δεδομένα που δημοσιεύει για πρώτη φορά το Solomon έχουν αντληθεί από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της ΕΕ (JRC), και καταγράφουν εντυπωσιακές μεταβολές σε όλη την Ελλάδα, αποτυπώνοντας πως από την δεκαετία 1979-1988 στη δεκαετία 2014-2023: Στην Κάλυμνο, την Κάρπαθο, και την Κω, ο δείκτης βοθμοημερών ψύξης αυξήθηκε από 475 βαθμοημέρες (1979-1988), σε 666 (2014-2023). Στη Ζάκυνθο, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, σχεδόν τριπλασιάστηκε: από 150 σε 435. Η ανάγκη για ψύξη υπερδιπλασιάστηκε, μεταξύ άλλων, στην Λέσβο (από 249 σε 518) και την Κέρκυρα (από 244 σε 528). Ακόμη και σε πιο ψυχρές περιοχές, όπως η Φλώρινα και η Καστοριά, οι αριθμοί έχουν υπερδιπλασιαστεί. Πώς αλλάζει η κατανάλωση ρεύματος Ό,τι κάποτε αποτελούσε μια θερμοκρασιακή εξαίρεση, είναι σήμερα η νέα κανονικότητα. Μεταξύ 2000-2022, η κατανάλωση ενέργειας του μέσου νοικοκυριού στην Ελλάδα, λόγω χρήσης κλιματιστικών, αυξήθηκε κατά 265%. Την ίδια ώρα, έρευνα έδειξε πως τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος στην Ελλάδα δαπανούν έως και 95% περισσότερη ενέργεια για ψύξη, κυρίως επειδή υπολείπονται σε υποδομές όπως η θερμομόνωση. Μιλώντας στο Solomon, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι, αν δεν υπάρξει σχεδιασμός για ενεργειακή θωράκιση του κτιριακού αποθέματος, νοικοκυριά, υποδομές και κοινωνικά ευάλωτες ομάδες αναμένεται να γνωρίσουν ισχυρές πιέσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, έχει σημασία να δούμε όχι μόνο πού και πόσο έχει αυξηθεί η θερμοκρασία, αλλά και πόσοι άνθρωποι επηρεάζονται σε κάθε περιοχή. Ο χάρτης που ακολουθεί δείχνει πώς έχει αλλάξει η κατανάλωση ρεύματος για κλιματισμό σε όλη την Ελλάδα, συγκρίνοντας τη δεκαετία του 1980 με την δεκαετία 2014-2023. Συνυπολογίζοντας τις μεταβολές στον πληθυσμό κάθε περιοχής, ο χάρτης δεν δείχνει απαραίτητα πού κάνει περισσότερη ζέστη, αλλά και πού έχει αυξηθεί η συνολική ζήτηση για ρεύμα που καταναλώνεται για κλιματισμό. Οι μεταβολές σε Έβρο, Κρήτη, Μακεδονία Περιοχές που έχουν αναπτυχθεί πληθυσμιακά τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίζουν μεγαλύτερη αύξηση στη ζήτηση ρεύματος για κλιματισμό, ακόμη και αν δεν καταγράφεται ανάλογη αύξηση θερμοκρασίας. Συμβαίνει όμως και το ανάποδο, εξηγεί στο Solomon ο Δρ. Σταύρος Ντάφης, φυσικός-μετεωρολόγος και συνιδρυτής του κόμβου πληροφόρησης climatebook.gr, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας. «Οι παραμεθόριες περιοχές, όπως ο Έβρος, όπου παρατηρείται αύξηση της κατανάλωσης ρεύματος για κλιματισμό, γνωρίζουμε πως έχουν μείωση πληθυσμού. Οπότε εκεί μπορούμε να αποδώσουμε τις αυξημένες ανάγκες για κλιματισμό αποκλειστικά στο κλίμα», επισημαίνει ο κ. Ντάφης. Από την άλλη, συμπληρώνει, «αν λάβουμε υπόψη μόνο τη θερμοκρασία, δεν δικαιολογείται γιατί στο Λασίθι έχει αυξηθεί η ανάγκη κλιματισμού σε σχέση με τα Χανιά ή το Ρέθυμνο. Η θερμοκρασία σε όλες αυτές τις περιοχές αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό. Αυτό που αλλάζει είναι η ανάγκη για ψύξη, δηλαδή οι ανάγκες ρεύματος». Ο κ. Χαβιαράς επισημαίνει, εμπειρικά, πως η σεζόν για τους ψυκτικούς παραδοσιακά διαρκούσε πέντε μήνες, το πολύ έξι μήνες σε νότιες περιοχές της Ελλάδας. «Φανταστείτε ότι στην Κομοτηνή ανάβαμε θέρμανση τέλη Σεπτεμβρίου. Φέτος, μέχρι τις 10 Οκτωβρίου είχαμε κλιματισμό για να δροσιστούμε». Το ίδιο ισχύει και για τη Μακεδονία, όπου καταγράφεται εκ των μεγαλύτερων αυξήσεων θερμοκρασίας από το 1980, και όπου τα περισσότερα σπίτια δεν διαθέτουν μονώσεις. Αθωράκιστα τα κτίρια Το οικιστικό απόθεμα θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος της λύσης. Αλλά, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ), το 55% του συνόλου των κατοικιών της χώρας έχει χτιστεί πριν το 1980, δηλαδή πριν την εφαρμογή οποιουδήποτε κανονισμού θερμομόνωσης. Ο Άλκης Καφετζής, συντονιστής έργου θερινής ενεργειακής φτώχειας στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, υπογράφει σχετική έρευνα της οργάνωσης, που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2025, και εξετάζει την ζωή στα ελληνικά σπίτια σε συνθήκες υπερθέρμανσης. Λέει στο Solomon πως ο πρώτος κανονισμός θερμομόνωσης, το 1980, αφορούσε ένα κομμάτι φελιζόλ ανάμεσα στα τούβλα των τοίχων. «Οι ίδιοι οι μηχανικοί παραδέχονται ότι αυτό δεν είχε κανέναν αντίκτυπο», σημειώνει ο ίδιος. Η έρευνα της Greenpeace δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2025. Προσθέτει πως επειδή για δεκαετίες τα ελληνικά κτίρια δεν είχαν καμία θερμομόνωση, «έχουμε πλέον ένα ιδιαίτερα γερασμένο οικιστικό απόθεμα με αυξημένο ενεργειακό αποτύπωμα». Οι κατοικίες στην Ελλάδα ευθύνονται για το 43% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας, σύμφωνα με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Το πρόγραμμα «Εξοικονομώ» Το πρόγραμμα «Εξοικονομώ», που χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προβλέπεται να συμβάλει «στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην ενεργειακή ανακαίνιση κατ’ ελάχιστον 11.500 κατοικιών έως το 2025». Ο κ. Καφετζής υπογραμμίζει πως οι μεμονωμένες παρεμβάσεις που υλοποιούνται σε κατοικίες, στο πλαίσιο του προγράμματος, εφαρμόζονται αποσπασματικά, χωρίς στρατηγική στόχευση και μετρήσιμο αποτέλεσμα. Έτσι, δεν καταφέρνουν να αλλάξουν τη μεγάλη εικόνα της κατανάλωσης ενέργειας και θερμοκρασιακής άνεσης μέσα στις κατοικίες, ενώ τα έργα «συνήθως υπερκοστολογούνται γιατί κανένας δεν ελέγχει το έργο πριν και μετά», συμπληρώνει. Εκτός από την έκδοση πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης, υποχρεωτικό βήμα της διαδικασίας, ο κ. Καφετζής υποστηρίζει πως δεν ελέγχεται πραγματικά εάν έχει αλλάξει το βιοτικό επίπεδο των ίδιων των κατοίκων. «Απλώς παρακολουθούμε έναν βασικό, πολύ απλό δείκτη. Όμως, έχει μειώσει πραγματικά τους λογαριασμούς του αυτό το νοικοκυριό; Έχει -ακόμα πιο σημαντικό- βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης το νοικοκυριό μετά τις παρεμβάσεις;», αναρωτιέται. Λόγω της αποσπασματικότητάς τους, οι παρεμβάσεις του «Εξοικονομώ» ενδέχεται ακόμα και να βλάψουν ένα σπίτι, σύμφωνα με τον Δημήτρη Παλλαντζά, υπεύθυνο εκπαίδευσης στο Ελληνικό Ινστιτούτο Παθητικού Κτιρίου (ΕΙΠΑΚ). «Τα προγράμματα “Εξοικονομώ” υλοποιούνται πλέον με πολύ μικρότερη οικονομική κλίμακα, για να συμπεριλάβουν περισσότερο κόσμο. Όμως αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν μόνο μικρο-παρεμβάσεις, οι οποίες πολλές φορές έφεραν χειρότερο αποτέλεσμα από αυτό που υπήρχε», λέει ο Παλλαντζάς. Το λεγόμενο παθητικό κτίριο στηρίζεται σε αρχές φυσικής και βιοκλιματικού σχεδιασμού, με στόχο ιδανικές και μετρήσιμες συνθήκες διαβίωσης. Λειτουργεί όπως ένας θερμός: διατηρεί παθητικά σταθερή θερμοκρασία στο εσωτερικό του χωρίς να χρειάζεται ενεργή θέρμανση ή ψύξη. Η θερμοκρασία εσωτερικού χώρου διατηρείται σταθερά μεταξύ 20 και 25 βαθμών Κελσίου, η σχετική υγρασία στο 35% έως 55%, ενώ τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν κάτω από 1.000 ppm – όλα αυτά με ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτούνται παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας: θερμομόνωση, ενεργειακά κουφώματα, αεροστεγανότητα, ελεγχόμενος αερισμός και εξάλειψη θερμογεφυρών. Το κόστος τέτοιων παρεμβάσεων κυμαίνεται μεταξύ 200-400 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ανάλογα με την πολυπλοκότητα και την κατάσταση του εκάστοτε κτιρίου. Στην Ελλάδα λειτουργούν σήμερα πάνω από 200 παθητικά κτίρια, αρκετά από τα οποία υλοποιήθηκαν μέσω του προγράμματος «Εξοικονομώ». Κατά την περίοδο υπουργίας Χατζηδάκη, λέει ο κ. Παλλαντζάς, το ανώτατο ποσό επιδότησης έφτανε τις 50.000 ευρώ/κατοικία. Το ποσο επαρκούσε για να καλύψει τις παρεμβάσεις που χρειάζεται ένα παθητικό κτίριο, και πολλά έργα προχώρησαν με σχετική ευκολία. «Στην πορεία όμως, ο προϋπολογισμός του προγράμματος περιορίστηκε, μαζί και η δυνατότητα να γίνονται τέτοιες ολοκληρωμένες αναβαθμίσεις», λέει ο κ. Παλλαντζάς. Επαρκούν τα φωτοβολταϊκά; Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, αν και αποτελεί δημοφιλή λύση για ενεργειακή εξοικονόμηση, φαίνεται πως δεν επαρκεί από μόνη της. Ο υπεύθυνος εκπαίδευσης του ΕΙΠΑΚ μοιράστηκε με το Solomon τα πρώτα ευρήματα μιας αδημοσίευτης μελέτης του Ινστιτούτου, που εξετάζει τι θα συνέβαινε εάν οι ταράτσες των πολυκατοικιών στην Αθήνα καλύπτονταν εξ ολοκλήρου με φωτοβολταϊκά. Ως μοντέλο χρησιμοποιήθηκε ένα τυπικό κτίριο τριών έως έξι ορόφων -τα πιο συνηθισμένα στην πόλη- από διαφορετικές περιόδους κατασκευής: πολυκατοικίες πριν το 1980 χωρίς μόνωση, μετά το 1980 με τις πρώτες κανονιστικές απαιτήσεις (ΚΕΝΑΚ), και σύγχρονες ή παθητικές κατοικίες. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα παλιά κτίρια, καθώς αυτά αποτελούν την πλειονότητα του οικιστικού αποθέματος. Το βασικό εύρημα ήταν αποκαλυπτικό: ακόμη και αν καλυφθεί με φωτοβολταϊκά ολόκληρη η ταράτσα, η παραγόμενη ενέργεια δεν καλύπτει πάνω από 20% των συνολικών αναγκών ενός εξαώροφου κτιρίου. Η ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου παραμένει βασικό κομμάτι της εξίσωσης. Ο Άλκης Καφετζής εξηγεί πως το πρόβλημα στην Ελλάδα εντοπίζεται και στο γεγονός οτι οι παρεμβάσεις υλοποιούνται σε επίπεδο διαμερίσματος και όχι πολυκατοικίας. «Η ανακαίνιση ενός διαμερίσματος από τα 20 μιας πολυκατοικίας, όσο σωστά κι αν γίνει, δεν σημαίνει ότι το κτίριο λειτουργεί καλύτερα συνολικά. Το κέλυφος παραμένει παλιό, οι απώλειες είναι μεγάλες, και οι υπόλοιποι ένοικοι συνεχίζουν να ζουν σε συνθήκες υπερθέρμανσης, με ό,τι αυτό σημαίνει για την κατανάλωση ρεύματος και την ποιότητα ζωής». Ο κ. Καφετζής συμπληρώνει ότι πραγματική μονάδα αποτελεί η πολυκατοικία, όχι το μεμονωμένο διαμέρισμα. Αλλά στην Ελλάδα δεν έχουν υπάρξει πολιτικές που να στηρίζουν ολική ανακαίνιση σε επίπεδο κτιρίου, σχολιάζει, «τη στιγμή που στην Ευρώπη μιλάνε ήδη για παρεμβάσεις σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου ή γειτονιάς». Το Εθνικό Κοινωνικό και Κλιματικό Σχέδιο Στις 18 Ιουλίου έληξε η δημόσια διαβούλευση για το Εθνικό Κοινωνικό και Κλιματικό Σχέδιο της Ελλάδας, ένα κρίσιμο κείμενο πολιτικής που κατατίθεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ανοίγει την πόρτα σε νέα χρηματοδοτικά εργαλεία. Μέσω του σχεδίου, η χώρα διεκδικεί πρόσβαση σε περίπου 8 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Οι πόροι στοχεύουν κατά κύριο λόγο σε ευάλωτα νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις, με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να κάνουν λόγο για 1,5 εκατ. ωφελούμενους. Παράλληλα, μέχρι το τέλος του 2025, η Ελλάδα καλείται, όπως και όλα τα κράτη-μέλη, να καταθέσει στην Κομισιόν ένα πενταετές εθνικό σχέδιο ανακαίνισης του κτιριακού αποθέματος. Η υποχρέωση προκύπτει από την πρόσφατη ευρωπαϊκή Οδηγία για τα Κτίρια, με στόχο τη σημαντική μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στα αστικά κέντρα. Με φόντο τα 8 δισ. ευρώ που διεκδικεί η Ελλάδα από το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη διαχείριση της ενεργειακής μετάβασης στα κτίρια: η θεσμική είσοδος των ESCOs (Energy Services Companies), δηλαδή ιδιωτικών εταιρειών που θα αναλαμβάνουν ανακαινίσεις κτιρίων με ανταπόδοση την εξοικονόμηση ενέργειας. Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ψυκτικών κατήγγειλε πρόσφατα ότι ο σχεδιασμός παρακάμπτει τους μικρούς επαγγελματίες, τους πιστοποιημένους τεχνικούς, και τις τοπικές αγορές. «Εκτιμούμε ότι η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων και η επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας προϋποθέτουν τη συνεργασία όλων των ειδικοτήτων του τεχνικού κόσμου, με διαφανείς και ανοιχτές διαδικασίες, και όχι τον αποκλεισμό επαγγελματιών που διαθέτουν την τεχνογνωσία και την εμπειρία για την επιτυχή υλοποίηση τέτοιων έργων», αναφέρει η επιστολή διαμαρτυρίας προς το υπουργείο. Ταυτόχρονα, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Φραγκίσκος Παρασύρης, επισήμανε πως ο κυβερνητικός σχεδιασμός ανοίγει το δρόμο της ενεργειακής αγοράς «μόνο για τους μεγάλους», χωρίς να διασφαλίζεται πως τα χρήματα αξιοποιούνται αποτελεσματικά. Η ενεργειακή αναβάθμιση, υποστήριξε, κινδυνεύει να μετατραπεί σε πεδίο κερδοφορίας, όχι κοινωνικής πολιτικής. Το Solomon απέστειλε αναλυτικά ερωτήματα στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κοινοποιώντας τα ευρήματα της παρούσας έρευνας, και ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν. Το υπουργείο δεν απάντησε στα ερωτήματά μας έως και τη δημοσίευση του ρεπορτάζ. View full είδηση
-
- κλιματισμός
- ελλάδα
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Το παραλιακό μέτωπο της Μαρώνειας, η κοντινότερη παραλία στην Κομοτηνή, απέχει 30 χιλιόμετρα από την πόλη. Ο Παντελής Χαβιαράς είναι ψυκτικός με έδρα την Κομοτηνή από το 1996, και γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ψυκτικών Ελλάδος (ΟΨΕ) σήμερα. Θυμάται πως, μέχρι πρόσφατα, στην Μαρώνεια δεν υπήρχε ζήτηση για τον ίδιο και τους συναδέλφους του. «Δεν είχε δουλειά για εμάς εκεί, δεν είχαν κλιματιστικά», λέει στο Solomon. Αλλά ακόμα και στη Ροδόπη, που φημίζεται για τον βαρύ χειμώνα, η καλοκαιρινή περίοδος έχει διευρυνθεί καθιστώντας την χρήση κλιματισμού απαραίτητη. «Υπάρχουν βράδια που έχει 30 βαθμούς έξω. Δεν γίνεται να μην ανάψεις κλιματιστικό. Αναγκαίο κακό έχει γίνει — και σας το λέει ένας ψυκτικός!», σχολιάζει ο κ. Χαβιαράς. Σε όλη την Ελλάδα, οι ολοένα πιο παρατεταμένες περίοδοι ζέστης δεν επηρεάζουν μόνο την καθημερινότητα των πολιτών — αποτυπώνονται με μετρήσιμο τρόπο στις ανάγκες των νοικοκυριών και των δημόσιων υποδομών για τεχνητή ψύξη. Όπως αποκαλύπτει η νέα έρευνα του Solomon, σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό δίκτυο δημοσιογραφίας Correctiv.Europe, η Ελλάδα κατέχει σήμερα την τρίτη θέση σε ανάγκες κλιματισμού σε σύνολο 31 ευρωπαϊκών χωρών, πίσω μόνο από τη Μάλτα (πρώτη) και την Κύπρο (δεύτερη). Πώς εξελίσσεται η ανάγκη για ψύξη Η σταθερά αυξανόμενη ανάγκη για κλιματισμό σε όλους τους νομούς της χώρας, από τη δεκαετία του 1980 έως σήμερα, αποτυπώνεται μέσω των λεγόμενων «βαθμοημερών ψύξης» (Cooling Degree-Days, CDD). Πρόκειται για μια μονάδα μέτρησης που υπολογίζει την ενέργεια που απαιτείται για να διατηρηθεί εντός των κτιρίων μια άνετη εσωτερική θερμοκρασία 21°C, κατά τη θερμή περίοδο του έτους, δηλαδή από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο. Αν, για παράδειγμα, η μέση θερμοκρασία μιας ημέρας είναι 27°C, τότε προστίθενται 6 βαθμοημέρες ψύξης (27-21) στο ετήσιο άθροισμα της περιοχής. Με απλά λόγια, όσο περισσότερες οι βαθμοημέρες ψύξης, τόσο περισσότερο δουλεύουν τα air condition, και τόσο μεγαλύτερη είναι η κατανάλωση ρεύματος. Τα δεδομένα που δημοσιεύει για πρώτη φορά το Solomon έχουν αντληθεί από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της ΕΕ (JRC), και καταγράφουν εντυπωσιακές μεταβολές σε όλη την Ελλάδα, αποτυπώνοντας πως από την δεκαετία 1979-1988 στη δεκαετία 2014-2023: Στην Κάλυμνο, την Κάρπαθο, και την Κω, ο δείκτης βοθμοημερών ψύξης αυξήθηκε από 475 βαθμοημέρες (1979-1988), σε 666 (2014-2023). Στη Ζάκυνθο, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, σχεδόν τριπλασιάστηκε: από 150 σε 435. Η ανάγκη για ψύξη υπερδιπλασιάστηκε, μεταξύ άλλων, στην Λέσβο (από 249 σε 518) και την Κέρκυρα (από 244 σε 528). Ακόμη και σε πιο ψυχρές περιοχές, όπως η Φλώρινα και η Καστοριά, οι αριθμοί έχουν υπερδιπλασιαστεί. Πώς αλλάζει η κατανάλωση ρεύματος Ό,τι κάποτε αποτελούσε μια θερμοκρασιακή εξαίρεση, είναι σήμερα η νέα κανονικότητα. Μεταξύ 2000-2022, η κατανάλωση ενέργειας του μέσου νοικοκυριού στην Ελλάδα, λόγω χρήσης κλιματιστικών, αυξήθηκε κατά 265%. Την ίδια ώρα, έρευνα έδειξε πως τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος στην Ελλάδα δαπανούν έως και 95% περισσότερη ενέργεια για ψύξη, κυρίως επειδή υπολείπονται σε υποδομές όπως η θερμομόνωση. Μιλώντας στο Solomon, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι, αν δεν υπάρξει σχεδιασμός για ενεργειακή θωράκιση του κτιριακού αποθέματος, νοικοκυριά, υποδομές και κοινωνικά ευάλωτες ομάδες αναμένεται να γνωρίσουν ισχυρές πιέσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, έχει σημασία να δούμε όχι μόνο πού και πόσο έχει αυξηθεί η θερμοκρασία, αλλά και πόσοι άνθρωποι επηρεάζονται σε κάθε περιοχή. Ο χάρτης που ακολουθεί δείχνει πώς έχει αλλάξει η κατανάλωση ρεύματος για κλιματισμό σε όλη την Ελλάδα, συγκρίνοντας τη δεκαετία του 1980 με την δεκαετία 2014-2023. Συνυπολογίζοντας τις μεταβολές στον πληθυσμό κάθε περιοχής, ο χάρτης δεν δείχνει απαραίτητα πού κάνει περισσότερη ζέστη, αλλά και πού έχει αυξηθεί η συνολική ζήτηση για ρεύμα που καταναλώνεται για κλιματισμό. Οι μεταβολές σε Έβρο, Κρήτη, Μακεδονία Περιοχές που έχουν αναπτυχθεί πληθυσμιακά τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίζουν μεγαλύτερη αύξηση στη ζήτηση ρεύματος για κλιματισμό, ακόμη και αν δεν καταγράφεται ανάλογη αύξηση θερμοκρασίας. Συμβαίνει όμως και το ανάποδο, εξηγεί στο Solomon ο Δρ. Σταύρος Ντάφης, φυσικός-μετεωρολόγος και συνιδρυτής του κόμβου πληροφόρησης climatebook.gr, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας. «Οι παραμεθόριες περιοχές, όπως ο Έβρος, όπου παρατηρείται αύξηση της κατανάλωσης ρεύματος για κλιματισμό, γνωρίζουμε πως έχουν μείωση πληθυσμού. Οπότε εκεί μπορούμε να αποδώσουμε τις αυξημένες ανάγκες για κλιματισμό αποκλειστικά στο κλίμα», επισημαίνει ο κ. Ντάφης. Από την άλλη, συμπληρώνει, «αν λάβουμε υπόψη μόνο τη θερμοκρασία, δεν δικαιολογείται γιατί στο Λασίθι έχει αυξηθεί η ανάγκη κλιματισμού σε σχέση με τα Χανιά ή το Ρέθυμνο. Η θερμοκρασία σε όλες αυτές τις περιοχές αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό. Αυτό που αλλάζει είναι η ανάγκη για ψύξη, δηλαδή οι ανάγκες ρεύματος». Ο κ. Χαβιαράς επισημαίνει, εμπειρικά, πως η σεζόν για τους ψυκτικούς παραδοσιακά διαρκούσε πέντε μήνες, το πολύ έξι μήνες σε νότιες περιοχές της Ελλάδας. «Φανταστείτε ότι στην Κομοτηνή ανάβαμε θέρμανση τέλη Σεπτεμβρίου. Φέτος, μέχρι τις 10 Οκτωβρίου είχαμε κλιματισμό για να δροσιστούμε». Το ίδιο ισχύει και για τη Μακεδονία, όπου καταγράφεται εκ των μεγαλύτερων αυξήσεων θερμοκρασίας από το 1980, και όπου τα περισσότερα σπίτια δεν διαθέτουν μονώσεις. Αθωράκιστα τα κτίρια Το οικιστικό απόθεμα θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος της λύσης. Αλλά, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ), το 55% του συνόλου των κατοικιών της χώρας έχει χτιστεί πριν το 1980, δηλαδή πριν την εφαρμογή οποιουδήποτε κανονισμού θερμομόνωσης. Ο Άλκης Καφετζής, συντονιστής έργου θερινής ενεργειακής φτώχειας στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, υπογράφει σχετική έρευνα της οργάνωσης, που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2025, και εξετάζει την ζωή στα ελληνικά σπίτια σε συνθήκες υπερθέρμανσης. Λέει στο Solomon πως ο πρώτος κανονισμός θερμομόνωσης, το 1980, αφορούσε ένα κομμάτι φελιζόλ ανάμεσα στα τούβλα των τοίχων. «Οι ίδιοι οι μηχανικοί παραδέχονται ότι αυτό δεν είχε κανέναν αντίκτυπο», σημειώνει ο ίδιος. Η έρευνα της Greenpeace δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2025. Προσθέτει πως επειδή για δεκαετίες τα ελληνικά κτίρια δεν είχαν καμία θερμομόνωση, «έχουμε πλέον ένα ιδιαίτερα γερασμένο οικιστικό απόθεμα με αυξημένο ενεργειακό αποτύπωμα». Οι κατοικίες στην Ελλάδα ευθύνονται για το 43% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας, σύμφωνα με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Το πρόγραμμα «Εξοικονομώ» Το πρόγραμμα «Εξοικονομώ», που χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προβλέπεται να συμβάλει «στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην ενεργειακή ανακαίνιση κατ’ ελάχιστον 11.500 κατοικιών έως το 2025». Ο κ. Καφετζής υπογραμμίζει πως οι μεμονωμένες παρεμβάσεις που υλοποιούνται σε κατοικίες, στο πλαίσιο του προγράμματος, εφαρμόζονται αποσπασματικά, χωρίς στρατηγική στόχευση και μετρήσιμο αποτέλεσμα. Έτσι, δεν καταφέρνουν να αλλάξουν τη μεγάλη εικόνα της κατανάλωσης ενέργειας και θερμοκρασιακής άνεσης μέσα στις κατοικίες, ενώ τα έργα «συνήθως υπερκοστολογούνται γιατί κανένας δεν ελέγχει το έργο πριν και μετά», συμπληρώνει. Εκτός από την έκδοση πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης, υποχρεωτικό βήμα της διαδικασίας, ο κ. Καφετζής υποστηρίζει πως δεν ελέγχεται πραγματικά εάν έχει αλλάξει το βιοτικό επίπεδο των ίδιων των κατοίκων. «Απλώς παρακολουθούμε έναν βασικό, πολύ απλό δείκτη. Όμως, έχει μειώσει πραγματικά τους λογαριασμούς του αυτό το νοικοκυριό; Έχει -ακόμα πιο σημαντικό- βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης το νοικοκυριό μετά τις παρεμβάσεις;», αναρωτιέται. Λόγω της αποσπασματικότητάς τους, οι παρεμβάσεις του «Εξοικονομώ» ενδέχεται ακόμα και να βλάψουν ένα σπίτι, σύμφωνα με τον Δημήτρη Παλλαντζά, υπεύθυνο εκπαίδευσης στο Ελληνικό Ινστιτούτο Παθητικού Κτιρίου (ΕΙΠΑΚ). «Τα προγράμματα “Εξοικονομώ” υλοποιούνται πλέον με πολύ μικρότερη οικονομική κλίμακα, για να συμπεριλάβουν περισσότερο κόσμο. Όμως αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν μόνο μικρο-παρεμβάσεις, οι οποίες πολλές φορές έφεραν χειρότερο αποτέλεσμα από αυτό που υπήρχε», λέει ο Παλλαντζάς. Το λεγόμενο παθητικό κτίριο στηρίζεται σε αρχές φυσικής και βιοκλιματικού σχεδιασμού, με στόχο ιδανικές και μετρήσιμες συνθήκες διαβίωσης. Λειτουργεί όπως ένας θερμός: διατηρεί παθητικά σταθερή θερμοκρασία στο εσωτερικό του χωρίς να χρειάζεται ενεργή θέρμανση ή ψύξη. Η θερμοκρασία εσωτερικού χώρου διατηρείται σταθερά μεταξύ 20 και 25 βαθμών Κελσίου, η σχετική υγρασία στο 35% έως 55%, ενώ τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν κάτω από 1.000 ppm – όλα αυτά με ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτούνται παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας: θερμομόνωση, ενεργειακά κουφώματα, αεροστεγανότητα, ελεγχόμενος αερισμός και εξάλειψη θερμογεφυρών. Το κόστος τέτοιων παρεμβάσεων κυμαίνεται μεταξύ 200-400 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ανάλογα με την πολυπλοκότητα και την κατάσταση του εκάστοτε κτιρίου. Στην Ελλάδα λειτουργούν σήμερα πάνω από 200 παθητικά κτίρια, αρκετά από τα οποία υλοποιήθηκαν μέσω του προγράμματος «Εξοικονομώ». Κατά την περίοδο υπουργίας Χατζηδάκη, λέει ο κ. Παλλαντζάς, το ανώτατο ποσό επιδότησης έφτανε τις 50.000 ευρώ/κατοικία. Το ποσο επαρκούσε για να καλύψει τις παρεμβάσεις που χρειάζεται ένα παθητικό κτίριο, και πολλά έργα προχώρησαν με σχετική ευκολία. «Στην πορεία όμως, ο προϋπολογισμός του προγράμματος περιορίστηκε, μαζί και η δυνατότητα να γίνονται τέτοιες ολοκληρωμένες αναβαθμίσεις», λέει ο κ. Παλλαντζάς. Επαρκούν τα φωτοβολταϊκά; Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, αν και αποτελεί δημοφιλή λύση για ενεργειακή εξοικονόμηση, φαίνεται πως δεν επαρκεί από μόνη της. Ο υπεύθυνος εκπαίδευσης του ΕΙΠΑΚ μοιράστηκε με το Solomon τα πρώτα ευρήματα μιας αδημοσίευτης μελέτης του Ινστιτούτου, που εξετάζει τι θα συνέβαινε εάν οι ταράτσες των πολυκατοικιών στην Αθήνα καλύπτονταν εξ ολοκλήρου με φωτοβολταϊκά. Ως μοντέλο χρησιμοποιήθηκε ένα τυπικό κτίριο τριών έως έξι ορόφων -τα πιο συνηθισμένα στην πόλη- από διαφορετικές περιόδους κατασκευής: πολυκατοικίες πριν το 1980 χωρίς μόνωση, μετά το 1980 με τις πρώτες κανονιστικές απαιτήσεις (ΚΕΝΑΚ), και σύγχρονες ή παθητικές κατοικίες. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα παλιά κτίρια, καθώς αυτά αποτελούν την πλειονότητα του οικιστικού αποθέματος. Το βασικό εύρημα ήταν αποκαλυπτικό: ακόμη και αν καλυφθεί με φωτοβολταϊκά ολόκληρη η ταράτσα, η παραγόμενη ενέργεια δεν καλύπτει πάνω από 20% των συνολικών αναγκών ενός εξαώροφου κτιρίου. Η ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου παραμένει βασικό κομμάτι της εξίσωσης. Ο Άλκης Καφετζής εξηγεί πως το πρόβλημα στην Ελλάδα εντοπίζεται και στο γεγονός οτι οι παρεμβάσεις υλοποιούνται σε επίπεδο διαμερίσματος και όχι πολυκατοικίας. «Η ανακαίνιση ενός διαμερίσματος από τα 20 μιας πολυκατοικίας, όσο σωστά κι αν γίνει, δεν σημαίνει ότι το κτίριο λειτουργεί καλύτερα συνολικά. Το κέλυφος παραμένει παλιό, οι απώλειες είναι μεγάλες, και οι υπόλοιποι ένοικοι συνεχίζουν να ζουν σε συνθήκες υπερθέρμανσης, με ό,τι αυτό σημαίνει για την κατανάλωση ρεύματος και την ποιότητα ζωής». Ο κ. Καφετζής συμπληρώνει ότι πραγματική μονάδα αποτελεί η πολυκατοικία, όχι το μεμονωμένο διαμέρισμα. Αλλά στην Ελλάδα δεν έχουν υπάρξει πολιτικές που να στηρίζουν ολική ανακαίνιση σε επίπεδο κτιρίου, σχολιάζει, «τη στιγμή που στην Ευρώπη μιλάνε ήδη για παρεμβάσεις σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου ή γειτονιάς». Το Εθνικό Κοινωνικό και Κλιματικό Σχέδιο Στις 18 Ιουλίου έληξε η δημόσια διαβούλευση για το Εθνικό Κοινωνικό και Κλιματικό Σχέδιο της Ελλάδας, ένα κρίσιμο κείμενο πολιτικής που κατατίθεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ανοίγει την πόρτα σε νέα χρηματοδοτικά εργαλεία. Μέσω του σχεδίου, η χώρα διεκδικεί πρόσβαση σε περίπου 8 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Οι πόροι στοχεύουν κατά κύριο λόγο σε ευάλωτα νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις, με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να κάνουν λόγο για 1,5 εκατ. ωφελούμενους. Παράλληλα, μέχρι το τέλος του 2025, η Ελλάδα καλείται, όπως και όλα τα κράτη-μέλη, να καταθέσει στην Κομισιόν ένα πενταετές εθνικό σχέδιο ανακαίνισης του κτιριακού αποθέματος. Η υποχρέωση προκύπτει από την πρόσφατη ευρωπαϊκή Οδηγία για τα Κτίρια, με στόχο τη σημαντική μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στα αστικά κέντρα. Με φόντο τα 8 δισ. ευρώ που διεκδικεί η Ελλάδα από το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη διαχείριση της ενεργειακής μετάβασης στα κτίρια: η θεσμική είσοδος των ESCOs (Energy Services Companies), δηλαδή ιδιωτικών εταιρειών που θα αναλαμβάνουν ανακαινίσεις κτιρίων με ανταπόδοση την εξοικονόμηση ενέργειας. Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ψυκτικών κατήγγειλε πρόσφατα ότι ο σχεδιασμός παρακάμπτει τους μικρούς επαγγελματίες, τους πιστοποιημένους τεχνικούς, και τις τοπικές αγορές. «Εκτιμούμε ότι η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων και η επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας προϋποθέτουν τη συνεργασία όλων των ειδικοτήτων του τεχνικού κόσμου, με διαφανείς και ανοιχτές διαδικασίες, και όχι τον αποκλεισμό επαγγελματιών που διαθέτουν την τεχνογνωσία και την εμπειρία για την επιτυχή υλοποίηση τέτοιων έργων», αναφέρει η επιστολή διαμαρτυρίας προς το υπουργείο. Ταυτόχρονα, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Φραγκίσκος Παρασύρης, επισήμανε πως ο κυβερνητικός σχεδιασμός ανοίγει το δρόμο της ενεργειακής αγοράς «μόνο για τους μεγάλους», χωρίς να διασφαλίζεται πως τα χρήματα αξιοποιούνται αποτελεσματικά. Η ενεργειακή αναβάθμιση, υποστήριξε, κινδυνεύει να μετατραπεί σε πεδίο κερδοφορίας, όχι κοινωνικής πολιτικής. Το Solomon απέστειλε αναλυτικά ερωτήματα στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κοινοποιώντας τα ευρήματα της παρούσας έρευνας, και ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν. Το υπουργείο δεν απάντησε στα ερωτήματά μας έως και τη δημοσίευση του ρεπορτάζ.
-
- κλιματισμός
- ελλάδα
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Τη μεγαλύτερη ζήτηση εργαζομένων στην εγχώρια αγορά εργασίας συνεχίζει να καταγράφει ο κλάδος της τεχνολογίας. Για των λόγων το αληθές, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας της Randstad, το 79% των εταιρειών του κλάδου σχεδιάζει να αυξήσει τον αριθμό εργαζομένων του έως το τέλος του 2025. Την ίδια στιγμή, μόνο το 16% δεν προβλέπει αλλαγές στον αριθμό των εργαζομένων του, ενώ μόλις το 3% αναμένει μείωση στον αριθμό του ανθρώπινου δυναμικού του. “Ο κλάδος της τεχνολογίας βρίσκεται σταθερά στο επίκεντρο των εξελίξεων της ελληνικής αγοράς εργασίας, με τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό για την προσέλκυση και διατήρηση εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού”, αναφέρει η σχετική μελέτη, ενημερώνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ). Όπως προσθέτει, η ζήτηση για εξειδικευμένους επαγγελματίες εντείνεται, καθώς παράλληλα οι εργαζόμενοι επαναπροσδιορίζουν τις προτεραιότητές τους, δίνοντας έμφαση στην ευελιξία, τις αμοιβές, τις συνθήκες εργασίας και τις ευκαιρίες ανάπτυξης. Τα δεδομένα αυτά προκύπτουν από την εξειδικευμένη έρευνα HR Trends Technology 2025 της Randstad, η οποία εστιάζει στις τάσεις και προκλήσεις, που χαρακτηρίζουν τον τεχνολογικό τομέα στην Ελλάδα. Η προσέλκυση ταλέντων Η προσέλκυση και διατήρηση ταλέντων αποτελεί το κυριότερο μέλημα για τις τεχνολογικές επιχειρήσεις. Το 66% δηλώνει ότι δυσκολεύεται να προσελκύσει κατάλληλους επαγγελματίες, ενώ το 58% δυσκολεύεται να διατηρήσει τα πιο αποδοτικά στελέχη. Παράλληλα, ίσο ποσοστό (58%) αναφέρει προκλήσεις στη δέσμευση των εργαζομένων και το 56% αναδεικνύει την ανάγκη για πιο ρεαλιστικές προσδοκίες γύρω από τις αποδοχές και τις παροχές. Το μεγαλύτερο εμπόδιο, που αναφέρουν οι εργοδότες, είναι οι μη ρεαλιστικές μισθολογικές απαιτήσεις των υποψηφίων (76% το 2025, αυξημένο από 70% το 2024). Ακολουθούν η έλλειψη συγκεκριμένων δεξιοτήτων (51%), τα απαιτούμενα χρόνια εμπειρίας (37%) και η περιορισμένη εμπειρία στον κλάδο (36%). Για να παραμείνουν ανταγωνιστικές, οι εταιρείες επενδύουν σε πακέτα παροχών, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις των εργαζομένων. Το 68% των επιχειρήσεων προσφέρει προγράμματα κατάρτισης, το 62% αυξάνει τις οικονομικές αποδοχές, ενώ 51% εφαρμόζει ευέλικτα μοντέλα εργασίας, όπως το υβριδικό ή πλήρως απομακρυσμένο. Το ίδιο ποσοστό επενδύει και σε ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης. Η ελκυστικότητα ενός εργοδότη βασίζεται, σύμφωνα με την έρευνα, σε τέσσερις βασικούς άξονες: το ανταγωνιστικό πακέτο αποδοχών (81%), το ευέλικτο μοντέλο εργασίας (65%), το ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον (59%) και οι ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης (55%). Πέρα από τα παραπάνω, οι εταιρείες υιοθετούν πρακτικές, που ενισχύουν την ευεξία των εργαζομένων: το 90% προσφέρει δυνατότητα εργασίας από το σπίτι, το 88% επενδύει σε εκπαίδευση, το 68% προσφέρει ευελιξία στο ωράριο και το 61% εφαρμόζει μη χρηματικά κίνητρα αναγνώρισης. Οι πιο περιζήτητοι ρόλοι για το 2025 Το 78% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι σκοπεύει να προχωρήσει σε νέες προσλήψεις μέσα στο 2025, με κύρια αιτία την επιχειρηματική επέκταση. Ακολουθεί η ανάγκη δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας (62%) και η αναζήτηση εξειδικευμένων δεξιοτήτων (33%). Οι ειδικότητες με τη μεγαλύτερη ζήτηση είναι οι software developers/engineers (98%), οι data analysts, data engineers και data scientists (40%) και οι ειδικοί στην τεχνητή νοημοσύνη, όπως AI engineers και αρχιτέκτονες (31%). Στο μεταξύ, το 2025 αναδεικνύεται ως χρονιά-ορόσημο για την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης στον τεχνολογικό κλάδο. Το 62% των εταιρειών δηλώνει ότι υποστηρίζει ενεργά τη χρήση της AI, έναντι μόλις 40% το 2024. Επιπλέον, το 85% των επαγγελματιών αναγνωρίζει τη σημαντική επίδραση της AI στο μέλλον του κλάδου. Η AI αξιοποιείται ήδη σε τομείς, όπως το ανθρώπινο δυναμικό (33%), το μάρκετινγκ (29%) και η διοίκηση (24%), ενώ τα βασικά της οφέλη περιλαμβάνουν την ταχύτητα επεξεργασίας δεδομένων (71%), την αυτοματοποίηση εργασιών (62%) και την αύξηση παραγωγικότητας (55%). Οι προκλήσεις επικεντρώνονται στην προστασία δεδομένων (56%), στην έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού (55%) και στη διασφάλιση εμπιστευτικότητας (46%).
-
- τεχνολογία
- ελλάδα
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Τη μεγαλύτερη ζήτηση εργαζομένων στην εγχώρια αγορά εργασίας συνεχίζει να καταγράφει ο κλάδος της τεχνολογίας. Για των λόγων το αληθές, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας της Randstad, το 79% των εταιρειών του κλάδου σχεδιάζει να αυξήσει τον αριθμό εργαζομένων του έως το τέλος του 2025. Την ίδια στιγμή, μόνο το 16% δεν προβλέπει αλλαγές στον αριθμό των εργαζομένων του, ενώ μόλις το 3% αναμένει μείωση στον αριθμό του ανθρώπινου δυναμικού του. “Ο κλάδος της τεχνολογίας βρίσκεται σταθερά στο επίκεντρο των εξελίξεων της ελληνικής αγοράς εργασίας, με τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό για την προσέλκυση και διατήρηση εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού”, αναφέρει η σχετική μελέτη, ενημερώνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ). Όπως προσθέτει, η ζήτηση για εξειδικευμένους επαγγελματίες εντείνεται, καθώς παράλληλα οι εργαζόμενοι επαναπροσδιορίζουν τις προτεραιότητές τους, δίνοντας έμφαση στην ευελιξία, τις αμοιβές, τις συνθήκες εργασίας και τις ευκαιρίες ανάπτυξης. Τα δεδομένα αυτά προκύπτουν από την εξειδικευμένη έρευνα HR Trends Technology 2025 της Randstad, η οποία εστιάζει στις τάσεις και προκλήσεις, που χαρακτηρίζουν τον τεχνολογικό τομέα στην Ελλάδα. Η προσέλκυση ταλέντων Η προσέλκυση και διατήρηση ταλέντων αποτελεί το κυριότερο μέλημα για τις τεχνολογικές επιχειρήσεις. Το 66% δηλώνει ότι δυσκολεύεται να προσελκύσει κατάλληλους επαγγελματίες, ενώ το 58% δυσκολεύεται να διατηρήσει τα πιο αποδοτικά στελέχη. Παράλληλα, ίσο ποσοστό (58%) αναφέρει προκλήσεις στη δέσμευση των εργαζομένων και το 56% αναδεικνύει την ανάγκη για πιο ρεαλιστικές προσδοκίες γύρω από τις αποδοχές και τις παροχές. Το μεγαλύτερο εμπόδιο, που αναφέρουν οι εργοδότες, είναι οι μη ρεαλιστικές μισθολογικές απαιτήσεις των υποψηφίων (76% το 2025, αυξημένο από 70% το 2024). Ακολουθούν η έλλειψη συγκεκριμένων δεξιοτήτων (51%), τα απαιτούμενα χρόνια εμπειρίας (37%) και η περιορισμένη εμπειρία στον κλάδο (36%). Για να παραμείνουν ανταγωνιστικές, οι εταιρείες επενδύουν σε πακέτα παροχών, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις των εργαζομένων. Το 68% των επιχειρήσεων προσφέρει προγράμματα κατάρτισης, το 62% αυξάνει τις οικονομικές αποδοχές, ενώ 51% εφαρμόζει ευέλικτα μοντέλα εργασίας, όπως το υβριδικό ή πλήρως απομακρυσμένο. Το ίδιο ποσοστό επενδύει και σε ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης. Η ελκυστικότητα ενός εργοδότη βασίζεται, σύμφωνα με την έρευνα, σε τέσσερις βασικούς άξονες: το ανταγωνιστικό πακέτο αποδοχών (81%), το ευέλικτο μοντέλο εργασίας (65%), το ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον (59%) και οι ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης (55%). Πέρα από τα παραπάνω, οι εταιρείες υιοθετούν πρακτικές, που ενισχύουν την ευεξία των εργαζομένων: το 90% προσφέρει δυνατότητα εργασίας από το σπίτι, το 88% επενδύει σε εκπαίδευση, το 68% προσφέρει ευελιξία στο ωράριο και το 61% εφαρμόζει μη χρηματικά κίνητρα αναγνώρισης. Οι πιο περιζήτητοι ρόλοι για το 2025 Το 78% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι σκοπεύει να προχωρήσει σε νέες προσλήψεις μέσα στο 2025, με κύρια αιτία την επιχειρηματική επέκταση. Ακολουθεί η ανάγκη δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας (62%) και η αναζήτηση εξειδικευμένων δεξιοτήτων (33%). Οι ειδικότητες με τη μεγαλύτερη ζήτηση είναι οι software developers/engineers (98%), οι data analysts, data engineers και data scientists (40%) και οι ειδικοί στην τεχνητή νοημοσύνη, όπως AI engineers και αρχιτέκτονες (31%). Στο μεταξύ, το 2025 αναδεικνύεται ως χρονιά-ορόσημο για την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης στον τεχνολογικό κλάδο. Το 62% των εταιρειών δηλώνει ότι υποστηρίζει ενεργά τη χρήση της AI, έναντι μόλις 40% το 2024. Επιπλέον, το 85% των επαγγελματιών αναγνωρίζει τη σημαντική επίδραση της AI στο μέλλον του κλάδου. Η AI αξιοποιείται ήδη σε τομείς, όπως το ανθρώπινο δυναμικό (33%), το μάρκετινγκ (29%) και η διοίκηση (24%), ενώ τα βασικά της οφέλη περιλαμβάνουν την ταχύτητα επεξεργασίας δεδομένων (71%), την αυτοματοποίηση εργασιών (62%) και την αύξηση παραγωγικότητας (55%). Οι προκλήσεις επικεντρώνονται στην προστασία δεδομένων (56%), στην έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού (55%) και στη διασφάλιση εμπιστευτικότητας (46%). View full είδηση
-
- τεχνολογία
- ελλάδα
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Η αγορά ακινήτων αλλάζει, όχι μόνον λόγω των νέων τεχνολογιών ή των διακυμάνσεων των τιμών, αλλά ουσιαστικά και σε βάθος, καθώς νέες δυνάμεις μετασχηματίζουν τον πυρήνα της: η κλιματική κρίση, οι κοινωνικές ανισότητες, η τεχνητή νοημοσύνη, η πολιτική αβεβαιότητα, ακόμα και η έννοια της κατοικίας ως κοινωνικού αγαθού. Όλο και περισσότερο, το real estate παύει να είναι ένας παραδοσιακός κλάδος και γίνεται ένα δυναμικό πεδίο, όπου συναντιούνται το περιβάλλον, η τεχνολογία, η οικονομία και η κοινωνία. Το συμπέρασμα αυτό αναδείχθηκε στο 31ο Ετήσιο Συνέδριο της European Real Estate Society (ERES), που διοργανώθηκε από το Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα ακαδημαϊκά γεγονότα στην Ευρώπη στον τομέα της έρευνας για την ακίνητη περιουσία και ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως, προσελκύοντας πάνω από 250 ακαδημαϊκούς, ερευνητές και επαγγελματίες από όλο τον κόσμο. Από τις θεματικές ενότητες του συνεδρίου προέκυψαν οι τάσεις που διαμορφώνουν την αγορά ακινήτων σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο - και κατά συνέπεια και στη χώρα μας. Το τοπίο είναι πιο πολυδιάστατο από ποτέ, καθώς η αγορά τέμνεται πλέον με ζητήματα τεχνολογίας, περιβάλλοντος, κοινωνικής συνοχής, πολιτικής αστάθειας και νομισματικής πολιτικής. Κλιματικός κίνδυνος και νέοι επενδυτικοί κανόνες Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μοτίβα του συνεδρίου ήταν η αυξανόμενη επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αξία και τη λειτουργικότητα των ακινήτων. Οι πλημμύρες, η άνοδος της θερμοκρασίας και οι φυσικές καταστροφές έχουν αρχίσει να μεταφράζονται σε μετρήσιμες απώλειες, αλλά και σε νέους κανόνες αποτίμησης και δανεισμού. Μελέτες από χώρες όπως η Ολλανδία και η Αυστραλία καταδεικνύουν τη σημασία των εργαλείων green finance, των υποχρεωτικών γνωστοποιήσεων ρίσκου (flood risk disclosures) και των "πράσινων" χαρτοφυλακίων. Τεχνητή Νοημοσύνη και ψηφιοποίηση: Ο νέος χάρτης του real estate Η τεχνολογία αποτελεί πλέον καταλύτη για τον μετασχηματισμό της αγοράς. Από την ΑΙ στην αποτίμηση ακινήτων, μέχρι τα ψηφιακά εργαλεία διαχείρισης χαρτοφυλακίων και τις PropTech startups, οι αλλαγές είναι σαρωτικές. Οι αναλυτές χρησιμοποιούν machine learning για την πρόβλεψη τάσεων, ενώ οι αγοραστές και οι επενδυτές έχουν πρόσβαση σε πλατφόρμες που μειώνουν τη σημασία του ενδιάμεσου και ενισχύουν τη διαφάνεια. Η κρίση προσιτής στέγης σε παγκόσμιο επίπεδο Η έλλειψη προσιτής κατοικίας, οι καθυστερήσεις στις νέες κατασκευές και η γενικευμένη δυσκολία πρόσβασης σε αξιοπρεπή στέγη συνθέτουν μια παγκόσμια πρόκληση. Ερευνητικά δεδομένα αναδεικνύουν την ανάγκη για νέες πολιτικές στέγασης, συμπεριληπτικά μοντέλα κοινωνικής κατοικίας και επανεξέταση των επιδοτήσεων. Στο μικροσκόπιο μπήκαν και οι μορφές «ευάλωτης ιδιοκτησίας», ιδίως στις περιπτώσεις μεταναστών και μονογονεϊκών οικογενειών. Αβεβαιότητα, επιτόκια και γεωπολιτική αστάθεια Πολιτικοί και νομισματικοί παράγοντες επηρεάζουν βαθιά την αγορά. Από την αύξηση των επιτοκίων μέχρι τη μεταβλητότητα των κεφαλαιαγορών και τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, το πλαίσιο παραμένει ευμετάβλητο και επιβάλλει διαρκή επανεκτίμηση στρατηγικών από επενδυτές και θεσμικούς παίκτες. Βιωσιμότητα: Από τις πιστοποιήσεις στην κοινωνική αξία Η πράσινη μετάβαση είναι πλέον βασική στρατηγική ανάπτυξης. WELL και ESG πιστοποιήσεις, δείκτες ενεργειακής αποδοτικότητας και κυκλικής οικονομίας, αποτύπωμα άνθρακα και κοινωνικά ωφέλιμες παρεμβάσεις (όπως τα δημόσια πάρκα ή η ανακαίνιση ιστορικών κτιρίων) εντάσσονται πλέον στις παραμέτρους αποτίμησης. Ο ρόλος της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων Το real estate του 21ου αιώνα απαιτεί ένα νέο είδος επαγγελματία: οικονομολόγους με περιβαλλοντική συνείδηση, μηχανικούς με γνώση νομικών ρυθμίσεων, και εκπαιδευτικά ιδρύματα που ενσωματώνουν τεχνολογικά εργαλεία και διαθεματική σκέψη. Η εκπαίδευση δεν είναι απλώς υπόβαθρο - είναι κρίσιμος παράγοντας ανθεκτικότητας της αγοράς. Το ελληνικό παράδειγμα: Διεθνείς δυνάμεις, τοπικές δυναμικές Σε αυτό το παγκόσμιο πλαίσιο μετασχηματισμού, όπου η τεχνολογία, η βιωσιμότητα και οι κοινωνικές πιέσεις καθορίζουν τον ρόλο του real estate και στην Ελλάδα. Η δυναμική πορεία των τιμών και οι γεωγραφικές διαφοροποιήσεις που καταγράφονται στο 2ο τρίμηνο του 2025 αποτυπώνουν πώς οι διεθνείς τάσεις, αλλά και οι τοπικές πολιτικές, διαμορφώνουν μια ολοένα πιο σύνθετη και πολυεπίπεδη εγχώρια αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με τον δείκτη τιμών SPI του Spitogatos, που καταγράφει την εξέλιξη των μέσων ζητούμενων τιμών (ΜΖΤ) πώλησης και ενοικίασης, το 2ο τρίμηνο του 2025 παρουσίασε αυξήσεις 9,7% στις τιμές πώλησης και 7,2% στις τιμές ενοικίασης σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η αύξηση ήταν 2,8% στις πωλήσεις και 4,2% στα ενοίκια. Τα Νότια Προάστια και οι Κυκλάδες διατηρούν την πρωτοκαθεδρία ως οι ακριβότερες περιοχές της χώρας. Ειδικότερα, η Βουλιαγμένη και η Βούλα παραμένουν οι κορυφαίες περιοχές στην Αττική για αγορά και ενοικίαση κατοικίας, με τις Κυκλάδες να καταγράφουν μέσο ζητούμενο ενοίκιο στα 15,3 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, Καστοριά, Κιλκίς, Φλώρινα και Πέλλα συγκαταλέγονται στις πιο προσιτές περιοχές, με τιμές πώλησης κάτω από τα 1.000 ευρώ/τ.μ. και ενοικίαση κάτω από 5 ευρώ/τ.μ. Παράλληλα, δυναμική άνοδος τιμών καταγράφεται και σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας, στα Δυτικά Προάστια, αλλά και σε τμήματα των Προαστίων του Πειραιά. Προγράμματα όπως το «Σπίτι μου 2», η τουριστική κίνηση και οι κοινωνικές παρεμβάσεις υπέρ των ενοικιαστών επηρέασαν τη ζήτηση, ενώ η αναμονή για τις βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια προσέδωσε προσωρινή κινητικότητα σε φοιτητικές περιοχές. Η κτηματαγορά στην Ελλάδα όπως και διεθνώς δεν μπορεί πια να ερμηνεύεται αποκλειστικά από την σχέση προσφορά και ζήτηση. Η τιμή δεν ορίζεται μόνο από τα τετραγωνικά ή τη θέση, αλλά από νέα δεδομένα που περιλαμβάνουν την τεχνολογία, τη βιωσιμότητα, την ανθεκτικότητα και τη διαφάνεια. View full είδηση
-
Η αγορά ακινήτων αλλάζει, όχι μόνον λόγω των νέων τεχνολογιών ή των διακυμάνσεων των τιμών, αλλά ουσιαστικά και σε βάθος, καθώς νέες δυνάμεις μετασχηματίζουν τον πυρήνα της: η κλιματική κρίση, οι κοινωνικές ανισότητες, η τεχνητή νοημοσύνη, η πολιτική αβεβαιότητα, ακόμα και η έννοια της κατοικίας ως κοινωνικού αγαθού. Όλο και περισσότερο, το real estate παύει να είναι ένας παραδοσιακός κλάδος και γίνεται ένα δυναμικό πεδίο, όπου συναντιούνται το περιβάλλον, η τεχνολογία, η οικονομία και η κοινωνία. Το συμπέρασμα αυτό αναδείχθηκε στο 31ο Ετήσιο Συνέδριο της European Real Estate Society (ERES), που διοργανώθηκε από το Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα ακαδημαϊκά γεγονότα στην Ευρώπη στον τομέα της έρευνας για την ακίνητη περιουσία και ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως, προσελκύοντας πάνω από 250 ακαδημαϊκούς, ερευνητές και επαγγελματίες από όλο τον κόσμο. Από τις θεματικές ενότητες του συνεδρίου προέκυψαν οι τάσεις που διαμορφώνουν την αγορά ακινήτων σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο - και κατά συνέπεια και στη χώρα μας. Το τοπίο είναι πιο πολυδιάστατο από ποτέ, καθώς η αγορά τέμνεται πλέον με ζητήματα τεχνολογίας, περιβάλλοντος, κοινωνικής συνοχής, πολιτικής αστάθειας και νομισματικής πολιτικής. Κλιματικός κίνδυνος και νέοι επενδυτικοί κανόνες Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μοτίβα του συνεδρίου ήταν η αυξανόμενη επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αξία και τη λειτουργικότητα των ακινήτων. Οι πλημμύρες, η άνοδος της θερμοκρασίας και οι φυσικές καταστροφές έχουν αρχίσει να μεταφράζονται σε μετρήσιμες απώλειες, αλλά και σε νέους κανόνες αποτίμησης και δανεισμού. Μελέτες από χώρες όπως η Ολλανδία και η Αυστραλία καταδεικνύουν τη σημασία των εργαλείων green finance, των υποχρεωτικών γνωστοποιήσεων ρίσκου (flood risk disclosures) και των "πράσινων" χαρτοφυλακίων. Τεχνητή Νοημοσύνη και ψηφιοποίηση: Ο νέος χάρτης του real estate Η τεχνολογία αποτελεί πλέον καταλύτη για τον μετασχηματισμό της αγοράς. Από την ΑΙ στην αποτίμηση ακινήτων, μέχρι τα ψηφιακά εργαλεία διαχείρισης χαρτοφυλακίων και τις PropTech startups, οι αλλαγές είναι σαρωτικές. Οι αναλυτές χρησιμοποιούν machine learning για την πρόβλεψη τάσεων, ενώ οι αγοραστές και οι επενδυτές έχουν πρόσβαση σε πλατφόρμες που μειώνουν τη σημασία του ενδιάμεσου και ενισχύουν τη διαφάνεια. Η κρίση προσιτής στέγης σε παγκόσμιο επίπεδο Η έλλειψη προσιτής κατοικίας, οι καθυστερήσεις στις νέες κατασκευές και η γενικευμένη δυσκολία πρόσβασης σε αξιοπρεπή στέγη συνθέτουν μια παγκόσμια πρόκληση. Ερευνητικά δεδομένα αναδεικνύουν την ανάγκη για νέες πολιτικές στέγασης, συμπεριληπτικά μοντέλα κοινωνικής κατοικίας και επανεξέταση των επιδοτήσεων. Στο μικροσκόπιο μπήκαν και οι μορφές «ευάλωτης ιδιοκτησίας», ιδίως στις περιπτώσεις μεταναστών και μονογονεϊκών οικογενειών. Αβεβαιότητα, επιτόκια και γεωπολιτική αστάθεια Πολιτικοί και νομισματικοί παράγοντες επηρεάζουν βαθιά την αγορά. Από την αύξηση των επιτοκίων μέχρι τη μεταβλητότητα των κεφαλαιαγορών και τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, το πλαίσιο παραμένει ευμετάβλητο και επιβάλλει διαρκή επανεκτίμηση στρατηγικών από επενδυτές και θεσμικούς παίκτες. Βιωσιμότητα: Από τις πιστοποιήσεις στην κοινωνική αξία Η πράσινη μετάβαση είναι πλέον βασική στρατηγική ανάπτυξης. WELL και ESG πιστοποιήσεις, δείκτες ενεργειακής αποδοτικότητας και κυκλικής οικονομίας, αποτύπωμα άνθρακα και κοινωνικά ωφέλιμες παρεμβάσεις (όπως τα δημόσια πάρκα ή η ανακαίνιση ιστορικών κτιρίων) εντάσσονται πλέον στις παραμέτρους αποτίμησης. Ο ρόλος της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων Το real estate του 21ου αιώνα απαιτεί ένα νέο είδος επαγγελματία: οικονομολόγους με περιβαλλοντική συνείδηση, μηχανικούς με γνώση νομικών ρυθμίσεων, και εκπαιδευτικά ιδρύματα που ενσωματώνουν τεχνολογικά εργαλεία και διαθεματική σκέψη. Η εκπαίδευση δεν είναι απλώς υπόβαθρο - είναι κρίσιμος παράγοντας ανθεκτικότητας της αγοράς. Το ελληνικό παράδειγμα: Διεθνείς δυνάμεις, τοπικές δυναμικές Σε αυτό το παγκόσμιο πλαίσιο μετασχηματισμού, όπου η τεχνολογία, η βιωσιμότητα και οι κοινωνικές πιέσεις καθορίζουν τον ρόλο του real estate και στην Ελλάδα. Η δυναμική πορεία των τιμών και οι γεωγραφικές διαφοροποιήσεις που καταγράφονται στο 2ο τρίμηνο του 2025 αποτυπώνουν πώς οι διεθνείς τάσεις, αλλά και οι τοπικές πολιτικές, διαμορφώνουν μια ολοένα πιο σύνθετη και πολυεπίπεδη εγχώρια αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με τον δείκτη τιμών SPI του Spitogatos, που καταγράφει την εξέλιξη των μέσων ζητούμενων τιμών (ΜΖΤ) πώλησης και ενοικίασης, το 2ο τρίμηνο του 2025 παρουσίασε αυξήσεις 9,7% στις τιμές πώλησης και 7,2% στις τιμές ενοικίασης σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η αύξηση ήταν 2,8% στις πωλήσεις και 4,2% στα ενοίκια. Τα Νότια Προάστια και οι Κυκλάδες διατηρούν την πρωτοκαθεδρία ως οι ακριβότερες περιοχές της χώρας. Ειδικότερα, η Βουλιαγμένη και η Βούλα παραμένουν οι κορυφαίες περιοχές στην Αττική για αγορά και ενοικίαση κατοικίας, με τις Κυκλάδες να καταγράφουν μέσο ζητούμενο ενοίκιο στα 15,3 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, Καστοριά, Κιλκίς, Φλώρινα και Πέλλα συγκαταλέγονται στις πιο προσιτές περιοχές, με τιμές πώλησης κάτω από τα 1.000 ευρώ/τ.μ. και ενοικίαση κάτω από 5 ευρώ/τ.μ. Παράλληλα, δυναμική άνοδος τιμών καταγράφεται και σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας, στα Δυτικά Προάστια, αλλά και σε τμήματα των Προαστίων του Πειραιά. Προγράμματα όπως το «Σπίτι μου 2», η τουριστική κίνηση και οι κοινωνικές παρεμβάσεις υπέρ των ενοικιαστών επηρέασαν τη ζήτηση, ενώ η αναμονή για τις βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια προσέδωσε προσωρινή κινητικότητα σε φοιτητικές περιοχές. Η κτηματαγορά στην Ελλάδα όπως και διεθνώς δεν μπορεί πια να ερμηνεύεται αποκλειστικά από την σχέση προσφορά και ζήτηση. Η τιμή δεν ορίζεται μόνο από τα τετραγωνικά ή τη θέση, αλλά από νέα δεδομένα που περιλαμβάνουν την τεχνολογία, τη βιωσιμότητα, την ανθεκτικότητα και τη διαφάνεια.
-
Στον παρακάτω χάρτη απεικονίζεται ο δείκτης ξηρασίας στην Ελλάδα την 1η Ιουλίου 2025, σύμφωνα με την ανάλυση της ομάδας ΜΕΤΕΟ του ΕΑΑ. Όπως προκύπτει, μεγάλο μέρος της Κρήτης, της Πελοποννήσου, της δυτικής Στερεάς Ελλάδας και της Θράκης βρίσκονται σε συνθήκες ξηρασίας. Από έντονη ή ακραία ξηρασία (επίπεδα 4 και 5) πλήττονται αρκετές περιοχές στους νομούς Χανίων, Ηρακλείου, Λασιθίου, Αρκαδίας, Αργολίδας, Μεσσηνίας, Ηλείας και Λέσβου. Μετά τις ιδιαίτερα ψηλές θερμοκρασίες και χαμηλές βροχοπτώσεις του Ιουνίου, σχεδόν το σύνολο της χώρας βρίσκεται σε υψηλότερο για την εποχή επίπεδο ξηρασίας σε σχέση με τις αρχές Ιουνίου. Η αξιολόγηση των συνθηκών ξηρασίας βασίζεται στην εδαφική υγρασία του στρώματος μεταξύ 28 και 100 εκατοστών κάτω από την επιφάνεια. Η περιεκτικότητα σε νερό στο στρώμα αυτό είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη και απόδοση πολλών γεωργικών καλλιεργειών και αντικατοπτρίζει την επίδραση του υετού, της εξατμισοδιαπνοής και της απορροής/διήθησης νερού στο έδαφος σε ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν η εδαφική υγρασία σε αυτό το στρώμα είναι αρκετά κάτω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα μιας συγκεκριμένης περιοχής, αυτό συνεπάγεται συνθήκες (σχετικής) ξηρασίας και άρα παρατεταμένο υδατικό στρες για τις καλλιέργειες. Με βάση τα δεδομένα εδαφικής υγρασίας της υπηρεσίας Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπολογίζουμε τον κανονικοποιημένο δείκτη απόκλισης εδαφικής υγρασίας (SSMI) λαμβάνοντας υπόψη τις τωρινές συνθήκες καθώς και αυτές κατά την περίοδο αναφοράς 1991-2020. Ανάλογα με την τιμή του δείκτη αυτού κατατάσσουμε την ξηρασία στα επίπεδα 1 έως 5, τα οποία με τη σειρά υποδηλώνουν ήπια, μέτρια, σημαντική, έντονη και ακραία ξηρασία. Οι καταστάσεις αυτές έχουν σχετική και όχι απόλυτη έννοια. Για παράδειγμα, αν η εδαφική υγρασία είναι αρκετά χαμηλή για τα δεδομένα μιας περιοχής την συγκεκριμένη περίοδο του έτους, τότε ενδέχεται να έχουμε έως και ακραία ξηρασία χωρίς να είναι τελείως ξερό το έδαφος. Στις περιπτώσεις όπου ο δείκτης SSMI είναι ελαφρώς αρνητικός ή θετικός, τότε βρισκόμαστε σε κανονικές για την εποχή συνθήκες, ενώ αν είναι σημαντικά θετικός τότε έχουμε πλεόνασμα υγρασίας στο έδαφος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ελλείψει επιτόπιων παρατηρήσεων οι τιμές εδαφικής υγρασίας αποτελούν εκτίμηση εξειδικευμένου μοντέλου για την επιφάνεια της Γης (ERA5-Land) και κατά τόπους ενδέχεται να υπάρχουν αποκλίσεις από τις πραγματικές συνθήκες. Εικόνα 1. Επίπεδα ξηρασίας στην Ελλάδα κατά την 1η Ιουλίου 2025. Οι περιοχές που βρίσκονται σε κατάσταση σχετικής ξηρασίας είναι χρωματισμένες σύμφωνα με την 5-βάθμια κλίμακα στο άνω δεξιά άκρο του χάρτη. Περιοχές όπου η εδαφική υγρασία είναι σημαντικά πάνω από τα κανονικά επίπεδα απεικονίζονται με πράσινο, ενώ περιοχές με εδαφική υγρασία κοντά στην μέση τιμή απεικονίζονται με άσπρο.
-
Στον παρακάτω χάρτη απεικονίζεται ο δείκτης ξηρασίας στην Ελλάδα την 1η Ιουλίου 2025, σύμφωνα με την ανάλυση της ομάδας ΜΕΤΕΟ του ΕΑΑ. Όπως προκύπτει, μεγάλο μέρος της Κρήτης, της Πελοποννήσου, της δυτικής Στερεάς Ελλάδας και της Θράκης βρίσκονται σε συνθήκες ξηρασίας. Από έντονη ή ακραία ξηρασία (επίπεδα 4 και 5) πλήττονται αρκετές περιοχές στους νομούς Χανίων, Ηρακλείου, Λασιθίου, Αρκαδίας, Αργολίδας, Μεσσηνίας, Ηλείας και Λέσβου. Μετά τις ιδιαίτερα ψηλές θερμοκρασίες και χαμηλές βροχοπτώσεις του Ιουνίου, σχεδόν το σύνολο της χώρας βρίσκεται σε υψηλότερο για την εποχή επίπεδο ξηρασίας σε σχέση με τις αρχές Ιουνίου. Η αξιολόγηση των συνθηκών ξηρασίας βασίζεται στην εδαφική υγρασία του στρώματος μεταξύ 28 και 100 εκατοστών κάτω από την επιφάνεια. Η περιεκτικότητα σε νερό στο στρώμα αυτό είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη και απόδοση πολλών γεωργικών καλλιεργειών και αντικατοπτρίζει την επίδραση του υετού, της εξατμισοδιαπνοής και της απορροής/διήθησης νερού στο έδαφος σε ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν η εδαφική υγρασία σε αυτό το στρώμα είναι αρκετά κάτω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα μιας συγκεκριμένης περιοχής, αυτό συνεπάγεται συνθήκες (σχετικής) ξηρασίας και άρα παρατεταμένο υδατικό στρες για τις καλλιέργειες. Με βάση τα δεδομένα εδαφικής υγρασίας της υπηρεσίας Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπολογίζουμε τον κανονικοποιημένο δείκτη απόκλισης εδαφικής υγρασίας (SSMI) λαμβάνοντας υπόψη τις τωρινές συνθήκες καθώς και αυτές κατά την περίοδο αναφοράς 1991-2020. Ανάλογα με την τιμή του δείκτη αυτού κατατάσσουμε την ξηρασία στα επίπεδα 1 έως 5, τα οποία με τη σειρά υποδηλώνουν ήπια, μέτρια, σημαντική, έντονη και ακραία ξηρασία. Οι καταστάσεις αυτές έχουν σχετική και όχι απόλυτη έννοια. Για παράδειγμα, αν η εδαφική υγρασία είναι αρκετά χαμηλή για τα δεδομένα μιας περιοχής την συγκεκριμένη περίοδο του έτους, τότε ενδέχεται να έχουμε έως και ακραία ξηρασία χωρίς να είναι τελείως ξερό το έδαφος. Στις περιπτώσεις όπου ο δείκτης SSMI είναι ελαφρώς αρνητικός ή θετικός, τότε βρισκόμαστε σε κανονικές για την εποχή συνθήκες, ενώ αν είναι σημαντικά θετικός τότε έχουμε πλεόνασμα υγρασίας στο έδαφος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ελλείψει επιτόπιων παρατηρήσεων οι τιμές εδαφικής υγρασίας αποτελούν εκτίμηση εξειδικευμένου μοντέλου για την επιφάνεια της Γης (ERA5-Land) και κατά τόπους ενδέχεται να υπάρχουν αποκλίσεις από τις πραγματικές συνθήκες. Εικόνα 1. Επίπεδα ξηρασίας στην Ελλάδα κατά την 1η Ιουλίου 2025. Οι περιοχές που βρίσκονται σε κατάσταση σχετικής ξηρασίας είναι χρωματισμένες σύμφωνα με την 5-βάθμια κλίμακα στο άνω δεξιά άκρο του χάρτη. Περιοχές όπου η εδαφική υγρασία είναι σημαντικά πάνω από τα κανονικά επίπεδα απεικονίζονται με πράσινο, ενώ περιοχές με εδαφική υγρασία κοντά στην μέση τιμή απεικονίζονται με άσπρο. View full είδηση
-
Οι πιο "ανερχόμενες" περιοχές για αγορά ακινήτου στην Ελλάδα το 2025
Engineer posted μια είδηση in Αρθρογραφία
Η αγορά των ακινήτων στην Ελλάδα συνεχίζει να αναπτύσσεται δυναμικά, όμως, oρισμένες περιοχές συγκεντρώνουν αυξημένο ενδιαφέρον από υποψήφιους αγοραστές και επενδυτές. Τα στοιχεία της έρευνας της Engel & Völkers Ελλάδος η οποία αξιοποίησε δεδομένα από το Ahrefs αποτυπώνουν αλλαγή στις προτιμήσεις των αγοραστών στρέφονται σε περιοχές με δυναμική ισορροπία ποιότητας ζωής και προσβασιμότητας καθώς και ευκαιρίες για επενδυτική αξιοποίηση. Σύμφωνα με την ανάλυση της Engel & Völkers, αυτές είναι οι δέκα περιοχές που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για αγορά ακινήτου το 2025: Πολίχνη Θεσσαλονίκης (+16%): Μια περιοχή στα δυτικά προάστια της Θεσσαλονίκης που ξεχωρίζει για τις προσιτές τιμές και το οικογενειακό της περιβάλλον, καθιστώντας την ελκυστική για νέους αγοραστές. Ηράκλειο Κρήτης (+14%): Το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Κρήτης σημειώνει αυξημένη ζήτηση χάρη στη σταθερή ανάπτυξη, την έντονη τουριστική κίνηση και τη συνεχή αναβάθμιση υποδομών. Τρίπολη Πελοποννήσου (+14%): Η πρωτεύουσα της Αρκαδίας προσφέρει ποιότητα ζωής και άμεση πρόσβαση από την Αθήνα, στοιχεία που την κατατάσσουν ανάμεσα στις ανερχόμενες επιλογές. Περιστέρι Αττικής (+12%): Μια ζωντανή περιοχή της δυτικής Αθήνας, με εύκολη πρόσβαση μέσω μετρό και ανταγωνιστικές τιμές που προσελκύουν το ενδιαφέρον αγοραστών. Θέρμη Θεσσαλονίκης (+11%): Μια περιοχή στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης που προσφέρει κατοικίες υψηλών προδιαγραφών και ποιοτική καθημερινότητα για οικογένειες και επαγγελματίες. Χαλάνδρι (+11%): Η περιοχή των βορείων προαστίων της Αττικής συνδυάζει urban lifestyle με πράσινους χώρους και εύκολη πρόσβαση. Ηλιούπολη (+11%) Η γειτονιά στο νότιο τμήμα της Αττικής έχει άμεση πρόσβαση στο κέντρο μέσω μετρό, ενώ ξεχωρίζει ο ήρεμος της χαρακτήρας. Αγία Παρασκευή (+11%): Η ποιοτική κατασκευή, το πράσινο και η οργανωμένη καθημερινότητα κάνουν την περιοχή να ξεχωρίζει. Καλαμάτα (+10%): Η πρωτεύουσα της Μεσσηνίας εξελίσσεται σε δυναμικό περιφερειακό προορισμό, με ανάπτυξη τόσο στον τουρισμό όσο και στην αγορά κατοικίας. Παλαιό Φάληρο (+9%): Η περιοχή στα νότια προάστια της Αττικής προσφέρει άμεση πρόσβαση στη θάλασσα και υψηλή ποιότητα διαβίωσης, στοιχεία που την καθιστούν ελκυστική για αγοραστές υψηλών απαιτήσεων. -
Η αγορά των ακινήτων στην Ελλάδα συνεχίζει να αναπτύσσεται δυναμικά, όμως, oρισμένες περιοχές συγκεντρώνουν αυξημένο ενδιαφέρον από υποψήφιους αγοραστές και επενδυτές. Τα στοιχεία της έρευνας της Engel & Völkers Ελλάδος η οποία αξιοποίησε δεδομένα από το Ahrefs αποτυπώνουν αλλαγή στις προτιμήσεις των αγοραστών στρέφονται σε περιοχές με δυναμική ισορροπία ποιότητας ζωής και προσβασιμότητας καθώς και ευκαιρίες για επενδυτική αξιοποίηση. Σύμφωνα με την ανάλυση της Engel & Völkers, αυτές είναι οι δέκα περιοχές που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για αγορά ακινήτου το 2025: Πολίχνη Θεσσαλονίκης (+16%): Μια περιοχή στα δυτικά προάστια της Θεσσαλονίκης που ξεχωρίζει για τις προσιτές τιμές και το οικογενειακό της περιβάλλον, καθιστώντας την ελκυστική για νέους αγοραστές. Ηράκλειο Κρήτης (+14%): Το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Κρήτης σημειώνει αυξημένη ζήτηση χάρη στη σταθερή ανάπτυξη, την έντονη τουριστική κίνηση και τη συνεχή αναβάθμιση υποδομών. Τρίπολη Πελοποννήσου (+14%): Η πρωτεύουσα της Αρκαδίας προσφέρει ποιότητα ζωής και άμεση πρόσβαση από την Αθήνα, στοιχεία που την κατατάσσουν ανάμεσα στις ανερχόμενες επιλογές. Περιστέρι Αττικής (+12%): Μια ζωντανή περιοχή της δυτικής Αθήνας, με εύκολη πρόσβαση μέσω μετρό και ανταγωνιστικές τιμές που προσελκύουν το ενδιαφέρον αγοραστών. Θέρμη Θεσσαλονίκης (+11%): Μια περιοχή στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης που προσφέρει κατοικίες υψηλών προδιαγραφών και ποιοτική καθημερινότητα για οικογένειες και επαγγελματίες. Χαλάνδρι (+11%): Η περιοχή των βορείων προαστίων της Αττικής συνδυάζει urban lifestyle με πράσινους χώρους και εύκολη πρόσβαση. Ηλιούπολη (+11%) Η γειτονιά στο νότιο τμήμα της Αττικής έχει άμεση πρόσβαση στο κέντρο μέσω μετρό, ενώ ξεχωρίζει ο ήρεμος της χαρακτήρας. Αγία Παρασκευή (+11%): Η ποιοτική κατασκευή, το πράσινο και η οργανωμένη καθημερινότητα κάνουν την περιοχή να ξεχωρίζει. Καλαμάτα (+10%): Η πρωτεύουσα της Μεσσηνίας εξελίσσεται σε δυναμικό περιφερειακό προορισμό, με ανάπτυξη τόσο στον τουρισμό όσο και στην αγορά κατοικίας. Παλαιό Φάληρο (+9%): Η περιοχή στα νότια προάστια της Αττικής προσφέρει άμεση πρόσβαση στη θάλασσα και υψηλή ποιότητα διαβίωσης, στοιχεία που την καθιστούν ελκυστική για αγοραστές υψηλών απαιτήσεων. View full είδηση
-
Διεθνής επιστημονική μελέτη με επικεφαλής ερευνήτρια του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, προτείνει μία νέα προσέγγιση στον υπολογισμό πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου ενώ αναλύει την επαναληψιμότητά μεγασεισμών (Μ>6) σε ενεργά ρήγματα παγκοσμίως. Παράλληλα η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Journal of Geophysical Research - Solid Earth, αναδεικνύει τη σημασία της παλαιοσεισμολογίας στην κατανόηση του φαινομένου των σεισμών και επιχειρεί να κατανοήσει καλύτερα τη σεισμική ωριμότητα (και συμπεριφορά) των ρηγμάτων «χτίζοντας»’ και αναλύοντας μία παγκόσμια βάση δεδομένων από 900 μεγάλους (Μ>6) προϊστορικούς και ιστορικούς σεισμούς που διέρρηξαν την επιφάνεια του Γης τα τελευταία περίπου 80.000 χρόνια σε πέντε τεκτονικά ενεργές περιοχές του πλανήτη - μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κύρια ερευνήτρια του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και επικεφαλής της ερευνητικής προσπάθειας, Δρ. Βασιλική Μουσλοπούλου, εξετάζεται ουσιαστικά η «σεισμική ωριμότητα» πολλών ενεργών σεισμικών ρηγμάτων παγκοσμίως κι επιδιώκεται η κατανόηση της μελλοντικής συμπεριφοράς τους, όχι όμως για να «προβλέψει» τον επόμενο μεγάλο σεισμό (αυτό είναι αδύνατον), αλλά για να συμβάλει στο να δημιουργηθούν πιο αξιόπιστα μοντέλα πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου παγκοσμίως. Σύμφωνα με την ερευνήτρια, οι γεωσεισμολόγοι (earthquake geologists), γνωρίζουν ότι οι σεισμοί παράγονται από θραύση πετρωμάτων κατά μήκος ενεργών ρηγμάτων. Οι μεγαλύτεροι από αυτούς (μέγεθος >6) διαρρηγνύουν την επιφάνεια του εδάφους, αφήνοντας το αποτύπωμά τους στο ανάγλυφο. Το αποτύπωμα αυτό, όπως τονίζει η Δρ. Μουσλοπούλου, δύναται να μελετηθεί και να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος και την ηλικία των ισχυρών προϊστορικών σεισμών που φιλοξενήθηκαν από ένα συγκεκριμένο ρήγμα, δηλαδή, την σεισμική ιστορία του ρήγματος. «Το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών ισχυρών σεισμών σε ένα ρήγμα αντιστοιχεί σε έναν σεισμικό κύκλο, ενώ η συχνότητα των ισχυρών σεισμών (σεισμικών κύκλων) στο συγκεκριμένο ρήγμα, ονομάζεται «ρυθμός επανάληψης». Αυτές οι δύο παράμετροι βρίσκονται στην καρδιά της ανάλυσής μας. Γνωρίζοντας πότε συνέβη ο τελευταίος ισχυρός σεισμός σε ένα ρήγμα, και τη μέση διάρκεια του σεισμικού του κύκλου, έχουμε κάποια ένδειξη για το πότε ενδέχεται να συμβεί ο επόμενος μεγάλος σεισμός», υπογραμμίζει. Με εικοσαετή εμπειρία στο πεδίο της Γεωσεισμολογίας η κυρία Μουσλοπούλου επισημαίνει τη σημασία που έχει η παλαιοσεισμολογία ως εργαλείο για την επέκταση του χρονικού παραθύρου καταγραφής ισχυρών σεισμών ανά ρήγμα, από μερικές δεκάδες χρόνια (που προσφέρουν οι ενόργανες μετρήσεις) σε δεκάδες χιλιάδες χρόνια. Στην παρούσα μελέτη, όπως εξηγεί, ανέτρεξαν πίσω περίπου 80.000 χρόνια - κάτι το οποίο όπως αναφέρει είναι ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή, κατά μέσο όρο, οι ισχυροί σεισμοί γεννιούνται από ένα ενεργό ρήγμα ανά χρονικές περιόδους που ξεπερνούν κατά πολύ την ζωή μας, τις ενόργανες μετρήσεις μας, ή τις ιστορικές μας καταγραφές. «Συνεπώς, για να κατανοήσουμε πώς συμπεριφέρονται τα ρήγματα σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, αν υπάρχουν γενικοί νόμοι που διέπουν τη σεισμική τους δράση ή σε τι οφείλονται οι διαφορές τους, θα πρέπει να στηριχτούμε στην «τέχνη» της «παλαιοσεισμολογίας». Για την έρευνα, για την οποία συνεργάστηκαν επιστήμονες από Ελλάδα, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία, συγκεντρώθηκαν τα καλύτερα διατηρημένα «αρχεία» ισχυρών σεισμών ανά ρήγμα, στις πιο σεισμογενείς περιοχές της Γης, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ρηγμάτων που έχουν «σπάσει» σε ιστορικούς χρόνους. Τα αποτελέσματα της έρευνας, όπως υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η επικεφαλής ερευνήτρια, «δείχνουν ότι η πλειοψηφία των ρηγμάτων που μελετήθηκαν δεν είναι ακόμα «ώριμα» για να δώσουν ισχυρό σεισμό - με εξαίρεση την Καλιφόρνια, όπου πολλά ρήγματα έχουν καθυστερήσει σημαντικά να «σπάσουν», σε σχέση με τη μέση διάρκεια του σεισμικού τους κύκλου». Επιπλέον, διαπίστωσαν ότι η χρήση του μέσου ρυθμού επανάληψης μεγάλων προϊστορικών σεισμών ανά ρήγμα, «προβλέπει» αρκετά ρεαλιστικά τον χρονισμό (timing) του τελευταίου ισχυρού ιστορικού σεισμού στα περισσότερα (80-100%) ρήγματα της Ελλάδας, της Νέας Ζηλανδίας, της Ιαπωνίας, της Καλιφόρνιας και της περιοχής Basin and Range των ΗΠΑ. Επομένως, σύμφωνα με την κυρία Μουσλοπούλου, «για να κατανοήσουμε καλύτερα τη μελλοντική συμπεριφορά των ρηγμάτων παγκοσμίως και να δημιουργήσουμε πιο αξιόπιστα μοντέλα πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου, προτείνουμε ότι οι επιστήμονες θα πρέπει να εξετάζουν το χρονικό διάστημα ανάμεσα στον προτελευταίο και στον τελευταίο μεγάλο σεισμό ανά ρήγμα -δηλαδή έναν πλήρη σεισμικό κύκλο στη ζωή του ρήγματος- αντί να βασίζονται μόνο στον χρόνο που έχει περάσει από τον πιο πρόσφατο ισχυρό σεισμό - όπως γίνεται τώρα. Αυτή η προσέγγιση αντικατοπτρίζει πιο πιστά τα μοτίβα σεισμικής δραστηριότητας που παρατηρούμε στα ρήγματα σε πολλές διαφορετικές περιοχές του κόσμου - με εξαίρεση την Καλιφόρνια». Η σημασία της έρευνας για την Ελλάδα Όσον αφορά την Ελλάδα, η έρευνα δείχνει ότι, αν και τα παλαιοσεισμολογικά δεδομένα στη χώρα μας είναι λιγοστά και εστιάζουν κυρίως σε ρήγματα που έδωσαν ισχυρούς σεισμούς πρόσφατα, είναι υπερπολύτιμα αφού συνέβαλαν στην εξαγωγή συμπερασμάτων για την επαναληψιμότητα των σεισμών παγκοσμίως. «Η σεισμική συμπεριφορά των ρηγμάτων της Ελλάδος αναφορικά με την επαναληψιμότητα των ισχυρών προϊστορικών σεισμών, παρουσιάζει παρόμοια χαρακτηριστικά με εκείνα των ρηγμάτων σε στις υπόλοιπες περιοχές που μελετήθηκαν παγκοσμίως - με εξαίρεση την Καλιφόρνια. Διαπιστώσαμε, επίσης, ότι σχεδόν όλοι οι ισχυροί ιστορικοί σεισμοί στην Ελλάδα συνέβησαν (λίγο-πολύ) τότε που τους περιμέναμε - εννοώ εκ των υστέρων, κοιτώντας πίσω στον χρόνο και με βάση τη μέση διάρκεια του σεισμικού κύκλου του κάθε ρήγματος που έσπασε. Παράλληλα, παρατηρήσαμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ρηγμάτων στην Ελλάδα για τα οποία έχουμε αρχεία προϊστορικών σεισμών, είναι εκείνα που έχουν ήδη «σπάσει» πρόσφατα (στους ιστορικούς χρόνους)», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κυρία Μουσλοπούλου ενώ προτρέπει την επιστημονική κοινότητα στην Ελλάδα να αποκωδικοποιήσει την σεισμική ιστορία των ενεργών ρηγμάτων που δεν έχουν δώσει ισχυρούς σεισμούς στους ιστορικούς χρόνους, γιατί έτσι θα μπορέσουμε να εντοπίσουμε εκείνα που είναι «ώριμα» (ή και «υπερώριμα») για θραύση στο κοντινό μέλλον. Όπως τονίζει η Ελλάδα αν κι έχει πάρα πολλά ρήγματα, έχει μελετηθεί η σεισμική ιστορία σε λιγότερο από το 10% αυτών. «Αυτό αφήνει πολλά περιθώρια για βελτίωση αναφορικά με συλλογή προϊστορικών δεδομένων ισχυρών σεισμών στην Ελλάδα, που είναι ο μόνος δρόμος για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα ποια ρήγματα είναι κοντά σε θραύση και πόσο μεγάλοι θα είναι οι σεισμοί που θα γεννηθούν, καθώς όλα τα ρήγματα δεν δίνουν το ίδιο μεγάλους σεισμούς. Παρότι είμαστε μία από τις πιο πλούσιες σε ισχυρούς σεισμούς χώρες του κόσμου, ταυτόχρονα είμαστε και η χώρα με τις λιγότερες καταγραφές προϊστορικών σεισμών και τη σχετικά ελλιπή καταγραφή των ενεργών ρηγμάτων της πατρίδας μας», υπογραμμίζει η κυρία Μουσλοπούλου. Σύμφωνα με την ίδια, χρειάζεται να καταγραφούν όλα ή όσο το δυνατόν περισσότερα από τα ενεργά ρήγματα στον χερσαίο και θαλάσσιο χώρο της Ελλάδος ενώ προτεραιότητα επίσης χρειάζεται να δοθεί και στη μελέτη εκείνων των ρηγμάτων που είναι κοντά σε πόλεις και έχουν μεγάλο μήκος. «Θα πρέπει να καταγράψουμε τη σεισμική ιστορία όσο περισσότερων ενεργών ρηγμάτων μπορούμε για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε patterns, δηλαδή σεισμικές συμπεριφορές, και συγκεκριμένα ποια ρήγματα είναι κοντά σε θραύση. Δεν υπάρχει πρόγνωση, ούτε είμαστε κοντά σε κάποια πρόγνωση. Ωστόσο μπορούμε να βελτιώσουμε τον υπολογισμό της σεισμικής επικινδυνότητας ανά περιοχή και πού βρίσκονται οι πιο σημαντικές σεισμικές πηγές», υπογραμμίζει. Παράλληλα η μελέτη ανέδειξε επίσης και το ζήτημα της εφαρμογής μοντέλων «τύπου Καλιφόρνιας» στα ελληνικά δεδομένα (αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο), η οποία σύμφωνα με τους συντελεστές της έρευνας πιθανόν εισάγει μεροληψία και σφάλματα στην προσπάθεια υπολογισμού σεισμικού κινδύνου . «Η νέα μελέτη προσφέρει μια ευκαιρία να επανεξεταστεί αυτή η προσέγγιση», σημειώνει η κυρία Μουσλοπούλου. Επιπλέον, μία εφαρμογή σε πρακτικό επίπεδο που θα μπορούσε να έχει η έρευνα, όπως τονίζει, είναι στους συντελεστές δόμησης των κτιρίων. «Αυτοί υπολογίζονται βάσει της σεισμικής επικινδυνότητας κάθε περιοχής. Ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζεται τώρα η σεισμική επικίνδυνότητα ενδεχομένως να αλλάξει. Και αυτό να φέρει κάποιες αλλαγές, αν εφαρμοστεί, στους οικοδομικούς κώδικες που έχει θεσπίσει η Ελλάδα», σημειώνει και προσθέτει ότι δεδομένα της έρευνα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και στον τομέα της ασφάλισης έναντι των σεισμών. «Οι ασφαλιστικές εταιρίες υπολογίζουν αυτά τα ασφάλιστρα που πληρώνει ο κάθε ιδιώτης βάσει της σεισμικής επικινδυνότητας. Ο τρόπος που προτείνουμε θα φέρει κάποιες αλλαγές στον τρόπο που υπολογίζουμε τον σεισμικό κίνδυνο κάθε περιοχής, οπότε αυτό μετά τροφοδοτεί κάποια άλλα ζητήματα, όπως τους συντελεστές δόμησης που είναι ο αστικός σχεδιασμός», επισημαίνει. «Η παρούσα μελέτη ανοίγει έναν διάλογο με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα» Η μελέτη που εκπονήθηκε έτυχε θετικής υποδοχής από ειδήμονες σεισμολόγους στην Καλιφόρνια, μία περιοχή που πρωτοπορεί στην έρευνα για τους σεισμούς και τα ενεργά ρήγματα. Έτσι, όπως τονίζει η κυρία Μουσλοπούλου, ανοίγεται ένας όμορφος διάλογος με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα - ένας διάλογος που έως τώρα δεν ήταν εφικτός, καθώς επικρατούσε η αντίληψη ότι τα δεδομένα εκτός Καλιφόρνιας ήταν ελλιπή ή δεν είχαν κατανοηθεί σωστά. «Η έρευνα αυτή, που έγινε κυρίως στην Ελλάδα, απέδειξε ότι, στην πραγματικότητα, τα δεδομένα της Καλιφόρνιας είναι εκείνα που αποτελούν την εξαίρεση. Οι Έλληνες επιστήμονες όχι μόνο έδειξαν ότι μπορούν να ηγηθούν έρευνας υψηλού επιπέδου, αλλά ότι είναι ικανοί να αμφισβητήσουν κατεστημένες αντιλήψεις και επιστημονικά μοντέλα. Τα αποτελέσματά μας μπορούν να βοηθήσουν τους επιστήμονες που «χτίζουν» μοντέλα εκτίμησης σεισμικού κινδύνου στην Ελλάδα (αλλά και διεθνώς) να προσαρμόσουν τις μεθόδους τους στη νέα αυτή προσέγγιση - δηλαδή, να χρησιμοποιούν πλήρεις (κλειστούς) σεισμικούς κύκλους ως βάση για την πρόβλεψη μελλοντικών σεισμικών γεγονότων», επισημαίνει και καταλήγει: «Οι Καλιφορνέζοι υποδέχθηκαν με ιδιαίτερα θερμό τρόπο τα αποτελέσματα αυτή της μελέτης επειδή, για πρώτη φορά, συγκεντρώθηκαν τα καλύτερα διαθέσιμα παλαιοσεισμολογικά δεδομένα από όλο τον κόσμο (συμπεριλαμβανομένων περιοχών με πολύ διαφορετική τεκτονική συμπεριφορά), αναλύθηκαν με προσοχή, και εντοπίστηκαν συσχετίσεις που δεν ήταν αναμενόμενες. Αν και κάποια από τα αποτελέσματα «αμφισβήτησαν» κατεστημένες αντιλήψεις, που μέχρι τώρα τροφοδοτούσαν μοντέλα σεισμικού κινδύνου παγκοσμίως, οι συνάδελφοι από τις ΗΠΑ καλωσόρισαν τα νέα αποτελέσματα. Συνολικά, ειδήμονες γεωσεισμολόγοι και σεισμολόγοι από την Καλιφόρνια, τη Νέα Ζηλανδία και την Ιαπωνία επαίνεσαν τη δουλειά, δηλώνοντας ότι ανοίγει νέους δρόμους προς την καλύτερη κατανόηση των ρηγμάτων και σεισμών παγκοσμίως». View full είδηση
-
Νέα προσέγγιση στην εκτίμηση σεισμικού κινδύνου σύμφωνα με ερευνητές
GTnews posted μια είδηση in Αρθρογραφία
Διεθνής επιστημονική μελέτη με επικεφαλής ερευνήτρια του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, προτείνει μία νέα προσέγγιση στον υπολογισμό πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου ενώ αναλύει την επαναληψιμότητά μεγασεισμών (Μ>6) σε ενεργά ρήγματα παγκοσμίως. Παράλληλα η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Journal of Geophysical Research - Solid Earth, αναδεικνύει τη σημασία της παλαιοσεισμολογίας στην κατανόηση του φαινομένου των σεισμών και επιχειρεί να κατανοήσει καλύτερα τη σεισμική ωριμότητα (και συμπεριφορά) των ρηγμάτων «χτίζοντας»’ και αναλύοντας μία παγκόσμια βάση δεδομένων από 900 μεγάλους (Μ>6) προϊστορικούς και ιστορικούς σεισμούς που διέρρηξαν την επιφάνεια του Γης τα τελευταία περίπου 80.000 χρόνια σε πέντε τεκτονικά ενεργές περιοχές του πλανήτη - μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κύρια ερευνήτρια του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και επικεφαλής της ερευνητικής προσπάθειας, Δρ. Βασιλική Μουσλοπούλου, εξετάζεται ουσιαστικά η «σεισμική ωριμότητα» πολλών ενεργών σεισμικών ρηγμάτων παγκοσμίως κι επιδιώκεται η κατανόηση της μελλοντικής συμπεριφοράς τους, όχι όμως για να «προβλέψει» τον επόμενο μεγάλο σεισμό (αυτό είναι αδύνατον), αλλά για να συμβάλει στο να δημιουργηθούν πιο αξιόπιστα μοντέλα πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου παγκοσμίως. Σύμφωνα με την ερευνήτρια, οι γεωσεισμολόγοι (earthquake geologists), γνωρίζουν ότι οι σεισμοί παράγονται από θραύση πετρωμάτων κατά μήκος ενεργών ρηγμάτων. Οι μεγαλύτεροι από αυτούς (μέγεθος >6) διαρρηγνύουν την επιφάνεια του εδάφους, αφήνοντας το αποτύπωμά τους στο ανάγλυφο. Το αποτύπωμα αυτό, όπως τονίζει η Δρ. Μουσλοπούλου, δύναται να μελετηθεί και να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος και την ηλικία των ισχυρών προϊστορικών σεισμών που φιλοξενήθηκαν από ένα συγκεκριμένο ρήγμα, δηλαδή, την σεισμική ιστορία του ρήγματος. «Το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών ισχυρών σεισμών σε ένα ρήγμα αντιστοιχεί σε έναν σεισμικό κύκλο, ενώ η συχνότητα των ισχυρών σεισμών (σεισμικών κύκλων) στο συγκεκριμένο ρήγμα, ονομάζεται «ρυθμός επανάληψης». Αυτές οι δύο παράμετροι βρίσκονται στην καρδιά της ανάλυσής μας. Γνωρίζοντας πότε συνέβη ο τελευταίος ισχυρός σεισμός σε ένα ρήγμα, και τη μέση διάρκεια του σεισμικού του κύκλου, έχουμε κάποια ένδειξη για το πότε ενδέχεται να συμβεί ο επόμενος μεγάλος σεισμός», υπογραμμίζει. Με εικοσαετή εμπειρία στο πεδίο της Γεωσεισμολογίας η κυρία Μουσλοπούλου επισημαίνει τη σημασία που έχει η παλαιοσεισμολογία ως εργαλείο για την επέκταση του χρονικού παραθύρου καταγραφής ισχυρών σεισμών ανά ρήγμα, από μερικές δεκάδες χρόνια (που προσφέρουν οι ενόργανες μετρήσεις) σε δεκάδες χιλιάδες χρόνια. Στην παρούσα μελέτη, όπως εξηγεί, ανέτρεξαν πίσω περίπου 80.000 χρόνια - κάτι το οποίο όπως αναφέρει είναι ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή, κατά μέσο όρο, οι ισχυροί σεισμοί γεννιούνται από ένα ενεργό ρήγμα ανά χρονικές περιόδους που ξεπερνούν κατά πολύ την ζωή μας, τις ενόργανες μετρήσεις μας, ή τις ιστορικές μας καταγραφές. «Συνεπώς, για να κατανοήσουμε πώς συμπεριφέρονται τα ρήγματα σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, αν υπάρχουν γενικοί νόμοι που διέπουν τη σεισμική τους δράση ή σε τι οφείλονται οι διαφορές τους, θα πρέπει να στηριχτούμε στην «τέχνη» της «παλαιοσεισμολογίας». Για την έρευνα, για την οποία συνεργάστηκαν επιστήμονες από Ελλάδα, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία, συγκεντρώθηκαν τα καλύτερα διατηρημένα «αρχεία» ισχυρών σεισμών ανά ρήγμα, στις πιο σεισμογενείς περιοχές της Γης, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ρηγμάτων που έχουν «σπάσει» σε ιστορικούς χρόνους. Τα αποτελέσματα της έρευνας, όπως υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η επικεφαλής ερευνήτρια, «δείχνουν ότι η πλειοψηφία των ρηγμάτων που μελετήθηκαν δεν είναι ακόμα «ώριμα» για να δώσουν ισχυρό σεισμό - με εξαίρεση την Καλιφόρνια, όπου πολλά ρήγματα έχουν καθυστερήσει σημαντικά να «σπάσουν», σε σχέση με τη μέση διάρκεια του σεισμικού τους κύκλου». Επιπλέον, διαπίστωσαν ότι η χρήση του μέσου ρυθμού επανάληψης μεγάλων προϊστορικών σεισμών ανά ρήγμα, «προβλέπει» αρκετά ρεαλιστικά τον χρονισμό (timing) του τελευταίου ισχυρού ιστορικού σεισμού στα περισσότερα (80-100%) ρήγματα της Ελλάδας, της Νέας Ζηλανδίας, της Ιαπωνίας, της Καλιφόρνιας και της περιοχής Basin and Range των ΗΠΑ. Επομένως, σύμφωνα με την κυρία Μουσλοπούλου, «για να κατανοήσουμε καλύτερα τη μελλοντική συμπεριφορά των ρηγμάτων παγκοσμίως και να δημιουργήσουμε πιο αξιόπιστα μοντέλα πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου, προτείνουμε ότι οι επιστήμονες θα πρέπει να εξετάζουν το χρονικό διάστημα ανάμεσα στον προτελευταίο και στον τελευταίο μεγάλο σεισμό ανά ρήγμα -δηλαδή έναν πλήρη σεισμικό κύκλο στη ζωή του ρήγματος- αντί να βασίζονται μόνο στον χρόνο που έχει περάσει από τον πιο πρόσφατο ισχυρό σεισμό - όπως γίνεται τώρα. Αυτή η προσέγγιση αντικατοπτρίζει πιο πιστά τα μοτίβα σεισμικής δραστηριότητας που παρατηρούμε στα ρήγματα σε πολλές διαφορετικές περιοχές του κόσμου - με εξαίρεση την Καλιφόρνια». Η σημασία της έρευνας για την Ελλάδα Όσον αφορά την Ελλάδα, η έρευνα δείχνει ότι, αν και τα παλαιοσεισμολογικά δεδομένα στη χώρα μας είναι λιγοστά και εστιάζουν κυρίως σε ρήγματα που έδωσαν ισχυρούς σεισμούς πρόσφατα, είναι υπερπολύτιμα αφού συνέβαλαν στην εξαγωγή συμπερασμάτων για την επαναληψιμότητα των σεισμών παγκοσμίως. «Η σεισμική συμπεριφορά των ρηγμάτων της Ελλάδος αναφορικά με την επαναληψιμότητα των ισχυρών προϊστορικών σεισμών, παρουσιάζει παρόμοια χαρακτηριστικά με εκείνα των ρηγμάτων σε στις υπόλοιπες περιοχές που μελετήθηκαν παγκοσμίως - με εξαίρεση την Καλιφόρνια. Διαπιστώσαμε, επίσης, ότι σχεδόν όλοι οι ισχυροί ιστορικοί σεισμοί στην Ελλάδα συνέβησαν (λίγο-πολύ) τότε που τους περιμέναμε - εννοώ εκ των υστέρων, κοιτώντας πίσω στον χρόνο και με βάση τη μέση διάρκεια του σεισμικού κύκλου του κάθε ρήγματος που έσπασε. Παράλληλα, παρατηρήσαμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ρηγμάτων στην Ελλάδα για τα οποία έχουμε αρχεία προϊστορικών σεισμών, είναι εκείνα που έχουν ήδη «σπάσει» πρόσφατα (στους ιστορικούς χρόνους)», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κυρία Μουσλοπούλου ενώ προτρέπει την επιστημονική κοινότητα στην Ελλάδα να αποκωδικοποιήσει την σεισμική ιστορία των ενεργών ρηγμάτων που δεν έχουν δώσει ισχυρούς σεισμούς στους ιστορικούς χρόνους, γιατί έτσι θα μπορέσουμε να εντοπίσουμε εκείνα που είναι «ώριμα» (ή και «υπερώριμα») για θραύση στο κοντινό μέλλον. Όπως τονίζει η Ελλάδα αν κι έχει πάρα πολλά ρήγματα, έχει μελετηθεί η σεισμική ιστορία σε λιγότερο από το 10% αυτών. «Αυτό αφήνει πολλά περιθώρια για βελτίωση αναφορικά με συλλογή προϊστορικών δεδομένων ισχυρών σεισμών στην Ελλάδα, που είναι ο μόνος δρόμος για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα ποια ρήγματα είναι κοντά σε θραύση και πόσο μεγάλοι θα είναι οι σεισμοί που θα γεννηθούν, καθώς όλα τα ρήγματα δεν δίνουν το ίδιο μεγάλους σεισμούς. Παρότι είμαστε μία από τις πιο πλούσιες σε ισχυρούς σεισμούς χώρες του κόσμου, ταυτόχρονα είμαστε και η χώρα με τις λιγότερες καταγραφές προϊστορικών σεισμών και τη σχετικά ελλιπή καταγραφή των ενεργών ρηγμάτων της πατρίδας μας», υπογραμμίζει η κυρία Μουσλοπούλου. Σύμφωνα με την ίδια, χρειάζεται να καταγραφούν όλα ή όσο το δυνατόν περισσότερα από τα ενεργά ρήγματα στον χερσαίο και θαλάσσιο χώρο της Ελλάδος ενώ προτεραιότητα επίσης χρειάζεται να δοθεί και στη μελέτη εκείνων των ρηγμάτων που είναι κοντά σε πόλεις και έχουν μεγάλο μήκος. «Θα πρέπει να καταγράψουμε τη σεισμική ιστορία όσο περισσότερων ενεργών ρηγμάτων μπορούμε για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε patterns, δηλαδή σεισμικές συμπεριφορές, και συγκεκριμένα ποια ρήγματα είναι κοντά σε θραύση. Δεν υπάρχει πρόγνωση, ούτε είμαστε κοντά σε κάποια πρόγνωση. Ωστόσο μπορούμε να βελτιώσουμε τον υπολογισμό της σεισμικής επικινδυνότητας ανά περιοχή και πού βρίσκονται οι πιο σημαντικές σεισμικές πηγές», υπογραμμίζει. Παράλληλα η μελέτη ανέδειξε επίσης και το ζήτημα της εφαρμογής μοντέλων «τύπου Καλιφόρνιας» στα ελληνικά δεδομένα (αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο), η οποία σύμφωνα με τους συντελεστές της έρευνας πιθανόν εισάγει μεροληψία και σφάλματα στην προσπάθεια υπολογισμού σεισμικού κινδύνου . «Η νέα μελέτη προσφέρει μια ευκαιρία να επανεξεταστεί αυτή η προσέγγιση», σημειώνει η κυρία Μουσλοπούλου. Επιπλέον, μία εφαρμογή σε πρακτικό επίπεδο που θα μπορούσε να έχει η έρευνα, όπως τονίζει, είναι στους συντελεστές δόμησης των κτιρίων. «Αυτοί υπολογίζονται βάσει της σεισμικής επικινδυνότητας κάθε περιοχής. Ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζεται τώρα η σεισμική επικίνδυνότητα ενδεχομένως να αλλάξει. Και αυτό να φέρει κάποιες αλλαγές, αν εφαρμοστεί, στους οικοδομικούς κώδικες που έχει θεσπίσει η Ελλάδα», σημειώνει και προσθέτει ότι δεδομένα της έρευνα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και στον τομέα της ασφάλισης έναντι των σεισμών. «Οι ασφαλιστικές εταιρίες υπολογίζουν αυτά τα ασφάλιστρα που πληρώνει ο κάθε ιδιώτης βάσει της σεισμικής επικινδυνότητας. Ο τρόπος που προτείνουμε θα φέρει κάποιες αλλαγές στον τρόπο που υπολογίζουμε τον σεισμικό κίνδυνο κάθε περιοχής, οπότε αυτό μετά τροφοδοτεί κάποια άλλα ζητήματα, όπως τους συντελεστές δόμησης που είναι ο αστικός σχεδιασμός», επισημαίνει. «Η παρούσα μελέτη ανοίγει έναν διάλογο με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα» Η μελέτη που εκπονήθηκε έτυχε θετικής υποδοχής από ειδήμονες σεισμολόγους στην Καλιφόρνια, μία περιοχή που πρωτοπορεί στην έρευνα για τους σεισμούς και τα ενεργά ρήγματα. Έτσι, όπως τονίζει η κυρία Μουσλοπούλου, ανοίγεται ένας όμορφος διάλογος με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα - ένας διάλογος που έως τώρα δεν ήταν εφικτός, καθώς επικρατούσε η αντίληψη ότι τα δεδομένα εκτός Καλιφόρνιας ήταν ελλιπή ή δεν είχαν κατανοηθεί σωστά. «Η έρευνα αυτή, που έγινε κυρίως στην Ελλάδα, απέδειξε ότι, στην πραγματικότητα, τα δεδομένα της Καλιφόρνιας είναι εκείνα που αποτελούν την εξαίρεση. Οι Έλληνες επιστήμονες όχι μόνο έδειξαν ότι μπορούν να ηγηθούν έρευνας υψηλού επιπέδου, αλλά ότι είναι ικανοί να αμφισβητήσουν κατεστημένες αντιλήψεις και επιστημονικά μοντέλα. Τα αποτελέσματά μας μπορούν να βοηθήσουν τους επιστήμονες που «χτίζουν» μοντέλα εκτίμησης σεισμικού κινδύνου στην Ελλάδα (αλλά και διεθνώς) να προσαρμόσουν τις μεθόδους τους στη νέα αυτή προσέγγιση - δηλαδή, να χρησιμοποιούν πλήρεις (κλειστούς) σεισμικούς κύκλους ως βάση για την πρόβλεψη μελλοντικών σεισμικών γεγονότων», επισημαίνει και καταλήγει: «Οι Καλιφορνέζοι υποδέχθηκαν με ιδιαίτερα θερμό τρόπο τα αποτελέσματα αυτή της μελέτης επειδή, για πρώτη φορά, συγκεντρώθηκαν τα καλύτερα διαθέσιμα παλαιοσεισμολογικά δεδομένα από όλο τον κόσμο (συμπεριλαμβανομένων περιοχών με πολύ διαφορετική τεκτονική συμπεριφορά), αναλύθηκαν με προσοχή, και εντοπίστηκαν συσχετίσεις που δεν ήταν αναμενόμενες. Αν και κάποια από τα αποτελέσματα «αμφισβήτησαν» κατεστημένες αντιλήψεις, που μέχρι τώρα τροφοδοτούσαν μοντέλα σεισμικού κινδύνου παγκοσμίως, οι συνάδελφοι από τις ΗΠΑ καλωσόρισαν τα νέα αποτελέσματα. Συνολικά, ειδήμονες γεωσεισμολόγοι και σεισμολόγοι από την Καλιφόρνια, τη Νέα Ζηλανδία και την Ιαπωνία επαίνεσαν τη δουλειά, δηλώνοντας ότι ανοίγει νέους δρόμους προς την καλύτερη κατανόηση των ρηγμάτων και σεισμών παγκοσμίως». -
Το 96% των υδάτων κολύμβησης στην Ευρωπαϊκή Ενωση ανταποκρίνονται στα αναγκαία ποιοτικά πρότυπα , το 85% χαρακτηρίζονται "εξαιρετικά" και μόνο το 1,5% χαρακτηρίζονται "μέτρια". Το επίπεδο ποιότητας παρέμεινε συνολικά σταθερό σε σχέση με το προηγούμενο έτος , ανακοίνωσε σήμερα ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (AEE). "Οι Ευρωπαίοι μπορούν να κολυμπήσουν με απόλυτη ασφάλεια στην μεγάλη πλειονότητα των σημείων κολύμβησης της ΕΕ που ανταποκρίνονται στα ποιοτικά πρότυπα", αναφέρεται στην ανακοίνωση της ευρωπαίας επιτρόπου Περιβάλλοντος Τζέσικα Ρόσγουολ. Ανάμεσα στα 22.000 σημεία που εξετάσθηκαν το 2024 εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά επίσης στην Αλβανία και την Ελβετία, η ποιότητα των υδάτων κατατάχθηκε στις κατηγορίες "εξαιρετική", "καλή", "επαρκής" και "κακή", ανάλογα με το επίπεδο των βακτηρίων που ανιχνεύθηκαν και με βάση την ρύπανση που προέρχεται κυρίως από τα λύματα και την κτηνοτροφία. Η Κύπρος είναι ο καλύτερος μαθητής με το 99,2% των υδάτων της να χαρακτηρίζονται "εξαιρετικής" ποιότητας. Ακολουθεί η Βουλγαρία με 97,9%, η Ελλάδα με 97%, η Αυστρία με 95,8% και η Κροατία με 95,2%. Στην βάση της κατάταξης, η Αλβανία, με μόνο το 16% των σημείων κολύμβησης σε "εξαιρετική" κατάσταση και πτώση 25 εκατοστιαίων μονάδων σε σχέση με τον περασμένο χρόνο, και η Πολωνία με 58,1%, με ελαφρά βελτίωση σε σχέση με το 2023. Κατά μήκος των θαλάσσιων ακτών η ποιότητα των υδάτων είναι συνολικά καλύτερη σε σχέση με τα εσωτερικά ύδατα, των ποταμών και των λιμνών, χάρη στην συχνότερη ανανέωσή του και στην ικανότητα αυτοκαθαρισμού. Οι ποταμοί και οι λίμνες είναι πιο ευαίσθητοι σε σχέση με τις παράκτιες ζώνες στην ρύπανση που προκαλείται από τις σφοδρές βροχοπτώσεις ή την θερινή ξηρασία. Το 2023, 321 σημεία κολύμβησης στην Ευρωπαϊκή Ενωση χαρακτηρίσθηκαν "κακής" ποιότητας. Σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, 67 βελτιώθηκαν. Για τις περιοχές όπου τα ύδατα χαρακτηρίζονται "κακής" ποιότητας οι εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να απαγορεύουν την κολύμβηση για την επόμενη περίοδο, να λαμβάνουν μέτρα περιορισμού της ρύπανσης και εξάλειψης των κινδύνων για την υγεία των λουομένων. Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ View full είδηση
-
Το 96% των υδάτων κολύμβησης στην Ευρωπαϊκή Ενωση ανταποκρίνονται στα αναγκαία ποιοτικά πρότυπα , το 85% χαρακτηρίζονται "εξαιρετικά" και μόνο το 1,5% χαρακτηρίζονται "μέτρια". Το επίπεδο ποιότητας παρέμεινε συνολικά σταθερό σε σχέση με το προηγούμενο έτος , ανακοίνωσε σήμερα ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (AEE). "Οι Ευρωπαίοι μπορούν να κολυμπήσουν με απόλυτη ασφάλεια στην μεγάλη πλειονότητα των σημείων κολύμβησης της ΕΕ που ανταποκρίνονται στα ποιοτικά πρότυπα", αναφέρεται στην ανακοίνωση της ευρωπαίας επιτρόπου Περιβάλλοντος Τζέσικα Ρόσγουολ. Ανάμεσα στα 22.000 σημεία που εξετάσθηκαν το 2024 εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά επίσης στην Αλβανία και την Ελβετία, η ποιότητα των υδάτων κατατάχθηκε στις κατηγορίες "εξαιρετική", "καλή", "επαρκής" και "κακή", ανάλογα με το επίπεδο των βακτηρίων που ανιχνεύθηκαν και με βάση την ρύπανση που προέρχεται κυρίως από τα λύματα και την κτηνοτροφία. Η Κύπρος είναι ο καλύτερος μαθητής με το 99,2% των υδάτων της να χαρακτηρίζονται "εξαιρετικής" ποιότητας. Ακολουθεί η Βουλγαρία με 97,9%, η Ελλάδα με 97%, η Αυστρία με 95,8% και η Κροατία με 95,2%. Στην βάση της κατάταξης, η Αλβανία, με μόνο το 16% των σημείων κολύμβησης σε "εξαιρετική" κατάσταση και πτώση 25 εκατοστιαίων μονάδων σε σχέση με τον περασμένο χρόνο, και η Πολωνία με 58,1%, με ελαφρά βελτίωση σε σχέση με το 2023. Κατά μήκος των θαλάσσιων ακτών η ποιότητα των υδάτων είναι συνολικά καλύτερη σε σχέση με τα εσωτερικά ύδατα, των ποταμών και των λιμνών, χάρη στην συχνότερη ανανέωσή του και στην ικανότητα αυτοκαθαρισμού. Οι ποταμοί και οι λίμνες είναι πιο ευαίσθητοι σε σχέση με τις παράκτιες ζώνες στην ρύπανση που προκαλείται από τις σφοδρές βροχοπτώσεις ή την θερινή ξηρασία. Το 2023, 321 σημεία κολύμβησης στην Ευρωπαϊκή Ενωση χαρακτηρίσθηκαν "κακής" ποιότητας. Σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, 67 βελτιώθηκαν. Για τις περιοχές όπου τα ύδατα χαρακτηρίζονται "κακής" ποιότητας οι εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να απαγορεύουν την κολύμβηση για την επόμενη περίοδο, να λαμβάνουν μέτρα περιορισμού της ρύπανσης και εξάλειψης των κινδύνων για την υγεία των λουομένων. Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
-
Σε λίγους μήνες και πιο συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2026, η Ελλάδα θα αποκτήσει το δικό της γλωσσικό μοντέλο, χάρη στην βοήθεια του Εργοστασίου Τεχνητής Νοημοσύνης που υλοποιείται στο Τεχνολογικό Πάρκο Λαυρίου, όπως αποκάλυψε κατά την διάρκεια των εργασιών του πρώτου Athens AI Summit, ο Νεκτάριος Κοζύρης, Καθηγητής ΕΜΠ, Εθνικός Εκπρόσωπος και Μέλος στο ΔΣ του EuroHPC Joint Undertaking, Αντιπρόεδρος του Οργανισμού Ανοιχτών Τεχνολογιών- ΕΕΛ/ΛΑΚ. Ο κ. Κοζύρης, μετείχε στο πάνελ “Η Ελληνική Στρατηγική για την Αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης” μαζί με τους Δημοσθένη Αναγνωστόπουλο, ΓΓ Πληροφοριακών Συστημάτων Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Γιάννη Μαστρογεωργίου Ειδικός Γραμματέας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού, Συντονιστής της Εθνικής Συμβουλευτικής Επιτροπής AI υπό τον Πρωθυπουργό και Απόστολο Μπούτο Σύμβουλο Διοικητή της ΑΑΔΕ. Το Athens AI Suumit 2025 πραγματοποιήθηκε στις 5 Ιουνίου στο Divani Caravel, με τη συμμετοχή κορυφαίων εκπροσώπων της πολιτείας, θεσμικών φορέων και της επιστημονικής κοινότητας. Το ATHENS AI SUMMIT 2025 διοργανώθηκε από τη ΜΕΤΑΤΕΑΜ , με σκοπό να χαρτογραφήσει την παρούσα εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα, να αναδείξει τις προοπτικές εξέλιξής της και να διερευνήσει τον ρόλο της στην επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, ειδικά μέσα από τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης. Η εκδήλωση αποτελεί έναν δυναμικό κόμβο διαλόγου, καινοτομίας και ανταλλαγής εμπειριών για επαγγελματίες, στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και κάθε ενδιαφερόμενο που επιθυμεί να συμβάλει στη διαμόρφωση της επόμενης ψηφιακής εποχής της χώρας. Με την απόκτηση δικού της γλωσσικού μοντέλου (Large Language Model – LLM) η χώρα εδραιώνει την γλώσσα, την αυτονομία της και την πολιτιστική της ταυτότητα στον ψηφιακό κόσμο. Τι σημαίνει γλωσσικό μοντέλο και γιατί το χρειαζόμαστε Τα LLM είναι τα «μυαλά» πίσω από τα εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης που γράφουν κείμενα, απαντούν σε ερωτήσεις, μεταφράζουν, κάνουν περιλήψεις, συνομιλούν με τους πολίτες, και προβλέπουν μοτίβα σε δεδομένα. Τα πιο γνωστά – όπως το ChatGPT ή το Gemini – έχουν εκπαιδευτεί κυρίως στα αγγλικά, με περιορισμένη κατανόηση της ελληνικής γλώσσας και μηδενική ευαισθησία στο ελληνικό πλαίσιο. Η απουσία ενός ελληνικού LLM σημαίνει ότι η γλώσσα μας αντιμετωπίζεται ως “δευτερεύουσα”, με όλα τα συνεπαγόμενα: κακή μετάφραση, ασαφή συμφραζόμενα, ανακρίβειες σε διοικητικά κείμενα, αδυναμία αξιοποίησης σε δημόσιες υπηρεσίες. Τι θα κερδίσουμε με το εθνικό LLM Η ανάπτυξη ενός ελληνικού LLM ανοίγει τον δρόμο για μια σειρά από πρακτικά και στρατηγικά οφέλη: Ακριβής κατανόηση και επεξεργασία της ελληνικής γλώσσας: από τις αργκό κάθε γωνίας της χώρας μέχρι τη γλώσσα της Δικαιοσύνης και τα τοπικά ιδιώματα, το μοντέλο μαθαίνει και μιλά… ελληνικά. Καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες: έξυπνα συστήματα εξυπηρέτησης πολιτών, bots που απαντούν σε ερωτήσεις στα ΚΕΠ ή στα υπουργεία, αυτόματη παραγωγή διοικητικών εγγράφων. Διαφύλαξη της πολιτισμικής ταυτότητας: η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν θα απαντά μόνο με “όρους Silicon Valley”, αλλά με αναφορές στην ελληνική φιλοσοφία, ιστορία, παιδεία και σύγχρονη κοινωνία. Κυριαρχία στα δεδομένα: το μοντέλο θα εκπαιδευτεί και θα λειτουργεί σε ελληνικές υποδομές (ή ευρωπαϊκές), διασφαλίζοντας την εθνική ψηφιακή ανεξαρτησία. Ανάπτυξη καινοτομίας: οι ελληνικές startups, τα ερευνητικά ιδρύματα και οι επιχειρήσεις θα έχουν πρόσβαση σε ένα εργαλείο φτιαγμένο για τις δικές τους ανάγκες. Τι χάνουμε τόσα χρόνια Η απουσία ελληνικού LLM μέχρι σήμερα μάς κόστισε: Χαμηλή ποιότητα στις μεταφράσεις και την αυτόματη γλωσσική επεξεργασία Καθυστέρηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό του Δημοσίου Εξάρτηση από ξένα μοντέλα με πολιτισμικά φίλτρα και δυτικά bias Αδυναμία αξιοποίησης της Τεχνητής Νοημοσύνης στην ελληνική αγορά (εμπόριο, τουρισμός, εκπαίδευση, υγεία) Εν ολίγοις, μιλάμε σε μια μηχανή που δεν καταλαβαίνει πώς μιλάμε, δεν έχει εκπαιδευτεί με ελληνικά δεδομένα, και δεν αντιλαμβάνεται πώς λειτουργεί η διοικητική μας πραγματικότητα, ο πολιτισμός μας ή ο τρόπος σκέψης μας. Το συνέδριο προσέφερε ένα ολοκληρωμένο περιβάλλον γνώσης, ενημέρωσης και δικτύωσης για τη νέα εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης στην Ελλάδα. View full είδηση
-
- γλωσσικό μοντέλο
- ελλάδα
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Σε λίγους μήνες και πιο συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2026, η Ελλάδα θα αποκτήσει το δικό της γλωσσικό μοντέλο, χάρη στην βοήθεια του Εργοστασίου Τεχνητής Νοημοσύνης που υλοποιείται στο Τεχνολογικό Πάρκο Λαυρίου, όπως αποκάλυψε κατά την διάρκεια των εργασιών του πρώτου Athens AI Summit, ο Νεκτάριος Κοζύρης, Καθηγητής ΕΜΠ, Εθνικός Εκπρόσωπος και Μέλος στο ΔΣ του EuroHPC Joint Undertaking, Αντιπρόεδρος του Οργανισμού Ανοιχτών Τεχνολογιών- ΕΕΛ/ΛΑΚ. Ο κ. Κοζύρης, μετείχε στο πάνελ “Η Ελληνική Στρατηγική για την Αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης” μαζί με τους Δημοσθένη Αναγνωστόπουλο, ΓΓ Πληροφοριακών Συστημάτων Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Γιάννη Μαστρογεωργίου Ειδικός Γραμματέας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού, Συντονιστής της Εθνικής Συμβουλευτικής Επιτροπής AI υπό τον Πρωθυπουργό και Απόστολο Μπούτο Σύμβουλο Διοικητή της ΑΑΔΕ. Το Athens AI Suumit 2025 πραγματοποιήθηκε στις 5 Ιουνίου στο Divani Caravel, με τη συμμετοχή κορυφαίων εκπροσώπων της πολιτείας, θεσμικών φορέων και της επιστημονικής κοινότητας. Το ATHENS AI SUMMIT 2025 διοργανώθηκε από τη ΜΕΤΑΤΕΑΜ , με σκοπό να χαρτογραφήσει την παρούσα εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα, να αναδείξει τις προοπτικές εξέλιξής της και να διερευνήσει τον ρόλο της στην επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, ειδικά μέσα από τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης. Η εκδήλωση αποτελεί έναν δυναμικό κόμβο διαλόγου, καινοτομίας και ανταλλαγής εμπειριών για επαγγελματίες, στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και κάθε ενδιαφερόμενο που επιθυμεί να συμβάλει στη διαμόρφωση της επόμενης ψηφιακής εποχής της χώρας. Με την απόκτηση δικού της γλωσσικού μοντέλου (Large Language Model – LLM) η χώρα εδραιώνει την γλώσσα, την αυτονομία της και την πολιτιστική της ταυτότητα στον ψηφιακό κόσμο. Τι σημαίνει γλωσσικό μοντέλο και γιατί το χρειαζόμαστε Τα LLM είναι τα «μυαλά» πίσω από τα εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης που γράφουν κείμενα, απαντούν σε ερωτήσεις, μεταφράζουν, κάνουν περιλήψεις, συνομιλούν με τους πολίτες, και προβλέπουν μοτίβα σε δεδομένα. Τα πιο γνωστά – όπως το ChatGPT ή το Gemini – έχουν εκπαιδευτεί κυρίως στα αγγλικά, με περιορισμένη κατανόηση της ελληνικής γλώσσας και μηδενική ευαισθησία στο ελληνικό πλαίσιο. Η απουσία ενός ελληνικού LLM σημαίνει ότι η γλώσσα μας αντιμετωπίζεται ως “δευτερεύουσα”, με όλα τα συνεπαγόμενα: κακή μετάφραση, ασαφή συμφραζόμενα, ανακρίβειες σε διοικητικά κείμενα, αδυναμία αξιοποίησης σε δημόσιες υπηρεσίες. Τι θα κερδίσουμε με το εθνικό LLM Η ανάπτυξη ενός ελληνικού LLM ανοίγει τον δρόμο για μια σειρά από πρακτικά και στρατηγικά οφέλη: Ακριβής κατανόηση και επεξεργασία της ελληνικής γλώσσας: από τις αργκό κάθε γωνίας της χώρας μέχρι τη γλώσσα της Δικαιοσύνης και τα τοπικά ιδιώματα, το μοντέλο μαθαίνει και μιλά… ελληνικά. Καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες: έξυπνα συστήματα εξυπηρέτησης πολιτών, bots που απαντούν σε ερωτήσεις στα ΚΕΠ ή στα υπουργεία, αυτόματη παραγωγή διοικητικών εγγράφων. Διαφύλαξη της πολιτισμικής ταυτότητας: η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν θα απαντά μόνο με “όρους Silicon Valley”, αλλά με αναφορές στην ελληνική φιλοσοφία, ιστορία, παιδεία και σύγχρονη κοινωνία. Κυριαρχία στα δεδομένα: το μοντέλο θα εκπαιδευτεί και θα λειτουργεί σε ελληνικές υποδομές (ή ευρωπαϊκές), διασφαλίζοντας την εθνική ψηφιακή ανεξαρτησία. Ανάπτυξη καινοτομίας: οι ελληνικές startups, τα ερευνητικά ιδρύματα και οι επιχειρήσεις θα έχουν πρόσβαση σε ένα εργαλείο φτιαγμένο για τις δικές τους ανάγκες. Τι χάνουμε τόσα χρόνια Η απουσία ελληνικού LLM μέχρι σήμερα μάς κόστισε: Χαμηλή ποιότητα στις μεταφράσεις και την αυτόματη γλωσσική επεξεργασία Καθυστέρηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό του Δημοσίου Εξάρτηση από ξένα μοντέλα με πολιτισμικά φίλτρα και δυτικά bias Αδυναμία αξιοποίησης της Τεχνητής Νοημοσύνης στην ελληνική αγορά (εμπόριο, τουρισμός, εκπαίδευση, υγεία) Εν ολίγοις, μιλάμε σε μια μηχανή που δεν καταλαβαίνει πώς μιλάμε, δεν έχει εκπαιδευτεί με ελληνικά δεδομένα, και δεν αντιλαμβάνεται πώς λειτουργεί η διοικητική μας πραγματικότητα, ο πολιτισμός μας ή ο τρόπος σκέψης μας. Το συνέδριο προσέφερε ένα ολοκληρωμένο περιβάλλον γνώσης, ενημέρωσης και δικτύωσης για τη νέα εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης στην Ελλάδα.
-
- 1
-
-
- γλωσσικό μοντέλο
- ελλάδα
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Στον παρακάτω χάρτη απεικονίζεται ο δείκτης ξηρασίας στην Ελλάδα την 1η Ιουνίου 2025, σύμφωνα με την ανάλυση της ομάδας ΜΕΤΕΟ του Ε.Α.Α. Όπως προκύπτει, μεγάλο μέρος της Κρήτης, της Πελοποννήσου και της δυτικής Στερεάς Ελλάδας βρίσκονται σε συνθήκες ξηρασίας. Από έντονη ή ακραία ξηρασία (επίπεδα 4 και 5) πλήττονται περιοχές στους νομούς Χανίων, Ηρακλείου, Λασιθίου, Αρκαδίας και Αργολίδας Η αξιολόγηση των συνθηκών ξηρασίας βασίζεται στην εδαφική υγρασία του στρώματος μεταξύ 28 και 100 εκατοστών κάτω από την επιφάνεια. Η περιεκτικότητα σε νερό στο στρώμα αυτό είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη και απόδοση πολλών γεωργικών καλλιεργειών και αντικατοπτρίζει την επίδραση του υετού, της εξατμισοδιαπνοής και της απορροής/διήθησης νερού στο έδαφος σε ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν η εδαφική υγρασία σε αυτό το στρώμα είναι αρκετά κάτω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα μιας συγκεκριμένης περιοχής, αυτό συνεπάγεται συνθήκες ξηρασίας και άρα παρατεταμένο υδατικό στρες για τις καλλιέργειες. Με βάση τα δεδομένα εδαφικής υγρασίας της υπηρεσίας Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπολογίζουμε τον κανονικοποιημένο δείκτη απόκλισης εδαφικής υγρασίας (SSMI) λαμβάνοντας υπόψη τις τωρινές συνθήκες καθώς και αυτές κατά την περίοδο αναφοράς 1991-2020. Ανάλογα με την τιμή του δείκτη αυτού κατατάσσουμε την ξηρασία στα επίπεδα 1 έως 5, τα οποία με τη σειρά υποδηλώνουν ήπια, μέτρια, σημαντική, έντονη και ακραία ξηρασία. Στις περιπτώσεις όπου ο δείκτης SSMI είναι ελαφρώς αρνητικός ή θετικός, τότε βρισκόμαστε σε κανονικές συνθήκες, ενώ αν είναι σημαντικά θετικός τότε έχουμε πλεόνασμα υγρασίας στο έδαφος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ελλείψει επιτόπιων παρατηρήσεων οι τιμές εδαφικής υγρασίας αποτελούν εκτίμηση εξειδικευμένου μοντέλου για την επιφάνεια της Γης (ERA5-Land) και κατά τόπους ενδέχεται να υπάρχουν αποκλίσεις από τις πραγματικές συνθήκες. Εικόνα 1. Επίπεδα ξηρασίας στην Ελλάδα κατά την 1η Ιουνίου 2025. Οι περιοχές που βρίσκονται σε κατάσταση ξηρασίας είναι χρωματισμένες σύμφωνα με την 5-βάθμια κλίμακα στο άνω δεξιά άκρο του χάρτη. Περιοχές όπου η εδαφική υγρασία είναι σημαντικά πάνω από τα κανονικά επίπεδα απεικονίζονται με πράσινο, ενώ περιοχές με εδαφική υγρασία κοντά στην μέση τιμή απεικονίζονται με άσπρο. View full είδηση
-
Στον παρακάτω χάρτη απεικονίζεται ο δείκτης ξηρασίας στην Ελλάδα την 1η Ιουνίου 2025, σύμφωνα με την ανάλυση της ομάδας ΜΕΤΕΟ του Ε.Α.Α. Όπως προκύπτει, μεγάλο μέρος της Κρήτης, της Πελοποννήσου και της δυτικής Στερεάς Ελλάδας βρίσκονται σε συνθήκες ξηρασίας. Από έντονη ή ακραία ξηρασία (επίπεδα 4 και 5) πλήττονται περιοχές στους νομούς Χανίων, Ηρακλείου, Λασιθίου, Αρκαδίας και Αργολίδας Η αξιολόγηση των συνθηκών ξηρασίας βασίζεται στην εδαφική υγρασία του στρώματος μεταξύ 28 και 100 εκατοστών κάτω από την επιφάνεια. Η περιεκτικότητα σε νερό στο στρώμα αυτό είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη και απόδοση πολλών γεωργικών καλλιεργειών και αντικατοπτρίζει την επίδραση του υετού, της εξατμισοδιαπνοής και της απορροής/διήθησης νερού στο έδαφος σε ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν η εδαφική υγρασία σε αυτό το στρώμα είναι αρκετά κάτω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα μιας συγκεκριμένης περιοχής, αυτό συνεπάγεται συνθήκες ξηρασίας και άρα παρατεταμένο υδατικό στρες για τις καλλιέργειες. Με βάση τα δεδομένα εδαφικής υγρασίας της υπηρεσίας Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπολογίζουμε τον κανονικοποιημένο δείκτη απόκλισης εδαφικής υγρασίας (SSMI) λαμβάνοντας υπόψη τις τωρινές συνθήκες καθώς και αυτές κατά την περίοδο αναφοράς 1991-2020. Ανάλογα με την τιμή του δείκτη αυτού κατατάσσουμε την ξηρασία στα επίπεδα 1 έως 5, τα οποία με τη σειρά υποδηλώνουν ήπια, μέτρια, σημαντική, έντονη και ακραία ξηρασία. Στις περιπτώσεις όπου ο δείκτης SSMI είναι ελαφρώς αρνητικός ή θετικός, τότε βρισκόμαστε σε κανονικές συνθήκες, ενώ αν είναι σημαντικά θετικός τότε έχουμε πλεόνασμα υγρασίας στο έδαφος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ελλείψει επιτόπιων παρατηρήσεων οι τιμές εδαφικής υγρασίας αποτελούν εκτίμηση εξειδικευμένου μοντέλου για την επιφάνεια της Γης (ERA5-Land) και κατά τόπους ενδέχεται να υπάρχουν αποκλίσεις από τις πραγματικές συνθήκες. Εικόνα 1. Επίπεδα ξηρασίας στην Ελλάδα κατά την 1η Ιουνίου 2025. Οι περιοχές που βρίσκονται σε κατάσταση ξηρασίας είναι χρωματισμένες σύμφωνα με την 5-βάθμια κλίμακα στο άνω δεξιά άκρο του χάρτη. Περιοχές όπου η εδαφική υγρασία είναι σημαντικά πάνω από τα κανονικά επίπεδα απεικονίζονται με πράσινο, ενώ περιοχές με εδαφική υγρασία κοντά στην μέση τιμή απεικονίζονται με άσπρο.
-
Σε λειτουργία τέθηκε η διαλειτουργικότητα μεταξύ των ψηφιακών πορτοφολιών Ελλάδας και Κύπρου «Gov.gr Wallet» και «Ψηφιακός Πολίτης». Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται ουσιαστικά η καθημερινότητα για πολίτες και επιχειρηματίες που ζουν και δραστηριοποιούνται στις δύο χώρες. Όπως υπογραμμίζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, σε πρώτη φάση, μέσω του «Gov.gr Wallet» και του «Ψηφιακού Πολίτη» δίνεται η δυνατότητα αμοιβαίας αναγνώρισης και επαλήθευσης σε Ελλάδα και Κύπρο της γνησιότητας των ψηφιακών εγγράφων της Ταυτότητας και της Άδειας Οδήγησης. Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία ενδυναμώνει την ψηφιακή συνεργασία των δύο χωρών και μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο και για άλλες διακρατικές ευρωπαϊκές συμφωνίες στον ψηφιακό τομέα. Συγκεκριμένα, η Ταυτότητα και η Άδεια Οδήγησης πλέον μπορούν να αναγνωριστούν αμοιβαία και να επαληθευτούν σε Ελλάδα και Κύπρο για μια σειρά διαδικασιών όπως: α) για την ταυτοποίηση σε δημόσιες υπηρεσίες, ΚΕΠ, τράπεζες κλπ, β) για έναν τυχαίο έλεγχο της τροχαίας, όπου η επίδειξη ψηφιακών εγγράφων μέσω των εφαρμογών Gov.gr Wallet και «Ψηφιακός Πολίτης» είναι απολύτως ισοδύναμη με την επίδειξη των φυσικών εγγράφων, γ) για την ενοικίαση αυτοκινήτου, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί με την επίδειξη της ψηφιακής ταυτότητας και της ψηφιακής άδειας οδήγησης. Επισημαίνεται ότι τα έγγραφα των δύο εφαρμογών, δεν αποτελούν ταξιδιωτικά έγγραφα. Η διασύνδεση μεταξύ των δύο εθνικών ψηφιακών εφαρμογών Ελλάδας και Κύπρου έρχεται σε συνέχεια του μνημονίου συνεργασίας μεταξύ του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του υπουργείου Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού και είχε ανακοινωθεί επίσημα στο πλαίσιο της 2ης Διακυβερνητικής Συνόδου των δύο χωρών. Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης δήλωσε: «Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που βρίσκομαι στην Κύπρο για τη διασύνδεση του ελληνικού ψηφιακού πορτοφολιού Gov.gr Wallet με το αντίστοιχο κυπριακό «Ψηφιακός Πολίτης». Γινόμαστε με αυτό τον τρόπο τα δύο πρώτα κράτη-μέλη της ΕΕ που «ενώνονται» ψηφιακά. Προσθέτουμε ακόμα έναν δεσμό μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Εξάλλου είμαστε ένα έθνος, δύο κράτη, τα οποία ενώνουν σιγά-σιγά τα πληροφοριακά τους συστήματα, ώστε για αρχή να μπορούν οι Έλληνες στην Κύπρο και οι Κύπριοι στην Ελλάδα να χρησιμοποιούν εύκολα και με ασφάλεια την ψηφιακή ταυτότητα και την άδεια οδήγησής τους. Είναι μόλις το πρώτο βήμα για την παροχή περισσότερων κοινών ψηφιακών υπηρεσιών. Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον ομόλογό μου, Νικόδημο Δαμιανού, για την εξαιρετική συνεργασία αλλά και τη συναντίληψη. Αμοιβαία θεωρούμε αυτονόητο ότι οφείλουμε να βοηθήσουμε και να βοηθηθούμε στην πορεία της ψηφιακής μετάβασης. Για παράδειγμα, μοιραζόμαστε την τεχνογνωσία που έχουμε αποκτήσει μέσω της εξέλιξης του πολύ επιτυχημένου Gov.gr Wallet, το οποίο 5,6 εκατ. πολίτες έχουν εγκαταστήσει στο κινητό τους και από την ανάπτυξη του Kids Wallet, της εφαρμογής που θέσαμε σε λειτουργία στο πλαίσιο της στρατηγικής για την αντιμετώπιση του εθισμού των νέων στο διαδίκτυο. Νομίζω δεν θα διαφωνήσει κανείς. Ως κράτη έχουμε κοινά ήθη και παραδόσεις, κοινή ιστορία, κοινές επιδιώξεις, κοινούς αγώνες και πλέον περνάμε σε μια εποχή που αποκτούμε κοινό ψηφιακό βηματισμό προς όφελος των πολιτών μας». Ο υφυπουργός Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής δήλωσε: «Λίγους μήνες μετά την επίσημη εισαγωγή του Ψηφιακού Πολίτη στην Κύπρο, είμαστε έτοιμοι να ανακοινώσουμε τη διαλειτουργικότητα με την εφαρμογή Gov.gr Wallet, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και στο επίπεδο εξυπηρέτησης που παρέχουμε στους πολίτες. Η σύγχρονη τεχνολογία, μας προσφέρει αυτή ακριβώς τη δυνατότητα: να δίνουμε εύκολες και πρακτικές λύσεις στον πολίτη, ώστε να μπορεί να αλληλεπιδρά πιο άμεσα και αποτελεσματικά με το Δημόσιο, αλλά και εντός της ευρύτερης οικονομίας». Αφού ευχαρίστησε τον Έλληνα ομόλογό του για τη συνεργασία, ο υφυπουργός τόνισε πως η συνεργασία αυτή εκτείνεται και σε άλλους τομείς, όπως οι τεχνολογίες διαστήματος, η μεταφορά τεχνογνωσίας από κυπριακής πλευράς για την ανάπτυξη και ενσωμάτωση της εθνικής ηλεκτρονικής ταυτότητας, και η τεχνητή νοημοσύνη, με την Κύπρο να εντάσσεται σύντομα στο AI Factory «Pharos» της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο υφυπουργός αναφέρθηκε επίσης στα επόμενα βήματα για την εξέλιξη της εφαρμογής «Ψηφιακός Πολίτης», με αμέσως επόμενη προσθήκη την ενσωμάτωση της Κάρτας Φιλάθλου τον Ιούνιο του 2025. Ακολούθως θα επεκταθεί η πρόσβαση και σε αλλοδαπούς που διαμένουν στην Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ θα δοθεί και η δυνατότητα καταχώρησης του δελτίου ταυτότητας ανηλίκων στην εφαρμογή κινητού του γονέα.
-
- gov.gr wallet ψηφιακός πολίτης
- κύπρος
- (and 3 more)
-
Σε λειτουργία τέθηκε η διαλειτουργικότητα μεταξύ των ψηφιακών πορτοφολιών Ελλάδας και Κύπρου «Gov.gr Wallet» και «Ψηφιακός Πολίτης». Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται ουσιαστικά η καθημερινότητα για πολίτες και επιχειρηματίες που ζουν και δραστηριοποιούνται στις δύο χώρες. Όπως υπογραμμίζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, σε πρώτη φάση, μέσω του «Gov.gr Wallet» και του «Ψηφιακού Πολίτη» δίνεται η δυνατότητα αμοιβαίας αναγνώρισης και επαλήθευσης σε Ελλάδα και Κύπρο της γνησιότητας των ψηφιακών εγγράφων της Ταυτότητας και της Άδειας Οδήγησης. Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία ενδυναμώνει την ψηφιακή συνεργασία των δύο χωρών και μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο και για άλλες διακρατικές ευρωπαϊκές συμφωνίες στον ψηφιακό τομέα. Συγκεκριμένα, η Ταυτότητα και η Άδεια Οδήγησης πλέον μπορούν να αναγνωριστούν αμοιβαία και να επαληθευτούν σε Ελλάδα και Κύπρο για μια σειρά διαδικασιών όπως: α) για την ταυτοποίηση σε δημόσιες υπηρεσίες, ΚΕΠ, τράπεζες κλπ, β) για έναν τυχαίο έλεγχο της τροχαίας, όπου η επίδειξη ψηφιακών εγγράφων μέσω των εφαρμογών Gov.gr Wallet και «Ψηφιακός Πολίτης» είναι απολύτως ισοδύναμη με την επίδειξη των φυσικών εγγράφων, γ) για την ενοικίαση αυτοκινήτου, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί με την επίδειξη της ψηφιακής ταυτότητας και της ψηφιακής άδειας οδήγησης. Επισημαίνεται ότι τα έγγραφα των δύο εφαρμογών, δεν αποτελούν ταξιδιωτικά έγγραφα. Η διασύνδεση μεταξύ των δύο εθνικών ψηφιακών εφαρμογών Ελλάδας και Κύπρου έρχεται σε συνέχεια του μνημονίου συνεργασίας μεταξύ του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του υπουργείου Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού και είχε ανακοινωθεί επίσημα στο πλαίσιο της 2ης Διακυβερνητικής Συνόδου των δύο χωρών. Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης δήλωσε: «Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που βρίσκομαι στην Κύπρο για τη διασύνδεση του ελληνικού ψηφιακού πορτοφολιού Gov.gr Wallet με το αντίστοιχο κυπριακό «Ψηφιακός Πολίτης». Γινόμαστε με αυτό τον τρόπο τα δύο πρώτα κράτη-μέλη της ΕΕ που «ενώνονται» ψηφιακά. Προσθέτουμε ακόμα έναν δεσμό μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Εξάλλου είμαστε ένα έθνος, δύο κράτη, τα οποία ενώνουν σιγά-σιγά τα πληροφοριακά τους συστήματα, ώστε για αρχή να μπορούν οι Έλληνες στην Κύπρο και οι Κύπριοι στην Ελλάδα να χρησιμοποιούν εύκολα και με ασφάλεια την ψηφιακή ταυτότητα και την άδεια οδήγησής τους. Είναι μόλις το πρώτο βήμα για την παροχή περισσότερων κοινών ψηφιακών υπηρεσιών. Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον ομόλογό μου, Νικόδημο Δαμιανού, για την εξαιρετική συνεργασία αλλά και τη συναντίληψη. Αμοιβαία θεωρούμε αυτονόητο ότι οφείλουμε να βοηθήσουμε και να βοηθηθούμε στην πορεία της ψηφιακής μετάβασης. Για παράδειγμα, μοιραζόμαστε την τεχνογνωσία που έχουμε αποκτήσει μέσω της εξέλιξης του πολύ επιτυχημένου Gov.gr Wallet, το οποίο 5,6 εκατ. πολίτες έχουν εγκαταστήσει στο κινητό τους και από την ανάπτυξη του Kids Wallet, της εφαρμογής που θέσαμε σε λειτουργία στο πλαίσιο της στρατηγικής για την αντιμετώπιση του εθισμού των νέων στο διαδίκτυο. Νομίζω δεν θα διαφωνήσει κανείς. Ως κράτη έχουμε κοινά ήθη και παραδόσεις, κοινή ιστορία, κοινές επιδιώξεις, κοινούς αγώνες και πλέον περνάμε σε μια εποχή που αποκτούμε κοινό ψηφιακό βηματισμό προς όφελος των πολιτών μας». Ο υφυπουργός Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής δήλωσε: «Λίγους μήνες μετά την επίσημη εισαγωγή του Ψηφιακού Πολίτη στην Κύπρο, είμαστε έτοιμοι να ανακοινώσουμε τη διαλειτουργικότητα με την εφαρμογή Gov.gr Wallet, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και στο επίπεδο εξυπηρέτησης που παρέχουμε στους πολίτες. Η σύγχρονη τεχνολογία, μας προσφέρει αυτή ακριβώς τη δυνατότητα: να δίνουμε εύκολες και πρακτικές λύσεις στον πολίτη, ώστε να μπορεί να αλληλεπιδρά πιο άμεσα και αποτελεσματικά με το Δημόσιο, αλλά και εντός της ευρύτερης οικονομίας». Αφού ευχαρίστησε τον Έλληνα ομόλογό του για τη συνεργασία, ο υφυπουργός τόνισε πως η συνεργασία αυτή εκτείνεται και σε άλλους τομείς, όπως οι τεχνολογίες διαστήματος, η μεταφορά τεχνογνωσίας από κυπριακής πλευράς για την ανάπτυξη και ενσωμάτωση της εθνικής ηλεκτρονικής ταυτότητας, και η τεχνητή νοημοσύνη, με την Κύπρο να εντάσσεται σύντομα στο AI Factory «Pharos» της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο υφυπουργός αναφέρθηκε επίσης στα επόμενα βήματα για την εξέλιξη της εφαρμογής «Ψηφιακός Πολίτης», με αμέσως επόμενη προσθήκη την ενσωμάτωση της Κάρτας Φιλάθλου τον Ιούνιο του 2025. Ακολούθως θα επεκταθεί η πρόσβαση και σε αλλοδαπούς που διαμένουν στην Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ θα δοθεί και η δυνατότητα καταχώρησης του δελτίου ταυτότητας ανηλίκων στην εφαρμογή κινητού του γονέα. View full είδηση
-
- gov.gr wallet ψηφιακός πολίτης
- κύπρος
- (and 3 more)
-
Ένα ιδιαίτερα απαιτητικό καλοκαίρι προβλέπεται ως προς την διαχείριση των υδατικών πόρων, αλλά και της λειψυδρίας σε ορισμένες περιοχές. Αυτό υπογραμμίζει σε συνέντευξη της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δρ. Ελισάβετ Φελώνη, Υδρολόγος - διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, τονίζοντας ότι οι περιοχές που αντιμετωπίζουν ήδη τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι τα νησιά -όχι μόνο του Αιγαίου πλέον-, η Κρήτη και ορισμένα τμήματα της ανατολικής Πελοποννήσου. Για την Αττική σημειώνει ότι «οι βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του φετινού χειμώνα συνέβαλαν μερικώς στην αναπλήρωση ποσοτήτων νερού που καταναλώθηκαν κατά την περασμένη ξηρή περίοδο. Ωστόσο, οι εισροές από έναν ''μέτριο'' χειμώνα δεν επαρκούν για την κάλυψη μακροχρόνιων αναγκών». Υπογραμμίζει επίσης ότι οι μονάδες αφαλάτωσης για την Αττική δεν αποτελούν ακόμη κρίσιμη ανάγκη παρά μόνο ένα μέτρο εφεδρικό. «Το φετινό καλοκαίρι θα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό» Για το αν την ανησυχεί η κατάσταση για το φετινό καλοκαίρι, σχολίασε: «Τα έως τώρα δεδομένα δείχνουν πως το φετινό καλοκαίρι θα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό ως προς τη διαχείριση των υδατικών πόρων. Παρόλο που οι βροχοπτώσεις του χειμώνα και της άνοιξης ήταν αυξημένες σε ορισμένες περιοχές σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα ξηρά υδρολογικά έτη, το υδατικό διαθέσιμο είναι περιορισμένο. Ο χειμώνας ήταν γενικά ήπιος και σχετικά ξηρός, όπως σχετικά χαμηλές και οι χιονοπτώσεις που τελικά δεν βοήθησαν στην σημαντική αύξηση των αποθεμάτων τόσο στους επιφανειακούς ταμιευτήρες όσο και στους υπόγειους υδροφορείς. Οι περιοχές που αντιμετωπίζουν ήδη τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι τα νησιά -όχι μόνο του Αιγαίου πλέον-, η Κρήτη και ορισμένα τμήματα της ανατολικής Πελοποννήσου. Η άνιση κατανομή των βροχοπτώσεων, η χρόνια υπεράντληση και η περιορισμένη δυνατότητα αποθήκευσης καθιστούν τα νησιά εξαιρετικά ευάλωτα. Στην Κρήτη, το ήδη επιβαρυμένο υδρολογικό ισοζύγιο συνδυάζεται με αυξανόμενες πιέσεις, κυρίως λόγω αγροτικών αναγκών και της συνεχούς αύξησης του τουρισμού». Πόσο νερό έχει «χάσει» η Αττική - Το σχέδιο για τη λειψυδρία Για το αν αντιμετωπίζει πράγματι πρόβλημα η Αττική, είπε: «Οι βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του φετινού χειμώνα συνέβαλαν μερικώς στην αναπλήρωση ποσοτήτων νερού που καταναλώθηκαν κατά την περασμένη ξηρή περίοδο. Ωστόσο, οι εισροές από έναν «μέτριο» χειμώνα δεν επαρκούν για την κάλυψη μακροχρόνιων αναγκών. Ενδεικτικά, αν εξετάσουμε τα συνολικά αποθέματα των τεσσάρων κύριων ταμιευτήρων που υδροδοτούν την πρωτεύουσα, παρατηρούμε ότι σε μια «καλή» υδρολογική χρονιά τα αποθέματα στα τέλη Μαρτίου συνήθως είναι πάνω από 1 δισ. κυβικά μέτρα νερού, όπως καταγράφηκαν και τον Μάρτιο του 2023». Και πρόσθεσε: «Κατόπιν, με την μετεωρολογική ξηρασία του 2023-2024, στα τέλη Μαρτίου του 2024, τα διαθέσιμα αποθέματα ήταν 930 εκατ. κυβικά, και φέτος, τον Μάρτιο του 2025, η καταγραφή έδειξε μόλις 650 εκατ. κυβικά μέτρα νερού - με γενικά φθίνουσα τάση έως σήμερα (631 εκατ. κυβικά, Μάιος 2025). Η εικόνα αυτή καταδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη συγκυρία. Παρότι η συνολική ετήσια κατανάλωση της Αθήνας κινείται λίγο πάνω από τα 400 εκατ. κυβικά, και δεν τίθεται άμεσο θέμα επάρκειας, αν συνεχιστούν οι ξηρές συνθήκες και δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα ενίσχυσης του υδροσυστήματος, η κατάσταση θα επιδεινωθεί σημαντικά». Η κα. Φελώνη σημείωσε πως δεν πρόκειται για μια προσωρινή «υδατική κρίση», αλλά για μια πρόκληση με αβέβαιο χρονικό ορίζοντα. «Τον χειμώνα που πέρασε, στο πανεπιστήμιο πραγματοποιήσαμε πανελλαδική έρευνα για τη λειψυδρία, καθώς και ειδικά ερωτηματολόγια σε περιοχές όπως η Κρήτη, για την αξιολόγηση των καταναλωτικών συνηθειών. Τα αποτελέσματα ήταν αποκαλυπτικά: η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών αναγνωρίζει ότι το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι υπαρκτό στη χώρα, αν και μόνο μερικώς αισθάνεται επηρεασμένη από τις επιπτώσεις. Στην Αθήνα ειδικά, το πρόβλημα θεωρείται -εσφαλμένα- λιγότερο σημαντικό. Ταυτόχρονα, οι πολίτες δεν γνωρίζουν με ακρίβεια την ποσότητα νερού που καταναλώνουν, ούτε βέλτιστες πρακτικές εξοικονόμησης που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν στην καθημερινότητά τους. Παρατηρείται ένα έλλειμμα ενημέρωσης και εκπαίδευσης, ενώ πάνω από το 90% δηλώνει ότι επιθυμεί σχετική πληροφόρηση - τόσο μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα, όσο και μέσω δράσεων για τους πολίτες και τους αγρότες» σημείωσε. «Φυσικά, είναι δύσκολο να μιλάμε για ατομική ευθύνη χωρίς να προηγούνται ουσιαστικές πρωτοβουλίες σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο. Κατά την άποψή μου, η φετινή εκστρατεία ενημέρωσης έχει καθυστερήσει, ενώ χρειάζεται σαφώς διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με πέρσι - τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο διάχυσης» πρόσθεσε ακόμη. Για πιθανές λύσεις, είπε πως από τεχνικής άποψης, έχουν τεθεί ορισμένες στο τραπέζι, όπως «η αξιοποίηση επιφανειακών υδατικών πόρων (μακροπρόθεσμα), η ενεργοποίηση μονάδων αφαλάτωσης σε περιόδους αιχμής, και, τέλος, το σενάριο μεταφοράς νερού με υδροφόρα πλοία. Η τελευταία επιλογή αποτυπώνει την έντονη ανησυχία για μελλοντικές ελλείψεις, όμως σε καμία περίπτωση δεν συνιστά βιώσιμη λύση - οικονομικά ή περιβαλλοντικά». «Δυστυχώς, η καθυστέρηση στην ωρίμανση εναλλακτικών λύσεων δημιουργεί τον κίνδυνο να οδηγηθούμε σε μέτρα έκτακτης ανάγκης, ανεπαρκή για τις απαιτήσεις της εποχής» πρόσθεσε. Το ανησυχητικό φαινόμενο της λειψυδρίας Για το αν το πρόβλημα θα είναι πιο έντονο από πέρυσι, απάντησε καταφατικά. «Ναι, δυστυχώς υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάσταση σε αρκετές περιοχές θα είναι φέτος πιο επιβαρυμένη. Η αυξημένη θερμοκρασία, η μειωμένη χιονόπτωση και η μεγαλύτερη εξάτμιση επιτείνουν την απώλεια νερού. Επίσης, το φαινόμενο της λειψυδρίας είναι σωρευτικό - δεν διορθώνεται από μία «σχετικά καλύτερη» χρονιά βροχοπτώσεων, ιδίως όσο οι πιέσεις από την αυξημένη ζήτηση εμμένουν και όσο δεν βελτιώνονται οι συνθήκες διαχείρισης του διαθέσιμου νερού. Επιτρέψτε μου να πω ότι, τη δεδομένη στιγμή, με το φαινόμενο σε εξέλιξη και τον αγροτικό τομέα να έχει διαρκείς και μεγάλες ανάγκες σε νερό, δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα. Είναι δεδομένο ότι θα δούμε επιπτώσεις στις καλλιέργειες - μειωμένες αποδόσεις, αλλά και, τελικά, αυξημένες τιμές στα προϊόντα. Οφείλουμε όμως να δράσουμε άμεσα, ώστε αυτό να είναι πραγματικά το τελευταίο καλοκαίρι που μιλάμε σε χρόνο μέλλοντα για το τι πρέπει να γίνει». Καταλήγοντας, είπε ότι «θα πρέπει να δοθεί έμφαση σε φιλοπεριβαλλοντικές τεχνικές και τεχνολογίες, όπως η συλλογή και αξιοποίηση όμβριων υδάτων, η ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση νερού, η ευφυής γεωργία. Κατά προτεραιότητα απαιτείται η διοχέτευση πόρων για επενδύσεις κατά τόπους και ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής, όπως η δημιουργία μικρών φραγμάτων και ταμιευτήρων, ο εκσυγχρονισμός των αρδευτικών και υδρευτικών δικτύων που παρουσιάζουν μεγάλες απώλειες, και -οπωσδήποτε-επιβάλλεται η ενίσχυση της υδατικής παιδείας του πληθυσμού».
-
Ένα ιδιαίτερα απαιτητικό καλοκαίρι προβλέπεται ως προς την διαχείριση των υδατικών πόρων, αλλά και της λειψυδρίας σε ορισμένες περιοχές. Αυτό υπογραμμίζει σε συνέντευξη της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δρ. Ελισάβετ Φελώνη, Υδρολόγος - διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, τονίζοντας ότι οι περιοχές που αντιμετωπίζουν ήδη τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι τα νησιά -όχι μόνο του Αιγαίου πλέον-, η Κρήτη και ορισμένα τμήματα της ανατολικής Πελοποννήσου. Για την Αττική σημειώνει ότι «οι βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του φετινού χειμώνα συνέβαλαν μερικώς στην αναπλήρωση ποσοτήτων νερού που καταναλώθηκαν κατά την περασμένη ξηρή περίοδο. Ωστόσο, οι εισροές από έναν ''μέτριο'' χειμώνα δεν επαρκούν για την κάλυψη μακροχρόνιων αναγκών». Υπογραμμίζει επίσης ότι οι μονάδες αφαλάτωσης για την Αττική δεν αποτελούν ακόμη κρίσιμη ανάγκη παρά μόνο ένα μέτρο εφεδρικό. «Το φετινό καλοκαίρι θα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό» Για το αν την ανησυχεί η κατάσταση για το φετινό καλοκαίρι, σχολίασε: «Τα έως τώρα δεδομένα δείχνουν πως το φετινό καλοκαίρι θα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό ως προς τη διαχείριση των υδατικών πόρων. Παρόλο που οι βροχοπτώσεις του χειμώνα και της άνοιξης ήταν αυξημένες σε ορισμένες περιοχές σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα ξηρά υδρολογικά έτη, το υδατικό διαθέσιμο είναι περιορισμένο. Ο χειμώνας ήταν γενικά ήπιος και σχετικά ξηρός, όπως σχετικά χαμηλές και οι χιονοπτώσεις που τελικά δεν βοήθησαν στην σημαντική αύξηση των αποθεμάτων τόσο στους επιφανειακούς ταμιευτήρες όσο και στους υπόγειους υδροφορείς. Οι περιοχές που αντιμετωπίζουν ήδη τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι τα νησιά -όχι μόνο του Αιγαίου πλέον-, η Κρήτη και ορισμένα τμήματα της ανατολικής Πελοποννήσου. Η άνιση κατανομή των βροχοπτώσεων, η χρόνια υπεράντληση και η περιορισμένη δυνατότητα αποθήκευσης καθιστούν τα νησιά εξαιρετικά ευάλωτα. Στην Κρήτη, το ήδη επιβαρυμένο υδρολογικό ισοζύγιο συνδυάζεται με αυξανόμενες πιέσεις, κυρίως λόγω αγροτικών αναγκών και της συνεχούς αύξησης του τουρισμού». Πόσο νερό έχει «χάσει» η Αττική - Το σχέδιο για τη λειψυδρία Για το αν αντιμετωπίζει πράγματι πρόβλημα η Αττική, είπε: «Οι βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του φετινού χειμώνα συνέβαλαν μερικώς στην αναπλήρωση ποσοτήτων νερού που καταναλώθηκαν κατά την περασμένη ξηρή περίοδο. Ωστόσο, οι εισροές από έναν «μέτριο» χειμώνα δεν επαρκούν για την κάλυψη μακροχρόνιων αναγκών. Ενδεικτικά, αν εξετάσουμε τα συνολικά αποθέματα των τεσσάρων κύριων ταμιευτήρων που υδροδοτούν την πρωτεύουσα, παρατηρούμε ότι σε μια «καλή» υδρολογική χρονιά τα αποθέματα στα τέλη Μαρτίου συνήθως είναι πάνω από 1 δισ. κυβικά μέτρα νερού, όπως καταγράφηκαν και τον Μάρτιο του 2023». Και πρόσθεσε: «Κατόπιν, με την μετεωρολογική ξηρασία του 2023-2024, στα τέλη Μαρτίου του 2024, τα διαθέσιμα αποθέματα ήταν 930 εκατ. κυβικά, και φέτος, τον Μάρτιο του 2025, η καταγραφή έδειξε μόλις 650 εκατ. κυβικά μέτρα νερού - με γενικά φθίνουσα τάση έως σήμερα (631 εκατ. κυβικά, Μάιος 2025). Η εικόνα αυτή καταδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη συγκυρία. Παρότι η συνολική ετήσια κατανάλωση της Αθήνας κινείται λίγο πάνω από τα 400 εκατ. κυβικά, και δεν τίθεται άμεσο θέμα επάρκειας, αν συνεχιστούν οι ξηρές συνθήκες και δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα ενίσχυσης του υδροσυστήματος, η κατάσταση θα επιδεινωθεί σημαντικά». Η κα. Φελώνη σημείωσε πως δεν πρόκειται για μια προσωρινή «υδατική κρίση», αλλά για μια πρόκληση με αβέβαιο χρονικό ορίζοντα. «Τον χειμώνα που πέρασε, στο πανεπιστήμιο πραγματοποιήσαμε πανελλαδική έρευνα για τη λειψυδρία, καθώς και ειδικά ερωτηματολόγια σε περιοχές όπως η Κρήτη, για την αξιολόγηση των καταναλωτικών συνηθειών. Τα αποτελέσματα ήταν αποκαλυπτικά: η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών αναγνωρίζει ότι το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι υπαρκτό στη χώρα, αν και μόνο μερικώς αισθάνεται επηρεασμένη από τις επιπτώσεις. Στην Αθήνα ειδικά, το πρόβλημα θεωρείται -εσφαλμένα- λιγότερο σημαντικό. Ταυτόχρονα, οι πολίτες δεν γνωρίζουν με ακρίβεια την ποσότητα νερού που καταναλώνουν, ούτε βέλτιστες πρακτικές εξοικονόμησης που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν στην καθημερινότητά τους. Παρατηρείται ένα έλλειμμα ενημέρωσης και εκπαίδευσης, ενώ πάνω από το 90% δηλώνει ότι επιθυμεί σχετική πληροφόρηση - τόσο μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα, όσο και μέσω δράσεων για τους πολίτες και τους αγρότες» σημείωσε. «Φυσικά, είναι δύσκολο να μιλάμε για ατομική ευθύνη χωρίς να προηγούνται ουσιαστικές πρωτοβουλίες σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο. Κατά την άποψή μου, η φετινή εκστρατεία ενημέρωσης έχει καθυστερήσει, ενώ χρειάζεται σαφώς διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με πέρσι - τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο διάχυσης» πρόσθεσε ακόμη. Για πιθανές λύσεις, είπε πως από τεχνικής άποψης, έχουν τεθεί ορισμένες στο τραπέζι, όπως «η αξιοποίηση επιφανειακών υδατικών πόρων (μακροπρόθεσμα), η ενεργοποίηση μονάδων αφαλάτωσης σε περιόδους αιχμής, και, τέλος, το σενάριο μεταφοράς νερού με υδροφόρα πλοία. Η τελευταία επιλογή αποτυπώνει την έντονη ανησυχία για μελλοντικές ελλείψεις, όμως σε καμία περίπτωση δεν συνιστά βιώσιμη λύση - οικονομικά ή περιβαλλοντικά». «Δυστυχώς, η καθυστέρηση στην ωρίμανση εναλλακτικών λύσεων δημιουργεί τον κίνδυνο να οδηγηθούμε σε μέτρα έκτακτης ανάγκης, ανεπαρκή για τις απαιτήσεις της εποχής» πρόσθεσε. Το ανησυχητικό φαινόμενο της λειψυδρίας Για το αν το πρόβλημα θα είναι πιο έντονο από πέρυσι, απάντησε καταφατικά. «Ναι, δυστυχώς υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάσταση σε αρκετές περιοχές θα είναι φέτος πιο επιβαρυμένη. Η αυξημένη θερμοκρασία, η μειωμένη χιονόπτωση και η μεγαλύτερη εξάτμιση επιτείνουν την απώλεια νερού. Επίσης, το φαινόμενο της λειψυδρίας είναι σωρευτικό - δεν διορθώνεται από μία «σχετικά καλύτερη» χρονιά βροχοπτώσεων, ιδίως όσο οι πιέσεις από την αυξημένη ζήτηση εμμένουν και όσο δεν βελτιώνονται οι συνθήκες διαχείρισης του διαθέσιμου νερού. Επιτρέψτε μου να πω ότι, τη δεδομένη στιγμή, με το φαινόμενο σε εξέλιξη και τον αγροτικό τομέα να έχει διαρκείς και μεγάλες ανάγκες σε νερό, δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα. Είναι δεδομένο ότι θα δούμε επιπτώσεις στις καλλιέργειες - μειωμένες αποδόσεις, αλλά και, τελικά, αυξημένες τιμές στα προϊόντα. Οφείλουμε όμως να δράσουμε άμεσα, ώστε αυτό να είναι πραγματικά το τελευταίο καλοκαίρι που μιλάμε σε χρόνο μέλλοντα για το τι πρέπει να γίνει». Καταλήγοντας, είπε ότι «θα πρέπει να δοθεί έμφαση σε φιλοπεριβαλλοντικές τεχνικές και τεχνολογίες, όπως η συλλογή και αξιοποίηση όμβριων υδάτων, η ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση νερού, η ευφυής γεωργία. Κατά προτεραιότητα απαιτείται η διοχέτευση πόρων για επενδύσεις κατά τόπους και ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής, όπως η δημιουργία μικρών φραγμάτων και ταμιευτήρων, ο εκσυγχρονισμός των αρδευτικών και υδρευτικών δικτύων που παρουσιάζουν μεγάλες απώλειες, και -οπωσδήποτε-επιβάλλεται η ενίσχυση της υδατικής παιδείας του πληθυσμού». View full είδηση
-
Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ) δημοσιεύει τα συγκεντρωτικά στοιχεία για τις επιτόπιες μετρήσεις της εκπεμπόμενης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας από σταθμούς κεραιών που πραγματοποιήθηκαν το 2024, καθώς και τον απολογισμό λειτουργίας του Εθνικού Παρατηρητηρίου Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων (ΕΠΗΠ) για το ίδιο έτος. Συγκεκριμένα, δημοσιεύονται: (α) Έκθεση συγκεντρωτικών στοιχείων επιτόπιων μετρήσεων εκπεμπόμενης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας Η ΕΕΑΕ, μέσω αυτεπάγγελτων και κατόπιν αιτήματος ελέγχων, διενεργεί επιτόπιες μετρήσεις με σκοπό τον έλεγχο της τήρησης των ορίων ασφαλούς έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Οι μετρήσεις πραγματοποιούνται: Αυτεπάγγελτα, σε ετήσια βάση, καλύπτοντας τουλάχιστον το 20% των κεραιών που έχουν αδειοδοτηθεί από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) και βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως. Κατόπιν αιτήματος, από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Το 2024 διενεργήθηκαν συνολικά 2.377 επιτόπιες μετρήσεις σε σταθμούς κεραιών σε όλη την Ελλάδα, καλύπτοντας αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές. Από αυτές: 2.362 μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν αυτεπάγγελτα, 15 μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος. Σε 6 περιπτώσεις εντοπίστηκαν υπερβάσεις ή ενδεχόμενες υπερβάσεις των θεσμοθετημένων ορίων ασφαλούς έκθεσης. Για όλες τις περιπτώσεις, ενημερώθηκαν άμεσα οι αρμόδιοι φορείς και ελήφθησαν τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα. Συνολικά προβάλλονται τα αποτελέσματα από περισσότερες από 25.000 επιτόπιες μετρήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από το 2008 έως σήμερα, σε περίπου 11.862 σταθμούς κεραιών. Τα αναλυτικά αποτελέσματα των μετρήσεων είναι διαθέσιμα και στην εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα και συσκευές “e-κεραίες“ Ο απολογισμός για το 2024 περιλαμβάνει τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα μετρήσεων που προέρχονται: από 500 σταθερούς σταθμούς μέτρησης του ΕΠΗΠ, από 12 κινητούς σταθμούς, που λειτουργούν σε δήμους της χώρας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι τιμές ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας που καταγράφηκαν είναι σημαντικά χαμηλότερες από τα όρια που ορίζει η κείμενη νομοθεσία. Το ΕΠΗΠ είναι ένα πανελλαδικό τηλεμετρικό δίκτυο σταθμών συνεχούς μέτρησης της υψίσυχνης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, διασυνδεδεμένο on-line με τη διαδικτυακή πύλη paratiritirioemf.eeae.gr, όπου προβάλλονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Πρόκειται για ένα αποκεντρωμένο σύστημα διαρκών μετρήσεων, το οποίο είναι ενταγμένο στην πραγματικότητα και στην καθημερινότητα των πολιτών σε όλη τη χώρα. View full είδηση
-
- ακτινοβολία
- κεραία
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ) δημοσιεύει τα συγκεντρωτικά στοιχεία για τις επιτόπιες μετρήσεις της εκπεμπόμενης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας από σταθμούς κεραιών που πραγματοποιήθηκαν το 2024, καθώς και τον απολογισμό λειτουργίας του Εθνικού Παρατηρητηρίου Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων (ΕΠΗΠ) για το ίδιο έτος. Συγκεκριμένα, δημοσιεύονται: (α) Έκθεση συγκεντρωτικών στοιχείων επιτόπιων μετρήσεων εκπεμπόμενης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας Η ΕΕΑΕ, μέσω αυτεπάγγελτων και κατόπιν αιτήματος ελέγχων, διενεργεί επιτόπιες μετρήσεις με σκοπό τον έλεγχο της τήρησης των ορίων ασφαλούς έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Οι μετρήσεις πραγματοποιούνται: Αυτεπάγγελτα, σε ετήσια βάση, καλύπτοντας τουλάχιστον το 20% των κεραιών που έχουν αδειοδοτηθεί από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) και βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως. Κατόπιν αιτήματος, από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Το 2024 διενεργήθηκαν συνολικά 2.377 επιτόπιες μετρήσεις σε σταθμούς κεραιών σε όλη την Ελλάδα, καλύπτοντας αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές. Από αυτές: 2.362 μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν αυτεπάγγελτα, 15 μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος. Σε 6 περιπτώσεις εντοπίστηκαν υπερβάσεις ή ενδεχόμενες υπερβάσεις των θεσμοθετημένων ορίων ασφαλούς έκθεσης. Για όλες τις περιπτώσεις, ενημερώθηκαν άμεσα οι αρμόδιοι φορείς και ελήφθησαν τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα. Συνολικά προβάλλονται τα αποτελέσματα από περισσότερες από 25.000 επιτόπιες μετρήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από το 2008 έως σήμερα, σε περίπου 11.862 σταθμούς κεραιών. Τα αναλυτικά αποτελέσματα των μετρήσεων είναι διαθέσιμα και στην εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα και συσκευές “e-κεραίες“ Ο απολογισμός για το 2024 περιλαμβάνει τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα μετρήσεων που προέρχονται: από 500 σταθερούς σταθμούς μέτρησης του ΕΠΗΠ, από 12 κινητούς σταθμούς, που λειτουργούν σε δήμους της χώρας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι τιμές ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας που καταγράφηκαν είναι σημαντικά χαμηλότερες από τα όρια που ορίζει η κείμενη νομοθεσία. Το ΕΠΗΠ είναι ένα πανελλαδικό τηλεμετρικό δίκτυο σταθμών συνεχούς μέτρησης της υψίσυχνης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, διασυνδεδεμένο on-line με τη διαδικτυακή πύλη paratiritirioemf.eeae.gr, όπου προβάλλονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Πρόκειται για ένα αποκεντρωμένο σύστημα διαρκών μετρήσεων, το οποίο είναι ενταγμένο στην πραγματικότητα και στην καθημερινότητα των πολιτών σε όλη τη χώρα.
-
- ακτινοβολία
- κεραία
-
(and 2 more)
Με ετικέτα:
-
Τι μάθαμε από 25 χρόνια πυρκαγιών στην Ελλάδα; Τα δεδομένα δεν μιλούν από μόνα τους. Όταν όμως τα εξετάζεις προσεκτικά, λένε πολλά. Το αρχείο των τελευταίων 25 ετών του Πυροσβεστικού Σώματος δείχνει ότι ο κίνδυνος στη χώρα μας εξελίσσεται — και συχνά δεν μένει στο ημερολόγιο. - Λιγότερες ενάρξεις πυρκαγιών, μεγαλύτερη ζημιά: Αν και οι πυρκαγιές εντός αντιπυρικής περιόδου μειώνονται, η συνολική καμένη έκταση αυξάνεται σταθερά. - Όλο και μεγαλύτερες μεγάλες πυρκαγιές: Οι πυρκαγιές άνω των 2.000 στρεμμάτων γίνονται συχνότερες και μεγαλύτερες. - Αθόρυβη έξαρση εκτός εποχής: Οι χειμερινοί και ανοιξιάτικοι μήνες παρουσιάζουν αύξηση τόσο σε ενάρξεις πυρκαγιών όσο και σε καμένες εκτάσεις. - Ο χάρτης αλλάζει: Η Βόρεια Ελλάδα και άλλες περιοχές με όχι σημαντικό ιστορικό πυρκαγιών εμφανίζουν πλέον σημάδια επιδείνωσης. Διαβάστε παρακάτω την πλήρη ανάλυση των δεδομένων. Η μεγάλη εικόνα: Τι δείχνει το αρχείο του Πυροσβεστικού Σώματος (2000–2024); Τα δεδομένα δεν μιλούν από μόνα τους. Όταν όμως τα εξετάζεις προσεκτικά, λένε πολλά. Από το 2000 έως το 2024, καταγράφεται σαφής μείωση στις ετήσιες πυρκαγιές εντός της αντιπυρικής περιόδου (Εικόνα 1). Από περίπου 4.300 ετησίως, κατά μέσο όρο, την περίοδο 2000–2012, πέφτουμε στις 3.700 την περίοδο 2013–2024. Εικόνα 1. Ετήσιος αριθμός πυρκαγιών στην Ελλάδα, Μάιος – Οκτώβριος (2000–2024). Όμως, αυτή η μείωση στις ενάρξεις δεν μεταφράζεται σε μείωση της συνολικής καμένης έκτασης. Αντίθετα, η καμένη έκταση μέσα στην αντιπυρική περίοδο παρουσιάζει αυξητική τάση, περίπου ίση με επιπλέον 6.000 στρέμματα κάθε χρόνο (Εικόνα 2). Εικόνα 2. Ετήσια καμένα στρέμματα στην Ελλάδα, Μάιος – Οκτώβριος (2000–2024). Τι συμβαίνει λοιπόν και με λιγότερες πυρκαγιές μέσα στην αντιπυρική περίοδο, οι καμένες εκτάσεις αυξάνονται; Με απλά λόγια, η ανάλυση των δεδομένων του Πυροσβεστικού Σώματος δείχνει πως όταν ξεφεύγει μια πυρκαγιά, ξεφεύγει πολύ. Από το 2000 έως το 2024, ο αριθμός των πυρκαγιών που ξεπερνούν τα 2.000 στρέμματα —μέγεθος που αντιστοιχεί μόλις στο 0.5% καταγεγραμμένων πυρκαγιών της περιόδου 2000–2024— παρουσιάζει αύξηση (Εικόνα 3). Εικόνα 3. Ετήσιος αριθμός πυρκαγιών άνω των 2.000 στρεμμάτων στην Ελλάδα, Μάιος – Οκτώβριος (2000–2024). Παράλληλα, αν εξετάσουμε το ελάχιστο μέγεθος των μεγαλύτερων πυρκαγιών κάθε έτους — δηλαδή εκείνων που αντιστοιχούν μόλις στο 0.5% των ετήσιων καταγεγραμμένων περιστατικών — διαπιστώνουμε ότι αυτό αυξάνεται σταθερά από το 2000 έως το 2024 (Εικόνα 4). Με άλλα λόγια, δεν έχουμε περισσότερες μεγάλες πυρκαγιές απλώς – έχουμε περισσότερες και μεγαλύτερες μεγάλες πυρκαγιές. Εικόνα 4. Ελάχιστο μέγεθος των μεγαλύτερων πυρκαγιών κάθε έτους στην Ελλάδα (πυρκαγιών που αντιστοιχούν στο 0.5% των ετήσιων καταγεγραμμένων περιστατικών), Μάιος – Οκτώβριος (2000–2024). Αυτό το εύρημα ίσως αντικατοπτρίζει τις επιδεινούμενες λόγω της κλιματικής κρίσης πυρομετεωρολογικές συνθήκες που ευνοούν την ανάπτυξη μεγάλων πυρκαγιών. Ίσως όμως να αντανακλά και μια αδυναμία του μηχανισμού να ανταποκρίνεται και να προσαρμόζεται αποτελεσματικά στις πυρκαγιές που ξεφεύγουν της πρώτης προσβολής και αποκτούν διαστάσεις. Τα δεδομένα δεν απαντούν στο “γιατί”, αλλά μας καλούν να το διερευνήσουμε. Την ίδια στιγμή, η εκτός αντιπυρικής περιόδου δραστηριότητα των πυρκαγιών εξελίσσεται αθόρυβα αλλά ανησυχητικά. Οι χειμερινοί και ανοιξιάτικοι μήνες εμφανίζουν αύξηση τόσο στις ενάρξεις όσο και στη συνολική καμένη έκταση. Ο μέσος ετήσιος αριθμός πυρκαγιών αυξήθηκε κατά 47% μετά το 2012 (Εικόνα 5), ενώ η μέση καμένη έκταση αυξήθηκε από περίπου 18.000 σε πάνω από 23.000 στρέμματα (Εικόνα 6). Εικόνα 5. Ετήσιος αριθμός πυρκαγιών στην Ελλάδα, Νοέμβριος – Απρίλιος (2000–2024). Εικόνα 6. Ετήσια καμένα στρέμματα στην Ελλάδα, Νοέμβριος – Απρίλιος (2000–2024). Έχει αλλάξει η γεωγραφία των πυρκαγιών; Η μεγάλη εικόνα των πυρκαγιών στην Ελλάδα δεν έχει αλλάξει μόνο στο χρόνο. Έχει επίσης αλλάξει και στο χώρο. Κατά την αντιπυρική περίοδο, οι περισσότερες περιοχές της χώρας παρουσιάζουν μείωση στις ενάρξεις (Εικόνα 7). Αυτό όμως δεν αποτυπώνει ολόκληρη την αλήθεια. Σε ορισμένες περιοχές —ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, όπου ιστορικά η παρουσία της φωτιάς ήταν περιορισμένη— οι ενάρξεις αυξάνονται. Μικροί, τοπικοί θύλακες αύξησης κάνουν την εμφάνισή τους σε μια περίοδο όπου, πανελλαδικά, οι πυρκαγιές υποχωρούν. Εικόνα 7. Μεταβολή μέσου ετήσιου αριθμού πυρκαγιών από το 2000–2012 στο 2013-2024, Μάιος – Οκτώβριος. Ακόμα πιο ανησυχητική είναι η εικόνα εκτός αντιπυρικής περιόδου. Οι χειμερινοί και ανοιξιάτικοι μήνες δείχνουν γενικευμένη αύξηση στις ενάρξεις σχεδόν σε όλη την επικράτεια, ακόμα και σε περιοχές που δεν θεωρούνταν ποτέ ιδιαίτερα πυρόπληκτες (Εικόνα 8). Εικόνα 8. Μεταβολή μέσου ετήσιου αριθμού πυρκαγιών από το 2000–2012 στο 2013-2024, Νοέμβριος – Απρίλιος. Σε ό,τι αφορά την καμένη έκταση, η γενική αύξηση εντός της αντιπυρικής περιόδου δεν κατανέμεται ομοιόμορφα. Την τάση οδηγούν συγκεκριμένες περιοχές — η Αττική, η Εύβοια, ο Έβρος, η Βοιωτία και τα Δωδεκάνησα — που έχουν βιώσει πολλαπλά μεγάλα περιστατικά πυρκαγιών τα τελευταία λίγα χρόνια (Εικόνα 9). Εκτός αντιπυρικής περιόδου, η αύξηση στην καμένη έκταση είναι ευρύτερη, με πολλές περιοχές να παρουσιάζουν σαφή επιδείνωση (Εικόνα 10). Εικόνα 9. Μεταβολή της μέσης ετήσιας καμένης έκτασης από το 2000–2012 στο 2013-2024, Μάιος – Οκτώβριος. Εικόνα 10. Μεταβολή της μέσης ετήσιας καμένης έκτασης από το 2000–2012 στο 2013-2024, Νοέμβριος – Απρίλιος. Τι δεν δείχνουν τα δεδομένα (κι όμως έχει σημασία); Η ανάλυση δεδομένων είναι απαραίτητη. Αλλά από μόνη της δεν αρκεί. Τα επίσημα δεδομένα του Πυροσβεστικού Σώματος προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία να σχεδιάσουμε την μεγάλη εικόνα των πυρκαγιών στην Ελλάδα. Να καταγράψουμε τάσεις, να αναγνωρίσουμε υφιστάμενα και αναδυόμενα μοτίβα, να ποσοτικοποιήσουμε την επιβάρυνση. Αλλά η ανάλυση τους αδυνατεί να μας απαντήσει στο “γιατί;”. Και χωρίς το γιατί, η κατανόηση μας παραμένει περιορισμένη. Πρώτον, δεν γνωρίζουμε τι προκαλεί τις ενάρξεις πυρκαγιών. Τα δεδομένα του Πυροσβεστικού Σώματος δεν περιλαμβάνουν ως πληροφορία τις αιτίες έναρξης. Και αυτό είναι κρίσιμο. Αν δεν ξέρουμε τι ή ποιος προκαλεί τις φωτιές, πώς θα μπορέσουμε να τις προλάβουμε; Δεν μπορούμε να περιορίσουμε αυτό που δεν κατανοούμε. Δεύτερον, τα στοιχεία είναι περιγραφικά, όχι αναλυτικά. Μας λένε πόσες φωτιές ξεκίνησαν και πόσα στρέμματα κάηκαν. Αλλά δεν μας λένε πώς εξαπλώθηκαν, πόσο γρήγορα, με τι ένταση, με ποιες πυρομετεωρολογικές συνθήκες. Δεν έχουμε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των πυρκαγιών. Και χωρίς αυτά, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι ενδεχομένως πήγε λάθος — ούτε να σχεδιάσουμε καλύτερα για το μέλλον. Τρίτον, τα δεδομένα είναι γεωχωρικά περιορισμένα. Η γεωγραφία τους περιορίζεται στο επίπεδο των νομών — διοικητικών ενοτήτων που πλέον δεν υφίστανται. Δεν γνωρίζουμε τις ακριβείς θέσεις των ενάρξεων. Δεν έχουμε δεδομένα των τελικών ή/και ενδιάμεσων περιμέτρων. Και χωρίς αυτά τα κρίσιμα δεδομένα, δεν μπορούμε να συσχετίσουμε με λεπτομέρεια τις πυρκαγιές με το ανάγλυφο, τη βλάστηση ή τον καιρό. Χάνουμε την ευκαιρία να κατανοήσουμε τους τοπικούς παράγοντες που ενισχύουν ή υποβαθμίζουν τον κίνδυνο. Με λίγα λόγια: δεν αμφισβητούμε τη χρησιμότητα των επίσημων δεδομένων. Αλλά αναγνωρίζουμε τα όρια τους. Αν θέλουμε να περάσουμε από την καταγραφή στην κατανόηση — και από την κατανόηση στην πρόληψη και την πρόγνωση — χρειαζόμαστε καλύτερα δεδομένα. Η ουσία — Όχι στον πανικό, ναι στο μοτίβο Η κινδυνολογία δεν αποτελεί στρατηγική. Η απάθεια, όμως, είναι εξίσου επικίνδυνη. Αυτό που μας δείχνουν τα δεδομένα της τελευταίας 25ετίας δεν είναι μια καταστροφή χωρίς ελπίδα. Είναι ένα μοτίβο που, αν το διαβάσουμε σωστά, μας δίνει κατευθύνσεις — όχι μόνο για το πού βρισκόμαστε, αλλά και για το πού πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα. 🔹 Οι πυρκαγιές εντός αντιπυρικής περιόδου μειώνονται, αλλά γίνονται πιο καταστροφικές. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί η ικανότητα άμεσης προσβολής και η επιχειρησιακή διαχείριση των περιστατικών όταν η πρώτη προσβολή αποτύχει. 🔹 Οι πυρκαγιές εκτός αντιπυρικής περιόδου αυξάνονται — και συχνά περνούν «κάτω από το ραντάρ». Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αναθεωρηθεί η χρονική στόχευση της πρόληψης και της επιτήρησης. Ο κίνδυνος δεν ακολουθεί πλέον το αυστηρό ημερολόγιο του παρελθόντος. 🔹 Ορισμένες περιοχές επαναλαμβάνονται στον χάρτη των μεγάλων πυρκαγιών. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να εκπλησσόμαστε κάθε φορά. Αυτές οι περιοχές χρειάζονται εστιασμένη ετοιμότητα — όχι μόνο επιχειρησιακή, αλλά και πολιτική, τεχνική, επιστημονική. 🔹 Τέλος, η έλλειψη λεπτομερών δεδομένων δεν πρέπει να μας παγιδεύει στην αδράνεια. Αντίθετα, είναι η καλύτερη υπενθύμιση πως η καλύτερη εικόνα προκύπτει όταν οι ανάγκες των επιχειρησιακών, θεσμικών και ερευνητικών φορέων ευθυγραμμιστούν. Καθώς μια ακόμη αντιπυρική περίοδος έχει ξεκινήσει, η ουσία δεν είναι να προφητεύσουμε τι θα συμβεί, ούτε να επιδοθούμε σε αγώνες δηλώσεων ετοιμότητας. Είναι να είμαστε παρόντες — και προετοιμασμένοι — με τα σωστά ερωτήματα, τις σωστές προτεραιότητες και τα σωστά εργαλεία. Γιατί η φωτιά, όπως δείχνει το ιστορικό αρχείο, δεν περιμένει ποτέ να είμαστε έτοιμοι. View full είδηση